Η ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΜΑΝΤΛΙΝ ΟΛΜΠΡΑΙΤ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ΘΥΜΑΤΑ
Η Μαντλίν Ολμπράιτ είχε απολαύσει μια εξαιρετική και μοναδική καριέρα ως αναλύτρια διεθνών σχέσεων, πριν την καλέσει ο Μπιλ Κλίντον για σύμβουλο του. Έκτοτε όλα πήγαν λάθος.
H Mαντλίν Ολμπράιτ (Madeleine Albright) ήταν η πρώτη πρέσβειρα των ΗΠΑ στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών. Ήταν και η πρώτη γυναίκα Υπουργός Εξωτερικών, στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών. Πέθανε τα ξημερώματα, σε ηλικία 85 χρόνων. Στην κληρονομιά της ανήκουν εκατομμύρια νεκροί, θύματα των αποφάσεων της. Ανεξάρτητα από το αν συμφωνείς πως “ο αποθανών δεδικαίωται από της αμαρτίας” ή όχι, κάποια εξ αυτών που έκανε η Ολμπράιτ θρηνούνται μέχρι σήμερα.
Η Ολμπράιτ γεννήθηκε ως Marie Jana Korbelová στην Πράγα, της Τσεχοσλοβακίας, το 1937. Τότε ο Τσέχος -διπλωμάτης- πατέρας της, Josef Korbel δούλευε ως press-attaché στην Πρεσβεία του Βελιγραδίου. Η υπογραφή της Συμφωνίας του Μονάχου το Σεπτέμβριο του 1938 (η Τσεχοσλοβακία έχασε την αμυντική γεωγραφική της άμυνα απέναντι στους Γερμανούς) και η γερμανική κατοχή της Τσεχοσλοβακίας, από τα στρατεύματα του Αδόλφου Χίτλερ είχαν ως συνέπεια να οδηγηθεί η πενταμελής οικογένεια στην εξορία. Βλέπεις, ο πατέρας της συνδεόταν με Τσέχους δημοκράτες ηγέτες και κυρίως τον εκ των ιδρυτών της σύγχρονης Τσεχοσλοβακίας, Έντουαρντ Μπένες, ο οποίος οδηγήθηκε στην εξορία κατ’ απαίτηση του Χίτλερ.
Στη Βρετανία, όπου εγκαταστάθηκε η οικογένεια (με τον Γιόσεφ να δουλεύει για την εξόριστη κυβέρνηση του Μπένες) οι γονείς της Μαρί μεταστράφηκαν από τον ιουδαϊσμό στον καθολικισμό. Όπως είχε πει η μετέπειτα Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ “οι γονείς μου δεν είπαν ποτέ στα αδέλφια μου και εμένα για την εβραϊκή καταγωγή μας”. Ή ότι οι παππούδες τους είχαν πεθάνει στο Ολοκαύτωμα. Τα έμαθε όλα από την Washington Post.
Στις αφηγήσεις αυτής της περιόδου της ζωής της, είχε αναφέρει το μεταλλικό τραπέζι που υπήρχε στο σπίτι “ώστε να μας προστατεύσει από τις επαναλαμβανόμενες απειλές των γερμανικών αεροπορικών επιδρομών”. Η Mαρί είχε εμφανιστεί και και σε ντοκιμαντέρ της εποχής που είχε ως στόχο να προωθήσει τη συμπόνια προς τους πρόσφυγες πολέμου στο Λονδίνο.
“Θυμάμαι πολύ ξεκάθαρα τον πόλεμο, τους βομβαρδισμούς. Όταν ήμουν 10, με έστειλαν μόνη στην Ελβετία. Ναι, από παιδί ήμουν πολύ σοβαρή. Θα έλεγα πως ήμουν πολύ βαρετή”
Μετά την ήττα των Ναζί και το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι Korbel επέστρεψαν στην Πράγα, πριν ο πατήρ φαμίλιας επιστρέψει στην Πρεσβεία της Τσεχίας στο Βελιγράδι. Αυτήν τη φορά πήρε μαζί του και τη σύζυγο με τα παιδιά του. Ο Γιόσεφ ανησυχούσε πως η πρωτότοκη κόρη του θα εκτίθετο στο μαρξισμό, ως μαθήτρια γιουγκοσλαβικού σχολείου -που τελούσε υπό τις οδηγίες της κομμουνιστικής ηγεσίας της χώρας. Για να μη συμβεί αυτό προσέλαβε δασκάλα που της έκανε μαθήματα στο σπίτι, πριν τη στείλει στο Prealpina Institut pour Jeunes Filles (ινστιτούτο για νέες γυναίκες) στη Λίμνη της Γενεύης, στην Ελβετία. Εκεί έμαθε να μιλάει γαλλικά. Εκεί έγινε από Μαρί Χάνα σε Μαντλίν.
