Ο ΑΛΕΞΗΣ ΤΣΙΠΡΑΣ ΕΚΑΝΕ ΤΗΝ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΚΥΒΕΡΝΩΣΑ. ΔΕ ΘΑ ΤΟΥ ΤΟ ΣΥΓΧΩΡΗΣΟΥΝ ΠΟΤΕ.
Οι μαμάδες της μεσαίας τάξης τον αγάπησαν, το σύστημα τον φοβήθηκε πριν τον χρησιμοποιήσει, εκείνος απέτυχε να εκσυγχρονιστεί πριν κλείσει τον πρώτο προσωπικό του κύκλο.
Υπάρχει μια τυπική φράση, ένα «ακλόνητο» (όχι-και-τόσο) επιχείρημα, πάντα ψηλά στη λίστα των φανατικών επικριτών του Αλέξη Τσίπρα. «Είναι Αριστερά αυτό το πράγμα; Έχει καμία σχέση με την παρακαταθήκη και το ήθος του Κύρκου ή του Παπαγιαννάκη;», αναρωτιούνταν κάθε τρεις και λίγο κατά τη διάρκεια της μετεωρικής ανόδου του Τσίπρα στην εξουσία. Υπονοώντας διαπιστευτήρια στη νεολαία του Ρήγα Φεραίου, βάζοντας στο μίξερ ίσως και λίγο Ηλία Ηλιού κι ΕΔΑ, χωρίς ακριβώς να εξηγούν γιατί τους νοιάζει μια Αριστερά την οποία είχαν αφήσει προ πολλού πίσω τους ή στην οποία δεν ανήκαν ποτέ.
Δίκιο είχαν. Ο Αλέξης Τσίπρας, όντως, είχε μια μεγάλη διαφορά με αυτά τα θρυλικά τοτέμ του προοδευτικού χώρου. Δεν έδωσε έναν τίμιο, αξιοπρεπή αγώνα που κατέληγε στο 2%, εκτός Βουλής ή με έναν βουλευτή, όπως είχε το ΚΚΕ Εσωτερικού από το 1977 ως το 1985 λίγο πριν διαλυθεί. Ή στο θρίλερ του 3% που πρωταγωνιστούσε ο ΣΥΡΙΖΑ σε κάθε εκλογική αναμέτρηση προ των ημερών του. Ο Τσίπρας υπηρέτησε την κυβερνώσα Αριστερά. Για την ακρίβεια, έκανε την Αριστερά κυβερνώσα. Κι αυτό δεν του συγχωρήθηκε ποτέ από τρεις ανθρωπότυπους: όσους ήθελαν την μοντέρνα Αριστερά μέρος του ντεκόρ για να ικανοποιήσουν τα εμφυλιακά τους σύνδρομα, εκείνους που αποκήρυξαν τη νιότη τους έχοντας πια συντηρητικοποιηθεί και περάσει στην άλλη πλευρά κι όσους υποδέχθηκαν τους ΣΥΡΙΖΑίους σαν «χωριάτες με λασπωμένα χέρια που ήρθαν να λερώσουν τα καθαρά τραπεζομάντηλα της εξουσίας» όπως είχε γράψει κάποια στιγμή ο Νίκος Ξυδάκης.
Οι απολογισμοί των τελευταίων 24ωρων, με αυτό το εγγενές μακάβριο στοιχείο τους – σαν νεκρολογίες κάποιου ένα μήνα πριν κλείσει τα 49 του, συμφωνούν στο ότι ο Αλέξης Τσίπρας υπήρξε μια από τις σημαντικότερες πολιτικές φιγούρες της Μεταπολίτευσης. Ο «τελευταίος των χαρισματικών» με την Παπανδρεϊκή έννοια του όρου: ζενίθ εδώ η ομιλία του στο Σύνταγμα δύο μέρες πριν το δημοψήφισμα του 2015, ναδίρ ότι στα χρόνια της πτώσης έμοιαζε συχνά με καρικατούρα του Ανδρέα μιμούμενος ακόμα και τον τρόπο της ομιλίας του. Ο Τσίπρας υπήρξε διχαστικός, τόσο γιατί ο ίδιος ένιωθε πιο άνετα όταν η πολιτική γινόταν πολεμικό πεδίο όσο και γιατί ήταν γέννημα μιας εποχής διχαστικής. Αυτό το πρόσωπο που όλοι γύρισαν να δουν όταν το 2006 ηταν υποψήφιος δήμαρχος στην Αθήνα κι αντανακλαστικά συμπάθησαν όταν τον έδεσαν οι Schooligans σε εκείνο το εξώφυλλο, φαινόταν εξαρχής ότι ήταν ιδιαίτερη περίπτωση. Το πόσο ιδιαίτερη το αποφάσισε τελικά ο πολλαπλασιαστής της Κρίσης.
Ο Αλέξης Τσίπρας, ο ένας από τους δύο πρωθυπουργούς της Μεταπολίτευσης (μαζί με τον Σημίτη) που δεν υπήρξαν nepo babies της ελληνικής οικογενειοκρατίας, αγαπήθηκε (και μισήθηκε) παράφορα, μάλλον εξαιτίας της λαϊκότητάς του. Πέρα από ιδεολογικές αφετηρίες και καταλήξεις, η μεσαία τάξη τον αναγνώρισε ως «σάρκα από τις σάρκες της», μέχρι να του γυρίσει εμφατικά την πλάτη. Οι μαμάδες των συνομηλίκων του (ή και 1-2 γενεών κάτω), ακόμα και τις μέρες των capital controls, παρηγορούνταν ότι «το παιδί προσπαθεί». Ακόμα και σήμερα, μετά από έξι συνεχόμενες ήττες του «παιδιού» είναι πεπεισμένες ότι τον πρόδωσαν οι γύρω του – εκείνος ακόμα κερδίζει. Αλλά και τα παιδιά τους είδαν κάτι από τον εαυτό τους στον Τσίπρα. Στο street smart που μεταφράστηκε σε -«άχαστο» μέχρι το 2015- πολιτικό κριτήριο, στα μέτρια αγγλικά που τον έκαναν ταυτόχρονα ανεπαρκή αλλά και οικείο, στην ανάγκη για έναν «αγώνα» απαραίτητο για το συλλογικό ηθικό (αν και μάλλον εκ προοιμίου χαμένο) μετά το σοκ της ακραίας φτωχοποίησης των πρώτων χρόνων της Κρίσης, στην εντιμότητα που επιβεβαιώνεται από το πόθεν έσχες του την ώρα που «παραμέρισε».
Κι ο Τσίπρας, με το πολιτικό ένστικτο που λέγαμε πριν, όλα αυτά τα πήρε κι έκανε all in. Ξεκίνησε μια διαπραγμάτευση, συνταρακτικά απροετοίμαστος εκ του αποτελέσματος με δημιουργικά ασαφές σχέδιο κι όπλο του ένα κάποιο «δίκιο», που τον οδήγησε μοιραία στη ζαριά του Δημοψηφίσματος. Κίνηση μεγάλου παίκτη με πανίσχυρο ένστικτο επιβίωσης από τη μία, κι από την άλλη τραυματική για έναν ολόκληρο λαό που βυθίστηκε περαιτέρω σε παράκρουση είτε λόγω της αντιπαράθεσης (το 2015 χαλούσαν φιλίες για τα πολιτικά), είτε λόγω της εκ των υστέρων απογοήτευσης μετά την «κωλοτούμπα». Όπως και να χει, κάπου εκεί ξοδεύτηκε ένα μεγάλο μέρος του πολιτικού του κεφαλαίου.
Ο Τσίπρας ήταν εξαιρετικός Πρωθυπουργός. Ελάχιστοι έχουν, σε μόλις 4.5 χρόνια (και τι χρόνια) διακυβέρνησης, να επιδείξουν τόσα legacy σημεία αναφοράς. Το Σύμφωνο Συμβίωσης έκανε επιτέλους νομικά ορατό ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας, η Συνθήκη των Πρεσπών έκλεισε γενναία έναν εθνικό μύθο ανοησίας 25 ετών κι εξέθεσε τους Ελλαδέμπορους, η Έξοδος από τα Μνημόνια και το περίφημο «μαξιλάρι» έδωσαν προοπτική. Όλα τους εχέγγυα κυβερνησιμότητας και συνέχειας του κράτους που φυσικά διευκόλυναν κι αξιοποιήθηκαν από εκείνον που τον διαδέχθηκε. (Η όποια σύγκριση με τις συνθήκες «αριστερής παρένθεσης» που παρέλαβε ο Τσίπρας από τη ΝΔ του Σαμαρά είναι αποστομωτική.). Από την αλλη, ο Τσίπρας έχει το δικό του μερίδιο στην ακροδεξιά «φωτογραφία της στιγμής», τόσο γιατί επένδυσε χωρίς όρια στο «μεγάλη αναστάτωση, υπέροχη κατάσταση» πριν βγει αλλά και γιατί τη νομιμοποίησε στη συγκυβέρνηση με τον Καμμένο. Όμως, το πιο προβληματικό σημείο της ως τώρα υστεροφημίας του είναι μάλλον ότι άργησε ο ίδιος να εκσυγχρονιστεί. Χάρισε «άνευ αγώνος» έννοιες όπως η «τεχνοκρατία» και ο «φιλελευθερισμός» στην απέναντι πλευρά, πόνταρε αντί για στελέχη σε αρκετά πολιτικά «κουτσά άλογα», υποτίμησε τον αντίπαλό του και υπέκυψε σε ένα προσωποκεντρικό μοντέλο που έκαναν τον ΣΥΡΙΖΑ «κόμμα σε αποδρομή» στην τελική ευθεία των φετινών εκλογών.
Στο τέλος, όμως, ο Αλέξης Τσίπρας έκανε το σωστό. Το πολιτικά έντιμο. Ανέλαβε την ευθύνη. Ολοκλήρωσε τον πρώτο του προσωπικό του κύκλο, αφήνοντάς μας με ένα παράδοξο. Κανείς πολιτικός στη σύγχρονη ελληνική ιστορία δεν προσπάθησε τόσο πολύ (πιθανώς για πολύ λίγο) να τα βάλει με το σύστημα. Κι όταν, ευτυχώς, συνθηκολόγησε, κανένας άλλος δεν χρησιμοποιήθηκε τόσο πολύ από το ίδιο σύστημα όσο εκείνος. Έκανε την βρώμικη δουλειά και στη συνέχεια πολεμήθηκε λυσσαλέα και μόνιμα κάτω από τη μέση, με αιχμή του δόρατος τα μίντια.
Είναι σίγουρο ότι θα είναι σοφότερος όταν επιστρέψει.
Ακούστε το Explainer Podcast για την κατάσταση της αριστεράς στην Ελλάδα.