ΠΩΣ Η MARVEL ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΕΙ ΤΟ ΣΙΝΕΜΑ

32 ταινίες και σχεδόν $30 δις. εισπράξεων μετά, αναρωτιόμαστε τελικά, ποιο θα είναι το αποτύπωμα αυτών των ταινιών;

Το επιχείρημα ήταν δημοφιλές, ήδη από το πρώτο διάστημα της υπερηρωικής φούσκας του Χόλιγουντ– μιας φούσκας που παρότι αυτή τη στιγμή δεν έχει ακριβώς σπάσει, πάντως φαίνεται πως έχει σταματήσει να μεγαλώνει (περισσότερα για αυτό παρακάτω).

Το επιχείρημα έλεγε πως οι υπερηρωικές ταινίες είναι τα νέα γουέστερν. Ένα σύνολο ταινιών που υπακούν στους δικούς τους κώδικες και συμβάσεις, και το οποίο αργά ή γρήγορα θα βγει εκτός μόδας αφήνοντας όμως πίσω ένα εντυπωσιακό σύνολο έργου για τις μελλοντικές γενιές, δεκαετίες μετά.

Αλλά κι όμως: Φαντάζεστε ποτέ ανθρώπους σε 40 ή 60 χρόνια από σήμερα να ξαναβλέπουν ή να συζητάνε για μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του είδους (πάρτε, ας πούμε, το Avengers: Endgame, μια από τις εμπορικότερες ταινίες στην ιστορία του σινεμά) με τον τρόπο που συζητάμε σήμερα για κάτι σαν το High Noon του Φρεντ Τσίνεμαν ή για το Searchers του Τζον Φορντ;

Σίγουρα όχι, κι όχι μόνο για λόγους αυστηρά καλλιτεχνικούς – αν κι αυτό επίσης ελέγχεται: Προσπαθούσα πρόσφατα να σκεφτώ ποια θα τοποθετούσα ως #1 ταινία μου από το MCU (το κινηματογραφικό σύμπαν της Marvel) και διαπίστωσα πως καμία ταινία δεν ένιωθα άνετα να κατέχει το #1 μιας οποιασδήποτε λίστας με τόσα πολλά entries. Ίσως από άποψη πολιτισμικής επίδρασης, το Black Panther. Ίσως καθαρά συναισθηματικά να υπάρχουν 2-3 ταινίες που αγαπώ παρόλο που φυσικά απέχουν πολύ από το να χαρακτηριστούν σπουδαίες (το Guardians of the Galaxy vol. 2, το Iron Man 3). Αλλά με δυσκολία θα τις βάφτιζα «Καλύτερες» δίχως μπόλικη επεξήγηση και κόντεξτ. Είναι ταινίες δίχως αξιοσημείωτο αισθητικό όραμα στο 95% των περιπτώσεων, και μια δομή-μανιέρα που ακόμα και τα καλύτερα φιλμ του είδους απλώς εκτελούν αξιοπρεπέστερα.

ΟΧΙ ΞΕΧΩΡΙΣΤΕΣ ΧΙΟΝΟΝΙΦΑΔΕΣ, ΠΑΡΑ ΜΙΑ ΓΙΓΑΝΤΙΑ ΧΙΟΝΟΣΤΙΒΑΔΑ

Spider-Man: No Way Home ©2021 CTMG. All Rights Reserved. MARVEL and all related character names: © & 2021 MARVEL

High Noon δεν υπάρχει λοιπόν στο MCU. Για λόγους καλλιτεχνικούς, σίγουρα. Αλλά όχι μόνο. Ακόμα κυριότερα, είναι επειδή αυτές οι ταινίες δεν ήταν ποτέ σχεδιασμένες να αντέξουν μεμονωμένα στο πέρασμα του χρόνου. Δεν ήταν ποτέ ξεχωριστές χιονονιφάδες, παρά φτιάχνονταν ολοένα και πιο συνειδητά ως χιονοστιβάδα.

Ιστορίες που εκπαιδεύουν το κοινό πάντα να περιμένει την επόμενη παρά να βιώσει την οποιαδήποτε αίσθηση δραματουργικής πλήρωσης: Χαρακτήρες και αντικείμενα που κάνουν μυστηριώδη περάσματα από ιστορίες άσχετες με τις δικές τους, teasers μετά από το φινάλε (που δεν είναι ποτέ φινάλε), μια αίσθηση επιβράβευσης για κάθε θεατή που γνωρίζει όσα έχουν προηγηθεί (ακόμα κι αν παρακολουθεί μια ταινία που τυπικά δεν αποτελεί σίκουελ καμίας άλλης), και μια διαρκής υπόσχεση για κάτι το ευρύτερο.

Δηλαδή, η άκρα αντίθεση με εκείνα τα λιτά γουέστερν που έρχονταν απογυμνωμένα από τις όποιες διευρυμένες μυθολογίες, παρά τοποθετώντας τους αρχετυπικούς τους ήρωες μέσα σε μια και μοναδική μυθολογία: Της Άγριας Δύσης, της Αμερικής, της μεθορίου. Δεν χρειαζόσουν τίποτα για να τα παρακολουθήσεις, δεν είχε τίποτα να περιμένεις μετά.

«Το Χόλιγουντ πάντοτε είχε σίκουελ, αλλά το MCU είναι ένας ιστός αλληλοσυνδεόμενων πλοκών: νέοι χαρακτήρες διαρκώς εισάγονται, είτε στις δικές τους ταινίες είτε ως δευτερεύοντες παίχτες σε ταινίες άλλων, κι έπειτα συγκρούονται στις κλιμακτικές ταινίες Avengers», γράφει ο New Yorker στο εξαιρετικό και λεπτομερές του ρεπορτάζ με τίτλο «Πώς το Κινηματογραφικό Σύμπαν της Marvel Κατάπιε το Χόλιγουντ».

«Στα ‘70s, τα Σαγόνια του Καρχαρία και ο Πόλεμος των Άστρων έδωσαν στο Χόλιγουντ ένα νέο μοντέλο για βγάζει χρήματα: το ατελείωτα προμοταρισμένο καλοκαιρινό μπλοκμπάστερ. Το MCU πολλαπλασίασε τη φόρμουλα, ώστε κάθε μπλοκμπάστερ να γεννά ένα άλλο». Ο Ντέιβιντ Κρόου, υπεύθυνος του εξειδικευμένου σάιτ Den of Geek, αποκαλεί το MCU «χάρτη για ένα προϊόν που δεν τελειώνει ποτέ».

Αυτό φυσικά δεν είναι κάτι καινούριο στην κουλτούρα, ούτε φυσικά και κάτι κατακριτέο εξαρχής. Δανείζεται σε πρώτη φάση, από την χαοτική αλληλεπίδραση των κόμικς από τα οποία το MCU εμπνέεται: Τίτλοι που συνεχίζονται επ’απειρον, μετασχηματίζονται σε άλλους τίτλους, συνεχίζονται σε παραδίπλα τίτλους, με ενδιάμεσες ιστορίες-events που εμπλέκουν μερικές ντουζίνες ηρώων του ‘ενοποιημένου σύμπαντος’, ό,τι κι αν έκαναν εκείνοι στις δικές τους σειρές. Τα κόμικς είναι ένα μέσο και μια βιομηχανία που μπορεί να στηρίξει τέτοιες αφηγηματικές δομές– συχνά κάποιες επικές saga είναι τέτοιες ακριβώς λόγω του πώς απλώνουν την ιστορία τους σε διαφορετικές σειρές ανά τα έτη και χρειάζονται επεξηγηματικά γραφιστικά για να καταλάβει ο αναγνώστης με τι σειρά διαβάζονται. (Βλέπε: Την Batman εποποία από το Γκραντ Μόρισον στη DC, ή την σάγκα του Ανάξιου Θορ από τον Τζέισον Άαρον στη Marvel.)

Η άλλη προφανής προέλευση; Η τηλεόραση. Κάτι που μας φέρνει πίσω στο πρόβλημα.

