AARON EPSTEIN/NETFLIX

ΠΩΣ Η ΑΝΝΑ ΝΤΕΛΒΙ ΕΞΑΠΑΤΗΣΕ ΤΗΝ ΕΛΙΤ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΥΟΡΚΗΣ ΚΑΙ ΕΓΙΝΕ ΣΕΙΡΑ ΣΤΟ NETFLIX

Η μίνι σειρά Inventing Anna του Netflix μεταφέρει στην τηλεόραση μια αδιανόητη ιστορία απάτης στους ελίτ κύκλους της Νέας Υόρκης.

Η Άννα Ντέλβι τα είχε όλα, εκτός από λεφτά.

Μια νεαρή κοπέλα αγνώστου προέλευσης -τουλάχιστον στους ανθρώπους του κύκλου της στην υψηλή κοινωνία της Νέας Υόρκης-, με ακαθόριστη προφορά και μια αόριστη υπόσχεση εκατομμυρίων που κάποια μέρα θα την ακολουθούσαν, μπόρεσε να εξαπατήσει την ελίτ, να μπει σε κλειστούς κύκλους, να εξασφαλίσει μεγάλα δάνεια και λουσάτη ζωή, φτάνοντας ένα βήμα από το να κάνει το όνειρό της πραγματικότητα.

Να «εξαπατήσει». Ίσως αυτή δεν είναι η σωστή λέξη. Η Άννα Ντέλβι είπε πολλά ψέματα αλλά, όπως κατ’εξακολούθηση τονίζεται και στην τηλεοπτική μεταφορά της ιστορίας της, τα χρήματα που απέσπασε από φίλους και γνωστούς, τα προσέφεραν πάντοτε οι ίδιοι με τη δική τους θέληση. Πώς είναι δυνατόν να κατάφερε κάτι τέτοιο χωρίς να διαθέτει τίποτα στο όνομά της;

Το κατάφερε επειδή καταλάβαινε σε ένα βαθύτερο επίπεδο, πως μεγαλύτερη συναλλακτική αξία όλων είναι οι διασυνδέσεις, η ισχύς, το όραμα της επιτυχίας και της πρωτοπορίας – το νέο μεγάλο Αμερικάνικο Όνειρο δηλαδή.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ

Το εξώφυλλο του περιοδικού New York της 28ης Μαϊου 2018. Στους μικρούς τίτλους, πάνω αριστερά, διαβάζουμε για το θέμα The "It"-Girl Scam Artist.

Η ιστορία έγινε ευρύτερα γνωστή όταν το περιοδικό New York δημοσίευσε ένα αποκαλυπτικό άρθρο το 2018, αποτέλεσμα λεπτομερούς έρευνας, μελέτης δικαστικών στοιχείων (μιας κι η Άννα Σορόκιν -κι όχι Ντέλβι- ήταν πλέον κρατούμενη και κατηγορούμενη για τις απάτες της) αλλά και συνεντεύξεων με την ίδια και με πρόσωπα του κύκλου της.

Για την περίπτωση της Ντέλβι είχαν υπάρξει κάποιοι ψίθυροι στους νεοϋορκέζικους κύκλους καθώς και οι περιστασιακές ανησυχητικές ενδείξεις. Η Ντέλβι σκόρπαγε λεφτά με τον αέρα ενός ανθρώπου που είχε γεννηθεί στον πλούτο, με τη διαφορά πως στην πραγματικότητα δεν είχε σχεδόν τίποτα. Στο πολυτελές ξενοδοχείο 11 Howard εμφανίστηκε και έμεινε για εβδομάδες, δίνοντας τιπ των 100 δολαρίων για κάθε εξυπηρέτηση, αλλά αρνείτο να δώσει κάρτα στο ξενοδοχείο για να υπάρχει στο σύστημα. Η αίσθηση του ότι ήταν φτιαγμένη από χρήμα αρκούσε ώστε να κινείται για τόσο καιρό, δίχως όντως να πληρώνει.

Έγινε φίλη με influencers και entrepreneurs, με άτομα της νεοϋορκέζικης ελίτ, όπου κάθε άτομο τη σύστηνε στο επόμενο και κάπως έτσι μπήκε στα ακριβά σαλόνια, όπου συνήθως όλο και κάποιος (άλλος) θα πλήρωνε τον όποιον λογαριασμό, σχεδόν σαν δεύτερη σκέψη. Αν είσαι τόσο πλούσιος, το να πληρώσεις ένα πολυτελές γεύμα μπορεί να είναι σαν αντίστοιχο του να αφήνουμε τιπ φεύγοντας από ένα εστιατόριο: σε μια πολυμελή παρέα, ποτέ κανείς δεν προσέχει κάθε φορά ποιοι αφήνουν τιπ. Μικρά γράμματα.

Θα τύχαιναν φορές που η Άννα όμως έπρεπε να πληρώσει, αλλά καμία από τις (12!) κάρτες δεν είχε λεφτά μέσα. Υπήρχαν φορές που η, φερόμενη ως ζάπλουτη γερμανίδα γόνος, που υποτίθεται είχε στο όνομά της ένα μελλοντικό fund 60+ εκατομμυρίων, δεν μπορούσε να πληρώσει ένα απλό ταξί, ζητώντας από φίλους να το κάνουν. Ή περίοδοι εβδομάδων που κράσαρε σε καναπέδες γνωστών και φίλων (στο φόντο κάποιων επεισοδίων της σειράς οργανώνεται το θρυλικό πια Fyre Festival καθώς η Ντέλβι κοιμάται στο σπίτι του Μπίλι ΜακΦάρλαντ) δίχως φυσικά να πληρώνει νοίκι.

Κι αν τέτοια μικρά περιστατικά οι φίλοι της τα προσπερνούσαν (σε ποιον από εμάς δεν τύχει να ξεχαστούμε και να πάμε για καφέ χωρίς πορτοφόλι ή χωρίς λεφτά, ζητώντας από κάποιον να μας καλύψει;) τα προβλήματα άρχισαν στα αλήθεια να συσσωρεύονται όταν η Άννα έφτασε να κλειδώνεται έξω από τα μεγάλα ξενοδοχεία που, σταδιακά, συνειδητοποιούσαν πως οι τεράστιοι λογαριασμοί δεκάδων χιλιάδων δολαρίων δεν πρόκειται τελικά να αποπληρωθούν.

Μοιάζει απίστευτο ακόμα και το ότι έφτασε ως εκεί η υπόθεση, κι ακόμα πιο απίστευτο το ότι παραλίγο η Άννα να φτάσει στο endgame της. Δηλαδή την ίδρυση ενός αποκλειστικού πολύχώρου, στον οποίον είχαν ήδη εμπλακεί σημαντικά ονόματα, από τραπεζίτες μέχρι σχεδιαστές μιας και σταδιακά ο κύκλος της Ντέλβι άλλαξε κι οι influencers έδωσαν τη θέση τους σε επιχειρηματίες. Πώς διατηρήθηκε μια ψευδαίσθηση σε τέτοιο ακραίο σημείο; Εν μέρει επειδή κανείς δεν ήθελε να πιστέψει πως είχε κάνει λάθος, βάζοντας στον κύκλο του μια απατεώνισα.

Δεν ήταν όμως μόνο αυτό. Το άρθρο της Τζέσικα Πρέσλερ διαβάζεται απνευστί όχι μόνο ως μια χαρτογράφηση ενός παράλληλου σύμπαντος αλλά και ως ακολουθία γεγονότων τα οποία καταδεικνύουν το πώς η επιτυχία της Άννα ήταν πολυεπίπεδη: Το στυλ, το attitude, το όραμα, και οι διασυνδέσεις ως συνάλλαγμα. Τα πάντα στον σύγχρονο κόσμο μοιάζουν με έναν αγώνα για τον κάθε άνθρωπο, να βρει ή να φτιάξει έναν δικό του, προστατευμένο χώρο-σύμπαν. Η Ντέλβι αυτό ακριβώς έκανε.

«Λεφτά, ξερωγώ, υπάρχει ανεξάντλητο κεφάλαιο στον κόσμο, έτσι;», λέει η Άννα στο κλείσιμο του άρθρου της Πρέσλερ. «Αλλά υπάρχει περιορισμένη ποσότητα ανθρώπων που έχουν ταλέντο».

Η ΣΕΙΡΑ

Η ιστορία της Ντέλβι ήταν υπερβολικά ζουμερή για να μην μεταφερόταν στην τηλεόραση ή το σινεμά. Σε επίπεδο πλοκής έχεις διαρκείς στροφές και ανατροπές, με τη δράση να μεταπηδά διαρκώς από πρόσωπο σε πρόσωπο κι από τον έναν κοινωνικό κύκλο στον άλλον. Ταυτόχρονα, προσφέρει ένα συναρπαστικό πορτρέτο για το κυνήγι όχι του πλούτου, αλλά μιας δίψας βαθύτερης. Για μια ανάγκη κοινωνικής ανάβασης με απώτερο σκοπό τη δημιουργία ενός κόσμου καθ’ομοίωσιν, όχι ενός προσώπου αλλά ενός ιδανικού.

Στην διαδρομή, παρατηρούμε το πώς το να πιστεύει κανείς απόλυτα το όποιο παραμύθι πουλάει, το να δείχνει απόλυτη αφοσίωση στην ερμηνεία μιας περσόνας, καταλήγει σχεδόν ισοδύναμο με το να είναι αυτό που παρουσιάζει. Οπωσδήποτε, μια σκέψη πολύ γνώριμη και κοντινή στο πώς χτίζουμε και δημοσιοποιούμε τις όποιες περσόνες μας.

Τα δικαιώματα για την ιστορία της, η Ντέλβι τα πούλησε στο Netflix (και με τα χρήματα ξεπλήρωσε τους ανθρώπους που είχε εξαπατήσει) κι έφτασαν στην Σόντα Ράιμς, μια τηλεοπτική auteur που αν δεν είχε έτοιμη αυτή την ιστορία στη διάθεσή της, πιθανώς να την είχε εφεύρει σε κάποια από τις συναρπαστικά τραβηγμένες από τα μαλλιά σαπουνόπερές της. Η Ράιμς, της οποίας το Grey’s Anatomy συνεχίζει ακάθεκτο, δεν έχασε ποτέ το άγγιγμά της, είτε ως σεναριογράφος είτε ως παραγωγός – το Scandal ήταν η σαπουνόπερα ως πολιτικό θρίλερ, το How to Get Away with Murder ήταν η σαπουνόπερα ως δικηγορικό δράμα, το Bridgerton είναι η σαπουνόπερα ως αισθηματικό μυθιστόρημα εποχής. Το Inventing Anna είναι η σαπουνόπερα ως κοινωνικό expose.

Είναι ένα ενδιαφέρον ταίριασμα. Γιατί η Ράιμς ποτέ στην καριέρα της δεν έχει προσποιηθεί πρεστίζ, σίγουρα όχι με την μηχανική έννοια που πολλοί σύγχρονοι τηλεοπτικοί παραγωγοί το αντιλαμβάνονται: Αργόσυρτη τηλεόραση στατικών, συμμετρικών πλάνων, με ηθοποιούς που μιλούν μέσα από το στόμα τους κάτω από χαμηλούς φωτισμούς και πάνω από μια απειλητικών διαθέσεων, υπαινικτική μουσική επένδυση.

Η Ράιμς είναι… όχι όλα αυτά. Οι σειρές της κινούνται γρήγορα, είναι φτηνές με έναν αναπολογητικά απολαυστικό, «ας δούμε τι λένε τα εβδομαδιαία κουτσομπολιά» τρόπο, έχουν χαρακτήρες που μιλούν με ρυθμούς πολυβόλου αλλά με εντυπωσιακή αίσθηση ρυθμού και τονισμού συλλαβών, και τελικά πλοκή, μοτίβα και χαρακτήρες γίνονται ένα σε ένα εθιστικό μιξ. Βλέποντας το Inventing Anna (6 επεισόδια έγιναν διαθέσιμα για review, η σειρά θα αποτελείται από 10) δεν σκέφτεσαι πως παρακολουθείς μια ψευτο-κινηματογραφικής αισθητικής Βαριά Και Σκεπτόμενη σειρά πάνω σε κάτι βαθυστόχαστο, αλλά προς στιγμήν θα πιστέψεις πως στην επόμενη σκηνή θα μπει στο κάδρο η Ολίβια Πόουπ. (Η εμφάνιση πολλών σταθερών πρωταγωνιστών των Shondaland παραγωγών σίγουρα βοηθάει.)

Παράλληλα, η απόφαση με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχει να κάνει με την οπτική της αφήγησης. Η οποία ναι μεν προέρχεται σε ένα βαθύτερο επίπεδο από την ίδια την Ντέλβι, αλλά σε πρώτη φάση ανήκει στην δημοσιογράφο που έγραψε το άρθρο. (Στην σειρά ονομάζεται Βίβιαν και εργάζεται για κάποιο περιοδικό Manhattan αντί για New York.) Η ιστορία αναπτύσσεται παράλληλα με την έρευνα της Βίβιαν, με τα στοιχεία που ανακαλύπτει, με τις μαρτυρίες που αποσπά.

Την ακολουθούμε σε όλη αυτή τη λεπτομερή διαδικασία, με ένα επιπλέον επίπεδο δράματος να προκύπτει από την προσπάθειά της να αφήσει πίσω ένα καταστροφικό λάθος που παραλίγο να της κοστίσει την καριέρα της. Η Βίβιαν, την οποία παίζει η Αννα Κλάμσκι του Veep, εκπλήσσεται όπως κι εμείς, ενθουσιάζεται και απορεί ταυτόχρονα με εμάς, και αποτελεί ιδανική αφηγήτρια-συνοδοιπόρο, με τους βετεράνους ρεπόρτερ που την βοηθούν, να αποτελούν κάτι σε θεατρική χορωδία που σχολιάζει και επεμβαίνει.


Την ίδια την Ντέλβι παίζει η Τζούλια Γκάρνερ που ήδη μετρά δύο Έμμυ για την show-stealing ερμηνεία της ως Ρουθ Λάνγκμορ στο Ozark. Η Γκάρνερ, που μιλάει με μια κάπως αδιανόητη προφορά στο σόου, ταυτόχρονα αποξενωτική και απολαυστική, έχει την φυσική παρουσία και την αύρα που απαιτείται για έναν τέτοιο ρόλο – μοιάζει αινιγματική και απόμακρη την ίδια στιγμή που μια εσάνς μυστηρίου και σιγουριάς πάνω της σε προσκαλεί να την ακολουθήσεις σε κάθε παλαβό σχέδιο και ιδέα. Παίζει σαν διαρκώς να φυλάει ένα καλά κρυμμένο μυστικό το οποίο απλά θα σκάσεις αν δεν μάθεις.

Η σειρά είναι απολύτως γοητευμένη με την ηρωίδα της, στέκεται κάθε λίγα λεπτά να απορήσει -μέσω της χορωδίας την ρεπόρτερ- πώς στα κομμάτια κατάφερε το ένα, πώς κατάφερε το άλλο. Με τον ίδιο τρόπο, η ίδια η Ντέλβι επίσης μοιάζει να απορεί – πώς γίνεται όλο αυτό το σύστημα ισχύος να έχει στηθεί και να συντηρείται από ένα μάτσο ξεπερασμένους από τον κόσμο ανθρώπους, από «απλώς δυο γέρους», από ανθρώπους που δεν είναι ούτε τόσο διψασμένοι, ούτε τόσο έξυπνοι, ούτε φυσικά τόσο νέοι όσο η ίδια.

Η Γκάρνερ κρατά την τέλεια ερμηνευτική απόσταση ανάμεσα στο αινιγματικό, το εξωτικό και το αναγνωρίσιμο ώστε να δικαιολογεί τελικά την όλη προσέγγιση της ομάδας σεναριογράφων. Δηλαδή, το να κρατήσουν την Άννα ως ένα άλυτο μυστήριο, ως μια φιγούρα την οποία ποτέ δεν επιχειρούν να αποδομήσουν, παρά να την χρησιμοποιήσουν ως κάτι το οριακά εξωγήινο. Ως καταλύτη για να ειπωθεί μια ιστορία περί πλούτου, ισχύος και κλειστών ελίτ κύκλων, αλλά και για τη διαδικασία του να απλώνεις και να χαρτογραφείς ένα τέτοιο ιστό κομπίνας στην κομπίνα, διασύνδεση στη διασύνδεση. Σαν έγκλημα που στο κέντρο του έχει ένα τεράστιο ερωτηματικό.

Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

«Αυτό το μέρος δεν είναι και τόσο κακό στην πραγματικότητα», λέει η Άννα στην ρεπόρτερ του New York που την επισκέπτεται στις φυλακές Ράικερ. «Οι άνθρωποι νομίζουν πως είναι φρικτό, αλλά εγώ το βλέπω ως κοινωνιολογικό πείραμα».

Συνεπές. Για την Άννα Ντέλβι, γεννημένη Σορόκιν στην Ρωσία το 1991, που μετακόμισε στα 16 στη Γερμανία, και που τρύπωσε μες στις οικονομικές ελίτ της Νέας Υόρκης στα 25, την ώρα που οι γονείς της διατηρούν την ανωνυμία τους επειδή «στο χωριό που ζούνε, τα νέα για την Άννα δεν έχουν φτάσει ακόμα», φυσικά και όλο αυτό θα έμοιαζε με ένα κοινωνιολογικό πείραμα.

Η Πρέσλερ σημειώνει πως ενώ οι δολοφόνοι μοιάζουν να ενδιαφέρουν την Άννα περισσότερο, έχει εντοπίσει και μερικά άλλα κορίτσια που είναι επίσης στη φυλακή για οικονομικά εγκλήματα. «Είναι ένα κορίτσι, κλέβει διαρκώς τις ταυτότητες άλλων ανθρώπων», της λέει η Άννα Ντέλβι.

«Δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι ήταν τόσο εύκολο».

Η μίνι σειρά Inventing Anna στριμάρει στο Netflix

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα