Θοδωρής Γράμψας: “Παλιότερα η Τέχνη ήταν ελπίδα. Σήμερα είναι επάγγελμα”

Θοδωρής Γράμψας: “Παλιότερα η Τέχνη ήταν ελπίδα. Σήμερα είναι επάγγελμα”
Ο Θοδωρής Γράμψας

Ο Θοδωρής Γράμψας μιλά στο NEWS 24/7 με αφορμή το “Ζουβέ – Ελβίρα” στο Θέατρο Πράξη Επτά.

Ο Θοδωρής Γράμψας σκηνοθετεί ένα σημαντικό «έργο» που αναφέρεται στον μαγικό κόσμο της Υποκριτικής, το “Ζουβέ – Ελβίρα” στο Θέατρο Πράξη Επτά. Πρόκειται για ένα θέαμα βασισμένο σε επτά μαθήματα του Λουί Ζουβέ, το κείμενο του οποίου εστιάζει στο πάθος της διδασκαλίας, αλλά και στον μόχθο της μαθητείας των σπουδαστών για να κατακτήσουν την Τέχνη της Υποκριτικής. Να συνειδητοποιήσουν ότι για να γίνουν πραγματικοί ηθοποιοί, πρέπει πρώτα να συναισθανθούν την ευθύνη που κουβαλάει ο καθένας τους απέναντι στην ίδια την Τέχνη, καθώς και στους θεατές που «πιστεύουν» σ’ αυτήν κι ακολουθούν.

Ο Θοδωρής Γράμψας αναφέρει στο NEWS 24/7 γιατί αποφάσισε να ασχοληθεί με το έργο αυτό λέγοντας “μερικά «πράγματα» μάς γεννούν επιθυμίες που δεν εκλογικεύονται. Κι όμως, επιδρούν τόσο έντονα στην κρίση μας, στις αποφάσεις μας, που όσο κι αν ο ορθολογισμός μπορεί να μας αποτρέπει, ως και να μας απαγορεύει να ακολουθήσουμε τις επιθυμίες αυτές, η δύναμη της γοητείας που ασκούν πάνω μας, μας κάνουν να πάρουμε αποφάσεις που η λογική, όντως θα μας απέτρεπε.

Μπορεί να είναι ένα… «κάτι», αυτό που μας γοητεύει. Μπορεί να είναι κάποιος ή κάποια που θα μας «ξελογιάσουν». Μπορεί να είναι επίσης, μια υπόσχεση ας πούμε. Μια πολύ πειστική υπόσχεση. Αυτό λοιπόν συμβαίνει με την περίπτωση του Ζουβέ – Ελβίρα.

Και συνεχίζει “ο Ζουβέ, η Κλαούντια, ο Οκτάβιος και ο Λεόν, αυτά τα τέσσερα υπέροχα πρόσωπα, με έπεισαν απ’ την πρώτη στιγμή που διάβασα το έργο, ότι δε θα έπρεπε με τίποτα να χάσω την ευκαιρία, να «βιώσω» μαζί τους και συγχρόνως να μοιραστώ με τους θεατές, τις μοναδικές – συγκλονιστικές καταστάσεις που εκτυλίσσονται κατά την διάρκεια των μαθημάτων Υποκριτικής στη Δραματική Σχολή και μάλιστα όταν καθοδηγούνται από σημαντικούς δασκάλους, όπως ήταν ο Λουί Ζουβέ.

Είναι συγκλονιστικές οι καταστάσεις αυτές που εκτυλίσσονται στο έργο. Παρακολουθούμε την επίπονη προσπάθεια που καταβάλλεται και απ’ τις δυο πλευρές, αυτή του δασκάλου και αυτή των μαθητών, για να σπάσει το πλέγμα της «ασφάλειας» της καθημερινότητας, ώστε να βρεθούν οι μαθητές σε άγνωστες, πρωτόγνωρες περιοχές του εαυτού τους. Σ’ έναν άγνωστο, υπέροχο κόσμο, που τον φέρει κανείς χωρίς να το γνωρίζει. Εκεί, που βρίσκονται τα υλικά που φτιάχνονται τα θαύματα.

Αναφέρομαι σε θαύματα ενθυμούμενος τη φράση του μεγάλου μας δασκάλου Κάρολου Κουν: «…Πρέπει να πιστεύουμε σε θαύματα, για να γίνουν θαύματα…», αλλά και τη φράση του Άμλετ: «…Δεν είναι θαύμα αυτός ο Θεατρίνος…;».

Ξέρετε, το σπουδαίο στη Τέχνη μας είναι ότι κατορθώνει το ακατόρθωτο χωρίς θόρυβο.

Η προσπάθεια λοιπόν που καταβάλλεται, οδηγεί τους συμμετέχοντες πολλές φορές σε ακραίες, οριακές συναισθηματικά καταστάσεις. Γιατί τα θαύματα δεν φτιάχνονται, πάντα, με τρόπο θαυμαστό. Ο ίδιος ο Ζουβέ λέει στην τελευταία φράση της παράστασης: «Βλέπεις τι δύσκολα που είναι τα πράγματα;».

Ήθελα λοιπόν να μοιραστώ αυτή τη διαδικασία με τους θεατρόφιλους συμπολίτες μου, γιατί πιστεύω ότι θα τους ενδιέφερε να την γνωρίσουν. Με τους μαθητές της Σχολής μας και άλλων Σχολών, για να δουν απ’ «έξω» τη διαδικασία της μαθητείας τους, πως μοιάζει, ή πως θα μπορούσε να μοιάζει, και, επίσης, με τους συναδέλφους μου, γιατί είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα αφορμή, για μια «επανεκκίνηση» πιθανόν. Φυσικά για όσους τη χρειάζονται. Εγώ πάντως αποδείχτηκε ότι την είχα πολύ μεγάλη ανάγκη».

Ίρις Κατσούλα


Δεν πρόκειται για κείμενο μυθοπλασίας

“Το κείμενο της παράστασης δεν πρόκειται για κάποιο αποτέλεσμα μυθοπλασίας, είναι αποτέλεσμα καταγραφής πραγματικών μαθημάτων Υποκριτικής, του σπουδαίου ηθοποιού και σκηνοθέτη του Γαλλικού Θεάτρου και δασκάλου Υποκριτικής, Λουί Ζουβέ. (Η βοηθός του Σαρλότ Ντελμπό κατέγραφε στενογραφικά τα μαθήματα μετά από απαίτησή του). Δηλαδή, τα λόγια του κειμένου δεν γράφτηκαν πρώτα και μετά ειπώθηκαν, αλλά πρώτα εκστομίσθηκαν και μετά γράφτηκαν. Για εμάς που υποδυόμαστε στην σκηνή πρόσωπα που υπήρξαν πραγματικά πριν από, όχι και τόσα πολλά χρόνια, και μάλιστα ήταν συνάδελφοί μας και μέσω ημών, ή των εκάστοτε κάθε φορά ηθοποιών, ξαναζούν, αναπνέουν και αισθάνονται ξανά, είναι κάτι τόσο όμορφο, τόσο θαυμαστό, φτάνει να γίνεται πραγματικά συγκλονιστικό αν το καλοσκεφτείς. Συγκινητικό! Ξέρετε, το σπουδαίο στη Τέχνη μας είναι ότι κατορθώνει το ακατόρθωτο χωρίς θόρυβο.”

Το πιο πολύτιμο μάθημα

“Δε με είχε απασχολήσει έως τώρα αυτό το ζήτημα για το ποιο είναι το πιο πολύτιμο μάθημα. Μια και λοιπόν λόγω του ερωτήματος σας αρχίζω να το σκέφτομαι, μου έρχονται δύο διαφορετικές εκδοχές απαντήσεων, διότι έχουμε δύο διαφορετικά στοιχεία στο έργο και κατ’ επέκταση στην παράσταση, εξ ίσου πολύτιμα και τα δυο.

Το ένα στοιχείο έχει να κάνει με το πόσο το κάθε μάθημα από τα επτά, είναι πολύτιμο ως μάθημα Υποκριτικής, και το άλλο στοιχείο έχει να κάνει, με το πόσο κάθε μάθημα είναι πολύτιμο δραματουργικά…, ώστε να «εγγυάται» μια ολοκληρωμένη σκηνική πράξη.

Θέλω λοιπόν να σας πω, όσον αφορά στο πρώτο στοιχείο και αυτό ενδιαφέρει όλους όσους εμπλέκονται με την Υποκριτική, χωρίς να εξαιρώ τους θεατές, γιατί κι αυτοί είναι μέρος της σκηνικής «λειτουργίας», θέλω να πω ότι και τα επτά μαθήματα, είναι όντως πολύτιμα για όλους. Παρακολουθώντας τα μπορεί κανείς να ξαναβρεί τον δρόμο του, αν φυσικά τον έχει χάσει. Είτε είναι ηθοποιός, είτε θεατής, είτε ακόμη μαθητής ή μαθήτρια. Ακόμη, κάποιος ή κάποια που ενδιαφέρεται να γίνει ηθοποιός, θα ξέρει τι ν’ αναζητήσει.

Είναι επίσης πολύτιμα, γιατί οι θεατές παρακολουθούν όλη τη διαδικασία, όλη τη διαδρομή ενός ηθοποιού, όλη την προσπάθεια που καταβάλει για μήνες, μέχρι να καταφέρει να υποδυθεί το πρόσωπο που έχει να παίξει και να «ανεβάσει» στη Σκηνή.

Και σ’ αυτή την ψυχική κυρίως διαδρομή συνυπάρχουν όλα εκείνα τα στοιχεία που εμπεριέχονται στην έννοια «διαδρομή». Όπως: αγωνία, πάθος, ενθουσιασμός, απογοήτευση, λύπες, χαρές, διλήμματα… Θέλω όμως να σας επισημάνω κάτι πολύ σημαντικό: ότι μιλάμε πάντα για μαθήματα Δραματική Σχολής. Δηλαδή για την περίοδο που δημιουργείται η βάση του όποιου καλλιτεχνικού «οικοδομήματος» ενός ηθοποιού. Τα «θεμέλιά» του. Και όχι, για θεατρικές φόρμες, αισθητικά ρεύματα κ.λ.π.

Σ’ αυτό το διάστημα της Σχολής μπαίνουν οι βάσεις του «οικοδομήματος». Και ακολουθώντας κανείς τον τρόπο του Λουί Ζουβέ, θα αποκτήσει σίγουρα γερές βάσεις για να σηκώσουν όποια «κατασκευή», όποιας μορφής κι αισθητικής, ακολουθήσει αργότερα ο ηθοποιός. Και το τι θα γίνει αργότερα, είναι θέμα καθαρά «…Είναι θέμα προσωπικής καλλιέργειας, προσωπικής προσπάθειας…» όπως λέει ο Ζουβέ…

Μια και μακρηγόρησα, θα προσπαθήσω να είμαι πιο σύντομος αναφερόμενος στο δεύτερο στοιχείο του έργου, που είναι η δραματουργική του αρτιότητα. Είναι να θαυμάζει κανείς, πως ένα κείμενο που δεν το έγραψε ένα πρόσωπο με δραματουργική «επιδεξιότητα» θα μπορούσαμε να πούμε, είναι τόσο άρτιο δραματουργικά. Πέρα από τη σπουδαία δουλειά που έχει κάνει η Μπριζίτ Ζακ προσαρμόζοντας το κείμενο.

Είναι να θαυμάζει κανείς επίσης, πως, όταν ένας καλλιτέχνης εργάζεται για να δημιουργήσει ένα έργο, για ένα τρίτο μάτι απ’ έξω, δημιουργείται ακόμη ένα έργο, που είναι η ίδια η εργασία του καλλιτέχνη. Αυτό κι αν είναι πολύτιμη εμπειρία για όλους. Στην παράστασή μας λοιπόν, στο κάθε μάθημα – πρόβα, αυτό συμβαίνει. Αυτό παρακολουθεί ο θεατής.

Ίρις Κατσούλα


Γιατί θελήσατε να ανεβάσετε το έργο με μαθητές σας;

Πήρα την πρωτοβουλία πριν 15 χρόνια να ιδρυθεί η Ανώτερη Δραματική Σχολή ΠΡΑΞΗ ΕΠΤΑ. Μου φαίνεται αδιανόητο να κάνουμε μια παραγωγή ως Πράξη Επτά και να μην συνεργαστούμε με ηθοποιούς απόφοιτους της Σχολή μας. Θα ήταν σαν να μην πιστεύω στη δουλειά που γίνεται στη Σχολή. Κι εγώ πιστεύω πολύ στη δουλειά που γίνεται, απ’ όλους ανεξαιρέτως τους καθηγητές. Και τους ευχαριστώ πολύ γι’ αυτό.

Πόσο έχουν αλλάξει οι εποχές από τότε που γράφτηκε το έργο μέχρι σήμερα; Και ποιος είναι ο στόχος σας με το έργο αυτό;

Αναμφισβήτητα έχουν αλλάξει οι εποχές, από το 1940 που καταγράφτηκε η διαδικασία αυτή των επτά μαθημάτων του Λουί Ζουβέ στο Παρίσι. Κι αν παραλληλίσουμε τα πράγματα εκείνης της εποχής στη Γαλλία, με αυτά στην Ελλάδα που μας είναι πιο γνώριμα, θυμηθείτε: Κουν, Τσαρούχης, Χατζηδάκης, Ρίτσος κι άλλοι…, κι άλλοι…, τόσο σημαντικοί καλλιτέχνες, θα δούμε ότι είναι βέβαιο πως έχουν αλλάξει οι εποχές. Τότε η Τέχνη ήταν κυρίως ελπίδα. Σήμερα είναι κυρίως επάγγελμα.

Τώρα. Σε ότι έχει να κάνει με το ποιος είναι ο στόχος μου με το έργο αυτό. Κοιτάξτε. Επιλέγοντας αυτό το έργο, δεν είναι ότι είχα κάποιον συγκεκριμένο στόχο ως αφορμή για την επιλογή μου αυτή. Δεν ξέρω. Απλώς με συγκινεί αυτό το έργο. Μιλάει τόσο βαθιά στην καρδιά μου, που το θεωρώ πολύ σημαντική αιτία για να το ανεβάσω και να παίξω τον ρόλο του Ζουβέ. Και αφού έχει γίνει γι’ αυτό τον λόγο η επιλογή, δηλαδή από καρδιάς, πιστεύω θα αναγνωρίσει η παράσταση τον στόχο της, και θα τον πετύχει πολύ καλύτερα από ‘μένα. Νοιώθω ότι στις πρώτες δοκιμαστικές «βολές», τα κατάφερε περίφημα. Διάνα. Έτσι «λένε». Αυτό αντιλαμβάνομαι. Σαν καθηγητής Υποκριτικής κι εσείς ο ίδιος, πως βλέπετε τη νέα γενιά ηθοποιών.

Τα παιδιά αυτά που έρχονται στη Σχολή, ουσιαστικά έρχονται γιατί θέλουν να αλλάξει η ζωή τους. Είναι παιδιά που βλέπουν ότι το μέλλον που «καραδοκεί», επιτρέψτε μου αυτή την έκφραση, το μέλλον που οι κοινωνικές δομές και συνθήκες επιφυλάσσουν γι’ αυτούς και γι’ αυτές, δε μοιάζει καθόλου μ’ εκείνο, που θα ήθελαν να βιώσουν στο υπόλοιπο της ζωής τους. Δεν μοιάζει μ’ εκείνο που ταιριάζει σ΄ ένα ελεύθερο ον. Σ΄ έναν ελεύθερο άνθρωπο.

Τι να περιμένουμε απ’ αυτή τη γενιά;

Σε κάθε τμήμα που δημιουργείται στη Σχολή, οι μαθητές προέρχονται απ’ όλες τις κοινωνικές «περιοχές», απ’ όλα τα κοινωνικά «στρώματα» όπως συνηθίζουμε να λέμε. Πράγμα που θα σήμαινε ουσιαστικά, ότι αυτό που μπορεί να περιμένει κανείς, απ’ την νέα γενιά, δεν θα μπορούσε να είναι ξεκομμένο απ’ την κοινωνική πραγματικότητα, σε ότι έχει να κάνει με την αισθητική, την ηθική, γενικότερα την κουλτούρα μιας κοινωνίας.

Ευτυχώς όμως δεν είναι έτσι. Τα παιδιά αυτά που έρχονται στη Σχολή, ουσιαστικά έρχονται γιατί θέλουν να αλλάξει η ζωή τους. Είναι παιδιά που βλέπουν ότι το μέλλον που «καραδοκεί», επιτρέψτε μου αυτή την έκφραση, το μέλλον που οι κοινωνικές δομές και συνθήκες επιφυλάσσουν γι’ αυτούς και γι’ αυτές, δε μοιάζει καθόλου μ’ εκείνο, που θα ήθελαν να βιώσουν στο υπόλοιπο της ζωής τους. Δεν μοιάζει μ’ εκείνο που ταιριάζει σ΄ ένα ελεύθερο ον. Σ΄ έναν ελεύθερο άνθρωπο. Τα περισσότερα παιδιά, με πανεπιστημιακές σπουδές, (πάνω από 7 – 8 στα δέκα), άλλα με άλλες σπουδές, άλλα χωρίς καθόλου σπουδές, όλοι τους όμως αντιλαμβάνονται ενστικτωδώς ίσως, ότι οι άνθρωποι φέρουμε κάτι πολύ πιο όμορφο, από αυτό που «αποδεικνύεται», απ’ αυτό που «εξηγείται». Πολύ πιο όμορφο απ’ αυτό που «αρκείται» η καθημερινότητα. Κι αυτό που φέρουμε και το νοιώθουμε ότι είναι «πανάκριβο», μπορεί ν’ αναδειχθεί μόνο στον κόσμο της Τέχνης και της Φιλοσοφίας. Γιατί κατά την γνώμη μου, η Τέχνη είναι η έντεχνη πλευρά της Φιλοσοφίας.

Είναι μια επαναστατική πράξη το ν’ αναζητάς την Τέχνη. Είτε συνειδητά, είτε ασύνειδητα. Άρα λοιπόν, μόνο θετικά πράγματα μπορούμε να περιμένουμε από τη νέα γενιά ηθοποιών. Και μόνο ότι διαισθάνονται πως αυτός ο κόσμος θα μπορούσε να είναι αλλιώς και σπεύδουν να προλάβουν να γλυτώσουν απ’ το «σίγουρο μέλλον», είναι πολύ θετικό και αισιόδοξο. Γιατί για να γίνεις ηθοποιός χρειάζεται Τόλμη.

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ

Προσαρμογή κειμένου: Μπριζίτ Ζακ/Μετάφραση: Βασίλης Παπαβασιλείου/Σκηνοθεσία: Θόδωρος Γράμψας/Σκηνικό: Χριστίνα Κωστέα/Κοστούμια: Λίνα Σταυροπούλου/Φωτισμοί: Στέβη /Κουτσοθανάση/Μουσικές επιλογές: Ο θίασος/Βοηθός σκηνοθέτη: Τιγκράν Αμπραμιάν/Φωτογραφίες: Ίρις κατσούλα/ΠΑΙΖΟΥΝ: Θόδωρος Γράμψας, Ανδριανή Κυλάφη, Στέλιος Γιαννακός, Νίκος Παλιούρας

INFO

ΘΕΑΤΡΟ ΠΡΑΞΗ ΕΠΤΑ, Βαλτετσίου 45, Εξάρχεια, τηλ 210 3800624/ΗΜΕΡΕΣ ΚΑΙ ΩΡΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ: Παρασκευή – Σάββατο στις 21.15, Κυριακή στις 20.00, ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 100 λεπτά/ ΕΙΣΙΤΗΡΙΑ: Γενική είσοδος: 10 ευρώ, Ατέλειες, εισιτήριο ανέργων: 7 ευρώ/ΠΡΟΠΩΛΗΣΗ: Viva.gr

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα