Θανάσης Τριαρίδης: “Γράφω για να συνδέσω τις χορτασμένες ελίτ με όλους εκείνους που δολοφονεί η χόρτασή μας”

Διαβάζεται σε 8'
Ο Θανάσης Τριαρίδης
Ο Θανάσης Τριαρίδης

Ο Θανάσης Τριαρίδης γράφει στο NEWS 24/7 τις σκέψεις του για τη “Μουγγή Καμπάνα”, ένα βιβλίο που έγραψε 22 χρόνια πριν.

Σε μιαν απέραντη έρημη πολιτεία στέκεται μια αλλόκοτη εκκλησία με μια τεράστια, ακόμη πιο αλλόκοτη, σκοτεινή καμπάνα που έχει το χρώμα του σκοτωμένου αίματος. Όσο κι αν τραβάς τη γλώσσα της κανένας ήχος δεν βγαίνει πια. Όλα ξεκίνησαν το 1191 μετά τον Χριστό, κι ακόμα συνεχίζουν.

Η ομάδα RODEZ με όχημα το έργο του Θανάση Τριαρίδη, «Μουγγή Καμπάνα», δημιουργεί μια «χειροποίητη» παράσταση με τέσσερις ηθοποιούς, συνεχώς επί σκηνής, με εργαλεία το σώμα τους και τη φωνή τους.
Στοτο χωριό της Ευλογιάς ήταν για αιώνες ο «Παράδεισος», όμως μια γενοκτονία, που βρίσκει ένοχους τους κατοίκους της, κάνει το Στόμα του Θεού να πάψει. Το ξέσπασμα του λιμού που μετατρέπεται σε επιδημία είναι το μόνο που τους αναγκάζει να ψάξουν τον τρόπο για να επανορθώσουν και να επιστρέψουν στην εποχή της ευμάρειας.

Ο Θανάσης Τριαρίδης και η ομάδα Rodez
Ο Θανάσης Τριαρίδης και η ομάδα Rodez

Η «Μουγγή Καμπάνα» είναι ένα έργο γραμμένο το 2003, με ζητήματα τόσο επίκαιρα που απασχολούν την κοινωνία μέχρι και σήμερα. του είναι μια ιστορία που μας άγγιξε από την πρώτη ανάγνωση και ευχόμαστε να αγγίξει και τον κάθε θεατή ξεχωριστά.

Ο Θανάσης Τριαρίδης για την «Μουγγή Καμπάνα», 22 χρόνια μετά…

Έγραψα τη «Μουγγή Καμπάνα» πριν από 22 χρόνια, το καλοκαίρι του 2002. Ήμουν τότε 32 χρονών και η νουβέλα αυτή ήταν η τέταρτη (και εκτενέστερη) από μια σειρά αφηγήσεων που τις ονόμαζα «Ιστορίες Δακρύων» – είχαν προηγηθεί έναν χρόνο νωρίτερα «Το τρυφερό μαχαίρι του Πέτρο Μπόλε», «Η παγωμένη καρδιά των ευτυχισμένων ανθρώπων» και το «Χαραγμένο σιτάρι». Ήταν μια προσπάθεια να συμπυκνώσω σε παραμυθικές αλληγορίες όλα τα ηθικά (πολιτικά και μεταπολιτικά) μεγαθέματα που κανονάρχησαν την προσπάθειά μου στο γράψιμο.

Το θέριεμα του μίσους και της εξουσιαστικής εμμονής στον πυρήνα της ανθρώπινης κατάστασης (αυτό που σε μεταφυσικούς όρους ονομάζουμε ‘Κακό’) και την κρυφή και ακαταλόγιστη αγωνία του ανθρώπου να αντιπαρατάξει σε ετούτο το ολέθριο θέριεμα την ένωση με τον άλλον άνθρωπο (αυτό που οι φιλόσοφοι ονομάζουν ‘αγάπη’). Με άλλα λόγια έψαχνα μια αντιπρόταση στην ανθρώπινη φύση – και μια αντιπρόταση στον εαυτό μου.

Ο Θανάσης Τριαρίδης
Ο Θανάσης Τριαρίδης

Η σκέψη να γράψω μια σειρά από τέτοιες ιστορίες, που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν και ως ‘παραμύθια για ενήλικες’, γεννήθηκε στα τέλη του 1997 ή στις αρχές του 1998. Ήμουν εθελοντής του Δικτύου DROM για τα κοινωνικά δικαιώματα των Τσιγγάνων και είχα αναλάβει μαθήματα αλφαβητισμού στα παιδιά των σκηνιτών του Δενδροποτάμου και του Ευόσμου της Θεσσαλονίκης (τους ίδιους που λίγο αργότερα βρέθηκαν διωγμένοι για μια διετία και στην κοίτη του Γαλλικού ποταμού). Καθώς δεν είχα καμία πείρα παιδαγωγικής, προσπάθησα να δουλέψω αυτοσχεδιάζοντας με ιστορίες και παραμύθια.

Τότε σκέφτηκα πως ίσως μπορούσα να στήσω μια σειρά από καινούριες ιστορίες (ή παραμύθια ή κάτι τέτοιο) που θα ήταν κοντινότερες στον κόσμο των Τσιγγάνων: σε έναν κόσμο δίχως στολές, σημαίες και χρόνο, όπου οι άνθρωποι παλεύουν να ζήσουν με το σάλιο τους και να μαγευτούν με τον ίσκιο τους. Έφτιαξα λοιπόν μια σειρά ιστοριών που τις ένιωθα να έχουν τον ίδιο κύκλο, μα διαφορετική κάθε φορά ακτίνα για όλα αυτά που (νόμιζα πως) ήταν ο κόσμος των Τσιγγάνων.

Φυσικά έσφαλα. Το τσιγγάνικο αίνιγμα (το τσιγγάνικο θαύμα) είναι ένας κόσμος αυτοτροφοδοτούμενος μυστικά κι έξω από την τάξη του λόγου – και οι ιστορίες αυτές, που πάσχιζαν να μιλήσουν για τον κυκλικό χρόνο πατώντας μοιραία στον κανόνα του ευθύγραμμου χρόνου, θα ήσαν για τους Τσιγγάνους κούφιοι αντικατοπτρισμοί. Έτσι (και ευτυχώς) τα σκαριφήματά μου δε δουλεύτηκαν ποτέ με τα παιδιά – ούτε κοινοποιήθηκαν στους συνεθελοντές: έμειναν προσχέδια στο συρτάρι – κάτι σαν σκελετοί…

Ωστόσο όσοι ξέρουν λένε πως οι σκελετοί που απομένουν στα συρτάρια κάποτε τρίζουν ενοχλητικά. Λίγο μετά το γύρισμα του 21ου αιώνα (κι αφού είχα πάψει πια να είμαι εθελοντής στους τσιγγάνικους καταυλισμούς), οδηγημένος από την μωροφιλοδοξία όσων γράφουμε αλλά και από την έλξη που μου ασκούσε ο μαγεμένος κόσμος που γραβάλιζε στο συρτάρι μου, κάθισα και έγραψα τις «Ιστορίες δακρύων».

Μουγγή Καμπάνα- Ομάδα Rodez
Φωτογραφία από τη Μουγγή Καμπάνα της Ομάδας Rodez Ο Κωνσταντίνος-Παπαδημητρίου

Η «Μουγγή Καμπάνα» έστεκε μέσα μου ως θεμέλιος λίθος αλλά και ως ακροκέραμο ετούτης της προσπάθειας. Η ιστορία της ξεκινάει στα 1191 μΧ, στο Αλγέρι, όταν ένας εξωμότης Ασσασίνος του θρυλικού Σινάν, του Γέρου του Βουνού, υποχρεώνεται να σφάξει την κόρη του με το ίδιο του το χέρι. Πριν αυτοκτονήσει, τρελός από τις τύψεις, πηγαίνει στην Χαλκιδική και φτιάχνει μια τεράστια καμπάνα σταλάζοντας στο μέταλλό της το αίμα και τα δάκρυα του κοριτσιού.

Για πεντακόσια χρόνια η Κόκκινη Καμπάνα ευλογεί τον κόσμο, καρπίζει τη γη, γιατρεύει τους ανθρώπους. Ένας απελπισμένος λαός Μογγόλων θα φτάσει ικέτης στην Ευλογιά· μα οι Λορ θα σφαγιαστούν από τους Ευλογημένους. Η κόκκινη καμπάνα μουγγαίνεται· ένας φριχτός λοιμός θερίζει τους ενόχους. Ένα μωρό των Λορ γλιτώνει από τη σφαγή σε μια κρυφή εσοχή των βράχων.

Εκατό χρόνια αργότερα μια δακρυσμένη γυναίκα, παρθένα και μητέρα μαζί, αυτοκτονεί πέφτοντας στα άγρια κοφτερά βράχια του Δούναβη. Και η κόρη της ακούει ένα ανεπίτρεπτο ήχο και πέφτει σε αιώνα νάρκη. Και στα 1699 μΧ ο Αντρέας Καϊνέρτζι, ένας σκοτεινός Ούγγρος αλχημιστής, φτάνει στην Ευλογιά προσπαθώντας να γιατρέψει τον ήχο που θα ξυπνήσει την πανέμορφη κόρη του.

Ήταν μια ιστορία με όλα όσα δονούσαν την σκέψη και την φαντασία μου εκείνα τα χρόνια. Καταραμένοι έρωτες, φριχτοί φόνοι, μουγγές αυτοκτονίες, ιερά δάκρυα, χρυσά μαχαίρια, βγαλμένα μάτια, άρπες καμωμένες από παρθενικούς υμένες, θεσπέσιες μουσικές που ο αγέρας τις γυρίζει ανάποδα, νυχτερινή απελπισία, σφαγές απελπισμένων, μια καμπάνα που ρουφά μέσα της την κακία του κόσμου – κι ένα παιδί που πρέπει να ανασταθεί. Στο μυαλό μου ήταν μια ιστορία για την μεγάλη συνάντηση των ανθρώπων – για το σμίξιμο των αθώων και των ενόχων.

Η «Μουγγή Καμπάνα» εκδόθηκε στα 2003 από τις Εκδόσεις Πατάκη – και ξαναεκδόθηκε το 2010 από τις (βραχύβιες, καμωμένες από εμένα) Εκδόσεις Δήγμα. Ωστόσο (όπως άλλωστε και οι άλλες τρεις Ιστορίες Δακρύων) δεν μπόρεσε να σταθεί στα βιβλιοπωλεία ούτε και να συναντηθεί με κάποιο ιδιαίτερο αναγνωστικό κοινό. Έτσι μπορούμε να πούμε πως υπήρξε το πιο αποτυχημένο εκδοτικά βιβλίο μου – τα πιο πολλά αντίτυπα του αποσύρθηκαν ή και πολτοποιήθηκαν. Εδώ και πολλά χρόνια το βρίσκει κανείς μονάχα αν το ψάξει επίμονα στο Διαδίκτυο.

Μετά από όλα αυτά, καταλαβαίνει κανείς πόση έκπληξη μου προκάλεσε το αίτημα των μαγικών παιδιών της Ομάδας Rodez να κάνουν θεατρική παράσταση τη «Μουγγή Καμπάνα». Σαν να φώναξα μια λέξη σε έναν γκρεμό και ο αντίλαλος να μου την αντιγυρίζει 22 χρόνια μετά. Και μπορώ να πω πως όταν την έγραψα, λογάριαζα πως η νουβέλα αυτή ήταν το σημαντικότερο κείμενο της ζωής μου. Μετά ο χρόνος την πήρε παραμάζωμα – όπως άλλωστε και μένα τον ίδιο. Μα να που, είκοσι χρόνια μετά, υπάρχουν άνθρωποι που ίσως μπορούν να ακούσουν μια μουγγή καμπάνα.

Σήμερα είμαι 54 χρόνων. Εδώ και πολύ καιρό γράφω μονάχα για έναν λόγο: για να γυρέψω ένα νήμα που θα συνδέσει κάπως όλους εμάς, τις χορτασμένες ελίτ του κόσμου που έχουμε τη δυνατότητα να διαβάσουμε, να δούμε θέατρο και να κάνουμε τέχνη, με όλους εκείνους που δολοφονεί η χόρτασή μας: με τα παιδιά των απελπισμένων που πνίγονται, που βομβαρδίζονται, που πεθαίνουν από την πείνα, την δίψα, το κρύο και την δυσεντερία, των φρικτή φτώχεια και ανέχεια. Και με συγκίνηση βλέπω πως ετούτο είναι το διακύβευμα και της «Μουγγής Καμπάνας» – το έκθετο παιδί των αφανισμένων Λορ που πρέπει να ζήσει. Για αυτό γράφω σε όλη μου τη ζωή.

Περιμένω, λοιπόν – έκπληκτος και συγκινημένος”.

θ.τ. 20-3-2024

Συντελεστές

Συγγραφέας: Θανάσης Τριαρίδης
Σκηνοθεσία: Μάριος Κρητικόπουλος, Πάνος Αποστολόπουλος
Δραματουργική επεξεργασία: Ομάδα Rodez
Μουσική: Ηλέκτρα Σαρρή
Σκηνικά – Κοστούμια: Αλεξάνδρα-Αναστασία Φτουλή
Επιμέλεια κίνησης: Νικόλας Χατζηβασιλειάδης
Σχεδιασμός φωτισμών: Δημήτρης Μπαλτάς

Ερμηνεύουν (αλφαβητικά): Σόνια Καλαϊτζίδου, Μάριος Κρητικόπουλος, Ανθή Σαββάκη, Ηλέκτρα Σαρρή

Πληροφορίες

Η Μουγγή Καμπάνα του Θανάση Τριαρίδη
Πρεμιέρα: Δευτέρα 1η Απριλίου 2024
Κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00

Θέατρο «Μπέλλος»: Κέκροπος 1, Πλάκα – Ακρόπολη
Κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21.00
Διάρκεια: 75’
Εισιτήρια 12€ (γενική είσοδος), 10€ (μειωμένο). 5€ (ατέλεια)
Προπώληση εισιτηρίων: www.more.com/theater/i-mouggi-kampana/

Τηλ: 210 3229889, 6948230899, 6979111413

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα