Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΠΟΥ ΑΝΕΘΡΕΨΕ ΤΗ ΧΟΥΝΤΑ
Ο ιστορικός Κώστας Κατσάπης φωτίζει άγνωστες πτυχές της σύγχρονής μας ιστορίας, που συνδέονται άμεσα με τον πόλεμο που δέχθηκαν οι Έλληνες Διαφωτιστές.
Ποιες ήταν οι διεργασίες που επικρατούσαν στους πνευματικούς κύκλους των Ελλήνων λογίων στα χρόνια πριν το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821 αλλά και κατά τη διάρκειά της;
Δύο εκδόσεις που “συνομιλούν” μεταξύ τους ως συμπλήρωμα η μία της άλλης, κυκλοφόρησαν στα μέσα του Σεπτεμβρίου, για να ρίξουν φως σε λιγότερο γνωστές πτυχές των προεπαναστατικών και επαναστατικών χρόνων. Η σειρά Lux Orbis των εκδόσεων iWrite σε συνεργασία με τη Δημόσια Ιστορική Βιβλιοθήκη της Ανδρίτσαινας επανέκδωσε ένα ιστορικό τεκμήριο υψίστης σημασίας. Πρόκειται για το τρίτο τεύχος του περιοδικού “Μέλισσα” (εκδοθέν το 1821 στο Παρίσι), το οποίο μεταφέρει στον αναγνώστη τις σκέψεις και τις επιδιώξεις των Ελλήνων Διαφωτιστών της εποχής, με προεξέχουσα μορφή τον Κωνσταντίνο Αγαθόφρωνα Νικολόπουλο.
Το εν λόγω τεύχος μεταφέρει ένα μέρος των αυθεντικών καταγραφών των ριζοσπαστών Ελλήνων στοχαστών του ’21, που εμπνέονταν από τις ιδέες του Αδαμάντιου Κοραή, οι οποίοι βρήκαν απέναντί τους εμπόδια που έρχονταν ακόμη και από την ανώτατη ιεραρχία της Εκκλησίας της εποχής, η οποία λειτούργησε σε αρκετές περιπτώσεις ως ανάχωμα έναντι των διαφωτιστικών ιδεών.
Παράλληλα, σε συνεργασία με την Κίνηση Ελλήνων Πολιτών για την Εκκοσμίκευση του Κράτους (ΚΕΠΕΚ), η σειρά Lux Orbis αναβίωσε και τον ανολοκλήρωτο διαγωνισμό που είχε προκηρυχτεί στο τρίτο τεύχος της Μέλισσας του 1821, με νικητή τον ιστορικό Κώστα Κατσάπη.
Ο εν λόγω διαγωνισμός είχε προκυρηχθεί την άνοιξη του 1821. Το τρίτο τεύχος της “Μέλισσας”, έμελλε να είναι και το τελευταίο της, μιας και το περιοδικό ανέστειλε τη λειτουργία του εξαιτίας της κήρυξης της Επανάστασης. Θέμα του διαγωνισμού ήταν “Τα κακά που έχουν προξενήσει στο Γένος οι αρχιερείς’.
Η προκήρυξη του νέου διαγωνισμού (diagonismos1821.gr) έγινε πέρυσι τον Σεπτέμβριο, με διορία μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου 2021, και τα κείμενα εξετάστηκαν από μια κριτική επιτροπή που απαρτίστηκε από τους Παναγιώτη Γεννηματά (επίτιμος αντιπρόεδρος Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων), Γιώργο Οικονόμου (Δρ. Φιλοσοφίας), Αλέξανδρο Σακελλαρίου (Δρ. Κοινωνιολογίας της Θρησκείας) και τον διευθυντή της σειράς Lux Orbis, Μηνά Παπαγεωργίου.
