NETFLIX

ΕΙΔΑΜΕ ΤΟ ΕΠΟΣ ΠΟΥ ΣΑΡΩΝΕΙ ΣΤΟ NETFLIX

Το "All Quiet on the Western Front" είναι μια αντιπολεμική ταινία που έχει βάλει πλώρη για τα Όσκαρ.

Αν δεχτούμε πως υπάρχει στα αλήθεια αυτό που λέμε «αντιπολεμική ταινία», η νέα αυτή διασκευή του βιβλίου του Erich Maria Remarque –σχεδόν πια έναν αιώνα μετά την κυκλοφορία του – φτάνει αρκετά κοντά στο να χαρακτηριστεί ως τέτοια. Είναι σε κάθε περίπτωση μια πολύ σημαντική δουλειά, μονο και μόνο για το γεγονός πως είναι η πρώτη φορά που το συγκεκριμένο βιβλίο διασκευάζεται και στη Γερμανία (μετά από δύο αμερικάνικα φιλμ), αλλά είναι και μια ταινία που φαίνεται να καθηλώνει τους θεατές που το πετυχαίνουν στο Netflix.

ΟΥΔΕΝ ΝΕΩΤΕΡΟΝ

All Quiet On the Western Front Netflix

Το βιβλίο του 1928-1929 δεν είναι απλά κλασικό, είναι τόσο κλασικό που ο ίδιος του ο τίτλος έχει αποκτήσει μια ευρύτερη κοινά αποδεκτή σημασία στην καθομιλουμένη μας. Η ιδέα της ακινησίας και της βαλτώδους στασιμότητας βρίσκεται τόσο βαθιά στο DNA αυτής της ιστορίας, πού μέσω της δημοφιλίας που θα γνώριζε το βιβλίο (και η πρώτη κινηματογραφική διασκευή) έφτασε ο τίτλος να γίνει συνώνυμό της.

Ο Paul Baumer κι οι φίλοι του γίνονται εθελοντές στον στρατό παρασυρμένοι από όνειρα μεγαλείου, υπηρεσίας για την πατρίδα, προπαγανδιστικές εκφάνσεις του ηρωισμού. Στο στρατόπεδο όμως θα έρθουν αντιμέτωποι με μια φρικώδη πραγματικότητα δίχως τίποτα το ηρωικό. Θάνατος, φρίκη, πόνος, κι όλα για το τίποτα. Για ίντσες γης, διεκδικούμενης μα αμετακίνητης.

Το βιβλίο, που θεωρήθηκε φυσικά εχθρικό από τη ναζιστική προπαγάνδα, ήταν από εκείνα που απαγορεύτηκαν και κάηκαν, με παρόμοια τύχη να αντιμετωπίζει κι η κλασική κινηματογραφική διασκευή του Λιούις Μάιλστοουν το 1930. Τα τάγματα του Γκέμπελς διέκοπταν προβολές πριν εν τέλει η ταινία απαγορευθεί ολοκληρωτικά. Οπωσδήποτε, κάτι θα είχε κάνει πολύ σωστά το φιλμ.

ΤΟ ΔΥΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ

Είναι ίσως λίγο παράδοξο που η πρώτη διασκευή έγινε τότε στην Αμερική αλλά αφενός κάτι τέτοιο θα ήταν απαγορευτικό για την Γερμανία τότε, κι αφετέρου η πραγματικότητα ήταν πως το Χόλιγουντ αναζητούσε τις δικές του πασιφιστικές αφηγήσεις της εποχής. Η συμβολική δύναμη της διασκευής ενός ωμού γερμανικού αντι-πολεμικού κειμένου από το Χόλιγουντ, οπωσδήποτε δεν χάνεται– πιθανότατα ήταν και μέρος της πρόθεσης.

Η ταινία του Μάιλστοουν θεωρείται από τα πιο κλασικά pre-code φιλμ. Pre-code, δηλαδή η συναρπαστική περίοδος του κλασικού Χόλιγουντ πριν την επιβολή του κώδικα ηθικής στα μέσα των ‘30s, γεμάτη ταινίες με υπερβάσεις, κόντρα στη λογοκρισία και τα ηθικά στεγανά της εποχής, αλλά και ελεύθερες περιεχομενικά και οπτικά να απεικονίσουν κάθε λογής εφιάλτη, ή ακρότητα. Το κλασικό Ουδέν Νεότερον από το Δυτικό Μέτωπο κερδίζει Όσκαρ (η πρώτη λογοτεχνική διασκευή που κερδίζει το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας), και σήμερα απολαμβάνει μια θέση ανάμεσα στα πιο σημαντικά φιλμ του αμερικάνικου αιώνα σινεμά.

Όμως, και με δεδομένο φυσικά το πόσο σκληρό είναι, αξίζει να αναλογιστούμε αυτό που έγραφε η εμβληματική κριτικός Πολίν Κέιλ, αναφορικά με την χώρα προέλευσης της ιστορίας. Ήταν πιο εύκολο για αυτή την ταινία να γίνει σύμβολο πασιφισμού στην Αμερική κατά την μεσοπολεμική περίοδο; «Ο πόλεμος πάντα μοιάζει με τραγική σπατάλη όταν τον αφηγούμαστε από οπτική πλευρά των ηττημένων». Εκ των πραγμάτων λοιπόν, μια γερμανική διασκευή θα αποτελούσε σπουδαίο γεγονός. Δε θα μπορούσε να έρθει φυσικά τότε. Θα αργούσε σχεδόν 90 χρόνια, αλλά τελικά συνέβη.

Η ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΟΠΤΙΚΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Θα μεσολαβούσε πρώτα μια τηλεοπτική μεταφορά, πάλι στην Αμερική, από τον Ντέλμπερτ Μαν το 1979 (με ένα καστ που συμπεριλαμβάνει τους Ντόναλντ Πλέζανς, Έρνεστ Μπόργκναϊν και Ίαν Χολμ), μέχρι που φέτος έφτασε η στιγμή για την πρώτη γερμανική διασκευή. Σκηνοθετεί ο Πάτρικ Μπέργκερ του τηλεοπτικού Deutschland 83 και μετέπειτα σειρών σαν το The Terror ή το Your Honor. Η ταινία πράγματι έχει κάτι από την τεχνική αρτιότητα της μοντέρνας πρεστίζ τηλεόρασης– και πάρτε το αυτό ως θετικό ή ως αρνητικό, όπως το διαβάζει καθένας.

Πρόκειται για ένα φιλμ που παρουσιάζεται εντυπωσιακά ακόμα κι όταν το κείμενό του καλεί για κάτι πλήρως μη γκλαμουράτο. Το τι σημαίνει κινηματογραφικό γκλάμουρ εξάλλου είναι μεγάλη συζήτηση, αλλά ακόμα και κάτι δυσβάσταχτο μπορεί να εντυπωσιάζει. Κι εδώ έγκειται κι ο βαθύς διχασμός στο βάθος της ύπαρξης αυτού του εξαιρετικά γυρισμένου, σαρωτικού φιλμ: Δε μπορεί παρά να μετατρέψει σε θέαμα το έρεβος. Όχι βέβαια στο βαθμό του βιντεογκέιμ 1917 του Σαμ Μέντες, το φιλμ-απόγειο της στυλιστικής κενότητας στο μοντέρνο πολεμικό σινεμά.

Το All Quiet on the Western Front αντιθέτως έχει ειλικρινή αίσθηση αποστολής και σε έναν κάποιο βαθμό έχει και συναίσθηση της αισθητικής του αποστολής. Με το ένα πόδι φλερτάρει με την τεχνική αρτιότητα και τον εντυπωσιασμό, με το άλλο όμως κοιτάζει προς το διαχρονικά κορυφαίο φιλμ του είδους, το Έλα Να Δεις του Έλεμ Κλίμοφ. Εκει η ακινησία, το σκοτάδι κι η φρίκη ζωγραφίζονται πρωτίστως στο πρόσωπο του νεαρού πρωταγωνιστή δίχως να υπάρχει η παραμικρή απολύτως αίσθηση ηρωισμού, δικαίου, αγωνιστικότητας, αναγκαιότητας, συναδελφικότητας, πατριωτισμού γύρω του. Καμία απολύτως από αυτές τις αξίες που σε διάφορους συνδυασμούς συναντάμε ανεξαιρέτως σε κάτι φιλμ του είδους.

Ο Μπέργκερ στοχεύει εδώ σε κάποια από αυτή τη αγνότητα φρίκης. Κρατά την κάμερά του πάνω σε πρόσωπα λουσμένα– σε λάσπες, σε αίμα, σε απομεινάρια. Αφήνει τους ήρωές του να αντικρύσουν βουβά το έλος στο οποίο έχουν παγιδευτεί, μια κόλαση διαρκούς θανάτου και τρόμου όπου ποτέ κανείς δεν κερδίζει τίποτα και ποτέ δεν μετακινούμαστε προς οποιαδήποτε κατεύθυνση. Την ίδια ώρα, πίσω από βαριές, ψηλές πόρτες, μια πολιτική τάξη απομακρυσμένη από την φρικαλέα πραγματικότητα στο πεδίο της μάχης, ανταλλάσσει ήρεμες απόψεις κι ο πόλεμος μπορεί να λήξει με μια υπογραφή κι ένα αδιάφορο «αυτό είναι, ο πόλεμος τελείωσε».

Η αντίστιξη φέρνει την ταινία πολύ κοντά σε μια κάποια αλήθεια, την ώρα που η εφιαλτική, επαναμβανόμενη σειρήνα μουσικής του Φόλκερ Μπέρτελμαν υπογραμμίζει την επαναληψιμότητα της φρίκης. Ένα εκπληκτικό, κυκλικό score, ένα μοτίβο ταιριαστό στην ιδέα ενός φαύλου κύκλου θανάτου και συντριβής. Με την κάμερα άλλοτε να επιτίθεται κι άλλοτε να υποχρεώνει σε θέαση, κρατώντας τον θεατή καθηλωμένο.

ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΤΑ ΑΛΗΘΕΙΑ ΑΝΤΙ-ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΦΙΛΜ;

All Quiet On the Western Front Netflix

Υπάρχει μια ατάκα που αποδίδεται στον Τρυφώ, που λέει πως «δεν υφίσταται αυτό το πράγμα, η αντι-πολεμική ταινία». Καθώς το σινεμά είναι από τη φύση του ένα μέσο που ευνοεί και αναδεικνύει το θέαμα, επικοινωνεί μέσω θεάματος, ένα φιλμ που προτίθεται να αντιταχθεί στην ιδέα του πολέμου απεικονίζοντάς τον με κάθε λεπτομέρεια, είναι σε κάποιο βαθμό καταδικασμένο να αποτύχει.

Σε μια πολύ ενδιαφέρουσα ανάλυση του BBC Culture πάνω στη φράση του Τρυφώ, ο καθηγητής φιλοσοφίας Ντένις Ρόθερμελ εξηγεί πως προκειμένου να πετυχαίνουν ως αντι-πολεμικά φιλμ, πρέπει να αποτυπώνουν την τυχαία επιβολή βίαιου θανάτου, αποτρόπαιου τρόπου, αλλά ταυτόχρονα και το αποτρόπαιο ως νόρμα συμπεριφοράς. Όπως και μια αίσθηση ισορροπίας και αφηγηματικής πλαισίωσης. Πώς βρίσκεις ισορροπία σε πολεμικές αφηγήσεις, μέσα από τερατώδεις πράξεις και με την τυχαιότητα να παίζει πάντα πρωτεύοντα ρόλο (απολύτως αναγκαίο γνώρισμα, μιας και αν ο θάνατος σε ένα τέτοιο πολεμικό context αποτυπωθεί ως καρμική δικαίωση τότε εξ ορισμού εξιλεώνει την ιδέα του πολέμου σε κάποιο βαθμό);

Το φιλμ του Κλίμοφ το έκανε– κι είναι πραγματικά μετρημένες στα δάχτυλα οι υπόλοιπες. Μια συζήτηση μπορεί να γίνει για το Full Metal Jacket του Κιούμπρικ, ας πούμε, όπως φυσικά και για το ορίτζιναλ Ουδέν Νεότερο. Πού στέκεται σε αυτή τη συζήτηση το νέο φιλμ;

Είναι μια ταινία που πατώντας με σιγουριά στις ιδέες των προκατόχων του, επιχειρεί να πετύχει τη γεφύρωση ανάμεσα στην τεχνική αρτιότητα του εντυπωσιασμού του σύγχρονου πολεμικού φιλμ, με την βαθιά ωμότητα του Έλα Να Δεις. Δε μπορεί να αντισταθεί από το να προσεγγίσει μέρος της ιστορίας ως κάτι το εμβληματικό, κάτι που φυσικά καθόλου δεν ταιριάζει με το γκροτέσκο του πολέμου– μέρος της ιδέας της προσέγγισης εδώ είναι τα πάντα να μοιάζουν πεζά (η φρίκη, ο θάνατος, η τραγική τυχαιότητα), όμως τίποτα σε αυτό το φιλμ δε μπορεί να χαρακτηριστεί ως πεζό.

Είναι όμως στυγνό. Και ξέρει να χρησιμοποιεί τη δραματική ειρωνεία υπέρ της βάναυσης κοσμοθεωρίας του. Και ξεγυμνώνει αποτελεσματικά και άμεσα τις φτηνές πατριο-προπαγανδιστικές ιδέες περί ηρωισμού και ανδρείας. Τα σύγχρονα εργαλεία του, ο Μπέργκερ τα χρησιμοποιεί με καλό τρόπο, καταφέρνοντας να προσδώσει στην διασκευή του μια αναγκαία αίσθηση οργής, πικρίας και αποτροπιασμού.

Το φιλμ, που εύκολα θα ξεχωρίσει ανάμεσα στην πλειονότητα των νετφλιξικών ταινιών, αποτελεί την πρόταση της Γερμανίας για τα φετινά Όσκαρ. Στα φεστιβάλ, κι από την διεθνή κριτική, έχει περάσει περιέργως σχετικά απαρατήρητο, όμως είναι ήδη εμφανές ότι το κοινό ανταποκρίνεται. Δε θα εκπλαγούμε καθόλου ακόμα και να το δούμε στις λίστες των οσκαρικών υποψηφιοτήτων.

Το All Quiet on the Western Front στριμάρει στο Netflix.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα