Ο ΕΚΛΟΓΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΥ “ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ” ΜΕ ΦΟΝΤΟ ΤΙΣ ΥΠΟΚΛΟΠΕΣ
Καθώς στη ΝΔ διαπιστώνουν ότι το ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ δεν αποτελεί πλέον δεδομένο κυβερνητικό εταίρο λόγω της παρακολούθησης Ανδρουλάκη, επανέρχονται σενάρια αλλαγής εκλογικού νόμου.
Στο κυβερνητικό στρατόπεδο είχαν διαπιστώσει εδώ και καιρό ότι με τον εκλογικό νόμο του 2020 η Νέα Δημοκρατία δύσκολα θα επιτύγχανε την αυτοδυναμία. Και παρόλο που υπήρχε δυνητικός κυβερνητικός εταίρος στη Χαριλάου Τρικούπη, οι περισσότεροι γαλάζιοι θα προτιμούσαν να μην μοιραστούν την εξουσία με το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ.
Ως εκ τούτου ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, είχε δεχθεί εισηγήσεις για αλλαγή του εκλογικού νόμου με την αιτιολογία της κυβερνητικής σταθερότητας ήδη από τον περασμένο Φεβρούριο. Αλλά τις είχε απορρίψει πολλάκις έκτοτε. Η τελευταία διάψευση δια στόματος του πρωθυπουργού είχε έρθει στα μέσα Ιουνίου, όταν ο κ. Μητσοτάκης μιλώντας στην ΕΡΤ είχε δηλώσει χαρακτηριστικά:
“Να πάμε να αλλάξουμε, λέει, ξανά, τον εκλογικό νόμο. Είμαστε σοβαροί; Είμαστε σοβαροί; Θα αλλάζουμε τους κανόνες του παιχνιδιού ανάλογα με τι μας συμφέρει;”
Οι υποκλοπές όμως στερούν από τη ΝΔ πλέον τη δυνατότητα να σχηματίσει κυβέρνηση συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, καθώς ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει κάθε λόγο να αρνηθεί να συγκυβερνήσει με τον κ. Μητσοτάκη.
Η πιθανότητα δε, να λάβει η ΝΔ το αναγκαίο ποσοστό για αυτοδυναμία στις δεύτερες κάλπες (αφου οι πρώτες εκλογές υπενθυμίζεται ότι θα πραγματοποιηθούν έτσι κι αλλιώς με απλή αναλογική), μοιάζει όλο και πιο απίθανη, όχι μόνο ή τόσο λόγω των υποκλοπών, αλλά και γιατί η ενεργειακή κρίση και η ακρίβεια πριονίζουν τις πολιτικές αντοχές της κυβέρνησης.
Κάποιοι στη ΝΔ κοιτάζουν ήδη με αγωνία προς τα δεξιά για πιθανούς συμμάχους, όμως εκεί υπάρχει μόνο η Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου, αλλά και ο πρόθυμος Φαήλος Κρανιδιώτης, εφόσον μπει στη Βουλή. Η μάχη για την αυτοδυναμία επομένως φαντάζει η μόνη επιλογή, αλλά κάποιοι σκέπτονται ότι δε θα έβλαπτε να διασφαλίσουν ένα πρόσθετο πλεονέκτημα σε αυτή.
Έτσι στην ΚΟ της ΝΔ κυκλοφορούν ξανά ευρέως σενάρια αλλαγής του εκλογικού νόμου και συγκεκριμένα επαναφοράς του νόμου Παυλόπουλου.
Υπενθυμίζεται ότι η ΝΔ είχε ψηφίσει στις αρχές του 2020 νέο εκλογικό νόμο, ο οποίος όμως απαιτεί ένα αρκετά υψηλό ποσοστό για να πάρει κανείς την αυτοδυναμία και συγκεκριμένα περίπου 37% – 38%.
Αντίθετα το πρώτο κόμμα μπορούσε να λάβει 151 βουλευτές και με ποσοστό 35% με τον προηγούμενο εκλογικό νόμο. Δηλαδή το νόμο που είχε συντάξει ο μετέπειτα Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος, ως υπουργός Εσωτερικών της κυβέρνησης Καραμανλή λίγο πριν τις εκλογές του 2009.
Με το νόμο Παυλόπουλου το πρώτο κόμμα λάμβανε άλλωστε μπόνους 50 εδρών, από 40 που προέβλεπε ο προπροηγούμενος εκλογικός νόμος Σκανδαλίδη.
Οι πρώτες εκλογές στις οποίες εφαρμόστηκε ο νόμος Παυλόπουλου βέβαια ήταν αυτές του 2012, όπου όμως έτσι κι αλλιώς λόγω μνημονίου ήρθαν τα πάνω κάτω στο πολιτικό σκηνικό και η αυτοδυναμία αποδείχθηκε άπιαστο όνειρο ακόμη και με 35%.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έφερε το 2016 την απλή αναλογική, η οποία ψηφίστηκε με ευρεία πλειοψηφία μεν, αλλά κάτω από το όριο των 200 βουλευτών που θα επέτρεπε την εφαρμογή της στις επόμενες εκλογές. Και έτσι η κυβέρνηση Μητσοτάκη το 2019 βρέθηκε αντιμέτωπη με το “πρόβλημα” της απλής αναλογικής και αποφάσισε να αλλάξει ξανά τον εκλογικό νόμο.
Ο κ. Μητσοτάκης επιχείρησε να βρεί σύμμαχο τότε στο ΚΙΝΑΛ, όμως η αείμνηστη Φώφη Γεννηματά του ξεκαθάρισε ότι η Χαριλάου Τρικούπη δε θα έκανε πίσω όσον αφορά στη θέση για μπόνους στο πρώτο κόμμα μέχρι 35 έδρες.
Αλλά και η δυνατότητα του εκλογικού νόμου της ΝΔ, που ψηφίστηκε τελικά αρχές 2020, να λαμβάνει το πρώτο κόμμα μέχρι 50 έδρες υπό προϋποθέσεις, δεν αρκεί με τα σημερινά δεδομένα για να διασφαλίσει ξανά την αυτοδυναμία στους γαλάζιους.
Έτσι οι βουλευτές της ΝΔ Μάξιμος Χαρακόπουλος και Ντόρα Μπακογιάννη άνοιξαν διαδοχικά ξανά τη συζήτηση για αλλαγη του εκλογικού νόμου, η οποία συνεχίζεται πάρα το μήνυμα Μητσοτάκη στο υπουργικό πως δεν ανέχεται “υποβολείς”.