ΣΤΟΝ ΘΡΟΝΟ ΤΟΥ ΞΕΡΞΗ: Η ΕΥΗ ΚΑΛΟΓΗΡΟΠΟΥΛΟΥ ΓΥΡΙΣΕ ΜΙΑ ΤΑΙΝΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ ΜΑΖΩΝΑΚΗ ΚΑΙ ΠΗΡΕ ΒΡΑΒΕΙΟ ΣΤΙΣ ΚΑΝΝΕΣ
Η δημιουργός μας μιλά στις Κάννες λίγο μετά τη βράβευση της ταινίας Στον Θρόνο του Ξέρξη στην Εβδομάδα Κριτικής.
Στην αρχή ήταν απλώς μια απαγόρευση, αλλά στην πορεία το συνηθίσαμε. Έτσι πάνε συνήθως αυτά. Και, στη νέα της μικρού μήκους ταινία, η Εύη Καλογηροπούλου εστιάζει σε αυτή ακριβώς την αίσθηση που –εκτός από κατεξοχήν κινηματογραφική– είναι κι εκείνη που είμαστε στα πρόθυρα να (ξε)χάσουμε. To άγγιγμα. Και τα σώματα γύρω από αυτό.
Η ταινία “Στον Θρόνο του Ξέρξη”, βρέθηκε στο Διαγωνιστικό τμήμα της Εβδομάδας Κριτικής του 75ου Φεστιβάλ Καννών. Η μικρού μήκους ταινία, σε ανάθεση του Onassis Culture, συνέχισε το εντυπωσιακό σερί διακρίσεων των ελληνικών ταινιών στα κινηματογραφικά φεστιβάλ του εξωτερικού αποσπώντας το βραβείο που απονέμει το Canal+ για Καλύτερη Ταινία Μικρού Μήκους στο συγκεκριμένο τμήμα. Μια διάκριση που έρχεται μόλις δύο χρόνια μετά την επιλογή του ντεμπούτου της Καλογηροπούλου, το Motorway 65, να λάβει μέρος στο επίσημο Διαγωνιστικό Τμήμα του Φεστιβάλ Καννών 2020. Τη χρονιά της πανδημίας, που οι Κάννες δεν έγιναν, δηλαδή– εκτός από το διαγωνιστικό μικρού μήκους.
Φέτος το Φεστιβάλ διεξήχθη ξανά, στην κανονική του χρονική περίοδο και στο κανονικό του μέγεθος, για πρώτη φορά εδώ και τρία χρόνια. Κι αυτή τη φορά η Εύη ήταν ξανά εκεί με μια ταινία της, φέρνοντας και εκλεκτή παρέα μάλιστα: Πρωταγωνιστής του φιλμ Στον Θρόνο του Ξέρξη, είναι ο Γιώργος Μαζωνάκης, που φυσικά βρέθηκε και στην Κρουαζέτ.
«ΜΕ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΙ Η ΤΡΥΦΕΡΟΤΗΤΑ, Η ΕΠΙΘΥΜΙΑ, Ο ΑΙΣΘΗΣΙΑΣΜΟΣ»
Το σκηνικό της ταινίας τοποθετείται στα ναυπηγεία του Περάματος, φωτογραφημένα σαν μια εργασιακή δυστοπία όπου κάθε ένστικτο, κάθε επιθυμία και κάθε σκέψη κατάργησης των δεσμών, λες και καταπνίγεται. Η χρόνια απαγόρευση της σωματικής επαφής έχει μετατρέψει τις ανθρώπινες αλληλεπιδράσεις σε κάτι το απόκοσμο, όλα τα κορμιά είναι σα να εκπέμπουν. Ιδρώτα, ενέργεια, αγωνία για κάτι αληθινό. Και επιθυμία. Πάνω από όλα, επιθυμία.
«Με ενδιαφέρει πολύ η τρυφερότητα, η επιθυμία, ο αισθησιασμός», λέει η Εύη Καλογηροπούλου, που και για τη νέα της μικρού μήκους ταινία βρίσκεται πάλι στις Κάννες. «Πάντα θα έχω εκεί μια ιστορία αγάπης η οποία έχει εμπόδια αλλά έχει να κάνει και με το φύλο. Γενικότερα με τη σεξουαλικότητα, την ανοικτότητα, και κάτι πιο αισθησιακό. Ακόμα και σε περιβάλλοντα που δεν είναι συνδεδεμένα με αυτές τις έννοιες σε πρώτο επίπεδο– όπως ένας χώρος εργασίας ας πούμε», εξηγεί.
Η ταινία, σε αφήγηση του Γιώργου Μαζωνάκη, ακολουθεί τον παλαιότερο εργάτη στο ναυπηγείο καθώς κινείται μέσα σε ένα δυστοπικό σκηνικό ακινησίας, καταπίεσης και επαναληπτικότητας, όπου τον ρόλο ζητούν διακαώς τα ίδια τα σώματα. Ο Γιώργος μια φορά το μήνα οδηγά από το Πέραμα, απέναντι στη Σαλαμίνα. Τι είναι αυτό που περιμένει; Τι είναι αυτό που επιθυμεί;
Κι αν απορείτε πώς βρέθηκε ο Γιώργος Μαζωνάκης μέσα σε ένα πρότζεκτ που έφτασε ως τις Κάννες, τότε η αλήθεια είναι κάπως ανατρεπτική: Στην πραγματικότητα, ήταν εκεί από την αρχή. «Το πρώτο στοιχείο για αυτό το commission από το Onassis, ήταν ο Γιώργος», μας εξηγεί η Καλογηροπούλου. «Η Αφροδίτη [σσ. Παναγιωτάκου, Διευθύντρια Πολιτισμού του Ιδρύματος Ωνάση] ήθελε να κάνω κάτι με τον Γιώργο. Και ήμουν πλήρως ελεύθερη δημιουργικά, να κάνω ό,τι θέλω».
Κι εγένετο, Πέραμα.
«ΜΟΥ ΦΑΝΗΚΕ ΚΑΠΩΣ SCI-FI»
«Για να κάνω κάτι με τον Γιώργο έπρεπε να μάθω πράγματα πέρα από αυτά που ξέρουμε για το παρελθόν του. Ο Γιώργος είναι από το Πέραμα κι ο πατέρας του έχει καρνάγιο. Οπότε όπως έκανα κι ως εικαστικός, έτσι κι εδώ ερεύνησα το θέμα», εξηγεί τη διαδικασία η σκηνοθέτης. «Έτσι όπως περιπλανιόμουν στο Πέραμα με τον Τελτζίδη [σσ. Γιώργος Τελτζίδης, σεναριογράφος της ταινίας], είδαμε ένα καρνάγιο που φάνηκε αρκετά ενδιαφέρον. Γιατί είχε τα πιο κλασάτα κότερα που δεν τα έχουμε τόσο οικεία στο μάτι εμείς. Μου φάνηκε κάπως sci-fi».
Η Καλογηροπούλου λέει πως αυτές οι εικόνες, έτσι όπως έβλεπε το πλοίο κι από πίσω το Πέραμα, της έφεραν κάποιες παλιές ελληνικές ταινίες στο μυαλό. «Στο μυαλό μου έβλεπα την Ευδοκία εκεί, πίσω στο βουνό. Αλλά ακόμα και Γοργόνες και Μάγκες μου έρχονταν. Και λέω, γιατί να μην κάνω κάτι εκεί;»
Ψάχνοντας στο ρεπεράζ, επισκέφθηκε πολλούς τέτοιους χώρους. Ένιωθε, λέει, τις ματιές πάνω της. «Έβλεπα τους εργάτες, γυμνούς στο πάνω μέρος του σώματος, καθώς περνάει μια γυναίκα και κοιτάζονται όλοι μεταξύ τους. Αυτό είναι το ετεροκανονικό. Τι θα γινόταν όμως αν εκφραζόταν η όποια επιθυμία μέσα από αυτό το αρρενωπό περιβάλλον; Έχουν μεγάλο ενδιαφέρον οι κινήσεις που κάνουν μεταξύ τους. Μου είχε φανεί ενδιαφέρον σαν χορογραφία. Όλα γυαλίζουν, υπάρχουν αντανακλάσεις».
Τα σώματα που εκπέμπουν, που λέγαμε.
Και πώς μέσα από τα σώματα μπορείς να μιλήσει από την επιθυμία και τον αισθησιασμό, μέχρι την καταπίεση, την εργασιακή δυστοπία, τον αποχωρισμό από τα πάντα– από ό,τι μας δίνει ελπίδα, ή από ό,τι μας κρατά δέσμιους.
«Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΛΕΙΝΕΙ ΤΟ ΜΑΤΙ ΣΕ ΟΛΑ ΑΥΤΑ»
«Με τον Γιώργο ήθελα να κάνω κάτι που έχει να κάνει με την ταυτότητα, αλλά όχι εντελώς ευθύ, ήθελα να κάνω κάτι που να είναι ανοιχτό. Όπως είναι κι ο Γιώργος εξάλλου», λέει η Καλογηροπούλου. «Ο Γιώργος κλείνει το μάτι σε όλα αυτά. Στο gender, στη σεξουαλικότητα. Μου αρέσει το ότι διατηρεί έναν ανοιχτό διάλογο. Και σε σχέση με άλλους αυτού του μουσικού χώρου, έχει σπάσει πιο πολύ τα αυγά, σε αυτό το θέμα».
«Με ενδιαφέρει το σινεμά που κάνω, αλλά και σαν άνθρωπος γενικά, και στα εικαστικά, να έχει σχέση με αυτό που είμαι, με αυτό που θα πω. Είναι σημαντικό αυτό που δημιουργείς να το στηρίζεις κάπως στη ζωή σου γενικά», εξηγεί υπογραμμίζοντας πως ποτέ δεν κοίταξε το περιεχόμενο και τους ήρωες του φιλμ της σαν κάτι το εξωτικό. «Όταν κάνω τους εργάτες ωραίους στα μάτια των άλλων, δεν τους εξωτικοποιώ, ούτε τους αντικειμενοποιώ».
Θυμάται την μέρα που γνωρίστηκε με τον Μαζωνάκη και βρέθηκαν σε ένα μαγαζί ωστε να γνωριστούν, να ανακαλύψουν αυτά τελοσπάντων τα παράλληλα βιώματα που θα έκαναν την ταινία αληθινή. «Πρώτη μέρα που γνωριστήκαμε ήμασταν σε ένα μαγαζί και παίζαμε μεταξύ μας beef, εγώ Άνω Καλαμάκι εκείνος Νίκαια. Είναι πιο μεγάλος αλλά τα βρήκαμε γιατί είχαμε πολλές κοινές αναφορές», θυμάται και εμφανέστατα διασκεδάζει.
«Οπότε ο Γιώργος αυτό εμπιστεύτηκε σε μένα κι εγώ σε αυτόν, ότι έχουμε μια κοινή γλώσσα και υπάρχει μόνο σεβασμός και ειλικρίνεια». Η ειλικρίνεια είναι κομβική στην συνεργασία τους, λέει. «Με τον Γιώργο πρέπει να είσαι ειλικρινής. Θα τους πεις, Κοίτα, θα γίνει αυτό και δεν ξέρουμε μετά. Όσο ειλικρινής είσαι, αυτό αγοράζει ο Γιώργος. Άμα το κάνεις αυτό, είσαι εντάξει μαζί του. Γιατί είναι πολύ γλυκός. Κι έχει πολύ καλή καρδιά», καταλήγει χαμογελώντας η δημιουργός της ταινίας. (Ο Γιώργος έκλαψε όταν η ταινία κέρδισε το βραβείο, μας λέει αργότερα σαν κάπως συγκινημένη κι η ίδια.)
«Η παρουσία του Γιώργου έχει κάτι από Μίκι Ρουρκ. Είναι ελκυστικός με έναν ‘90s τρόπο. Ειδικά στα βραδινά πλάνα. Έχει μια παλιά open μαγκιά», λέει καθώς προσπαθούμε να προσδιορίσουμε πού ακριβώς έγκειται αυτή η περίεργη, μοναδική του παρουσία– και το πόσο κινηματογραφικά γράφει. «Κι ο Γιώργος είναι από τους τελευταίους πιο old school, το “λαϊκό παιδί” όπως ξεκίνησε. Τώρα είναι διαφορετικοί νομίζω… κάπως όλοι μοιάζουν», συνεχίζει η Καλογεροπούλου καθώς γελάμε. «Και δεν έχουν το ρεπερτόριο που έχει ο Γιώργος. Τώρα είναι περισσότερο στα media, έχουν να κάνουν με την εικόνα. Ο Γιώργος ήταν περσόνα, αλλά αυτό πήγαινε μαζί με τα τραγούδια του».
Το φιλμ παρακολουθεί αυτό τον χώρο και τους εργάτες, χτισμένο πάνω σε μια αφήγηση από τον Μαζωνάκη. «Είναι η φωνή του Γιώργου βαριά κι έχει ενδιαφέρον να την ακούς εκεί, μαζί με τους γλάρους. Γιατί είναι αληθινή», εξηγεί αυτή την επιλογή η δημιουργός. «Περπατάγαμε εκεί κι ο Γιώργος έλεγε “να, εδώ μένει η θεία μου”. Ακόμα εκεί μένει το σόι του». (Στα γυρίσματα, όποτε έλεγαν στους ανθρώπους στα κότερα τι γυρίζουν, όλοι έλεγαν «φιλιά στον Γιωργάρα!». Λέει, «ήταν ένα περιβάλλον που τον γνώριζαν τον Γιώργο, από το παρελθόν. Προέκυψε πολύ ζωτικά όλο αυτό».) Καταλήγει πως «μου φάνηκε ότι έχει κάτι βαρύ αλλά που συνάμα σου κλείνει το μάτι. Θα περπατήσει βαριά, αλλά έχει και μια τσαχπινιά. Θα κοιτάξει κάποιον. Είτε γυναίκα είτε άντρα».
«Ήθελα επομένως να κάνω κάτι τρυφερό, και κάτι που θα ήθελες να το βλέπεις και να αισθάνεσαι αισθησιασμό, αλλά όχι ευθύ. Και με αυτές τις αναφορές, τις πιο παλιές ταινίες». Αλλά και μια ταινία με πολλούς καλλιτεχνικούς κόσμους που έρχονται μαζί: Την Άντζελα Μπρούσκου, το Νέγρο του Μοριά, τη Μυρτώ Κοντονή, μεταξύ άλλων. «Μάζεψα τις Spice Girls», λέει γελώντας. «Με ενδιαφέρει πολύ αυτό το πάντρεμα». Θυμάται αυτή τη φανταστική διασκευή του Ανήκω Σε Μένα από Kid Moxie που ακούγεται στην ταινία. «Κάπως… πώς θα ήταν ο Γιώργος στον κόσμο του Drive; Αλλά στην Ελλάδα;»
ΑΠΟ ΤΟ MOTORWAY 65 ΣΤΟΝ ΘΡΟΝΟ ΤΟΥ ΞΕΡΞΗ
Πριν δύο χρόνια, το πρώτο φιλμ της Καλογηροπούλου βρέθηκε στις κατά τα άλλα ακυρωμένες Κάννες του 2020, στο Επίσημο Διαγωνιστικό. «Με το Motorway 65 ήμασταν μόνο εμείς στις Κάννες» λέει και σα να προλαβαίνει την επόμενη σκέψη και ερώτησή μας πριν καν γίνει λέξεις, αποκρίνεται, «Εντάξει δεν πειράζει! Στο επίσημο πρόγραμμα ήμουνα! Κι ας ήμασταν μόνοι μας. Εδώ, με πέντε άτομα στο κόκκινο χαλί να ανεβοκατεβαίνουμε τις σκάλες», θυμάται και γελάμε.
Η ίδια, αν και εικαστικός και video artist, από μικρή ήθελε να κάνει δικές της ταινίες. «Έβλεπα με τον πατέρα μου ταινίες στο Άστυ. Πάντα το ήθελα», θυμάται. «Αλλά δεν είχα ατζέντη. Κι όταν με πήραν στις Κάννες… το πιστεύεις;», ρωτάει σαν ακόμα να το επεξεργάζεται κι η ίδια. «Απλά με πήρανε μια μέρα τηλέφωνο! Που αυτό δείχνει ότι κοιτάνε τις ταινίες. Όλες».
Φέτος υπήρχε ήδη η πείρα, και υπήρξε κι ένα βραβείο. Μετά όμως τον Θρόνο Του Ξέρξη, τι; Η Καλογηροπούλου μας λέει πως ετοιμάζει την πρώτη μεγάλου μήκους της, για την οποία τώρα δουλεύει το σενάριο. «Θα ήθελα του χρόνου να κάνω γυρίσματα γιατί έχει να κάνει με το momentum».
«Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα», ομολογεί. «Αλλά είναι ένα βήμα που θέλω να κάνω γρήγορα. Γιατί πρέπει να το δοκιμάσω, και να ξέρω αν το έχω. Μπορεί να πρέπει να γυρίσω στα οικονομικά!», λέει γελώντας. «Είναι καλό να δοκιμάζεσαι».
*Η ταινία Στον Θρόνο του Ξέρξη της Εύης Καλογηροπούλου, μια ανάθεση του Onassis Culture, προβλήθηκε στο 75ο Φεστιβάλ Καννών. Το Φεστιβάλ διεξάγεται 17-28 Μαϊου.