Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΣΙΛΒΙΟ ΜΠΕΡΛΟΥΣΚΟΝΙ – Η ΜΟΛΙΣ ΜΙΑ ΚΑΤΑΔΙΚΗ, ΤΑ ΣΚΑΝΔΑΛΑ ΚΑΙ ΤΑ BUNGA BUNGA ΠΑΡΤΙ
Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι άφησε πίσω του μια αμφιλεγόμενη κληρονομιά. Ό,τι δηλαδή, ήταν και ο ίδιος στις δεκαετίες που του ανήκαν -κυριολεκτικά- όλα στην Ιταλία.
Αν είχες τη δυνατότητα να κάνεις ό,τι θες -σε κάθε επίπεδο- και να μην ‘πληρώσεις’ την παραμικρή συνέπεια, τι θα έκανες;
Και σε ρωτάω, γνωρίζοντας πως ζεις -κατά πάσα πιθανότητα- στην Ελλάδα, της μηδενικής εμπιστοσύνης στο όποιο σύστημα και της ελάχιστης -έως ανύπαρκτης- ατιμωρησίας. Άρα μπορώ να υποθέσω πού θα το φτάσεις.
Ίσως να ξεπεράσεις και όσα έκανε ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ο οποίος το δίχως άλλο έζησε όπως ήθελε, αγνοώντας -ενίοτε και επιδεικτικά- όλους τους νόμους της Ιταλίας προς όφελος του και των φίλων του που πρόσθετε ή αφαιρούσε στο διάβα του. Ανάλογα με το τι χρειαζόταν.
O Ιππότης (Cavaliere) δεν ζει πια ανάμεσα μας. Πέθανε σήμερα (Δευτέρα 12/6) στο νοσοκομείο Σαν Ραφαέλε του Μιλάνου.
Κοινωνιολόγοι έχουν περιγράψει το φαινόμενο του ως “την επιτομή της media-isation, δηλαδή της υποταγής της πολιτικής στο σύστημα των μέσων ενημέρωσης”.
Αφού δεν τον σταματούσε κανείς επί δεκαετίες, δεν παρέλειπε να φλερτάρει πάντα με νέα όρια.
Ένα δεν άλλαζε: ο ίδιος.
Δηλαδή άλλαζε, αλλά μόνο ό,τι δεν του άρεσε πάνω του.
Έτσι, φορούσε τακούνια για να φαίνεται ψηλότερος, έκανε μεταμοσχεύσεις μαλλιών, έκανε face lifts ή ό,τι άλλο έκρινε πως θα μπορεί να βελτιώσει την εμφάνιση του, ενόσω γινόταν ο πιο πλούσιος και πιο ισχυρός άνθρωπος της Ιταλίας.
Αυτό σίγουρα δεν το έκανε με τον σταυρό στο χέρι.
O εξέχων πολιτικός επιστήμονας της γείτονας, Καθηγητής Τζοβάνι Σαρτόρι είχε δώσει στο BBC το ρεζουμέ της ‘εποχής Μπερλουσκόνι’ ως εξής:
“Είναι ένας εξαιρετικά έξυπνος και πλούσιος άνθρωπος.
Ξεκίνησε από το τίποτα. Στην πολιτική έχει σίγουρα ένα ένστικτο πώς να μην λύνει προβλήματα, πώς να χρησιμοποιεί οποιοδήποτε γεγονός προς όφελός του και πώς να εξουδετερώνει οποιοδήποτε γεγονός που δεν μπορεί να τον ωφελήσει. Ακόμη και στην οικονομική κρίση κάνει να φαίνεται ότι τα πήγε πολύ καλά και ότι δεν φταίει αυτός”.
“Λέει ότι μισεί να τον μισούν, αλλά νομίζω ότι θα τον θυμούνται ως μετρ της διαφοράς”
“Είναι απόλυτα ειλικρινής όταν μιλάει και είναι και εντελώς αδίστακτος. Δεν ξέρω κανέναν που θα μπορούσε να τον κερδίσει στο παιχνίδι του”.
Οι γονείς που έκαναν ό,τι μπορούσαν
Κανείς πέραν των γονιών του, δεν του έβαλε ποτέ όρια, θέτοντας τον πραγματικά προ των ευθυνών του.
Κι έτσι ο πλανήτης έζησε το Berlusconismo, το οποίο ξεκίνησε ως συνώνυμο της επιχειρηματικής αισιοδοξίας και κατέληξε σε μορφή δημαγωγικού λαϊκισμού -συγκρίσιμης με τον φασισμό.
To Τerzoocchio ανήρτησε την “πραγματική βιογραφία” του Μπερλουσκόνι, με στοιχεία που “δεν έχουν ειπωθεί ποτέ άλλοτε”.
Πρώτα ας πούμε τα βασικά.
Γεννήθηκε στις 29/9 του 1936 στο Μιλάνο. Ήταν το πρώτο από τα τρία παιδιά του Λουίτζι Μπερλουσκόνι και της Ρόζα Μπόσι.
Ο Σίλβιο είχε αναφερθεί εκτενώς στον πατέρα του, για τις αξίες που τον δίδαξε. Όπως είχε πει, του ενστάλαξε την ισχυρή εργασιακή ηθική “και μια αίσθηση πειθαρχίας και ευθύνης”.
Ο πατέρας Μπερλουσκόνι εργαζόταν σε τράπεζα.
Περίμενε πως τα παιδιά του θα συνεισφέρουν στην επιτυχία της οικογένειας, μέσω της διάκρισης τους στο σχολείο και της διεκδίκησης επιτυχημένης καριέρας.
Από όταν ήταν μικρά, τους δίδασκε τη σημασία της σκληρής δουλειάς, της πειθαρχίας και της ανάληψης ευθυνών. Ο Σίλβιο -είχε πει πως- πως εκείνος του έμαθε τη σημασία της συνέπειας, της προσοχής στη λεπτομέρεια και της εξυπηρέτησης πελατών.
Ο Λουίτζι είχε και πολύ συγκεκριμένες απαιτήσεις από τα παιδιά του και σε ό,τι αφορούσε την ειλικρίνεια, την ακεραιότητα και το σεβασμό προς τους άλλους. “Μια επιμονή να αντιμετωπίζει τους υπαλλήλους και τους πελάτες με δικαιοσύνη και ευγένεια”.
Αυτά τα στοιχεία έγιναν η βάση της προσωπικής φιλοσοφίας του Σίλβιο -κατά του ιδίου το ρηθέν. Στον πατέρα του χρωστούσε και “την αίσθηση της φιλοδοξίας, μαζί με αυτήν της θέλησης να πετύχω κάτι, όπως και τη δέσμευση στις ηθικές αρχές, που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της καριέρας μου, ως επιχειρηματία και πολιτικού”.
Στη Ρόζα που ασχολείτο με τα της οικογένειας και του σπιτιού, ο Σίλβιο χρωστούσε “τη σημασία της οικογένειας, της συμπόνιας και της γενναιοδωρίας. Πάντα έβαζε τις ανάγκες των άλλων, πάνω από τις δικές της. Βοηθούσε όσους είχαν ανάγκη. Φρόντιζε όσους ήταν άρρωστοι στη γειτονιά και την οικογένεια”.
Επαναλάμβανε τακτικά πως η ζεστασιά που δημιουργούσε η μητέρα του “έγινε πηγή έμπνευσης και οδηγός ζωής”.
Είχε πει πως η -βαθιά θρησκευόμενη- μητέρα του ήταν αυτή που του έμαθε το σεβασμό και την υπακοή. Εκείνη που του ‘γέννησε’ την έντονη προσκόλληση στη δική του οικογένεια “με την αίσθηση της συμπόνιας και την ενσυναίσθηση να γίνονται χαρακτηριστικά στοιχεία των πολιτικών και επιχειρηματικών μου πρακτικών”.
Ο ίδιος άνθρωπος είχε πολυτάραχη προσωπική ζωή, δυο γάμους (η τελευταία του σύζυγος τον είχε χαρακτηρίσει ως ‘άρρωστο‘ στην αίτηση διαζυγίου) και αμέτρητες εξωσυζυγικές σχέσεις. Δεν διευκρίνισε ποτέ τους λόγους που δεν ανταποκρίθηκε στα ιδανικά της μητέρα τους, επί της οικογενειακής πίστης.
Αναγνώρισε ωστόσο, πως η συμπεριφορά του ήταν λανθασμένη και ότι οι πράξεις του προκάλεσαν πολύ πόνο στα πιο κοντινά του άτομα.
Στα απομνημονεύματα (ο τίτλος είναι My Way) και τις συνεντεύξεις του, είχε μιλήσει για τις πιέσεις και τους πειρασμούς που συνοδεύουν τον πλούτο και την εξουσία. Όπως και πώς αυτοί οι παράγοντες μπορεί να συνέβαλαν στις συζυγικές του απιστίες.
Ανέφερε και ότι τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του -με πρώτη την παρορμητικότητα– ενδεχομένως να ήταν παράγοντες που μπορεί να τον οδήγησαν σε εξωσυζυγικές σχέσεις.
Η αντίσταση κατά της αρχής, η αποβολή από το σχολείο και οι πωλήσεις
Παρά τις προσδοκίες που είχε ο πατέρας του από εκείνον -και δη ως πρωτότοκου- ο Σίλβιο την έκανε την επανάσταση του στην εφηβεία, όταν διαπίστωσε πως έχει ένα θέμα με το να υπακούει στις επιταγές της εξουσίας.
Eνώ στο δημοτικό έγραφε εργασίες συμμαθητών του με τις πληρωμές να γίνονται σε σνακ, όλα άλλαξαν στο λύκειο.
Έγινε το παιδί που έκανε τη ζωή των καθηγητών δύσκολη, με την επαναστατική και μη κομφορμιστική συμπεριφορά του, ενώ την ίδια ώρα ήταν ο πλέον δημοφιλής στους συμμαθητές του. Υπάρχουν αναφορές που τον θέλουν να ήταν ‘γνωστός για τη γοητεία του και το χάρισμα του. Η ψυχή του πάρτι’. Έχει ειπωθεί και ότι απολάμβανε να παίζει διάφορα σπορ με τους φίλους του και δη ποδόσφαιρο στο οποίο είχε ταλέντο.
Στα 16 τον απέβαλαν, για απείθαρχη συμπεριφορά και έλλειψη ακαδημαϊκής προόδου. Δεν ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για τα μαθήματα και πάλευε να ‘περάσει’ τις τάξεις.
Η ημέρα που τον έπιασαν με ‘σκονάκι’ σε εξετάσεις ήταν η τελευταία του στο συγκεκριμένο -καθολικό- σχολείο.
Πήγε στο Ινστιτούτο Εμπορικών Σπουδών “Francesco Datini” της πόλης Πράτο στην Τοσκάνη, που πρόσφερε επαγγελματική κατάρτιση στις επιχειρήσεις και το εμπόριο. Εκεί ολοκλήρωσε τη φοίτηση και μετά έπιασε δουλειά σε δισκογραφική εταιρεία που ονομαζόταν Dischi Ricordi.
Ήταν από τις κορυφαίες της εποχής στην Ιταλία. Τι έκανε εκεί ο Μπερλουσκόνι; Πουλούσε δίσκους και μουσικό εξοπλισμό. Αυτή η εμπειρία φέρεται να του ‘ξύπνησε’ το ενδιαφέρον για τη βιομηχανία του θεάματος. Σίγουρα έμαθε πράγματα για το μάρκετινγκ και τις πωλήσεις.
Κάπου εκεί αποφάσισε να σπουδάσει νομική και να την ταιριάξει με πτυχίο στο μάρκετινγκ. Στον ελεύθερο χρόνο του πουλούσε ηλεκτρικές σκούπες, από πόρτα σε πόρτα. Ή φωτογράφιζε γάμους και κηδείες. Ή τραγουδούσε.
Όταν δεν είχε μαθήματα, δούλευε σε κρουαζιερόπλοια ως τραγουδιστής. Είχε προτέρα εμπειρία, ως τραγουδιστής και το κοντραμπάσο συγκροτήματος στο οποίο ανήκε στο σχολείο.
Ο φίλος του, Φέντελε Κονφαλονιέρι έπαιζε ντραμς. Μαζί δούλεψαν στα κρουαζιερόπλοια. Αργότερα ο Κονφαλονιέρι βοήθησε τον Μπερλουσκόνι να φτιάξει το πρώτο τηλεοπτικό στούντιο στο Μιλάνο και μετά έγινε υπεύθυνος των οικονομικών του -και πρόεδρος της Mediaset SpA μεταξύ πολλών άλλων.
“Όλοι οι φίλοι μου από το σχολείο έγιναν μέλη της ομάδας που με ακολούθησε σε ό,τι έκανα στη ζωή μου” είχε πει σε συνέντευξη ο Σίλβιο.
Όταν δεν τραγουδούσε ο Μπερλουσκόνι σε κρουαζιερόπλοια, τραγουδούσε σε club της Ελβετίας. Το 1957 ασχολήθηκε με τον κατασκευαστικό τομέα και το 1961 πήρα τα πτυχία του. Η διατριβή του ήταν επί των νομικών πτυχών των διαφημιστικών συμβάσεων.
Τα όσα έγραψε του έδωσαν υποτροφία και το χρηματικό έπαθλο που τη συνόδευε.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες, μετά θα ακολουθούσε η στρατιωτική του θητεία.
Δεν παρουσιάστηκε ποτέ -και προφανώς ποτέ δεν δόθηκε εξήγηση.
Πετραδάκι, πετραδάκι για τα μένα το ‘χτισα
Επέστρεψε στην κατασκευαστική εταιρία και με το δάνειο που ζήτησε και πήρε, με εγγυητή τον τραπεζίτη Κάρλο Ρασίνι, αγόρασε ένα κομμάτι γης στην οδό Alciati. Ο Ρασίνι του σύστησε και τον οικοδόμο Πιέτρο Κανάλι. Μαζί έφτιαξαν το 1963 την κατασκευαστική εταιρία Edilnord Sas.
Είχαν για συνεργάτη και τον Ελβετό λογιστή, Κάρλο Ρετσόνικο, της μυστηριώδους χρηματοοικονομικής εταιρεία Finanzierungesellschaft für Residenzen Ag.
Ένα χρόνο μετά έβαλε μπροστά τη δημιουργία του Brugherio, πόλης προτύπου 4.000 κατοίκων. Η πρώτη πολυκατοικία ήταν έτοιμη το 1965. Δεν κατάφερε να πουλήσει έστω ένα διαμέρισμα. Παρ’ όλα αυτά, κάποια στιγμή αργότερα πούλησε όλο κτίριο στο Ταμείο Πρόνοιας Εμπορικών Στελεχών.
Εκείνη τη χρονιά έκανε και τον πρώτο του γάμο -με την Κάρλα Ελβίρα Νταλ’ Όλιο, μητέρα των δυο εκ των 5 παιδιών του- και ξεκίνησε το Milano 2, δηλαδή τη δημιουργία μιας δεύτερης πόλης-πρότυπο.
Το 1969 ολοκλήρωσε την πόλη πρότυπο. Είχε ήδη πουλήσει 1000 διαμερίσματα.
Με τη συνδρομή δυο όχι και τόσο ‘διαυγών’ εταιριών ίδρυσε την Italcantieri Srl, η οποία έκτοτε αναλαμβάνει αστικά και βιομηχανικά κτίρια με εξειδίκευση τις ανακαινίσεις.
Είχε ήδη αποκτήσει αρκετούς φίλους από αυτούς που μπορούν να κάνουν χάρες, για παράδειγμα στην αγορά μιας έπαυλης στη Λομβαρδία -20 χιλιόμετρα από το Μιλάνο- σε προνομιακή τιμή. Τη μετακόμιση της οικογενείας συνόδευσε ο Βιτόριο Μανιάνο, αρχηγός της μαφίας που είχε προσληφθεί από τον Μπερλουσκόνι για να εγγυηθεί την ασφάλεια της γυναίκας και των παιδιών του.
Σε τρία χρόνια, ο Μανιάνιο συνελήφθη δυο φορές, ενώ τέθηκε στο επίκεντρο έρευνας για απαγωγή επισκέπτη της έπαυλης. Το 1995 καταδικάστηκε για διακίνηση ναρκωτικών. Πέντε χρόνια μετά, καταδικάστηκε και για δολοφονία. Πέθανε το 2000.
Δύο στελέχη της σικελικής μαφίας είχαν καταθέσει στους εισαγγελείς του Παλέρμο ότι η Fininvest (όπου φαινόταν ως ιδιοκτήτης ο Μπερλουσκόνι) είχε πληρώσει στην Cosa Nostra 100.000 σημερινά ευρώ, μέσω του Mangano και ενός βασικού βοηθού του Cavaliere, Μαρσέλο Ντε’ Ούλτρι.
Για όλα αυτά ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, είχε να πει ότι “ως υπάλληλος συμπεριφερόταν μια χαρά. Έμενε μαζί μας έως αργά, πήγαινε τα παιδιά στο σχολείο. Μετά όμως, είχε την ατυχία να παρασυρθεί από μια εγκληματική εταιρία”.
Αυτά ήταν άγνωστα το 1974, όταν ο Μπερλουσκόνι πρόσθεσε στο portfolio του την κτηματομεσιτική Immobiliare San Martino και τη δημιουργία καλωδιακής τηλεόρασης (Telemilano 58 που έγινε Canale 5).
Οι οικοδομές συνέχισαν να ‘σηκώνονται’, με τον Μπερλουσκόνι να μην εμφανίζεται πουθενά έως το 1975 που παρουσιάστηκε ως πρόεδρος της Italcantieri (βλ. κατασκευές και ανακαινίσεις κτιρίων). Το 1979 έγινε πρόεδρος στην Fininvest (εταιρία χαρτοφυλακίου).
Σύντομα χρίστηκε “Ιππότης της Εργασίας” (Cavaliere del Lavoro), τιμή που απονέμεται στην Ιταλία, στις σημαντικές προσωπικότητες της βιομηχανίας “που υπήρξαν μοναδικά αξιοκρατικές”. Επέστρεψε μόνος του το μετάλλιο το Μάρτιο του 2014.
Μεταξύ του 1978 και του 1993 έλαβε ποσό που σήμερα φτάνει στα 500 δισεκατομμύρια -τα 15 σε μετρητά-, για να ενισχύσει τις 24 (που αργότερα έγιναν 37) Ιταλικές Συμμετοχές της Fininvest.
Ποιος του έδωσε αυτά τα χρήματα παραμένει έως σήμερα άγνωστο.
Από εκεί και πέρα, δεν είχε ‘ταβάνι’, όπως εξελισσόταν σε mediaκος κολοσσός (το ’80 αγόραζε το ένα κανάλι, μετά το άλλο -πάλι δεν του έβαλε φρένο κάποιος) και πολιτικός ηγέτης, την εποχή της οικονομικής ευρωστίας στη γείτονα.
Οι 35 δικαστικές υποθέσεις και η μόλις 1 καταδίκη
Εκ των 35 ξεχωριστές υποθέσεων που τον αφορούσαν και έφτασαν στα δικαστήρια, έχει καταδικαστεί 1 φορά: ήταν το 2013 όταν το ανώτατο δικαστήριο επιβεβαίωσε την ποινή των τεσσάρων χρόνων φυλάκισης. Για τα τρία του δόθηκε χάρη.
Δεδομένης της ηλικίας του, ο πρώην πρωθυπουργός μπόρεσε να ολοκληρώσει την ποινή του με κοινωφελή εργασία από το 2014 έως το 2015. Επίσης, του απαγορεύτηκε κάθε σχέση με το όποιο πολιτικό αξίωμα μέχρι το 2018.
Η τελευταία απόφαση εκδόθηκε στις 15/2 του 2023, όταν αθωώθηκε για την υπόθεση της δωροδοκίας μαρτύρων, σε έρευνα της εισαγγελίας που είναι σε εξέλιξη. Κατηγορήθηκε πως έδωσε χρήματα σε 24 άτομα -κυρίως νεαρούς καλεσμένους στα πάρτι Bunga Bunga-, για να μην πουν όσα γίνονταν σε αυτά κατά την εκδίκαση του Rubygate.
Σε αυτό το σημείο, είναι χρήσιμο να διευκρινιστεί ότι σύμφωνα με την ιταλική νομοθεσία, ένας κατηγορούμενος, εάν καταδικαστεί, έχει το δικαίωμα να προσφύγει πρώτα στο εφετείο και στη συνέχεια στο ανώτατο δικαστήριο της χώρας. Η ποινή καθίσταται εκτελεστέα μόνο αφού ολοκληρωθεί η διαδικασία προσφυγής. Αυτό διαρκεί για αρκετά χρόνια και ορισμένα φερόμενα εγκλήματα παραγράφονται.
Σε δέκα υποθέσεις αθωώθηκε, συμπεριλαμβανομένων τριών που έπαψαν να θεωρούνται εγκλήματα. Στις άλλες επτά “οι κατηγορίες δεν αποδείχθηκαν βάσιμες”. Μεταξύ τους ήταν το Rubygate και οι δωροδοκίες στην εφορία.
Άλλες 10 δίκες ολοκληρώθηκαν με την απόφαση να μην προχωρήσει η υπόθεση σε ετυμηγορία.
Οκτώ εξ αυτών παραγράφηκαν. Οι δυο τελευταίες, οι οποίες αφορούσαν ψευδή διαχείριση λογιστικών και το άλλο για ψευδή μαρτυρία, εξαφανίστηκαν έπειτα από παρέμβαση για αμνηστία.
Δέκα διαδικασίες ολοκληρώθηκαν με τον δικαστή της προανάκρισης να αποφασίζει να απορρίψει την υπόθεση -και να μην πάει σε δίκη.
Υπάρχουν δυο που είναι σε εξέλιξη: στη μία κατηγορείται πως “παρακινεί τους ανθρώπους να λένε ψέματα” και δικάζεται στο Μπάρι και στην άλλη ότι πλήρωσε έναν επιχειρηματία για να πει ψέματα σε δικαστές που ερευνούσαν νεαρές γυναίκες, οι οποίες φέρονται να επισκέφτηκαν την κατοικία του στη Ρώμη μεταξύ 2008 και 2009, όταν ήταν πρωθυπουργός.
Δεν αναμένονταν αποφάσεις πριν το τέλος του Απρίλη.
Ακολουθούν οι πιο χαρακτηριστικές του δίκες.
Rubygate
Το 2013, ο Μπερλουσκόνι καταδικάστηκε επειδή πλήρωσε ανήλικη πόρνη ονόματι Ruby για σεξ και για κατάχρηση της εξουσίας του -όπως προσπαθούσε να καλύψει την υπόθεση. Καταδικάστηκε σε επτά χρόνια φυλάκισης.
Η ετυμηγορία ανατράπηκε το 2014 από εφετείο που έκρινε ότι δεν υπήρχε καμία απόδειξη ότι γνώριζε την ηλικία της κοπέλας. Το ανώτατο δικαστήριο της Ιταλίας επιβεβαίωσε και έκρινε οριστική την αθώωσή του το 2015.
Διαφθορά και φορολογική απάτη
Ο ίδιος και οι εταιρείες του έχουν εμπλακεί σε πολυάριθμες υποθέσεις διαφθοράς και φορολογικής απάτης μέσα στις δεκαετίες της κυριαρχίας του. Το 2013 κρίθηκε ένοχος για φορολογική απάτη (συμμετοχή του σε ένα σχέδιο φοροδιαφυγής επί της πώλησης δικαιωμάτων εκπομπής από την εταιρεία μέσων ενημέρωσης του, Mediaset) και καταδικάστηκε σε τέσσερα χρόνια φυλάκιση. Αργότερα η ποινή μειώθηκε σε ένα έτος.
Bunga Bunga
Τα περίφημα πάρτι “Bunga Bunga” του Μπερλουσκόνι, στα οποία σύμφωνα με πληροφορίες συμμετείχαν νεαρές γυναίκες και εμπλέκονταν σεξουαλική δραστηριότητα, έγιναν αντικείμενο διεθνούς ελέγχου και διαμάχης, μετά το Rubygate.
Σύγκρουση συμφερόντων
Κατηγορήθηκε ότι χρησιμοποίησε τη θέση του ως πολιτικός για να ωφελήσει τα επιχειρηματικά του συμφέροντα -ιδιαίτερα στη βιομηχανία των μέσων ενημέρωσης. Έχει επίσης, επικριθεί για τις προσπάθειές του να ψηφίσει νόμους που θα περιόριζαν την εξουσία των εισαγγελέων και του δικαστικού σώματος να ερευνούν και να διώκουν πολιτικούς.
Σεξιστικά και ρατσιστικά σχόλια
Είχε επικριθεί για σεξιστικά και ρατσιστικά σχόλια σε όλη την καριέρα του. Σε ένα αξιοσημείωτο περιστατικό, χαρακτήρισε τη Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ ως “χοντροκώ… που κανείς δεν την πηδ….”. Έχει επίσης κατηγορηθεί ότι χρησιμοποιεί ρατσιστική γλώσσα για να αναφερθεί σε μετανάστες και εθνικές μειονότητες στην Ιταλία.
Αμφιλεγόμενες επιχειρηματικές συναλλαγές
Είχε συμμετάσχει σε πολυάριθμες αμφιλεγόμενες επιχειρηματικές συμφωνίες κατά τη διάρκεια της καριέρας του. Συμπεριλαμβανομένης της εξαγοράς της ιταλικής ποδοσφαιρικής ομάδας AC Milan και της κατασκευής ενός mega-resort στο νησί της Σαρδηνίας.
Συμπερασματικά, ο Μπερλουσκόνι υπήρξε ένας έξυπνος άνθρωπος που κυρίως ήξερε πώς να πουλάει. Τα πάντα. Από τον εαυτό του έως ό,τι project ή ιδέα ευνοούσε τα πλάνα του. Ήξερε και να αγοράζει τα πάντα. Αν τον σταματούσαν νωρίς, όλα θα ήταν διαφορετικά. Δεν τον σταμάτησαν όμως, ποτέ, με την κληρονομιά που αφήνει πίσω να είναι ό,τι και αυτός: αμφιλεγόμενη.