Τα 6 βιβλία του Βασίλη Βασιλικού που πρέπει να έχεις στο ράφι σου
Διαβάζεται σε 9'Επιλέξαμε και παρουσιάζουμε έξι βιβλία του Βασίλη Βασιλικού, του σπουδαίου πολυμεταφρασμένου Έλληνα συγγραφέα που έφυγε σήμερα από τη ζωή.
- 30 Νοεμβρίου 2023 15:57
Ο σπουδαίος Βασίλης Βασιλικός, ένας από τους δέκα πιο μεταφρασμένους Έλληνες συγγραφείς δεν είναι πια κοντά μας. Έφυγε σε ηλικία 89 ετών από τη ζωή την Πέμπτη, 30 Νοεμβρίου.
Δικό του βιβλίο το εμβληματικό «Ζ», το μυθιστόρημα για τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, που έκανε ταινία ο Κώστας Γαβράς με πρωταγωνιστές τον Ιβ Μοντάν, την Ειρήνη Παπά και τον Ζαν Λουί Τρεντινιάν. Τη μουσική της ταινίας είχε γράψει ο Μίκης Θεοδωράκης. Πέρα από συγγραφέας, ο Βασίλης Βασιλικός ήταν και δημοσιογράφος, βουλευτής και πολιτικός. Στα χρόνια της δικτατορίας είχε κάνει αγώνα για την καταδίκη του πραξικοπήματος.
Γεννήθηκε στις 18 Νοεμβρίου 1934 στη συνοικία των Ποταμουδίων Καβάλας. Σπούδασε Νομικά στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και σκηνοθεσία τηλεόρασης στη δραματική σχολή του Πανεπιστημίου Γέιλ (Drama School – SRT) στο Νιού Χέιβεν του Κονέκτικατ (ΗΠΑ).
Από το 1967 μέχρι το 1994 έζησε και εργάστηκε στο εξωτερικό (Ιταλία, Γαλλία, Νέα Υόρκη τα πρώτα 7 χρόνια εξόριστος από τη χούντα), με ένα τριετές διάλειμμα (1981-1984), κατά το οποίο ανέλαβε καθήκοντα αναπληρωτή γενικού διευθυντή της Ε.Ρ.Τ. επί κυβερνήσεως Ανδρέα Παπανδρέου. Εργάστηκε ως βοηθός σκηνοθέτη σε ξένες παραγωγές, σκηνοθέτης ντοκιμαντέρ, σεναριογράφος, επιμελητής (Dr.) σεναρίων, εισηγητής σεναρίων στην Arte (1990-1993), δημοσιογράφος και συγγραφέας. Συνεργάστηκε με τον Νίκο Κούνδουρο στο σενάριο της ταινίας Μικρές Αφροδίτες. Διετέλεσε πρέσβης της Ελλάδας στην UNESCO (1996-2004).
Το συγγραφικό του έργο ήταν τεράστιο. Έχει γράψει μυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα, θεατρικά έργα και ποίηση. Υπήρξε επίσης μεταφραστής σημαντικών συγγραφέων.Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε 33 γλώσσες ανά τον κόσμο, καθώς και στη γραφή Μπράιγ.
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα αναφέρει στην αυτοβιογραφία του “Η Μνήμη Επιστρέφει με Λαστιχένια Πέδιλα” (εκδόσεις Κέδρος) για το πώς βίωνε το “επάγγελμα” του συγγραφέα: ““Μόνο μια τέχνη, ένα επάγγελμα δεν μπορεί να ξεφύγει του καημού του: το συγγραφικό. Διότι σε αυτό αναπαράγεται η ζωή, κι έτσι λησμονιά εύκολα δεν υπάρχει. Γι’ αυτό και πολλοί συγγραφείς καταφεύγουν σε ξεδόματα ουτιδανά, για να μπορούν να αναπνεύσουν. Κάνουν τον κηπουρό, τον μάγειρα, τον ταξιδευτή, τον εξερευνητή κοραλλιών, τον ψαροτουφεκά. Μα είναι κυρίως πότες. Μόνο με το πιοτί καταφέρνουν να ξεχάσουν το επώδυνο επάγγελμά τους, που είναι η επιστροφή στο κείμενο, είτε διά του κειμένου είτε διά των κριτικών, αναφορών, επιστολών, τηλεφώνων, φαξ, e–mailκαι τηλεοράσεων, είτε διά του πλέον επώδυνου ‘διάβασα το βιβλίο σου που με συγκλόνισε’. Η μόνη φυγή από την κόλαση της γραφής είναι εντέλει ο ύπνος. Μα κι αυτός δεν είναι πάντα εύκολος””.
