Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΜΟΝΟ Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΡΝΕΣΤ ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ
Με αφορμή το συγκλονιστικό ντοκιμαντέρ “Hemingway” για τα έργα και τις ημέρες του αξεπέραστου συγγραφέα, ο Ελληνοαμερικανός διαχειριστής της λογοτεχνικής περιουσίας του, Μάικλ Κατάκις, μιλά αποκλειστικά στο Magazine του NEWS 24/7.
Η πιο στενάχωρη και αποκαρδιωτική, σε βαθμό κόμπου στο στομάχι, στιγμή στο ντοκιμαντέρ “Hemingway”, όπως επισημαίνεται και στην κριτική των New York Times, έρχεται στο τρίτο και τελευταίο από τα δίωρα επεισόδια αυτής της συγκλονιστικής δουλειάς που δικαιώνει απόλυτα τις μεγάλες προσδοκίες που είχαν εύλογα δημιουργηθεί εξαιτίας του βαρύτιμου βιογραφικού (βλ. ντοκιμαντέρ για ζητήματα όπως ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και η τζαζ, και προσωπικότητες όπως ο Τόμας Τζέφερσον και ο Μαρκ Τουέιν) των πολυβραβευμένων δημιουργών του, Κεν Μπερνς και Λιν Νόβικ.
Eίναι μια στιγμή που δεν έχει να κάνει ούτε με την αυτοκτονία του πατέρα του, ούτε με τους δικούς του διαλυμένους, εξαιτίας της αλλοπρόσαλλης και ενίοτε τοξικής συμπεριφοράς του, γάμους, ούτε με την επισφαλή ψυχική ισορροπία ενός από τους γιους του, ούτε με τον αχαλίνωτο και κοστοβόρο, για τις λέξεις και τις σχέσεις του, αλκοολισμό του, ούτε με τις ατελέσφορες νοσηλείες του εξαιτίας της κατάθλιψης που τον ταλάνιζε, ούτε καν με την οριστική συνειδητοποίηση από τον ίδιο ότι ακόμη κι αν το ταλέντο του δεν τον είχε εγκαταλείψει, δεν του περίσσευε πια το ψυχικό, νοητικό και σωματικό σθένος ώστε να το διοχετεύσει στις λευκές σελίδες μπροστά του.
Είναι η στιγμή που ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ, αμήχανος και -αν και μόλις 55 ετών- γερασμένος πολύ πριν από την ώρα του, στέκεται μπροστά από την κάμερα του αμερικανικού δικτύου NBC λίγο μετά τη βράβευσή του με Νόμπελ λογοτεχνίας. Αυτό αποτέλεσε και την αφορμή για να δεχθεί να κάνει ένα από τα ελάχιστα πράγματα που φοβόταν, ή έστω παραδεχόταν ανοιχτά ότι φοβόταν να κάνει: να μιλήσει σε ζωντανή σύνδεση στην τηλεόραση, διαβάζοντας, για την ακρίβεια, από cue cards τις απαντήσεις του στις ερωτήσεις που είχε απαιτήσει να του σταλούν εκ των προτέρων.
-Έχετε βρει το όνομα του νέου σας μυθιστορήματος;
-Ποτέ δεν έχω ονόματα για οτιδήποτε εκδίδω, μέχρι να έρθει η ώρα να εκδοθεί. Διαλέγω πολλά ονόματα και μετά απορρίπτω όσα είναι άνευ αξίας. Παράγραφος. Τα περισσότερα είναι άνευ αξίας. Παράγραφος.
-Μπορείτε να μου πείτε μια σύντομη περιγραφή περί τίνος πρόκειται το νέο σας μυθιστόρημα;
-Το βιβλίο που γράφω επί του παρόντος είναι για την Αφρική, για τους ανθρώπους της που τους ξέρω, τα ζώα, κόμμα, και τις αλλαγές στην Αφρική από την τελευταία φορά που ήμουν εκεί, τελεία.
Ναι, ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ, διαβάζει ανέκφραστος και εμφανώς αποκαμωμένος μία μία τις λέξεις και ακόμη και τα σημεία στίξης ανάμεσά τους, με έναν τρόπο που σε πραγματικό χρόνο είναι πιθανό να μην επέτρεπε στους τηλεθεατές να αντιληφθούν αν επρόκειτο για εκφραστικό, ειρωνικό τέχνασμα ή για ψυχοσωματική εμπλοκή, είναι ξεκάθαρο όμως σήμερα, με τη στερνή γνώση ότι λίγες ημέρες πριν από εκείνη την εμφάνιση είχε πάρει άλλο ένα εξιτήριο από άλλη μία ψυχιατρική κλινική μετά από άλλη μία αναποτελεσματική, όπως θα αποδεικνυόταν, νοσηλεία για να του χορηγηθεί άλλο ένα κοκτέιλ φαρμάκων και για να υποβληθεί για άλλη μία φορά σε ηλεκτροσόκ.
Ποιος; Αυτός που υπήρξε παρών, είτε ως ανταποκριτής είτε ως μαχητής (ενίοτε ταυτόχρονα) σε τρεις πολέμους – τους δύο Παγκόσμιους και τον Ισπανικό Εμφύλιο. Αυτός που ταξίδεψε σχεδόν σε όλο τον κόσμο αναζητώντας πάντα γενεσιουργούς αιτίες για πιθανές, επόμενες ιστορίες. Αυτός που στην εποχή του έγινε τόσο διάσημος όσο πολύ δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε στη δική μας ότι θα μπορούσε να γίνει κάποιος, και σίγουρα όχι κάποιος που γράφει. Κυρίως όμως αυτός ο ανεπανάληπτος συγγραφέας που με τις λέξεις και τις προτάσεις και τις ιστορίες του στο χαρτί άλλαξε τη λογοτεχνία ίσως όσο κανείς άλλος πριν και σίγουρα όσο κανείς άλλος μετά. Αυτός που “άλλαξε όλα τα έπιπλα στο δωμάτιο μέσα στο οποίο όλοι πρέπει να καθίσουμε”, όπως λέει ο Τομπάιας Γουλφ, ένας από τους συγγραφείς, μελετητές και λοιπούς επιφανείς καλεσμένους (ανάμεσά τους και ο Πάτρικ Χέμινγουεϊ, ο δεύτερος και μοναδικός εν ζωή σήμερα γιος του) που με τις στοιχειοθετημένες απόψεις τους, ως ομιλούσες κεφαλές διανθίζουν το εξαντλητικό υλικό που είχαν στη διάθεση τους οι δύο ντοκιμαντερίστες για να καταλήξουν μετά από 7 χρόνια μαεστρικής, εικαστικά άψογης διαχείρισής του σε ένα κομψοτέχνημα διάρκειας 6 ωρών που δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς ότι αφήνει έστω και ένα μικρό περιθώριο να ειπωθεί κάτι άλλο σε επίπεδο έρευνας στο μέλλον για τον Χέμινγουεϊ – αν και είναι τέτοιο το μέγεθος του εκλιπόντα που είναι σχεδόν σίγουρο ότι όλο και κάποιος θα το προσπαθήσει.
Ο πρώτος ομιλητής στην αρχή του πρώτου επεισοδίου είναι ο -γεννημένος το 1952 από Έλληνες μετανάστες μόλις λίγα χιλιόμετρα μακριά από τη γενέτειρα του Χέμινγουεϊ- φωτογράφος και συγγραφέας Μάικλ Κατάκις, ακριβώς γιατί είναι αυτός που διευθύνει την ομάδα διαχείρισης της λογοτεχνικής περιουσίας του συγγραφέα (πνευματικά δικαιώματα κ.α.). “Ακόμη και σήμερα, όποτε ετοιμάζουμε μία καινούρια έκδοση κάποιου έργου του, είναι εκπληκτικό να παρακολουθείς τους δημοσιογράφους σε όλο τον κόσμο να αρχίζουν για πολλοστή φορά να δημοσιεύουν ρεπορτάζ σχετικά με την προσωπικότητα και τη ζωή του, όχι για το εκάστοτε βιβλίο. Είναι συναρπαστικό και ταυτόχρονα τραγικό. Η ζωή του και ο θάνατος του είναι σαν δύο από τις πράξεις μιας ελληνικής τραγωδίας. Αν σκεφτεί κανείς το χάρισμα του και το πώς έβαλε τέλος στη ζωή του, είναι σαν οι θεοί να έπαιξαν μαζί του”, λέει στο NEWS 24/7. Σαν οι θεοί να έπαιξαν με τον μοναδικό Αμερικανό συγγραφέα “που άλλαξε τον τρόπο που γράφουν και αντιλαμβάνονται το γράψιμο οι άνθρωποι σε ολόκληρο τον κόσμο”, αλλά δυστυχώς “δεν κατάφερε ποτέ να συμφιλιωθεί με το ταλέντο του. Το χρησιμοποιούσε όχι μόνο για να γράφει, αλλά και για να αντιμετωπίζει τους δαίμονες του. Δεν είναι τυχαίο ότι μόλις δεν μπορούσε να γράψει άλλο, αυτοκτόνησε. Ναι, ήταν ψυχικά ασθενής, αλλά μόνο όταν στέρεψε το ταλέντο του, δεν άντεξε, έγινε αβάσταχτη η ζωή”.
Στις 2 Ιουλίου 1961 σηκώθηκε νωρίς από το κρεβάτι, ξεκλείδωσε το δωμάτιο με τα όπλα του, πήρε μια δίκαννη καραμπίνα και λίγα λεπτά αργότερα ένας κρότος κονιορτοποίησε την ησυχία του δάσους γύρω από το σπίτι του. Πριν καλά καλά ξημερώσει.
Κύριε Κατάκις, ποιες είναι οι εντυπώσεις σας από το ντοκιμαντέρ των Κεν Μπερνς και Λιν Νόβικ;
Όταν με προσέγγισαν πριν από 7 χρόνια, εξαρχής είπα ότι με ενδιέφερε το εγχείρημα και θα τους βοηθούσα υπό μερικούς όρους: να πουν την αλήθεια, είτε καλή είτε κακή, και να κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να αναδείξουν την περιπλοκότητα του ανδρός και το πόσο πειθαρχημένος ήταν όσον αφορά τη δουλειά του. Τους είπα επίσης ότι ήταν σημαντικό να συμπεριλάβουν πολλές γυναίκες συγγραφείς στο ντοκιμαντέρ. Δεν είχα ιδέα ότι θα κατάφερναν να πείσουν την Έντνα Ο’ Μπράιεν, το καταχάρηκα. Απολαυστικός ήταν και ο Μάριο Βάργκας Λιόσα, που δεν μπορούσε να σταματήσει να γελάει αναφερόμενος σε εκείνο το απόσπασμα του “Για ποιον χτυπά η καμπάνα” που ο Χέμινγουεϊ έγραψε ότι ταρακουνήθηκε η γη καθώς οι πρωταγωνιστές έκαναν έρωτα. Μου άρεσε δηλαδή το στοιχείο της αντίθεσης, αναδείχθηκαν τα καλά στοιχεία του Χέμινγουεϊ και τα κακά, τα θετικά και τα αρνητικά. Είναι μια εξαιρετική δουλειά.
Είτε για όσους τον λατρεύουν, είτε για όσους τον απεχθάνονται, ακόμη και για όσους δεν έχουν διαβάσει ούτε μία του λέξη, θεωρώ ότι αυτό το εξάωρο ντοκιμαντέρ είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικό, χωρίς να πέφτει στην παγίδα της άκριτης ηρωοποίησης ούτε του έργου, ούτε του μύθου του Χέμινγουεϊ.
Έτσι είναι. Ξέρετε τι άλλο συνειδητοποίησα; Πόσο επίκαιρος είναι σε σχέση με μερικά από τα πιο σημαντικά ζητήματα της εποχής μας. Ακόμη προσπαθούμε να διαχειριστούμε την έννοια της αρρενωπότητας, να την επαναπροσδιορίσουμε, είναι μια δύσκολη διαδικασία τόσο για τις γυναίκες όσο και για τους άντρες. Το άλλο ζήτημα είναι η ρευστότητα φύλου. Ο Χέμινγουεϊ ζητούσε από τη σύντροφό του να συμπεριφέρεται σαν άντρας και στον ίδιο σαν γυναίκα. Ο τρόπος που αυτή η πλευρά της προσωπικότητας του παρουσιάζεται στο ντοκιμαντέρ είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικός.
Όταν κάποιος δημιουργεί τέχνη, κάτι με ουσία, το έργο αποκτά δική του ζωή, δεν ανήκει πια στον καλλιτέχνη. Γίνεται κομμάτι της καθημερινότητας και της φαντασίας των ανθρώπων που το απολαμβάνουν, το υιοθετούν με τον τρόπο τους στο αφήγημα της δικής τους ζωής.
Διάσημοι συγγραφείς υπήρξαν πριν και μετά από τον Χέμινγουεϊ, δυσκολεύομαι όμως να σκεφτώ κάποιον που να ήταν πιο δελεαστικός για τα ΜΜΕ, και μάλιστα πριν καν γίνει γνωστό ότι πίσω από το προσωπείο της -ενίοτε τοξικής- αρρενωπότητάς του, η ρευστότητα φύλου αποτελούσε δομικό στοιχείο της προσωπικότητας του από τότε που η μητέρα του τον έντυνε σαν κορίτσι.
Ακόμη και σήμερα, όποτε ετοιμάζουμε μία καινούρια έκδοση κάποιου έργου του, είναι εκπληκτικό να παρακολουθείς τους δημοσιογράφους σε όλο τον κόσμο να αρχίζουν για πολλοστή φορά να δημοσιεύουν ρεπορτάζ σχετικά με την προσωπικότητα και τη ζωή του, όχι για το εκάστοτε βιβλίο. Είναι συναρπαστικό και ταυτόχρονα τραγικό. Η ζωή και ο θάνατος του είναι σαν δύο από τις πράξεις μιας ελληνικής τραγωδίας. Αν σκεφτεί κανείς το χάρισμα του και το πώς έβαλε τέλος στη ζωή του, είναι σαν οι θεοί να έπαιξαν μαζί του.
Το αφήγημα ότι υπήρξε ο πιο αρρενωπός απ’ όλους τους άντρες της γενιάς του και όχι μόνο, το οποίο κατασκευάστηκε αρχικά από τον ίδιο και υιοθετήθηκε αμέσως από το κοινό χωρίς φειδώ, έχει κοστίσει στην λογοτεχνική κληρονομιά του;
Όχι, δεν το πιστεύω. Τα γραπτά του αν και προέρχονται από τον συγκεκριμένο άντρα, στέκονται από μόνα τους. Όταν κάποιος δημιουργεί τέχνη, κάτι με ουσία, το έργο αποκτά δική του ζωή, δεν ανήκει πια στον καλλιτέχνη. Γίνεται κομμάτι της καθημερινότητας και της φαντασίας των ανθρώπων που το απολαμβάνουν, το υιοθετούν με τον τρόπο τους στο αφήγημα της δικής τους ζωής. Γίνεται κάτι άλλο. Η δουλειά του Χέμινγουεϊ έχει ανυπολόγιστο βάθος. Γιατί συνεχίζουν τα βιβλία του να πουλάνε τόσο πολύ σε τόσες διαφορετικές χώρες, σε τόσες διαφορετικές γενιές; Μα γιατί, όπως αναφέρεται και στο ντοκιμαντέρ, στην πραγματικότητα ο Χέμινγουεϊ έγραφε για την ανθρώπινη συνθήκη. Είναι ένας Αμερικανός που γράφει μια ανθρώπινη ιστορία με την οποία μπορεί να σχετιστεί ο καθένας, σε όποια γωνιά του πλανήτη και αν βρίσκεται.
Κατά τη γνώμη σας πότε έπαψε να είναι διασκεδαστικό για τον ίδιο τον Χέμινγουεϊ το χτίσιμο του μύθου του;
Αυτή είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση. Κατά τη γνώμη μου συνειδητοποίησε ότι κρατούσε, όπως λέμε εδώ στην Αμερική, την ουρά της τίγρης, όταν επέστρεψε από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και άρχισε να σκαρφίζεται ιστορίες για τα ανδραγαθήματα του στην Ευρώπη. Όταν ξεκινάς σε αυτό το μονοπάτι, είναι δύσκολο να συγκρατηθείς. Κάνεις το λάθος να νομίζεις ότι το τιμόνι της βάρκας είναι στα χέρια σου, ενώ στην πραγματικότητα η βάρκα πλέει ακυβέρνητη κι εσύ είσαι απλά επιβάτης. Νομίζω λοιπόν ότι έγινε “επιβάτης” πολύ σύντομα, αλλά έπρεπε να περάσουν μερικά χρόνια μέχρι να το συνειδητοποιήσει. Όλα όμως συνέβησαν γρήγορα. Άναψε το σπίρτο λέγοντας ψέματα για μερικά από αυτά που έκανε στον πόλεμο και αμέσως οι δημοσιογράφοι και οι αναγνώστες ανά τον κόσμο άρχισαν να κατασκευάζουν ακόμη μεγαλύτερες ιστορίες που δεν ήταν αλήθεια, όμως εκείνος δεν είπε ποτέ τίποτα. Επέτρεψε στην κατάσταση να γιγαντωθεί.
Πορευόταν δηλαδή στη ζωή έχοντας εκτός όλων των άλλων να διαχειριστεί και το δυσβάσταχτο φορτίο της προσπάθειας να ανταποκριθεί ως άνθρωπος στις μυθιστορηματικές προσδοκίες που είχαν οι άλλοι από εκείνον.
Γεννήθηκα και μεγάλωσα έξι μίλια μακριά από εκεί που γεννήθηκε και μεγάλωσε ο Χέμινγουεϊ. Έχω ακόμη οικογένεια στο Oak Park (σ.σ. η γενέτειρα του Έρνεστ Χέμινγουεϊ στο Ιλινόι). Καταλαβαίνω γιατί δεν άντεχε να ζει εκεί, γιατί ασφυκτιούσε. Όλες οι οικογένειες θέλουν να μείνεις για πάντα μέσα στο κάδρο της εικόνας που έχουν σχηματισμένη για σένα, ακόμη κι αν έχεις προχωρήσει, αν είσαι κάποιος άλλος. Ο Χέμινγουεϊ έφυγε στα 18 του για να πάει στον πόλεμο. Εγώ έφυγα από το σπίτι μου στα 17 για να ταξιδέψω. Θέλω να πω ότι κατανοώ αυτό το αγόρι από τις μεσοδυτικές πολιτείες, μου είναι οικείος. Νομίζω ότι φοβόταν τον θάνατο. Οι περισσότεροι άνθρωποι που γράφουν για τον θάνατο, εμού συμπεριλαμβανομένου, δεν το κάνουμε γιατί τον φοβόμαστε, αλλά κυρίως γιατί μας θλίβει το αναπόφευκτο του τέλους. Δυστυχώς ο Χέμινγουεϊ δεν κατάφερε ποτέ να συμφιλιωθεί με το ταλέντο του. Είχε φυσικά επίγνωσή του, όμως το χρησιμοποιούσε όχι μόνο για να γράφει, αλλά και για να αντιμετωπίζει τους δαίμονες του. Δεν είναι τυχαίο ότι μόλις δεν μπορούσε να γράψει άλλο, αυτοκτόνησε. Ναι, ήταν ψυχικά ασθενής, αλλά μόνο όταν στέρεψε το ταλέντο του, δεν άντεξε, έγινε αβάσταχτη η ζωή.
Ποιος θα λέγατε ότι είναι ο μεγαλύτερος μύθος σχετικά με τη γραφή του;
Ότι ήταν έμφυτη η ικανότητα του να γράφει τόσο περιεκτικές σε νόημα προτάσεις. Ήταν όμως κάτι που έμαθε από τους κανόνες της εφημερίδας Kansas City Star όπου εργάστηκε μικρός. Το ιδιοφυές είναι ότι πήρε αυτούς τους δημοσιογραφικούς κανόνες και τους εφάρμοσε στη λογοτεχνία. Το μεγάλο του τέχνασμα είναι ότι σε κάνει να πιστεύεις ότι η γραφή του είναι απλή.
Στην πραγματικότητα κάθε άλλο παρά απλή είναι.
Όπως επισημαίνει η Έντνα Ο’ Μπράιεν στο ντοκιμαντέρ, το χάρισμα του είναι η αυτοσυγκράτηση, ως αναγνώστης νιώθεις αυτό που θέλεις να σου πει, χωρίς καν να σου το πει. Είναι αυτό που επίσης αναφέρει στην αρχή του ντοκιμαντέρ ο Τομπάιας Γουλφ: άλλαξε όλα τα έπιπλα στο δωμάτιο μέσα στο οποίο όλοι πρέπει να καθίσουμε. Και μερικές φορές με τσαντίζει αυτό, αλήθεια, πιάνω τον εαυτό μου να σκέφτεται ότι γαμώτο, αυτό που γράφω μοιάζει πολύ με Χέμινγουεϊ, χωρίς το ταλέντο του!”
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν και πρωτοπόρος όχι μόνο της Νέας Δημοσιογραφίας αλλά και της αυτομυθοπλασίας;
Φυσικά. Κάποιος ζήτησε τη γνώμη μου κάποτε για τη non fiction δουλειά του. Ξέρετε τι είπα; Τα non fiction βιβλία του Χέμινγουεϊ είναι μερικά από τα καλύτερα βιβλία μυθοπλασίας που έχω διαβάσει ποτέ. Το τέχνασμα για να γράψεις καλή μυθοπλασία είναι να την αντιμετωπίσεις σαν να γράφεις non fiction με απόλυτη ειλικρίνεια. Γι’ αυτό και ένα από τα πιο αγαπημένα μου βιβλία του είναι το “Μια κινητή γιορτή”, στο οποίο δυστυχώς υπήρξε πολύ κακός και σκληρός απέναντι σε ανθρώπους που τον είχαν βοηθήσει. Είναι ντροπή που τα έγραψε όλα αυτά για τον Φ. Σκοτ Φιτζέραλντ. Οφείλεις όμως να αναγνωρίσεις ότι τα έγραψε με ένα μαγικό τρόπο.
Το τέλος από το “Ο Ήλιος ανατέλλει ξανά”. Όλοι μας έχουμε ανεκπλήρωτα όνειρα. Μερικές φορές σκεφτόμαστε πώς θα ήμασταν αν είχαν πραγματωθεί. Τις μέρες που σκέφτομαι πόσο πιο ωραία θα ήταν η ζωή μου αν ζούσε ακόμη η γυναίκα μου, όταν βραδιάζει πάντα θυμάμαι τη συγκεκριμένη φράση του Χέμινγουεϊ. Η γυναίκα λέει στον άντρα ότι θα μπορούσαν να περάσουν τόσο καλά μαζί και εκείνος της απαντά: “Isn’t it pretty to think so?”
Ήταν δηλαδή καλός ακόμη και όταν έλεγε κακίες.
Από τη μία θες να τον πιάσεις από τον γιακά και να του πεις “γιατί το έκανες αυτό;” και από την άλλη θες να του βγάλεις το καπέλο γιατί τουλάχιστον το έκανε τόσο καλά. Ήταν ένας πολύ περίπλοκος άντρας. Όσον αφορά την προσωπικότητα του, αλλάζω διαρκώς γνώμη. Όχι όμως για τη γραφή του.
Στην εισαγωγή του βιβλίου “Ernest Hemingway: Artifacts From a Life” γράφετε ότι απορρίψατε δύο φορές την πρόταση του γιου του για να αναλάβετε τη διεύθυνση της ομάδας διαχείρισης της λογοτεχνικής περιουσία του Χέμινγουεϊ.
Είναι απόλυτα αληθές. Γιατί είμαι συγγραφέας. Τι ξέρω εγώ από διαχείριση; Ο Πάτρικ Χέμινγουεϊ μου το πρότεινε ενώ ψαρεύαμε στον ποταμό Μισούρι, στην Μοντάνα. Θέλω να σκεφτείς, μου είπε, αν θα σε ενδιέφερε να αναλάβεις τη λογοτεχνική περιουσία του πατέρα μου. Θεέ μου, του απάντησα, σε ευχαριστώ Πάτρικ, με τιμά η πρόταση σου, αλλά θα έπρεπε να βρεις κάποιον από την οικογένεια. Και μου είπε: όλοι στην οικογένεια μου είναι τρελοί. Όλων οι οικογένειες είναι γεμάτες τρελούς, του απάντησα, και τι έγινε; Μετά όμως μεθύσαμε τόσο πολύ… Δεν αστειεύομαι. Εκείνη τη μέρα τρώγαμε από το πρωί, ο Πάτρικ έφτιαξε φιλέτα αντιλόπης που είχε κυνηγήσει ο ίδιος, χαβιάρι από τα ψάρια που πιάσαμε μαζί, η βότκα και το κρασί έρρεαν άφθονα. Το επόμενο πρωί σηκώθηκα με έναν απαίσιο πονοκέφαλο. Πώς είσαι;, με ρώτησε η γυναίκα μου καθισμένη στην άκρη του κρεβατιού. Δεν νιώθω πολύ καλά, της απάντησα. Χθες βράδυ υποσχέθηκες στον Πάτρικ να τον βοηθήσεις, μου είπε. Τι έκανα λέει; φώναξα. Ω ναι, συνέχισε, ήμουν εκεί, νηφάλια, το άκουσα. Έτσι ξεκίνησαν όλα. Ο Πάτρικ είναι πια σαν θείος μου. Λάτρευε τη γυναίκα μου, που ήταν ανθρωπολόγος, και αυτό που έκανε για εμάς όταν ήταν βαριά άρρωστη, λίγο πριν πεθάνει, δεν θα μπορέσω ποτέ να του το ξεπληρώσω. Τώρα έχει χάσει την όραση του και κάθε Τρίτη συνεχίζουμε να μιλάμε στο τηλέφωνο, όπως κάνουμε εδώ και 21 χρόνια, και του διαβάζω βιβλία.
Ποιες ακριβώς είναι οι αρμοδιότητες σας; Και πόσο ενδιαφέρουσα έχει υπάρξει μέχρι σήμερα η όλη εμπειρία;
Εξαρχής είπα στον Πάτρικ ότι πρώτα και πάνω απ’ όλα είμαι και θα παραμείνω συγγραφέας. Το έχει σεβαστεί απόλυτα. Ταξιδεύοντας όμως ανά τον κόσμο, ακριβώς γιατί ορισμένοι εκδότες μου υπήρξαν και του Χέμινγουεϊ, όπως οι εκδόσεις Gallimard στη Γαλλία και Mondadori στην Ιταλία, άρχισα να συναντώ κόσμο που τον γνώρισε προσωπικά. Είναι απίστευτες ορισμένες από τις ιστορίες τους. Όπως μιας δυναμικής γηραιάς Ιταλίδας που κάποτε είχε συλληφθεί και βασανιστεί από τους Ιταλούς φασίστες και την οποία είχε βοηθήσει ο Χέμινγουεϊ. Ήταν η μεταφράστρια του, αργότερα και του Κέρουακ και μερικών beat ποιητών. Ένα βράδυ που δειπνήσαμε έσκυψε προς το μέρος μου, με χτύπησε απαλά στο μάγουλο και μου είπε: να είσαι καλός με τον Χέμινγουεϊ γιατί εκείνος ήταν καλός μαζί μου. Θα κάνω ότι καλύτερο μπορώ, της είπα με σεβασμό. Και αμέσως φάνηκε το ιταλικό της ταμπεραμέντο. Ήθελε να κοιμηθεί μαζί μου αλλά δεν τον άφησα η ανόητη!, φώναξε. Μέσω αυτών των συναντήσεων και κυρίως μέσω της σχέσης μου με τον Πάτρικ, έφτασα όσο κοντά θα μπορούσε να φτάσει κανείς σε αυτόν τον άντρα, χωρίς να τον έχει δει από κοντά. Και ο άντρας που κατάφερα να γνωρίσω έστω έτσι, υπήρξε σκοτεινός και ελαφρύς, αστείος και σκληρός. Όπως έχει πει ο Πάτρικ, η ζωή του πατέρα του ήταν μια ζόρικη, αλλά και συναρπαστική, βόλτα.
Θα σας πω μια ιστορία. Μια φορά ο Πάτρικ και τα αδέρφια του ήταν στο σπίτι τους στην Κούβα. Ενώ ο Χέμινγουεϊ γράφει, ακούει τους γιους του να βρίζουν πολύ, γάμα αυτό, γάμα το άλλο, κλπ. Φωνάζει τα αγόρια και τους λέει: σας ακούω τόση ώρα, είναι ανεπίτρεπτο, σας δίνω τη δυνατότητα να διαλέξετε ένα μισάωρο τη μέρα για να βρίζετε. Διαλέγουν λοιπόν τα παιδιά 2.30-3 το μεσημέρι. Έλα μου όμως που μετά από μερικές εβδομάδες έρχεται ένα τηλεγράφημα από το Χόλιγουντ, όπου μεταφέρουν στον κινηματογράφο το διήγημα “The Short Happy Life of Francis Macomber”. Κύριε Χέμινγουεϊ ο τίτλος είναι πολύ μεγάλος για τη μαρκίζα, σας παρακαλούμε να εξετάσετε το ενδεχόμενο της αλλαγής του, διαβάζει πρωί πρωί, σηκώνεται όρθιος και φωνάζει: Άντε γαμηθείτε! Τα παιδιά τον ακούνε, τρέχουν στο δωμάτιο και του λένε: Papa, η ώρα δεν είναι 2.30! Αμέσως ηρέμησε και ζήτησε συγνώμη. Έχετε δίκιο, η συμφωνία είναι συμφωνία, είπε και δώσανε τα χέρια.
Ως συγγραφέας και φωτογράφος πως έχει επηρεαστεί η δουλειά σας εξαιτίας της διαχείρισης από τη μεριά σας της λογοτεχνικής περιουσίας του Χέμινγουεϊ;
Ξεκίνησα τη σταδιοδρομία μου πριν από πολλά χρόνια ως ντοκιμαντερίστας φωτογράφος. Ένα από τα σημαντικότερα πράγματα που προσπάθησα να κάνω από πολύ νωρίς ήταν να τραβάω πολύ λίγες φωτογραφίες και να λέω μια ιστορία μέσα από ένα μόνο καρέ. Βλέποντας το υλικό που είχα, αφαιρούσα διαρκώς εικόνες για να καταλήξω στην πεμπτουσία της ιστορίας που ήθελα να πω. Το πέρασμα μου στο non-fiction γράψιμο και κατόπιν στη μυθοπλασία, έγινε με την ίδια λογική. Ο Χέμινγουεϊ με βοήθησε προσφέροντας μου μερικά πολύ καλά τεχνάσματα. Για παράδειγμα, όταν έχεις περάσει μια παραγωγική μέρα και είσαι απολύτως σίγουρος για το τι θα συμβεί μετά στην ιστορία σου, σταμάτα να γράφεις, για να μπορείς την επόμενη μέρα να ξεκινήσεις αμέσως τη δουλειά. Άλλη μια καλή συμβουλή είναι η εξής: Γράψε αυτά που ξέρεις, το οποίο μπορεί να σημαίνει και γράψε αυτά που νιώθεις, γιατί τα συναισθήματα σου μόνο εσύ τα γνωρίζεις. Ένα καλό τέχνασμα είναι και αυτό: μην εξηγείς στον αναγνώστη, απλά πες του. Ο αναγνώστης θα καταλάβει περισσότερα αν αφήσεις περισσότερα έξω από τη σελίδα.
Τον έχετε στο μυαλό σας ως μία τραγική φιγούρα;
Σε κάποιο βαθμό τα έργα και οι ημέρες του εμπεριέχουν όλα όσα περιγράφονται στις ελληνικές τραγωδίες. Είναι πολύ δύσκολο να αντιληφθεί κανείς σήμερα πόσο διάσημος ήταν σε όλο τον κόσμο, το πώς οι άνθρωποι ήθελαν να βρεθούν κοντά του, να κάνουν ό,τι έκανε, το πώς οι γυναίκες ήθελαν οι άντρες τους να συμπεριφέρονται όπως εκείνος. Είναι αλλόκοτο, είχε ένα πολύ περίεργο χάρισμα. Στο τέλος όμως ήταν μόλις 61 όταν πέθανε. Έχοντας πολεμήσει σε δύο παγκόσμιους πολέμους, στον ισπανικό εμφύλιο, έχοντας ταξιδέψει ανά τον κόσμο. Ήταν αεικίνητος. Το χρειαζόταν για να γράψει. Τον έχω στο μυαλό μου ως έναν ανήσυχο χαρακτήρα που έπεσε στην παγίδα του αλκοολισμού, εγκλωβίστηκε εξαιτίας του μύθου που ο ίδιος δημιούργησε για τον εαυτό του και τελικά από τη συνεχή σκέψη του θανάτου. Είναι τόσο περίεργο να έχεις δει στη ζωή σου τόσους σκοτωμούς όσους είχε δει εκείνος, και μετά να απολαμβάνεις να κυνηγάς και να σκοτώνεις ζώα.
Αναφερθήκατε στην αυτοπειθαρχία που τον διέκρινε. Είναι κάτι που φοβάμαι ότι οι περισσότεροι δεν το γνωρίζουν, νομίζοντας ότι οι λέξεις έρρεαν αβίαστα από μέσα του.
Τρανό παράδειγμα είναι το γεγονός ότι έγραψε περισσότερες από 40 κατακλείδες για το “Αποχαιρετισμός στα όπλα”. Είναι τόσο περίεργο να τις κοιτάς όλες μαζί, να καταλαβαίνεις ότι επέλεξε το σωστό τέλος. Ήταν ιδιοφυής. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι απλά ξυπνούσε το πρωί και έγραφε. Δούλευε πολύ σκληρά για να αποτυπώσει την ιδιοφυΐα του στο χαρτί. Γι’ αυτό, άλλωστε δεν έπινε αλκοόλ όση ώρα έγραφε.
Του έδινε να καταλάβει μόνο το απόγευμα.
Ακριβώς. Όμως όταν άρχισε να χάνει το μέτρο, τον έπιαναν να πίνει σαμπάνια το πρωί και έλεγε ότι δεν είναι αλκοόλ.
Στις 2 Ιουλίου συμπληρώνονται 60 χρόνια από τη μέρα που τράβηξε τη σκανδάλη και αυτοκτόνησε. Γιατί το έργο και η ζωή του Χέμινγουεϊ μιλάνε στον κόσμο μετά από τόσο καιρό;
Θα μου επιτρέψετε να σας απαντήσω με ερώτηση. Έχετε ερωτευτεί ποτέ;
Φυσικά.
Έχετε βιώσει την συναισθηματική ή φυσική απώλεια ανθρώπων από τη ζωή σας;
Εννοείται.
Και πώς νιώσατε;
Μερικές φορές είναι σαν το τέλος του κόσμου.
Πιστεύετε ότι ένας νεαρός μουσουλμάνος ή ένας νεαρός σέρβος το βιώνουν διαφορετικά; Στη ζωή μου μέχρι σήμερα δεν γνώρισα ποτέ κανέναν που να μη λατρεύει ένα καλό πιάτο φαγητό, που να μην λατρεύει την ιδέα του κεραυνοβόλου έρωτα, που να μην έχει χάσει ένα οικείο του πρόσωπο. Νομίζω ότι για όλα αυτά έγραφε διαρκώς ο Χέμινγουεϊ. Γι’ αυτό τα γραπτά του δεν θα πεθάνουν. Θα συνεχίσουν να γοητεύουν τους ανθρώπους στο διηνεκές. Όταν είμαι στο Παρίσι, βλέπω συνέχεια νέους ανθρώπους να αγοράζουν τα βιβλία του, να κάθονται σε ένα παγκάκι κρατώντας σημειώσεις. Ο ρομαντισμός, η ελπίδα ότι ίσως να μπορούσε κάποιος να ζήσει τη ζωή που έζησε ο Χέμινγουεϊ, δεν θα πάψουν ποτέ.
Ποιο θα επιλέγατε ως το πιο σημαντικό μάθημα που μετέδωσε στον κόσμο μέσα από τη δουλειά και τη ζωή του;
Κάποτε είπε στους γιους του κάτι που σημαίνει πολλά για μένα: ζήσε καλά τη μία και μοναδική ζωή σου. Σκεφτείτε το λίγο. Το μόνο πράγμα αξίας που έχουμε είναι ο χρόνος και οι σχέσεις που αναπτύσσουμε γνωρίζοντας ότι αυτός ο χρόνος ολοένα λιγοστεύει, είναι πεπερασμένος. Έτσι έζησε: αυτή είναι η μία και μοναδική μου ευκαιρία. Αυτή η συμβουλή στα παιδιά λειτουργεί και ως ένα καλό coda της ζωής του.
Και ποια θα επιλέγατε ως την πιο αγαπημένη σας φράση από τα βιβλία του;
Το τέλος από το “Ο Ήλιος ανατέλλει ξανά”. Όλοι μας έχουμε ανεκπλήρωτα όνειρα. Μερικές φορές σκεφτόμαστε πώς θα ήμασταν αν είχαν πραγματωθεί. Τις μέρες που σκέφτομαι πόσο πιο ωραία θα ήταν η ζωή μου αν ζούσε ακόμη η γυναίκα μου, όταν βραδιάζει πάντα θυμάμαι τη συγκεκριμένη φράση του Χέμινγουεϊ. Η γυναίκα λέει στον άντρα ότι θα μπορούσαν να περάσουν τόσο καλά μαζί και εκείνος της απαντά: “Isn’t it pretty to think so?”
Είναι τελικά ο σημαντικότερος Αμερικανός συγγραφέας μετά τον Μαρκ Τουέιν;
Σίγουρα είναι ένας από τους σημαντικότερους Αμερικανούς συγγραφείς όλων των εποχών. Και είναι ο μοναδικός Αμερικάνος συγγραφέας που άλλαξε τον τρόπο που γράφουν και αντιλαμβάνονται το γράψιμο οι άνθρωποι σε ολόκληρο τον κόσμο. Άλλαξε τα πάντα. Η λογοτεχνία δεν υπήρξε ποτέ ξανά η ίδια μετά την εμφάνιση του Χέμινγουεϊ.