Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος στο NEWS 24/7: “Ο φασίστας είναι φασίστας. Θα βγει από το λαγούμι του”
Η πανδημία, η πολιτική, το χιούμορ, το θέατρο, @ Ζακ, οι μάσκες, η Χρυσή Αυγή: Μια κουβέντα με τον γνωστό σκηνοθέτη για όλα όσα τον απασχολούν.
- 07 Νοεμβρίου 2021 10:50
Λίγες μέρες πριν την πρεμιέρα της παράστασης «Τσερνόμπιλ: Ένα χρονικό του μέλλοντος» στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, συναντηθήκαμε με τον Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο σε ένα καφέ της οδού Παπαδιαμαντοπούλου. Να μου μιλήσει για την παράσταση, την οποία σκηνοθετεί, και που, όπως και η παινεμένη μίνι σειρά του Netflix, βασίζεται στο ομότιτλο βιβλίο της Λευκορωσίδας νομπελίστριας Σβετλάνας Αλεξίεβιτς. Αλλά να μου πει και για τα 30 χρόνια του στο θέατρο, που συμπληρώνονται αισίως φέτος.
Γενικά, στην κουβέντα με τον πρώην καλλιτεχνικό διευθυντή του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου ποτέ δεν ξέρεις πού θα σε βγάλει η μεθεπόμενη πρότασή του. Μιλάει εύκολα, σχεδόν παρορμητικά, μιλάει πολύ, καμιά φορά τον χάνεις… Αν, ωστόσο, έπρεπε να ζιπάρουμε τραγικά την συζήτηση, δυο φράσεις του θα κρατούσα: «Δεν μπορώ χωρίς χιούμορ», και «Όταν έφτιαχνα το θέατρο, μια σκέψη έκανα: “Θα το κλείσω, όταν δεν θα μπορούμε να πληρώνουμε”». Αμφότερες, νομίζω, τον σκιαγραφούν πιστά.
Τριάντα χρόνια στο κουρμπέτι! Πώς αισθάνεσαι;
Ότι μεγαλώνω, ευτυχώς ακόμα καλά. Θεατρικά, χαίρομαι που το γιορτάζω. Γιατί δεν ξέρω αν θα γιορτάζω τα 40, ή τα 50 χρόνια… Μ’ αρέσουν κάτι τέτοιοι δικοί μου απολογισμοί. Τι συνέπεια έχεις μέσα σε μια διαδρομή, στις επιλογές σου, στο πώς συνδέεται αυτό που κάνεις στο θέατρο με την κοινωνία, πόσο την αφουγκράζεσαι την κοινωνία.
Και πώς θα αποτιμούσες τον εαυτό σου;
Στο κομμάτι «αφουγκράζομαι» δεν ξέρω, αυτό μόνο οι άλλοι μπορούν να το πουν. Το να προσπαθείς να είσαι ανοιχτός στην κοινωνία, επειδή είναι πολιτική θέση αυτό, ναι, συνεχίζει να με αφορά. Συνεχίζουν να με ενδιαφέρουν κάποια πράγματα πολιτικά πολύ συγκεκριμένα. Είμαι, αυτό μπορώ να το πω, αντιφασίστας και αντιρατσιστής. Σταθερά και συνεπής –όσο μπορώ. Μερικές φορές, το χιούμορ μου τα χαλάει, επειδή μ’ αρέσει το χιούμορ, μ’ αρέσει να παίζω –ακόμα. Και εύχομαι να μην σταματήσω ποτέ. Εκεί, νομίζω, θα είναι η ήττα μου, το να σταματήσω να παίζω. Και μ’ ενδιαφέρει και ο δρόμος πάρα πολύ.
Δεν έχω facebook, δεν έχω Instagram. Πολύ συνειδητά δεν χάνω αυτόν τον χρόνο μου. Και δεν δηλητηριάζομαι ταυτόχρονα
Ο δρόμος, ως φυσικός χώρος;
Ως φυσικός χώρος, και ως χώρος πολιτικής συμμετοχής και διεκδικήσεων. Ή συγκρούσεων, ή υπεράσπισης.
Δεν έχει, όμως, στις μέρες μας έναν μεγάλο αντίπαλο ο δρόμος; Τον καναπέ και την οθόνη;
Δεν θέλω να κρίνω τι κάνουν οι άλλοι. Αλλά, δεν έχω τηλεόραση, έχω iphone κι από κει στέλνω τα ιμέιλ και τα μηνύματα, δεν έχω facebook, δεν έχω Instagram. Πολύ συνειδητά δεν χάνω αυτόν τον χρόνο μου. Και δεν δηλητηριάζομαι ταυτόχρονα. Υπάρχουν άλλα πράγματα για να δηλητηριάζεσαι, καλό είναι να μην τα αυξάνεις…
Ανέφερες με έμφαση πριν την πολιτική θέση. Θεωρείς ότι μετά από μια περίοδο απαξίωσής της η πολιτική είναι πάλι κάτι που απασχολεί τον κόσμο;
Δεν μπορείς να έχεις καθαρή εικόνα, λόγω του κόβιντ. Θα πρέπει αυτό να το δούμε μετά τον κόβιντ. Τώρα μπερδεύονται τα πράγματα, υπάρχει φόβος και ανασφάλεια, κι αυτό μπορεί να κάνει πολιτικά συντηρητικότερο τον κόσμο. Και δεν εννοώ με ποιον είσαι, αλλά καθαρά σε αυτό που ονομάζουμε πολιτική σκέψη.
Την ντόπια πολιτική σκηνή θέλεις να την σχολιάσεις;
Είναι κι αυτή μέσα σ’ αυτό το μούδιασμα, που λέμε. Είναι γνωστό –τουλάχιστον στους φίλους μου και λίγο παραπέρα– ότι είμαι πάντα στην Αριστερά. Ποτέ ενταγμένος, γιατί ως νέος δοκίμασα να ενταχθώ, αλλά δεν μπορώ τις πολλές συζητήσεις τις κομματικές. Ο δρόμος, όμως, όπως ήδη είπα, με ενδιαφέρει. Τώρα έχουμε, ας πούμε, την δίκη του Ζακ. Αυτό με συνταράζει… Ότι δολοφόνησαν έναν άνθρωπο κάποιοι, δύο πολίτες και μια ομάδα αστυνομικών, για δυο λόγους: ένας λόγος, φαντάζομαι, είναι ότι ήτανε, έτσι… [αναζητά την λέξη]
Φανταχτερός;
Φανταχτερός! Ο δεύτερος, γιατί νομίζανε ότι ήτανε πρεζάκι. Κι ένα πρεζάκι δεν έχει δικαίωμα στην ζωή, περνάς δίπλα του στο πεζοδρόμιο και το κλωτσάς! Δεν ήταν πρεζάκι, όμως, ένας ακτιβιστής δεν μπορεί να είναι και πρεζάκι. Κι άμα είναι, έχει πάλι το δικαίωμα της ζωής. Κι αυτό δεν μπορεί να το αφαιρέσει κανείς, κλωτσώντας το, επειδή δεν του πάει, επειδή είναι ομοφυλόφιλος, επειδή ο,τιδήποτε. Είμαι κόντρα στην βία. Είμαι βίαιος απέναντι στην βία.
Όταν επιλέγεις έργα, πέρα από την δραματουργική πλευρά τους, ποια κριτήρια θέλεις να πληρούν;
Με ενδιαφέρουν πάρα πολύ τα σύγχρονα έργα. Μια και μιλούσαμε για τα 30 χρόνια, διαβάζοντας τον κατάλογο [των έργων που έχει ανεβάσει] τα περισσότερα είναι σύγχρονα.
Και συχνά πρωτοπαρουσιαζόμενα…
Δεν έχει σημασία αυτό, δεν διεκδικώ πρωτιές. Δεν έχω πει ποτέ, παγκόσμια πρώτη, πανελλήνια πρώτη, πανγκρήτια πρώτη, παναρκαδική πρώτη… Με ενδιαφέρουν, όμως, τα σύγχρονα έργα. Και τα κλασικά με ενδιαφέρουνε, αλλά ένας πρακτικός λόγος που δεν μπορώ να κάνω πολλά είναι ότι στο ΘΝΚ, με 130 θέσεις στην κεντρική σκηνή και από 40 οι δυο μικρότερες, δεν μπορείς να κάνεις ένα έργο με 10 πρόσωπα. Ή μπορείς, αν οι επιχορηγήσεις είναι πολύ σοβαρές…
Τα δυο έργα που σκηνοθετείς φέτος –«Η τριλογία των Λήμαν Μπράδερς», που παίζεται ήδη στο θέατρο Ιλίσια, και το «Τσερνόμπιλ: Ένα χρονικό του μέλλοντος» που ξεκινάει στις 10 Νοεμβρίου στο ΘΝΚ– πραγματεύονται ζητήματα από την πολύ πρόσφατη παγκόσμια ιστορία. Είναι τόσο κοσμοϊστορική όσο την αισθανόμαστε η τελευταία 35ετία; Ή φαντάζει έτσι μόνο επειδή την ζούμε εμείς;
Επειδή την ζούμε εμείς… Και το Κραχ στον Μεσοπόλεμο, και οι μεγάλες ασθένειες [ήταν κοσμοϊστορικά γεγονότα]. Βέβαια, είναι σημαντικό αυτό που έγινε το 2008, ή αυτό που γίνεται με τον κόβιντ που αφανίζονται εκατομμύρια ανθρώπων παγκοσμίως… Όταν έγινε η πανδημία, ξαναδιάβαζα το «Τσέρνομπιλ» –γιατί το είχα αποφασίσει πιο πριν, κι είχα πάρει τα δικαιώματα από την Αλεξίεβιτς– και έλεγα πόσα κοινά υπάρχουν [μεταξύ πανδημίας και Τσερνόμπιλ]. Σε επίπεδο αρρώστιας, σε επίπεδο στάσης των κυβερνήσεων, τότε της Σοβιετικής Ένωσης, τι κρύβουνε, τα ίδια που γίνονται και τώρα. Και πριν από λίγο καιρό, έβγαλε ο ΠΟΥ μια ανακοίνωση και είπε ότι ο κόβιντ είναι το Τσέρνομπιλ του 21ου αιώνα! Αυτήν ακριβώς την σκέψη είχα κάνει κι εγώ. Και έχει πολύ μεγάλη σημασία να φωτίσεις αυτές τις συμπτώσεις.
Με ενδιαφέρει πάρα πολύ ο δρόμος ως χώρος πολιτικής συμμετοχής και διεκδικήσεων
Το βιβλίο της Αλεξίεβιτς περιλαμβάνει 100 μαρτυρίες ανθρώπων που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο σημαδεύτηκαν από το πυρηνικό δυστύχημα στο Τσερνόμπιλ. Πώς κατέληξες στις 16 που παρουσιάζονται στην παράσταση;
Διαλέγεις με κριτήριο τι θεωρείς πιο ισχυρό. Είναι πραγματικές αφηγήσεις ανθρώπων, και μερικές είναι πολύ ψηλού επιπέδου. Σήμερα, δουλεύαμε πάρα πολλή ώρα το τελευταίο κομμάτι της παράστασης, που είναι μια γυναίκα [η οποία μιλάει] για έναν μεγάλο έρωτα. Ο άνδρας της δούλευε στην ηλεκτρική εταιρεία και είχε επαφή άμεση με την ραδιενέργεια –και πέθαινε, έλιωνε… Αυτή μιλάει, κι αυτός πεθαίνει. Κι είναι ένας σπάνιος έρωτας! Είναι ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα, είναι ο Αντώνιος και η Κλεοπάτρα –και αυτοί. Είναι υπέροχο το ότι [εκείνη] ζει μ’ αυτό: και όταν αυτός ζούσε, και μετά τον χαμό του. Μια άλλη αφήγηση, που αρχικά δεν είχα βάλει στο έργο και ήτανε 15 οι ιστορίες, είναι ένας άνθρωπος που φτιάχνει ένα μουσείο για το Τσέρνομπιλ. Ένα μικρό μουσείο στην Λευκορωσία μέσω ενός συλλόγου. Οπότε σκέφτηκα, να το, αυτός είναι ο χώρος που συμβαίνει η παράσταση: ένα installation, μια εγκατάσταση σε ένα μουσείο! Γιατί, βέβαια, και η αφήγηση μπορεί να είναι κομμάτι μιας [εικαστικής] εγκατάστασης. Κι έτσι, γίνεται όλο [το έργο] μέσα σε ένα μουσείο.
Τα μέτρα, το θέατρο, ο φασισμός
Με αφορμή αυτές τις μαρτυρίες αληθινών ανθρώπων για το Τσερνόμπιλ, ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος κάνει ένα άλμα σχεδόν 25 χρόνια πριν, στην πρώτη-πρώτη παράσταση που ανέβηκε στο ΘΝΚ –βασικά, στην αυλή του, γιατί τότε το θέατρό του «ήταν απλώς μια εγκαταλειμμένη αποθήκη του Φιξ από τον 19ο αιώνα». Και θυμάται το έργο «Κοινός λόγος» της Έλλης Παπαδημητρίου που επίσης απαρτιζόταν από μαρτυρίες καθημερινών ανθρώπων.
Και ύστερα, χωρίς καλά-καλά να το καταλάβει και ο ίδιος, έχει φύγει πάλι ο λόγος του, και μιλάει για διάφορα εκείνης της εποχής. Μέχρι που φτάνει στο δεύτερο έργο που παραστάθηκε στο ΘΝΚ, τον μονόλογο του Γερμανού Ρόμπερτ Σνάιντερ, «Βρομιά», που αφηγείται την ιστορία ενός λαθρομετανάστη, ο οποίος ζει την διάψευση των ονείρων του στην δυτική χώρα των ονείρων του. Το έργο γράφτηκε το 1993, «την εποχή που οι ναζιστές στην Γερμανία σπάγαν μπουκάλια και καταστρέφαν πρόσωπα γυναικών. Που, εντάξει, ως πιο οργανωμένο κράτος η Γερμανία γρήγορα τους έκοψε τον τσαμπουκά!»
Αλήθεια, πώς σου φαίνεται η πρόσφατη επανεμφάνιση του φασισμού, όλη αυτή η αναζωπύρωση με τα λυκειόπαιδα να χαιρετάνε ναζιστικά, ένα χρόνο μετά την απόφαση για την Χρυσή Αυγή;
Ένα χρόνο μετά την απόφαση για την Χρυσή Αυγή, με το τίποτα, με επιχείρημα ότι ο γιος του [Γιώργου Πατέλη] δεν είναι καλά –κι εύχομαι να είναι καλά το παιδί– τον αφήσαν ελεύθερο [σ.σ. δεν είχε ακόμα ασκηθεί αίτημα αναίρεσης της απόφασης]. Που ανοίγει πόρτα να βγούνε και οι άλλοι… Να ξεθαρρεύουνε και να βγαίνουνε από τα λαγούμια τους όλοι αυτοί οι αρουραίοι! Γιατί μπορεί να μουδιάσανε ένα διάστημα, αλλά ο φασίστας είναι φασίστας. Θα βγει από το λαγούμι του. Και όλοι αυτοί ξέρουν να κινούνται, δεν θα έλεγα έξυπνα, αλλά… Ας πούμε, στο θέμα του εμβολιασμού, βρήκε χωράφι να μπει μέσα και να δουλέψει ο φασίστας. Δεν λέω καθόλου ότι όσοι είναι αντιεμβολιαστές είναι φασίστες –καθόλου! Γενικά, δεν μ’ αρέσει αυτός ο διαχωρισμός ότι είναι όλοι [οι αντιεμβολιαστές] βλάκες, ηλίθιοι, κανίβαλοι, ή φασίστες. Υπάρχουν άνθρωποι που άλλος φοβάται, άλλος έχει προβλήματα υγείας, δεν του το επιτρέπει ο γιατρός του. Αλλά κι ο φόβος είναι πάρα πολύ σοβαρό θέμα. Και σημασία έχει σαν κυβέρνηση πώς κάνεις τον κόσμο να ξεφοβηθεί. Δεν είναι μόνο τα μέτρα τα υποχρεωτικά. Κάποια πράγματα μπορεί να πρέπει να είναι υποχρεωτικά, αλλά δεν είναι ο μόνος τρόπος. Γιατί εκεί έρχεσαι σε αντίθεση με κάποιους ανθρώπους που θίγονται τα δικαιώματά τους. Και μένα θα μπορούσαν να θίγονται, αλλά θεωρώ πιο σημαντικό να είναι ασφαλές το θέατρο.
