ACCIDENTALLY WES ANDERSON: O ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΟ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΟΥ INSTAGRAM
Πώς ένα account με παστέλ συμμετρικά κάδρα από όλον τον πλανήτη, σαν πλάνα από ταινίες του διάσημου αμερικάνου σκηνοθέτη, εξελίχθηκε σε ιντερνετικό φαινόμενο κι εκδόθηκε σε βιβλίο; Μας το εξηγεί από το Μπρούκλιν ο δημιουργός του, Γουόλι Κόβαλ.
Μικρές ανάσες κατά τη διάρκεια της ημέρας. Εκεί που διακόπτεται το σκρόλινγκ σε ναρκισσιστικές σέλφι, θερμιδοφόρα πιάτα και φωτό αρχείου με κλισέ hashtags. Εκεί που το Instagram γίνεται ένα «καλύτερο μέρος».
Σίγουρα ένα πιο όμορφο μέρος, με παστέλ συμμετρικά κάδρα από όλον τον πλανήτη που ενίοτε κουβαλάνε συναρπαστικές ιστορίες. Σαν πλάνα από ταινίες του, σαν να πέρασε από εκεί «κατά λάθος ο Γουές Άντερσον». Είναι οι στιγμές που στην οθόνη του κινητού μας βλέπουμε τις εικόνες του @accidentallywesanderson.
Το καλοκαίρι του 2017 ο Γουόλι Κόβαλ, ανέκαθεν θαυμαστής του 52χρονου αμερικάνου σκηνοθέτη, αποφάσισε να ξεκινήσει έναν λογαριασμό στο Instagram. Η αρχική ιδέα ήταν να φτιάξει κάτι σαν ταξιδιωτική bucket list από μέρη που θα ήθελε να επισκεφτεί με τη σύζυγό του Άμάντα. Είχαν, άλλωστε, μόλις επιστρέψει από ένα υπέροχο ταξίδι σε Μπουένος Άιρες και Μοντεβιδέο, πόλεις που ερωτεύθηκαν μέσα από τις εκπομπές του Άντονι Μπουρντέν. Οι φωτογραφίες θα ήταν δικές του (τραβηγμένες από το τηλέφωνό του), αλλά κι άλλων ερασιτεχνών φωτογράφων, έχοντας πάντα εξασφαλίσει την άδειά τους. Και η αισθητική τους θα παρέπεμπε στις ταινίες του Γουές, «ξέρεις σε αυτήν την αίσθηση μετά από μια μεγάλη πτήση, ενώ έχεις και λίγο τζετ λαγκ, κι όλα φαίνονται λίγο πιο θολά…κι όλα κρύβονται πίσω από ένα διαφορετικό φως που σου επιτρέπει να βλέπεις πράγματα που ίσως δε θα πρόσεχες διαφορετικά». Αποφάσισε λοιπόν να μαζέψει υλικό ούτως ώστε να δημοσιεύει μια φωτογραφία την ημέρα αρκεί να πληρούσε τρία στοιχεία πληροφορίας: μέρος-χρόνος-ιστορία.
Δεν το ήξερε, δεν το σχεδίαζε, αλλά η πρωτοβουλία μεγάλωσε πέρα από κάθε προσδοκία. Σχεδόν 4 χρόνια μετά ο λογαριασμός μετράει 1500 αναρτήσεις και 1.5 εκατομμύριο followers, ενώ κάθε εβδομάδα υποδέχονται μερικές εκατοντάδες φωτογραφίες που διεκδικούν δημοσίευση. Ο Γουόλι και η Αμάντα έχουν αφήσει τις προηγούμενες δουλειές τους (πωλήσεις και διοργάνωση events – real estate και κέτερινγκ κόσερ κουζίνας, αντίστοιχα), έχουν συνεργαστεί με brands όπως η Prada, με οργανισμούς όπως το Τουριστικό Συμβούλιο της Βιέννης και φυσικά -πριν μας χτυπήσει ο κορονοϊός την πόρτα- ταξίδεψαν ακόμα περισσότερο αξιοποιώντας πάσης φύσεως προσκλήσεις («σιχαίνομαι τη λέξη ατζέντης, αλλά ήταν αναγκαίο από ένα σημείο και μετά»). Στα τέλη του περασμένου Οκτώβρη κυκλοφόρησε και το ομώνυμο βιβλίο. Με περισσότερες από 200 φωτογραφίες από όλον τον κόσμο. Και πρόλογο από τον ίδιο τον Γουές Άντερσον.
Πόσο πιο success story να ζητήσει κανείς για κάτι που ξεκίνησε από ένα τυπικό διαμέρισμα δύο 30somethings στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης;
Εκεί πετυχαίνω τον Γουόλι, συνεπή στο ραντεβού του στην άλλη άκρη της οθόνης. «Οι τελευταίοι 15 μήνες ήταν περίεργοι. Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος να το θέσω. Και σε προσωπικό επίπεδο, αλλά κι επειδή είχαμε να κυκλοφορήσουμε ένα βιβλίο που υποτίθεται ότι είναι εκεί για να εμπνεύσει το ταξίδι και την ανακάλυψη σε μια περίοδο που ήμασταν όλοι εγκλωβισμένοι στο σπίτι μας. Όμως υπάρχει και η άλλη πλευρά που λέει ότι αυτή η έκδοση ήταν μια αλλόκοτη, και σίγουρα καλά κρυμμένη, ευλογία. Ενέπνευσε πολλούς ανθρώπους, τους οδήγησε προς το φως και τη θετικότητα σε μια δύσκολη περίοδο. Τους έδωσε μια ευκαιρία απόδρασης, ένα παράθυρο σε όλες αυτές τις τοποθεσίες».
Προσπαθούμε να τα πάρουμε από την αρχή. Αναρωτιέμαι αν η συμμετρία και τα παστέλ χρώματα είναι τα μοναδικά προαπαιτούμενα για να γίνουν δεκτές οι φωτό…«Εντάξει, προφανώς υπάρχει ένας κοινός τόπος, αλλά στ’ αλήθεια πρόκειται για έναν συνδυασμό αισθητικής και context. Δηλαδή, δε με ενδιαφέρει απλά μια όμορφη φωτογραφία από ένα ροζ παλάτι στην Ινδία, αλλά θέλω να μάθω και γιατί είναι ροζ. Το κριτήριο είναι περίπου το ίδιο με αυτό που ξεχωρίζει τους ταξιδιώτες από τους τουρίστες. Υπάρχουν εκείνοι που γκουγκλάρουν το top-10 των αξιοθεάτων σε μια πόλη κι εκείνοι που θέλουν το κάτι παραπάνω. Ας πούμε, όλοι έχουν πάει στο Λονδίνο κι έχουν δει το Μπάκιγχαμ, πόσοι όμως ξέρουν ότι υπάρχει μια ειδική ομάδα που τσεκάρει κάθε 36 ώρες τα 1500 ρολόγια που υπάρχουν στο παλάτι, προκειμένου η βασίλισσα Ελίζαμπεθ να είναι πάντα στην ώρα της; Πολλοί έχουν θαυμάσει τη Βουλή της Βουδαπέστης να δεσπόζει πάνω από τον Δούναβη, πόσοι όμως ξέρουν ότι στο υπόγειό της ζούσε ένας κύριος με την οικογένειά του που ήταν επιφορτισμένος με το να ρυθμίζει όλες τις λειτουργίες για τον εξαερισμό αυτού του μαμούθ κτιρίου; Αυτά είναι δυο πολύ καλά παραδείγματα για να εξηγήσω ότι το περιεχόμενο του Accidentally Wes Anderson είναι η σύζευξη αξιοσημείωτου design κι απρόσμενης αφήγησης».
Στην αρχή ήταν το account στο Instagram, γρήγορα δημιουργήθηκε το site (στο οποίο μπορείς κανείς να αναζήτήσει φωτογραφίες βάσει θεμάτων ή χρωματικής παλέτας), κατόπιν ήρθε το newsletter για να ταξινομεί καλύτερα την πληροφορία, αναπόφευκτα φτάσαμε και στο βιβλίο. Ο Γουόλι, ως πρώην πωλητής, είναι χείμαρρος προσπαθώντας να εξηγήσει τον σκοπό πίσω από το AWA και τον οργανικό τρόπο ανάπτυξής του. Δίνει συνέντευξη, αλλά μοιάζει σαν να πιτσάρει με ασυγκράτητο ενθουσιασμό το πρότζεκτ, όπως προφανώς έχει κάνει αμέτρητες φορές για να το εκμεταλλευθεί εμπορικά. Τονίζει εμφατικά
«δεν είμαστε influencers», επιστρέφει συνεχώς στην ανάγκη μιας μεγαλύτερης συνεκτικής ιστορίας που συνδέει τα θραύσματα των εικόνων και υπογραμμίζει τη σημασία της κοινότητας που έχει στηθεί γύρω από το AWA. Το
Instagram ήταν αυτό που τράβηξε την προσοχή του κοινού αλλά από εκεί και πέρα ένιωσε ότι ήταν χρέος απέναντι στην εμπιστοσύνη που του έδειξε να μην επικοινωνεί μαζί του μέσω του αλγόριθμου.
«Δεν είχα ποτέ θέμα με τα δικαιώματα, είναι για όλους ένα love project – έχω ξεκαθαρίσει ότι κανείς από τους φωτογραφους δεν πληρώνεται, αλλά κι ότι με πολύ αυστηρότητα θα επιτηρώ την απόδοση των credits. Κι επίσης τυπώσαμε και μερικά limited prints, δίνοντας τα έσοδα σε όσους δημιουργούς το επιθυμούσαν ως μια ελάχιστη ένδειξη ανταπόδοσης».
Για τις ανάγκες του βιβλίου, ο Γουόλι και η Αμάντα έπρεπε να διαλέξουν ανάμεσα από 15.000 φωτογραφίες σε μια πολύ επίπονη διαδικασία αμοιβαίων αποκλεισμών μέχρι να φτάσουν στο σύνολο που θα τυπωνόταν. «Επαναλαμβάνομαι αλλά σημασία έχουν οι ιστορίες. Ακόμα κι αν κάνω έξαλλο τον εκδότη μου με αυτό [γέλια], θα αναφερθώ σε δυο φωτογραφίες που δεν υπάρχουν στο βιβλίο: σε ένα μέρος στο Λόρελ του Μέριλαντ που ένα ζευγάρι ηλικιωμένων ξυπνάει κάθε μέρα στις 3 το πρωί για να φτιάξει φρέσκα ντόνατ και τα σερβίρει στις 5.30. Ή σε μια εξέδρα στη μέση του πουθενά στην Γκλαβα της Σουηδίας που έχασε το δικαίωμα να θεωρείται…“πόλη” πριν λίγα χρόνια, επειδή έπεσε σε πληθυσμό κάτω από τους 200 κατοίκους. Είναι πολύ θεραπευτική για μένα η διαδικασία της έρευνας για να συγκεντρώσω αυτές τις πληροφορίες, ελπίζω το ίδιο και για τους αναγνώστες».
Από τη φιλμογραφία του Γουές Άντερσον, ο Γουόλι διπλωματικά διαλέγει ως αγαπημένη του ταινία την επόμενη, το The French Dispatch, που έχει καθυστερήσει να βγει στις αίθουσες λόγω της πανδημίας. Κλείνει κιόλας το μάτι λέγοντας «έχει κι ασπρόμαυρα πλάνα, άρα μην αποκλείεται να δείτε κι ασπρόμαυρες εικόνες στο AWA» – ίσως με τον τρόπο του ανταποδίδει κιόλας το promo. «Είμαστε ευγνώμονες γιατί θα μπορούσε να σκοτώσει το πρότζεκτ, ειδικά το βιβλίο που έχει το όνομά του στον τίτλο. Του έστειλα ένα γράμμα για να ζητήσω την άδεια που δεν μπορείς να φανταστείς πόσες φορές έγραψα κι έσβησα προκειμένου να βρω τις κατάλληλες λέξεις. Δεν ήταν αρνητικός, αλλά διατήρησε το δικαίωμα της έγκρισης στο τελικό αποτέλεσμα. Σκέψου ότι περάσαμε δυο χρόνια να συνθέσουμε το βιβλίο και θα μπορούσε να το σκοτώσει. Όχι μόνο δεν το έκανε, αλλά έγραψε και τον πρόλογο, με τον δικό του μοναδικό τρόπο».
Ο Γουόλι Κόβαλ δεν είναι βέρος Νεοϋρκέζος. Μεγάλωσε στο Γουίλμινγκτον, μια πόλη 70.000 κατοίκων στην πολιτεία του Ντέλαγουερ, πάνω δεξιά στον χάρτη των ΗΠΑ. Φυσικά, στο βιβλίο υπάρχει μια εικόνα από εκεί. «Προφανώς, είμαι προκατειλημμένος, αλλά νομίζω ότι τέτοια μέρη είναι κι ένα μάθημα που πήραμε από την περίοδο που ζούμε. Τι εννοώ; Ναι, όλοι είχαμε κανονίσει (ή ονειρευόμασταν) ταξίδια στην Ισπανία, τη Σουηδία ή τη Νοτιανατολική Ασία. Αυτό δε συνέβη. Ε, για μας, κι ο καθένας το προσαρμόζει στα μέτρα του, ήταν ευκαιρία να πάρουμε το αυτοκίνητο και να επισκεφτούμε μέρη όπως το Γουίλμινγκτον ή το Κάτσκιλ στο βορειανατολικό μέρος της πολιτείας της Νέας Υόρκης. Κάτι ενδιαφέρον υπάρχει κι εκεί, παντού υπάρχει κάτι ενδιαφέρον».