ΓΙΩΡΓΗΣ ΞΥΛΟΥΡΗΣ ΣΤΟ NEWS 24/7: “Η ΚΡΗΤΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΠΟΥ ΚΑΤΣΕΙΣ ΝΑ ΒΑΛΩ ΔΥΟ ΡΑΚΕΣ ΝΑ ΠΙΟΥΜΕ”
Ο Ψαρογιώργης θυμάται τη ροκ Αυστραλία και μιλά στο Magazine για τους ανοικτούς ορίζοντες και τον "Σασμό".
Η μουσική είναι η ζωή του όλη. Και τα παραδοσιακά κρητικά είναι ο μεγάλος του έρωτας. Ο δεξιοτέχνης λαουτίστας Γιώργης Ξυλούρης (ή Ψαρογιώργης όπως τον αποκαλούν) “μπολιάστηκε” στη μουσική παράδοση των Ανωγείων, απόγονος της σπουδαίας οικογένειας μουσικών που έβγαλε αυτή η ορεινή γωνιά της Κρήτης.
Θείος του ο “Αρχάγγελος της Κρήτης” Νίκος Ξυλούρης, πατέρας του ο θρυλικός κρητικός λυράρης Ψαραντώνης και θείος του ο λαουτιέρης Ψαρογιάννης.
Όσο… καταξιωμένες και να είναι οι ρίζες του, τίποτα δεν συγκρίνεται με το πώς στηρίχτηκε επάνω τους σαν δυνατό δέντρο και εξελίχθηκε σε έναν ερμηνευτή διεθνούς επιπέδου, με μία καριέρα που μετράει σήμερα 45 χρόνια.
Ακάματες περιοδείες στον κόσμο (έφτασε η χάρη του μέχρι τη Νέα Ζηλανδία), 8 χρόνια στη Μελβούρνη, ροκ ακούσματα και συνεργασίες και η βιωματική ταινία “Οικογενειακή Υπόθεση” ένα αφιερωματικό ντοκιμαντέρ με τα τρία παιδιά του, που συνεχίζουν τη μουσική παράδοση των Ξυλούρηδων. Τόσες εμπειρίες και ξενύχτια – όπως λέει – και είναι ακόμα ακούραστος, έτοιμος για τις επόμενες.
Διαβάζοντας την είδηση ότι το Xylouris Ensemble θα εμφανιστεί στο Μέγαρο Μουσικής με τους Ολλανδούς μουσικούς πνευστών του Nederlands Blazers Ensemble (NBE), κάπου προσπαθήσαμε να καταλάβουμε πώς θα συναντηθεί ο… Μπετόβεν με την κρητική λύρα την Τετάρτη 26 Οκτωβρίου, στην Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη.
Για την σύμπραξη αυτή, αλλά και για τις ροκ διαδρομές στη Μελβούρνη μας μίλησε τηλεφωνικά ο Ψαρογιώργης, με την κρητική προφορά του να σε ταξιδεύει από την άλλη άκρη της γραμμής κατευθείαν σε ένα γλέντι στην Κρήτη. Τραγούδησε και ένα ριζίτικο, έτσι για το καλό.
Ποια είναι η ιστορία πίσω από τη δημιουργία και την πορεία του μουσικού σχήματος Xylouris Ensemble; Τι θέλατε να πείτε με τη μουσική σας όταν το δημιουργήσατε;
Τα πράγματα ξεκινούν πολύ πριν από το Xylouris Ensemble. Πάντα υπήρχε στην οικογένειά μας ανοιχτός ορίζοντας. Ανοικτό το πεδίο να δοκιμάζουμε πράγματα στη μουσική. Έπαιζα από μικρός και για πολλά χρόνια με τον πατέρα μου τον Ψαραντώνη, που είναι πρωτοπόρος σε αυτό το πράγμα. Στο να έχεις ανοιχτό το πεδίο και να νιώθεις ελεύθερος να βάζεις στοιχεία στη μουσική τα οποία σε εκφράζουν. Ακόμα και όταν δεν είναι τόσο γνωστά ή προσιτά. Ακόμα και όταν δεν είναι για “easy listeners”, για εύκολη ακρόαση που λέμε.
Ο Ψαραντώνης έπαιζε με τα νύχια, σφυρίζοντας, χτυπώντας τη λύρα, παίζοντας ψιθυριστά, με δυναμικές έως ουρλιαχτά. Έβγαζε έναν βρυχηθμό και έλεγε τη λέξη από τα έγκατα της ύπαρξής του, σαν από τα σπάργανά του.
Πάντα μου άρεσε – όπως και στον πατέρα μου – τελειώνοντας μία παράσταση να είναι το ακροατήριο προβληματισμένο. Θέλαμε να μην έχουμε δώσει το “ευκολοχώνευτο”, το αναμενόμενο. Αλλά να προσφέρουμε μια ψυχαγωγία τέτοια που να φεύγει ο κόσμος σκεπτόμενος για αυτό που άκουσε. Να δώσουμε κάποιο καινούργιο “συστατικό”, έναν νέο τρόπο να το δεις αλλιώς.
Ο Ψαραντώνης αυτό το είχε! Ήταν πάντα, και είναι, ένας δάσκαλος. Ήταν απρόβλεπτος και το παίξιμό του πολύ ιδιαίτερο με ανεπανάληπτα χαρακτηριστικά. Έπαιζε με τα νύχια, σφυρίζοντας, χτυπώντας τη λύρα, παίζοντας ψιθυριστά, με δυναμικές έως ουρλιαχτά για να εκφράσει αυτό που ήθελε! Έβγαζε μέχρι και έναν βρυχηθμό και έλεγε τη λέξη από τα έγκατα της ύπαρξής του, από τα σπάργανά του. Η επαφή μαζί του και η συνεργασία μας από πολύ μικρή ηλικία με έκανε να έχω “ανοιχτά αυτιά” και να νιώθω ελεύθερος στη μουσική.
Στη συνέχεια συνεργάστηκα με Ανώγειανους λυράρηδες και όχι μόνο, καθώς και με τον Νικηφόρο Νευράκη που είναι ένας ανανεωτής με τον τρόπο που έπαιζε. Αργότερα ήρθε η συνεργασία με τον Ross Daly στο ξεκίνημα του Λαβύρινθου [Ο Ιρλανδός μουσικός Ross Daly που ζει μόνιμα τις τελευταίες δεκαετίες στην Κρήτη, ίδρυσε το 1982 το Μουσικό Εργαστήρι Λαβύρινθος, στο Χουδέτσι Ηρακλείου με σκοπό τη συλλογή, τη διάσωση και την προβολή παραδοσιακών μουσικών οργάνων από όλο τον κόσμο, ενώ επίσης εκεί φιλοξενούνται συναυλίες και συζητήσεις με μουσικούς από την Ελλάδα και το εξωτερικό].
Στην Αυστραλία έμεινα ως “ερωτικός μετανάστης” για 8 χρόνια. Τέλη της δεκαετίας του ‘80 και αρχές του ‘90 έφτιαξα εκεί το γκρουπ Xylouris Ensemble που έφτασε να έχει μέχρι και τα εννέα άτομα μουσικούς.
Πιο μετά συνεργάστηκα με τον Αχιλλέα Περσίδη, που και αυτός μέσα από το ροκ και τη συναυλιακή τζαζ είχε μία παιδεία πολυδιάστατη. Γενικά αγάπησα πολύ τη μουσική και πάντα είχα “ανοιχτά τα αυτιά μου” και μου άρεσε να έρχομαι σε επαφή με άλλους μουσικούς και διαφορετικά ακούσματα. Φυσικά, πρώτα από όλα οι ρίζες μου ήταν στα παραδοσιακά κρητικά με τα οποία είχαμε και έχουμε έρωτα μεγάλο.
Πηγαίνοντας στην Αυστραλία και περιοδεύοντας εκεί με τον πατέρα μου γνώρισα την μετέπειτα γυναίκα μου και έγινα “ερωτικός μετανάστης”. Στην Αυστραλία έμεινα 8 χρόνια. Τέλη της δεκαετίας του ‘80 και αρχές του ‘90 έφτιαξα εκεί το γκρουπ Xylouris Ensemble που έφτασε να έχει μέχρι και τα εννέα άτομα μουσικούς. Ήταν ένα ευέλικτο σχήμα με εναλλακτικό ρεπερτόριο. Σε μεγάλες εκδηλώσεις παίζαμε μέχρι και εννέα άτομα στο φόρτε μας και άλλοτε σύμφωνα με το ρεπερτόριο, λιγότεροι.
Είχαμε όργανα και μουσικούς από διάφορα μουσικά είδη, αλλά και κουλτούρες. Μαζί μας είχαμε και δύο Έλληνες. Αλλά και οι ξένοι μουσικοί μας ήξεραν το ελληνικό ρεπερτόριο. Κάποιοι από αυτούς είχαν ζήσει παλιότερα στη Βόρεια Ελλάδα και ήξεραν ποντιακά, τσάμικα, κρητικά και όλους τους χορούς της Ελλάδας. ”Είχαν” το ρεπερτόριο το μικρασιάτικο, το νησιωτικό.
Έτυχα και εγώ ο τυχερός να γνωρίσω αυτά τα άτομα, ένα εκ των οποίων ήταν και η… γυναίκα μου. Η οικογένειά της ήταν φιλέλληνες και αγαπούσαν την ελληνική μουσική. Ειχαν μεγάλη ελληνική δισκοθήκη σε βινύλια. Και οι αδερφές της επίσης μουσικοί. Η μία έπαιζε λαούτο, μαντολίνο και η άλλη βιολί. Τραγουδούσαν και οι δύο!
Κατά καιρούς είχαμε μαζί μας και τον αείμνηστο το δάσκαλο Χρήστο Μπαλτζίδη, τον εξαίρετο ουτίστα, και τον Χρήστο τον Παντζαρά στο σαντούρι, ενώ μέχρι σήμερα έχουμε συνεργασία και με τον Πόντιο λυράρη, τον Θόδωρα Αντωνιάδη.
Στην Αυστραλία συναντήθηκαν τα παραδοσιακά κρητικά με τη ροκ μουσική;
Στη Μελβούρνη γνώρισα εκ νέου την ελληνική μουσική. Έχει μία ζωντανή ελληνική σκηνή, η οποία είναι ζωντανή, εξελίσσεται και συνέχεια γίνονται εκδηλώσεις στις οποίες ακούγονται μουσικές από τη Μακεδονία μέχρι τον Πόντο, την Κρήτη, τη Θράκη, όλα.
Άκουγα ροκ και πριν πάω στην Αυστραλία. Το βράδυ έπαιζα με τον πατέρα μου τον Ψαραντώνη μουσική και το πρωί άκουγα με τα ξαδέρφια μου όλη την ελληνική ροκ σκηνή. Τρύπες, Σιδηρόπουλο, Socrates, τα πάντα. Είχα εντρυφήσει. Ήξερα “τι παίζει” στη ροκ και μου άρεσε.
Και παράλληλα είχαμε γνωριστεί τότε, μέσω φίλων, με την “άλλη” σκηνή, τη ροκ, η οποία επίσης ήταν πολύ ενεργή στη Μελβούρνη. Εκείνα τα χρόνια ήταν στις δόξες της η πανκ ροκ. Περίπου εκείνο το διάστημα γνώρισα και τον Jim White με τον οποίο συνεργάζομαι στενά τα τελευταία 10 χρόνια. Πάνε 30 χρόνια πλέον γνωριμίας. Ο White ήταν ο ντράμερ των Dirty Three και του Nick Cave. Έχουμε κάνει το ντουέτο Xylouris – White με λαούτο και ντραμς και κάνουμε εμφανίσεις και περιοδείες. [Ο Jim White δημιούργησε τους instrumental rock “Dirty Three” το 1992 με τους Warren Ellis στο βιολί και τον Mick Turner στην κιθάρα. Έχει παίξει σε περιοδείες του Νικ Κέιβ, της PJ Harvey κ.αλ.]
Βέβαια ροκ μουσική άκουγα και στην Ελλάδα, πριν πάω στην Αυστραλία. Μικρότερος, τότε που έπαιζα μαζί με τον πατέρα μου τον Ψαραντώνη στο Ηράκλειο, και όχι μόνο – γιατί έχουμε γυρίσει όλη την Κρήτη και όλα τα χωριά ξανά και ξανά. Μέναμε στα Ανώγεια, αλλά ξεμέναμε Ηράκλειο όταν παίζαμε μουσική και τελειώναμε αργά. Εκεί έβλεπα τα ξαδέρφια μου που άκουγαν όλη την ελληνική ροκ σκηνή. Από Τρύπες, Σιδηρόπουλο, Socrates, τα πάντα. Είχα εντρυφήσει και εγώ, ήξερα “τι παίζει” στη ροκ σκηνή και μου άρεσε.
Ακούγαμε και αμερικανικό ροκ γιατί είχαν και πλούσια δισκοθήκη. Ήταν φοιτητές και έπαιζαν και κιθάρες ηλεκτρικές. Τα βράδια παίζαμε Κρητικά με τον πατέρα μου και στο πανεπιστήμιο έπαιζαν άλλο ρεπερτόριο. Έτσι είχα πάντα ακούσματα από τη ροκ μουσική. Βέβαια, στο παίξιμό μου βάζω στοιχεία που απορρέουν από διάφορες μουσικές και κουλτούρες. Δεν θέλω, δηλαδή, να πω ότι το κατευθύνω στη ροκ ηθελημένα και βάζω επί τούτου στοιχεία ροκ στις μουσικές μου. Γιατί υπάρχει και σαν τίτλος πια και είναι της μόδας “το ροκ λαούτο”, η “ροκ λύρα” ή το “τζαζ λαούτο” και κάτι τέτοια.
Εγώ αφήνω τον εαυτό μου ελεύθερο και εισχωρούν μέσα σε αυτό που κάνω διάφορα στοιχεία που ενστικτωδώς μου αρέσουν και έχω ακούσει. Αν κάποιος βρίσκει στη μουσική μου ένα άλλο στοιχείο – που δεν είναι παραδοσιακό – δεν είναι εκεί γιατί το έβαλα επίτηδες. Είναι γιατί με εκφράζει και έτσι μου βγαίνει.
Μετά επέστρεψα στην Κρήτη, το 1997-98, αλλά πάντα κρατώ σχέσεις με την Αυστραλία και πάω κάθε δύο χρόνια ή για εμφανίσεις με τον White. Εξξάλου, και όσο έμενα στην Αυστραλία επέστρεφα τα καλοκαίρια, έπαιζα με τον πατέρα μου μουσική στην Κρήτη για κάνα μήνα και ξαναέφευγα.
Και τώρα έχουμε την επόμενη γενιά Ξυλούρηδων. Μάλιστα οι δύο γιοι σας – Νίκος και Αντώνης – και η κόρη σας η Απολλωνία παίζουν στο Μέγαρο Μουσικής μαζί σας. Πώς βλέπετε αυτή τη διαδοχή, τη νέα γενιά;
Τα παιδιά μου πάντα έπαιζαν μουσική από μικρά. Και αυτά έχουν προσλαμβάνουσες από διάφορες μουσικές κουλτούρες. Εχουν πολλές επιρροές. Η ενασχόλησή τους με τη μουσική έγινε με φυσικό τρόπο, χωρίς κανένα σπρώξιμο σε κάτι. Διέκρινα από πολύ μικρή ηλικία ότι έχουν μουσικότητα.
Φυσικά το να έχουν μια καλή αίσθηση για τα παραδοσιακά κρητικά ήταν αναμενόμενο. Μεγάλωσαν σε ένα περιβάλλον με μουσικά όργανα και με παραδοσιακή μουσική γύρω τους παντού. Εγώ αυτό που έκανα είναι ότι σε ηλικία 5-6 ετών τους έκανα δώρο μικρά οργανάκια. Ένα λυράκι και ένα λαουτάκι για να είναι στα μέτρα τους.
Τα παιδιά μου όταν ήταν πιο μικρά τελείωναν το σχολείο και μετά μαζεύονταν, είχαν ντραμς, κιθάρα ηλεκτρική, ενισχυτές, μπάσο και τα λοιπά, και “βάραγαν” AC/DC, Nirvana, White Stripes, Blues Explosion, John Spencer. Και εμένα μου άρεσαν πολύ αυτά.
Κατά καιρούς παίζαμε μουσική και μαζί στο σπίτι. Ηταν φορές που κάναμε παρεούλες και παίζαμε, αλλά τίποτα δεν ήταν επί τούτου και δεν υπήρχε πρόγραμμα. Από μικρή ηλικία αυτό που τους άρεσε ήταν, με το που τελείωναν το σχολείο, μαζεύονταν, είχαν ντραμς, κιθάρα ηλεκτρική, ενισχυτές, μπάσο και τα λοιπά, και “βάραγαν” AC/DC, Nirvana, White Stripes, Blues Explosion και John Spencer. Και εμένα μου άρεσαν πολύ αυτά. Πέρασαν και από τα κλασικά, έκαναν για κάποιο διάστημα πιάνο και τσέλο.
Αλλά πάντα με το παραδοσιακό τραγούδι είχαν και αυτά, έρωτα. Κατόπιν άρχισαν να παίζουν μόνιμα, κάθε εβδομάδα σε έναν σταθερό χώρο. Είχαν πάρα πολύ μεγάλη επιτυχία και συνεχίζουν, πάνε δέκα χρόνια τώρα που είναι επαγγελματίες. Το έβλεπα πάντα με χαρά, γιατί κάνουν κάτι με έρωτα, με επιθυμία, με μεράκι και μου αρέσει η εξέλιξή τους. Τους καμαρώνω και βλέπω ότι το πάνε καλά. Αν κάτι δε μου αρέσει έχω την άνεση να τους το πω, αλλά δεν παρεμβαίνω γιατί έχουν δημιουργήσει τη δική τους προσωπικότητα και το δικό τους ήχο.
Γράφονται νέα παραδοσιακά κομμάτια αυτή τη στιγμή και τι σημαίνει παραδοσιακό κρητικό τραγούδι;
Αν και υπάρχουν πολλοί νέοι που ασχολούνται με τη μουσική μας, τα τραγούδια που βγαίνουν σήμερα είναι ανάλογα της εποχής που ζούμε. Σε μία άλλη εποχή ήταν άλλες οι ανάγκες και άλλες οι δυσκολίες. Τα σχήματα που υπάρχουν τώρα και κινούνται μουσικά στις διάφορες εκδηλώσεις και τις εμφανίσεις εδώ στην Κρήτη, από γάμους μέχρι συναυλίες, είτε θα είναι παραδοσιακά φολκλόρ – που προσπαθούν να αποτυπώσουν τα τραγούδια όπως ήταν παλιότερα – είτε πιο μοντέρνα. Εκεί υπάρχει ο κίνδυνος να χάσουν την ουσία. Τραγούδια γράφονται ανάλογα τα ακούσματα και την προσέγγιση που έχει ο κάθε μουσικός. Και αυτά τα στοιχεία είτε θα τα αφομοιώσει ο κόσμος είτε εν καιρώ θα αφανιστούν.
Να μην ξεχνάμε ότι οι παραδοσιακοί μουσικοί ήταν και αγρότες, είχαν σχέση με τη φύση, είχαν άλλη επαφή. Η μουσική μας είναι λαϊκή μουσική. Εμείς εξ ανάγκης έπρεπε να ερχόμαστε σε επικοινωνία με το λαό, να μιλάμε με τους ανθρώπους
Βγαίνουν πολλά που είναι εφήμερα σουξέ. Υπάρχει και μία “σχολή” που βγαίνουν τώρα πάρα πολλοί νέοι στο “πατάρι” που λέμε, στο πάλκο. Πολλοί τραγουδάνε κρητικά και ως δεύτερο επάγγελμα. Γιατί να μην παίξω, λένε, και σε ένα γάμο ας πούμε. Ήρθε και ο γαμπρός και είπε ότι ο ξάδερφός του παίζει κρητικά, να ανέβει να παίξει και αυτός κάτι; Οποτε μπαίνει και αυτός μέσα στην υπόθεση και παίρνει ένα μεροκάματο. Κρατάω έναν ρυθμό και εντάξει είμαστε, παίζω.
Έχει πληθύνει ο αριθμός των μουσικών και από αυτή την έννοια, αλλά λίγοι είναι εκείνοι που έχουν μία αυθεντικότητα. Βέβαια όλα τα στοιχεία είναι ωφέλιμα και εν καιρώ το πράγμα δείχνει από μόνο του. Μένει ή αφανίζεται, αν ο κόσμος δεν το αφομοιώσει και ήταν εφήμερο.
Παραδοσιακό είναι το τραγούδι που θα αγγίξει τη χορδή σου. Την ψυχή σου. Που θα σε κάνει να θέλεις να χορέψεις το συρτό, μαλεβιζιώτη, σούστα, κοντυλιά, να τραγουδήσεις.
Βλέπετε οι ανάγκες τότε που δημιουργήθηκαν τα παραδοσιακά κομμάτια ήταν άλλες. Οι μουσικοί τότε ήταν και αγρότες, είχαν σχέση με τη φύση, είχαν άλλη επαφή. Η μουσική μας κακά τα ψέματα είναι λαϊκή μουσική. Εμείς εξ ανάγκης έπρεπε να ερχόμαστε σε επικοινωνία με το λαό, να μιλάμε με τους ανθρώπους να πιάνουμε τον παλμό. Εμένα μου αρέσει πολύ αυτό. Μου δίνει έμπνευση και “τροφή” για αυτό που κάνω. Να πάω σε ένα καφενείο, να πω ένα γεια, να μιλήσω με έναν άνθρωπο στο χωριό, με δύο με δέκα. Να έχω τη σχέση αυτή την άμεση την αληθινή. Σήμερα για να βγει καινούργιο παραδοσιακό κομμάτι πρέπει να αναρωτηθούμε “ποιο θα είναι το παραδοσιακό αυτό που θα μιλάει για τον λαό”; Είναι αυτό που θα αγγίξει τη χορδή σου. Την ψυχή σου. Που θα σε κάνει να θέλεις να χορέψεις το συρτό, μαλεβιζιώτη, σούστα, κοντυλιά, να τραγουδήσεις.
Η μαγιά της κρητικής μουσικής παράδοσης υπάρχει. Το θέμα είναι πώς ο μουσικός θα βρει τον τρόπο να τη διατυπώσει. Η παράδοση στο δίνει, εσύ πώς θα το μεταδώσεις; Για μένα μία μελωδία που είναι παραδοσιακή μπορεί να γίνει δική σου ανάλογα με τον τρόπο που θα την ερμηνεύσεις. Πώς θα προκαλέσει στο κοινό ένα: “γεια σου ρε μεγάλε” και ένα αίσθημα “τώρα να σηκωθώ να χορέψω”; Πώς θα σε κάνει να σκεφτείς ένα “Γεια σου παρέα, αυτά είναι τα ωραία”.
Τα ριζίτικα δεν έχουν το στοιχείο της “καψούρας”, όπως έχει εισβάλει τελευταία στα τραγούδια που γράφονται. Είμαι ερωτευμένος, θα σπάσω πιάτα αφού έχω πιεί τα ουίσκια μου. Τα κρητικά εκφράζουν την ψυχή, ατενίζοντας τον ορίζοντα με το κεφάλι ψηλά.
Στην κρητική μουσική, επίσης, έχουν εισβάλει κάποια “άλλα” στοιχεία. Στον Κρητικό ο πόνος του για τον έρωτα πχ εκφράζεται με έναν αγέρωχο τρόπο μέσα από τη μουσική. Δεν υπήρχε το στοιχείο πχ της “καψούρας”, είμαι ερωτευμένος και θα σπάσω πιάτα αφού έχω πιει πέντε μπουκάλια ουίσκι. Τα ριζίτικα ας πούμε δεν έχουν το στοιχείο της καψούρας. Υπάρχει μία αίσθηση εκφράζω την ψυχή μου ατενίζοντας τον ορίζοντα με το κεφάλι ψηλά. Δεν χρειάζεται να διατυπωθεί στους στίχους, το ακούς βαθιά στο τραγούδι και στη μελωδία του. Αυτά είναι νέα στοιχεία τα οποία θα δούμε αν θα αντέξουν.
Μεγάλες τηλεθεάσεις κάνει η κρητική τηλεοπτική σειρά “Σασμός”, η οποία μάλιστα στο τραγούδι των τίτλων είναι του Νίκου Ξυλούρη. Τη βλέπετε;
Έχω ακούσει για το “Σασμό”, ναι και το τραγούδι των τίτλων, αλλά δεν τη βλέπω όχι. Δεν την ξέρω τη σειρά. Ακούω διαφορά κατά καιρούς. Δεν είμαι της τηλεόρασης, να φανταστείτε δεν υπάρχει σαν συσκευή στο σπίτι μας και έτσι γλιτώσαμε. Αυτό που θα ήθελα όμως να πω είναι ότι δεν είναι η Κρήτη αυτό που προβάλλεται [εννοεί γενικά όχι από τη σειρά]. Η Κρήτη δεν είναι όπου κάτσεις, όπου βρεθείς κάθε στιγμή να βάλω δύο ρακές να πιούμε.
Γιατί αυτό εκπέμπει πολλές φορές η μόδα για το νησί μας. Ότι στην Κρήτη είναι η ρακή και τίποτα άλλο. Δεν είναι έτσι. Ακούω διάφορα σχόλια και θετικά και αρνητικά και για το πόσο έχει επηρεάσει το σίριαλ την τοπική κοινωνία. Φυσιολογικό το βρίσκω γιατί πολλοί βλέπουν τηλεόραση. Αλλά, επαναλαμβάνω, δεν είναι η Κρήτη μόνο, βάλε μία ρακή να την πιούμε. Είναι τόσα πράγματα η Κρήτη που η ρακή έρχεται… τελευταία.
Και φτάνουμε στη συνεργασία με τους Ολλανδούς στο Μέγαρο Μουσικής. Πώς προέκυψε η συνάντηση μαζί τους; Στα βίντεο από παλαιότερη εμφάνισή σας φαίνεται να το διασκεδάζουν πολύ αν και… Ολλανδοί!
Ναι είναι αλήθεια ότι δεν διεκπεραιώνουν απλώς. Πραγματικά το γουστάρουν και εμείς μαζί τους. Υπάρχει καλή χημεία και το στοιχείο επικοινωνίας. Γιατί εκεί είναι ο απώτερος στόχος, να βρούμε εκείνο το “στοιχειό” και το στοιχείο, που θα τσιγκλίσει την ψυχή μας.
Μας “ανακάλυψαν” εκείνοι. Το 2018 λάβαμε ένα μήνυμα και μας προσέγγισαν για να κάνουμε κάποια συνεργασία και εμφανίσεις μαζί. Μας είχαν ψάξει πολύ, ήξεραν το Xylouris Ensemble τον πατέρα μου τον Ψαραντώνη. Απαντήσαμε “ναι” ότι θέλαμε όντως να συνεργαστούμε και το ίδιο καλοκαίρι του 2018 ήρθε ο μαέστρος τους εδώ στην Κρήτη και έμεινε μαζί μας 10 ημέρες. Ανταλλάξαμε ιδέες, ηχογραφήσαμε μαζί κάποια πράγματα που τα πήρε μαζί του στην Ολλανδία. Μας ακολούθησε όπου παίζαμε. Εκδηλώσεις, συναυλίες, πανηγύρια και είδε την κοινωνία μας, πώς λειτουργούμε, το γλέντι μας στην επαρχία. Όλες τις ώρες μαζί.
Έναν χρόνο μετά μας κάλεσαν να πάμε για να κάνουμε μία σειρά εμφανίσεων σε όλη την Ολλανδία. Κάναμε περίπου 15 φοβερές συναυλίες τον Οκτώβριο του 2019, σε εκκλησίες, σε μικρά και μεγάλα θέατρα, σε απίθανους χώρους με πολύ προσεγμένο ήχο. Πήγε τόσο καλά που μας πρότειναν να πάμε ξανά τον Γενάρη του 2020 και να κάνουμε μαζί τους το πρωτοχρονιάτικο ρεβεγιόν, που κάνει αυτή η ορχήστρα στο κρατικό κανάλι της Ολλανδίας. Η συναυλία μαγνητοσκοπήθηκε και έπαιξε για μέρες και είχε μεγάλη επιτυχία. Κάποια βίντεο έχουν “ανεβάσει” και στο YouTube.
Τώρα λοιπόν τους φιλοξενούμε εμείς στο Μέγαρο Μουσικής. Μάλιστα ήμασταν ένα τριήμερο στο Άμστερνταμ για πρόβες γιατί έχουμε προσθέσει στο ρεπερτόριό μας κάποια νέα πράγματα, που θα ακούσετε για πρώτη φορά στο Μέγαρο Μουσικής.
Τι ετοιμάζετε για τους επόμενους μήνες μετά τη συνάντηση με το Nederlands Blazers Ensemble;
Περιμένουμε να βγει ο νέος δίσκος του ντουέτου Xylouris White που θα κυκλοφορήσει πριν από τον καινούργιο χρόνο. Ο δίσκος περιλαμβάνει οργανικά κομμάτια, είναι ορχηστρικός αυτή τη φορά, δεν έχει τραγούδι. Είναι κάποιες ιδέες που “στήσαμε” μέσα στην καραντίνα. Κατόπιν, θα φύγουμε για περιοδεία στην Αμερική με τον White, Φεβρουάριο-Μάρτιο σε διάφορα φεστιβάλ.
[Οι δύο τους γνωρίστηκαν στη Μελβούρνη το 90, όταν ο Ψαρογιώργης έκανε περιοδεία με τον Ψαραντώνη. Το 2009 έπαιξε μαζί τους και από τότε εμφανίζονται συχνά μαζί . Το πρώτο άλμπουμ τους, “Goats” κυκλοφόρησε το 2014 και μπήκε στις λίστες του Billboard. Το 2015 λίγο πριν από μία παγκόσμια περιοδεία τους κυκλοφόρησαν το δεύτερο άλμπουμ με τίτλο Black Peak, το 2016. Το τρίτο λέγεται “Mother” και κυκλοφόρησε το 2018].
Παραμένετε μετά από τόσα χρόνια ακούραστος, φεύγετε πάλι για περιοδεία και μάλιστα στην Αμερική;
Έχω στην πλάτη μου 45 χρόνια γεμάτα ξενύχτια, αλλά ανεβαίνω ανελλιπώς πάνω στη σκηνή. Μου αρέσει να παίζω, να ανακαλύπτω, να μελετάω συνέχεια, ακούω διαρκώς μουσικές πολλών ειδών και αυτό είναι που μου δίνει δύναμη και ενέργεια. Ο έρωτας για τη μουσική.