Όταν ανήλθε στην ηγεσία της Τσεχίας το κομμουνιστικό κόμμα (1948 -με την στήριξη της Σοβιετικής Ένωσης), ο Κόρμπελ βρέθηκε να είναι και πάλι ‘εχθρός’ και υποχρεώθηκε σε παραίτηση. Μέσω του δικτύου που είχε δημιουργήσει, έγινε μέλος αποστολής των Ηνωμένων Εθνών στο Κασμίρ. Το ίδιο δευτερόλεπτο έστειλε την οικογένεια του στις ΗΠΑ -όπου θα κατέληγε για να κάνει την αναφορά του στα αρχηγεία του ΟΗΕ που τότε ήταν στη Νέα Υόρκη.
Η Μάντλιν μπήκε στις ΗΠΑ (στις 11/11 του 1948) όπως όλοι όσοι εμφανίζονταν στο Ellis Island της Νέας Υόρκης εκείνη την εποχή. Ο πατέρας της έκανε αίτηση για πολιτικό άσυλο. Έγραψε πως διωκόταν ως αντίπαλος του κομμουνισμού και ως εκ τούτου απειλούνταν στην Πράγα και τόνισε ότι “θα ήμουν πολύ υπόχρεος εάν μπορούσατε να μεταφέρετε στην Εξοχότητα του, τον Υπουργό Εξωτερικών ότι τον παρακαλώ να μου δοθεί το δικαίωμα να μείνω στις Ηνωμένες Πολιτείες, μαζί με τη γυναίκα μου και τα τρία παιδιά μας”. Η σημείωση ήταν ‘άχαστη’ και με τη βοήθεια του καθηγητή ρωσικών στο Columbia University, Φίλιπ Μόσλι βρήκε δουλειά στο τμήμα πολιτικών επιστημών στο University of Denver. Έφτασε να γίνει κοσμήτορας της σχολής διεθνών σχέσεων και καθηγητής -μεταξύ άλλων- της Κοντολίζα Ράις. Από το 2008 το τμήμα έχει το όνομα του.
Ενόσω ο Γιόσεφ έκανε όλα αυτά, η Μαντλίν ήταν στο σχολείο όπου δημιούργησε κλαμπ διεθνών σχέσεων (ήταν και η πρώτη πρόεδρος του), ενώ πήρε πλήρη υποτροφία από το Wellesley College της Μασαχουσέτης,όπου σπούδασε δημοσιογραφία. Πήρε πτυχίο και στις πολιτικές επιστήμες (1959). Δυο χρόνια νωρίτερα, είχε πάρει την αμερικανική υπηκοότητα και είχε ενταχθεί στο Κολέγιο Δημοκρατών της Αμερικής.
Σε μια εκ των περιόδων διακοπών της σχολής της, είχε επιστρέψει στο Ντένβερ και είχε γίνει ασκούμενη στην εφημερίδα The Denver Post. Εκεί γνώρισε τον Τζόζεφ Μεντίλ Πάτερσον Ολμπράιντ, ανιψιό της ιδιοκτήτριας της κραταιάς τότε Newsday και της Chicago Tribune, Alicia Patterson.
“Ο πατέρας μου με είχε συνοδεύσει στο πρώτο μου ραντεβού. Άφησε το αγόρι να με πάει στο χορό, μας ακολούθησε και αποφάσισε πότε θα φύγουμε. ‘Έβαλε το αγόρι να μας ακολουθήσει με το αυτοκίνητο (πήγα με τον πατέρα μου γιατί αυτό ήθελε) και μετά τον κάλεσε σπίτι για γάλα και μπισκότα -και να μάθει τι ήθελε από εμένα. Δεν ξαναείδα αυτόν τον άνθρωπο, ποτέ”.
Mε τον Τζόζεφ (που δεν λύγισε από τη μέθοδο του πατέρα της αγαπημένης του) έγιναν ζευγάρι και παντρεύτηκαν τη χρονιά που τελείωσε τις σπουδές της η Μάντλιν, η οποία πριν το γάμο έγινε μέλος της Επισκοπικής Εκκλησίας. Ακολούθησε τον άνθρωπο της στο Μιζούρι, όπου τακτοποίησε την στρατιωτική του θητεία. Για να μην κάθεται, εργάστηκε στην εφημερίδα The Rolla Daily News.
Η απόρριψη από τους Chicago Sun-Times την έκανε πολιτικό
Το 1960 μετακόμισαν στο Σικάγο, γενέτειρα του Τζόζεφ. Εκείνος έπιασε δουλειά στην Chicago Sun-Times, όπου διεκδίκησε μια θέση και η Μαντλίν. Την απέρριψαν, λόγω της πολιτικής της εταιρίας, εναντίον του νεποτισμού! Ένας από τους συντάκτες της εφημερίδας, ονόματι Έμετ Ντέντμον την είχε καλέσει σε δείπνο, όπου της είπε “γλυκιά μου, μπορεί να θέλεις να γίνεις δημοσιογράφος, αλλά δεν μπορείς να είσαι στην εφημερίδα που δουλεύει ο άνδρας σου. Φυσικά και δεν θα βοηθήσει τον σύζυγο σου να είσαι μεταξύ των ανταγωνιστών του. Γιατί δεν βρίσκεις μια άλλη καριέρα;”.
Όπως έχει ομολογήσει η ίδια “αυτό που είπε με θύμωσε, όχι όμως αρκετά ώστε να δώσω μάχη. Άλλωστε το Σικάγο είχε άλλες τρεις εφημερίδες. Ήμουν σίγουρη πως κάπου θα έβρισκα δουλειά”. Βρήκε στην εγκυκλοπαίδεια Britannica, στο τμήμα έρευνας απαντήσεων στις ερωτήσεις των συνδρομητών. Πολλά χρόνια αργότερα ομολόγησε πως θα γινόταν κακή δημοσιογράφος και ότι η απόρριψη της έγινε η ευλογία της.
Ένα χρόνο μετά το ζευγάρι ζούσε στη Νέα Υόρκη, καθώς ο Τζόζεφ κατέληξε στην οικογενειακή επιχείρηση (Newsday) και η Μαντλίν μητέρα δίδυμων κοριτσιών.
Η πρόωρη γέννηση της Άλις και της Αν τις κράτησε για έξι εβδομάδες στο νοσοκομείο. Για να διαχειριστεί το άγχος της, η Μαντλίν άρχισε να κάνει μαθήματα ρωσικής γλώσσας -σε σχολή που ήταν δίπλα στο νοσοκομείο.
Όλα πήγαν καλά και το 1962 έγινε άλλη μια μετακόμιση: η οικογένεια πήγε στην πρωτεύουσα (Ουάσινγκτον DC), με την Ολμπράιντ να συνεχίζει τα μαθήματα της ρωσικής. Άρχισε και άλλα επί των διεθνών σπουδών. Ένα χρόνο αργότερα (1963), χρειάστηκε να αλλάξει πάλι σπίτι και ζωή, αφού πέθανε η θεία του συζύγου της που τελικά, ανέλαβε το Newsday.
Η Μάντλιν έμεινε έγκυος, αλλά έχασε την κόρη της -από εγκεφαλική βλάβη που πιστεύεται πως είχε να κάνει με την ασθένεια της μητέρας με γερμανική ιλαρά-, στη γέννα. Το 1967 έφερε στον κόσμο την Κάθριν και μετά συνέχισε τις σπουδές της στο Τμήμα Δημοσίου Δικαίου και Κυβέρνησης στο Columbia University -μετέπειτα τμήμα πολιτικής επιστήμης. Πήρε πτυχίο στα ρωσικά (μιλούσε αγγλικά, ρωσικά, τσέχικα, γαλλικά, γερμανικά, πολωνικά και σερβοκροάτικα), μεταπτυχιακό (η διατριβή της ήταν πάνω στο σοβιετικό διπλωματικό σώμα) και διδακτορικό. Είχε παρακολουθήσει και μάθημα του Ζμπίγκνιου Μπρζεζίνσκι, ο οποίος στην εξέλιξη της ιστορίας έγινε το αφεντικό της στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ.
Ο επόμενος σταθμός για την πρωταγωνίστρια της ιστορίας, ήταν το διδακτορικό στη φιλοσοφία (1975) και η διοργάνωση βραδιών για συγκέντρωση χρημάτων για το σχολείο των κοριτσιών της, που εξελίχθηκαν σε βραδιές συγκέντρωσης χρημάτων για την προεκλογική εκστρατεία του γερουσιαστή Εν Μάσκι, στο Μέιν.
Το διαζύγιο που την αποδεκάτισε
Ο Μάσκι της έδωσε τη θέση της επικεφαλής στο τμήμα νομοθετικής βοήθειας, θέση που εγκατέλειψε το 1978 όταν ο Μπρζεζίνσκι έγινε Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας -και της ζήτησε να πάει κοντά του. Όταν ο Πρόεδρος Κάρτερ έδωσε την προεδρία στον Πρόεδρο Ρίγκαν, η Μαντλίν δεν αγχώθηκε που έμεινε χωρίς δουλειά. Της είχε δοθεί ήδη επιχορήγηση από το Smithsonian Institute στην Ουάσιγκτον DC, για ερευνητικό πρόγραμμα.
Ποιο ήταν το θέμα που είχε επιλέξει; Οι αντιφρονούντες δημοσιογράφοι που μετείχαν στο κίνημα της Αλληλεγγύης της Πολωνίας που μόλις είχε ξεκινήσει την ‘πορεία’ του. Ταξίδεψε στην Πολωνία για έρευνα και συνεντεύξεις. Με την επιστροφή της στις ΗΠΑ (1982), ο σύζυγος της της ανακοίνωσε πως είχε ερωτευτεί άλλη -νεαρότερη- γυναίκα και ότι ήθελε να χωρίσουν. Δεν βοήθησε ιδιαίτερα το γεγονός ότι ο Τζόζεφ της τηλεφωνούσε κάθε μέρα, για να παραπονεθεί πως δεν μπορούσε να διαλέξει μεταξύ εκείνης και της ερωμένης του. Είχε καταλήξει στο ότι η τελική απόφαση θα κρινόταν από το αν θα έπαιρνε Πούλιτζερ ή όχι. “Αν το έπαιρνε, θα έμενε μαζί μου. Αλλιώς θα χωρίζαμε”. Χώρισαν.
“Όταν έγινα υπουργός εξωτερικών, συνειδητοποίησα ότι αν ήμουν ακόμα παντρεμένη, δεν θα είχα φτάσει τόσο ψηλά. Την ίδια ώρα, νιώθω μεγάλη θλίψη για το τέλος του γάμου μου. Τότε θα παρατούσα τα πάντα, αν αυτό έκανε τον Τζόζεφ να μείνει κοντά μου. Μεγάλωσα με την πεποίθηση πως ο ρόλος της συζύγου και της μητέρας ήταν η καριέρα μου”.
Ο Τζόζεφ φρόντισε να αποδεκατίσει και την αυτοπεποίθηση που είχε ως γυναίκα.
“Ο Τζόζεφ μου έλεγε συνέχεια πως έφυγε γιατί είχα γεράσει πολύ, ενώ η ερωμένη του ήταν νέα και φρέσκια, ενώ ήμουν και σεμνότυφη. Δεν βγήκα ραντεβού με άνδρα για τριάντα χρόνια. Όταν το ξαναέκανα ένιωθα σαν 45χρονη παρθένα”.
Αφοσιώθηκε στο ‘χτίσιμο’ της καριέρας της που έγινε μεθοδικά -με σταθερά βήματα. Ανέλαβε για αρχή, τη θέση συμβούλου εξωτερικής πολιτικής του Δημοκρατικού Κόμματος. Και στις δυο εκστρατείες που πήρε πάνω της (για την Τζέραλντιν Φεράρο και τον Μάικλ Δουκάκης), το αποτέλεσμα ήταν η ήττα.
Ο άνθρωπος πίσω από τα ‘ναι μεν, αλλά’ των ΗΠΑ
Το 1992 τη διάλεξε ο Μπιλ Κλίντον για να αναλάβει τη μετάβαση σε μια νέα διοίκηση στο Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας. Το 1993 την έκανε Πρέσβειρα των Ηνωμένων Πολιτειών στα Ηνωμένα Έθνη. Ήταν η πρώτη διπλωματικής της θέση (πολλοί είπαν πως ήταν ο θρίαμβος της αντί-διπλωματίας) και με το ‘καλημέρα’ δημιούργησε τεταμένη σχέση με τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, Μπούτρος Μπούτρος-Γκάλι. Κατά την πάγια τακτική της (“είναι σημαντικό να λες ό,τι σκέφτεσαι”) τον είχε επικρίνει για “αμέλεια” και “αδιαφορία” από τη γενοκτονία στη Ρουάντα. Αργότερα είπε το εξής: “Η βαθύτερη λύπη μου για τα χρόνια της δημόσιας υπηρεσίας μου είναι η αποτυχία των Ηνωμένων Πολιτειών και της διεθνούς κοινότητας να δράσουν νωρίτερα για να σταματήσουν αυτά τα εγκλήματα”.
Ο Μπούτρος-Γκάλι είχε εκφράσει πολλάκις την απογοήτευση του, για τη συνήθεια που είχε η κυβέρνηση Κλίντον να ψηφίζει σκληρά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και μετά να αρνείται να υποστηρίξει με πράξεις, τα συμφωνηθέντα. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν ό,τι έγινε στον εμφύλιο της Βοσνίας (1992-95) και τις εθνοτικές και θρησκευτικές συγκρούσεις που είχαν ως συνέπεια εκτοπισμό πληθυσμών, σφαγές, βιασμούς και ‘ενθοκάθαρση’ μειονοτήτων.
Το Συμβούλιο Ασφαλείας εξέφρασε τη λύπη του για τις φρικαλεότητες, ωστόσο οι ειρηνευτικές δυνάμεις του δεν μπόρεσαν να υποτάξουν τις μάχες. Εκτός από τις περιορισμένες αεροπορικές επιδρομές, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν παρενέβησαν ουσιαστικά.
Το 1996, το Συμβούλιο Ασφαλείας ψήφισε με συντριπτική πλειοψηφία να δώσει δεύτερη θητεία στον Μπούτρος-Γκάλι, με την Ολμπράιτ να ασκεί βέτο -προνόμιο που είχε ως εκ των πέντε μόνιμων μελών του Συμβουλίου. Το ‘θύμα’ του μίλησε για επίθεση στην ακεραιότητά του και ότι εκδιώχθηκε από τον Κλίντον -για δικό του πολιτικό κέρδος, καθώς ήταν σε προεκλογική περίοδο.
Το παρατσούκλι “Madeleine Half-Bright”
Υποκινούμενη από την εμπειρία της οικογένειας της με τον φασισμό και τον κομμουνισμό, πίστευε ότι ο ρόλος της Αμερικής ήταν να προστατεύει τον κόσμο από επαναλαμβανόμενες απόπειρες εθνοκάθαρσης -και να βοηθά τις χώρες που πραγματοποιούν τη μετάβαση στη δημοκρατία. “Ο δεύτερος βασικός στόχος ήταν να βελτιώσω τις ζωές των γυναικών. Η δημοκρατία δεν ήταν δυνατή εάν οι γυναίκες αντιμετωπιζόντουσαν ως δεύτερη- πολίτες της τάξης και θύματα διακρίσεων ή κακοποίησης”.
Πίσω από την πλάτη της, στον ΟΗΕ την αποκαλούσαν “Madeleine Half-Bright” και εξηγούσαν πως δεν έχει το μυαλό να χειριστεί σκληρές εξωτερικές υποθέσεις, γιατί ως γυναίκα είναι πολύ συναισθηματική. Η ίδια ομολόγησε στην αυτοβιογραφία της (Madame Secretary) πως “παρά τις καθημερινές επαφές με υψηλόβαθμους -βασιλείς, προέδρους κλπ- και την επίβλεψη συνθηκών “όσο και αν λειτουργούσα σαν άνδρας, στον κόσμο των ανδρών, δεν κατάφερα να διαχωρίσω το φύλο μου από τη δουλειά μου”. Και όσο την υποτιμούσαν, τόσο πείσμωνε.
“Όταν ταξίδευα στις αραβικές χώρες της διαφορετικής κουλτούρας για τις γυναίκες, έφτανα με αεροπλάνο που έγραφε με μεγάλα γράμματα “Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής”. Και αυτό ήταν κάτι που σέβονταν οι ξένοι αξιωματούχοι. Τα προβλήματα τα είχα στη χώρα μου, στην κυβέρνηση μου”. Είχε καταλήξει στο ότι έπρεπε να συμπεριφέρεται σαν άνδρας, για να γίνει η δουλειά. “Και οι άνθρωποι επικέντρωσαν στο αυστηρό μου ύφος. Αλλά παρέμενα γυναίκα”.
Aκολουθεί μια από τις πιο αμφιλεγόμενες στιγμές της, όταν φοιτητής του Ohio State University τη ρώτησε γιατί συνεχίζονται οι βομβαρδισμοί των ΗΠΑ στο Ιράκ, ενώ πωλούνται όπλα στους Ισραηλινούς, τα οποία χρησιμοποιούνταν εναντίον των Παλαιστίνιων. Κατηγόρησε τους φοιτητές πως υπερασπίζονται τον Σαντάμ Χουσεΐν.
Οι καρφίτσες που ενημέρωναν για τις διαθέσεις της
Μεταξύ των τρόπων που βρήκε, για να το θυμίζει αυτό παντού και πάντα ήταν οι καρφίτσες που φορούσε σε κάθε επίσημη εμφάνιση, μέσω των οποίων ενημέρωνε για τη διάθεση και τις απόψεις της. Εκτέθηκαν το 2010 στο Smithsonian Castle. “Ελπίζω ότι όλοι κατάλαβαν μέσω αυτών πως έχω χιούμορ. Τις φορούσα κυρίως για να ‘σπάω’ τον πάγο.
Η αρχή έγινε μετά τον Πόλεμο του Κόλπου, όταν οι ΗΠΑ πίεζαν για ψηφίσματα επιβολής κυρώσεων στο Ιράκ. “Εκείνο το διάστημα έλεγα κάθε μέρα κάτι τρομερό για τον Σαντάμ Χουσεΐν -του άξιζαν όλα, καθώς είχε εισβάλει στο Κουβέιτ. Τα ελεγχόμενα από την κυβέρνηση ιρακινά μέσα ενημέρωσης με συνέκριναν με φίδι. Έτυχε να έχω μια σχετική καρφίτσα. Τη φόρεσα στην επόμενη συνάντησή μου στο Ιράκ. Όταν τα media με ρώτησαν για αυτήν, σκέφτηκα ότι έχει ενδιαφέρον η ιστορία. Να θυμίσω ότι ήμουν η μόνη γυναίκα στο Συμβούλιο Ασφαλείας.
Αποφάσισα να αγοράσω κοσμήματα και να φορώ λουλούδια, πεταλούδες και μπαλόνια τις καλές ημέρες και κάθε είδους ζωύφια και σαρκοφάγα ζώα, τις κακές. Το είδα ως έναν πρόσθετο τρόπο έκφρασης αυτού που επρόκειτο να πω -έναν οπτικό τρόπο να παραδώσω ένα μήνυμα”. Στις διαπραγματεύσεις για τη συνθήκη αντί-βαλιστικών πυραύλων με τη Ρωσία, είχε φορέσει ένα τόξο “που έμοιαζε με πύραυλο. Ο Ρώσος υπουργός εξωτερικών με είχε ρωτήσει εάν φορώ αναχαιτιστικό πύραυλο. Του απάντησα “ναι, τους κάνουμε πολύ μικρούς. Ας διαπραγματευτούμε”. Τα ζωύφια αντιπροσώπευαν τους ‘κοριούς’ παρακολούθησης που είχαν οι Ρώσοι στην αίθουσα.
Ένα άλλο χόμπι της ήταν η γυμναστική. Ανέφερε το πρόγραμμα της σχεδόν σε όλες τις συνεντεύξεις της. Το 2006 είχε υποστηρίξει πως έβαζε 180 κιλά στο leg pressing. Όπως έλεγε πάντα, η διασκέδαση της ήταν η δουλειά της, ενώ αποσυμπιεζόταν στη φάρμα που είχε από τη δεκαετία του 2000. Στα ενδιαφέροντα της άνηκε και το πλέξιμο.
“Αηδιαστικοί Σέρβοι, βγείτε έξω”
To 1997, o Κλίντον την έκανε την πρώτη γυναίκα υπουργό Εξωτερικών στην ιστορία της πολιτικής των ΗΠΑ. Την είχαν ρωτήσει ποιο ήταν το μεγαλύτερο επίτευγμα της. Είχε απαντήσει το γεγονός ότι ώθησε τον Κλίντον να ενεργήσει εναντίον της σερβικής σφαγής, στο Κόσοβο. Αυτό που μετανιώνει είναι πως δεν μπόρεσε να ανακόψει αποτελεσματικά τη βία στα Βαλκάνια, τη Ρουάντα και τη Σομαλία.
Μια στάση εδώ: όταν το 2016 ανακοινώθηκε η προγραμματισμένη εμφάνιση της στο Scripps College, στο Κλέρμοντ, μέλη του φοιτητικού σώματος αμφισβήτησαν την ταυτότητα της ως “παραδείγματος προς μίμηση”, τονίζοντας ότι είναι εγκληματίας πολέμου. Η διορισμένη (από το 1982) καθηγήτρια ερευνών των διεθνών σχέσεων του Georgetown University κατηγορήθηκε από φοιτητές για το ρόλο που έπαιξε στις πολιτικές της κυβέρνησης Κλίντον, που είχαν ως συνέπεια θανάτους εκατοντάδων χιλιάδων παιδιών στο Ιράκ και την απόρριψη της εμπλοκής των Ηνωμένων Εθνών, στη γενοκτονία της Ρουάντα.
Το 2007 προσπάθησε να εμποδίσει τη νομοθεσία του Κογκρέσου, σχετικά με την αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων. Επικαλέστηκε ανησυχίες σχετικά με το χρονοδιάγραμμα του νομοσχεδίου. Αργότερα ηγήθηκε της Ομάδας Πρόληψης Γενοκτονίας. Δεν εξεπλάγη κανείς -καθώς είχε γίνει γνωστή για την υποκρισία της.
Στις 12 Μαΐου του 1996, στην τηλεοπτική εκπομπή 60 Minutes -ως πρέσβειρας των ΗΠΑ στον ΟΗΕ- υπερασπίστηκε τις κυρώσεις κατά του Ιράκ. Η παρουσιάστρια τη ρώτησε “έχουν πεθάνει εκατομμύρια παιδιά. Περισσότερα από όσα πέθαναν στη Χιροσίμα. Άξιζε η επέμβαση;”. Η Ολμπράιτ είχε απαντήσει “πιστεύουμε ότι άξιζε να πληρώσουμε αυτό το τίμημα”. Αυτό το κομμάτι της εκπομπής, κέρδισε βραβείο Emmy, με την Ολμπράιτ να κατηγορεί τους υπεύθυνους για “ιρακινή προπαγάνδα”. Είπε και ότι δεν εννοούσε ακριβώς ό,τι βγήκε από το στόμα της και το 2020 ζήτησε συγγνώμη για “το εντελώς ηλίθιο σχόλιο”.
Ως Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ προώθησε την επέκταση του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά στα κράτη του πρώην σοβιετικού μπλοκ και τη μη διάδοση πυρηνικών όπλων από τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες σε αδίστακτα έθνη (για αυτά των ΗΠΑ δεν είχε πει κάτι). Ήταν εκείνη που έπεισε το ΝΑΤΟ να επέμβει στο Κοσσυφοπέδιο, το 1999.
Μια στάση εδώ.
Η ιστορία έχει γράψει πως η Ολμπράιτ ήταν ο λόγος της αδράνειας που είχε επιδείξει ο ΟΗΕ στη γενοκτονία της Ρουάντα. Το 1994, ενεργώντας ως πρέσβειρα των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Έθνη, εμπόδισε τη στρατιωτική επέμβαση -ένα χρόνο μετά την καταστροφική αποστολή στη Σομαλία. Εν τούτοις, ο ρόλος της στη Ρουάντα και η σιωπή για τη μαζική δολοφονία των Τούτσι επισημάνθηκε από μια ανεξάρτητη επιτροπή που συγκάλεσε ο Οργανισμός Αφρικανικής Ενότητας.
Στα τέλη του Οκτώβρη του 2012, σε event παρουσίας της σε βιβλιοπωλείο για να υπογράψει το νέο της βιβλίο στους φαν της, εμφανίστηκαν ακτιβιστές από την τσέχικη οργάνωση Přátelé Srbů na Kosovu, με φωτογραφίες από Σέρβους θύματα του πολέμου για να τις υπογράψει. Κάμερα την ‘συνέλαβε’ να λέει “αηδιαστικοί Σέρβοι, βγείτε έξω”. Όταν το βίντεο ‘ανέβηκε’ στο YouTube ο Εμίρ Κοστουρίτσα ευχαρίστησε τον Τσέχο συνάδελφο του, Βάτσλαβ Ντβόρακ, ο οποίος κατήγγειλε στην αστυνομία την Ολμπράιτ για εθνοτικό μίσος και ασέβεια προς θύματα πολέμου.
Το 2012 είχε αποκαλυφθεί και ότι η επενδυτική εταιρία της Ολμπράιτ (Albright Capital Management -την ίδρυσε το 2001) ετοιμαζόταν να υποβάλει προσφορά για την ιδιωτικοποίηση της κρατικής εταιρίας τηλεπικοινωνιών και ταχυδρομείου του Κοσσυφοπεδίου. Άρθρο που δημοσίευσε το Bloomberg Businessweek ανέφερε ότι η συμφωνία θα μπορούσε να φτάσει τα 600 εκατομμύρια ευρώ. Η Σερβία αντιτάχθηκε στην πώληση και σκόπευε να καταθέσει μήνυση, ώστε να την εμποδίσει. Ισχυρίστηκε ότι τα δικαιώματα των πρώην Σέρβων υπαλλήλων δεν έγιναν σεβαστά. Η προσφορά δεν έγινε ποτέ.
Παρεμπιπτόντως, ήταν μεταξύ των επενδυτών (στο γκρουπ ανήκει και ο Τζορτζ Σόρος) που έδωσαν 350 εκατομμύρια δολάρια στην Helios Towers Africa, που σκοπεύει να αγοράσει ή να κατασκευάσει χιλιάδες πύργους κινητής τηλεφωνίας στην Αφρική.
Διάβασες πως ο Κλίντον της έδωσε τις δυο μεγαλύτερες θέσεις της καριέρας της. Το 2016 η Ολμπράιτ τάχθηκε στο πλευρό της Χίλαρι Κλίντον, στις προεδρικές εκλογές. Σε ένα event είπε πως “υπάρχει ειδική θέση στην κόλαση, για τις γυναίκες που δεν βοηθούν η μια την άλλη”.Εκείνες που στήριζαν τον αντίπαλο της Κλίντον, Μπέρνι Σάντερς έκριναν πως η δήλωση τις θίγει και της ζήτησαν να απολογηθεί. Άλλοι την κατηγόρησαν για σεξισμό. Μέσω συνέντευξης της στους New York Times είπε “πιστεύω απόλυτα αυτό που είπα: πως οι γυναίκες πρέπει να βοηθούν η μία την άλλη. Ομολογώ ότι ήταν η λάθος στιγμή και το λάθος πλαίσιο να χρησιμοποιήσω αυτήν τη φράση. Σίγουρα δεν εννοώ πως οι γυναίκες πρέπει να υποστηρίζουν υποψηφίους, βάσει του φύλου τους”.
Aντί επιλόγου
“Από την αποφοίτηση μου έως την αποφοίτηση του πιο νέου παιδιού μου, είχα να διαχειριστεί το διαχρονικό πρόβλημα με την ισορροπία μεταξύ του ρόλου μου ως μητέρας και των απαιτήσεων της δουλειάς μου. Όπως άρχισα να αναρριχώμαι, έπρεπε να αντιμετωπίσω και το διαφορετικό λεξιλόγιο που χρησιμοποιείται, για να περιγράψει όμοιες ιδιότητες μεταξύ ανδρών (είναι σίγουροι, παίρνουν πρωτοβουλίες, δεσμεύονται) και γυναικών (αυταρχικές, επιθετικές, συναισθηματικές). Χρειάστηκα χρόνια για να αναπτύξω την πίστη στην ικανότητα μου να κάνω τη δουλειά μου, με το δικό μου τρόπο και στιλ και να μη με ενδιαφέρει τι πιστεύουν οι άλλοι”. Από ό,τι φάνηκε, από ένα σημείο κι έπειτα έχασε το όριο και έπαψε γενικά, να ενδιαφέρεται.