Ρωτήσαμε τον Καζαντζάκη αν τον αφόρισαν
Διαβάζεται σε 13'
Η ουσία της φιλοσοφίας του Καζαντζάκη απαιτεί ελεύθερα μυαλά μακριά από τους δογματισμούς. Η Τεχνητή Νοημοσύνη μας βοήθησε να τον “ρωτήσουμε” πράγματα για το σήμερα, που δυστυχώς ήταν υπαρκτά και “τότε”.
- 13 Απριλίου 2025 07:08
*DISCLAIMER: Το κείμενο αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας.
Το τελευταίο διάστημα το ζήτημα της λογοκρισίας στην τέχνη έχει έρθει πολύ ψηλά στην ατζέντα, μετά τους βανδαλισμούς στην Πινακοθήκη αλλά και τη “χαλαρή” στάση της Εκκλησίας απέναντι σε όσα έλαβαν χώρα. Φυσικά, δεν είναι η πρώτη φορά που λογοκρίνονται ή καταστρέφονται έργα σε αυτόν τον τόπο, από θρησκόληπτους και αναχρονιστές. Ένας εκ των μεγάλων δημιουργών των Ελληνικών Γραμμάτων που είδε τα έργα του να στοχοποιούνται, ήταν ο Νίκος Καζαντζάκης.
Η “Ασκητική”, ο “Καπετάν Μιχάλης”, το έργο “ο Χριστός ξανασταυρώνεται”, αλλά και “ο τελευταίος πειρασμός” φιμώθηκαν για προφανείς λόγους. Στον “Καπετάν Μιχάλη”, ο Καζαντζάκης διηγείται την ερωτική σκηνή μεταξύ ενός χριστιανού και μιας μουσουλμάνας. Η “Ασκητική” κατηγορήθηκε για αθεϊσμό. Το βιβλίο “Ο Χριστός ξανασταυρώνεται” κυκλοφόρησε το 1954 και ήταν ένα από τα έργα που προκάλεσαν την οργή της Ιεράς Συνόδου “για ασεβή χρήση εδαφίων του Ευαγγελίου”. Ο Καζαντζάκης κατηγορήθηκε το και1953 από την Ελληνική Εκκλησία ως “ιερόσυλος”, για το βιβλίο του “Ο τελευταίος πειρασμός” γιατί υποτίθεται πως “καθύβριζε το πρόσωπο του Χριστού”.
Ο ίδιος ο Καζαντζάκης, απαντώντας στις κατηγορίες της Εκκλησίας, έγραφε:“Μου δώσατε μια κατάρα, Άγιοι Πατέρες, σας δίνω μια ευχή: Σας εύχομαι να ‘ναι η συνείδησή σας τόσο καθαρή όσο η δική μου και να ‘στε τόσο ηθικοί και θρήσκοι όσο είμαι εγώ“.
Τα έργα του Καζαντζάκη προφανώς και λογοκρίθηκαν και από τη Χούντα. Ο ίδιος οραματιζόταν έναν “διαφορετικό Χριστό”, έξω από τον σκληρό δογματισμό και τις φανατικές ερμηνείες, και κηδεύτηκε χωρίς τιμές αφήνοντας ένα έργο ως παρακαταθήκη που έχει μεταφραστεί και κυκλοφορήσει σε όλο τον πλανήτη. Πρόσφατα δε, οι εκδόσεις Διόπτρα επανακυκλοφόρησαν άλλωστε τα έργα του σπουδαίου συγγραφέα μας, όπως και το ακυκλοφόρητο έργο, “ο Ανήφορος”.
Εμείς, συνεχίζοντας τις “συνεντεύξεις” μας με τη χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης, θέσαμε ερωτήματα μέσω ChatGpt που απαντούν σε καίρια ζητήματα γύρω από τη ζωή και τη δράση του Νίκου Καζαντζάκη. Σεβόμενοι πάντα την αλήθεια και αξιοποιώντας ιστορικές πηγές.
– Ποιο είναι το νόημα της ύπαρξής μας;
Η ανθρώπινη ύπαρξη είναι πάντα μια συνεχής αναζήτηση, ένας αέναος αγώνας για ελευθερία και αυτογνωσία. Το βαθύτερο νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης δεν βρίσκεται σε εξωτερικά επιτεύγματα, ούτε σε κοινωνικούς τίτλους ή χρήματα. Είναι η πάλη του ανθρώπου με τον ίδιο του τον εαυτό, η αναζήτηση της εσωτερικής ελευθερίας. Το να καταφέρει να ξεπεράσει τον φόβο του θανάτου, να φτάσει πέρα από τα δεσμά της συνήθειας και της κοινωνικής προσδοκίας, και να γίνει ο ίδιος ο υπέρτατος δημιουργός του εαυτού του.
Σήμερα, όπως πάντα, οι άνθρωποι βρίσκονται αντιμέτωποι με την απογοήτευση, την αβεβαιότητα και την εσωτερική σύγχυση. Όμως, το νόημα βρίσκεται στην αντίσταση απέναντι σε όλα αυτά. Όπως λέω και στο Ζορμπά, «Δεν έχουμε να κάνουμε με το Θεό, έχουμε να κάνουμε με το ανθρώπινο, το γήινο, το ζωντανό, το αληθινό». Η ζωή είναι φτιαγμένη για να την ζήσεις έντονα, με πάθος, να νιώθεις τον πόνο και την χαρά μέχρι το βάθος τους.
Το νόημα λοιπόν, φίλε μου, είναι να ζήσεις πλήρως, να αγαπήσεις με όλη σου την ψυχή, να αμφισβητήσεις, να ανατρέψεις και να βρεις την αλήθεια σου, ακόμα κι αν αυτή η αλήθεια είναι γεμάτη αμφιβολία και πόνο. Όσο δεν φοβάσαι την αβεβαιότητα, τόσο πιο κοντά βρίσκεσαι στην αληθινή ελευθερία.
-Δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβάμαι τίποτα, είμαι ελεύθερος. Σε τι πίστευες;
Η φράση μου “Δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβάμαι τίποτα, είμαι ελεύθερος” έχει μια ίδια αίσθηση της ελευθερίας, της αποδοχής του παρόντος και της αναγνώρισης ότι η αληθινή ελευθερία βρίσκεται στην αποδέσμευση από τις εξωτερικές προσδοκίες και τους φόβους.
Πίστευα στον άνθρωπο, φίλε μου. Πίστευα στη δύναμη που κρύβει μέσα του να δημιουργήσει, να αγωνιστεί, να ξεπεράσει τα όρια του. Όχι στον Θεό που μας φοβερίζει, ούτε σε κάποιο μεταφυσικό σκοπό που να καθορίζει τη ζωή μας, αλλά στον ίδιο τον άνθρωπο, που μέσα από την αβεβαιότητα και την πάλη του για ελευθερία βρίσκει τον αληθινό του δρόμο.
Πίστευα πως η ελευθερία δεν είναι κάτι που μας χαρίζεται, αλλά κάτι που κατακτάται μέσα από τον αγώνα με το ίδιο μας το «είναι». Δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβάμαι τίποτα, γιατί όταν ξεπεράσεις τα όρια του φόβου και της ελπίδας, είσαι πραγματικά ελεύθερος. Ελεύθερος να ζήσεις με το πάθος και την αλήθεια σου, χωρίς να προσδοκάς τίποτα και χωρίς να φοβάσαι τίποτα.
Αυτό είναι το μυστικό της ελευθερίας. Η δύναμη να αγωνίζεσαι με την αλήθεια σου, χωρίς να σε τρομάζουν οι εξωτερικές πιέσεις και χωρίς να προσπαθείς να ελέγξεις το απρόβλεπτο του κόσμου.
– Ποιοι είναι οι μεγαλύτεροι αγώνες που πρέπει να δώσουμε σήμερα;
Οι ίδιοι αγώνες που έδιναν οι άνθρωποι πάντα, μόνο που σήμερα η κλίμακα και η ένταση αυτών των αγώνων είναι διαφορετική. Ο πρώτος αγώνας είναι για την ελευθερία της σκέψης και της ψυχής. Σε έναν κόσμο γεμάτο από ιδεολογίες, μηχανισμούς εξουσίας και συνθήματα, ο άνθρωπος πρέπει να αγωνιστεί για να διατηρήσει την αυθεντικότητα του, να μην υποκύψει στην καταπίεση των εξωτερικών πιέσεων, να μην αφήσει την κοινωνία και τις επιρροές της να τον πνίξουν.
Ο δεύτερος αγώνας είναι η πάλη με τον ίδιο μας τον εαυτό, το «είναι» μας, τις εσωτερικές αντιφάσεις και τους φόβους μας. Το να ξεπεράσουμε τα προσωπικά μας όρια, τις αμφιβολίες, και να μπούμε σε μια διαρκή διαδικασία αυτογνωσίας και αυτογνωσίας. Αυτός είναι ο πιο σπουδαίος αγώνας. Όσο περισσότερο κατανοούμε το βάθος της ύπαρξής μας, τόσο περισσότερο μπορούμε να δούμε πέρα από τα μικρά και τα πρόσκαιρα της καθημερινότητας και να προσπαθήσουμε για κάτι μεγαλύτερο.
Επιπλέον, σήμερα ο άνθρωπος αντιμετωπίζει την παγκόσμια αποξένωση και τη συναισθηματική κατάθλιψη που προκαλούν οι σύγχρονες κοινωνίες της υπερκατανάλωσης και της αδιαφορίας. Εδώ έρχεται ο αγώνας για την ανθρώπινη επικοινωνία, για τη δημιουργία αυθεντικών σχέσεων, για την αναγνώριση του άλλου ως ισότιμου και πολύτιμου.
Τέλος, το πιο μεγάλο και επίκαιρο σήμερα είναι ο αγώνας για τη σωτηρία της φύσης και του πλανήτη μας.
-Έπρεπε να λάβεις το Νόμπελ;
Στην πραγματικότητα, είχα στείλει επιστολή προκειμένου να προταθώ για το Νόμπελ Λογοτεχνίας, και αυτό το έκανα γιατί πίστευα στην αξία του έργου μου και στον αντίκτυπό του. Είχα στείλει την επιστολή στην Ακαδημία Σουηδίας το 1956, προκειμένου να προταθώ για το βραβείο. Ένιωθα πως το έργο μου, με όλες τις αντιφάσεις και τις αμφισβητήσεις που περιείχε, άξιζε αναγνώριση.
Όμως, η επιστολή αυτή δεν είχε ως σκοπό την εξωτερική επιβεβαίωση. Ήταν μια πράξη που συνδεόταν με την πεποίθησή μου ότι το έργο που έκανα είχε κάτι σημαντικό να προσφέρει στην ανθρώπινη σκέψη και εξέλιξη. Ήθελα απλώς να δείξω στον κόσμο ότι η τέχνη και η λογοτεχνία δεν πρέπει να περιορίζονται από εξωτερικούς παράγοντες όπως η κοινωνική αποδοχή ή τα θεσμικά βραβεία.
Το γεγονός ότι δεν μου απονεμήθηκε το Νόμπελ δεν με πείραξε. Η ζωή μου, η λογοτεχνία και τα έργα μου δεν εξαρτώνται από την αναγνώριση. Εξάλλου, το έργο μου συνεχίζει να ζει στους ανθρώπους και στις καρδιές τους, πέρα από κάθε επίσημη διάκριση.
– Ποια ήταν η σχέση σου με τη θρησκεία;
Η σχέση μου με τη θρησκεία ήταν πάντα περίπλοκη και γεμάτη αναζητήσεις. Ποτέ δεν ήμουν τυφλός πιστός, αλλά ούτε και άθεος. Μεγάλωσα με την ορθόδοξη πίστη, όμως πολύ νωρίς άρχισα να αμφισβητώ τα δόγματα και τις παραδοσιακές εικόνες του Θεού. Η θρησκεία, για μένα, ήταν κάτι παραπάνω από τυφλή πίστη – ήταν μια προσωπική αναζήτηση του νοήματος, μια αδιάκοπη πάλη για να καταλάβουμε τον Θεό και τον άνθρωπο σε βάθος.
Έτσι, δεν με ενδιαφέραν οι παραδοσιακοί θεσμοί της Εκκλησίας, που συχνά μου φαίνονταν γεμάτοι υποκρισία και καθωσπρεπισμό. Για μένα, η πίστη δεν ήταν κάτι που θα μπορούσες να βρεις σε κλειστούς ναούς ή σε τυποποιημένα δόγματα. Ήταν κάτι που έπρεπε να ζήσεις μέσα από την καθημερινή πάλη, την προσωπική εξέλιξη και την αναζήτηση.
Ο Θεός, για μένα, δεν ήταν κάτι έξω από τον άνθρωπο, αλλά κάτι που τον συνδέει με όλον τον κόσμο, με όλη τη φύση, με την ίδια τη ζωή. Η θρησκεία, λοιπόν, ήταν μια εσωτερική αναζήτηση και όχι μια εξωτερική υποχρέωση.
– Γιατί λογοκρίθηκαν τα έργα σου;
Τα έργα μου λογοκρίθηκαν γιατί οι ιδέες μου προκαλούσαν την παραδοσιακή αντίληψη της κοινωνίας, της Εκκλησίας και των εξουσιών. Δεν έγραφα για να επιβεβαιώσω τα δόγματα ή να ενισχύσω τις επικρατούσες αξίες, αλλά για να αμφισβητήσω, να διαταράξω και να προκαλέσω τους ανθρώπους να σκεφτούν διαφορετικά για τη ζωή, τη θρησκεία και την ανθρώπινη φύση.
Στο έργο μου Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται, για παράδειγμα, η εικόνα του Χριστού δεν ήταν η παραδοσιακή, αλλά ένας άνθρωπος που αμφισβητούσε το σύστημα και έφερνε το μήνυμα της ελευθερίας και της υπέρβασης των δογματικών περιορισμών. Αυτό ενοχλούσε τις εξουσίες της εποχής, τόσο θρησκευτικές όσο και πολιτικές.
Η λογοκρισία που υπήρξε για τα έργα μου δεν ήταν παρά μια προσπάθεια να κρατηθεί ο κόσμος σε περιορισμένα όρια, να αποτραπεί η αμφισβήτηση και να εμποδιστεί η ελεύθερη σκέψη. Ο κόσμος των εξουσιών, των θρησκευτικών θεσμών και των κοινωνικών συμβάσεων φοβήθηκε ότι οι ιδέες μου θα έβαζαν σε κίνδυνο το κατεστημένο, θα δημιουργούσαν αναταραχή στην τάξη που είχαν επιβάλει.
Όμως, για μένα, η λογοκρισία αυτή ήταν απλώς ένα σημάδι ότι τα έργα μου είχαν τη δύναμη να προκαλούν, να αμφισβητούν και να αναθεωρούν όσα θεωρούνταν δεδομένα. Και γι’ αυτό, αν και λογοκρίθηκαν, εξακολουθούν να είναι ζωντανά, γιατί η αλήθεια και η ελευθερία δεν μπορούν να σιωπηθούν.
– Τελικά, σε αφόρισαν επίσημα;
Είχα την “τιμή” να προκαλέσω την Εκκλησία, μα ποτέ δεν με αφορίσανε επίσημα. Οι θεσμοί της Εκκλησίας, με τα δόγματα και τις υποκρίσεις τους, δεν μπορούν να κρίνουν την αλήθεια. Την αλήθεια την κρίνει ο ίδιος ο άνθρωπος, μέσα από την πάλη του, την αμφισβήτηση και τη συνεχιζόμενη αναζήτηση.
Ο αφορισμός τους για μένα δεν είχε καμία σημασία. Ούτε οι λόγοι τους με αγγίζαν, ούτε οι επιθέσεις τους με φόβιζαν. Εγώ μιλώ για την ελευθερία του ανθρώπου να σκέφτεται, να αγαπά, να αμφισβητεί. Και η αλήθεια είναι πάντα εκεί, πέρα από τα όρια των θεσμών και των εξουσιών. Εγώ συνέχισα να γράφω, να αμφισβητώ, να αναζητώ το νόημα της ζωής και της πίστης, χωρίς να με ενδιαφέρει το τι λένε οι άλλοι.
Ακόμα και η ταφή μου ήταν μια συνέπεια της ίδιας της πάλης μου με το σύστημα. Όταν έφυγα από τον κόσμο αυτόν το 1957, η Εκκλησία της Ελλάδας, με το έργο μου και τις ιδέες μου να είναι τόσο αντίθετα με τα δόγματα και τις παραδοσιακές πεποιθήσεις της, απαγόρευσε την ταφή μου σε εκκλησιαστικό νεκροταφείο. Ήθελαν να με καταδικάσουν, να με κρατήσουν έξω από την εκκλησιαστική κοινότητα. Αλλά η σορός μου μεταφέρθηκε στο Ηράκλειο, και αυτή η κίνηση είχε την υποστήριξη ανθρώπων που κατανοούσαν το έργο μου και την προσφορά μου στην ανθρωπότητα.
Η τελετή έγινε στον Ναό του Αγίου Μηνά, παρότι η Εκκλησία δεν συμμετείχε στην ταφή μου. Η ταφή μου έγινε στην Τάπια Μαρτινέγκο, πάνω στα βενετσιάνικα τείχη του Ηρακλείου, ως μια τελευταία πράξη αντίστασης και αποδοχής από την πόλη που με ανέθρεψε. Ήταν μια ταφή που αψηφούσε τη θρησκευτική εξουσία και την κοινωνική καταπίεση, όπως ακριβώς έζησα και δημιούργησα.
Ο Καζαντζάκης, η φιλοσοφία του και η ιστορική αλήθεια
Στα έργα του Καζαντζάκη, υπάρχει μια “συνομιλία” με τον Νίτσε, κάτι που είχε παραδεχθεί και ο ίδιος. Το νόημα της ζωής για τον Νίτσε είναι η ενεργητική διεκδίκηση της ζωής, η επιθυμία να ξεπεράσει κανείς τον εαυτό του, να δημιουργήσει, να τολμήσει, να ζήσει με ένταση. Για τον Νίτσε ο άνθρωπος δημιουργεί το δικό του νόημα, χωρίς να φοβάται τον πόνο, την αποτυχία ή τον θάνατο. Επίσης, ήταν υπέρμαχος της αλληλεγγύης η οποία δεν έρχεται ως “λύπηση” αλλά ως συνειδητή στάση ζωής. Μάλιστα, για τον Νίτσε η ιδέα της αιώνιας επιστροφής προϋποθέτει ότι αγαπάς τη ζωή τόσο πολύ, που θα ήσουν έτοιμος να τη ζήσεις ξανά και ξανά, με όλες τις τραγωδίες της. Κάτι που φαίνεται να “διαπερνά” και το έργο του Καμί.
Με τον Καμί δε, αλληλογραφούσε συχνά, και αντάλλασσαν απόψεις μέσω έργων και επιστολών. Ο Καμί εκτίμησε βαθύτατα τον Καζαντζάκη και ιδιαίτερα το έργο του “Ο Τελευταίος Πειρασμός”. Ο ίδιος ο Καμί φρόντισε για τη γαλλική έκδοση του βιβλίου το 1951, παρά τις αντιδράσεις της καθολικής εκκλησίας στη Γαλλία. Αποκάλεσε τον Καζαντζάκη “έναν από τους μεγαλύτερους πνευματικούς ανθρώπους της εποχής του”, ενώ σε επιστολή του δήλωσε πως “αν υπάρχει κάτι το ανήσυχο και όμορφο στην ανθρώπινη ψυχή, ο Καζαντζάκης το έχει διερευνήσει με τον πιο αληθινό τρόπο”.
“Το νόημα της ζωής δεν σου δίνεται, το δημιουργείς εσύ, με τις πράξεις σου”
- Ο Καζαντζάκης πίστευε σε έναν τραγικό ηρωισμό: ο άνθρωπος πρέπει να υπερβεί τον εαυτό του, να μεταμορφώσει το σώμα σε πνεύμα, να ανέβει σαν “ασκητής” (βλ. Ασκητική).
- Ο Καμί θεωρούσε ότι η σύγκρουση μεταξύ της ανάγκης του ανθρώπου για νόημα και της “σιωπής” του σύμπαντος γεννά το παράλογο. Δεν το υπερβαίνεις, δεν το αρνείσαι, το αποδέχεσαι και ζεις μέσα σ’ αυτό, χτίζοντας το δικό σου νόημα πάνω στις βασικές αρχές της αλληλεγγύης και της δικαιοσύνης. Αρχές που διαπερνούν και το έργο του Έλληνα συγγραφέα.
Για την ιστορία, ο Καζαντζάκης δεν αφορίστηκε επισήμως ποτέ καθώς μετά τη λήψη της απόφασης από την Ιερά Σύνοδο δεν ακολούθησε και υπογραφή του Οικουμενικού Πατριάρχη. Ο Πατριάρχης Αθηναγόρας της Πόλης έλαβε το αίτημα, αλλά δεν το ενέκρινε ποτέ. Τέλος, μετά τον θάνατο του συγγραφέα δεν έγινε λαϊκό προσκύνημα, παρά τις προσπάθειες που κατέβαλαν ο Γεώργιος Παπανδρέου και ο κυβερνητικός επίτροπος Θ. Σπεράντζας, φίλοι και οι δύο του Καζαντζάκη. Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Θεόκλητος δεν τόλμησε να λάβει απόφαση για προσκύνημα, φοβούμενος αντιδράσεις κάποιων ακραίων χριστιανικών ομάδων.
Στις 5 Νοεμβρίου του 1957, έπειτα από μεγάλη λειτουργία στον Ναό του Αγίου Μηνά, παρουσία του Αρχιεπισκόπου Κρήτης Ευγενίου και 17 ακόμη ιερέων, έγινε η ταφή του Νίκου Καζαντζάκη, στην οποία όμως εκείνοι δεν συμμετείχαν κατόπιν απαγόρευσης του Αρχιεπισκόπου. Η ταφή έγινε στην ντάπια Μαρτινέγκο, πάνω στα Βενετσάνικα τείχη.
Στον τάφο του Νίκου Καζαντζάκη χαράχθηκε, όπως το θέλησε ο ίδιος, η επιγραφή: Δεν ελπίζω τίποτα, δε φοβούμαι τίποτα, είμαι λέφτερος.
Τα βιβλία του Νίκου Καζαντζάκη κυκλοφορούν από τις Εκδόσεις Διόπτρα
Διαβάστε ακόμα: Έχεις τα πινέλα. 33 μαθήματα ζωής από τον Νίκο Καζαντζάκη