ΑΛΤΣΧΑΙΜΕΡ: ΜΥΘΟΙ, ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΜΕΓΑΛΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΛΗΨΗΣ
Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Αλτσχάιμερ, ένα ρεπορτάζ του Magazine για τη νόσο που ακόμα και σήμερα κουβαλά ένα δυσβάσταχτο στίγμα. Ίσως γιατί κανείς δεν πιστεύει ότι μπορεί κάποια στιγμή να χτυπήσει την πόρτα του δικού του σπιτιού.
Το παιχνίδι είναι εύκολο. Οι κανόνες του είναι απλοί. Το μόνο που έχουν να κάνουν είναι να βάλουν μερικές λέξεις στη σωστή σειρά ώστε να βγάλει νόημα κάθε μία από τις προτάσεις που είναι τυπωμένες στις κόλλες Α4 που έχουν μπροστά τους. Πρέπει να χρησιμοποιήσουν όλες τις λέξεις της κάθε πρότασης. Δεν πρέπει να προσθέσουν καμία άλλη κατά βούληση. Έχουν λίγα λεπτά στη διάθεση τους μέχρι να τις διαβάσουν στον εργοθεραπευτή που κάθεται απέναντί τους.
«Οι εργάτες θα κάνουν απεργία στο εργοστάσιο» λέει η Ελένη. «Τα παιδιά περιμένουν το σχολικό» λέει η Μαρία. «Δεν πήγα διακοπές φέτος το καλοκαίρι» λέει η Χριστίνα. «Στη γιορτή μου πήρα πολλά δώρα» λέει ο Κώστας. «Πήγα στο ταξιδιωτικό γραφείο και πήρα τα εισιτήρια» λέει ο Δημήτρης. «Τα παιδιά περιμένουν τον Άγιο Βασίλη να τους φέρει τα δώρα της πρωτοχρονιάς» λέει η Ελένη, έχοντας όμως κάνει ένα μικρό λάθος. Η σωστή πρόταση είναι: «Τα παιδιά περιμένουν τον Άγιο Βασίλη να τους φέρει τα δώρα την πρωτοχρονιά». «Σήμερα έχει ζέστη και θα πάμε για μπάνιο» λέει η Μαρία. «Αυτό είναι το νόημα, αλλά δεν έχεις βάλει όλες τις λέξεις», τη διορθώνει ο εργοθεραπευτής. Εκείνη κάνει άλλη μία προσπάθεια: «Σήμερα έχει ζέστη πολλή και θα πάμε στη θάλασσα για μπάνιο». «Την Κυριακή το βράδυ θα πάω στο θέατρο με τους φίλους μου» λέει η Χριστίνα.
Κάποιοι δυσκολεύτηκαν λιγότερο, άλλοι περισσότερο. Λίγο πολύ τα κατάφεραν όλοι. Κανείς τους μέχρι πριν από λίγα χρόνια δεν μπορούσε καν να φανταστεί ότι η ζωή θα τα έφερνε έτσι ώστε να βρεθούν στην τρίτη τους ηλικία μαζί με μερικούς άγνωστούς τους στην ίδια αίθουσα προσπαθώντας να δυναμώσουν το μυαλό τους λύνοντας ασκήσεις και παίζοντας παιχνίδια για παιδιά, όπως είναι η κρεμάλα, και απαντώντας σε ερωτήσεις όπως: «Δεν ανάβουν τα φώτα στο σπίτι. Ποιος λόγος μπορεί να υπάρχει;» («Διακοπή ρεύματος» / «Κάηκαν οι λάμπες» / «Χάλασαν οι διακόπτες» / «Για να κάνουμε οικονομία» / «Δεν πληρώσαμε τη ΔΕΗ» / «Υπάρχει κάποιο βραχυκύκλωμα» είναι μερικές από τις απαντήσεις τους) ή «Σου ακυρώνουν ένα ραντεβού. Ποιος λόγος μπορεί να υπάρχει;» («Διότι δεν υπάρχει προσωπικό» / «Αρρώστησε ο κύριος που είχε ορίσει το ραντεβού» / «Γιατί δεν αγάπησαν, δηλαδή δεν υπήρχε άλλη αγάπη μεταξύ των ανθρώπων που θα έβγαιναν ραντεβού» / «Λείπει ο γιατρός» / «Δεν παίρνει μπροστά το αυτοκίνητο γιατί δεν έχει βενζίνη») ή «Σε καλούν από το σχολείο του παιδιού σου. Ποιος λόγος μπορεί να υπάρχει;» («Επειδή ξέρεις το παιδί σου, δεν πηγαίνεις» / «Γιατί αρρώστησε ξαφνικά» / «Για κάποια αταξία που έκανε» / «Για τις αταξίες και τους καβγάδες του παιδιού σου» / «Για να δώσουν τον έλεγχο»).
Και όλα αυτά μάλιστα υπό τις οδηγίες ενός ειδικού που έχει λιγότερα από τα μισά τους χρόνια. Ώσπου τελικά να επιστρέψουν στο σπίτι τους, συνοδεία ενός, οικείου τους ή μη, φροντιστή. Κανείς τους μέχρι πριν από λίγα χρόνια δεν μπορούσε καν να το φανταστεί γιατί κανείς μας δεν πιστεύει ότι θα νοσήσει ποτέ από Αλτσχάιμερ. Όπως κανείς μας δεν μπορεί καν να φανταστεί, όσο κι αν αστειευόμενοι λέμε μερικές φορές το αντίθετο, ότι μπορεί να νοσήσουν ποτέ από Αλτσχάιμερ οι γονείς μας.
Είναι αυτή η πηγαία άρνηση που δεν επιτρέπει, όχι ακόμη τουλάχιστον, στη Χρύσα να συμφιλιωθεί με το γεγονός ότι κάθε φορά που χρειάζεται να φύγει από το σπίτι της έστω και για λίγο, πρέπει να αφήνει το ίδιο σημείωμα σε πολλά σημεία, γιατί η μητέρα της μπορεί να ανησυχήσει ξαφνικά και να την αναζητήσει, να βρει το πρώτο σημείωμα στο χολ και να ηρεμήσει, μετά από λίγο να το πετάξει, να ξεχάσει ό,τι διάβασε και να ανησυχήσει ξανά, να βρει το επόμενο σημείωμα στην τραπεζαρία, και ο φαύλος κύκλος να συνεχιστεί μέχρι η κόρη της να επιστρέψει. «Δεν γίνεται αλλιώς, μόνο έτσι ηρεμεί. Η μητέρα μου σήμερα είναι 72. Συνειδητοποιήσαμε ότι νόσησε πριν από δύο χρόνια. Τον τελευταίο χρόνο όμως η εξέλιξη είναι ραγδαία. Η ίδια αντιλαμβάνεται το πρόβλημα, ξέρει τι συμβαίνει. Αλλά δεν το δέχεται πάντα. Κάποιες φορές το αρνείται. Όταν όμως το συνειδητοποιεί, στενοχωριέται πάρα πολύ. “Καλύτερα να μη ζω”, λέει. Την πιάνει μεγάλη απελπισία».
Η νόσος του Αλτσχάιμερ, από την οποία υπολογίζεται ότι πάσχουν πάνω από 50.000.000 άνθρωποι παγκοσμίως, ορίζεται ως μια επίκτητη και εμμένουσα έκπτωση των διανοητικών ικανοτήτων, που επηρεάζει πολλαπλά γνωστικά πεδία, και δημιουργεί πρόβλημα στην καθημερινή, επαγγελματική και κοινωνική ζωή του ατόμου. Αποτελεί τη συχνότερη αιτία άνοιας και είναι υπεύθυνη για περισσότερες από τις μισές περιπτώσεις άνοιας. «Το Αλτσχάιμερ είναι φυσικά άνοια, η πιο γνωστή μορφή άνοιας» λέει στο Magazine η νευρολόγος Δανάη Δρακοπούλου. «Υπάρχουν όμως πολλές μορφές ακόμη, που προκύπτουν από διαφορετικές αιτίες. Δηλαδή μπορεί να υπάρξει άνοια ακόμη και από έλλειψη βιταμίνης Β12 ή από λοιμώξεις. Γι’ αυτό πρέπει να υπάρχει διαρκής εκπαίδευση των γιατρών, τους οποίους πρέπει να εμπιστεύεται ο κόσμος».
«Στην Ελλάδα χοντρικά υπολογίζεται πως υπάρχουν έως και 200.000 ασθενείς με άνοια και σχεδόν 300.000 που πάσχουν από ήπια νοητική έκπτωση (MCI)» λέει ο Μιχάλης Μούγιας, ψυχίατρος και επιστημονικά υπεύθυνος του Κέντρου Alzheimer στην Κυψέλη, ενός από τα δύο αθηναϊκά Κέντρα Ημέρας για την άνοια της Ψυχογηριατρικής Εταιρείας «Ο Νέστωρ», στις δομές της οποίας περιλαμβάνονται δύο Ψυχογηριατρικά Οικοτροφεία, ένα Προστατευόμενο Διαμέρισμα, μία Κλινική Βραχείας Νοσηλείας για ηλικιωμένους με άνοια, όλα αυτά στην Αθήνα, καθώς και ένα Ειδικό Κέντρο Ημέρας για πάσχοντες από Αλτσχάϊμερ στην Κοζάνη. «Συνολικά οι επωφελούμενοι, εντελώς δωρεάν, είναι 1800-2000 άτομα/μήνα, περίπου 20.000/χρόνο, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που είναι στα προγράμματα νοητικής ενδυνάμωσης. Οι ασθενείς με Αλτσχάιμερ είναι περίπου το 50% αυτού του αριθμού». Οι γυναίκες ανάμεσά τους είναι περισσότερες, όμως «αυτό έχει να κάνει με το ότι οι ζουν περισσότερο από τους άντρες και θα ήταν λάθος κάποιος να μείνει με την εντύπωση ότι οι γυναίκες είναι ομάδα υψηλού κινδύνου για Αλτσχάιμερ. Η επιστήμη σήμερα δεν το υποστηρίζει με κανένα τρόπο αυτό», τονίζει η κ. Δρακοπούλου.
Στην Ελλάδα χοντρικά υπολογίζεται πως υπάρχουν έως και 200.000 ασθενείς με άνοια και σχεδόν 300.000 που πάσχουν από ήπια νοητική έκπτωση.
Είναι γεγονός ότι η επιστήμη σήμερα δεν μπορεί να προσδιορίσει με ακρίβεια τι εστί ομάδα υψηλού κινδύνου, ούτε καν λαμβάνοντας υπ’ όψιν ως κύριο παράγοντα την κληρονομικότητα, η οποία υφίσταται μεν -αν δηλαδή ασχέτως φύλου, κάποιος είναι συγγενής α’ ή β’ βαθμού ενός ασθενή που παρουσιάζει έναρξη νοητικής έκπτωσης σε ηλικία πριν τα 65- αλλά «είναι σε τόσο μικρό ποσοστό που δεν θα έπρεπε να ανησυχεί κανένα» λέει ο κ. Μούγιας.
Αυτό φυσικά δεν λειτουργεί πυροσβεστικά στην ανησυχία της Χρύσας που φροντίζει τη μητέρα της. «Έχω αγχωθεί πάρα πολύ. Φοβάμαι γιατί είδα ότι μπορεί να γίνει πολύ απότομα, να μην το πάρεις είδηση. Κι επειδή το ίδιο έπαθαν η μαμά και η αδερφή της μαμάς μου, βλέπω την κληρονομικότητα, ό,τι κι αν λένε οι γιατροί».
Ο νευροψυχολόγος Ίωνας Μπεράτης τονίζει ότι «είναι σημαντικό να λάβουμε υπ’ όψιν τον παράγοντα της ηλικίας. Δηλαδή σε ηλικίες άνω των 80 ετών τα ποσοστά νόσησης είναι πολύ υψηλά. Ένα 25-30% του πληθυσμού άνω των 85 ετών κινδυνεύει πολύ από την άνοια. Ειδικά το Αλτσχάιμερ είναι άμεσα συνδεδεμένο με την ηλικία. Όσο αυξάνει η ηλικία αυξάνει ο κίνδυνος. Από εκεί και πέρα είναι και κάποια γονίδια που αυξάνουν τον κίνδυνο, αλλά δεν σημαίνει ότι αν τα έχεις σώνει και καλά θα πάθεις Αλτσχάιμερ. Είναι μια πολυπαραγοντική νόσος. Παίζουν σημαντικό ρόλο παράγοντες όπως η μεσογειακή διατροφή, η σωματική άσκηση και η επικοινωνία με άλλους ανθρώπους. Είναι σημαντικό να έχουμε τη διάθεση και τη δυνατότητα να βιώνουμε καινούργια πράγματα στη ζωή μας, να μένουμε όσο μπορούμε μακριά από τη μοναξιά και την κατάθλιψη, να διατηρούμε κοινωνικές επαφές στην πορεία της ζωής μας. Σε κοινωνίες όπου οι ηλικιωμένοι συνεχίζουν να αποτελούν ενεργά μέλη τους, βλέπουμε ότι τα ποσοστά της άνοιας είναι πιο χαμηλά. Δηλαδή είναι πολλά τα πράγματα που μπορούμε να κάνουμε. Επομένως ακόμη και σε περιπτώσεις ανθρώπων που διατρέχουν ένα παραπάνω κίνδυνο λόγω γονιδιακών μεταλλάξεων, εάν ακολουθήσουν αυτό το μοντέλο ζωής, οι πιθανότητες να πάθουν Αλτσχάιμερ θα είναι εφάμιλλες με του γενικού πληθυσμού».
«Για αντιληφθεί κάποιος την ηλικιακή κλιμάκωση αρκεί να ξέρει το εξής: η πιθανότητα εμφάνισης της νόσου είναι 1% στα 65 και μπορεί και πάνω από 40% μετά τα 90» σημειώνει ο ψυχίατρος Βιττόριο Χρηστάρας.
Το Αλτσχάιμερ, ως γνωστόν, είναι εκφυλιστική νόσος, αυτό όμως, σύμφωνα με τους ειδικούς, δεν σημαίνει ότι άπαξ και διαγνωστεί, ο ασθενής χάνει αυτοστιγμεί τον αγώνα για ποιότητας ζωής. «Κάποιος που έχει τη νόσο Αλτσχάιμερ, δεν έχει σώνει και καλά τη στιγμή της διάγνωσης, άνοια. Κάποια στιγμή βέβαια η άνοια θα εμφανιστεί. Ουσιαστικά άνοια σημαίνει νοητική διαταραχή και επηρεασμός κινητικότητας. Όσο προχωράει η ασθένεια, τόσο εντείνονται αυτά. Αλλά μπορεί για κάποια χρόνια ένας άνθρωπος που έχει Αλτσχάιμερ να είναι λειτουργικός με ήπια νοητικά συμπτώματα. Το πιο σημαντικό είναι η διάγνωση να γίνει νωρίς» λέει ο κ. Μπεράτης. Δηλαδή να μην προσπερνάνε αψήφιστα τόσο οι εν δυνάμει, μεγάλη σε ηλικία, ασθενείς όσο και οι κατά κανόνα νεότεροι οικείοι τους ακόμη και κάτι τόσο απλό και σύνηθες στην πορεία της ζωής όσο το να πει ο ένας εκ των δύο γονιών στο παιδί του ότι ο άλλος έχει αρχίσει να «ψιλοξεχνάει». Ο ψυχολόγος Κωνσταντίνος Βερβενιώτης σημειώνει ότι σε περιπτώσεις συμβίωσης επί πολλές δεκαετίες, «αν ο ένας από τους δύο παρατηρήσει τέτοια σημάδια που του φαίνονται ανησυχητικά, καλό είναι, έστω και προληπτικά, ειδικά μετά την ηλικία των 65, να μπει στη διαδικασία ενός τεστ».
Η κ. Δρακοπούλου τονίζει ότι η εμφάνιση κάποιων νοητικών διαταραχών δεν σημαίνει ότι το Αλτσχάιμερ είναι μόνοδρομος. «Ακόμη και αν θεωρείται, επισήμως ή ανεπισήμως, ως στάδιο-προπομπός, δεν είναι απαραίτητα έτσι. Δεν πρέπει δηλαδή να προκληθεί πανικός στον κόσμο». «Αν από τα πρώτα σημάδια πας στο γιατρό, ακόμη και αν διαγνωστείς, απομένουν 8-12 χρόνια για το Αλτσχάιμερ», λέει η νευρολόγος Ιωάννα Κουζή. «Άλλες μορφές άνοιας εξελίσσονται πιο γρήγορα. Το πρόβλημα είναι ότι πολλοί ασθενείς έρχονται σε εμάς ενώ είναι ήδη προχωρημένη η νόσος, έχοντας δηλαδή προηγηθεί μια πενταετία κατά την οποία ο ασθενής είχε συμπτώματα αλλά δεν πήγαινε στο γιατρό».
Ο νευροψυχολογικός έλεγχος πραγματοποιείται δωρεάν από ψυχολόγους μέσα από σταθμισμένες δοκιμασίες και ερωτηματολόγια για την αξιολόγηση της νοητικής, λειτουργικής και συναισθηματικής κατάστασης του εξεταζόμενου. Αφενός έτσι είναι εφικτή η πρώιμη ανίχνευση νοητικών ελλειμμάτων και η έγκαιρη διάγνωσή τους. Αφετέρου οι ειδικοί αποκτούν εικόνα του νοητικού προτύπου του εξεταζόμενου, εκτιμούν το στάδιο της άνοιας, διακρίνουν τους ασθενείς με αναστρέψιμη έκπτωση από τους ασθενείς με έκπτωση οργανικής αιτιολογίας και αποκτούν ένα αντικειμενικό εργαλείο μέτρησης για την αξιολόγηση της πορείας της νόσου στο χρόνο, ώστε, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και επαναξιολογήσεις σε τακτά χρονικά διαστήματα, να ωφεληθούν οι ασθενείς μέσω κατάλληλων παρεμβάσεων, φαρμακευτικών και μη, όπως, μεταξύ άλλων, είναι στο «Νέστωρα» οι Ομάδες Εργοθεραπείας, οι Ομάδες Νοητικής Ενδυνάμωσης, η Ψυχοεκπαιδευτική Ομάδα για το Stress και η Ομάδα Γυμναστικής.
Ειδικά αυτές, οι μη φαρμακευτικές, έχουν πολύ μεγάλη σημασία, ακριβώς γιατί τα φάρμακα που υπάρχουν αυτή τη στιγμή είναι, όπως τονίζει η κ.Δρακοπούλου, παρηγορητικά, «για να αντιμετωπίζονται κάποια συμπτώματα όπως η κακή διάθεση και ο άστατος ύπνος, γιατί όσο προχωράει η νόσος δυστυχώς έρχεται ανησυχία, ακόμη και παραισθήσεις. Επίσης, μπορεί μεν τα φάρμακα να βοηθάνε στο κομμάτι της μνήμης ώστε να επιβραδυνθεί η απώλειά της, αλλά δεν υπάρχει αναστροφή. Δεν επιστρέφει δηλαδή η μνήμη. Τώρα δοκιμάζεται στην Αμερική ένα μονοκλωνικό αντίσωμα. Έχει εγκριθεί από τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) αλλά όχι από την ένωση των Αμερικανών νευρολόγων, υπάρχουν αρκετές ενστάσεις. Είναι ένα αντίσωμα που στους ασθενείς με Αλτσχάιμερ στοχεύει σε ένα πολύ συγκεκριμένο σημείο και μηχανισμό του εγκεφάλου. Υπάρχουν όμως και άλλοι μηχανισμοί. Πέρα από το ότι το κόστος του είναι δυσβάσταχτο -αν και για μια τέτοια μάστιγα το κόστος μπαίνει σε δεύτερη μοίρα- έχει πολλές ανεπιθύμητες δράσεις και δεν είναι στοιχειοθετημένο με πολλές και μακροχρόνιες έρευνες ότι τα οφέλη του είναι τόσο σημαντικά. Γι’ αυτό και στην Ευρώπη δεν έχει καν εγκριθεί. Είναι πολύ σημαντικό να ειπωθεί ότι τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πάρα πολλές έρευνες που πιστοποιούν ότι σε ομάδες ανθρώπων με μειωμένο καρδιαγγειακό κίνδυνο, εμφανίζονται πολύ λιγότερα περιστατικά νόσου Αλτσχάιμερ. Άρα χρειάζεται μείωση καρδιαγγειακού κινδύνου και σίγουρα μεσογειακή διατροφή, η οποία είναι νευροπροστατευτική όπως δείχνουν πολύ μεγάλες μελέτες που έχουν γίνει και στη χώρα μας».
Μείζονος σημασίας, αν και συχνά παραβλέπεται σε δημόσιες και ιδιωτικές συζητήσεις για το Αλτσχάιμερ, είναι και η σχέση των ασθενών με τους -συγγενείς, στις περισσότερες περιπτώσεις- φροντιστές τους. Πώς πρέπει, για παράδειγμα, να συμπεριφέρεται το παιδί στον ασθενή γονιό του; Πρέπει να του λέει «ναι σε όλα» ή να προσπαθεί να τον πείσει για την εσφαλμένη αντίληψη της πραγματικότητας; «Δεν πρέπει να αμφισβητείς τον ασθενή, γιατί έτσι θα γίνει χειρότερα» λέει ο κ. Μούγιας. «Δεν αποκλείεται δηλαδή να γίνει επιθετικός ή να φύγει από το σπίτι. Οπότε πρέπει να τον καθησυχάζεις. Αν, για παράδειγμα, σου πει ο ασθενής πατέρας σου ότι του έκλεψαν τα χρήματα από την τράπεζα, εσύ ως φροντιστής πρέπει να του πεις: Έλα εδώ μπαμπά, ηρέμησε, εγώ έχω το βιβλιάριο σου, θα πάμε μαζί αύριο στην τράπεζα. Πας δηλαδή με τα νερά του ασθενή για να ησυχάσει και για να μην έχεις άλλες διαταραχές συμπεριφοράς. Οι ασθενείς με Αλτσχάιμερ δεν είναι εξ ορισμού επιθετικοί, λεκτικά ή σωματικά. Γίνονται εξαιτίας της συμπεριφοράς του φροντιστή. Επίσης οι ιδέες που μπαίνουν στο μυαλό ενός ασθενή με Αλτσχάιμερ είναι λίγο πολύ συγκεκριμένες. Μπορεί να πει ότι του έκλεψαν τα χρήματα ή ότι θέλουν κάποιοι να τον διώξουν από το σπίτι του ή ότι ο γιος ή η κόρη του που του μιλάει εκείνη τη στιγμή δεν είναι το παιδί του».
«Η μητέρα μου έχει μία εμμονή με τον πατέρα μου που πέθανε, το σκέφτεται πολύ, θεωρώ ότι είναι ένας από τους λόγους που την έφεραν στη σημερινή κατάσταση» λέει η Χρύσα. «Επίσης έχει μία εμμονή με μένα, με αναζητά συνέχεια και θέλει να είμαι μαζί της, ενώ την απασχολεί, όπως και πριν το Αλτσχάιμερ, το ότι δεν έχει εγγονάκι. Ως μέρος της εμμονής της εμένα με αναγνωρίζει πάντα, όπως και τον αδερφό μου».
«Είναι λοιπόν δουλειά δική μας», συνεχίζει ο κ. Μούγιας, «όλων των ανθρώπων που ασχολούμαστε επιστημονικά με την άνοια, να προετοιμάσουμε τον φροντιστή στο κομμάτι αυτό γιατί το 95% των ασθενών εμφανίζει μια συγκεκριμένη συμπεριφορά στα πλαίσια της νόσου. Μιλάμε δηλαδή για κάτι που είναι σχεδόν βέβαιο ότι οι φροντιστές θα το βρουν μπροστά τους. Από τα αρχικά ακόμη στάδια οφείλουμε να τους προετοιμάσουμε και για τις διαταραχές συμπεριφοράς. Είναι πολύ σημαντική η εκπαίδευση του φροντιστή, όσο δύσκολη κι αν είναι». Αυτός είναι ο στόχος του προγράμματος «Café Alzheimer» της Ψυχογηριατρικής Εταιρίας «Ο Νέστωρ»: η συναισθηματική υποστήριξη, η αλληλοβοήθεια, καθώς και η μείωση της κοινωνικής απομόνωσης που συχνά βιώνουν τα άτομα με άνοια και το κοντινό τους περιβάλλον.
Ο κ. Μπεράτης τονίζει ότι πρέπει να υπάρχει συναισθηματική κατανόηση. «Να προσπαθούμε να δείξουμε στον άνθρωπό μας που είναι πλέον ασθενής ότι τον καταλαβαίνουμε συναισθηματικά, ενδιαφερόμαστε γι’ αυτόν και είμαστε κοντά του. Δηλαδή να υπάρχει ένα καλό επίπεδο επικοινωνίας ακόμη και αν υπάρχει μεγάλη δυσκολία συνεννόησης».
Για να νιώσει ο ασθενής ότι δεν αμφισβητούνται τα πιστεύω του, για να αισθανθεί ότι αυτός που έχει απέναντι του τον καταλαβαίνει και συμμερίζεται την αγωνία του, ενίοτε ο φροντιστής, εκτός από καλή προαίρεση και υπομονή, πρέπει να καταφεύγει σε ευρηματικές λύσεις. «Σε μία συνάντηση ένας φροντιστής μου είπε ότι είχε δώσει στον ασθενή, ο οποίος ανησυχούσε διαρκώς ότι του είχαν κλέψει τα χρήματα, τα χαρτονομίσματα της Monopoly. Από εκείνη τη στιγμή ο ασθενής δεν ανησύχησε ξανά. Τα είχε όλη μέρα στα χέρια του και ήταν ήρεμος», λέει ο κ. Μούγιας.
«Ακριβώς επειδή είναι σημαντικό να συμμετέχουν στις ομάδες μας ακόμη και άνθρωποι που δεν έχουν προβλήματα μνήμης αλλά κάποια παθολογικά συμπτώματα, μιας και βλέπουμε ότι βελτιώνονται από τους δεσμούς που συνάπτουν με τα υπόλοιπα μέλη των ομάδων, δηλαδή μας λένε από μόνοι τους ότι τους κινητοποιεί η ομάδα για να βγουν από το σπίτι, καλούμαστε κι εμείς να είμαστε ευρηματικοί, να εξελισσόμαστε ακόμη και μέσω της τεχνολογίας», λέει η ψυχολόγος Έλενα Ζέρβα. «Εν μέσω πανδημίας κάναμε και διαδικτυακές ομάδες. Οι παππούδες προφανώς δεν το είχαν ξανακάνει. Τους βοήθησαν όμως τα παιδιά τους. Στο “Νέστωρα” έχουμε τρεις διαδικτυακές και επτά δια ζώσης ομάδες νοητικής ενδυνάμωσης». Σε αυτό το πλαίσιο διοργανώνεται και η φετινή εκδρομή στο Κέντρο της Γης με αφορμή την 21η Σεπτεμβρίου που έχει ανακηρυχθεί Παγκόσμια Ημέρα Νόσου Αλτσχάιμερ και έχει ως στόχο την ευαισθητοποίηση του κοινού και την καταπολέμηση του στίγματος. Είναι άλλη μία αφορμή για να τονίσουν οι ειδικοί ότι η νοητική εγρήγορση, η κοινωνικότητα, η σωματική άσκηση και η σωστή διατροφή που πατάει στις βάσεις της μεσογειακής παράδοσης, πλέκουν ένα πολύ καλό προστατευτικό δίχτυ κατά της νόσου. «Δηλαδή αν περπατάς αρκετά μετά τα 60 και προσέχεις τη διατροφή σου, οι πιθανότητες να πάθεις Αλτσχάιμερ μειώνονται κατά 50%», τονίζει ο κ. Μούγιας. «Αυτό εννοούμε όταν λέμε ότι είναι πολύ μεγάλη η σημασία της πρόληψης».
Ας είναι το παιχνίδι οριστικό. Οι κανόνες του παραμένουν απλοί.