ΧΩΡΙΣ ΣΧΕΔΙΟ, ΧΩΡΙΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ ΚΑΙ ΜΕ ΤΟ ΜΥΑΛΟ ΣΤΟ ΚΕΡΔΟΣ: ΕΤΣΙ ΠΝΙΓΕΤΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ
Γιατί πνιγόμαστε, τι πάει λάθος με την Ελλάδα και την Πολιτική Προστασία και -τελικά- υπάρχει ελπίδας Απαντά ο Γεράσιμος Παπαδόπουλος, καθηγητής στρατηγικών διαχείρισης περιβάλλοντος, καταστροφών και κρίσεων.
Μεταξύ των πολλών παράδοξων που συμβαίνουν σε αυτήν τη χώρα, είναι ότι οι άνθρωποι που επικαλούνται διαρκώς την κλιματική κρίση ως το λόγο που ζούμε όσες καταστροφές ζούμε, δεν φαίνεται να την έχουν λάβει υπ’ όψιν στους σχεδιασμούς τους.
Ούτε στο ελάχιστο.
Όπως αποδεικνύεται, δεν έχουν αρχίσει καν να προσαρμόζονται σε αυτά τα νέα δεδομένα (της κλιματικής κατάρρευσης) που ζει όλος ο κόσμος. Ενίοτε και back to back, όπως έγινε στην Ελλάδα που δεν προλάβαμε να πάρουμε ανάσα από τις πυρκαγιές και άρχισαν οι πλημμύρες.
Την ίδια ώρα, δεν θρηνεί όλος ο κόσμος τα θύματα που θρηνούμε στην Ελλάδα (οι έχοντες γνώση προειδοποιούν για τρομακτικά ευρήματα, όταν πέσει η στάθμη του νερού), γιατί αλλού δεν αφιέρωσαν δεκαετίες στη διάλυση κάθε νόμου της φύσης -όπως αναπτύσσονταν οι πόλεις.
Και ανανέωσαν τις ‘βίβλους’ για την αντιμετώπιση των κρίσεων, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και την κλιματική αλλαγή, όπως ασχολούνταν και με την πρόληψη.
Στη χώρα μας, ενώ είχαμε ενημέρωση για την έλευση της κακοκαιρίας Daniel πριν ‘χτυπήσει’ τη χώρα, δεν είδαμε να γίνεται κάτι, μήπως και σωθούμε από τα χειρότερα.
Θα μου πεις ‘τι θα μπορούσε να γίνει;’, όταν πέφτουν 500 τόνοι νερού ανά στρέμμα;
Θα σου απαντήσει ο Γεράσιμος Παπαδόπουλος, διδάσκων στο Μεταπτυχιακό Τμήμα «Στρατηγικές Διαχείρισης Περιβάλλοντος, Καταστροφών και Κρίσεων» του ΕΚΠΑ, επιστημονικός συνεργάτης της ΕΕ και της UNESCO και Μέλος της Επιτροπής Εκτίμησης Σεισμικού Κινδύνου.
Πρώτα θα σου πει ότι «ζήσαμε μια τρομερή περίπτωση με το πραγματικό μέγεθος της καταστροφής να αποκαλύπτεται σιγά σιγά, καθώς οι διασώσεις είναι σε εξέλιξη».
Πληρώνουμε την απόλυτη προτεραιότητα των κυβερνήσεων: την ανάπτυξη
Ο κύριος Παπαδόπουλος λέει στο Magazine ότι «βρισκόμαστε ενώπιον ρεαλιστικών προβλημάτων που δεν μπορούμε πια, να κλείνουμε τα μάτια και να λέμε ότι δεν τα βλέπουμε. Κατά τη γνώμη μου, πρέπει να αρχίσουμε να συζητάμε σοβαρά το θέμα της κλιματικής προσαρμογής, ώστε να προστατευτούμε από τα όποια επικίνδυνα φαινόμενα απειλούν τη χώρα.
Βρισκόμαστε σε κλοιό κινδύνου. Σήμερα είναι οι πλημμύρες. Χθες ήταν η πυρκαγιά. Προχθές ο καύσωνας. Αύριο ενδεχομένως να είναι ο σεισμός.
Με οδηγό την επιστήμη και την τεκμηρίωση, πρέπει να ξαναδούμε συντονισμένα και οργανωμένα αυτήν την κατάσταση που τα τελευταία χρόνια πλήττει τη χώρα».
Οι υποδομές αποδεικνύονται ανεπαρκείς, αδύναμες να διαχειριστούν όσα συμβαίνουν πια. Και αυτό είναι αποτέλεσμα της κακοποίησης που υπέστη το περιβάλλον μας από τα χεράκια μας επί δεκαετίες.
Ιδού τι είχε συμβεί το 1994 στη Μεταμόρφωση Καρδίτσας, που είναι σήμερα μεταξύ των χωριών που σκεπάστηκαν από λασπόνερα.
«Η συζήτηση ξεκινάει από τις προηγούμενες δεκαετίες. Εκεί είναι η βάση του μεγάλου κακού, όχι μόνο για τη Θεσσαλία, αλλά και για την Εύβοια, την Αττική και την υπόλοιπη Ελλάδα.
Αναπτύξαμε με ανορθόδοξο τρόπο αυτήν τη χώρα, χωρίς να λάβουμε υπ’ όψιν τίποτα πέρα από το κέρδος και έτσι τώρα γίνεται αδύνατο να μετριάσουμε έστω τα αποτελέσματα ενός ακραίου φαινομένου.
Κάναμε ό,τι δεν έπρεπε να κάνουμε.
Μπαζώσαμε ρέματα, εκτρέψαμε κοίτες ποταμών και ρεμάτων, αλλάξαμε τις εκβολές ποταμών προς τη θάλασσα, για να φτιάξουμε λιμάνια και μαρίνες. Χαλάσαμε ποικιλοτρόπως την φυσική ισορροπία του περιβάλλοντος, δρόμους, σπίτια και ό,τι άλλο φτιάξαμε.
Το νερό «ξέρει» από πού θα πάει. Εξακολουθεί να πηγαίνει από το ίδιο μέρος που πήγαινε πάντα. Αυτό είναι ο φυσικός νόμος. Εάν εμείς κάναμε το ρέμα ή το ποτάμι δρόμο, το νερό θα πάει από αυτόν. Και έτσι πλημμυρίζουμε.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έπεσε πολύ μεγάλος όγκος νερού. Εάν είχαμε έναν ορθόδοξο τρόπο ανάπτυξης και είχαμε οργανωθεί καλύτερα σε επίπεδο Πολιτικής Προστασίας, σίγουρα θα αρνητικά αποτελέσματα θα ήταν λιγότερα».
Τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά αν δεν είχε προταχθεί το κέρδος το 1982
Όπως λέει ο κύριος Παπαδόπουλος, το 1982 ο Αντώνης Τρίτσης άρχισε την Επιχείρηση Πολεοδομικής Ανασυγκρότησης. «Σταμάτησε σε δυο χρόνια, γιατί δεν την ήθελε κανείς. Όλοι προτιμούσαν τη λεγόμενη, υποτιθέμενη ανάπτυξη. Πλέον χρειαζόμαστε στρατηγικό σχέδιο ανθεκτικότητας».
Και κάποιον να επιβλέπει πως τα χρήματα που δίνονται για αντιπλημμυρικά έργα, πηγαίνουν σε αυτόν τον σκοπό, με τους καθ’ ύλην αρμοδίου να κάνουν την καλύτερη δυνατή επαγγελματική δουλειά -που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες.
Ενδεικτικά, μετά τον Ιανό, εταιρεία έλαβε 245.000.000 ευρώ από το ΕΣΠΑ και άλλα 17 εκατομμύρια από το Υπουργείο Υποδομών, για έργα στη Θεσσαλία.
Γιατί κατέρρευσαν τόσες γέφυρες -καινούργιες και παλιές
Υπάρχουν χώρες που προχωρούν σε άνοιγμα του μπαζώματος ποταμών που ‘έκλεισαν’ προς χάριν της ανάπτυξης. Εμείς γιατί δεν έχουμε κάνει κάτι σχετικό;
«Έχει συμβεί στον Ξηριά, στον Τύρναβο -εκ των πιο σημαντικών παραποτάμων του Πηνειού. Έχει γίνει εκεί έργο διαπλάτυνσης. Έφτιαξαν και μια γέφυρα, πράγμα που ήταν λογικό. Έπεσε την Πέμπτη 7/9».
Όπως έπεσαν και πολλές άλλες, παλιές και καινούργιες, αποκόβοντας περιοχές.
«Παντού στον κόσμο όταν γίνονται έργα λαμβάνονται υπ’ όψιν οι περιβαλλοντικές συνθήκες, μαζί με τα ακραία σενάρια. Όχι τα λιγότερο κακά σενάρια, αλλά το ακραίο, σε επίπεδο προστασίας απέναντι στους φυσικούς κινδύνους. Ζητούμενο είναι να αποφευχθούν τα προβλήματα και να ανταποκρίνονται στην ώρα της κρίσης».
Στις παλιές γέφυρες μπορούν να γίνουν εργασίες ενίσχυσης, ενώ στα προαπαιτούμενα για τη σωστή λειτουργία είναι η συντήρηση. Έννοια με την οποία δεν ασχολούμαστε ιδιαίτερα στην Ελλάδα.
Εδώ φαίνεται πως δεν υπάρχει σχέδιο κινδύνου.
«Η σύγχρονη επιστήμη το επιτάσσει. Έπειτα γίνονται τα σχέδια έκτακτης ανάγκης και μετά αυτά της Πολιτικής Προστασίας. Μόνο τότε υπάρχουν όλα τα εργαλεία, για να υποστηριχθεί η Πολιτική Προστασία».
Στην Ελλάδα είμαστε κάπως ‘αλλεργικοί’ με τη χρήση των εργαλείων που προτείνουν επιστήμονες και μπορούν να σώσουν καταστάσεις.
Δεν έχει εφαρμοστεί η νομοθεσία για την Πολιτική Προστασία στο σύνολο της
Το Φεβρουάριο του 2020 ψηφίστηκε ο νέος νόμος για την Πολιτική Προστασία. Ο κύριος Παπαδόπουλος είχε προσκληθεί να μιλήσει στη Βουλή, ως εμπειρογνώμονας.
Μεταξύ όσων προβλέπονταν σε αυτόν τον νόμο ήταν η δημιουργία Επιχειρησιακού Κέντρου Αντιμετώπισης Φυσικών Καταστροφών σε κάθε περιφέρεια της χώρας (13 στο σύνολο).
«Δεν έχει δημιουργηθεί σε καμία έως τώρα. Και αυτό γίνεται πολύ μεγάλο μειονέκτημα, αφού η Πολιτική Προστασία σε επίπεδο περιφέρειας, θα μπορέσει να ελέγξει πολύ καλύτερα την κατάσταση κινδύνου από ό,τι το κεντρικό Επιχειρησιακό Κέντρο στο Υπουργείο Κλιματικής Κρίσης.
Οι περιφερειακές επιχειρησιακές δυνάμεις θα εφαρμόσουν καλύτερα και πιο έγκαιρα τα σχέδια, εάν υπάρχει κέντρο σε κάθε περιφέρεια».
Ανέφερε χαρακτηριστικά ότι στη Ρόδο «των 130.000 κατοίκων και των 2.500.000 επισκεπτών κάθε χρόνο, το γραφείο της Πολιτικής Προστασίας έχει ένα άτομο. Αυτό συμβαίνει σχεδόν σε όλους τους Δήμους της χώρας, εξαιρουμένων ίσως 2-3 πιο μεγάλων. Και το 1 άτομο που είναι εντεταλμένο για την Πολιτική Προστασία σε ένα Δήμο, παράλληλα εκτελεί και άλλα καθήκοντα».
Με αυτά και με αυτά, δεν θα έλεγες πως σεβόμαστε ιδιαίτερα αυτό που λέγεται προστασία.
Το επιχειρησιακό σφάλμα του 112
Στο νέο νόμο υπήρχε και το 112, το οποίο τιμάται δεόντως.
Κάποιες φορές όχι με τον τρόπο που επιτάσσουν οι περιστάσεις.
Η εντολή που έλαβαν οι κάτοικοι σε πληγείσες περιοχές της Θεσσαλίας, με πολλές ώρες καθυστέρησης -αφού πια είχαν πλημμυρίσει τα πάντα- ήταν να απομακρυνθούν από υπόγειους και ισόγειους χώρους κτιρίων «λόγω εξέλιξης πλημμυρικών φαινομένων στην περιοχή» που ήδη είχαν φτάσει.
Δεν ήταν η εκκένωση.
«Ο μηχανισμός έχει εναποθέσει όλες τις ελπίδες του στο 112. Το έχω υποστηρίξει ως εμπειρογνώμονας. Έπρεπε να γίνει. Άρχισε το 2019 και προχωρά. Υπάρχει όμως, ένα μεγάλο μειονέκτημα.
Το 112 πρέπει να εφαρμόζεται, λαμβάνοντας υπ’ όψιν όλα τα υπόλοιπα στοιχεία που συνιστούν κίνδυνο και απειλή. Αυτό δεν γίνεται πάντα.
Έμαθα πως ενώ είχε αρχίσει να βρέχει καταρρακτωδώς στο θεσσαλικό κέντρο την Τετάρτη 6/9, το 112 έστειλε μήνυμα προειδοποίησης και προστασίας 5-6 ώρες αργότερα.
Υπήρξε μεγάλο επιχειρησιακό σφάλμα.
Ναι μεν, όταν αρχίζει η βροχόπτωση δεν πλημμυρίζει αμέσως η περιοχή, αλλά αυτό θα συμβεί δεδομένα όταν κατέβουν τα νερά από τους γύρω λόφους, τα υψώματα και τα βουνά.
Όπως λειτούργησε προληπτικά το 112 στις πυρκαγιές, έπρεπε να εφαρμοστεί και στις πλημμύρες.
Δεν δόθηκαν και συγκεκριμένες οδηγίες προστασίας» αφού το μήνυμα αρκείται στο ‘εκκενώστε’ ή ‘πηγαίνετε σε ψηλότερο όροφο’.
«Η μαγική λέξη είναι ‘προσαρμογή’»
Πού πάμε όμως, από εδώ και στο εξής; «Το θέμα ξεπερνά το τι αντιπλημμυρικά έργα θα κάνουμε στο μέλλον, που σε κάποιες περιοχές έχουν γίνει πολλά με λάθος τρόπο.
Το τσιμέντωμα και η οριοθέτηση της κοίτης με τσιμέντο είναι κακή πρακτική. Χρειάζονται και άλλα πράγματα, όπως λένε συνάδελφοι που είναι πιο ειδικοί.
Κατ’ εμέ, έχουμε ανάγκη ένα σχέδιο ανθεκτικότητας. Πρέπει να τελειώσουν τα σχέδια ανάπτυξης. Δεν είναι πια, αυτή η προτεραιότητα.
Πρέπει να δούμε πόση οικοδομική ανάπτυξη αντέχουμε με μεγάλα έργα, πόσες φυσικές καταστροφές, πόσο τουρισμό.
Το σχέδιο ανάπτυξης πρέπει να εναρμονιστεί με το σχέδιο ανθεκτικότητας. Να μην πηγαίνει ανεξέλεγκτα από το περιβάλλον και τους κινδύνους.
Χρειάζονται δράσεις για τη βιώσιμη ευημερία, προστασία και ασφάλεια παντού: από τους φυσικούς κινδύνους, από εκεί που περπατάμε, εκεί όπου οδηγούμε.
Η Αθήνα είναι η μόνη πρωτεύουσα της Ευρώπης που δεν έχει ποτάμι. Έχουμε κλείσει και τον Ιλισό και τον Κηφισό».
Όσο θυμάμαι τον εαυτό μου -και πλημμυρίζει η Αττική- θυμάμαι και να λένε πως πρέπει να ‘ανοίξουν’ κομμάτια τους.
«Είναι δύσκολο να γίνουν σχετικά έργα. Θέλει πολλή μελέτη και κυρίως συναίνεση, γιατί ενδεχομένως να υπάρχουν κατοικίες εκεί δίπλα, στις οποίες θα πρέπει να γίνουν παρεμβάσεις».
Παρ’ όλα αυτά, θα σωθούμε από τις μόνιμες πλημμύρες που απειλούν και ζωές.
«Είναι αλήθεια πως η χώρα απαιτεί τη λογική της βιώσιμης ευημερίας. Χρειάζεται να προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα της κλιματικής κρίσης.
Έχουμε πολύ δρόμο να διανύσουμε. Χρειάζεται διαφορετική λογική, την οποία έχω προτείνει και στην Οικολογική Συμμαχία, παράταξη που ζήτησε την συμπαράσταση μου για το Νότιο Τομέα της Αθήνας.
Αν έπεφτε ο όγκος νερού που έπεσε στη Θεσσαλία σε τροπική ζούγκλα, δεν θα υπήρχε ανθρωπογενές περιβάλλον για να το καταστρέψει. Ο ίδιος όγκος εκθέτει σε κίνδυνο ένα δομημένο -ανθρωπογενές- περιβάλλον.
Όταν δεν έχουμε πάρει μέτρα και έχουμε κάνει ανορθόδοξα πράγματα για δεκαετίες, αυτή η έκθεση γίνεται μεγαλύτερη.
Άρα το καταστροφικό αποτέλεσμα ενός έντονου φυσικού φαινομένου δεν εξαρτάται μόνο από το πόσο έντονο είναι, αλλά και πόσο προετοιμασμένο είναι το κράτος σε κάθε επίπεδο και το πόσο σωστά δομημένο είναι το ανθρωπογενές περιβάλλον, για να δεχθεί το φαινόμενο με όσο το δυνατόν μειωμένες συνέπειες».