Τα δέκα συνολικά κείμενα που διακρίθηκαν στον διαγωνισμό δημοσιεύονται στον συλλεκτικό τόμο με τίτλο “Ο αμφιλεγόμενος ρόλος της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ελλάδα (4ος-21ος αιώνας)”. Στο βιβλίο περιλαμβάνεται και ο δημόσιος διάλογος που αναπτύχθηκε μεταξύ της ΚΕΠΕΚ και της μητρόπολης Πειραιά, με αφορμή την προκήρυξη του σύγχρονου διαγωνισμού, ο οποίος έχει το δικό του ξεχωριστό ενδιαφέρον.
Ο εκσυγχρονισμένος τίτλος του διαγωνισμού ήταν:
“Ο διαχρονικά αμφιλεγόμενος ρόλος της Ορθόδοξης Εκκλησίας στον ελλαδικό χώρο, από τον 4ο μεταχριστιανικό αιώνα μέχρι σήμερα, οι αιτίες και οι τρόποι αντιμετώπισης του προβλήματος σήμερα”
Νεολαία, Εκκλησία και Δικτατορία των Συνταγματαρχών
Το Magazine του News 24/7, με αφορμή τη διπλή έκδοση, είχε τη χαρά να συνομιλήσει με τον ιστορικό Κώστα Κατσάπη, που έλαβε και το πρώτο βραβείο. Μάλιστα αξίζει να αναφερθεί ότι τα έπαθλα που δόθηκαν φέτος στον πρώτο νικητή, ομοιάζουν σε μεγάλο βαθμό με αυτά που είχαν προκηρυχθεί για τον νικητή του διαγωνισμού του 1821.
Ο Κώστας Κατσάπης είναι ιστορικός. Διδάσκει Πολιτισμική Ιστορία της Μεταπολεμικής Ελλάδας και Ιστορία της Νεολαίας στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Μεταξύ άλλων έχει δημοσιεύσει τα βιβλία: Ήχοι και απόηχοι. Κοινωνική ιστορία του ροκ εν ρολ φαινομένου στην Ελλάδα, 1956-1967 (2007) και “Το πρόβλημα νεολαία. Μοντέρνοι νέοι, παράδοση και αμφισβήτηση στη μεταπολεμική Ελλάδα, 1964-1974 (2013)”.
Στη δημοσίευσή του που διακρίθηκε, ασχολείται με το ζήτημα της νεολαίας, της Εκκλησίας και της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών, μέσα από το πρίσμα ενός έργου του καθηγητή Δημητρίου Πάλλα που αξίζει να μνημονευτεί και να επανεξεταστεί σε ευρύτερο πεδίο.
Ο ίδιος ο Πάλλας εργάστηκε πολλά χρόνια στην Αρχαιολογική Υπηρεσία, έγινε το 1965 καθηγητής της Βυζαντινής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και απολύθηκε το 1968 από τη χούντα των συνταγματαρχών. Διερευνώντας τις ιδεολογικές καταβολές της χούντας, ο Πάλλας είχε προτείνει ως θεμελιακή συνιστώσα του καθεστώτος αλλά και ως βασική αιτία της εκδήλωσης του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου, τη δράση της παραεκκλησιαστικής οργάνωσης ΖΩΗ, που πολιτικοποιήθηκε ως φορέας αντικομμουνιστικού αγώνα. Μέλος της αδελφότητας ΖΩΗ, ήταν και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Κοτσώνης που εκλέχθηκε στο αξίωμα παρουσία των πραξικοπηματιών Παπαδόπουλου και Παττακού.
Η μελέτη του Πάλλα γράφτηκε μετά την καταστολή της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, και ενώ αναμενόταν να δημοσιευθεί στην εφημερίδα το ΒΗΜΑ, αποφασίστηκε η μη δημοσίευσή της υπό τον φόβο της λογοκρισίας. Μάλιστα, η μελέτη του αυτή δεν δημοσιεύθηκε ούτε κατά τη Μεταπολίτευση, παρά μόνο προσφάτως σχετικά σε απομνημονεύματα του Πάλλα.
Μέσα από μια ιστορική χρονομηχανή που μας πάει από το 1821 στη χούντα, και από την απαρχή της Μεταπολίτευσης στο σήμερα και τις νέες προκλήσεις έναντι της ακροδεξιάς, ο Κώστας Κατσάπης μας αναλύει την ουσία της διαχρονικής συντήρησης που συνδέεται άμεσα με τις παγιωμένες παθογένειες του τόπου.
-Πόσο σημαντική είναι για εσάς η βράβευσή σας στον εν λόγω διαγωνισμό, και ποια η σημασία του;
Αν και αγαπώ πολύ τον αείμνηστο Ντίνο Χριστιανόπουλο που ήταν αντίθετος σε κάθε βράβευση, απ’ όπου και αν προέρχεται, ομολογώ για να είμαι ειλικρινής απέναντί σας ότι κάτι μέσα μου κολακεύτηκε από την απόφαση της κριτικής επιτροπής. Πολλώ δε μάλλον που οι συμμετέχοντες στον διαγωνισμό ήταν πολλοί και τα κείμενα που κατατέθηκαν εξαιρετικά. Εν τούτοις πραγματικά η βασική μου έγνοια ήταν να κάνω γνωστό το έργο του Δημητρίου Πάλλα, το οποίο κατά τη γνώμη μου είναι εντυπωσιακά εύστοχο ως προς τις αναλύσεις που κάνει για το δικτατορικό καθεστώς της 21ης Απριλίου. Ελπίζω η βράβευση της μελέτης μου να στρέψει το ενδιαφέρον προς τις βασικές κατευθύνσεις της σκέψης του Δ. Πάλλα, δηλαδή προς μια βαθιά, πολυεπίπεδη και κυρίως πολιτισμική ανάγνωση της δικτατορίας και των ηγετών της.
-Πόσο επίκαιρη θα φάνταζε σήμερα μια δημοσιοποίηση της δουλειάς του Δημήτριου Πάλλα;
Φυσικά και είναι επίκαιρη, θα έλεγα πολύ περισσότερο από την εποχή στην οποία γράφτηκε. Η εποχή της πρώιμης Μεταπολίτευσης ήταν μια περίοδος έντονης πολιτικοποίησης και όλη η σκληροπυρηνική κουλτούρα της Εκκλησίας και των παραεκκλησιαστικών οργανώσεων βρέθηκε με την πλάτη στον τοίχο. Τα τελευταία χρόνια όμως επιχειρείται μια δυσφήμιση της Μεταπολίτευσης, υποτίθεται ότι η «κουλτούρα» της υπήρξε υπεύθυνη για μια σειρά από δεινά, με κυριότερο την οικονομική κρίση του 2011. Ο Δημήτριος Πάλλας είναι πιο επίκαιρος από ποτέ, ακριβώς γιατί τώρα είναι το πλήρωμα του χρόνου να δούμε στις πραγματικές τους διαστάσεις διαχρονικές παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας. Και ο εναγκαλισμός κράτους-πολιτικής και ιερατείου συνιστά έναν από πιο σημαντικούς. Εντοπίζεται δηλαδή στον πυρήνα αυτού που συχνά περιγράφουμε ως «βαθύ κράτος». Πέραν τούτου, θεωρώ ότι η διάδοση του έργου του Δημητρίου Πάλλα είναι πολύ σημαντική, πολύ απλά γιατί είναι εξαιρετικά εύστοχη, διεισδυτική και όπως τονίζω στην καταληκτική παράγραφο του κειμένου που συνέγραψα, δεκαετίες μπροστά από την εποχή της.
-Θα μπορούσατε να εντοπίσετε ίχνη θολά ή πιο φωτεινά των ιδεολογημάτων και των δυναμικών της ΖΩΗΣ στη σημερινή νεοελληνική εποχή, και αν ναι πού;
Η ΖΩΗ σίγουρα δεν έχει πια τη δύναμη και την δυναμική που είχε στη διάρκεια της μεταπολεμικής και μετεμφυλιακής περιόδου όταν και υπήρξε ένας από τους στυλοβάτες της δεξιάς διακυβέρνησης. Οι ιδέες της όπως είπα και πριν, βρέθηκαν με την τομή της Μεταπολίτευσης τόσο πολύ στο περιθώριο της κοινωνίας που η ίδια σταδιακά μετατράπηκε σε μια οργάνωση οριακά καλτ. Το ίδιο συνέβη και με το σκληροπυρηνικό λόγο ιεραρχών (Καντιώτης, Αμβρόσιος κ.λπ.) που παρά την φασαριόζικη παρουσία τους, υπήρξε για δεκαετίες εμφατικά εκτός εποχής. Παρ’ όλα αυτά, η επίδραση της οργάνωσης στη συγκρότηση του βαθέος κράτους δεν θα πρέπει να υποτιμηθεί. Η ΖΩΗ όπως και άλλες οργανώσεις του παραεκκλησιαστικού χώρου καλλιέργησαν για δεκαετίες συστηματικά τον αντικομμουνισμό, το μίσος για τον άλλον, για τους Εβραίους, τους ομοφυλόφιλους, τους διαφορετικούς. Σε μεγάλο βαθμό συνέχισαν να το πράττουν και μετά την πτώση της Χούντας. Κάποιοι ανοικτά, κάποιοι άλλοι, όπως η ΖΩΗ υπαινικτικά και προσεκτικά, πατώντας πάνω στον φόβο για την νεωτερικότητα, τη Δύση, την ανεκτικότητα, το καινούργιο.
Ακροδεξιές λογικές και μίσος ουδεμία σχέση έχουν με τον αυθεντικό χριστιανισμό
Όλη αυτή η αντιχριστιανική στον πυρήνα της δραστηριότητα εξέβαλε μετά την οικονομική κρίση σε ένα τσουνάμι μίσους, ανορθολογισμού και συνωμοσιολογίας. Η ευθύνη των ανωτέρω για την ύπαρξη στην χώρα μας ενός μεγάλου (πολύ πέραν της Χρυσής Αυγής) ακροδεξιού ακροατηρίου, είναι τεράστια και αναμφισβήτητη. Και φυσικά από αυτό και μόνο διαφαίνεται η βαθιά τους υποκρισία: πλην ελαχίστων, αυτή η αντιχριστιανική, ως είπα, δραστηριότητα ουδένα ενοχλεί. Ξεχνάνε βέβαια, οι κατ’ επίφαση χριστιανοί ότι σύμφωνα με τον Ιησού, το πρόσωπό Του αναγνωρίζεται καθημερινά στον άλλον, στον συνάνθρωπο. Ακροδεξιές λογικές και μίσος ουδεμία σχέση έχουν με τον αυθεντικό χριστιανισμό, τον οποίον υποτίθεται πως υπηρετούν.
-Η σημερινή ακροδεξιά έχει διαφορές με τη χούντα των Συνταγματαρχών; Σε ποια σημεία θα τις εντοπίζατε; Ποιες διαχρονικότητες υπάρχουν;
Είναι λίγο δύσκολο να απαντήσει κανείς, γιατί σήμερα θα πρέπει να μιλάμε μάλλον για «ακροδεξιές» παρά για ακροδεξιά. Ανάμεσα στις διαφορετικές εκδοχές υπάρχουν και τεράστιες διαφορές, όχι μόνο πολιτικές αλλά και πολιτισμικές. Η ναζιστική εκδοχή ας πούμε, που εκφράστηκε με την Χρυσή Αυγή, τρέφει μίσος για τον χριστιανισμό αλλά και για την Εκκλησία την οποία ανέχεται στον βαθμό που της είναι χρήσιμη. Ο αντιδυτικισμός της επίσης δεν είναι τόσο έντονος, δεν ομνύει στην παράδοση της ελληνικής φυλής με τον γνωστό μας τρόπο. Αυτό της επιτρέπει να εντάξει στην κουλτούρα και τις πρακτικές της στοιχεία που η «παραδοσιακή ακροδεξιά» δεν θα ανεχόταν, όπως μέταλ μπάντες με ρητορική μίσους, πολιτισμικά σύμβολα όπως τα tattoo κ.λπ. Από την άλλη, η ακροδεξιά που έχει τις ρίζες της στον κραταιό μετεμφυλιακό αντικομμουνισμό ποντάρει στις σχέσεις της με θεσμούς του βαθέος κράτους, συστήνει μέσα σε αυτούς ισχυρούς θύλακες, ενώ σέβεται τα παραδοσιακά σύμβολα του έθνους προχωρώντας φυσικά σε εθνικιστική καπηλεία και σε εργαλειοποίησή τους. Σε έναν κόσμο που η παγκοσμιοποίηση κυριαρχεί, ο έκδηλος αντιδυτικισμός του καθεστώτος των Συνταγματαρχών έχει υποχωρήσει, πώς θα μπορούσε άλλωστε να διατηρηθεί η ρητορεία της δεκαετίας του εξήντα στην εποχή της τεχνολογίας και των κοινωνικών δικτύων; Αυτό που έχει παραμείνει ως συγκολλητικό στοιχείο για τα εν πολλοίς ετερόκλητα ακροδεξιά ακροατήρια, είναι η πίστη στον εξαιρετισμό της «ελληνικής φυλής» και η έμφαση στην ανωτερότητα της ελληνικής ιδιαιτερότητας. Πρόκειται για μια φοβική προσέγγιση του σύγχρονου κόσμου, όπως άλλωστε καθ’ όλα φοβική ήταν και η στάση της ακροδεξιάς τη δεκαετία του εξήντα απέναντι (τότε) στις εξελίξεις του μεταπολεμικού κόσμου.
-Στα δικά μου μάτια φαντάζει σχήμα οξύμωρο η ύπαρξη της “Χριστιανικής Ένωσις Επιστημόνων”. Πώς θα σχολιάζατε τη διαχρονική στάση της εκκλησίας έναντι του ορθού λόγου στη χώρα μας; Εντοπίζετε σε αυτό το δεδομένο, σύγχρονες ή αν θέλετε μόνιμες παθογένειές μας ως χώρα;
Έχετε δίκιο που επισημαίνετε το οξύμωρο της ύπαρξής της, όλα όμως έχουν την εξήγησή τους. Το μανιφέστο της Χριστιανικής Ενώσεως Επιστημόνων υπήρξε σταθμός στην εμπέδωση ενός σκληρού συντηρητισμού για τον οποίο ελάχιστα πράγματα γνωρίζουμε, αφού η ιστορία, τόσο η ακαδημαϊκή όσο και η δημόσια, εστίασε για δεκαετίες μονόπλευρα στις πολιτικές του διαστάσεις. Εντούτοις, η εμπέδωση ήδη από τα χρόνια του Εμφυλίου Πολέμου ενός πλέγματος αυστηρού ελέγχου στην εκπαίδευση, την καλλιτεχνική παραγωγή, στον πανεπιστημιακό χώρο, φαίνεται πως υπήρξε κρίσιμη προϋπόθεση για την ισχυροποίηση του δεξιού κράτους τις δεκαετίες που ακολούθησαν. Ο ρόλος της Εκκλησίας εδώ υπήρξε τεράστιος, αφού δραστηριοποιήθηκε ενεργά κινητοποιώντας ένα μεγάλο μέρος της πνευματικής ελίτ της χώρας με στόχο την ανάσχεση των «καταστροφικών» ιδεών της Δύσεως. Γιατί συντάχθηκαν όλοι αυτοί με την Εκκλησία υπογράφοντας ένα κείμενο βαθιά σκοταδιστικό; Ήταν μόνο ο πανικός τους από την ανάδυση του ΕΑΜ στα χρόνια που προηγήθηκαν; Έπαιξε κρίσιμο ρόλο η ταξική τους προέλευση αφού οι περισσότεροι εξ αυτών ανήκαν σε ανώτερα στρώματα της αστικής τάξης (γιατροί, δικηγόροι κ.λπ.); Απέβλεπαν στο όφελος που εξασφάλιζε η ένταξη σε πανίσχυρα δίκτυα; Εκτιμώ ότι η απάντηση βρίσκεται κάπου εκεί. Ας σημειώσουμε για τους αναγνώστες σας όμως ετούτο: σύμφωνα με την αντιδυτική και αντιδιαφωτιστική κοσμοθεωρία όπως αυτή παράγεται ήδη από τα χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης, ο ουμανισμός είναι αυτός που οδηγεί στον υλισμό και κατ’ επέκταση στον κομμουνισμό και όχι ο τελευταίος εκείνος που οδηγεί στην αθεΐα. Πρόκειται για μια τρομακτικής σημασίας ερμηνεία, που θα οδηγήσει στη λήψη αυστηρών μέτρων στα χρόνια της Επταετίας για την επιστροφή της κοινωνίας και ιδίως της νεολαίας στις (σε υποχώρηση) ελληνορθόδοξες αξίες. Για όλα αυτά βέβαια, ο Δημήτριος Πάλλας έχει μιλήσει αναλυτικά και εκτεταμένα.
-Τι πρέπει να αλλάξει στην ελληνική Παιδεία, ως προς την εγκόλπωση των θρησκευτικών μαθημάτων, ειδικά σε μια χώρα που συνεχίζει να ζει χωρίς Διαχωρισμό Κράτους και Εκκλησίας;
Η ελληνική παιδεία συνολικά και εκτός της τυπικής σχολικής εκπαίδευσης, θα πρέπει να μάθει να αποδέχεται την αλήθεια. Καταρχάς την ιστορική αλήθεια. Μύθοι οι οποίοι πιθανώς στην εποχή που πλάστηκαν να είχαν ρόλο να διαδραματίσουν, στην εποχή της πληροφορίας και της τεχνολογικής εξέλιξης είναι τραγικό να υφίστανται ακόμη. Αποδέχομαι πως ίσως είναι λογικό να πεις σε ένα τρίχρονο παιδί ότι τα μωρά τα φέρνει ο πελαργός, ωστόσο αν προσπαθείς να πείσεις έναν ενήλικα για τούτο, προφανώς υπάρχει θέμα. Ο πατριωτισμός δεν μπορεί να βασίζεται σε μύθους, συνωμοσιολογίες και παραλογισμούς, αν μη τι άλλο το ελληνικό έθνος μπορεί να επαίρεται για πάρα πολλά πράγματα, για ηρωικές στιγμές και μεγαλειώδη επιτεύγματα που γεννούν τον θαυμασμό στα πέρατα της οικουμένης.
Ο εναγκαλισμός Εκκλησίας και κράτους το μόνο που κάνει είναι να συντηρεί ξεπερασμένες λογικές
Ο ελληνικός εξαιρετισμός, ο ακατανόητος αυτοθαυμασμός και η αποχαυνωτική κατανάλωση ανυπόστατων μυθευμάτων, δεν αρμόζει ούτε στο παρελθόν μας ούτε στο μέλλον που επιθυμούμε. Ελπίζω πως ακόμη είμαστε μια κοινωνία δημοκρατική, με ιστορία αγώνων και προσφοράς που οφείλει να ατενίσει το μέλλον της με εντιμότητα. Σήμερα μάλιστα αποτελούμε μια κοινωνία πολυπολιτισμική η οποία καλείται να εντάξει τον άλλο σε αυτήν, σεβόμενη τις δικές του ιδιαιτερότητες και παραδόσεις. Τα θρησκευτικά μαθήματα επομένως, δεν μπορεί να είναι βραχίονας προσηλυτισμού. Δεν έχει νόημα κάτι τέτοιο. Αντιθέτως, θα έλεγα, ο χριστιανισμός μπορεί να παίξει μεγάλο ρόλο στην ενδυνάμωση της κοινωνικής συνοχής, εφόσον όμως προταθεί το αληθές νόημά του και παραμεριστούν οι εξουσιαστικές λογικές και οι βυζαντινισμοί. Μια δημιουργικά επικαιροποιημένη ως προς τον ρόλο της ορθοδοξία είναι μια ορθοδοξία που έχει μέλλον γιατί έχει ουσία. Ο εναγκαλισμός Εκκλησίας και κράτους το μόνο που κάνει είναι να συντηρεί ξεπερασμένες λογικές του παρελθόντος και εν τέλει να δυσφημεί την ίδια την ορθοδοξία. Το σύμπαν των φανατικών και των σκοταδιστών που τρέφονται από τα κηρύγματά της, δε νομίζω ότι περιποιούν τιμή για την Εκκλησία. Όσοι νοιάζονται πραγματικά γι’ αυτήν, θα πρέπει να παραδεχτούν πως δεν μπορεί να έχει σχέση με μικροπολιτικές, ούτε να λειτουργεί ως η «δεξιά του Κυρίου» κι ακόμη χειρότερα ως λόμπι εξουσίας.
-Πώς θα χαρακτηρίζατε τη σύγχρονη ελληνική Δεξιά, η οποία τα τελευταία χρόνια είναι και πάλι άρχουσα τάξη; Βλέπετε ένα αμφιλεγόμενο αφήγημα ανάμεσα στη φαινομενικά φιλελεύθερη ιδεολογία και τη συμπόρευση με την επίσημη Εκκλησία του τόπου;
Φιλελευθερισμός αλά καρτ δεν μπορεί να υπάρξει, όταν υπάρχει υφίσταται ως τεκμήριο υποκρισίας. Η ελληνική δεξιά διαχρονικά έπαιξε το χαρτί «εκκλησία» προσβλέποντας στον έλεγχο του ποιμνίου. Και με τον χωροφύλαξ όμως και με τον αστυφύλαξ δε γίνεται. Και ευρωπαϊσμός και κλείσιμο του ματιού στον σκοταδισμό δεν είναι δυνατό να συμβαδίσουν. Φυσικά, όσοι εμφορούνται από αληθινή natura christiana δεν μπορεί παρά να εξοργίζονται από την κατάσταση αυτή, στην ιεραρχία της Εκκλησίας όμως φαίνεται πως οι προτεραιότητες είναι άλλες. Η ελληνική δεξιά, φαινομενικά φιλελεύθερη αλλά στον πυρήνα και τις ιστορικές της καταβολές βαθιά συντηρητική, εκτιμώ ότι πήρε το σκληρό μάθημά της στη διάρκεια της Μεταπολίτευσης όταν και συνειδητοποίησε ότι ο ιδεολογικός έλεγχος είναι προϋπόθεση του πολιτικού. Η απώλεια του ιδεολογικού ελέγχου ήταν εξάλλου το πρώτο βήμα για την ανατροπή του πολιτικού εποικοδομήματος. Ο απεγκλωβισμός μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας από τις εξαρτήσεις της αγροτικής υπαίθρου, κύρια λόγω της εσωτερικής μετανάστευσης, ήταν το στοιχείο που πυροδότησε την πολιτική αμφισβήτηση, η οποία και στα χρόνια της Μεταπολίτευσης κατέστησε δυνατή την Αλλαγή, αλλά και την στήριξε. Αυτό άλλωστε δεν είναι και το περιεχόμενο της περίφημης «αριστερής ηγεμονίας» στην οποία αναφέρονται συντηρητικοί διανοητές και σχολιαστές; Τις τελευταίες δεκαετίες εκτιμώ ότι επιχειρείται εκ νέου ο εξανδραποδισμός της κοινωνίας μέσω της πολιτισμικής αποχαύνωσης και του επιδεικτικού ατομικισμού και καταναλωτισμού. Η κυριαρχία της δεξιάς δεν μπορεί να ερμηνευτεί ξέχωρα από την εξέλιξη αυτή, ενώ δεν θα πρέπει να παραλείψουμε να επισημάνουμε ότι βαθιά συντηρητικοποίηση της κοινωνίας διεφάνη ακόμη και στα χρόνια που κυβέρνησε ο Σύριζα. Φυσικά, η ελληνική δεξιά σε καμία περίπτωση δεν είναι διατεθειμένη να έρθει σε σύγκρουση με διαχρονικά προνομιακούς κοινωνικούς της συμμάχους, για τον λόγο αυτό οι όποιες εκδηλώσεις φιλελευθερισμού πραγματοποιούνται, εκτιμώ πως συνιστούν μικρά ανοίγματα τα οποία υπάρχουν στον βαθμό που δεν θίγονται τα πραγματικά συμφέροντα της ιεραρχίας και των πολιτικών της εταίρων.
Όπως σχολιάζει ο διευθυντής της σειράς Lux Orbis, Μηνάς Παπαγεωργίου, για τη κυκλοφορία της Μέλισσας του 1821:
“Η επανακυκλοφορία του τρίτου τεύχους του περιοδικού “Μέλισσα” (εκδ. iWrite) από την Σειρά Lux Orbis, ως αυτόνομο έντυπο, 200 ολόκληρα χρόνια μετά την έκδοσή του στο Παρίσι, αποτελεί ένα σημαντικότατο γεγονός για την εγχώρια βιβλιοπαραγωγή του 2021. Το περιεχόμενο του βιβλίου μάς φέρνει σε άμεση επαφή με τις απόψεις και τις θέσεις των ριζοσπαστών Διαφωτιστών της εποχής, που εμπνέονταν σε μεγάλο βαθμό από το έργο του Αδαμάντιου Κοραή, τη χρονιά που η Επανάσταση ξεσπάει στον Μοριά.
Το κρίσιμο στοιχείο, εδώ, είναι πώς οι θέσεις και ιδέες αυτές, παρατίθενται αφιλτράριστες, χωρίς ιδεολογικές ή άλλου είδους σκοπιμότητες, οι οποίες ξεκίνησαν να εμφανίζονται σταδιακά κατά τις δεκαετίες μετά τη συγκρότηση του νέου ελληνικού κράτους, διαμορφώντας την προβληματική νεοελληνική ταυτότητα. Έτσι ο σύγχρονος αναγνώστης θα έχει τη δυνατότητα να συλλάβει άμεσα την εικόνα που είχαν οι Έλληνες στοχαστές εκείνης της περιόδου, έπανω σε μια σειρά από ζητήματα, με προεξέχον εκείνο της στάσης της ανώτατης ηγεσίας της Εκκλησίας απέναντι στις αλληλένδετες έννοιες του φωτισμού και του ξεσηκωμού του έθνους. Πιο συγκεκριμένα, στη “Μέλισσα” μπορεί κανείς να διαβάσει -ανάμεσα στα άλλα- για την απόπειρα ελέγχου της ελληνικής βιβλιοπαραγωγής εκ μέρους του πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης, να ενημερωθεί για τις διώξεις που υπέστησαν Διαφωτιστές που δίδασκαν σε σχολές της Σμύρνης και της Λέσβου, να μάθει για το κάψιμο ενός βιβλίου που ασκούσε κριτική στην εκκλησιαστική διαφθορά και εντέλει να αποκτήσει μία πολύ καλή εικόνα για την “Ιερά Εξέταση” (όρος που χρησιμοποιείται από τους ίδιους τους λογίους της εποχής) που επέβαλλε ο Γρηγόριος Ε’ κατά το διάστημα 1819-1821 στην Πόλη.