ΓΙΑ ΠΟΙΟΥΣ ΚΥΒΕΡΝΑ Ο ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ;
Τέσσερα παραδείγματα της τρέχουσας επικαιρότητας που δείχνουν ποιους έχει στο μυαλό το Μέγαρο Μαξίμου, όταν λαμβάνει τις αποφάσεις του.
Αν ρωτηθεί κάποιο στέλεχος της κυβέρνησης (είτε της σημερινής είτε άλλης) «για ποιους κυβερνάτε;» θα απαντήσει σίγουρα κάτι τετριμμένο. Θα μοιάζει κάπως έτσι: «Για το καλό της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού και με βάση τα συμφέροντα της χώρας». Φράσεις «ευρύχωρες» δηλαδή που δίνουν περιθώριο για πολλές ερμηνείες και μπορούν να στηρίξουν σχεδόν κάθε πολιτικό αφήγημα.
Έτσι λοιπόν πιο ασφαλής δρόμος για να κατανοήσει κανείς ποιους έχει στο μυαλό της κάθε κυβερνητικό σχήμα όταν κάνει μια πολιτική επιλογή (είτε πρόκειται για απόφαση είτε για νομοθετική πρωτοβουλία) είναι η τρέχουσα πραγματικότητα. Εκεί μπορεί κανείς να διακρίνει πολιτικές εξαρτήσεις, κοινωνικές αναφορές αλλά και την επίδραση της μικροκομματικής τακτικής σε ζητήματα που έχουν αντίκτυπο στους πολίτες.
Θα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον να εξετάσει κανείς υπό αυτό το πρίσμα το πώς λειτουργεί η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Αξιοποιώντας ορισμένα παραδείγματα από τα πολύ πρόσφατα θέματα που απασχόλησαν την επικαιρότητα:
Πυρκαγιές: Η κυβέρνηση κλήθηκε να αντιμετωπίσει ένα γνωστό (δυστυχώς κάθε καλοκαίρι) πρόβλημα και το έκανε με αξιοσημείωτη αποτυχία. Το γεγονός ότι δεν υπήρξαν θύματα ανάλογα με αυτά των πυρκαγιών στο Μάτι το 2018, σε καμία περίπτωση δεν συνιστά επιτυχημένη διαχείριση, ιδίως αν αναλογιστεί κανείς ότι ο κρατικός μηχανισμός όφειλε να έχει ενσωματώσει δύο χρόνια αργότερα τα διδάγματα από την πολύνεκρη τραγωδία. Κάηκαν πάνω από 1.300.000 στρέμματα δάσους δηλαδή είχαμε μια τεράστια οικολογική καταστροφή σε καιρούς κλιματικής κρίσης. Επλήγησαν για πολλά χρόνια οι τοπικές οικονομίες στην Βόρεια Εύβοια και την Ηλεία ενώ στην Βόρεια Αττική λίγο έλλειψε να καταστραφούν σημαντικές υποδομές για την ηλεκτροδότηση της χώρας, μια συνθήκη που περιλάμβανε και την πιθανότητα να βρεθούν οι Κυκλάδες χωρίς ρεύμα στα μέσα Αυγούστου.
Τι θα περίμενε κανείς μετά από όλα αυτά; Μία κυβερνητική αντίδραση που θα είχε ως βασικό γνώμονα ένα γενναίο πρόγραμμα μελέτης για την δασοπροστασία και μία άμεση αναδιανομή κονδυλίων για την εφαρμογή των συμπερασμάτων της. Επίσης την αυτονόητη κάλυψη των ζημιών σε όλα τα επίπεδα (περιβαλλοντικό, οικονομικό, κοινωνικό). Δηλαδή μια κίνηση που το βασικό σκεπτικό της θα ενσωμάτωνε κυρίως τεχνοκρατικές προσεγγίσεις του πράγματος.
Τι έγινε όμως στην πραγματικότητα; Η κυβέρνηση εστίασε την προσοχή της στο να διαχειριστεί το όλο θέμα επικοινωνιακά. Προβάλλοντας κατά κύριο λόγο το ότι δεν υπήρξε μαζική απώλεια ανθρώπινων ζωών (χαρακτηριστική η δήλωση του Κ.Μητσοτάκη στην Βουλή περί στρεμμάτων και φερέτρων). Επίσης φροντίζοντας ακόμη και στο θέμα της ανασυγκρότησης των πληγεισών περιοχών να «βρει χώρο» προκειμένου να εντάξει το (μικρο)πολιτικό σχεδιασμό της. Όσες και αν είναι οι οργανωτικές ικανότητες του Σταύρου Μπένου που επιλέχθηκε ως επικεφαλής για την ανασυγκρότηση στην Βόρεια Εύβοια, είναι φανερό ότι η επιλογή του σχετίζεται (και) με την προσέγγιση των ψηφοφόρων του κέντρου, είτε στην περιφέρεια της Εύβοιας, είτε συνολικά. Η προέλευσή του από τον χώρο του ΠΑΣΟΚ είναι σαφές ότι «μέτρησε» ώστε να μην επιλεγεί ένα αυτοδιοικητικό στέλεχος με εντοπιότητα, που θα ήταν και το πιο λογικό σε αυτή την περίπτωση.
Εισακτέοι ΑΕΙ: Τα αποτελέσματα των φετινών πανελλαδικών εξετάσεων, δικαίωσαν την κριτική που ασκεί από τον Σεπτέμβρη σύσσωμη αντιπολίτευση σε νομοθετικές επιλογές που στήριξε προσωπικά ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Πάνω από 35.000 υποψήφιοι έμειναν εκτός ΑΕΙ, ενώ θα υπάρξουν αξιόλογα πανεπιστήμια ακόμη και πολυτεχνικές σχολές που θα έχουν από ελάχιστους έως κανέναν φοιτητή στο πρώτο έτος.
Είναι μία εξέλιξη που δεν εκπλήττει κανέναν, ούτε και την κυβέρνηση. Παρότι τους προηγούμενους μήνες προσπαθούσε να πει ότι ίσως ο περιορισμός των εισακτέων θα είναι μικρότερος αριθμό. Το αποτέλεσμα αυτό φαίνεται πώς είχε προετοιμαστεί μεθοδικά και προσεκτικά. Είναι επίσης αποκαλυπτικό της βαθιάς σχέσης ανάμεσα στην χάραξη κυβερνητικής πολιτικής και την ικανοποίηση αιτημάτων συγκεκριμένων συμφερόντων.
Οι προφανείς κερδισμένοι από την εξέλιξη είναι οι επιχειρηματικοί όμιλοι που δραστηριοποιούνται στην ιδιωτική εκπαίδευση. Ένα πολύ συγκεκριμένο τμήμα της εγχώριας επιχειρηματικότητας που αναμένει πλέον την «απόδοση» των νομοθετημάτων που ψήφισε τον περασμένο Δεκέμβριο και τον περασμένο Φεβρουάριο η Νίκη Κεραμέως. Μια «δεξαμενή» 35 με 40.000 δυνητικών πελατών αποζημιώνει την αμέριστη στήριξη που παρείχαν οι επιχειρηματίες του χώρου σε κάθε νομοθετική προσπάθεια της υπουργού Παιδείας, είτε εκδίδοντας ανακοινώσεις μέσω των ενώσεών τους, είτε κάποιοι εξ αυτών συνδράμοντας στο ταμείο της Ν.Δ ως επίσημοι χορηγοί.
Κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι ότι η Νίκη Κεραμέως αντέδρασε στις περικοπές των εισακτέων, προβάλλοντας την ενίσχυση των δημόσιων σχολών κατάρτισης. Ένα πεδίο που εξαρχής η κυβέρνηση ήθελε να πριμοδοτήσει και φέτος φαίνεται να το καταφέρνει. Όλως τυχαίως όμως η εξέλιξη αυτή αποτελεί και ένα πάγιο αίτημα του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών που επί χρόνια ζητά την ενίσχυση των υποδομών κατάρτισης με την προοπτική μάλιστα οι τεχνικές σχολές να συνδεθούν άμεσα με τις επιχειρήσεις. Να εναρμονιστούν με τα παραγωγικά δεδομένα της αγοράς και να υπάρχει δίαυλος με προγράμματα μαθητείας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι με την πρακτική που ακολούθησε η κυβέρνηση στο ζήτημα της μείωσης των εισακτέων, κατάφερε να έρθει σε αντίθεση ακόμη και με τις κατευθύνσεις που προάγει για τα κράτη μέλη η Κομισιόν. Μια κυβέρνηση που ομνύει στο όνομα της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας «παρέκαμψε» τις εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που ζητούν αύξηση της πανεπιστημιακής εξειδίκευσης των αποφοίτων της υποχρεωτικής εκπαίδευσης σε 43%. Προφανώς ο εγχώριες «σειρήνες» ήταν πιο ελκτικές και πειστικές.
Μεταναστευτικό: Οι Ταλιμπάν δεν πρόλαβαν καλά – καλά να εγκατασταθούν στην Καμπούλ , ούτε καν τα αμερικανικά στρατεύματα να ολοκληρώσουν την αποχώρησή τους από το Αφγανιστάν. Αν ακούσει όμως κανείς τα κυβερνητικά στελέχη της τελευταίες ημέρες, θα πιστέψει ότι ήδη δεκάδες χιλιάδες Αφγανοί μετανάστες έχουν προλάβει να συνωστιστούν στον Έβρο και «καβαλάνε» τον περίφημο φράκτη.
Η κυβέρνηση φαίνεται πώς «άρπαξε από τα μαλλιά» μία διεθνή εξέλιξη, που όντως πρέπει να προβληματίσει την εξωτερική πολιτική της χώρας, προκειμένου να «διασωθεί» από τις πυρκαγιές του φετινού Αυγούστου και να αλλάξει την πολιτική ατζέντα. Μόλις την Παρασκευή μάλιστα επιχείρησε να παρουσιάσει ένα νομοσχέδιο για τις διαδικασίες απονομής καθεστώτος διεθνούς προστασίας το οποίο συζητείται στην αρμόδια επιτροπή της Βουής και είχε προετοιμάσει εδώ και καιρό σε …άμεση αντίδραση για τις εξελίξεις στο Αφγανιστάν. Με τον αρμόδιο υπουργό Μετανάστευσης Νότη Μηταράκη να δηλώνει πως «λόγω των εξελίξεων στο Αφγανιστάν είναι ιδιαίτερα σημαντική η προετοιμασία της χώρας μας σε όλα τα επίπεδα και στην Ελλάδα και στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έχουμε ξεκάθαρα διαμηνύσει ότι δεν θα δεχθούμε, όπως την περίοδο 2015-2019, την περίοδο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΑΝ.ΕΛ., να είμαστε η πύλη εισόδου της Ευρώπης για παράνομες μεταναστευτικές ροές».
Με δεδομένο όμως ότι οι Αφγανοί μετανάστες δεν έχουν …καν ξεκινήσει από την πολύπαθη χώρα τους για τα Ελληνικά ή ευρωπαϊκά σύνορα, εύλογα αντιλαμβάνεται κανείς τι συμβαίνει. Τέτοιου είδους συνθήκες δίνουν στην κυβέρνηση την δυνατότητα να «κάνει παιχνίδι» τόσο με τους ψηφοφόρους που ήδη έχει και επιθυμούν μια πολιτική «λαϊκής δεξιάς» όσο και με τους ψηφοφόρους που βρίσκονται ορφανοί στα δεξιά της και επιθυμεί να προσελκύσει μέσω μιας αντι – μεταναστευτικής ρητορικής.
Με απλά λόγια για ένα τέτοιου είδους ζήτημα που απαιτεί την χάραξη στρατηγικής σε εθνικό και κυρίως σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η κυβερνητική πολιτική δεν καθορίζεται με αυτά τα κριτήρια. Αντιθέτως σε κυρίαρχο στοιχείο ανάγονται οι εσωτερικοί συσχετισμοί στην Ν.Δ και το δεξιό πολιτικό ακροατήριο.
Εργασιακά: Στα εντυπωσιακά αντανακλαστικά της κυβέρνησης πρέπει να πιστωθεί πως ενώ το νούμερο 1 πρόβλημα της εβδομάδας που ξεκινά είναι η αύξηση των κρουσμάτων του κορονοϊού ενώ τις προηγούμενες το πιο σημαντικό θέμα ήταν οι πυρκαγιές, βρήκε …χώρο να προετοιμάσει το έδαφος ώστε το φετινό Φθινόπωρο να μην γίνουν απεργίες. Όσο αυτό είναι δυνατόν.
Μόλις την περασμένη Πέμπτη ο υπουργός Εργασίας Κωστής Χατζηδάκης ανακοίνωσε την εφαρμογή του νόμου που περιορίζει το απεργιακό δικαίωμα όπως προβλέπεται στο εργασιακό νομοσχέδιο που ψήφισε η κυβέρνηση τους προηγούμενους μήνες. Δήλαδή έσπευσε να μεριμνήσει για την εφαρμογή ενός νόμου που δεν έχει ευρύτερη πολιτική η κοινωνική στήριξη, επικαλούμενη μάλιστα τις αστικές και ποινικές ευθύνες που θα έχουν όσοι εργαζόμενοι ή μέλη συνδικαλιστικών σωματείων τον παραβούν.
Η κυβερνητική σπουδή για την ευνομία της χώρας, μοιάζει μάλλον άσχετη με τις προτεραιότητες που θέτει η πραγματικότητα. Όχι όμως αν συνυπολογίσουμε την εκτίμηση που έκανε ο στενός συνεργάτης του πρωθυπουργού, Γιώργος Γεραπετρίτης. Σύμφωνα με αυτή «το φθινόπωρο θα είναι σημαντικό όχι μόνο για τη διαχείριση των κρίσεων αλλά κυρίως για το μεγάλο μεταρρυθμιστικό ρεύμα». Προφανώς αν π.χ στις κυβερνητικές μεταρρυθμίσεις που σχεδιάζονται περιλαμβάνονται μέτρα που θα οδηγήσουν σε μειώσεις μισθών ή ιδιωτικοποιήσεις τότε ο Κωστής Χατζηδάκης είναι ένα πολύ ισχυρό κίνητρο για την πρωτοβουλία που πήρε.
Δεσμοί και δεσμεύσεις
Όπως αναφέραμε και στην αρχή του κειμένου στη πολιτική υπάρχουν πάντα περισσότερες από μία ερμηνείες. Όμως τα προαναφερθέντα παραδείγματα και η κυβερνητική πρακτική, οδηγούν σε συμπεράσματα που δύσκολα μπορούν να αμφισβητηθούν:
Η κυβέρνηση βρίσκεται στο δεύτερο μισό της θητείας της, έτσι η παράμετρος της πολιτικής επιρροής είναι πιο ενισχυμένη σε σχέση με τα δύο προηγούμενα χρόνια.
Κουβαλά επίσης συγκεκριμένες δεσμεύσεις προς την εγχώρια επιχειρηματικότητα που παραμένουν βασική προτεραιότητα ανεξαρτήτως συνθηκών, ακόμη και αν πρόκειται για τις συνθήκες μιας πανδημίας.
Επιθυμεί να διατηρήσει ένα «ευρωπαϊκό», «επιτελικό» και «σύγχρονο» προφίλ, δίχως όμως να διαθέτει, ούτε την δυνατότητα ούτε και την ανάλογη κοινωνική βάση. Αντιθέτως διατηρεί αναγκαίες σχέσεις με τα πλέον συντηρητικά και οπισθοδρομικά ακροατήρια.
Εν ολίγοις το σημερινό κυβερνητικό σχήμα βρίθει δεσμών και δεσμεύσεων. Αρκετά ισχυρών ώστε να αποσαφηνίζουν το πλαίσιο των πολιτικών επιλογών της. Αρκετά αντιφατικών ώστε να προϊδεάζουν για ενδιαφέρουσες εξελίξεις, εφόσον τα πράγματα «ζορίσουν».