ΠΟΣΟ “ΒΙΟΛΟΓΙΚΑ” ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΒΙΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ;
Το ερώτημα επανέρχεται στη σκιά σκανδάλων του εξωτερικού. Παράγοντες της ελληνικής αγοράς ωστόσο καθησυχάζουν και επιμένουν βιολογικά, αν και οι απόψεις σε κάποια θέματα διίστανται.
Ο Ράντι Κόνσταντ αυτοκτόνησε τον Αύγουστο του 2019, σε ηλικία 61 ετών. Βρέθηκε νεκρός, μέσα στο αυτοκίνητό του, στην πόλη Σιλικόθι του Μιζούρι. Δηλητηρίαση από μονοξείδιο του άνθρακα, από τα καυσαέρια δηλαδή από την εξάτμιση του αυτοκινήτου: η επίσημη αιτία θανάτου, σύμφωνα με τον ιατροδικαστή. Τραγικό τέλος για έναν επιχειρηματία που ήταν άλλοτε ένας από τους μεγαλύτερους εμπόρους «βιολογικών» προϊόντων στις ΗΠΑ.
Ο Ράντι Κόνσταντ αυτοκτόνησε λίγο προτού οδηγηθεί στη φυλακή. Δικαστήριο της Αϊόβα τον είχε καταδικάσει σε ποινή κάθειρξης 10 ετών και δύο μηνών για την εμπλοκή του σε άπατες ύψους εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων.
ΠΑΝΩ ΑΠΟ 142 ΕΚΑΤ. ΔΟΛ.
Από το 2010 έως και το 2017, ο Κόνσταντ πουλούσε (σε τιμή βιολογικών) σιτηρά (καλαμπόκι, σόγια κ.ά.) τα οποία παρουσίαζε μεν ως «βιολογικά» χωρίς όμως αυτά στην πραγματικότητα να είναι, εξαπατώντας έτσι τους κτηνοτρόφους πελάτες του και συνακόλουθα τους Αμερικανούς καταναλωτές. Με τα εν λόγω σιτηρά, βλέπετε, τραφήκαν μεταξύ άλλων και ζώα (κότες, βοοειδή) το κρέας, το γάλα και τα αυγά των οποίων εν συνεχεία πουλήθηκαν επίσης ως «βιολογικά».
Οι δικαστικές Αρχές των ΗΠΑ εκτιμούν πως τα ποσά από τις πωλήσεις των «μπασταρδεμένων» σιτηρών του Κόνσταντ ξεπερνούν σε σύνολο τα… 142 εκατομμύρια δολάρια.
Το ύψος της παράνομης μπίζνας που είχε στήσει ο Αμερικανός, μέσω της εταιρείας Jericho Solutions (δρώντας ο ίδιος ως διαχειριστής εκτάσεων αλλά και ως μεσάζων που παίρνει τις μη-βιολογικές εσοδείες παραγωγών και τις μεταπουλά ως «βιολογικές»), ήταν – με άλλα λόγια – κολοσσιαίο, όπως άλλωστε και το μέγεθος της απάτης.
Η «ΜΕΓΑΛΗ ΑΠΑΤΗ» ΣΤΙΣ ΗΠΑ
Ανατρέχοντας σε εκείνη την υπόθεση, το περιοδικό New Yorker μιλάει πλέον για «τη μεγάλη απάτη με τα βιολογικά τρόφιμα» («the great organic food fraud»), υπογραμμίζοντας ωστόσο και το εξής: πως «δεν υπάρχει τρόπος να επιβεβαιωθεί ότι μια καλλιέργεια καλλιεργήθηκε βιολογικά». Σημειωτέον πως μιλάμε για άρθρο με ημερομηνία δημοσίευσης την 8η Νοέμβριου του 2021. Ενώ και το – επίσης αμερικανικό – ειδησεογραφικό CNBC διερωτάτο σε παλαιότερο δημοσίευμά του εάν και κατά πόσο «το “βιολογικό” είνα πραγματικά βιολογικό;» («Is ‘organic’ really organic?»).
«Η βιολογική καλλιέργεια είναι μια γεωργική μέθοδος που αποσκοπεί στην παραγωγή τροφίμων με τη χρήση φυσικών ουσιών και διεργασιών», διαβάζουμε στον επίσημο ιστότοπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ΕΕ έχει πιο συγκεκριμένα εκδώσει και σειρά από «κανονισμούς σχετικά με την παραγωγή, τη διανομή και την εμπορία των βιολογικών προϊόντων», με κεντρικό σημείο αναφοράς τον 834/2007 της 28ης Ιουνίου του 2007 που «εξακολουθεί να ισχύει» και πλέον «συμπληρώνεται από εκτελεστικές πράξεις της Επιτροπής για την παραγωγή, τη διανομή και την εμπορία βιολογικών προϊόντων».
«Για την παραγωγή βιολογικών προϊόντων πρέπει να τηρούνται οι κανόνες βιολογικής γεωργίας», σημειώνει στο ίδιο πλαίσιο – εν είδει εισαγωγής – στην επίσημη ιστοσελίδα της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προτού παραθέσει εν συνεχεία μια μακρά σειρά από βασικές αρχές και ειδικές προϋποθέσεις η πλήρωση των οποίων αποτελεί προαπαιτούμενο προκειμένου να μπορεί κανείς να παρουσιάσει τα προϊόντα του ως «βιολογικά».
ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ
Ποιες είναι αυτές οι βασικές αρχές και προϋποθέσεις; Ενδεικτικά, σταχυολογούμε: ο περιορισμός της χρήσης χημικών λιπασμάτων, ζιζανιοκτόνων και παρασιτοκτόνων – η απαγόρευση της χρήσης ορμονών και ο περιορισμός, μόνο στις απολύτως απαραίτητες περιπτώσεις, της χρήσης αντιβιοτικών για την υγεία των ζώων – η χρήση εξ ολοκλήρου βιολογικών ζωοτροφών από όσους κτηνοτρόφους διαθέτουν τα προϊόντα τους στην αγορά ως βιολογικά – και άλλα πολλά τα οποία μπορεί να διαβάσει κανείς στον επίσημο ιστότοπο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπό την κατηγορία «Κανόνες Βιολογικής Παραγωγής», αλλά και στην ιστοσελίδα του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων υπό την κατηγορία «Βιολογική Γεωργία-Κτηνοτροφία».
Και ποιος ελέγχει εάν πληρούνται οι εν λόγω προϋποθέσεις; «Εάν επιθυμείτε να γίνετε παραγωγός βιολογικών προϊόντων», σύμφωνα με όσα αναγράφονται στον επίσημο ιστότοπο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, «θα πρέπει να λαμβάνετε πιστοποίηση μέσω φορέα ελέγχου» που «περιλαμβάνει ετήσια επιθεώρηση και σειρά ελέγχων για να εξασφαλιστεί ότι τηρείτε τους κανόνες βιολογικής παραγωγής».
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΕΛΕΓΧΟΥ ΚΑΙ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ
«Για να φέρει ένα προϊόν ενδείξεις με αναφορά στο βιολογικό τρόπο παραγωγής είναι απαραίτητο να ελέγχεται όλη η διαδικασία παρασκευής του και να πιστοποιείται το τελικό προϊόν από εγκεκριμένο Οργανισμό Ελέγχου και Πιστοποίησης», διαβάζουμε στο site της BIO Hellas, ενός από τους οργανισμούς που έχουν αναλάβει στην Ελλάδα ακριβώς αυτό το έργο, της πιστοποίησης δηλαδή του εάν και κατά πόσο μπορεί ένα προϊόν να θεωρηθεί βιολογικό ή όχι.
Σύμφωνα με όσα αναγράφονται στον ιστότοπο του Συλλόγου Βιοκαλλιεργητών Αγορών Αττικής, «στην Ελλάδα σήμερα λειτουργούν 15 φορείς πιστοποίησης βιολογικών προϊόντων», που έχουν εγκριθεί από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Σημειωτέον πως μιλάμε για ιδιωτικές εταιρείες την επίβλεψη των οποίων έχει αναλάβει ως αρμόδια αρχή εποπτείας ο Ελληνικός Γεωργικός Οργανισμός (ΕΛΓΟ) «ΔΗΜΗΤΡΑ», νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου το οποίο με τη σειρά του εποπτεύεται από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
ΚΑΝΟΝΕΣ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΜΕΝ… ΑΛΛΑ
«Μέχρι εδώ όλα καλά», θα μπορούσε να πει κανείς. Κανόνες υπάρχουν, ενώ υπάρχουν και φορείς που ελέγχουν εάν και κατά πόσο τηρούνται αυτοί οι κανόνες.
Πίσω στις ΗΠΑ ωστόσο, και με σημείο αναφοράς πάντοτε την υπόθεση του Ράντι Κόνσταντ και της Jericho Solutions, το – κατά κοινή ομολογία έγκυρο – New Yorker φέρνει στο φως μια κάπως διαφορετική, λιγότερο «αγνή», εικόνα της αγοράς των βιολογικών προϊόντων.
Κανόνες υπάρχουν μεν, ναι, πλην όμως ενίοτε κάμπτονται, όπως υποστηρίζει το αμερικανικό έντυπο αναφερόμενο στην αγορά των ΗΠΑ, ενώ έχει παρατηρηθεί στο παρελθόν και το φαινόμενο ιδιωτικές εταιρείες πιστοποίησης να «τα κάνουν πλακάκια» με τους παραγωγούς από τους οποίους πληρώνονται, κάνοντας σε κάποιες περιπτώσεις «τα στραβά μάτια» προκειμένου να μην χάσουν τον πελάτη.
Άνθρωποι που μίλησαν στο Magazine υπό καθεστώς ανωνυμίας, και δραστηριοποιούνται στην ελληνική αγορά των βιολογικών, υποστηρίζουν πως και στην Ελλάδα έχουν παρατηρηθεί τέτοια φαινόμενα, με πρωταρχική ευθύνη προφανώς του εκάστοτε παρανομούντος παραγωγού αλλά ενίοτε και με τη διακριτική ανοχή του όποιου εκάστοτε οργανισμού πιστοποίησης.
Εάν οι έλεγχοι γίνονται πάντοτε με ραντεβού, συχνά κανονισμένο καιρό πριν, τότε και ο παραγωγός έχει σε έναν βαθμό το περιθώριο να… προετοιμάσει όσα θέλει να ελεγχθούν ή να αποκρύψει όσα δεν θέλει (όχι απόλυτα βέβαια, καθώς είναι πολλά εκείνα που δεν κρύβονται όταν μιλάμε για καλλιέργειες, ειδικά εάν αποφασίσει κάποιος να τις ελέγξει ενδελεχώς).
Ενώ και οι αιφνιδιαστικοί έλεγχοι λέγεται πως έχει συμβεί σε κάποιες περιπτώσεις είτε να σπανίζουν είτε να μην είναι και τόσο αιφνιδιαστικοί, καθώς προηγείται ειδοποίηση ημερών (αν και πρέπει να σημειωθεί πως ολίγες ημέρες δεν είναι ικανό διάστημα για να αλλάξουν τα δεδομένα σε μια καλλιέργεια).
Από εκεί και πέρα, υπάρχει και το ενδεχόμενο κάποιοι υπάλληλοι απλώς να μην κάνουν καλά τη δουλειά τους, ή ακόμη και να «κάνουν τα στραβά μάτια» για να μην χάσουν τον πελάτη. Υπενθυμίζεται άλλωστε πως οι φορείς πιστοποίησης πληρώνονται από όσους θέλουν να… πιστοποιηθούν.
«ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΤΑ ΣΤΡΑΒΑ ΜΑΤΙΑ»
«Δεν μπορείς να κάνεις τα στραβά μάτια. Από την ώρα που μπαίνει και το δικό σου όνομα πάνω και έχεις ένα τυποποιημένο προϊόν, ανά πάσα στιγμή μπορεί να δημιουργηθεί θέμα», δηλώνει στο Magazine ο Αλέξανδρος Παριανός, γενικός διευθυντής του οργανισμού ελέγχου και πιστοποίησης GMCert και πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φορέων Πιστοποίησης Βιολογικών Προϊόντων. «Δεν μπορείς να κάνεις τα στραβά μάτια. Εάν δημιουργηθεί θέμα με κάποιο πιστοποιητικό, τότε επεμβαίνει η Ευρωπαϊκή Ένωση και μπορεί να γίνει ανάκληση του προϊόντος από όπου εκείνο έχει φτάσει. Τα οικονομικά νούμερα μετά είναι τεράστια. Οι ζημιές που μπορεί να καταλογίσει κάποιος σε κάποιον άλλο ξεφεύγουν», συνεχίζει ο ίδιος, μιλώντας στο News247.
«Θα συνέφερε έναν φορέα να βγάλει στη σέντρα κάποιον πελάτη του;» ρωτάμε την κυρία Μαρία Χατζηδάκη, γενική διευθύντρια του οργανισμού πιστοποίησης IRIS και γραμματέα της Πανελλήνιας Ένωσης Φορέων Πιστοποίησης Βιολογικών Προϊόντων. «Βεβαίως και τον συμφέρει τον φορέα γιατί εκτίθεται το όνομά του και το κύρος του. Για ένα κούτελο ζούμε οι φορείς πιστοποίησης, για το σήμα μας. Γιατί να διακυβεύσει κανείς το κύρος του και το όνομά του για τον “α” ή τον “β” πελάτη;», μας απαντά η ίδια και συνεχίζει: «Όποιος δεν είναι “κύριος” θα το βρει μπροστά του. Εάν δεν σε τσακώσει ο φορέας πιστοποίησης, θα σε τσακώσει ο έμπορος, θα σε τσακώσει κάποιος άλλος».
«Τα βιολογικά προϊόντα είναι τα κατεξοχήν ελεγμένα αγροτικά προϊόντα», δηλώνει η κα. Χατζηδάκη και συνεχίζει: «Μιλάμε για το πλέον ελεγμένο σύστημα αγροτικής παραγωγής. Ποιο άλλο προϊόν ελέγχεται τόσο πολύ όσο τα βιολογικά, εάν σκεφτούμε ότι κάθε χρόνο γίνεται τουλάχιστον ένας – εάν όχι παραπάνω – πλήρης έλεγχος στην μονάδα του παραγωγού, ενώ προβλέπονται βάσει κοινοτικής νομοθεσίας και αιφνιδιαστικές επισκέψεις. Αυτό που θα πάει στο ράφι να είστε όλοι απολύτως σίγουροι ότι είναι 100% εντάξει.»
«Οι πιστοποιητικοί οργανισμοί, από την ώρα που βάζουν τον κωδικό τους ή το σήμα του επάνω στα προϊόντα, τα προϊόντα εκείνα είναι ασφαλή όσον αφορά στη βιολογικότητά τους.Ό,τι βγαίνει σαν τυποποιημένο προϊόν και κυκλοφορεί στην αγορά συσκευασμένο με κάποια ετικέτα επάνω, αυτό είναι ασφαλές», σημειώνει από την πλευρά του ο κ. Αλέξανδρος Παριανός, γενικός διευθυντής του GMCert και πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φορέων Πιστοποίησης Βιολογικών Προϊόντων.
ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΧΩΡΑΦΙ, ΟΧΙ ΤΟΝ ΠΑΓΚΟ
Τι γίνεται όμως με τα βιολογικά προϊόντα που δεν είναι τυποποιημένα; «Στις βιολογικές (σ.σ. λαϊκές) αγορές δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι όλα τα προϊόντα είναι απόλυτα ασφαλή (σ.σ. ως προς τη βιολογικότητά τους), γιατί ο έλεγχος ο δικός μας δεν προχωράει μέχρι τη βιολογική αγορά. Εμείς πιστοποιούμε τους παραγωγούς που πουλάνε στις βιολογικές αγορές αλλά το προϊόν δεν μπορούμε να το ελέγξουμε απόλυτα πέρα από το χωράφι. Εμείς ελέγχουμε μέχρι και το χωράφι. Από εκεί και πέρα, είναι στη δικαιοδοσία του κάθε παραγωγού, που ο ίδιος κόβει δελτία αποστολής κλπ.», δηλώνει ο κ. Παριανός. «Το προϊόν, από τη στιγμή που είναι ασυσκεύαστο και η διακίνησή του μη-ελεγχόμενη, δεν μπορώ να σου πω ότι είναι απόλυτα ασφαλές (σ.σ. ως προς τη βιολογικότητά του)», συνεχίζει ο ίδιος, υπογραμμίζοντας ωστόσο πως πλέον υπάρχει και «νέα νομοθεσία» στη βάση της οποίας οι ίδιες οι βιολογικές αγορές αναλαμβάνουν τον αυτοέλεγχό τους με τις δικές τους δομές και τους δικούς τους γεωπόνους.
Βάσει του ρεπορτάζ που έκανε το Magazine για το συγκεκριμένο θέμα, οι απόψεις ωστόσο φαίνεται να διίστανται σε κάποια σημεία. Λέγεται, για παράδειγμα, πως οι ιδιωτικοί φορείς πιστοποίησης βιολογικών προϊόντων δεν έχουν τη δικαιοδοσία να προχωρούν σε αιφνιδιαστικούς ελέγχους στις λαϊκές αγορές με τα βιολογικά (κατά άλλους έχουν)… αν και έχει συμβεί σε κάποιες περιπτώσεις όντως να κάνουν τέτοιους ελέγχους, ενώ διαφωνίες ή διιστάμενες απόψεις (νομικού χαρακτήρα, κάποιες εξ αυτών) υπάρχουν (ή τουλάχιστον υπήρχαν) και ως προς τη δικαιοδοσία που έχουν οι ίδιες οι βιολογικές λαϊκές αγορές στο να αυτοελέγχονται και να ελέγχουν τα μέλη τους.
ΛΑΪΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ ΚΑΙ ΑΥΤΟΕΛΕΓΧΟΣ
Ο γραμματέας του Συλλόγου Βιοκαλλιεργητών Αγορών Αττικής, Νικόλαος Τσιμόπουλος, με τον οποίο ήρθε σε επικοινωνία το Magazine, βλέπει, πάντως, την κατάσταση ως προς τον αυτοέλεγχο των λαϊκών αγορών με τα βιολογικά στην Αττική να βελτιώνεται σημαντικά, επικαλούμενος ο ίδιος μεταξύ άλλων και την 1978/157498/28-6-2019 Κοινή Υπουργική Απόφαση για τις «Αγορές παραγωγών βιολογικών προϊόντων», τη δημοσιευθείσα στο ΦΕΚ 2710 της 2ας Ιουλίου του 2019.
«Στο κάθε κοινωνικό σύνολο θα έχεις και έναν εξυπνούλη που νομίζει ότι δεν έχουμε τη δικαιοδοσία ελέγχων. Είμαστε στα δικαστήρια με κάποιους. Εμείς βλέπαμε καθημερινά τον κάθε πάγκο. Υπήρξαν περιπτώσεις που είχαμε μια πληροφορία ή που κάτι δεν μας πήγαινε καλά ή περιπτώσεις στις οποίες οι ποσότητες που πουλούσε ένας συνάδελφος δεν ήταν σύμφωνες με τη δήλωση καλλιέργειας. Δεν γίνεται να έχεις δηλώσει ότι έχεις δύο στρέμματα σπανάκια και με δύο στρέμματα σπανάκια να σε καμαρώνουμε να πουλάς σπανάκια όλο τον χειμώνα. Αυτό είναι ένδειξη ότι είναι αγοραστά, ότι είναι εμπορικά, ότι δεν είναι δηλωθείσες καλλιέργειες», σημειώνει ο κ. Τσιμόπουλος με το βλέμμα στο παρελθόν, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι πλέον, καθώς οι βιολογικές λαϊκές αγορές της Αττικής περνούν υπό την ομπρέλα του νέου «Αυτοδιαχειριζόμενου Φορέα» που προήλθε μέσα από τις τάξεις του Συλλόγου Βιοκαλλιεργητών Αγορών Αττικής, παράλληλα ενισχύονται και οι έλεγχοι.
«Όταν είχαμε μόνο τον Σύλλογο δεν είχαμε την απόλυτη δικαιοδοσία ελέγχων. Τώρα όμως τα πράγματα αλλάζουν με τον Αυτοδιαχειριζόμενο Φορέα. Η κατάσταση σήμερα είναι καλή, διότι στις έντεκα ή δώδεκα κρυφές χημικές αναλύσεις που κάναμε, ήταν όλα μηδέν. Υπάρχουν και φανερές χημικές αναλύσεις που γίνονται με τον γεωπόνο. Έχουμε γεωπόνο στον Αυτοδιαχειριζόμενο Φορέα πλέον, με τον οποίο τσεκάρουμε και τα δελτία αποστολής, εάν συνάδουν με αυτά που είναι στο αυτοκίνητο και στον πάγκο, και έχουμε τη δικαιοδοσία δειγματοληψίας», δηλώνει ο κ. Τσιμόπουλος, υπογραμμίζοντας ότι δικαιοδοσία ξαφνικών δειγματοληψιών στις λαϊκές έχουν και άλλοι φορείς, κρατικοί και όχι μόνο.
«ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΕΣ» ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ
Μέσα σε όλο αυτό το πλαίσιο ωστόσο, υπάρχουν και κάποιοι πιο «ρομαντικοί» που μίλησαν στο Magazine εκφράζοντας άλλες… «ιδεολογικού» τύπου ενστάσεις. Ενστάσεις απέναντι σε αυτό που οι ίδιοι βλέπουν ως τάση «εντατικοποίησης» των βιοκαλλιεργειών μέσα σε μια πλέον ολοένα «ανταγωνιστικότερη», πιο «συγκεντρωτική» και λιγότερο «ήπια» αγορά βιολογικών προϊόντων, που διερωτώνται εάν συνεχίζει να συνάδει με τις αρχές της υγείας, της οικολογίας, της ισονομίας και της φροντίδας όπως εκείνες έχουν διατυπωθεί από την Παγκόσµια Οµοσπονδία Οργανώσεων για την Οικολογική Γεωργία (IFOAM).
Κατά τα λοιπά, κάποιοι σχολιάζουν – με μια δόση σαρκασμού – ότι πλέον δεν υπάρχει λόγος να συζητάμε για ζιζανιοκτόνα ή παρασιτοκτόνα ή άλλου τύπου φυτοφάρμακα… καθώς όλα αυτά βγαίνουν πια και σε «βιολογικές» εκδόσεις. Υπερβολικός ο σαρκασμός; Ενδεχομένως.
Ακόμη και εκείνοι που σαρκάζουν ωστόσο, το κάνουν από σκοπιά υπεράσπισης, κι όχι αποδόμησης, των βιολογικών καλλιεργειών.