Αν όχι από την πρώτη στιγμή, τότε σίγουρα από τη σύλληψη της 2ης «φάσης» και την πρόσληψη του –μάστερ της τηλεοπτικής αφήγησης– Τζος Γουίντον, το MCU άρχισε να αναπτύσσεται όλο και περισσότερο με τη λογική μιας τεράστιας σειράς, την οποία απλώς έβλεπες σε μεγάλο μέγεθος, και όπου το κάθε επεισόδιο κοστίζει αμέτρητο μπάτζετ και καταλαμβάνει τεράστιους χώρους πολιτιστικού εμβαδού. (Χάρη στις κυκλοφορίες-events που παίρνουν το οξυγόνο από σχεδόν οτιδήποτε άλλο κυκλοφορεί γύρω τους.)

Η άνοδος λοιπόν του MCU, όπως σημειώνει κι ο New Yorker στο ίδιο άρθρο, συμπίπτει με μια περίοδο όπου «το Lost είχε εκπαιδεύσει το κοινό να ακολουθεί μια δαιδαλώδη συνεχιζόμενη αφήγηση» και όπου «η τεχνολογία των εφέ είχε επιτέλους φτάσει τις απαιτήσεις της δράσης των κόμικς. Με τα CGI, οτιδήποτε ονειρεύονταν τα κόμικς ήταν πλέον δυνατόν να φιλμαριστεί».

Το μέγεθος εδώ είναι κλειδί– καθώς το ζητούμενο δεν είναι μόνο τα ποσά που διακυβεύονται αλλά και η πολιτιστική κυριαρχία της Disney, αυτές οι ταινίες φτάνουν να καταλαμβάνουν ένα δυσανάλογα μεγάλο κομμάτι χώρου στη συζήτηση, στις συνήθειες και τελικά στην συλλογική φαντασία. Είναι διαφορετικό πράγμα το να σκαρώνεις θεωρίες για το Lost μετά από 40λεπτα εβδομαδιαία επεισόδια για 6 σεζόν κι είναι ένα άλλο πράγμα μια μονοκουλτούρα στηριγμένη πάνω σε μια σειρά δίχως τέλος ή σύνορα, που κυριαρχεί στα ταμεία και στην φιλμική ανάλυση εδώ και 15 χρόνια.

ΠΩΣ Η ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ ΠΛΗΓΩΣΕ ΤΟ MCU

Κάπως ειρωνικό λοιπόν που η επέκταση του MCU σε αυτό ακριβώς το τηλεοπτικό χώρο, είναι που μοιάζει να πλήγωσε το franchise όσο τίποτα δεν το είχε κάνει ως τότε. Το άπλωμα του υλικού και των χαρακτήρων σε ακόμα περισσότερες ώρες και τίτλους σημαίνει πως για έναν casual θεατή γίνεται όλο και πιο δύσκολο (και τελικά ασήμαντο) το να παρακολουθεί τα πάντα, κάτι που εκ των πραγμάτων συρρικνώνει το ενεργό κοινό. Πολλές από αυτές τις σειρές είναι βαρετές και ο ορισμός του «θα μπορούσε να είναι ταινία» (κατά το «αυτό το μίτινγκ θα μπορούσε να είναι ένα e-mail»), όπως το Falcon and the Winter Soldier ή το πνιγηρά αργόσυρτο, μουντό και αδιάφορο Secret Invasion που τρέχει αυτό το διάστημα στο Disney+. Άλλες είναι απλώς αδιάφορες και ξεχάσιμες. (Θυμάστε το Hawkeye;)

Είναι υπό μια έννοια εντυπωσιακό να βλέπεις ένα μεγα-franchise που έχει πρακτικά μετατρέψει το κινηματογραφικό industry σε μια αέναη τηλεοπτική εμπειρία, να μη μπορεί να παράξει μια πραγματική σειρά. (Με 1-2 εξαιρέσεις, όπως το Loki και το WandaVision, που σε γενικές γραμμές λειτουργούν όντως σαν τηλεόραση.) Παρά να τεντώνει υλικό μέχρι εξαντλήσεως του ίδιου και της υπομονής μας.

Από τη στιγμή που η Marvel επεκτάθηκε στην τηλεόραση, το κινηματογραφικό σκέλος του σύμπαντος έχει αναμφίβολα ατονήσει. 4 από τις 9 τελευταίες ταινίες του στούντιο (Ant-Man and the Wasp: Quantumania, Eternals, Shang-Chi and the Legend of the Ten Rings, Black Widow) έχουν κάνει εισπράξεις στα $400-τόσα εκατομμύρια, τα χαμηλότερα του MCU από το 2011. Ακόμα και ταινίες αυτού του διαστήματος που έχουν αποφέρει μεγάλες εισπράξεις μοιάζουν να μην αποτέλεσαν ποτέ μέρος της συζήτησης μετά από την κυκλοφορία τους. Όπως το σίκουελ Black Panther: Wakanda Forever, μια ταινία με $850 εκατομμύρια εισπράξεις παγκοσμίως, το οποίο κανείς άνθρωπος στον πλανήτη δε θυμάται να έχει δει.

Το Thor: Love & Thunder δεν άρεσε, με την ειρωνική αποστασιοποίηση ακόμα και του –ανυπόφορου πλέον– σκηνοθέτη Τάικα Γουαϊτίτι να υπονομεύει το ίδιο το φιλμ και το MCU. Το προαναφερθέν Quantumania ήταν φρικτό, και η πρώτη αληθινά ανησυχητική αποτυχία της Marvel στα ταμεία. Ακόμα και αναμφίβολες τεράστιες επιτυχίες αυτού του διαστήματος (δηλαδή το Guardians of the Galaxy vol. 3 με $838 εκατομμύρια και θερμές αντιδράσεις, και το Doctor Strange in the Multiverse of Madness με $952 εκατομμύρια και την κριτική να αναγνωρίζει το σκηνοθετικό αποτύπωμα του σκηνοθέτη Σαμ Ρέιμι) δεν φτάνουν ούτε στο ελάχιστο την ένταση με την οποία κυριάρχησαν και συζητήθηκαν οι εμπορικότερες ταινίες της τελευταίες διετίας, δηλαδή το Avatar: The Way of Water και το Top Gun: Maverick.


Και φυσικά δε θυμίζουν σε τίποτα τον πηγαίο ενθουσιασμό γύρω από το πρώτο Avengers του 2012, τη στιγμή της πρώτης ένωσης των ηρώων στη μεγάλη οθόνη, την διαρκή επιστροφή για επιπλέον θεάσεις, και φυσικά τα πάνω από $1.5 δις. εισπράξεων που ακολούθησαν τότε.

Όλα αυτά δεν τα γράφουμε για να υποστηρίξουμε κάποιο επιχείρημα κινδύνου για το MCU. Όχι. Για να φτάσουμε στα παραπάνω αποτελέσματα –που δεν είναι άσχημα, απλώς χλιαρά και στάσιμα σε σχέση με την πλήρη επικράτηση των ‘10s, από το πρώτο Avengers ως το Endgame– έπρεπε να συμβούν ταυτόχρονα όλα τα παρακάτω:

  • Να ολοκληρωθεί η σάγκα του Θάνος, οδηγώντας σε μια αναπόφευκτη αίσθηση ξεφουσκώματος και στην αποχώρηση πολλών διάσημων ηρώων του MCU
  • Να χτυπήσει η πανδημία που για σημαντικό διάστημα παρόπλισε τις αίθουσες και έστειλε πολύ κοινό στο streaming
  • Να επεκταθεί το MCU στην τηλεόραση.

Το ότι το MCU αντέχει ακόμα δείχνει πόσο βαθιές ρίζες έχει πλέον στη συλλογική φαντασία. Αλλά ταυτόχρονα, δείχνει και πως έχουμε μπει σε μια σαφή περίοδο παρακμής, που μπορεί φυσικά να είναι πολύ αργή και καθόλου απότομη. Μα αν τα σπουδαιότερα έχουν ήδη γραφτεί, τότε τι θα αφήσει τελικά πίσω της η κινηματογραφική Marvel;

Η ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ MARVEL

Την ώρα που η Marvel βρίσκεται σε αυτό το περίεργο μεσοδιάστημα, οι 32 ταινίες του στούντιο έχουν φτάσει τα σχεδόν $30 δις. στο παγκόσμιο box office, ένα πραγματικά αδιανόητο σύνολο που δείχνει εντυπωσιακή αντοχή σε trends και στο πέρασμα του χρόνου. Αυτή η επίμονη επιτυχία δείχνει και γιατί το Χόλιγουντ έσπευσε να αναδημιουργήσει τον εαυτό του καθ’εικόνα και καθ’ομοίωσιν της Marvel, αποτυγχάνοντας κατ’επανάληψη εδώ και πάνω από μια δεκαετία.

Προσπάθησαν να κάνουν το ίδιο κόλπο με τα τέρατα της Universal, με τους ήρωες της DC, ακόμα και με τον Ρομπέν των Δασών. Σε διαφορετικά στάδια και κλίμακες, όλα απέτυχαν. Τα παραδοσιακά σίκουελ πλέον οφείλουν να διακλαδώνουν τις αφηγήσεις για να γεννηθούν πολλές πτυχές ιστοριών. (Δεν αρκεί σίκουελ, χρειάζεται και spin-off, και πρίκουελ να πηγαίνουν πακέτο.) Η Mattel ανακοινώνει πως μετά το Barbie θα ακολουθήσουν δεκάδες μεταφορές παιχνιδιών στο σινεμά– είναι κι αυτό ένα είδος ενοποιημένου σύμπαντος. Μετά το Super Mario Bros. και τον εμπορικό του θρίαμβο, τι άλλοι χαρακτήρες της Nintendo θα έρθουν μετά; Τα πάντα πρέπει να ανήκουν σε κάποια ομπρέλα, σε κάτι ευρύτερο. Με κλεισίματα ματιού. Με γνώριμα πρόσωπα.

Όμως τα ενοποιημένα σύμπαντα, τα νοσταλγικά multiverse, η ανακύκλωση δημιουργών μέσα ένα περιβάλλον ετοιματζίδικης δράσης, αμέτρητα σίκουελ που μοιάζουν ίδια, αμέτρητα τηλεοπτικά επεισόδια που μοιάζουν με απόσπασμα από ταινία που δεν γυρίστηκε ποτέ, η ιδέα του θανάτου του movie star (κι η ανάδειξη του Χαρακτήρα), και τελικά ο ίδιος ο στόχος του στέμματος του monoculture– αυτά θα είναι μέρος της κληρονομιάς της Marvel. Εξίσου, ή και μάλλον περισσότερο, από την όποια μεμονωμένη ταινία.

Γιατί όπως συμβαίνει και με τις διασημότερες σειρές του παρελθόντος, ο όγκος τους και μόνο κάνει την πολιτιστική τους επιβίωση και διαρκή εκτίμηση πολύ δυσκολότερη από ενός φιλμ. Το MCU θριάμβευσε ως ένα δομικά επαναστατικό Όλον, θα ζήσει ως ένα Όλον, και μετά –σε πολλά, πολλά χρόνια από τώρα, σε έναν γαλαξία πολύ μακριά– θα χαθεί ως ένα Όλον. Αλλά η βιομηχανία που θα αφήσει πίσω, τι μορφή θα έχει;

Οι μεγάλες επιτυχίες ταινιών που στηρίζονται στο όραμα, την τεχνική και την προσωπικότητα (όπως τα προαναφερθέντα Top Gun: Maverick και Avatar: The Way of Water, αλλά και τα Mission: Impossible) δείχνουν πως κάτι τέτοιο είναι ακόμα εφικτό. Ίσως κι ακόμα πιο εφικτό από ό,τι ήταν κατά τη διάρκεια των ‘10s. Όμως θα πάρει το Χόλιγουντ τα σωστά μαθήματα;

Ακολουθήστε το News24/7 στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα