17 Νοέμβρη 1973: Πολυτεχνείο
"Η εγέγερση είναι έρωτας"... Σαρανταπέντε χρόνια μετά, η αλήθεια και ο μύθος, οι νεκροί κι οι γιορτές.
- 17 Νοεμβρίου 2018 08:42
Η ιστορία της εξέγερσης των φοιτητών το 1973, το τί ακριβώς έγινε από τις 14 Νοεμβρίου, όταν καταλήφθηκε το Μετσόβιο από φοιτητές, σπουδαστές και άλλους νέους, μέχρι την εισβολή του τεθωρακισμένου στο Πολυτεχνείο τα ξημερώματα της 17ης Νοεμβρίου του 1973, είναι τεκμηριωμένο σε πολλές προσωπικές μαρτυρίες, δημόσια αρχεία, φιλμ και φωτογραφίες.
Διαδηλώσεις πέριξ του κατειλημμένου Ιδρύματος, πλακάτ, τρικάκια, συνθήματα στους τοίχους, ακόμα και στα τρόλεϊ που διασχίζουν την Πατησίων. Οι επιβάτες τους, οι άνθρωποι που πηγαίνουν στις δουλειές τους, κοιτούν έκθαμβοι τους φοιτητές: πολλοί από αυτούς φοράνε σακάκια, παντελόνια καμπάνες, ζιβάγκο. Μαλλιά μακριά, κάποιοι τα έχουν άφρο, φουντωτά, οι κοπέλες με φούστες μέχρι το γόνατο, πουλόβερ με γυριστό γιακά, μπότες. Είναι κεφάτοι, ενθουσιασμένοι, σαν να είναι σε γιορτή, σε πανηγύρι…
Μετά τα γεγονότα της Νομικής, τον Φεβρουάριο του ’73, όταν χιλιάδες φοιτητές από την ταράτσα της σχολής στη Σόλωνος ορκίζονταν στεντορείως να αγωνιστούν μέχρι τέλους στο όνομα της ελευθερίας, οι φοιτητές του Πολυτεχνείου έχουν γίνει το στόμα μιας κοινωνίας που έχει μείνει σιωπηλή για πολύ. Έχουν γίνει τα χέρια, η καρδιά και το μυαλό, έχουν γίνει το κορμί μιας κοινωνίας που έχει αδρανήσει, που έχει σκύψει, που έχει πιαστεί, και αίφνης καταλαβαίνει πως επιτέλους ήρθε ο καιρός να τεντωθεί, να σταθεί όρθια, να υψώσει το κεφάλι της, να φωνάξει.
Έτσι, ό,τι σκέφτεται ενδομύχως ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού λαού, ό,τι ποθεί αλλά δεν το λέει, το λέει ανοιχτά η φοιτήτρια κι ο φοιτητής. «Δεν σε θέλει ο λαός, πάρ’ τη Δέσποινα και μπρος», λένε τα συνθήματα των φοιτητών, «Έξω αι ΗΠΑ», «Έξω το ΝΑΤΟ», «Έξι χρόνια είν’ αρκετά, δεν θα γίνουνε εφτά» , «Επανάσταση λαέ, θάνατος στο φασισμό», «Κάτω η χούντα», «Ψωμί, παιδεία, ελευθερία», «Εργάτη πεινάς γιατί τους προσκυνάς», «Ένας είν’ ο αρχηγός, ο κυρίαρχος λαός», «Λαέ, λαέ, ή τώρα ή ποτέ», «Έξω οι Αμερικάνοι», «Οι φοιτητές δεν βολεύονται, βουλεύονται»…
Συγχρόνως, ο ραδιοσταθμός των φοιτητών εκπέμπει, από τον πομπό που κατασκεύασε μέσα σε λίγες ώρες ο Γιώργος Κυρλάκης στα εργαστήρια της Σχολής Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του Πολυτεχνείου. Οι εκφωνητές, η Μαρία Δαμανάκη, ο Δημήτρης Παπαχρήστος και ο Μίλτος Χαραλαμπίδης, είναι σαφείς:
«Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ Πολυτεχνείο! Σας μιλά ο ραδιοφωνικός σταθμός των ελεύθερων αγωνιζομένων φοιτητών, των ελεύθερων αγωνιζομένων Ελλήνων! Κάτω η Χούντα, κάτω ο Παπαδόπουλος, έξω οι Αμερικάνοι, κάτω ο φασισμός, η χούντα θα πέσει από το λαό! Λαέ κατέβα στο πεζοδρόμιο, έλα να μας συμπαρασταθείς, τη λευτεριά σου για να δεις! Ο αγώνας είναι παλλαϊκός, αντιδικτατορικός, αντιχουντικός αγώνας! Αυτόν τον αγώνα μόνο εσύ μπορείς να τον κάνεις! Η Ελλάδα κυβερνάται από ξένα συμφέροντα! Ο δικτάτορας Παπαδόπουλος προσπαθεί τώρα να καλυφθεί πίσω από μια μάσκα Δημοκρατίας με τη ψευτο-κυβέρνηση Μαρκεζίνη και τις ψευτο-εκλογές που προκηρύσσει! Λαέ της Ελλάδας, το Πολυτεχνείο είναι σημαιοφόρος του αγώνα μας, του αγώνα σας, του κοινού αγώνα μας ενάντια στη δικτατορία και για την Δημοκρατία!».
Αργά το απόγευμα της Παρασκευής 16 Νοεμβρίου, γύρω από το Πολυτεχνείο έχουν συγκεντρωθεί δεκάδες χιλιάδες άτομα. Τα θεμέλια της δικτατορίας τρίζουν, και βέβαια μόνο με ένα τρόπο μπορεί να αντιδράσει μπροστά στην πάνδημη αποδοκιμασία του καθεστώτος – με τη βία. Έτσι, ο Παπαδόπουλος δίνει εντολή στις δυνάμεις ασφαλείας να χτυπήσουν. Δακρυγόνα, οι πρώτοι πυροβολισμοί… Οδομαχίες – οι οικοδόμοι δε μασάνε, συμπλέκονται με τους αστυνομικούς, με δοκάρια στήνουν οδοφράγματα. Τα μεσάνυχτα η κατάσταση έχει εκτραχυνθεί- στους δρόμους έχουν βγει τανκς και βαριά οχήματα που διαλύουν τα οδοφράγματα και τα μπλόκα.
Η εισβολή επίκειται και τότε ο σταθμός εκπέμπει εκείνο το αξέχαστο, σπαρακτικό μήνυμα: «Αδέλφια μας στρατιώτες! Αδέλφια μας στρατιώτες! Πώς είναι δυνατόν να πυροβολήσετε τ’ αδέλφια σας; Πώς είναι δυνατόν να χυθεί ελληνικό αίμα; Αφού όλοι πιστεύουμε στη λευτεριά! Εγώ πρώτος αρχίζω τον Εθνικό Ύμνο, το αιώνιο σύμβολο της ελευθερίας: Σε γνωρίζω από τη κόψη του σπαθιού την τρομερή, σε γνωρίζω από την όψη που με βια μετράει τη γη! Απ΄τα κόκκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά, και σαν πρώτα ανδρειωμένη, χαίρε, ώ χαίρε λευτεριά!
Ελληνικέ λαέ πρέπει να μάθεις! Πρέπει να μάθεις ότι αυτή τη στιγμή αγωνίζονται τα παιδιά σου! Όλος ο ελληνικός λαός, και προπάντων ο λαός της Αθήνας, βρίσκεται στους δρόμους μπροστά στα τανκς! Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ Πολυτεχνείο!»
Ο σταθμός εξέπεμπε ακόμα και όταν είχε πέσει η κεντρική πύλη, και μάλιστα συνέχισε για σαράντα λεπτά μέχρι που το Πολυτεχνείο τελικά εκκενώθηκε από τους φοιτητές. Ήταν μια απίστευτη νύχτα, η νύχτα της Παρασκευής 16, προς Σάββατο 17 Νοέμβρη του 1973.
Τα ξημερώματα οι Λοκατζήδες έβγαλαν έξω τους φοιτητές, καμιά φορά προστατεύοντάς τους από τους αγριεμένους αστυνομικούς, κυπατζήδες, ασφαλίτες και παρακρατικούς που τους λιάνιζαν… Κάποιοι φοιτητές ζήτησαν καταφύγιο στις πολυκατοικίες της περιοχής, ενώ ελεύθεροι σκοπευτές της Αστυνομίας, ακροβολισμένοι στις ταράτσες γύρω από το Πολυτεχνείο, έβαλαν κατά βούληση εναντίον των διαδηλωτών… Τελικά, ο σταθμός σίγησε όταν συνελήφθησαν οι εκφωνητές του.
Τί είναι λοιπόν το Πολυτεχνείο; Η συγγραφέας και δημοσιογράφος Πέπη Ρηγοπούλου, που ανήκει στην Γενιά του Πολυτεχνείου, ήταν σκαρφαλωμένη στον πυλώνα της κεντρικής πύλης – το τανκ της συνέθλιψε τα πόδια όταν εισέβαλε. Τί είναι το Πολυτεχνείο; Η ίδια απαντά καθαρά και ξάστερα: «ο έρωτας είναι εξέγερση και η εξέγερση είναι έρωτας».
Γιατί τί άλλο από έρωτας είναι αυτό το ισχυρό κίνητρο να κατέβεις στο πεζοδρόμιο, για να φωνάξεις «Φτάνει πια!» στην όποια εξουσία που σε συνθλίβει; Τί άλλο από έρωτας για την ελευθερία και τη ζωή ήταν το κίνητρο όλων αυτών των ανθρώπων που σκοτώθηκαν τιμώντας, αληθινά όμως, όχι φιλολογικά, το νόημα της επετείου; Τι άλλο από έρωτας ήταν αυτό που παρακίνησε τον Κουμή και την Κανελλοπούλου να συμμετάσχουν στην πορεία για το Πολυτεχνείο το 1980, όταν τα ΜΑΤ τους έσπασαν, κυριολεκτικά, τα κεφάλια και των δύο;
Η Γενιά του Πολυτεχνείου ήταν εκείνοι οι άντρες κι εκείνες οι γυναίκες που συμμετείχαν στον ξεσηκωμό, ή που απλά ήταν νέοι στα τελευταία χρόνια της Χούντας και στα πρώτα της Μεταπολίτευσης. Η εξέγερση του Πολυτεχνείου μυθοποιήθηκε, αμφισβητήθηκε, ενέπνευσε έργα τέχνης, έγινε εθνική εορτή… Ακόμα, για κάποιους, το Πολυτεχνείο αποτέλεσε το ηθικό πρόσχημα για να φορέσουν το ματωμένο φωτοστέφανο του κοινωνικού εκδικητή…
Για άλλους, το Πολυτεχνείο αποτέλεσε εφαλτήριο κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής εξέλιξης. Πολιτικές καριέρες θεμελιώθηκαν πάνω στη νεανική συμμετοχή, την φοιτητική τρέλα. Το αγωνιστικό παράσημο του Νοέμβρη έφτασε να κοσμεί κοστούμια και ταγιεράκια, έφτασε να είναι το πετράδι του στέμματος σ’ ένα πλούσιο βιογραφικό.
Αλλά, όλοι αυτοί και όλες αυτές που εξαργύρωσαν τα ουρλιαχτά, τα τραύματα και τα δάκρυά τους με δημόσια αξιώματα, καταντώντας να υπηρετούν ενίοτε εκείνες τις αρχές, εναντίον των οποίων αγωνίστηκαν κάποτε, όλοι αυτοί και όλες αυτές λοιπόν, λησμόνησαν τη παροιμία που λέει πως τα στερνά τιμούν τα πρώτα…
Για κάποιους άλλους όμως, το Πολυτεχνείο απετέλεσε την κορυφή της ύπαρξής τους, το υψηλότερο και ευγενέστερο σημείο που έφτασαν ποτέ. Αυτοί, με το πέρασμα του χρόνου, κατέβηκαν μεν από αυτή την κορυφή, αλλά δεν της γύρισαν ποτέ την πλάτη. Δεν ζήτησαν αξιώματα, δεν ξαναμίλησαν για τη συμμετοχή τους, δεν διαφήμισαν τον εαυτό τους, δεν ανέβηκαν σε βάθρο. Κράτησαν εκείνες τις μέρες του Νοέμβρη σαν μια πολύτιμη ανάμνηση, σαν ένα βιωματικό κόσμημα, εσωτερικό, πάνω στη ψυχή τους, που τους έκανε ενδεχομένως να χαμογελούν καθώς κοιτούσαν έκτοτε τον εαυτό τους στον καθρέφτη, σαν την γλυκιά θύμηση ενός νεανικού έρωτα.
Προσωπικά, τον Νοέμβρη του 1973 ήμουν 11 χρονών. Θυμάμαι την απαγόρευση της κυκλοφορίας και τον μακρινό απόηχο από πυροβολισμούς…Θυμάμαι καθαρά τη βαριά ατμόσφαιρα, το σκοτεινό νέφος που σκέπαζε το λεκανοπέδιο – «ο στρατός μπήκε στο Πολυτεχνείο», θυμάμαι να λέω με τους φίλους μου.
Θυμάμαι τα ρεπορτάζ της κρατικής τηλεόρασης, με τα συντρίμμια μέσα στο Ίδρυμα, τους πυροσβέστες να ξεπλένουν αποκαΐδια και τσαλακωμένα πλακάτ με τη μάνικα, θυμάμαι την πανάθλια, την επονείδιστη εκπομπή του Μαστοράκη, θυμάμαι την αίσθηση από τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, με τη διασαλευθείσα τάξιν να αποκαθίσταται, θυμάμαι τους μεγάλους να συζητάνε γεμάτοι έξαψη για τους νεκρούς, για τους εσατζήδες, για τα τανκς, για τον Ιωαννίδη… Ναι, ήμουν πολύ μικρός για να καταλάβω τί ακριβώς είχε γίνει, αλλά και πολύ μεγάλος για να τα περάσω όλα αυτά στο ντούκου.
Η δική μου η γενιά λοιπόν, έμαθε για το Πολυτεχνείο έμμεσα – από ό,τι διαβάσαμε μετά, από ό,τι μάθαμε μετά συζητώντας με ανθρώπους που ήταν μέσα, από ό,τι ρεπορτάζ και ντοκιμαντέρ και ταινίες είδαμε μετά, από τις πορείες και τις διαδηλώσεις, τα επεισόδια και τους γιορτασμούς που έγιναν, και συνεχίζουν να γίνονται μετά την 17η Νοεμβρίου του 1973, εδώ και σαράντα πέντε χρόνια.
…Στους οποίους εορτασμούς κάποιοι δεν παίρνουν μέρος, αν και ήταν πρωταγωνιστές τότε, στο δράμα του Νοέμβρη. Κι ούτε και θα πάρουν μέρος ποτέ, καθώς είναι οι νεκροί, αυτοί που έχασαν τη ζώη τους τότε από σφαίρες αστυνομικών, εσατζήδων και στρατιωτών, μένοντας έκτοτε αιώνιως νέοι, για πάντα επαναστάτες, μονίμως εν εξεγέρσει διατελούντες.
Οι Νεκροί του Πολυτεχνείου! Που κάποιοι αμφισβήτησαν την ίδια την ύπαρξή τους…Οι νεκροί, όπως ο πεντάχρονος Δημήτρης Θεοδωράς, όπως ο 17χρονος Διομήδης Κομνηνός, όπως ο δικηγόρος Σπυρίδων Κοντομάρης, όπως ο εμπειρογνώμων ασφαλιστικής εταιρείας Σωκράτης Μιχαήλ, όπως η 22χρονη φοιτήτρια από τη Νορβηγία Τόριλ Μαργκρέτε Ένγκελαντ, όπως ο ιδιωτικός υπάλληλος Βασίλειος Φάμελλος, ο φοιτητής Γεώργιος Σαμούρης, ο οικοδόμος Δημήτριος Κυριακόπουλος, ο 24χρονος εργάτης Νικόλαος Μαρκούλης… Όπως η Βασιλική Μπεκιάρη, εργαζόμενη μαθήτρια δεκαεφτά ετών, κάτοικος Νέου Κόσμου, που την 17η Νοεμβρίου, στις 12 το μεσημέρι, ενώ βρισκόταν στην ταράτσα του σπιτού της, επί της οδού Μεταγένους 8, τραυματίστηκε θανάσιμα στον αυχένα από σφαίρα…
Αυτοί δεν θα έρθουν στον φετινό εορτασμό της επετείου του Πολυτεχνέιου. Ούτε οι υπόλοιποι, από τους 24 επίσημους και βεβαιωμένους νεκρούς του Πολυτεχνείου, όπως τους καταμέτρησε το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών.
Από πού κρατάει η σκούφια μας
Κάθε λέξη κρύβει μια ιστορία. Η ετυμολογία της, δηλαδή η αναζήτηση της προέλευσής της και της αρχικής της σημασίας, μπορεί να μας οδηγήσει πολύ μακριά, τόσο στα ονόματα των ανθρώπων και των τόπων, όσο και στις λέξεις που περιγράφουν αντικείμενα και αφηρημένες έννοιες.