Όσα Παίρνει ο Άνεμος- Αμερικανίδα ακαδημαϊκός διαβάζει την ελληνική διασκευή και μιλά για “ιστορική διόρθωση”
Διαβάζεται σε 11'
Η Αμερικανίδα ακαδημαϊκός και πρόεδρος του Τμήματος Θεάτρου του Πανεπιστημίου του Μπρούκλιν στη Νέα Υόρκη, Laura L. Tesman, μιλά με τα καλύτερα λόγια για την ελληνική διασκευή του «Όσα Παίρνει ο Άνεμος», λίγες ώρες πριν την αποψινή πρεμιέρα στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά- Διαβάστε εδώ όλο το σημείωμα της Laura L. Tesman και δείτε τις πρώτες φωτογραφίες από την παράσταση.
- 25 Απριλίου 2025 15:46
Η σύγχρονη νεοελληνική δραματουργία διανύει μια περίοδο έντονων προκλήσεων και αναζητήσεων, με αρκετές παραγωγές να αγωνίζονται να ξεφύγουν από τη μετριότητα που περιστοιχίζει συχνά το θεατρικό -και δη ελληνικό- τοπίο. Ωστόσο, η θεατρική διασκευή του εμβληματικού έργου “Όσα Παίρνει ο Άνεμος” των Ιόλη Ανδρεάδη και Άρη Ασπρούλη φαίνεται πως δεν είναι απλώς μια θεατρική αναδιατύπωση, αλλά μια τολμηρή καλλιτεχνική πράξη που καταφέρνει να φέρει στο φως τις σκοτεινές πλευρές ενός μυθικού έργου, δημιουργώντας μια νέα, δυναμική προσέγγιση που ανατρέπει τον παραδοσιακό του χαρακτήρα.
Όπως επισημαίνει η κορυφαία Αμερικανίδα ακαδημαϊκός, Laura L. Tesman, η οποία διάβασε την ελληνική διασκευή του έργου, «Αυτό δεν είναι θεατρική διασκευή. Αυτό είναι ιστορική διόρθωση». Η πρόταση αυτή αναδεικνύει την ουσία της διασκευής: να αποκαλύψει και να ανασυστήσει τους χαρακτήρες του έργου της Μίτσελ με τρόπο που δεν έχει γίνει μέχρι τώρα, απομακρύνοντάς τους από τη σκιά του παλιού, χολιγουντιανού μύθου και τοποθετώντας τους στο κέντρο μιας σύγχρονης, δυναμικής ανάγνωσης.
Η Tesman μιλά για μια τολμηρή θεατρική πρόταση που σε στοιχειώνει από το πρώτο λεπτό καθώς αναδεικνύει για πρώτη φορά όλα όσα ήταν θαμμένα κάτω από τη μεγαλοπρέπεια του μύθου. Σε αυτή τη διασκευή «οι χαρακτήρες της Μίτσελ αναδύονται καθαρά και ζωντανά, αναγεννημένοι με την επείγουσα και σύγχρονη σημασία τους, τόσο ως λαμπεροί ήρωες αλλά και ως τραγικοί αντι-ήρωες» και καταλήγει λέγοντας ότι «αυτό το έργο αποτελεί προσωπικό όσο και καλλιτεχνικό ορόσημο – η διασκευή του Όσα Παίρνει ο Άνεμος σε θεατρικό έργο σήμερα, και η παρουσίασή του στην Ελλάδα, από Έλληνες καλλιτέχνες, είναι μια ισχυρή πράξη διαπολιτισμικής χειρονομίας. Είναι ένας ιστορικός διάλογος μεταξύ της μυθοπλασίας της Αμερικής και της πολιτικής και θεατρικής παράδοσης της Ελλάδας».
Το σημείωμα της Laura L. Tesman
“Τι σημαίνει να ξαναδιηγηθείς μια ιστορία που έχει ήδη ειπωθεί; Που έχει ειπωθεί όμορφα και λαμπερά. Ταυτόχρονα, προβληματικά και ανολοκλήρωτα. Και που παραμένει τόσο διάσημη. Το “Όσα Παίρνει ο Άνεμος” είναι μια ιστορία χαραγμένη στη συλλογική φαντασία, ένα επικό έργο του Αμερικανικού Νότου που έχει εδώ και καιρό εξυμνηθεί για τον ρομαντισμό του και τις μνημειώδεις περιγραφές του βιώματος του έρωτα και της επιβίωσης – και που δικαίως έχει επικριθεί για τις σιωπές του. Σε αυτή την τολμηρή θεατρική διασκευή από την Ιόλη Ανδρεάδη και τον Άρη Ασπρούλη, που από τον πρώτο λεπτό σε στοιχειώνει, επισκεπτόμαστε ξανά τον κόσμο της Μάργκαρετ Μίτσελ, όχι όμως απλώς για να τον παρακολουθήσουμε – αλλά για να τον ακούσουμε πιο βαθιά. Για να ακούσουμε, για πρώτη φορά, ό,τι δεν ακούστηκε ποτέ. Για να ενισχύσουμε αυτό που ήταν θαμμένο κάτω από τη μεγαλοπρέπεια.
Στο νέο αυτό θεατρικό έργο, από την πρώτη στιγμή που η Μάμμυ -η μαύρη σκλάβα της οικογένειας Ο’Χάρα- ανεβαίνει στο μικρόφωνο και αρχίζει να μιλά -απαλά, ρυθμικά, με χιούμορ, μέσα στη φωτιά και τη σοφία που γεννάνε τα μπλουζ- καταλαβαίνουμε ότι αυτό είναι ένα διαφορετικό ταξίδι. Η Μάμμυ, δεν είναι πλέον μια παρουσία στο παρασκήνιο. Είναι η αφηγήτρια του έργου. Είναι ο παλμός του έργου. Είναι η συνείδησή του. Η φωνή της, διαμορφωμένη μέσα από θρησκευτικούς ύμνους, γκόσπελ και λαϊκά αμερικάνικα τραγούδια επιβίωσης, γίνεται ο καθοδηγητής και σύμμαχος του θεατή, μέσα σε αυτό το δαιδαλώδες τοπίο του έρωτα, του πολέμου, της μνήμης και του μύθου.
Η μουσική είναι παντού σε αυτό το σπουδαίο εγχείρημα. Κάθε άλλο παρά διακοσμητική, κατέχει σε αυτή τη θεατρική διασκευή τον ρόλο της αποκάλυψης. Τα τραγούδια αντηχούν απευθείας από τα χωράφια με τις βαμβακοφυτείες, από τα στασίδια της εκκλησίας, από τα κελιά της φυλακής και από τις φωνές των εξεγερμένων. Μας συνδέουν με μια γενιά Μαύρης αντίστασης και αντοχής – μια γενιά που διαγράφηκε στην αρχική αφήγηση. Οι μελωδίες των γκόσπελ που καταφτάνουν στη σκηνή κουβαλούν αιώνες θλίψης και χαράς, ενώ κάθε στίχος τους ανακαλεί μια ζωντανή ιστορία που η Μίτσελ επέλεξε να μην ονομάσει.
Αυτή η νέα θεατρική γραφή του “Όσα Παίρνει ο Άνεμος” εστιάζει και εμβαθύνει στην ιστορία μιας γυναίκας που καταφέρνει να επιβιώσει με όπλα της τη δύναμη, το ένστικτο και ένα ταλέντο να αφήνει τα πράγματα πίσω, στη λήθη. Στη Σκάρελτ Ο’ Χάρα που βλέπουμε εδώ, συναντάμε την ίδια στιγμή μια ρομαντική ηρωίδα, αλλά και μια συγκλονιστική αντι-ηρωίδα: μια φιγούρα που σταδιακά συνθλίβεται ανάμεσα στην αγάπη και τον πόλεμο, την επιθυμία και το καθήκον, τον μύθο του Νότου και την αλήθεια πάνω στην οποία χτίστηκε αυτός ο μύθος. Το ταξίδι της δεν είναι απλώς ένα ταξίδι επιβίωσης, είναι ένα ταξίδι συνενοχής. Ένα ταξίδι στο οποίο επιλέγει τη δύναμη, συχνά εις βάρος των άλλων. Ωστόσο, καθώς ο κόσμος γύρω της αρχίζει να καταρρέει, δεν έχει τρόπο, ούτε η ίδια, να γαντζωθεί, πλέον, από τις πεποιθήσεις που κάποτε την κρατούσαν όρθια.
Ο Ρετ Μπάτλερ, επίσης, δεν γλιτώνει από αυτή την αναθεώρηση των δύο συγγραφέων. Η κάποτε απόλυτη προσωποποίηση της επικίνδυνης γοητείας και ευφυΐας, γίνεται στη διασκευή αυτή μια φιγούρα πολύ πιο σύνθετη. Ένας άντρας που αναγνωρίζει την υποκρισία του κόσμου, αλλά επιλέγει να επωφεληθεί από αυτήν. Η αγάπη του για τη Σκάρλετ είναι πραγματική, αλλά όχι λυτρωτική. Ο κυνισμός του είναι σαγηνευτικός, αλλά όχι χωρίς συνέπειες. Σε αυτή την επανεξιστόρηση, ο Ρετ δεν σώζει την ιστορία, ούτε προσφέρει σωτηρία στη Σκάρλετ. Αντίθετα, ενσαρκώνει την ένταση μεταξύ ιδέας και πράξης – μεταξύ αναγνώρισης της αδικίας και άρνησης να κάνει κάτι για αυτή. Η επιστροφή του, στο τέλος του έργου, δεν αποκαθιστά την τάξη, ούτε επαναφέρει τον ρομαντισμό, αλλά βαθαίνει το ερώτημα σχετικά με το ποιο πραγματικά είναι το κόστος για την επιβίωση. Όπως η Σκάρλετ, έτσι και ο Ρετ, είναι προϊόν ενός κατακερματισμένου κόσμου – ένας άντρας βαθιά στοιχειωμένος όχι μόνο από όσα έχει χάσει, αλλά και από εκείνα που επέτρεψε να συμβούν.
Ίσως η πιο ριζοσπαστική απόφαση αυτής της πρωτότυπης νέας γραφής του «Όσα παίρνει ο Άνεμος» από την Ιόλη Ανδρεάδη και τον Άρη Ασπρούλη, έρχεται όταν η Μάμμυ διακόπτει τον ρου της θεατρικής ιστορίας, σπάει τον «τέταρτο τοίχο» και μιλάει απευθείας στο κοινό. Εκεί, παύει να ερμηνεύει, πλέον, μέσα στα όρια της μυθοπλασίας που ορίζει ο ρόλος της και ονομάζει αυτά που δεν γράφτηκαν ποτέ: το νομιμοποιημένο απαρτχάιντ του Τζιμ Κρόου, τον τρόμο της Κου Κλουξ Κλαν μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο. Τη σφαγή χιλιάδων μαύρων ανθρώπων που μόλις είχαν απελευθερωθεί. Την αλήθεια ότι η ελευθερία ήρθε στα χαρτιά, αλλά όχι στην πράξη. Και μετά μάς μεταφέρει πιο μακριά – στο τώρα – με τις λέξεις “Δεν μπορώ να αναπνεύσω” να αντηχούν στη σκιά της δολοφονίας του Τζορτζ Φλόιντ από την αστυνομία και στη γενικότερη βαρβαρότητα του επίσημου κράτους απέναντι στους φυλετικά καταπιεσμένους. Αυτό δεν είναι θεατρική διασκευή. Αυτό είναι ιστορική διόρθωση. Μια ρήξη. Μια απαραίτητη θεατρική παράβαση που τολμά να μετατρέψει τη σκηνή σε τόπο ξεκαθαρίσματος λογαριασμών.
Και παρόλα αυτά, η ιστορία της Σκάρλετ παραμένει στο κέντρο βάρους και του νέου αυτού θεατρικού έργου. Η Σκάρλετ είναι εκεί, με τη φθαρτή λαμπρότητά της, τη φιλοδοξία της, τη σκληρότητά της, τη δίψα της για επιβίωση. Περπατάμε μαζί της, μέσα από τα καρδιοχτύπια της και τις απώλειές της, μέσα από την απελπισία της και τις αυταπάτες της. Επιστρέφουμε, ξανά και ξανά, στη γη της Τάρα, που δεν είναι εδώ απλώς μια πατρίδα, αλλά ένα σύμβολο: μια φυτεία, μια πληγή, μια βυθισμένη στους μύθους καταγωγή. Το “Όσα Παίρνει ο Άνεμος” της Ιόλης Ανδρεάδη και του Άρη Ασπρούλη είναι ένα “Όσα Παίρνει ο Άνεμος” στοιχειωμένο από τα φαντάσματά του. Τα τραγούδια της Μάμμυ δίνουν φωνή σε ό,τι δεν λέγεται. Ο μελαγχολικός Άσλεϋ γίνεται σκοτεινότερος, ο τρυφερός Τζέραλντ κρατιέται απελπισμένα από τις συλλογικές και προσωπικές αυταπάτες και γκρεμίζεται. Η Μέλανι συγχωρεί, η Σουέλλεν μισεί, η Έλλεν πονάει. Οι πρώην σύζυγοι της Σκάρλετ γίνονται ακόμα πιο αφελείς. Η μικρή Μπόνι Μπλού συμβολίζει κάτι πολύ περισσότερο από ένα παιδί στη σκηνή. Και η επιστροφή του Ρετ κάθε άλλο παρά ρομαντική είναι. Σε αυτή τη διασκευή το παρελθόν δεν μένει θαμμένο. Και η επιβίωση, τελικά, δεν λογίζεται ως νίκη, αλλά ως το ερώτημα που θα μείνει αναπάντητο.
Η Ιόλη Ανδρεάδη και ο Άρης Ασπρούλης με τη πλούσια, παραγωγική συνεργασία τους σε δεκαέξι θεατρικά έργα, έχουν το βάθος της εμπειρίας και της ενόρασης που λίγες ομάδες συγγραφέων διαθέτουν. Η ικανότητά τους να αποστάξουν ΣΧΕΔΟΝ ΧΙΛΙΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ σε μια σφιχτά δομημένη, συναισθηματικά εκρηκτική πλοκή, δείχνει τη δεξιοτεχνία τους και την τολμηρή καλλιτεχνική φωνή τους. Οι διάλογοι ρέουν, οι σκηνές είναι επιδέξια κατασκευασμένες, οι χαρακτήρες της Μίτσελ αναδύονται καθαρά και ζωντανά – αναγεννημένοι με την επείγουσα και σύγχρονη σημασία τους.
Αυτό το έργο αποτελεί προσωπικό όσο και καλλιτεχνικό ορόσημο. Η διασκευή του “Όσα Παίρνει ο Άνεμος” σε θεατρικό έργο σήμερα, και η παρουσίασή του στην Ελλάδα, από Έλληνες καλλιτέχνες, είναι μια ισχυρή πράξη διαπολιτισμικής χειρονομίας. Είναι ένας ιστορικός διάλογος μεταξύ της μυθοπλασίας της Αμερικής και της πολιτικής και θεατρικής παράδοσης της Ελλάδας. Από τη διασκευή τους πάνω στο «Πόλεμος και Ειρήνη» του Τολστόι μέχρι το πρωτότυπο έργο τους για την ιστορία της Φιλικής Εταιρείας και από την τριλογία τους για τον Αντονέν Αρτώ ως το “Όσα Παίρνει ο Άνεμος”, η Ιόλη Ανδρεάδη και ο Άρης Ασπρούλης αναγνωρίζουν το μακρύ, αγκαθωτό μονοπάτι της θεατρικής αφήγησης. Και βλέπουν σε αυτό το εγχείρημα μια ευκαιρία όχι μόνο να ξαναδιηγηθούν μια κλασική ιστορία, αλλά να την ανακτήσουν και να την επαναπλαισιώσουν μέσα από ένα πρίσμα κριτικής ενσυναίσθησης.
Εδώ δεν έχουμε απλώς μια διασκευή. Πρόκειται για μια σύγκλιση φωνών μέσα στον χρόνο, φωνών που ταξιδεύουν μέσα από απέραντους ωκεανούς. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που, ενώ έρχεται από το παρελθόν, καταφέρνει, με τη δουλειά των δύο συγγραφέων, να γίνεται καθρέφτης για το τώρα.
Και κάπως έτσι ξεκινάμε να κοιτάμε αλλιώς προς τα πίσω.
Όχι για να διαγράψουμε το παρελθόν.
Αλλά για να το θυμηθούμε με καθαρό βλέμμα.
Γιατί υπάρχουν δύο τρόποι να λάμψει ένα σπίτι.
Ο ένας είναι να το κάψεις.
Ο άλλος είναι αυτό που συνέβη εδώ: να αφήσεις το φως να μπει μέσα του”.
Laura L. Tesman
Καθηγήτρια Θεάτρου
Πρόεδρος του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών και Παραστατικών Τεχνών
του Πανεπιστημίου του Μπρούκλιν στη Νέα Υόρκη
*το κείμενο της Laura L. Tesman
κυκλοφορεί στον πρόλογο της ελληνικής διασκευής
από την Κάπα Εκδοτική
Info
Δημοτικό Θέατρο Πειραιά
Σκηνοθεσία: Ιόλη Ανδρεάδη
ΠΡΕΜΙΕΡΑ: Παρασκευή 25 Απριλίου 2025
Διανομή
Σκάρλετ Ο΄ Χάρα: Λένα Παπαληγούρα
Ρετ Μπάτλερ: Ορέστης Τζιόβας
Άσλεϋ: Όμηρος Πουλάκης
Τζέραλντ: Γεράσιμος Γεννατάς
Μέλανι: Ιφιγένεια Καραμήτρου
Μάμμυ: Idra Kayne
Τσαρλς, Φρανκ, Βόρειος & Επιστάτης: Θάνος Κόνιαρης
Έλλεν: Δάφνη Καμμένου
Σουέλλεν: Ελευθερία Πάλλα
Στο ρόλο της μικρής Μπόνι Μπλού: Νάρια Αθανασοπούλου / Άνα Χριστοδούλου (διπλή διανομή)
Ζωντανά επί σκηνής ο μουσικός περφόρμερ Γιώργος Παλαμιώτης
Συντελεστές
Σκηνοθεσία – Εικαστική Σύλληψη – Κίνηση: Ιόλη Ανδρεάδη
Πρωτότυπη διασκευή για το θέατρο: Ιόλη Ανδρεάδη & Άρης Ασπρούλης
Πρωτότυπη μουσική σύνθεση: Γιώργος Παλαμιώτης
Συνεργάτις Σκηνογράφος: Μικαέλα Λιακατά
Κοστούμια: Νίκος Χαρλαύτης
Σχεδιασμός Φωτισμών: Στέλλα Κάλτσου
Βοηθοί Σκηνοθέτη: Δάφνη Καμμένου & Κατερίνα Μήκα
Διεύθυνση Παραγωγής: Έφη Πανουργιά
Επικοινωνία – Γραφείο Τύπου παράστασης: Μαρία Τσολάκη
Social Media – Διαφήμιση: Renegade Media, Βασίλης Ζαρκαδούλας
Φωτογραφίες: Κική Παπαδοπούλου
Συμπαραγωγή: Τεχνηχώρος
ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ
Τετάρτη & Κυριακή 19:00
Πέμπτη & Παρασκευή 20.30
Σάββατο 17.30 & 21:00
ΠΡΟΠΩΛΗΣΗ: https://www.more.com/gr-el/tickets/theater/osa-pairnei-o-anemos