Εμείς ξεχωρίσαμε και σας παρουσιάζουμε έξι από αυτά
Ζ
Το μυθιστόρημα-ντοκουμέντο για τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη (1963), ένα βιβλίο-σύμβολο, ένα μυθιστόρημα-σταθμός στην ελληνική λογοτεχνία. Γραμμένο σχεδόν παράλληλα με την εξέλιξη των γεγονότων και της δίκης που συντάραξε την Ελλάδα, το Ζ εκδόθηκε για πρώτη φορά στα μέσα της ταραγμένης δεκαετίας του 1960. “Λογοτεχνικό ρεπορτάζ” ή “φανταστικό ντοκιμαντέρ ενός εγκλήματος”, κατά τον ίδιο τον Βασίλη Βασιλικό, κινείται στα όρια μεταξύ λογοτεχνίας και δημοσιογραφίας, με τον συγγραφέα να ενορχηστρώνει το δημοσιογραφικό και το προανακριτικό υλικό της υπόθεσης Λαμπράκη.
Το μυθιστόρημα του Βασίλη Βασιλικού, δημοσιεύτηκε σε έξι συνέχειες στο περιοδικό “Ταχυδρόμος” το 1966 και σχεδόν ταυτόχρονα με τη δίκη των πρωταιτίων κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις “Θεμέλιο”. Το εξώφυλλο του είχε φιλοτεχνήσει ο Νίκος Κούνδουρος και δέσποζε ένα μεγάλο Ζ (με υπότιτλο: φανταστικό ντοκιμαντέρ ενός εγκλήματος) που σύμφωνα με τον συγγραφέα διαβάζεται “Ζει”.
Η δράση του βιβλίου εξελίσσεται στην Ουδετερούπολη, ο Λαμπράκης είναι ο “Ζ”, ο στρατηγός ο Κωνσταντίνος Μήτσου, ο ανακριτής ο Χρήστος Σαρτζετάκης, σε ένα βιβλίο που μεταφράστηκε σε 19 χώρες και σύμφωνα με τον “Γκάρντιαν” είναι μέσα στα 1.000 κορυφαία μυθιστορήματα όλων των εποχών (μαζί με τον “Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά” του Νίκου Καζαντζάκη)
Στη χούντα το βιβλίο απαγορεύτηκε στην Ελλάδα και επανεκδόθηκε μετά την μεταπολίτευση…
Γλαύκος Θρασάκης
Για πολλούς πρόκειται για το καλύτερο βιβλίο του Βασίλη Βασιλικού και περιέχει μέσα του πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία του. Ο Γλαύκος Θρασάκης πρωτοκυκλοφορεί το 1974. Ακολουθούν το 1975 δύο ακόμη βιβλία τα “Γλαύκος Θρασάκης, Η επιστροφή” και “Γλαύκος Θρασάκης, Μπερλίνερ Ανσάμπλ”. Το 1978 προστίθεται και τέταρτο βιβλίο υπό τον τίτλο “Τα Απόκρυφα του Γλαύκου Θρασάκη”. Τελικά, το 2008, κυκλοφορεί ξαναδουλεμένη και αναθεωρημένη η τελική έκδοση του βιβλίου.
Κεντρικό θέμα του βιβλίου είναι οι περιπλανήσεις ενός συγγραφέα. Όπως εύστοχα αναφέρει στην βιβλίοπαρουσίασή της η Ελένη Γκίκα: “Ένας ανώνυμος βιογράφος-ερευνητής αναλαμβάνει να ανασυστήσει τη ζωή και το έργο του Γλαύκου Θρασάκη, λογοτεχνικό ψευδώνυμο του αινιγματικού συγγραφέα Λάζαρου Λαζαρίδη (1933-1978), που έζησε για χρόνια εξόριστος στο εξωτερικό (Βέλγιο, Ιταλία, Αμερική, Γερμανία). Η συγκέντρωση και ο ερμηνευτικός σχολιασμός του δημοσιευμένου και ανέκδοτου έργου του συνοδεύει την αναζήτηση στοιχείων για τη ζωή του και κυρίως την προσπάθεια εξιχνίασης του μυστηριώδους θανάτου του. Μόνο που η ψυχολογικά εξουθενωτική έρευνα μετατοπίζει διαρκώς το αρχικό ερώτημα «Ποιος είναι ο Γλαύκος Θρασάκης;» και ο αναγνώστης δεν παύει να αναρωτιέται ταυτόχρονα «Ποιος μιλά περί Γλαύκου Θρασάκη;»
“Το Φύλλο”, “Το Πηγάδι”, “Τ’ Αγγέλιασμα”
Σε παράλληλη τροχιά με την Τριλογία του Στρατή Τσίρκα και το Κιβώτιο του Άρη Αλεξάνδρου, η Τριλογία του Βασίλη Βασιλικού (εκδόσεις Τόπος) καταγράφεται ως ένα από τα σημαντικότερα λογοτεχνικά έργα της Μεταπολεμικής περιόδου στον 20ό αιώνα.
H Τριλογία αυτή έχει χαρακτηριστεί ως η πολεμική φωνή ενός εξεγερμένου νέου των ’60s. Κι όπως ακριβώς η ροκ μουσική εκείνης της περιόδου, έτσι και η Τριλογία κατόρθωσε, χάρη στην αυθεντικότητα του ύφους της και την καθολικότητα των θεμάτων της, να διατηρήσει αυτή τη φωνή ζωντανή και πάντα ανατρεπτική στο μάκρος του χρόνου.
Στο Φύλλο, η Φύση εκδικείται τους πρώτους τυχόντες: τους ενοίκους μιας πολυκατοικίας που συμβιβάζονται με την καταστροφή της.
Στο Πηγάδι, η Γη εκδικείται εκείνους που την απαρνούνται ασφαλισμένοι στην ψευδαίσθηση της τεχνολογίας.
Στο Αγγέλιασμα, η Ζωή εκδικείται όσους εναποθέτουν τις ελπίδες τους σε μια άλλη ζωή (τη μεταφυσική ή εκείνη των αριστερών οραμάτων).
Τα καμάκια
Ελεγεία μιας εποχής, σατιρική μετα-ηθογραφία, πορτρέτο ενός τόπου, μερική πολιτική φαντασία, και λιγότερο ερωτογράφημα. “Τα καμάκια” (εκδόσεις Στερέωμα) είναι ένα βιβλίο που ισορροπεί μεταξύ «συμβατικής» πεζογραφίας (όσο συμβατική μπορεί να είναι η πεζογραφία του Βασιλικού), εναλλακτικής ιστορίας, δημοσιογραφίας, ημερολογίου και διήγησης.
Γραμμένο το 1978, όταν βρισκόταν στο αποκορύφωμά του το φαινόμενο των «καμακιών», των νεαρών ανδρών που περνούσαν τα καλοκαίρια τους προσφέροντας ερωτικές υπηρεσίες στις αλλοδαπές τουρίστριες, το βιβλίο αποτυπώνει την εποχή με ευφρόσυνο χιούμορ και παιγνιώδη μελαγχολία. Άνδρες που εγκαταλείπουν τα παραδοσιακά επαγγέλματα κυνηγώντας ένα «όνειρο» ελευθεριότητας, νέοι χωρίς προοπτικές που αλληθωρίζουν προς μια ζωή που δεν τους περιέχει, ολόκληρη η ελληνική επαρχία, που παραζαλισμένη από τη γνωριμία με τα νέα, εξ Εσπερίας, απελευθερωμένα σεξουαλικά ήθη προσπαθεί να βρει τον βηματισμό της σ’ έναν κόσμο που αλλάζει, χωρίς να τα καταφέρνει.
Ένα μυθιστόρημα παρεξηγημένο στον καιρό του, το οποίο σήμερα, πέρα από την αμιγή αναγνωστική απόλαυση, προσφέρει την ολοζώντανη εικόνα μιας μεταβατικής εποχής και συμβάλλει, εν πολλοίς, στην αυτογνωσία μας. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Κ
Στο βιβλίο αυτό που έχει συνδεθεί πλαγίως με το σκάνδαλο Κοσκωτά, ο «Κ», ο αφηγητής-παππούς, διηγείται «μια ιστορία με ήρωα το χρήμα». «Στην εποχή που μπαίνουμε» λέει στον εγγονό του, «εποχή που εγώ δε θα τη ζήσω, αλλά θα τη ζήσεις εσύ, το χρήμα, που πάντα κυβερνούσε τον κόσμο, θα εξακολουθεί να τον κυβερνά, αλλά χωρίς σάλτσες που άλλοτε το σκέπαζαν. Σήμερα το χρήμα είναι γυμνό, καμιά ιδεολογία, καμιά σταυροφορία δεν τη ντύνει. Είναι το χρήμα για το χρήμα, όπως λέμε η Τέχνη για την Τέχνη».
Και κάπως έτσι, ξετυλίγεται το νήμα μιας ιστορίας, πρωτοφανούς για τα ελληνικά δεδομένα. Είναι η ιστορία του έξυπνου γιου ενός ελαιοχρωματιστή μετανάστη που ζήτησε να γίνει παντοκράτορας, για να καταλήξει, μετά από μια τρελή τροχιά με δύναμη, διαφθορά και διαπλοκή, στη «δίκη του αιώνα» και στα κάγκελα της φυλακής…
Το τελευταίο αντίο
“Το τελευταίο αντίο” τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος, όμως ο Β. Βασιλικός δεν το έκανε αποδεκτό. Στους περισσότερους το βιβλίο αυτό συστήθηκε το 1994 μέσω της επιτυχημένης τηλεοπτικής σειράς του MEGA με πρωταγωνιστές την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη και τον Γιώργο Κιμούλη σε σκηνοθεσία του Γιάννη Διαμαντόπουλου.
Η ιστορία διαδραματίζεται στην Ελλάδα, στα χρόνια της δεκαετίας του `60. Στο σπίτι μιας κοινής φίλης, η Άσπα γνωρίζει ένα νεαρό ανερχόμενο συγγραφέα, τον Σταμάτη. οι δυο τους ερωτεύονται και συζούν. Μετά την επιβολή της δικτατορίας των συνταγματαρχών φεύγουν από την Ελλάδα και εγκαθίστανται στην Ρώμη. Εκεί ο Σταμάτης ασχολείται με τη συγγραφή των μυθιστορημάτων του, ενώ η Ασπα προσπαθεί να τον στηρίξει όσο μπορεί. Ο Σταμάτης της αφιερώνει τα βιβλία του, αποκτά φήμη ως συγγραφέας. Αφού, πια, έχει αποκατασταθεί η δημοκρατία, το διάσημο πλέον ζευγάρι αποφασίζει να επιστρέψει στην πατρίδα. Ξεκινά για το ταξίδι της επιστροφής, αλλά σ` έναν ξενώνα, λίγο πριν φτάσουν στην Αθήνα, η Άσπα παθαίνει καρδιακή προσβολή και πεθαίνει λίγες ώρες πριν αντικρίσει και πάλι την πρωτεύουσα.