ΦΤΑΝΕΙ ΜΙΑ ΑΝΑΔΑΣΩΣΗ ΓΙΑ ΝΑ ΕΠΙΣΤΡΕΨΕΙ ΤΟ ΔΑΣΟΣ ΤΗΣ ΔΑΔΙΑΣ;
Τα όμορφα και μοναδικά δάση γενικά προστατεύονται. Στην Ελλάδα τα καίμε με την αδιαφορία μας. Και δεν ξαναγίνονται όσο εύκολα μας λένε.
Tην ημέρα που το Meteo αποφάσισε να δημοσιεύσει στοιχεία που προέκυψαν από την ανάλυση των δεδομένων του Ευρωπαϊκού Συστήματος Πληροφόρησης για Δασικές Πυρκαγιές, εξαφανίστηκε και η τελευταία αμφιβολία για την καταστροφή που συντελείται στην Ελλάδα.
Eκτός και αν πίστεψες την αμφισβήτηση των κυβερνώντων. Που κατέπεσε ποικιλοτρόπως, όπως εξήγησε ο Χρήστος Μπαρούνης.
Από το 2003 έως το 2022 απολέσαμε 2.800.000 στρέμματα δασικής έκτασης, τα οποία κατέστρεψαν μόλις 10 πυρκαγιές. Συνολικά, κατεγράφησαν εκατοντάδες.
Φέτος χάθηκαν
- πάνω από 800.000 στρέμματα στο Δάσος της Δαδιάς,
- 64.330 στην πυρκαγιά της Πάρνηθας,
- 145.000 στη Ρόδο,
- 116.000 στα Δερβενοχώρια,
- 12.000 στο Λουτράκι,
- 39.000 στο Νέο Κουβαρά,
- 10.000 στην Κάρυστο και
- 20.000 στην Κέρκυρα.
Κάπου εδώ θα ήθελα να θυμίσω ότι δεν είμαστε ακριβώς Αμαζόνιος. Εννοώ δεν έχουμε άπειρο πράσινο. Δηλαδή, οξυγόνο για να ζήσουμε -που γενικά δεν περισσεύει.
Παρ’ όλα αυτά, καταφέραμε να καταστρέψουμε και έναν ‘πνεύμονα’ όλης της Ευρώπης: το Εθνικό Πάρκο Δάσους Δαδιάς-Λευκίμης-Σουφλίου. Σύμφωνα με ανακοίνωση της Κομισιόν είναι η μεγαλύτερη δασική πυρκαγιά που έχει καταγραφεί ποτέ στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Λέω ‘καταστρέψαμε’ (όχι καταστράφηκε) για έναν πολύ ξεκάθαρο λόγο.
Ενώ ανακηρύχθηκε προστατευόμενη περιοχή από το δίκτυο Natura το 1980 και είχαμε έως το 2012 να ‘φτιάξουμε’ ένα σχέδιο διατήρησης (με κανονισμούς για την προστασία του), έως το Δεκέμβριο του 2020 δεν είχαμε ασχοληθεί.
Καταδικαστήκαμε από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά πάλι δεν ‘νιώσαμε’, όπως θα διαβάσεις στη συνέχεια.
Είναι ανάγκη να γνωρίζουμε όλοι τους λόγους που ήταν μοναδικό το Δάσος της Δαδιάς.
Ο αόριστος έχει να κάνει και με τη δήλωση του πρόεδρου του τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος ΑΠΘ, Αλέξανδρου Δημητρακόπουλου πως «δεν θα ξαναδούμε το δάσος της Δαδιάς όπως το ξέραμε.
Και δεν μπορούμε το συγκεκριμένο οικοσύστημα να το εντάξουμε στις γενικότερες απώλειες του 1.500.000 στρεμμάτων δασικών εκτάσεων που κάηκαν, καθώς είναι κάτι το μοναδικό».
Η μοναδικότητα του δάσους που αφανίσαμε
Όσα υπάρχουν (δηλαδή, υπήρχαν) στη Δαδιά δεν συναντώνται σε καμία άλλη περιοχή της Ευρώπης. Κατέχει ξεχωριστή γεωγραφική θέση σε διεθνές επίπεδο, καθώς βρίσκεται στο σταυροδρόμι μεταξύ Ασίας, Ευρώπης και Αφρικής, κοντά στον μεγάλο ανατολικότερο μεταναστευτικό διάδρομο πολλών ειδών πουλιών.
Η περιοχή αποτελεί ένα από τα λίγα καταφύγια σπάνιων αρπακτικών πουλιών σε όλη την Ευρώπη, ενώ εδώ συναντάται ο μοναδικός αναπαραγόμενος πληθυσμός Μαυρόγυπα στα Βαλκάνια.
Στη Δαδιά είχαν καταγραφεί συνολικά 360-400 είδη φυτών, 104 είδη πεταλούδων, 12-13 είδη αμφιβίων, 29 είδη ερπετών και 60-65 είδη θηλαστικών.
Εκ των 38 ειδών αρπακτικών που υπάρχουν στην Ευρώπη, στη συγκεκριμένη περιοχή ζούσαν τα 36.
Υπήρχε και υψηλή οικολογική αξία, που σχετιζόταν με τα διαφορετικά του γεωστρώματα, το συνδυασμό μεσογειακού και ηπειρωτικού κλίματος, στη γειτνίαση με την Ασία και στην ποικιλία των οικοσυστημάτων, συν τα μοναδικής αισθητικής τοπία με βραχώδεις σχηματισμούς, ρυάκια και ποτάμια, τα ενδημικά φυτά και τα σημεία γεωλογικού ενδιαφέροντος.
Όλα αυτά είχαν επισημανθεί από Ευρωπαίους επιστήμονες πριν μισό αιώνα. Το 1980 η περιοχή ανακηρύχθηκε προστατευόμενη περιοχή από το δίκτυο Natura.
Αυτό σημαίνει πως έκτοτε έπρεπε να αντιμετωπίζονται οι απειλές για τα είδη που υπήρχαν εκεί, να καθορίζονται ποιες ανθρώπινες χρήσεις και δραστηριότητες επιτρέπονται σε αυτές τις περιοχές (πχ στις λίμνες και τα ποτάμια ζούσαν είδη ψαριών που κινδύνευαν με εξαφάνιση) και με ποιους ειδικούς όρους.
Δηλαδή, να δημιουργηθεί ένα σχέδιο διαχείρισης και να υπάρξουν οι σχετικές ρυθμίσεις, το αργότερο έως το 2012. Διάβασες ήδη πως είχαμε άλλες δουλειές έως το 2020. Είχαμε και μετά το 2020.
Αν τα (πολλά) λόγια ήταν ρυθμίσεις η Δαδιά θα είχε σωθεί
Ο δήμαρχος Σουφλίου (όπου ανήκει η Δαδιά), Παναγιώτης Καλακίκος είχε ενημερώσει πέρυσι ότι στο Δασαρχείο Σουφλίου, υπήρχαν 4 δασοφύλακες ως υπεύθυνοι για 800.000 στρέμματα «ενώ δεν υπάρχει καν δασολόγος. Χρειάζεται άμεσα αναβάθμιση, όπως και η πυροσβεστική που παρά την ιδιαιτερότητα της περιοχής, συνεχώς μειώνεται το κλιμάκιο. Αυτήν την στιγμή είναι φύσει αδύνατο να διαχειριστεί δυο φωτιές που ξεσπούν ταυτόχρονα. Είναι ανάγκη η αναβάθμιση και ο εκσυγχρονισμός.
Όπως όμως, είχαμε συμφωνήσει με τον (τότε) Υφυπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Γιώργο Αμυρά (νυν σύμβουλο του Πρωθυπουργού σε θέματα περιβάλλοντος), σε συνάντηση που είχαμε πριν γίνει ό,τι έγινε, χρειάζεται ολοκληρωμένος σχεδιασμός.
Να καθίσουν όλοι οι φορείς στο ίδιο τραπέζι και να χαράξουν πολιτικές προστασίας δασών (για όλα τα δάση), λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις κακόβουλες ενέργειες και την αμέλεια.
Ξοδεύτηκαν πάρα πολλά χρήματα σε αυτήν την επιχείρηση, τα οποία θα άλλαζαν άρδην τις υπηρεσίες αν διατίθενται νωρίτερα για την αναβάθμιση του δασαρχείου και της πυροσβεστικής.
Όταν έχεις μια τεράστια έκταση σαν τη Δαδιά, θέλει περιφρούρηση.
Για παράδειγμα, έναν κεντρικό δρόμο ελέγχου και ”παρακλάδια’ (μικρότερους δρόμους) που θα ελέγχονται με τη βοήθεια της τεχνολογίας (πχ κάμερες). Χρειαζόμαστε περισσότερες δεξαμενές νερού και περισσότερες αντιπυρικές ζώνες».
Τι έγινε από όλα αυτά;
Τίποτα.
Έτσι καταστρέψαμε «το οξυγόνο μας», όπως έχει τονίσει πριν ένα χρόνο ο κύριος Καλακίκος.
Ζούμε από το εκ των μοναδικών οικοσυστημάτων στον παγκόσμιο χάρτη. Αυτήν την στιγμή είμαστε στην εντατική. Η Δαδιά δεν είναι πνεύμονας μόνο του Έβρου, αλλά όλης της Ευρώπης.
Κι εμείς τον διαλύσαμε.
Είμαι υπερβολική;
Πιστεύεις όντως, πως τα δάση ξαναγίνονται με την ευκολία που το λένε οι κυβερνώντες -λες και βάζουμε φακή σε βρεγμένο βαμβάκι που τοποθετούμε στον πάτο πλαστικής συσκευασίας γιαουρτιού, όπως κάναμε στο δημοτικό;
Τι χρειάζεται ένα δάσος για να ‘αναστηθεί’
Το οικοσύστημα της Δαδιάς δεν μπορεί να ενταχθεί στα 1.500.000 στρέμματα που όπως είπε ο κύριος Δημητρακόπουλος, έχουν καεί «γιατί είναι κάτι το μοναδικό.
Δέντρα που στέκονταν εκεί θα χρειαστούν 100 με 150 χρόνια για να αποκτήσουν ξανά το σχήμα που θα επιτρέπει στα σπάνια είδη να τα κάνουν ‘σπίτι’ τους».
Αν έχουμε καταλάβει κάτι όσα χρόνια καιγόμαστε, είναι ότι είμαστε πολύ αδύναμοι στο να προστατεύσουμε οτιδήποτε σε αυτήν τη χώρα.
Πάμε και στα πρακτικά.
Tα μεσογειακού τύπου οικοσυστήματα, αν δεν ξανακαούν, ξαναβγαίνουν. Αν ξανακαούν κάτι έχει γίνει επίτηδες, καθώς η δεύτερη φορά δεν μπορεί να προκύψει με αυτοανάφλεξη.
Για να ξαναβγούν τα δάση -κατά το κοινώς λεγόμενο- δεν πρέπει να βοσκηθούν ή να καταπατηθούν. Άρα, πρέπει να υπάρχει απόλυτη προστασία.
Καλή τύχη με αυτό, δεδομένης και της παράνοιας που εξακολουθεί να υπάρχει με την καταπάτηση.
Σε ό,τι αφορά τη βόσκηση, τη χρονιά που ακολουθεί τη φωτιά, ξεκινούν να φυτρώνουν τα σπέρματα ψυχανθών φυτών που υπάρχουν στην ‘τράπεζα’ του εδάφους.
Τα ψυχανθή (πχ το άγριο τριφύλλι), έχουν στις ρίζες τους αποικίες μικροοργανισμών, οι οποίοι δεσμεύουν το άζωτο από την ατμόσφαιρα.
Το άζωτο εξαφανίζεται με τους καπνούς της φωτιάς (χάνεται περίπου 95%) και είναι απαραίτητο στοιχείο για τη ζωή, καθώς είναι κύριο συστατικό των πρωτεϊνών και των ενζύμων.
Το ψυχανθή είναι και άριστη κτηνοτροφή. Τα γιδοπρόβατα τα προτιμούν και έτσι σταματούν την επαναφορά του αζώτου.
Και κάπως έτσι φτάνουμε στην πολυμνημονευμένη αναδάσωση.
Ούτε η αναδάσωση είναι όσο απλή μάς λένε
Όπως έχει πει στο Magazine ο Καθηγητής, Διευθυντής του Εργαστηρίου Δασοκομίας του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του Α.Π.Θ., Θεοχάρης Ζάγκας «η αναδάσωση είναι επιστημονική διαδικασία».
Δηλαδή, δεν βοηθάμε αν πάμε να φυτέψουμε όλοι από ένα φυτό σε καμμένη γη.
«Στον κλάδο της Δασολογίας υπάρχει το θεμελιώδες αξίωμα ‘Μιμηθείτε τη φύση, επιταχύνετε το έργο της’.
Αλίμονο αν τα καμένα δάση περίμεναν να τα αναδασώσουμε εμείς. Θα έπρεπε να πουλήσουμε όλη τη χώρα και πάλι δεν θα έφτανε.
Έχουν μηχανισμούς φυσικής αναγέννησης. Θα αναγεννηθούν στη συντριπτική τους πλειοψηφία μόνα τους. Είναι προσαρμοσμένα στις φωτιές που συνέβαιναν πάντα.
Τα πεύκα, εφόσον έχουν ηλικία μεγαλύτερη των 25-30 ετών, έχουν καρπούς (κουκουνάρια) και ρίχνουν σπόρους στην επιφάνεια του εδάφους. Έτσι ξεκινάει η αναγέννηση.
Υπάρχουν φυλλοβόλα και αείφυλλα πλατύφυλλα που πάλι αναγεννώνται φυσικά, με την παραβλάστηση. Δεν καταστρέφονται οι ρίζες και αναβλαστάνουν.
Το 90% των δασών αναγγενάται με αυτόν τον τρόπο».
Εκτός και αν ξανακαούν οι ίδιες περιοχές μέσα σε λίγα χρόνια.
Ο άνθρωπος επεμβαίνει εκεί «όπου υπάρχουν νεαρά δάση και επικλινή (με κλίση πάνω από 50%) εδάφη, στα οποία το νερό της βροχής θα παρασύρει τους σπόρους και ως εκ τούτου δεν θα έχουμε αναγέννηση».
Για τη στοχοποίηση των πεύκων (λες και φταίνε αυτά για όλα -όχι η δική μας αδιαφορία), ο κύριος Ζάγκας έχει διευκρινίσει ότι «τα πεύκα ευδοκιμούν εκεί όπου δεν μπορούν να ευδοκιμήσουν άλλα είδη. Οι δυνατότητες αντικατάστασης τους είναι περιορισμένες. Είναι επίσης, κάτι που θέλει επιστημονική δουλειά -έχω κάνει σχετικές δημοσιεύσεις.
Πρέπει να διαλέξουμε τα καλύτερα εδάφη (επιστημονικά τα λέμε ‘σταθμούς’) και να φυτέψουμε εκεί τα κατάλληλα είδη που γίνεται κατανοητό πως δεν είναι τα ίδια για κάθε περιοχή. Θα πρέπει να προτιμήσουμε ό,τι υπάρχει στη φυσική βλάστηση, ως απομεινάρι του παρελθόντος».
Μετά πρέπει να τα φροντίσουμε με συνέπεια και έπειτα να τα προστατεύσουμε σωστά.
Καμία τύχη.