Το κοινό το βλέπεις να έχει επιστρέψει με ζέση στις παραστάσεις;
Ναι! Γιατί, στον χώρο που κινούμαστε πάντα, ο κόσμος έχει ανάγκη να βγει. Ο καθένας διαλέγει, βέβαια, την μορφή της διασκέδασής του. Στην αρχή, πριν από μήνες μας είχαν βάλει στην ίδια κατηγορία με διάφορα άλλα είδη διασκέδασης. Όλα είναι διασκέδαση, μα δεν είναι όλα ίδια διασκέδαση. Άλλο το χορεύω σε ένα κλαμπ ή στα μπουζούκια, και άλλο να είσαι θεατής που έρχεται, τηρεί τα μέτρα απολύτως, με την μάσκα του… Για μένα η μάσκα είναι σοβαρό θέμα. Όχι το να τη φοράς γενικά, [αλλά] στο θέατρο. Το κεντρικό πράγμα στο θέατρο είναι η επικοινωνία με τον θεατή. Και του θεατή με τους ηθοποιούς, και του ηθοποιού με το κοινό. Είναι ένα μειονέκτημα, αλλά δεν πειράζει. Είναι προτιμότερο να βάλουμε μάσκα, από το να κινδυνέψουμε.
Μα, σχεδόν τις συνηθίσαμε πια…
Εγώ δεν την συνήθισα, γιατί όλη την καραντίνα την έβγαλα στην Άνδρο! Δεκατέσσερις μήνες. Εκεί ήμασταν covid-free. Ναι, και ήταν πολύ ωραίο, το ότι το έκανα στην ηλικία μου να μείνω ένα χρόνο, να κάνω διακοπή. Είχε, δηλαδή, για μένα και τα θετικά του [το λοκντάουν]. Το ότι μπόρεσα να βρεθώ έξω από τους ρυθμούς της δουλειάς μου. Είμαι άνθρωπος που μου αρέσει η φύση, το περπάτημα, το κολύμπι –είμαι κολυμβητής, είναι το σπορ το οποίο μου ταιριάζει, με ηρεμεί και με γυμνάζει. Τι ωραίο που είναι να ζεις τις εποχές μέσα από την φύση! Την ζωή και τον θάνατο, πώς ανθίζει, πώς αλλάζει, πώς ξεραίνεται…
Δεν θα μπορούσες να το κάνεις πιο μόνιμα;
Όχι, γιατί μ’ αρέσει η δουλειά μου. Θέλω να πηγαίνω [στην Άνδρο], αλλά θέλω και να σκηνοθετώ. Να κάνω ένα με δύο έργα τον χρόνο. Εξού και σε 30 χρόνια είναι 61 οι παραστάσεις –μαζί με αυτές εδώ. Περισσότερο δεν θέλω, δεν προλαβαίνω. Γιατί μελετάω [για τα έργα], και παρακολουθώ και τις παραστάσεις μετά. Όχι συνέχεια, αλλά με απασχολεί και η παράσταση.
Συντελεστές
Μετάφραση: Ορέστης Γεωργιάδης | Σκηνοθεσία: Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος | Δραματουργική επεξεργασία: Κοραλία Σωτηριάδου | Σκηνικό, βίντεο: Παντελής Μάκκας | Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα | Μουσική: Σταύρος Γασπαράτος | Επιμέλεια κίνησης: Σεσίλ Μικρούτσικου | Σχεδιασμός φωτισμών: Αλέκος Αναστασίου | Ηθοποιοί: Στέλιος Μάινας, Μαρία Κατσιαδάκη, Πηνελόπη Τσιλίκα, Δαυίδ Μαλτέζε, Γιάννης Λεάκος, Αρετή Σεϊνταρίδου (σε βίντεο)
Πληροφορίες: «Τσέρνομπιλ: Ένα χρονικό του μέλλοντος» από 10 Νοεμβρίου μέχρι 12 Δεκεμβρίου στην Κεντρική Σκηνή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου (Αντισθένους 7 & Θαρύπου, 210-9212900), Τετάρτη 20:00, Πέμπτη με Σάββατο 20:30, Κυριακή 18:00. Εισιτήρια 17-20€.
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις