Ο Γουές Άντερσον στο σετ του Asteroid City. Roger Do Minh/Pop. 87 Productions/Focus Features vía AP

ΟΧΙ, Ο ΓΟΥΕΣ ΑΝΤΕΡΣΟΝ ΔΕΝ ΚΑΝΕΙ ΞΑΝΑ ΚΑΙ ΞΑΝΑ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΤΑΙΝΙΑ

Με αφορμή το όχι τέλειο αλλά οπωσδήποτε συναρπαστικό Asteroid City που μόλις έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στις Κάννες.

Κάπου στα βάθη της αμερικάνικης ερήμου σε μια πολιτεία των νοτιοδυτικών ΗΠΑ που δεν κατονομάζεται, στα μέσα της δεκαετίας του ‘50, ένα μάτσο διαφορετικοί, ιδιοσυγκρασιακοί χαρακτήρες συγκεντρώνονται σε μια μικρή κωμόπολη μερικών δεκάδων μόνιμων κατοίκων. Και για κάποιον εξωφρενικό λόγο, δεν μπορούν για τις επόμενες λίγες μέρες να φύγουν από εκεί.

Ο Όγκι (Τζέισον Σουόρτσμαν) είναι ένας φωτογράφος πολεμικός ανταποκριτής που δε μπορεί να βρει τη δύναμη να πει στα παιδιά του πως η μητέρα τους έχει πεθάνει, κι αναγκάζεται να ζητήσει βοήθεια μέσω τηλεφώνου από τον πεθερό που ποτέ δεν τον ενέκρινε (Τομ Χανκς). Ο μεγάλος του γιος, Γούντροου, έχει δημιουργήσει ένα μηχάνημα που μπορεί να προβάλει εικόνες στο φεγγάρι, και στo Asteroid City είναι ένας από τους 5 νεαρούς εφευρέτες που ταξιδεύουν εκεί για να παρουσιάσουν το έργο τους σε μια ομάδα επιστημόνων.

ΜΙΑ ΠΑΝΕΜΟΡΦΗ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΣΕ ΚΛΙΜΑΚΑ

Asteroid City - USA - 1h44 - sortie 21/06/23 - 2023 - Réalisateur et scénariste : Wes Anderson - LEGENDE PHOTO : Steve Carell - Focus Features - American Empiri

Εκεί, στην μικρή πόλη με το ένα εστιατόριο, το ένα βενζινάδικο, το ένα μοτέλ, τον ένα τηλεφωνικό θάλαμο, τη μία τάξη των 8 μαθητών (στην οποία διδάσκει η Τζουν της Μάγια Χωκ από το Stranger Things), τον ένα «επ’αόριστον» κλειστό ανολοκλήρωτο υπέργειο δρόμο, και τον έναν τεράστιο κρατήρα, ξαφνικά θα βρεθούν όλοι. Ο περιπλανώμενος τροβαδούρος Μοντάνα (Ρούπερτ Φρεντ) που θα παγιδευτεί στην πόλη μαζί με τη μπάντα του. Ο στρατηγός Γκριφ Γκίμπσον (Τζέφρι Ράιτ) που είναι ο υπεύθυνος του Συνεδρίου. Αλλά κι η εκθαμβωτική ηθοποιός Μιτζ (Σκάρλετ Γιοχάνσον) που κουβαλά κάτι από την ένταση της Μέριλιν Μονρόε και τη μελαγχολία ενός τέλειου πίνακα που ποτέ δεν έχει κοινό.

Αυτή όλη η κομπανία χαρακτήρων θα βρεθεί σε αυτή την Asteroid City, την οποία τα κεντραρισμένα παναρίσματα του κάδρου (του θρυλικού πια διευθυντή φωτογραφίας Ρόμπερτ Γέομαν) την διατρέχουν σε μια στροφή 360 μοιρών στην οποια χωράνε τα πάντα. Ήδη από την πρώτη άφιξη στην πόλη, και τον τρόπο με τον οποίο μας συστήνονται όλα της τα τοπόσημα κι οι τοπικές της φιγούρες, γίνεται σαφές πως έχουμε να κάνουμε με κάτι τεχνητό κι οριοθετημένο. Η κάμερα στρίβει μέχρι που επιστρέφει στο ίδιο σημείο, ενώ τα αδιανόητης ομορφιάς σκηνικά (τα οποία είναι αληθινά, εξ ολοκλήρου κατασκευασμένα σε κλίμακα, από τον σκηνογράφο Άνταμ Στόκχαουζεν) δίνουν μια τεχνητή αίσθηση βάθους. Την ίδια στιγμή, οι ηθοποιοί παίζουν σχεδόν ακίνητοι σε πλάνα στατικά, κοιτώντας εμάς όταν κοιτούν κάποιον άλλο χαρακτήρα.

Οι ηθοποιοί Χόουπ Ντέιβις, Σκάρλετ Γιοχάνσον και Μάγια Χωκ μιλούν με τον σκηνοθέτη Γουές Άντερσον στην πρεμιέρα του Asteroid City στις Κάννες. Vianney Le Caer/Invision/AP


Με όλα αυτά θέλουμε να πούμε πως η κατασκευή της ταινίας, αυτής της πόλης τελοσπάντων, είναι σχεδόν κάτι σαν ενυδρείο. Όρια τεχνητά και όρια αφηγηματικά: Ένα σκηνικό που δεν περνά τα σύνορά του, ένα ensemble χαρακτήρων που δεν μπορεί να φύγει από την καραντίνα, κι όλα αυτά παιγμένα από ένα καστ που ο Γουές Άντερσον είχε συγκεντρώσει σε ένα στούντιο στην Ισπανία, σαν μεγάλη οικογένεια σε εκδρομή.

Και μέσα από αυτή ακριβώς την παιχνιδιάρικη, παστέλ στατικότητα, εκφράζεται η μεγάλη θλιμμένη καρδιά της ταινίας. Χαρακτήρες που δε μπορούν να μιλήσουν ή να διαχειριστούν τις απώλειές τους, τους φόβους τους (όχι τυχαία, η ταινία διαδραματίζεται με φόντο την πυρηνική απειλή των ‘50s και το μυστήριο του μεγάλου κοσμικού αγνώστου του σύμπαντος) ή να ολοκληρώσουν τα ταξίδια που κάποτε ξεκίνησαν.

Ναι, μπορεί 25 χρόνια μετά τη σημαδιακή του εκείνη εφηβική κομεντί, ο Τζέισον Σουόρτμαν που τότε ήταν ο τα-ξέρω-όλα-τα-κάνω-όλα μαθητής, τώρα να είναι πια ο μελαγχολικός πατέρας 4 παιδιών, αλλά οι ήρωες του Γουές Άντερσον ψάχνουν ακόμα το δικό τους Ράσμορ. Αυτό δεν θα αλλάξει ποτέ– και πώς να αλλάξει άλλωστε; Είμαστε αυτοί που είμαστε. Όμως, πλέον, υπάρχει κάτι ριζικά διαφορετικό στη στόφα αυτών των ιστοριών, πόσο μάλλον στην κατασκευή τους.

ΜΙΑ ΕΚΠΟΜΠΗ, ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΘΙΑΣΟ, ΠΟΥ ΠΑΙΖΕΙ ΕΝΑ ΘΕΑΤΡΙΚΟ, ΠΟΥ ΔΕΝ ΥΠΗΡΞΕ ΠΟΤΕ

Όλα τα παραπάνω για το Asteroid City είναι απλώς η μία πτυχή της κατασκευής. Συνεχίζοντας από εκεί όπου μας άφησε με το French Dispatch (μια ταινία-δομή που προσομοιάζει περισσότερο την αισθητική και τον ρυθμό του ξεφυλλίσματος ενός τυπωμένου, ακίνητου περιοδικού παρά τη ροή του κινηματογράφου) ο Άντερσον συνεχίζει εδώ αυτή την εντυπωσιακή του διάθεση αποδόμησης όχι μόνο του έργου του, αλλά και της ιδέας της αφήγησης ιστοριών εν γένει.

Κι όταν λέμε αποδόμηση, δεν εννοούμε ειρωνικές εξυπνάδες και κλεισίματα του ματιού και αποστασιοποίηση. Το αντίθετο. Ο Άντερσον έχει προ πολλού, τόσο πολύ ξεπεράσει αυτό που στο μυαλό μας έρχεται όταν σκεφτόμαστε «μια ταινία του Γουές Άντερσον» (πες, για παράδειγμα, κάτι σαν το Royal Tenenbaums: γεμάτο κίνηση, συναισθηματικά slow motion, συνοδευτικές μουσικές και μια αίσθηση αφηγηματικής απογείωσης) που πλέον το σπάει σε μικρά κομματάκια, σε μικρά, λεπτομερή, πανέμορφα διοράματα, για να ανακαλύψει τι σημαίνει τελικά το καθένα.

Το τέχνασμα στην καινούρια του ταινία, είναι πως το Asteroid City όπως το περιγράφαμε παραπάνω, είναι η θεατρική παράσταση που στήνει ένας θίασος ηθοποιών, στον οποίο θίασο αφιερώνει ένας της επεισόδιο μια τηλεοπτική εκπομπή. Έτσι, ο Μπράιαν Κράνστον αναλαμβάνει τον ρόλο του Παρουσιαστή, ο οποίος μας παρουσιάζει τον θεατρικό συγγραφέα (Έντουαρντ Νόρτον) καθώς και τους ηθοποιούς που προσπαθούν να στήσουν ένα τόσο εξεζητημένο θεατρικό θέαμα (οι Τζέισον Σουόρτσμαν, Σκάρλετ Γιοχάνσον, Τομ Χανκς κλπ, παίζουν τους ηθοποιούς που παίζουν τους χαρακτήρες της ταινίας).

Δεν είναι διακοσμητικό όλο αυτό: Ανά τακτά διαστήματα στην πορεία της αφήγησης, ο Κράνστον θα κάνει μια παρέμβαση για να σχολιάσει κάτι που συμβαίνει. Ή ένας χαρακτήρας του Asteroid City θα χάσει μια ατάκα του. Ή ένας ηθοποιός που δε θα έπρεπε να είναι εκεί, βρίσκεται ξαφνικά στο πλάνο. Ή η περιγραφή μιας σκηνής δεν εκτελείται όπως αναφέρεται στο σενάριο, κι ένας ηθοποιός αποφασίζει να στήσει τη δική του, αυθόρμητη επανάσταση.

Αν όλο ακούγεται κάπως ασφυκτικό, τότε μπορεί όντως να είναι. Είναι μια ταινία που μπορεί εύκολα να φρενάρει και να πετάξει έξω ένα θεατή (ή να μην τους αφήσει να μπουν καν μέσα) όμως χρησιμοποιεί την κατασκευή και αυτό το meta παιχνίδι για να στοχαστεί με έναν εστέτ αλλά και παιχνιδιάρικο μαζί τρόπο. Μέσα από αυτό το σχήμα ο Άντερσον μοιάζει να αμφισβητεί κάθε του ιδέα και κάθε του απόφαση, κάθε του κομμάτι αφήγησης. Δημιουργώντας την ίδια στιγμή μια ελεγεία πάνω στο ανολοκλήρωτο. Στις αποφάσεις που δεν έγιναν ποτέ πράξη, στις σκηνές που δεν ερμηνεύτηκαν, στους δρόμους που δεν οδήγησαν πουθενά, στις παραστάσεις που δεν υπήρξαν.

ΔΡΟΜΟΙ ΣΤΟ ΠΟΥΘΕΝΑ ΚΑΙ Η ΕΞΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΝΩΣΤΟΥ

Έγραφα πρόπερσι για το –δυσπρόσιτο αλλά εξαιρετικό– French Dispatch πως: «Είναι κάπως συγκινητικό το ότι αυτή η τελειομανής προσέγγιση χρησιμοποιείται για μια ιστορία, ή τελοσπάντων ένα τεύχος ιστοριών, που σε έναν κάποιο βαθμό αφορούν όλες τη γλυκόπικρη αποδοχή του ανολοκλήρωτου. […] Αφηγήσεις διακόπτονται, έρωτες δεν επιστρέφονται, ιδεολογίες αμφισβητούνται και η ίδια η ζωή, νομοτελειακά, θα λάβει κάποτε ένα άτακτο φινάλε- μιας ύπαρξης που ποτέ δεν επρόκειτο να είναι έτσι κι αλλιώς τακτική. Πώς δομείς το εξ ορισμού απρόβλεπτο; Ο Γουές Άντερσον βάζει σε τάξη την υπαρξιακή σύγκρουση της ωρίμανσης και διαρκώς υπενθυμίζει: “Δεν κλαίμε”.»

Εδώ μοιάζει εν μέρει φοβισμένος πια, εν μέρει θλιμμένος για όσα χάθηκαν κι όσα –εκ των πραγμάτων– θα χαθούν. Ή, απλά, δε θα συμβούν ποτέ. Ίσως είναι το ίδιο πράγμα κιόλας. Οι ηθοποιοί του θιάσου δεν είναι σίγουροι τι σημαίνει η παράσταση την οποία ανεβάζουν. Μες στο Asteroid City, η Μιτζ διαρκώς προβάρει τις δικές της σκηνές για μια υποθετική ταινία κι ο Όγκι διαρκώς τη φωτογραφίζει (από το ένα παράθυρό στο άλλο) καθώς μόνο έτσι οι δυο τους βρίσκουν συναισθηματικά σημεία αναφορά με αυτό που έχουν απέναντί τους.

Το ίδιο κάνει κι ο Γουές Άντερσον, χρησιμοποιώντας τις όλο και πιο κομπλικέ, όλο και πιο εξεζητημένες, όλο και πιο πολύπλοκης τεχνοτροπίας κατασκευές, για να επεξεργαστεί συναισθηματικά έναν κόσμο που τελικά είναι το ακριβές αντίθετο της δομής: Είναι ένα κενό λογικής, ένα χάος συναισθημάτων.

Οι ταινίες του, όλο και λιγότερο ευθύγραμμες ιστορίες συναισθηματικής πλήρωσης, μετατρέπονται σταδιακά σε μη-ταινίες (ή κάτι ανάμεσα σε λογοτεχνία, ποίηση, θέατρο, τηλεόραση και σινεμά) που σπάνε σε αμέτρητα εντυπωσιακά κομμάτια σμιλεμένα από διάφορες πρώτες ύλες, από χαρτόνι μέχρι χώμα, από stop motion animation μέχρι εκτυπωμένα δοκίμια.

Είναι δύσκολο να σε συνεπάρει μια ταινία σαν το Asteroid City (η, αντιστοίχως, σαν το French Dispatch). Κι όσο κι αν διασκέδασα και γέλασα και θαύμασα –την ομορφιά όσο και την κατασκευή–, υπήρξε κάτι που με άφησε πιο προσγειωμένο από όσο θα ήθελα να είμαι, σαν σε απόσταση. Όμως την ίδια στιγμή υπάρχει εδώ μια αληθινή αίσθηση τόλμης, από έναν αληθινό καλλιτέχνη.

Που εντελώς στην αντίπερα όχθη από τις σαχλές ΑΙ αναπαραγωγές των πιο επιφανειακών στοιχείων του έργου του, συνεχίζει να εξερευνά, να τολμά και να προσπαθεί να κατανοήσει το Άγνωστο– με όποιον τρόπο κι αν αυτό εκφράζεται στη ζωή μας ή στην τέχνη μας. Και να το κάνει με ένα τρόπο που, κομμάτι το κομμάτι, κατασκευή την κατασκευή, πάει πάντα ένα κάποιο βήμα παρακάτω. Οι ταινίες του μοιάζουν ακίνητες, αλλά μας έχουν ταξιδέψει πολύ μακριά.

Το Asteroid City έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο 76ο φεστιβάλ Καννών και κυκλοφορεί στην Ελλάδα στις 22 Ιουνίου από την Tanweer. Το News24/7 μίλησε αποκλειστικά για την Ελλάδα με το καστ της ταινίας και τότε θα διαβάσετε όλα όσα μας είπαν.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα