Κλάους Μπάρμπι: Πώς οι ΗΠΑ στρατολόγησαν τους μακελάρηδες των SS
Το 1951 με τη βοήθεια της CIA άλλαξε το όνομά του σε Klaus Altmann, και κατέφυγε στη Βολιβία. Έγινε συνταγματάρχης του στρατού της Βολιβίας και συμμετείχε στους σχεδιασμούς για την εξόντωση του Τσε Γκεβάρα και το Πραξικόπημα της Κοκαΐνης.
- 25 Απριλίου 2020 07:20
Μόνο το 1947, περίπου 8.000 μέλη των SS ταξίδεψαν με ασφάλεια στον Καναδά και στις ΗΠΑ χρησιμοποιώντας έγγραφα του Ερυθρού Σταυρού. Δεδομένου ότι κατακλυζόταν από εκατομμύρια αιτήσεις, ο Ερυθρός Σταυρός δεν μπορούσε να διακρίνει τους ηττημένους ναζί από τους αληθινούς πρόσφυγες. Οι ναζί, μέσα από ένα δίκτυο επαφών που συντηρούσαν, κατάφεραν σε πολλές περιπτώσεις να παραποιήσουν έγγραφα και με πλαστά χαρτιά να διαφύγουν προς την Αμερική.
Η Βραζιλία δέχτηκε 1.500 με 2.000 Ναζί εγκληματίες πολέμου, ενώ 500 με 1.000 εγκαταστάθηκαν στη Χιλή. Ο μεγαλύτερος αριθμός, άνω των 5.000, καταγράφηκε στην Αργεντινή του Χουάν Περόν.
Ένας από εκείνους που κατάφεραν να μην δικαστούν σε πρώτη φάση τουλάχιστον, για τα αποτρόπαια εγκλήματά τους κατά της ανθρωπότητας, ήταν ο Νικόλαους “Κλάους” Μπάρμπι.
Μετά τη λήξη του πολέμου εξασφάλισε άτυπη ασυλία από τις δυτικές μυστικές υπηρεσίες και έζησε στη Λατινική Αμερική, εφαρμόζοντας το αντικομμουνιστικό σχέδιο των ΗΠΑ.
“Χασάπης της Λυών”
Ο Μπάρμπι αναδύθηκε μέσα από το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα και στρατολογήθηκε στις Υπηρεσίες Ασφαλείας (SD) των SS.
Το 1942 τοποθετήθηκε στη Λυών ως επικεφαλής της τοπικής Γκεστάπο και έστησε το διοικητήριο της φρίκης στο ξενοδοχείο Τέρμινους. Έμεινε στην ιστορία για τα φριχτά βασανιστήρια, στα οποία υπέβαλε αδιακρίτως άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Υπολογίζεται ότι έως το φθινόπωρο του 1944 που εγκατέλειψε την πόλη, υπήρξε υπεύθυνος για το θάνατο συνολικά 14.000 ατόμων. Εξ ου και ονομάστηκε, “Χασάπης της Λυών”.
Μετά την ήττα των ναζί κατάφερε να κερδίσει την ασυλία της Δύσης κατά της ΕΣΣΔ. Αρχικά συνεργάστηκε με τους Βρετανούς, για να στρατολογηθεί τελικά το 1947 από τις ΗΠΑ στη στρατιωτική μυστική υπηρεσία CIC. Ο ψυχρός πόλεμος ήταν στις αρχές του. Οι Γάλλοι ζήτησαν την έκδοσή του για να δικαστεί, ωστόσο οι ΗΠΑ τον φυγάδευσαν στην Αργεντινή.
Τις επόμενες δεκαετίες έζησε στη Βολιβία με πλαστό διαβατήριο ως Κλάους Άλτμαν, συνεργαζόμενος όχι μόνο με την αμερικανική CIA, αλλά για κάποιο διάστημα μετά το 1965 και με τη δυτικογερμανική BND.
Ο ρόλος που ανέλαβε ήταν σύμβουλος σε ζητήματα αντικομμουνισμού και εκπαιδευτής παραστρατιωτικών ομάδων στη Βολιβία, “αξιοποιώντας” την εμπειρία του για χάρη των πρώην εχθρών του.
Σύμφωνα με ιστορικές καταγραφές, έλαβε χώρα στον σχεδιασμό για την εκτέλεση του Τσε Γκεβάρα το 1967 αλλά και για το Πραξικόπημα της Κοκαΐνης (1980).
Το 1983 ο σοσιαλιστής πρόεδρος Ερνάν Σίλες Σουάσο συνέλαβε τον “Άλτμαν” και τον εξέδωσε στις γαλλικές αρχές.
Η δίκη έλαβε χώρα το 1987 στη Λυών, εκεί όπου έδρασε ως “σφαγέας”. Ο Μπάρμπι αντιμετώπισε συνολικά 41 κατηγορίες για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, βασισμένες στις καταθέσεις Γάλλων αντιστασιακών και Εβραίων. Καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη και πέθανε φυλακισμένος στις 25 Σεπτεμβρίου 1991 από λευχαιμία.
“Σκοτώνοντας τα SS”
Το πώς κατάφερε να διαφύγει στις ΗΠΑ περιγράφεται γλαφυρά στο “Σκοτώνοντας τα SS” που κυκλοφορεί στα ελληνικά αυτές τις μέρες από τις εκδόσεις Διόπτρα. Στο ίδιο βιβλίο καταγράφονται και άλλες περιπτώσεις όμοιες με του Μπάρμπι, οι οποίες ρίχνουν φως σε μια “γκρίζα” πλευρά της ιστορίας.
Ακολουθεί το απόσπασμα από το Σκοτώνοντας τα SS των εκδόσεων Διόπτρα, των Bill O’Reilly, Martin Dugard, το οποίο δημοσιεύεται αποκλειστικά από το News 24/7:
“Η νέα CIA –Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών– καθώς και η CIC –Στρατιωτική Αντικατασκοπεία– έχουν εστιάσει την προσοχή τους στην αναχαίτιση της κομμουνιστικής απειλής. Αυτοί οι οργανισμοί τώρα θεωρούν μεγαλύτερο εχθρό τους τα Σοβιέτ και βοηθούν τους πρώην ναζί να διαφύγουν και να μην καταδικαστούν, με αντάλλαγμα την κατασκοπεία και την παροχή μυστικών πληροφοριών. Ο Κλάους Μπάρμπι, το όνομα του οποίου μια μέρα θα γίνει συνώνυμο των εγκλημάτων που διέπραξαν οι ναζί στη Γαλλία, είναι ένας από εκείνους που βοήθησαν οι Αμερικανοί.
Οι βαρβαρότητες του Μπάρμπι είναι απερίγραπτες, αλλά η πλέον απάνθρωπη είχε λάβει χώρα στις 6 Απριλίου 1944. Σε μια σχολαστικά οργανωμένη επιχείρηση μαζικών συλλήψεων, τρία γερμανικά φορτηγά πήγαν πενήντα μίλια έξω από τη Λυών, στο χωριό Ιζιέ. Τα φορτηγά σταμάτησαν σε ένα αγροτόσπιτο που ανήκε σε μια γυναίκα πολιτογραφημένη Γαλλίδα, ονόματι Σαμπίνα Ζλατέν, που είχε όμως γεννηθεί στην Πολωνία. Ο Μπάρμπι είχε πληροφορίες πως η Ζλατέν περνούσε μυστικά εβραιόπουλα από τα σύνορα στη γειτονική Ελβετία. Υπήρχαν αναφορές πως παρείχε καταφύγιο και σε άλλους νεαρούς Εβραίους. Πράγματι, το Σπίτι στο Ιζιέ ήταν ένα μυστικό κρησφύγετο για πολλά ορφανά εβραιόπουλα και πρόσφυγες.
Ήταν η ώρα του πρωινού όταν τα φορτηγά σταμάτησαν. Στην κουζίνα ετοίμαζαν ζεστή σοκολάτα, όταν οι στρατιώτες έπειτα από διαταγή του Μπάμπι κύκλωσαν το αγροτόσπιτο. Τα παιδιά κρύβονταν εκεί για έναν σχεδόν χρόνο, χωρίς να έχει συμβεί κάτι, και τώρα οι στρατιώτες τα άρπαζαν και τα έσπρωχναν πάνω στην καρότσα των φορτηγών «σαν σακιά με πατάτες», σύμφωνα με τα λόγια ενός κατοίκου του χωριού. Κάποια παιδιά ήταν μόλις τεσσάρων χρόνων. Το μεγαλύτερο ήταν δεκαεπτά. Οι φωνές και τα ουρλιαχτά τους αντηχούσαν σε όλο το χωριό.
Κάποια παιδιά στάθηκαν τυχερά, καθώς είχαν προλάβει να δουν τα φορτηγά που πλησίαζαν και το έσκασαν. Ωστόσο άρπαξαν σαράντα τέσσερα παιδιά. Αυτά τα αθώα πλάσματα μαζί με επτά ενήλικες, που ήταν υπεύθυνοι για το μικρό ορφανοτροφείο, συνελήφθησαν. Έπειτα από διαταγή του Κλάους Μπάρμπι, το επόμενο πρωί, όλους τους αιχμαλώτους τους φόρτωσαν σε ένα τρένο και τους έστειλαν στους θαλάμους αερίων του Άουσβιτς. Η Σαμπίνα Ζλατέν δεν συνελήφθη, αλλά ο σύζυγός της Μίρον Ζλατέν μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Ταλίν, στην Εσθονία, όπου και τον εκτέλεσαν.
Ο Μπάρμπι ήταν πολύ ικανοποιημένος. Επέστρεψε στο γραφείο του στη Λυών έπειτα από αυτή την επιδρομή και δακτυλογράφησε την αναφορά της αποστολής του. Έκανε λάθος στον υπολογισμό του αριθμού των παιδιών που αιχμαλωτίστηκαν. «Σήμερα το πρωί το ορφανοτροφείο με τα εβραιόπουλα “Η Αποικία των Παιδιών” στο Ιζιέ εκκαθαρίστηκε. Συνολικά σαράντα ένα παιδιά ηλικίας τριών έως δεκατριών ετών συνελήφθησαν. Επιπλέον, καταφέραμε να συλλάβουμε όλο το εβραϊκό προσωπικό, αποτελούμενο από δέκα άτομα, συμπεριλαμβανομένων πέντε γυναικών. Δεν βρέθηκαν μετρητά ούτε άλλα πολύτιμα αντικείμενα».
Όλοι σχεδόν οι ενήλικες που συνελήφθηκαν στις 6 Απριλίου 1944 δολοφονήθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Μία γυναίκα μόνο επέζησε, για να διηγηθεί την ιστορία. Το όνομά της είναι Λέα Φέλντμπλουμ, μία από τις υπαλλήλους της διοίκησης. Θα θυμάται για πάντα αυτά τα παιδιά. «Τα αγαπούσα πάρα πολύ. Τα μικρότερα έκλαιγαν. Τα υπόλοιπα τραγουδούσαν… τα έκαψαν όλα».
Τώρα, ο Κλάους Μπάρμπι, το ίδιο πρόσωπο που απολάμβανε να σκοτώνει αθώα παιδιά, έχει προσληφθεί –και προστατεύεται– από την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών. Δεν κάνει καμία προσπάθεια να κρύψει την πραγματική του ταυτότητα, προς μεγάλη έκπληξη των συναδέλφων του.
«Αυτός ο τύπος σκότωσε –κι αυτή είναι μόνο μία περίπτωση που τυγχάνει να γνωρίζω εγώ– αυτοπροσώπως διακόσιους Γάλλους και τους κρέμασε στα υπόγεια του στρατηγείου του» θα θυμηθεί αργότερα ένας Αμερικανός πράκτορας, μιλώντας για τους οκτώ μήνες που συνεργάστηκε με τον Μπάρμπι. «Έκανα αναφορά στα κεντρικά της υπηρεσίας: “Γνωρίζετε πως συνεργάζεστε με έναν πραγματικό εγκληματία πολέμου;” Και η απάντηση: “Ναι, γνωρίζουμε τα πάντα για αυτόν, ωστόσο παραμένει πολύτιμος για μας”».
Μόνο το 1947, περίπου οκτώ χιλιάδες μέλη των SS ταξιδεύουν με ασφάλεια στον Καναδά και στις Ηνωμένες Πολιτείες αξιοποιώντας τα ψεύτικα έγγραφα.
Όμως ο Φριτς Χόλμαν επιλέγει να μη διαφύγει μέσα από τα περάσματα των Συμμάχων. Η ιταλική επαφή του, «ο Κουρτ», έχει κλείσει θέση γι’ αυτόν στο πλοίο North King, που πρόκειται να αποπλεύσει για την Αργεντινή στις 25 Μαΐου. Η «απόδραση» του Χόλμαν από τους κυνηγούς των ναζί τώρα μοιάζει εξασφαλισμένη. Ωστόσο, έπειτα από έναν μήνα άψογου προγραμματισμού, το ταξίδι του Χόλμαν σκαλώνει. Ο «Κουρτ» έχει δωροδοκήσει έναν Ιταλό υπάλληλο, ζητώντας του να σφραγίσει τη βίζα εξόδου του Χόλμαν. Αλλά αυτός ο γραφιάς προτίμησε να πάρει άδεια εκείνη τη μέρα. Έπειτα από μια γρήγορη σκέψη, ο Χόλμαν αποφάσισε να βάλει ένα χαρτονόμισμα των 20.000 λιρετών μέσα στα χαρτιά του και να βγει μπροστά προκειμένου να πάρει τη σφραγίδα από έναν ανυποψίαστο για την απάτη υπάλληλο”.
Περισσότερα για τον ρόλο του Μπάρμπι στη δολοφονία του Τσε μπορείτε να διαβάσετε στο CIA και Ναζί, συνεργάτες στο κυνήγι του Τσε Γκεβάρα
H “υπόθεση Μπάρμπι” άνοιξε τον κύκλο για πιο ενδελεχείς ιστορικές έρευνες σχετικά με το πώς οι ΗΠΑ στρατολόγησαν τους μεγαλύτερους “μακελάρηδες” των ναζί. Σύμφωνα με την αξιολόγηση στοιχείων των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών που αποχαρακτηρίστηκαν ο αριθμός των ναζί κατασκόπων που υπηρέτησαν στις αμερικανικές υπηρεσίες πρέπει να φτάνει τουλάχιστον τους 1.000.
Σκοτώνοντας τα SS – Η καταδίωξη των μεγαλύτερων εγκληματιών στην ιστορία
Με το πέρας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και μόλις αποκαλύφθηκαν τα αποτρόπαια εγκλήματα του Τρίτου Ράιχ, οι ναζί εγκληματίες επιχείρησαν να δραπετεύσουν από τη Γερμανία. Κάποιοι συνελήφθησαν αμέσως, όπως ο διαβόητος αρχηγός των SS Χάινριχ Χίμλερ. Ωστόσο, κάποιοι διέφυγαν τη σύλληψη μέσω μιας πολυδαίδαλης οργάνωσης των ναζί, που τους παρείχε κάλυψη.
Ανάμεσα στους εγκληματίες πολέμου ήταν και ο Γιόζεφ Μένγκελε, ο Άγγελος του Θανάτου, ο οποίος είχε διαπράξει τα φρικαλέα ιατρικά πειράματα στο Άουσβιτς, ο Μάρτιν Μπόρμαν, ο στυγνός προσωπικός γραμματέας του Χίτλερ, ο Κλάους Μπάρμπι, ο βάναυσος Χασάπης της Λυών, καθώς και ο πλέον αποτρόπαιος ναζί Άντολφ Άιχμαν.
Το “Σκοτώνοντας τα SS” είναι ένα έπος κατασκοπείας που διεξήχθη από αυτόκλητους και μη αποφασισμένους κυνηγούς των ναζί.
Μέσα σε μερικές δεκαετίες, οι κυνηγοί των ναζί όργωσαν τον κόσμο προκειμένου να εντοπίσουν τους φυγάδες των SS και να τους οδηγήσουν ενώπιον της δικαιοσύνης, κάτι που ενίοτε ισοδυναμούσε με τον θάνατό τους.