ΓΙΑΤΙ ΘΑ ΜΑΣ ΛΕΙΨΕΙ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ ΟΧΙ Η ΑΝΓΚΕΛΑ ΜΕΡΚΕΛ
Όλα εκείνα για τα οποία θα θυμόμαστε τη Μέρκελ, που επισκέπτεται την Ελλάδα για τελευταία φορά ως καγκελάριος.
Το βράδυ της Πέμπτης 28η Οκτωβρίου, η Άνγκελα Μέρκελ, επισκέπτεται για τελευταία φορά την Ελλάδα ως καγκελάριος. Με αφορμή αυτό το γεγονός ανατρέχουμε στους σημαντινότερους σταθμούς της πολιτικής σταδιοδρομίας της.
«Πιο ισχυρή γυναίκα στον κόσμο» για συνολικά 14 χρόνια (από το 2006 έως και το 2009, και από το 2011 έως και το 2020), σύμφωνα με το περιοδικό Forbes. «Καγκελάριος του ελεύθερου κόσμου», σύμφωνα με περιοδικό Time. Αλλά και η «γυναίκα που διαμόρφωσε μια ολόκληρη γενιά», σύμφωνα με τους Financial Times. H Μέρκελ παρέμεινε ακλόνητη στην πρώτη γραμμή της ευρωπαϊκής πολιτικής για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από κάθε άλλον, κι αυτό σε πείσμα των αλλεπάλληλων μεγάλων προκλήσεων που θα έβρισκε στο διάβα της, όχι μόνο ως καγκελάριος της Γερμανίας αλλά και ως η de-facto ηγέτιδα της Γηραιάς Ηπείρου.
Από εκείνη την πρώτη Σύνοδο Κορυφής της Ζώνης του Ευρώ που είχε πραγματοποιηθεί τον Οκτώβριο του 2008 στο Παρίσι, η μόνη που συνεχίζει να «παίζει μπάλα» στην κεντρική σκηνή είναι η Άνγκελα Μέρκελ, που ήταν και η μοναδική γυναίκα ανάμεσα στους πολλούς άνδρες εκείνης της Συνόδου. Όλοι οι υπόλοιποι (Σαρκοζί, Μπερλουσκόνι, Θαπατέρο, Μπαρόζο, Μπράουν, Γιούνκερ κ.ά.) μας έχουν αφήσει χρόνους… πολιτικά μιλώντας.
Η πρώτη γυναίκα καγκελάριος της Γερμανίας έμελλε να κρατηθεί στην εξουσία περισσότερο από κάθε άλλον, μεταπολεμικά. Τον Κόνραντ Αντενάουερ τον έχει ήδη ξεπεράσει και – έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα – το πιο πιθανό είναι πως θα ξεπεράσει και τον Χέλμουτ Κολ που ειρήσθω εν παρόδω ήταν και ο πολιτικός της μέντορας.
Εάν οι διαπραγματεύσεις για τη νέα κυβέρνηση στη Γερμανία συνεχιστούν έως και τις 17 Δεκεμβρίου (τουλάχιστον), τότε η Μέρκελ θα έχει μείνει στην ιστορία ως η μακροβιότερη καγκελάριος στα γερμανικά χρονικά (πάνω από τον Χέλμουτ Κολ και κάτω μόνο από τον Όττο φον Μπίσμαρκ).
Ζωή σαν ταινία
Η πορεία της εντυπωσιάζει ωστόσο ακόμη περισσότερο εάν ιδωθεί ως το στόρι μιας φαινομενικά «απλής» γυναίκας από την κομμουνιστική Ανατολική Γερμανία: της κόρης του πάστορα με τις πολωνικές ρίζες που ξεκίνησε ως «κορίτσι» («το κορίτσι μου», την αποκαλούσε ο Κολ), σπούδασε φυσικοχημεία μέσα σε ένα ανδροκατούμενο περιβάλλον και πήρε το επίθετο του πρώτου συζύγου της (Ούλριχ Μέρκελ ονομαζόταν ο άνδρας με τον οποία ήταν παντρεμένη για ένα διάστημα τη δεκαετία του 1980, το δικό της όνομα είναι Άνγκελα Δωροθέα Κάσνερ)… προτού μπει στην πολιτική αργά στη ζωή ως αουτσάιντερ (ήταν περίπου 35 ετών όταν εντάχθηκε στην κεντροδεξιά οργάνωση Demokratischer Aufbruch που θα ενωνόταν αργότερα με το CDU, χωρίς μάλιστα να είναι η ίδια παιδί του καλούμενο κομματικού σωλήνα) για να καταλήξει – χρόνια μετά – να θεωρείται η «μητερούλα» όλων των Γερμανών.
Νίκες επί ανδρών
Κι όλα αυτά, έχοντας εν τω μεταξύ παραμερίσει (ή «φάει» επί το λαϊκότερον) μια «στρατιά» από ισχυρούς άνδρες πολιτικούς για να μπορέσει να φτάσει εκεί όπου έφτασε: τους άλλοτε ηγέτες της παράταξης των Χριστιανοδημοκρατών Χέλμουτ Κολ και Βόλφγκανγκ Σόιμπλε (τους οποίους «άδειασε» με άρθρο της στη FAZ αφότου έσκασε το πολιτικό σκάνδαλο του 1999 με τις «μαύρες δωρεές» προς τα ταμεία του CDU), τον Σοσιαλδημοκράτη Γκέρχαρντ Σρέντερ (τον οποίο νίκησε στις ομοσπονδιακές εκλογές του 2005, παίρνοντας εκδίκηση για την σκληρή κριτική που εκείνος είχε ασκήσει στο πρόσωπό της όταν η τελευταία ήταν υπουργός Περιβάλλοντος), τον ηγέτη των Χριστιανοκοινωνιστών Εντμουντ Στόιμπερ (τον οποίο άφησε να χάσει τις ομοσπονδιακές εκλογές του 2002 και έτσι να «καεί» πολιτικά), τον Φρίντριχ Μερτς κ.ά.
Ελληνική ευρωκρίση και προσφυγικό
Τα 16 χρόνια της Μέρκελ στην καγκελαρία έχουν ταυτιστεί ωστόσο στο μυαλό του Έλληνα αναγνώστη πιο πολύ με άλλα γεγονότα: με την προσφυγική κρίση του 2015 και την κρίση στην ευρωζώνη (που παραλίγο να βγάλει την Ελλάδα από το κοινό νόμισμα), με την έξοδο της Μεγάλης Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την έκρηξη της ισλαμιστικής τρομοκρατίας (ISIS, Daesh), με τη μεταμόρφωση του Τούρκου ηγέτη Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (που ξεκίνησε ως μετριοπαθής φίλος της γερμανικής χριστιανοδημοκρατίας προτού καταλήξει ισλαμοεθνικιστικής wannabe σουλτάνος που τα θέλει όλα δικά του και εκβιάζει για να τα αποκτήσει) και την άνοδο της ακροδεξιάς.
Ο Άνγκελα Μέρκελ βρέθηκε, ως ηγέτιδα, να εκπέμπει παλαιάς κοπής σταθερότητα μέσα σε έναν ολοένα και πιο ασταθή κόσμο που αλλάζει. Οι φίλοι της θα της πιστώσουν την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ (εκείνο το «εάν πέσει το ευρώ, πέφτει και η Ευρώπη» που ύψωσε ως ανάχωμα ενάντια σε όσα προωθούσε τότε ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε) αλλά και την ανθρωπιστική διαχείριση του προσφυγικού (των – για ένα διάστημα – ανοιχτών γερμανικών συνόρων και εκείνου του «θα τα καταφέρουμε», ενάντια σε όσα προωθούσαν τότε πολιτικοί όπως ο Χορστ Ζεεχόφερ).
Όταν μάλιστα εκείνη ρωτήθηκε πρόσφατα ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή της 16ετούς θητείας στην καγκελαρία, η ίδια απάντησε: «Κατά την κρίση του ευρώ, όταν ζήτησα τόσο πολλά από τους πολίτες της Ελλάδας». Το εάν αυτό όντως ισχύει ή όχι, δεν έχει μεγάλη σημασία πια, αν και θα μπορούσε να «πουληθεί» ως μια εκ των υστέρων «δικαίωση» για την Ελλάδα, με την υποσημείωση βέβαια πως η Μέρκελ ως πολιτικός έχει και έναν μύθο να συντηρήσει… τον δικό της, που έχει να κάνει και με το πως θα ήθελε η ίδια να τη θυμούνται.
Στιγμές άβολες
Το φιλοθεάμων κοινό θα την θυμάται κυρίως για το ντύσιμό της (εκείνο τον κλασικό πια συνδυασμό σκούρο παντελόνι-ανοιχτόχρωμο σακάκι) αλλά και για μια σειρά από μάλλον «άβολες» στιγμές που έχουν μείνει στην ιστορία: το στιγμιαίο μασάζ που της είχε κάνει ο Τζορτζ Μπους, τον καθρέφτη που της είχε κάνει δώρο ο Ερντογάν, την ηλικιωμένη κυρία που την πέρασε για σύζυγο του Μακρόν («όχι, εγώ είμαι η καγκελάριος της Γερμανίας»), την απαξιωτική στάση του «alpha male» Ντόναλντ Τραμπ που κοίταζε αλλού αγνοώντας την επιδεικτικά, αλλά και τις περιπτώσεις κατά τις οποίες εκείνη είχε βρεθεί να τρέμει μπροστά στις κάμερες (σύμπτωμα υπερκόπωσης;).
Επιτυχίες και επικρίσεις
Οι επικριτές της όμως, από την άλλη πλευρά, θα την κρίνουν πιο αυστηρά. Εάν κατά τη διάρκεια της θητείας της στο τιμόνι του επονομαζόμενου και διευθυντηρίου της Ευρώπης έγιναν όλα αυτά τα συγκλονιστικά για τη Γηραιά Ήπειρο, τότε εκείνη δεν θα μπορούσε να είναι άμοιρη ευθυνών. Διότι η ίδια μπορεί να επιβίωσε πολιτικά αλλά προφανώς δεν ισχύει το ίδιο και για το πολιτικό σύστημα που εκείνη επί σειρά ετών εξέφραζε… και είναι ακριβώς αυτή η φθορά του παλαιού συστήματος που καθίσταται περισσότερο εμφανής τώρα που η Μέρκελ φεύγει.
Όταν η φθορά σου χτυπάει την πόρτα
Επί της ουσίας ωστόσο, εάν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι, η φθορά για το CDU που είχε σαν αποτέλεσμα να είναι δεύτερο κόμμα στις πρόφατες γερμανικές εκλογές έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια. Υπενθυμίζεται πως η Μέρκελ είχε ήδη από τον Δεκέμβριο του 2018 αποχωρήσει από την ηγεσία των κυβερνώντων Χριστιανοδημοκρατών προκρίνοντας για διάδοχό της στην κομματική ηγεσία τη νυν υπουργό Άμυνας, Άνεγκρετ Κραμπ Καρενμπάουερ. Η παραμονή ωστόσο της τελευταίας στο κομματικό τιμόνι θα ήταν βραχύβια και ως εκ τούτου αποτυχημένη.
Η ΑΚΚ, όπως είναι γνωστή η Καρενμπάουερ από τα αρχικά του ονόματός της, δεν κατάφερε να κρατηθεί στην ηγεσία των Χριστιανοδημοκρατών ούτε καν δυόμιση χρόνια, ενώ στην ίδια θέση η Μέρκελ είχε συμπληρώσει 18ετία, από το 2000 έως και το 2018. Ήδη από τις αρχές του 2020, η εκλεκτή της Μέρκελ είχε ξεκαθαρίσει πως πρόκειται να παραδώσει τα ηνία της παράταξης, όπως και τελικώς έκανε τον Ιανουάριο του 2021, στον Άρμιν Λάσετ.
Εν τω μεταξύ ωστόσο, θα είχαν μεσολαβήσει και κάποιες διόλου ευκαταφρόνητες ήττες: το χαμηλό (κάτω από 30%) ποσοστό των CDU/CSU στις ευρωεκλογές του 2019, η κρίση στη Θουριγγία (έπειτα από το σκάνδαλο της προσωρινής σύμπραξης του CDU με το AfD για την εκλογή κρατιδιακού πρωθυπουργού) και μια εσωκομματική διαδικασία εκλογής νέας ηγεσίας που θα έφερνε στο φως εσωτερικά ρήγματα, αποκλίνουσες τάσεις και ασάφειες ως προς τον προσανατολισμό που θέλει να ακολουθήσει η παράταξη.