“Ο σκύλος, η νύχτα και το μαχαίρι”- Γιατί η παράσταση του Γιώργου Κουτλή μοιάζει με πρόσκαιρο καλοκαιρινό πυροτέχνημα
Είδαμε την πολυσυζητημένη παράσταση του Γιώργου Κουτλή και σας μεταφέρουμε τις εντυπώσεις μας.
- 25 Ιουλίου 2022 08:48
Ο Γιώργος Κουτλής έχει μπει στα θεατρικά δρώμενα με τη φόρα του νέου ταλαντούχου σκηνοθέτη που όλα τα σαρώνει. Οι “Παίκτες” του Γκόγκολ ήταν η ευχάριστη έκπληξη της περσινής σεζόν -μάλιστα θα επαναληφθούν από το φθινόπωρο- και είναι ίσως η παράσταση που συζητήθηκε πιο πολύ από κάθε άλλη. Το παράδοξο ωστόσο είναι πως η δεύτερη παράσταση που σκηνοθέτησε, το Talk Show, παρόλο που ήταν εξαιρετικά αδύναμη, δεν του αφαίρεσε καθόλου από τη δυναμική του. Σαν να μην τον ακούμπησε.
Έτσι, καμία εντύπωση δεν προξένησε πως η νέα του σκηνοθετική απόπειρα, “Ο Σκύλος, η νύχτα και το μαχαίρι”, έτυχε ιδιαίτερα θερμής υποδοχής στην Πειραιώς 260, όπου και παρουσιάστηκε από τις 18 έως τις 21 Ιουλίου. Τουτέστιν έγινε sold out αμέσως και ακολούθως αποτέλεσε το επίκεντρο της προσοχής δημοσιογράφων και κοινού και πρωτοστάτησε στα social media και στα δημοσιεύματα.
Το «ρεύμα» αυτό με έφερε στον Χώρο Η της Πειραιώς που ήταν γεμάτος ασφυκτικά και μάλιστα από νεαρόκοσμο, που στο τέλος αποθέωσε ηθοποιούς και συντελεστές. Γιατί όμως η παράσταση αυτή έμοιασε στα μάτια μας με ένα μεγάλο λαμπερό καλοκαιρινό πυροτέχνημα; Από αυτά που φωτίζουν τον σκοτεινό ουρανό, αλλά δυστυχώς για μόνο για λίγο;
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή…
Ο “Σκύλος, η νύχτα και το μαχαίρι” είναι το θεατρικό έργο του ανατρεπτικού δραματουργού της Σαουμπίνε, Μάριους Φον Μάγιενμπουργκ. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα “love story” που λαμβάνει χώρα σε ένα μετα-αποκαλυπτικό τοπίο όπου κυριαρχεί ο κανιβαλισμός και ο νόμος του ισχυρού. Ο πιο αδύναμος πεθαίνει και γίνεται βορά των υπολοίπων.
Μια ζεστή νύχτα του Αυγούστου, ο «Μ» (Βασίλης Μαγουλιώτης) βρίσκεται στο αδιέξοδο ενός εγκαταλελειμμένου δρόμου. Δεν έχει ιδέα πώς βρέθηκε εκεί. Το μόνο πράγμα που θυμάται είναι ότι έφαγε μύδια. Από μακριά ακούγονται αλυχτίσματα σκύλων. Προσπαθεί να καταλάβει πού βρίσκεται και τι συμβαίνει. Μέχρι που συναντά έναν νεαρό (Θάνο Λέκκα) με ένα κομμένο λουρί στο χέρι. Ψάχνει τον σκύλο του. Και διψά για αίμα. Το δικό του αίμα. Η νύχτα πέφτει βαριά και ώσπου να ξημερώσει, ο «Μ» θα έχει μαχαιρωθεί, θα έχει μαχαιρώσει, θα έχει γνωρίσει ανθρώπους που θέλουν να τον φάνε, θα έχει δει τον χρόνο να στέκει ακίνητος, και μόνο στο τέλος, για πρώτη φορά, θα νιώσει, πως δεν φοβάται. Μία κοπέλα (Δήμητρα Βλαγκοπούλου) θα είναι το φως στο αδιέξοδο αυτό τούνελ μέσα στο οποίο έχει μπει.
Οι αντιστοιχίες με το σήμερα είναι εμφανείς από τα πρώτα λεπτά.Το σκηνικό σύμπαν που χτίζει ο Κουτλής είναι τω όντι μαγευτικό. Σκοτεινό, δυστοπικό, μυστηριώδες, σχεδόν καφκικό. Με ήχους απόκοσμους (η πρωτότυπη μουσική του Jeph Vanger είναι απόλυτα ταιριαστή) και με μία ενέργεια που νιώθεις να αναβλύζει από παντού.
Ερμηνείες που αναβλύζουν ενέργεια
Οι τρεις ηθοποιοί του δίνουν ρεσιτάλ ερμηνείας. Είναι απόλυτα συντονισμένοι στον ρυθμό της παράστασης, δουλεμένοι στην εντέλεια ακόμη και στις ανάσες τους. Ο Βασίλης Μαγουλιώτης στον ρόλο του Μ δίνεται στον ρόλο του ψυχή τε και σώματι. Εξαντλείται σωματικά και ψυχικά στην απόκοσμή του “Οδύσσεια’. Στο ίδιο μήκος κύματος και η ερμηνεία του Θάνου Λέκκα στους πολλαπλούς του ρόλους, που σαν χαμαιλέοντας περνάει από τον έναν στον άλλο με εξαιρετική επιτυχία. Τις εντυπώσεις ωστόσο κλέβει η Δήμητρα Βλαγκοπούλου – η ηθοποιός που το 2020 τιμήθηκε με το θεατρικό βραβείο Μελίνα Μερκούρη- που εδώ μας χαρίζει άλλη μια εξαιρετική ερμηνεία και εκπλήσσει με τα πλούσια κινησιολογικά της μέσα.
Πολύτιμοι σύμμαχοι της παράστασης τα σκηνικά και τα κοστούμια της Εύας Γουλάκου, οι εκπληκτικοί φωτισμοί του Τάσου Παλαιορούτα, αλλά και η μέχρι λεπτομέρειας δουλεμένη κίνηση του Αλέξανδρου Βαρδαξόγλου στους φωτισμούς.
Πού όμως, αυτή η παράσταση χάνει τελικά;
Δυστυχώς χάνει στη βάση της, στο κείμενο δηλαδή. Ένα κείμενο που δε διακρίνεται ιδιαίτερα για τη δραματουργική του σύλληψη, αλλά και που ο ίδιος ο σκηνοθέτης δεν καταφέρνει να χειριστεί σωστά. Σαν να φοβήθηκε να βυθιστεί μέσα του, να εκμαιεύσει υπαρξιακούς προβληματισμούς και ερωτήματα. Γιατί, ναι μεν η παράσταση είχε μία σαφή συνομιλία με το σήμερα λόγω του θέματός της, όμως δεν ενεργοποίησε στο ελάχιστο την ενσυναίσθηση. Δεν συνέπασχες με τον ήρωα, παρασυρόσουν απλώς από τον καλό ρυθμό και τις ερμηνείες και αυτό από μόνο του συντηρούσε σε κάποιο βαθμό την προσοχή στη θέαση.
Όμως η θεατρική λειτουργία δεν είναι ούτε στατική ούτε προσωρινή. Έχει διάρκεια, σε βάζει σε σκέψεις, λειτουργεί μέσα σου και σε βάθος χρόνου. Αυτό η παράσταση του Κουτλή δεν το πετυχαίνει. Μένει περισσότερο στην επιφάνεια.
Η ευκολία της τελευταίας σκηνής είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Και όχι εδώ δε θα κάνω spoiler. Απλώς θα πω μόνο πως παρακολουθώντας την δε γίνεται να μη σου έρθουν στο μυαλό stories που έχουμε δει πολλάκις κινηματογραφικά σε ταινίες τύπου Twilight.
Συμπέρασμα: Μία πολύ όμορφα σκηνοθετημένη παράσταση με υπέροχες ερμηνείες, ρυθμό και ένταση που χάνει ωστόσο σε ουσία. Η δυναμική της είναι ικανή να παρασύρει ακόμη και μη μυημένο κοινό, αλλά και τη νεώτερη γενιά. Και αυτό είναι πραγματικά πολύτιμο. Αν δοθεί και η πρέπουσα βάση και εμβάθυνση και στο ίδιο το κείμενο, τότε ναι, θα μιλάμε για μία νέα αξιοπρόσεκτη δύναμη στο θεατρικό σκηνικό.
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις