ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΔΙΟΡΓΑΝΩΝΕΙΣ ΕΝΑ ΔΙΕΘΝΕΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΣΤΟ ΚΑΣΤΕΛΛΟΡΙΖΟ
Πώς γεννήθηκε και πώς μοιάζει σήμερα ένα διεθνές φεστιβάλ κινηματογράφου που διεξάγεται στο Καστελλόριζο, την "παραμεθόριο γραμμή μεταξύ Δύσης και Ανατολής".
Όταν προσγειώνομαι στο αεροδρόμιο του Καστελλόριζου, ένα μικρό, παλιό κτίριο που αποτελεί αίθουσα αναμονής και θύρα αναχώρησης την ίδια στιγμή, το πρώτο πράγμα που παρατηρώ είναι ότι η σύνδεσή μου έχει αυτόματα μεταφερθεί σε πάροχο της Τουρκίας. Λίγο αργότερα, πίνοντας καφέ μπροστά στη θάλασσα και έχοντας μια χελώνα να κολυμπά νωχελικά δίπλα μου, μπορώ πεντακάθαρα να δω τη γείτονα χώρα ακριβώς απέναντι. Η διαδρομή από το αεροδρόμιο στο λιμάνι είναι περίπου 10 λεπτά, πάνω στον μοναδικό ασφαλτοστρωμένο δρόμο του νησιού.
Το Καστελλόριζο, ένα νησί 9 τετραγωνικών χιλιομέτρων, σχεδόν 600 μονίμων κατοίκων και ενός και μοναδικού ομώνυμου οικισμού που εκτείνεται κατά μήκους της ακτογραμμής σαν το πιο όμορφο σκηνικό που έχει δει ποτέ σου –με πανέμορφα, διαφορετικών χρωμάτων σπίτια να στοιχίζονται αρμονικά, και με μια ιδανική εναλλαγή ανάμεσα σε διαμερίσματα, ψαροταβέρνες, ατελιέ, κόσμο που περπατάει, που τρώει, ή που απλώς κάθεται και ρεμβάζει με ηρεμία τη θάλασσα– είναι από τη φύση του ένας τόπος που μοιάζει να αψηφά τις συμβάσεις.
Είναι ένα νησί που βρίσκεται σε ένα σημείο που μοιάζει κανονικά να μη βρίσκεται τίποτα, και παρά το μικρό του μέγεθος κουβαλά μια έντονη μυθολογία μέσα στο πλαίσιο της Ιστορίας της μοντέρνας Ελλάδας – από την κυρά της Ρω μέχρι την ανακοίνωση της εισόδου στα μνημόνια, είναι σαν το Καστελλόριζο να βρίσκεται πάντα στην αιχμή κάποιας τεράστιας εθνικής αγωνίας.
«ΜΙΣΟ ΛΕΠΤΟ ΝΑ ΑΝΟΙΞΩ ΕΝΑΝ ΧΑΡΤΗ!»
Πριν 8 χρόνια η Ειρήνη Σαρίογλου, ιστορικός, επίκουρη καθηγήτρια του τμήματος νεοελληνικών σπουδών του πανεπιστημίου της Ισταμπούλ (το αρχαιότερο δημόσιο πανεπιστήμιο της Τουρκίας– «διδάσκω ελληνική ιστορία σε 400 τούρκους φοιτητές, στην ελληνική γλώσσα», μου λέει) και καλλιτεχνική διευθύντρια του διεθνούς φεστιβάλ κινηματογράφου Beyond Borders του Καστελλόριζου, πρότεινε στον διακεκριμένο Μισέλ Νολ (δημιουργό δεκάδων ντοκιμαντέρ και ιδρυτή του ελληνικού φεστιβάλ ντοκιμαντέρ στο Παρίσι) να αναλάβει πρόεδρος της επιτροπής του διεθνούς διαγωνιστικού. Ήταν σημαντικό για το Beyond Borders να έχει μια αναγνωρισμένη προσωπικότητα στο ξεκίνημά του.
Η Σαρίογλου εξήγησε στον Νολ το όραμα για τη θεσμοθέτηση ενός τέτοιου φεστιβάλ και του πρότεινε τη θέση. «Μισό λεπτό να ανοίξω έναν χάρτη», της λέει εκείνος. «Μπορώ να δω τη Ρόδο… πού είναι αυτό το νησί που μου λες;» «Πιο δεξιά!», του απαντά εκεί. «Μα πιο δεξιά δεν υπάρχει τίποτα, μετά είναι η Τουρκία!».
Τελικά ο Νολ και το Καστελλόριζο βρήκε στον χάρτη, και στην επιτροπή ήρθε πρόεδρος, και με το φεστιβάλ διατήρησε συνεργασία παραμένοντας ως καλλιτεχνικός σύμβουλος. Και το ίδιο το φεστιβάλ θεμελιώθηκε σε αυτό τον συναρπαστικό τόπο – όπου τα πάντα τελικά μοιάζουν με ζωντανή εκπροσώπηση ενός τεράστιου συμβολισμού που έγινε (μάλλον αναπόφευκτα, θα έλεγε κανείς) κεντρικό μοτίβο όλης της διοργάνωσης.
Beyond Borders. Ένα μικρό νησί που μοιάζει σαν τελευταίο σύνορο ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση δε θα μπορούσε παρά να είναι το φυσικό σπίτι μιας διοργάνωσης που στοχεύει σε αυτή ακριβώς την αναζήτηση που κοιτάζει πέρα από τα σύνορα. Όπως αναφέρει κι η ίδια η καλλιτεχνική διευθύντρια στον φετινό της χαιρετισμό, «παρατηρώντας και αφουγκράζοντας τον κόσμο χωρίς παρωπίδες και στεγανά», μετατρέποντας έτσι αυτό «τον μικρό παράδεισο με την σπουαία ιστορία και την απαράμιλλη ομορφιά σε σημείο αναφοράς, […] σε έναν τόπο συνάντησης, αλληλεγγύης, κατανόησης και συμφιλίωσης των λαών».
Οι ταινίες που συμπεριλαμβάνονται στο φετινό Διεθνές Διαγωνιστικού αφηγούνται ιστορίες όπως μιας παρέας εφήβων στην κόλαση του πολέμου της Ουκρανίας που ονειρεύονται να ξεφύγουν όχι μόνο από τον πόλεμο αλλά κι από τη μικρή τους πόλη, μέχρι που τους δίνεται η ευκαιρία να ταξιδέψουν στο Νεπάλ. (“We Will Not Fade Away”.) Ή όπως μιας σύγκρουσης για γη και σύνορα στο βορειότερο τμήμα της Σουηδίας και της Νορβηγίας που μοιάζει να διαρκεί για πάντα. (“Radji”.) Ή την συνταρακτική ιστορία των επιστολών στρατιωτών στο Ισραήλ τις οποίες παραβιάζει ο Στρατιωτικός Λογοκριτής για λόγους εθνικής ασφαλείας ουσιαστικά ελέγχοντας την μετακίνηση ιστοριών και ιδεών. (“The Soldier’s Opinion”).
Ή, ίσως χαρακτηριστικότερα όλων, στην ταινία έναρξης από την Ιρλανδία “Το Γελαστό Παιδί” η οποία καταγράφει την διαδρομή ενός επαναστατικού τραγουδιού για τον θάνατο του επαναστάτη Μάικλ Κόλινς, από την Ιρλανδία μέχρι την Ελλάδα όπου μετατράπηκε λίγο ως πολύ σε εθνικό σύμβολο αντίστασης στον φασισμό – αν δεν είναι αυτή η διαδρομή η πεμπτουσία του Beyond Borders (όπως η μουσική πάντα βοηθά να συμβεί), τότε δεν ξέρω τι άλλο είναι.
«ΣΤΟΧΟΣ ΜΑΣ, ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΑΓΑΠΗΤΗ ΣΤΟ ΕΥΡΥ ΚΟΙΝΟ – ΟΧΙ ΣΕ ΜΙΑ ΕΛΙΤ»
Οι συμβολισμοί είναι ένα πράγμα, όμως πρακτικά μιλώντας, πώς βρέθηκε ένα διεθνές φεστιβάλ κινηματογράφου στο Καστελλόριζο; Η ιστορία της διοργάνωσης ξεκινά στην Παλλήνη, όπου μια ομάδα ιστορικών ιδρύει το 2008 το Ελληνικό Ίδρυμα Ιστορικών Μελετών (ΙΔΙΣΜΕ), ανάμεσά τους η Ειρήνη Σαρίογλου.
«Είμαστε πνευματικά παιδιά του σπουδαίου έλληνα Μάνου Χαριτάτου, που είχε ιδρύσει στα “70s το ΕΛΙΑ», δηλαδή το Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο. Στο ίδιο πνεύμα συνεχίζει το ΙΔΙΣΜΕ, με εκδόσεις που όπως εξηγεί η Σαρίογλου «έχουν αντικειμενικό λόγο ύπαρξης και κάθε έκδοση έχει το δικό της συνοδευτικό ντοκιμαντέρ, με στόχο να κάνουμε την επιστήμη της Ιστορίας αγαπητή στο ευρύ κοινό – όχι σε μια ελίτ».
«Για μένα, δεν έχει καμία αξία να τα λέμε οι ιστορικοί μεταξύ μας αν αυτό το πράγμα δε μπορεί να ανοίξει στο ευρύ κοινό».
Κάθε έκδοση έχει και το δικό της ντοκιμαντέρ κι έτσι και μια έκδοση του 2016 που αφορούσε το Καστελλόριζο. Μια ομάδα καστελλοριζιών από την Αυστραλία έστειλαν στο ΙΔΙΣΜΕ έναν τόμο – στην Αυστραλία υπάρχει μια πολύ μεγάλη κοινότητα καστελλοριζιών που, όπως μας τονίζει η Σαρίογλου «ορίζουν τον τόπο, είναι γιατροί, βουλευτές, δικηγόροι». Το ΙΔΙΣΜΕ το μετέφρασε, το εξέδωσε, και παρήγαγε ένα ιστορικό ντοκιμαντέρ.
Κάθε έργο του ΙΔΙΣΜΕ παρουσιάζεται σε δήμους, σε ΚΕΘΕΑ, σε ΚΑΠΗ, σε φυλακές. «Όποιος μας καλεί», λέει η Σαρίογλου. «Έχουμε οργώσει την Ελλάδα κάνοντας πράγματα που μας αρέσουν και μας γεμίζουν και αιτιολογούν την ύπαρξή μας». Όταν ήρθε η ώρα του ντοκιμαντέρ για το Καστελλόριζο, έριξε στο τραπέζι την πρόταση να πάνε στο ίδιο το νησί για την παρουσίαση. Η ιδέα απορρίφθηκε. «Είναι σα να καλείς μια ορχήστρα να παίξει ένα τραγούδι και να φύγει». Δεν θα υπήρχε υποδομή, δε θα υπήρχε συνέχεια.
Κι έτσι έγινε το άλμα σε μια άλλη, πολύ πιο φιλόδοξη ιδέα: Να θεσμοθετηθεί ένα διεθνές φεστιβάλ ντοκιμαντέρ υπό την αιγίδα του υπουργείου εξωτερικών, κάθε χρόνο την τελευταία βδομάδα του Αυγούστου, όπου θα υπήρχε η δυνατότητα εκτός από το επίσημο διαγωνιστικό τμήμα, να μπορούν όλες οι παραγωγές του ιδρύματος να προβάλλονται εκτός συναγωνισμού στο Πανόραμα.
«ΜΕΤΑ ΑΠΟ 8 ΧΡΟΝΙΑ ΜΑΣ ΕΧΕΙ ΑΠΟΔΕΧΘΕΙ Η ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ»
Τον πρώτο χρόνο κατατέθηκαν 65 ταινίες από 10 χώρες. «Το 2016 γυρίσαμε πίσω πολύ λυπημένοι», ομολογεί η Σαρίογλου. «Για πρώτη έκδοση τα είχαμε πάει καλά, αλλά είχαμε παραμείνει ένα ξένο σώμα ως προς την τοπική κοινωνία». Από το ‘17, αποφασίστηκε «αν βρίσκαμε 10 ευρώ χορηγία, τα 5 θα πηγαίνουν για εκπαιδευτικά προγράμματα στα παιδιά του Καστελλόριζου. Θα έχουμε εισηγητές που θα κάνουν μαθήματα: κατάδυσης, κινηματογράφου, φωτογραφίας, εναλλακτικό μάθημα ιστορίας», και πολλά άλλα.
Στη διάρκεια της φετινής, 8ης αισίως, έκδοσης του φεστιβάλ, μπορούμε να διακρίνουμε τον αβίαστρο τρόπο με τον οποίο η διοργάνωση έρχεται και γίνεται ένα με το νησί. Τρεις οθόνες είναι στημένες στην διαδρομή από τη μία άκρη του κόλπου στην άλλη. Η κεντρική, όπου προβάλλονται κάθε μέρα οι ταινίες του διεθνούς διαγωνιστικού κι όπου βρεθήκαμε στην τελετή έναρξης, τοποθετείται ακριβώς πίσω από το εστιατόριο Μικρό Παρίσι, σε ένα μικρό κενό ανάμεσα στα κτίρια που είναι σαν φούσκα που δημιουργήθηκε για να τοποθετηθεί η οθόνη κι οι καρέκλες.
Στη διάρκεια των προβολών πολύς κόσμος παρακολουθεί από την αρχή ως το τέλος, αλλά είναι και πολλοί εκείνοι που βλέπουν για λίγο και μετά συνεχίζουν τη βόλτα τους, ή που έρχονται σε μια ταινία από τη μέση επειδή κάτι τους τράβηξε. Στη διάρκεια της μέρας κόσμος ρωτάει «τι παίζει απόψε». Είναι ντόπιοι, είναι καλεσμένοι του φεστιβάλ, αλλά είναι φυσικά και πολλοί τουρίστες που έχουν έξαφνα μια ακόμα ενδιαφέρουσα ασχολία.
Την πρεμιέρα με το “Γελαστό Παιδί” ακολουθεί μια (μαραθώνια!) συναυλία με τη Φωτεινή Δάρρα και τον Κώστα Τριανταφυλλίδη, ενώ ανάμεσα στις προβολές υπάρχουν πάντα μουσικά ιντερλούδια. «Μας αρέσει να παντρεύουμε τις τέχνες. Ανάμεσα στα ντοκιμαντέρ υπάρχει μουσική. Και τα εικαστικά φυσικά. Ένα ντοκιμαντέρ έχει αφήγηση, κείμενο, μουσική – δεν είναι ένα στεγνό πράγμα», λέει η Σαρίογλου. Ακόμα, υπάρχουν ενέργειες που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της σεζόν, συνεργασίες με φεστιβάλ και ιδρύματα, κανάλια και επαγγελματίες του εξωτερικού, που στέλνουν το φεστιβάλ του Καστελλόριζου στο εξωτερικό, ενώ διεθνείς προσωπικότητες έρχονται με τη σειρά τους στο νησί.
«Δεν θέλουμε να είμαστε ένα στάσιμο φεστιβάλ που κοιμάται 12 μήνες και περιμένει το επόμενο».
Στο μεταξύ, «μετά από 8 χρόνια μας έχει αποδεχθεί η τοπική κοινωνία. Πέρσι λάβαμε μια συγκινητική επιστολή από τον σύλλογο γονέων και κηδεμόνων ευχαριστώντας μας για τις πρωτοβουλίες που παίρνουμε για τα παιδιά», λέει με εμφανή χαρά και συγκίνηση.
Κι οι ταινίες. Οι 65 ταινίες από 10 χώρες του πρώτου φεστιβάλ, του ‘16; Πέρσι, οι χώρες ήταν 100. Φέτος, οι ταινίες ήταν 835.
«Ο ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΔΕΝ ΘΑ ΜΑΣ ΠΕΡΝΟΥΣΕ ΚΑΝ ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΑΛΟ!»
Μέχρι τη μικρασιατική τραγωδία, το Καστελλόριζο είχε 14.000 κατοίκους, 3.000 μαθητές, επαγγελματικές σχολές, βιβλιοθήκες. «Θέλανε να μοιάσουν στη μεγάλη αρχόντισσα της Ιωνίας, τη Σμύρνη», λέει η Ειρήνη Σαρίογλου. Όμως ήρθε η γαλλική κατοχή, μετά ήρθε η πώληση του νησιού στους Ιταλούς και μια σκληρή 20ετής κατοχή στη διάρκεια της οποίας επί Μουσολίνι απαγορεύεται η ελληνική εκπαίδευση.
Οι μεγαλύτεροι άνθρωποι στο Καστελλόριζο είναι δίγλωσσοι, αν όχι τρίγλωσσοι: Ελληνικά, ιταλικά και τουρκικά λόγω απόστασης. Και «επηρεασμένοι πολλοί οι Καστελλοριζιοί από την κουλτούρα και τον πολιτισμό της Ανατολής».
Υπογραμμίζοντας και την τεράστια συμβολικότητα του τόπου καθώς συνομιλούμε με την Ειρήνη Σαρίογλου, εκείνη χαμογελά σαν κάπως αθώα. «Έγινε τυχαία όμως! Δεν ήταν σχεδιασμένο. Δεν θα μας περνούσε καν από το μυαλό». Έτσι είναι όμως. Οι πιο αρμονικές ιδέες είναι αυτές που καταλήγουν τελικά να πηγάζουν σχεδόν αβίαστα από το ίδιο το περιβάλλον που τις γεννά.
Και στο Καστελλόριζο δε μπορείς παρά να νιώσεις πως πατάς σε ένα σημείο όπου συγκλίνει ο χρόνος και η γεωγραφία – αλλά και σαν την ίδια στιγμή να βρίσκεσαι έξω από τη ροή και των δύο. Η Ιστορία, τελικά, είναι πάντοτε παρούσα.