ΤΑΝΙΑ ΤΣΑΝΑΚΛΙΔΟΥ: “ΕΙΜΑΙ ΟΡΓΙΣΜΕΝΗ. ΧΕΙΡΟΤΕΡΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΩΡΙΝΗ, ΔΕΝ ΕΙΧΑΜΕ ΠΟΤΕ”
Ένα ζεστό μεσημέρι Σεπτεμβρίου συναντήσαμε την ερμηνεύτρια στο διαμερισμά της στο Παγκράτι.
Το ραντεβού με την Τάνια Τσανακλίδου κλείστηκε ένα μεσημέρι του Σεπτεμβρίου στο σπίτι της στο Παγκράτι. Ο στίχος από το τραγούδι “Νεράιδα” του Μάλαμα, πρόχειρα γραμμένος σαν σύνθημα στην πυλωτή της πολυκατοικίας της με έκανε να χαμογελάσω αυτόματα: “Είσαι η νεράιδα της αυγής, η πιο όμορφη της γης”. Τι πιο τρυφερή φράση λίγο πριν μπω στο διαμέρισμα μιας σπουδαίας ερμηνεύτριας, που η καριέρα της κρύβει πολλή μαγεία, ενσυναίσθηση και ομορφιά.
Με πλατύ χαμόγελο και τα ζωηρά σκυλάκια της να δίνουν τον ρυθμό, μας υποδέχτηκε σε ένα διαμέρισμα που σφύζει από καλλιτεχνική ενέργεια και είναι γεμάτο βιβλία. Ένας τοίχος φορτωμένος με παλιές οικογενειακές φωτογραφίες-κειμήλια μας ταξίδεψε δεκαετίες πίσω στον χρόνο. Μπροστά μας όμως, καθισμένη στον καναπέ, η Τάνια Τσανακλίδου έχοντας διανύσει μια πλούσια διαδρομή, “χορτασμένη’ αλλά ταυτόχρονα και μόνιμα “πεινασμένη” για γνώση, είναι απόλυτα αλέρτ στα σύγχρονα προβλήματα και στο πώς εξελίσσεται η κοινωνία .
Με την “καθαρότητα” ενός ανθρώπου που λέει τα πράγματα με το όνομά τους, τα μάτια της φωτίζονται όταν μιλά για τη Θεσσαλονίκη ή για ανθρώπους που “έφυγαν” από κοντά της. Ένας από αυτούς ο σπουδαίος συνθέτης Γιάννης Σπανός, τον οποίο θα τιμήσει με μια καλοδουλεμένη παράσταση-αφιέρωμα στο σύνολο του έργου του, στο Ηρώδειο, την Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2022.
Μοιράζει τον χρόνο της ανάμεσα στην Αθήνα και στο κατάφυτο Πήλιο, έναν μαγικό τόπο που έχει γίνει ο μικρός της παράδεισος. Η συζήτησή μας ξεκινάει με εικόνες από το “μικρό σπίτι στο χωριό”.
Πώς έγινε αυτή η μετάβαση στο Πήλιο, η οποία όπως έχετε δηλώσει στο παρελθόν άλλαξε τη ζωή σας;
Πάρα πολύ νωρίς ένιωσα την ανάγκη να ζω κοντά στη φύση. Γιατί είμαι παιδί της πόλης και δεν είχα παππούδες και γιαγιάδες σε χωριό. Πάντα ζήλευα συμμαθητές και συμμαθήτριες που έγραφαν εκθέσεις “Το Πάσχα στο χωριό”, “Το καλοκαίρι στο χωριό”. Εγώ δεν είχα. Όταν πρωτοπήγα στο Πήλιο το ‘75, μαγεύτηκα από τον τόπο.
Κάποια στιγμή πήρα και ένα σπιτάκι εκεί, που έγινε το καταφύγιό μου για πάρα πολλά χρόνια. Με αποτέλεσμα να με κάνει λίγο τεμπέλα, γιατί το απολάμβανα τόσο που επέλεγα να μην δουλεύω πολύ για να έχω την ευκαιρία να πηγαίνω στο χωριό. Κατάφερα κάποια στιγμή να ζω έξι μήνες στην Αθήνα και έξι μήνες εκεί. Σήμερα, αν δεν είχαμε την κρίση, μάλλον θα προτιμούσα να είμαι στην Αθήνα, αλλά έτσι όπως είναι τα πράγματα, φοβάμαι ότι κανένας δεν θα μπορέσει τον χειμώνα να αντέξει τα έξοδα και την παγωνιά της Αθήνας.
Οπότε σκοπεύω να πάω πάλι τον χειμώνα να μείνω στο Πήλιο. Εκεί τα πράγματα είναι πολύ πιο απλά. Χρειάζεσαι λιγότερα από ό,τι χρειάζεσαι στην Αθήνα, από το πώς θα ζεστάνεις το σπίτι σου, μέχρι τα έξοδα για να κυκλοφορήσεις. Είναι πολύ πιο ανθρώπινα τα πράγματα. Ένα μικρό σπιτάκι, το καθαρίζω εύκολα, ζεσταίνομαι με το τζακάκι μου. Σίγουρα θα είναι πιο εύκολα εκεί τα πράγματα παρά εδώ.
Θεσσαλονίκη – Όταν ο Νίκος Παπάζογλου έπαιζε Dylan στην αυλή
Αν και γεννηθήκατε στη Δράμα, μια πόλη που σημαίνει πολλά για εσάς είναι η Θεσσαλονίκη. Πώς έχετε στο μυαλό σας εκείνα τα πρώτα χρόνια της “αθωότητας”. Τότε που ξεκινούσαν όλα…
Η Θεσσαλονίκη είναι η πόλη που μεγάλωσα. Δεν θα την έλεγα “εποχή αθωότητας” θα την έλεγα εποχή εξαιρετικού ενδιαφέροντος και ενεργοποίησης όλων των στοιχείων της προσωπικότητάς μου. Στη Θεσσαλονίκη διάβαζα πάρα πολύ… ήταν και η εποχή τέτοια. Τότε οι νέοι δεν σκεφτόμασταν τι παπούτσια και τι λούσα θα αγοράσουμε, το χαρτζιλίκι μας πήγαινε σε βιβλία. Μόλις κυκλοφορούσε μια ποιητική συλλογή τρέχαμε και την αγοράζαμε.
Πήγαινα στη δημοτική βιβλιοθήκη της ΧΑΝΘ, δανειζόμουν διαρκώς βιβλία και διάβαζα. Παράλληλα, είχα την τύχη να έχω μεγάλες παρέες, με διαφορετικούς ανθρώπους και πάρα πολλούς καλλιτέχνες. Μαζεύαμε το χαρτζιλίκι μας και νοικιάζαμε κάτι παλιά σπίτια, ρημάδια, τα οποία ονομάζαμε “χάνια”. Το “χάνι” μας, ήταν κάτι σαν κοινόβιο, χωρίς να μένουμε εκεί. Εγώ ήμουν σε δύο τέτοια “χάνια”, όπου περνούσαμε τον ελεύθερό μας χρόνο, όπως θέλαμε εμείς. Ακούγαμε μουσική, κάναμε παρέα. Το ένα ήταν επηρεασμένο από το “Νέο Κύμα.
Στο άλλο ήταν όλη η ροκ πλευρά της Θεσσαλονίκης. Ήταν εκεί ο Νίκος Παπάζογλου, ο Γιάννης Γκατζός, ο Μιχάλης Μιχαλάκης, ήταν όλοι παιδιά και άνθρωποι ιδιαίτερα ενδιαφέροντες. Εκεί πρωτοάκουσα Dylan, μάλιστα θυμάμαι ο Νίκος Παπάζογλου μου έπαιξε Dylan στην αυλή, κάτω από μία πασχαλίτσα που μόλις είχε ανθίσει. Είχαμε και εμφανιστήριο φωτογραφιών. Όλη μέρα γυρνούσαμε στους δρόμους της Θεσσαλονίκης και τραβούσαμε φωτογραφίες. Πηγαίναμε μετά εκεί και τις εμφανίζαμε.
Εννοείται όλα αυτά γίνονταν κρυφά από τους γονείς μας. Καλά, οι γονείς μου θα φρίκαραν αν άκουγαν για κάτι τέτοιο (χαμογελάει). Ήταν μία περίοδος της ζωής μου με πάρα πολύ ένταση και πολλά ερεθίσματα καλλιτεχνικά. Ζωγράφιζα, άκουγα πολλή μουσική, διάβαζα. Ναι, με διαμόρφωσε αυτή η εποχή, ήταν όλη μου η εφηβεία εκεί. Στη Θεσσαλονίκη πήγα Πανεπιστήμιο και στη Δραματική Σχολή (του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος) αλλά μόλις πήρα το πτυχίο μου σαν ηθοποιός παράτησα το Πανεπιστήμιο και ήρθα στην Αθήνα. Δεν πήρα ποτέ το πτυχίο μου στην αρχαιολογία. Τα παράτησα στον τέταρτο χρόνο.”
Η Αθήνα και η Ελευθερία
Η πορεία σας από τότε, αλλά και μετά την Αθήνα, ήταν… αυτόφωτη. Έχετε πει ότι αποφασίζατε αυτό που θέλατε, χωρίς κανείς να σας υποδείξει το πώς και το γιατί.
Γενικά τα πράγματα που ήθελα να κάνω τα έκανα. Αλλά είχα γονείς που μας υποστήριζαν σε οποιαδήποτε επιλογή καλλιτεχνική είχαμε και εγώ και τα αδέρφια μου. Δηλαδή, παρότι ήμασταν φτωχή οικογένεια, μόλις είπα στη μαμά μου ότι με ενδιαφέρει η φωτογραφία πήγε και μου αγόρασε φωτογραφική μηχανή. Ο αδερφός μου ο Γιάννης είπε ότι θέλει να ζωγραφίζει, “μπήκαν” στο σπίτι καβαλέτα και μπογιές. Τότε άρχισα να ζωγραφίζω και εγώ.
Πήγα (σε ηλικία 8 ετών) στο παιδικό θέατρο της Μαίρης Σοΐδου (1962) και η μαμά μου “σκοτωνόταν” να μου ράβει κοστούμια και να φτιάχνει πράγματα και σε μένα και στα αδέρφια μου. Ήταν πάρα πολύ υποστηρικτικοί οι γονείς μας και τους χρωστάμε χάρη. Είχαν πολύ ανοιχτό μυαλό. Κανένας δεν με πίεσε να διαβάσω ή να μη διαβάσω, βέβαια η αλήθεια είναι ότι ήμουν πολύ καλή μαθήτρια και διάβαζα από μόνη μου.
Η ελευθερία ήταν από πάντα μία σημαντική αξία στη ζωή σας;
Οι γονείς μου μεγάλωσαν σαν μοναχοπαίδια. Οι ίδιοι μετά έκαναν πολλά παιδιά και είχαν μία μποέμικη νοοτροπία, που πέρασε και σε μας. Κανένας δεν μας είπε, όταν μεγαλώναμε, ότι αν δεν έχεις χρήματα, δεν είσαι ευτυχισμένος. Θεωρούσαν πάντοτε τα χρήματα σημαντικά, γιατί τους έλειπαν, αλλά δε θεωρούσαν ότι αυτή είναι η μοναδική πηγή ευτυχίας. Θυμάμαι όποτε είχαμε ένα φαγητό στο σπίτι που περίσσευε, ήταν καλεσμένη και όλη η γειτονιά και γίνονταν φοβερά γλέντια. Αυτό το χρωστάω στους γονείς μου. Δεν είχαν μιζέρια, δεν είχαν μίζερες σκέψεις, ούτε μίζερη συμπεριφορά.
Δεν ήταν όμως ακριβώς “ελευθερία”. Η μάνα μου δεν με άφηνε να βγαίνω έξω. Δεν μπορούσα να αλητεύω όσο θα ήθελα. Όλα τα έκανα κρυφά. Υπήρχε έλεγχος δηλαδή και σωστά υπήρχε. Και εγώ πιστεύω ότι τα παιδιά πρέπει να έχουν όρια από νωρίς. Γιατί όταν τα παιδιά μεγαλώνουν δίχως όρια, δυστυχούν στη ζωή τους. Τα όρια δημιουργούν μία ασφάλεια. Ένα παιδί που μεγαλώνει χωρίς όρια, δεν αισθάνεται ότι έχει ασφάλεια στο σπίτι του. Και τα όρια μετά, όταν αποφασίζεις να διεκδικήσεις την ελευθερία σου, αυτόματα σε οδηγούν σε έναν σεβασμό της ελευθερίας του άλλου. Ξέρεις ποια είναι τα δικά σου όρια και σέβεσαι και τα όρια του άλλου.
Η ελευθερία δεν είναι ‘κάνω ό,τι γουστάρω όποτε γουστάρω’. Η ελευθερία είναι ‘λειτουργώ όπως θέλω μέχρι εκείνο το σημείο που δεν βλάπτω την ελευθερία του άλλου’. Και αυτό είναι σημαντικό να το μάθουν τα παιδιά.
Και μετά ήρθε η Αθήνα και ακολούθησε μία καριέρα πολλών χρόνων και συγκινήσεων. Σε έναν απολογισμό η ζυγαριά γέρνει προς τον θετικό άξονα;
Στάθηκα πάρα πολύ τυχερή γιατί μόλις κατέβηκα στην Αθήνα δούλεψα στον “Μορμόλη” στον παιδικό θίασο της Ξένιας Καλογεροπούλου και ταυτόχρονα με τον Γιάννη Μαρκόπουλο στην μπουατ “Λήδρα”. Αμέσως τραγούδησα σε δίσκους, έπαιξα σε σίριαλ… τον πρώτο κιόλας χρόνο. Είναι τόσα πολλά τι να πρωτοθυμηθώ.
Συνολικά, αισθάνομαι ικανοποιημένη με την πορεία μου, μου δόθηκαν πολλά περισσότερα πράγματα από αυτά που ζήτησα. Από την άλλη μεριά νομίζω ότι είμαι λίγο τεμπέλα. Αλλά αυτή η τεμπελιά μου έχει να κάνει με τη μεγάλη μου ανάγκη για αυτογνωσία και για ελευθερία. Δεν μπορώ να γίνω σκλάβος ούτε της καριέρας μου, ούτε κανενός.
Οπότε, θεωρώ ότι δεν δούλεψα τόσο πολύ, όσο δούλεψαν άλλοι συνάδελφοί μου και πολύ καλά έκαναν. Και ενδεχομένως προχώρησαν πιο πέρα από εμένα, αλλά εγώ είμαι πολύ ικανοποιημένη με αυτό που συνέβη στη ζωή μου. Αν τη ξαναζούσα τη ζωή μου τα ίδια πράγματα ακριβώς θα έκανα και με τον ίδιο τρόπο θα ζούσα. Άρα στον απολογισμό μου, ναι είμαι ευχαριστημένη. Θεωρώ, όμως, ότι σαν προσωπικότητα δεν ασχολήθηκα με τον εαυτό μου στο βαθμό που θα μπορούσα – από την άποψη ότι δεν έμαθα όλα τα πράγματα που θα ήθελα να μάθω.
Αισθάνομαι διαρκώς μια έλλειψη γνώσης πάνω στα πάντα. Είναι μεγάλη μου ντροπή, για παράδειγμα, που δεν έκατσα να μάθω ένα μουσικό όργανο και ζηλεύω πολύ τους συναδέλφους μου που έχουν τη δυνατότητα να συνοδεύουν τον εαυτό τους παίζοντας κιθάρα και πιάνο. Εγώ δεν στρώθηκα ποτέ στη δουλειά να το μάθω αυτό και το μετανιώνω λίγο. Θα μου άρεσε τώρα να “γρατζουνάω” μια κιθάρα μόνη μου και να σκαρώνω τραγουδάκια.
Από την άλλη πλευρά αν με ρωτούσες τώρα “τι επιθυμείς στη ζωή σου από εδώ και μπρος”, θα σου έλεγα να κάνω ταξίδια και να διαβάσω πιο πολλά βιβλία. Να μάθω πιο πολλά πράγματα. Βέβαια σήμερα η γνώση δεν έρχεται μόνο μέσα από τα βιβλία, έρχεται και με άλλους τρόπους. Τα ταξίδια προσφέρουν στη γνώση. Έχω μια “πείνα” για γνώση και την είχα από μικρό παιδί.”
Μιλάμε για ελευθερία, για γνώση, για σεβασμό. Πώς να κυνηγήσει κάποιος τέτοια “ιδανικά” και να ισορροπήσει μέσα σε αυτό το δύσκολο κοινωνικό πλαίσιο με όλα όσα συμβαίνουν σήμερα και στην πολιτική και στην κοινωνία;
Προσωπικά δεν μπορώ να ισορροπήσω. Είμαι οργισμένη, έχω πάρα πολύ θυμό μέσα μου με αυτό που ζω. Ανέκαθεν θεωρούσα τον εαυτό μου πολιτικό ον και παραμένω. Θα μου στοιχίσει πολύ αν κάποια στιγμή αδιαφορήσω. Θα θεωρήσω δηλαδή ότι έχω παραιτηθεί από τη ζωή, αν αδιαφορήσω για τα τεκτενόμενα στον κοινωνικο-πολιτικό χώρο. Το κακό είναι ότι αυτή τη στιγμή αισθάνομαι ανήμπορη να κάνω οτιδήποτε.
Βλέπετε δεν υπάρχει μία “ομπρέλα”, ένας ηγέτης να μας εμπνεύσει να βγούμε στο δρόμο. Είμαστε απογοητευμένοι από τις πολιτικές ηγεσίες. Και το βλέπω και στα νέα παιδιά που δεν έχουν τίποτε να τους εμπνεύσει, δεν έχουν τίποτε να τους δώσει ελπίδα για το “παρακάτω”.
Όταν ζούμε σε έναν κόσμο με τον ασφυκτικό κλοιό του φόβου που πολύ συνειδητά μας επιβάλλουν – και όχι μόνο φόβο για την υγεία μας αλλά φόβο για το “αύριο” – και όταν έχουμε συνεχώς μια Δαμόκλειο σπάθη πάνω από το κεφάλι μας, αυτό δεν μας επιτρέπει να ελπίζουμε. Και ένας άνθρωπος όταν δεν ελπίζει, στην ουσία έχει παραιτηθεί από τη ζωή. Με τρομάζει αυτό, δε θέλω να μου συμβεί.
Τα πράγματα, όπως οδεύουν, κάποια στιγμή θα εξαναγκάσουν τον κόσμο να αντιδράσει βίαια και αυτό δεν είναι καλό. Προς τα εκεί πάμε. Δηλαδή όταν κάποια στιγμή πεινάς ή δεν έχεις να ταΐσεις τα παιδιά σου, το επόμενο βήμα δεν είναι να γίνεις βίαιος;
Από την άλλη πλευρά όλη αυτή η συσσωρευμένη μέσα μου οργή δε βρίσκει τρόπο έκφρασης, αντίθετα με κάνει ώρες ώρες να νιώθω ότι δεν έχω κατακτήσει μια σοφία στο βαθμό που θα ήθελα, ώστε να μπορώ να ελέγξω την οργή μου. Αυτή τη στιγμή η οργή μου είναι ανεξέλεγκτη. Την κρατάω όσο μπορώ, αλλά δεν ξέρω αύριο τι θα μπορούσα να κάνω και πού θα μπορούσα να φτάσω. Βρίσκομαι σε ένα σημείο οριακό.”
“Χειρότερη κυβέρνηση από την τωρινή δεν είχαμε ποτέ”
Θα μπορούσατε να διοχετεύσετε αυτή την οργή “μπαίνοντας” στην πολιτική; Μήπως η “ομπρέλα” θα ήταν ένα πολιτικό κόμμα;
Όχι, όχι, δε μου ταιριάζει καθόλου. Δυστυχώς δεν μας κυβερνούν αυτοί τους οποίους εκλέγουμε. Και αυτό είναι μία πολύ άσχημη αλήθεια στη ζωή μας και δεν μιλώ μόνο για την Ελλάδα. Μπαίνουμε στη διαδικασία να ψηφίζουμε ανθρώπους τους οποίους εκτιμούμε και τους πιστεύουμε -κάπως περισσότερο από κάποιους άλλους- και μετά εκείνοι δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να κάνουν αυτό που υποσχέθηκαν. Γιατί υπάρχουν οι δεσμεύσεις. Υπάρχει αυτή η παγκόσμια ελίτ που κυβερνάει τα πράγματα και υπάρχει τρομερή διαφθορά σε όλα τα επίπεδα. Εγώ συμπαθώ πάρα πολύ τον Αλέξη Τσίπρα και τον θεωρώ έναν έντιμο πολιτικό, αλλά δεν τον άφησαν να κάνει τίποτε. Δεν μπορεί να κάνει τίποτε και αυτή είναι μία δυσάρεστη αλήθεια που δεν ξέρω πώς μπορεί να αλλάξει.
Πιστεύω ότι χειρότερη κυβέρνηση από την τωρινή, δεν είχαμε ποτέ από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Τόσο διεφθαρμένη, άθλια διακυβέρνηση και με τέτοιο κυνικό τρόπο δεν έχω ζήσει στη ζωή μου.
Το σύστημα έχει πολλούς τρόπους να μας ναρκώνει και να μας αποδυναμώνει. Εγώ με το σύστημα τα ‘χω. Γιατί όλα είναι… επίτηδες! Το ξαναείπα και με κατηγόρησαν. Τα πράγματα, όπως οδεύουν, κάποια στιγμή θα εξαναγκάσουν τον κόσμο να αντιδράσει βίαια και αυτό δεν είναι καλό. Προς τα εκεί πάμε. Δηλαδή όταν κάποια στιγμή πεινάς ή δεν έχεις να ταΐσεις τα παιδιά σου, το επόμενο βήμα δεν είναι να γίνεις βίαιος; Πολύ λίγοι θα κάτσουν απλά να πεθάνουν. Θα κάνουν κάποιο έγκλημα. Ή θα κλέψουν ή θα σκοτώσουν. Αυτό βέβαια δεν την ενδιαφέρει την ελίτ, γιατί αισθάνεται πολύ ασφαλής και πολύ ισχυρή.
Δείτε τι γίνεται τώρα. Ο Μητσοτάκης προσλαμβάνει μπάτσους, όχι δασκάλους, όχι γιατρούς… μπάτσους και παπάδες. Αυτό κάποια στιγμή πρέπει κάποιος να το σταματήσει. Ένας μόνος του δεν μπορεί. Και φοβάμαι ότι καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να δώσει τη λύση. Όμως, πιστεύω, ότι χειρότερη κυβέρνηση από την τωρινή, δεν είχαμε ποτέ από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Τόσο διεφθαρμένη, άθλια διακυβέρνηση και με τέτοιο κυνικό τρόπο δεν έχω ζήσει στη ζωή μου. Και βλέπετε ότι παρόλα αυτά ο κόσμος κάθεται μπροστά στις ηλίθιες τηλεοράσεις του, βλέπει ηλίθια προγράμματα και ακούει τον Πορτοσάλτε. Ακούει κάποια άθλια υποκείμενα, πουλημένους δημοσιογράφους, που του λένε ότι είναι όλα καλά. Και τελικά ο κόσμος βιώνει μία βία από παντού. Γιατί για μένα η φτώχεια είναι μία πολύ ισχυρή μορφή βίας.”
Άρα αποδυναμώνεται και η νεολαία σε ένα τέτοιο “σύστημα” και δύσκολα θα αντιδράσει.
Μην το λέτε! Βλέπουμε παιδιά που πάνε σε διαδηλώσεις στα πανεπιστήμια και κάνουν τείχος με το σώμα τους. Ναι, θα τους δέρνουν. Ναι, θα πέφτουν χημικά. Δε νομίζω όμως ότι θα σταματήσει αυτό. Όσο σε εξαγριώνουν γίνεσαι και εσύ πιο βίαιος. Δεν είναι δυνατόν να μην μας αφήνουν ζωτικό χώρο. Χρειαζόμαστε ένα μίνιμουμ ζωτικού χώρου για να ανεχτούμε αυτή τη βία επάνω μας.
Σήμερα, αυτό που συμβαίνει γύρω μας δεν είναι πολιτισμός. Το γενικό πλαίσιο είναι σαθρό και δεν βοηθάει την ανθρώπινη ευημερία. Το μεγαλύτερο πρόβλημα στην εποχή μας είναι η διαφθορά
Δεν συμμερίζομαι συμπεριφορές παθητικής αποδοχής μιας τετελεσμένης κατάστασης. Ένα παραπάνω επειδή έχουμε και πρόβλημα πολιτισμού. Τα πάντα μας εξωθούν σε ένα εφιαλτικό εγωκεντρισμό και αδιαφορούμε για το σύνολο. Όμως έχουν “στριμωχτεί” πολύ οι καταστάσεις. Πχ σήμερα δεν μιλάμε για κλιματική “αλλαγή” μιλάμε για κλιματική “κρίση”, και αυτό αφορά τις ζωές όλων μας, άμεσα. Όταν κάποια στιγμή απειληθεί η ζωή σου, τότε δεν αδιαφορείς. Πράττεις. Δεν ξέρω τι θα πράξεις, αλλά πράττεις. Δεν μένεις να πεις “σφάξε με αγαμ’ ν’ αγιάσω.
Λέτε ανοικτά την άποψή σας και στα social media. Και εκεί, όμως, υπάρχει βία και μίσος… Ποιο πιστεύετε ότι είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα της εποχής μας;
Ο φθόνος είναι ιδιαίτερο γνώρισμα της ανθρώπινης φύσης. Ο πολιτισμός είχε αναλάβει κάποτε το εξαιρετικό έργο να αλλάξει τον φθόνο και να τον μετατρέψει σε κάτι άλλο. Σήμερα, θεωρώ ότι δεν υπάρχει πολιτισμός, δηλαδή, αυτό που συμβαίνει γύρω μας δεν είναι πολιτισμός. Ναι, πάντα θα υπάρχουν μικρές εστίες, αλλά αυτό το γενικό πλαίσιο του πολιτισμού σήμερα είναι σαθρό και δεν βοηθάει την ανθρώπινη ευημερία. Δεν μιλάω μόνο για το Υπουργείο, μιλάω για τα πάντα και είμαστε όλοι συμμέτοχοι σε αυτό. Είναι τα κανάλια, είσαστε εσείς οι δημοσιογράφοι, οι οποίοι είστε εφιαλτικά εχθρικοί απέναντι στον άνθρωπο και απέναντι στην αλήθεια. Είναι οι δικαστές, οι οποίοι είναι διεφθαρμένοι στο σύνολό τους, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Βλέπετε ότι παρακολουθούν δικαστές για να μπορούν να τους εκβιάζουν μετά, ώστε να δικάζουν με τον τρόπο που θέλουν αυτοί.
Πιστεύω ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα στην εποχή μας είναι η διαφθορά. Είναι πιο ουσιαστικό ακόμα και από τη κλιματική κρίση. Τι θα γίνει με τη διαφθορά; Έβλεπα ένα καταπληκτικό ντοκιμαντέρ για τα Panama Papers, το πώς λειτουργούν οι offshore εταιρείες. Λέγεται “Στα δίχτυα της Βρετανικής Αράχνης” (The spider’s web) και εξιστορεί τι έγινε μετά την πτώση της βρετανικής αυτοκρατορίας, τι έκαναν από το City του Λονδίνου μαζί με κάποιους από την Αμερική, που ίδρυσαν τους λεγόμενους “φορολογικούς παραδείσους”, οι οποίοι “φιλοξενούν” χρήματα από φοροδιαφυγή, από ναρκωτικά, από πωλήσεις όπλων. Αυτοί όλοι, φοροδιαφεύγοντας αφαιρούν από ένα κράτος και μία κυβέρνηση τη δυνατότητα να έχει μία σωστή κοινωνική πολιτική. To City του Λονδίνου είναι ανεξέλεγκτο – δεν μπορεί να το ελέγξει κανένας κυβερνήτης. Αντίθετα αυτοί έχουν διεισδύσει παντού και ελέγχουν τις πολιτικές των κρατών.
Δυστυχώς έτσι είναι τα πράγματα. Και βλέπετε τι γίνεται στην Αφρική. Έχουν κατακλέψει τον πλούτο ολόκληρων χωρών, οι κοινωνίες ζουν σε ένα άθλιο επίπεδο και κάποιοι ελίτ από εκεί, μαζί με τις πολυεθνικές, συσσωρεύουν χρήματα τα οποία στέλνουν στα Κέιμαν, στον Παναμά και όπου αλλού. Και δεν ελέγχονται από κανέναν. Αν δεν τελειώσει αυτή η ιστορία δεν μπορούμε να σταθούμε στα πόδια μας. Άρα η διαφθορά είναι ο υπ΄‘αριθμόν ένα κίνδυνος.
Τα θετικά πρότυπα
Υπάρχουν, όμως, και κάποιες ιστορίες ανθρώπων που αγωνίστηκαν, διακρίθηκαν και αποτελούν “φάρο” έμπνευσης. Μια από αυτές είναι ο Γιάννης Αντετοκούνμπο τον οποίο σχολιάσατε πρόσφατα στο Facebook με θαυμασμό.
Τον έβλεπα στους αγώνες της Εθνικής μας την ώρα που ακουγόταν ο εθνικός μας ύμνος και σκεφτόμουν με τι σοβαρότητα και συγκίνηση τραγούδησε τα λόγια. Ξέρω πολύ λίγους Έλληνες που να συγκινούνται έτσι με τον εθνικό ύμνο, όπως ο Γιάννης Αντετοκούνμπο. Τον θαυμάζω βαθιά γιατί είναι ένας άνθρωπος με ήθος. Δεν είναι απλά ένας παγκόσμιος σταρ. Διδάσκει και ήθος. Και αυτό είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα για τα νέα παιδιά.
Για μένα η μόνη ελπίδα είναι ο καθένας από εμάς να πράξει αυτό που οφείλει και που μπορεί. Γιατί μόνο έτσι θα αλλάξει ο κόσμος. Να μην επιτρέψουμε στο σύστημα να μας ενσωματώσει.
Κοιτάξτε, υπάρχουν πολλά προβλήματα, αλλά δεν μπορώ να λέω ότι δεν υπάρχει ελπίδα. Για μένα η μόνη ελπίδα είναι ο καθένας από εμάς να πράξει αυτό που οφείλει και που μπορεί. Γιατί μόνο έτσι θα αλλάξει ο κόσμος. Αν δεν αλλάξεις τον εαυτό σου, ο κόσμος δεν θα αλλάξει. Άρα όλα αυτά τα άλλα “να αλλάξουμε τον κόσμο, πάμε όλοι μαζί” τα ακούω βερεσέ. Πρέπει εσύ ο ίδιος να “καθαρίσεις” από όλη τη βρωμιά που σου φορτώσανε ή που εμπεριέχεις σαν ανθρώπινο ον, να “αδειάσεις”, να εξελιχθείς, και έτσι επηρεάζεις τον διπλανό σου, τα παιδιά σου, τα ανίψια σου, τους φίλους σου, την κοινωνία.
Έναν να καταφέρεις να αλλάξεις είναι κέρδος. Για εμένα αυτό είναι το μόνο κέρδος. Πιστεύω ότι δεν πρέπει κανείς μας να παρατήσει τα όπλα, όσον αφορά στο τι κάνει κανείς και πού τοποθετεί τον εαυτό του σε αυτό το διεφθαρμένο σύμπαν. Πρέπει να είμαστε “απέναντι”. Να μην του επιτρέψουμε να μας ενσωματώσει.”
“Το Μαγικό Κουτί 2” – Κατάθεση αλήθειας χωρίς δεύτερες σκέψεις
Η συζήτηση “κυλάει” προς τη μουσική και την πρόσφατη παράσταση “Μαγικό κουτί – μέρος δεύτερο”, που γίνεται 26 ολόκληρα χρόνια μετά την πρώτη της πρεμιέρα στη Θεσσαλονίκη και όσοι την έχουν παρακολουθήσει λένε ότι αγγίζει τις ευαίσθητες χορδές του κοινού με μία αμεσότητα που μόνο η Τσανακλίδου διαθέτει.
Τραγούδια του Σταμάτη Κραουνάκη, της Λίνας Νικολακοπούλου, του Γιάννη Σπανού, του Μάνου Ελευθερίου, του Δημήτρη Παπαδημητρίου, του Νίκου Αντύπα, του Μιχάλη Δέλτα κ.αλ., σε ένα “σύμπαν” που κατοικούν ατελέσφοροι έρωτες, ματαιώσεις και απώλειες, φόβοι και ελπίδες, η αποδοχή και η συμφιλίωση.
Το… πρώτο “Μαγικό Κουτί” δημιουργήθηκε το 1996 με τον πιανίστα Τάκη Φαραζή και ήταν μία μουσικοθεατρική παράσταση που βασίστηκε στο ποίημα της Κικής Δημουλά “Ο πληθυντικός αριθμός”, καθώς και σε αποσπάσματα από το “Άσμα ασμάτων” του Σολομώντα, τον “Ματωμένο γάμο” του Λόρκα και τη “Μήδεια” του Ευριπίδη. Οι μουσικές συνθέσεις ήταν του Μάνου Χατζιδάκι, του Μίκη Θεοδωράκη, της Ελένης Καραΐνδρου, του Γιάννη Σπανού, του Σταμάτη Κραουνάκη και άλλων συνθετών.
Πώς έγινε η μετάβαση στο “Μαγικό κουτί – μέρος δεύτερο”;
Η μετάβαση στο δύο έγινε πολύ φυσικά. Το πρώτο ‘Μαγικό Κουτί’ ήταν μία δική μου απόπειρα να μιλήσω για πάρα πολύ προσωπικά ζητήματα με έναν ρηξικέλευθο τρόπο, ενώνοντας τα τραγούδια, μπλέκοντάς τα με ποιητικό λόγο, καθόλου “ελάτε εδώ, πάμε να διασκεδάσουμε”. Είναι ωραίο να διασκεδάζεις. Έχω κάνει κι εγώ διασκεδαστικά προγράμματα, αλλά σε εκείνη την περίπτωση ήθελα να είναι μία εξομολογητική παράσταση.
Τα χρόνια πέρασαν και αισθανόμουν ότι είχα πάλι να εξομολογηθώ πράγματα. Δηλαδή αυτός ο ίδιος άνθρωπος σήμερα πώς νιώθει; Αυτό είναι το “Μαγικό Κουτί, νούμερο 2”. Όλη η εμπειρία από το πέρασμα αυτών των χρόνων στη ζωή μου και πώς αυτό μπορεί να γίνει κάτι που να αφορά και τους άλλους με τον πιο απλό τρόπο. Καταθέτοντας την προσωπική μου αλήθεια με γενναιοδωρία και χωρίς δεύτερες σκέψεις. Στον άξονα της αγάπης και της έλλειψης της αγάπης! Τώρα όμως ετοιμάζω κάτι άλλο… Τώρα έχω τον αγαπημένο μου τον Γιάννη Σπανό.
Το “κεφάλαιο” Γιάννης Σπανός και το αφιέρωμα στο Ηρώδειο
Με τον Γιάννη Σπανό συναντήθηκαν για πρώτη φορά πριν από 48 χρόνια στον “Μορμόλη” (1974). Πέρασαν ακριβώς 40 χρόνια από την πρώτη μεγάλη και ολοκληρωμένη συνεργασία τους στο “Φίλε” (1982) – που επαναλήφθηκε τρία χρόνια μετά (1985) με τον δίσκο “Της βροχής και της νύχτας. Τώρα, η Τάνια Τσανακλίδου επιμελείται καλλιτεχνικά και ερμηνεύει ένα πρόγραμμα-φόρο τιμής στον συνθέτη που πρωτοστάτησε στη δημιουργία του Νέου Κύματος, χαρίζοντάς μας εμβληματικά κομμάτια. Η μεγάλη αυτή συναυλία θα γίνει στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού την Παρασκευή 7 Οκτωβρίου.
Ο Γιάννης Σπανός για περισσότερα από 60 χρόνια, συνέθεσε για ραδιόφωνο, θέατρο, κινηματογράφο, τηλεόραση. Μελοποίησε Γάλλους και Έλληνες ποιητές, συνεργάστηκε με τους μεγάλους στιχουργούς και ερμηνευτές. Ορόσημα στην πορεία του θεωρούνται οι τρεις “Ανθολογίες” (Ανθολογία Α’ 1967, Ανθολογία Β’ 1968, Ανθολογία Γ’ 1975) σε στίχους Ελλήνων ποιητών όπως Κ. Παλαμά, Ν. Λαπαθιώτη, Κ. Καρυωτάκη, Μυρτιώτισσας, Ν. Καββαδία κ.α. Κι όμως, όπως μας λέει εμφατικά η Τάνια Τσανακλίδου θεωρεί ότι δεν τιμήθηκε όσο θα έπρεπε.
Πώς νιώσατε ότι ήρθε το πλήρωμα του χρόνου για ένα τέτοιο αφιέρωμα στον συνθέτη Γιάννη Σπανό και πώς τον θυμάστε σαν άνθρωπο;
Είναι βαρύ το φορτίο στην πλάτη μου, γιατί θέλω να φτιάξω μια παράσταση που αν την έβλεπε ο Γιάννης θα καμάρωνε για αυτή και επιθυμώ να εμπεριέχει το σύνολο του έργου του, στο βαθμό που αυτό είναι επιτρεπτό μέσα σε 2 ώρες παρά κάτι που είναι η διάρκειά της. Θέλω να υπάρχει μία φρέσκια ματιά στις ενορχηστρώσεις και στις ερμηνείες και γι’ αυτό έκανα τις συγκεκριμένες επιλογές με τους συγκεκριμένους συναδέλφους που θα είναι μαζί μου.
Αν ήταν εδώ τώρα ο Γιάννης θα κάναμε … πλάκα. Ήταν ένας άνθρωπος με πάρα πολύ χιούμορ και χαμηλό προφίλ. Ευφυής, χαριτωμένος και ταγμένος υπέρ της ζωής. Ένας σπουδαίος καλλιτέχνης.
Είναι μία απότιση φόρου τιμής σε έναν σπάνιο άνθρωπο, πολύ αληθινό, έναν καλλιτέχνη αυθεντικό, που θεωρώ ότι όσο ζούσε δεν τιμήθηκε όπως έπρεπε. Ας πούμε, δεν του δόθηκε ποτέ το Ηρώδειο όσο ζούσε, παρά μόνο μια φορά προς το τέλος της ζωής του, πριν από 6-7 χρόνια. Δυστυχώς, όταν ετοιμάζαμε αυτή την παράσταση ο Γιάννης έπαθε έμφραγμα και δεν παρουσιάστηκε ποτέ στο κοινό.
Μετά είχαμε πει να πάμε στο Παρίσι να κάνουμε μια παράσταση με τον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα. Ήταν δική μου ιδέα να είμαστε μόνο εμείς οι δυο με τον Λαυρέντη και να πούμε τα τραγούδια του Γιάννη, αλλά δεν του επέτρεψαν να ταξιδέψει με αεροπλάνο, και έτσι δεν έγινε ούτε εκείνη η παράσταση ποτέ. Όλα αυτά που θέλαμε τότε να κάνουμε, θα προσπαθήσω με κάποιο τρόπο να τα βάλω σε αυτή την παράσταση-αφιέρωμα.
Οποιοσδήποτε έρθει, που δεν ξέρει το έργο του Σπανού, είμαι σίγουρη ότι θα λέει “α, και αυτό το τραγούδι είναι του Σπανού; Κι εκείνο και το άλλο”. Μια πληθώρα σπουδαίων τραγουδιών. που είναι περιουσία για εμάς. και θέλω να περάσει και στα χέρια των σημερινών ανθρώπων. Κατά κάποιο τρόπο είναι σαν να δίνω τη σκυτάλη και στους άλλους, τους πιο νέους από εμένα. Όλοι οι καλλιτέχνες που συμμετέχουν στην παράσταση – η Λιζέτα Καλημέρη, η Μαρία Παπαγεωργίου, ο Γιάννης Παπαγεωργίου, ο Φώτης Σιώτας, η Νεφέλη Φασούλη – αγαπούν πολύ το έργο του κι ας μην το είχαν γνωρίσει, ας μην έχουν μεγαλώσει με αυτό. Γιατί εγώ μεγάλωσα με αυτό!
Αν ήταν εδώ τώρα ο Γιάννης και ήμασταν μαζί, θα κάναμε … πλάκα. Ήταν ένας άνθρωπος με πάρα πολύ χιούμορ και χαμηλό προφίλ. Δεν μπορείτε να το φανταστείτε, ούτε και εγώ να σας το περιγράψω ακριβώς. Ευφυής και εξαιρετικά χαριτωμένος. Ταγμένος υπέρ της ζωής. Καμιά μιζέρια. Ένας χαρούμενος και γενναιόδωρος άνθρωπος. Ένας σπουδαίος καλλιτέχνης.”
Επίλογος με… νόημα
Back to back συναυλίες και κουραστικές παραστάσεις. Πώς διαχειρίζεστε τη φωνή σας μετά από τόσα χρόνια; Είναι στο μυαλό σας η σκέψη ότι κάποια στιγμή – όπως π.χ. συνέβη με τη Χαρούλα Αλεξίου – ίσως χρειαστεί να αποσυρθείτε;
Δεν θα μπορούσα να τραγουδάω στην ηλικία μου χωρίς μαθήματα φωνητικής, τα οποία συνεχίζω και κάνω. Πολλές φορές το έχω σκεφτεί, και συνέχεια το σκέφτομαι, ότι μπορεί να φτάσει μία ημέρα και να μην γίνεται να τραγουδήσω. Όταν έχασα την αδερφή μου πριν από τριάμισι χρόνια, σταμάτησα να τραγουδάω. Θεωρώ ότι τότε “έχασα” τη φωνή μου. Πήγαινα να τραγουδήσω και δεν μπορούσα. Δεν “έβγαινε” η φωνή μου, αλλά ήταν καθαρά ψυχολογικό θέμα. Τώρα την … παρακάλεσα να μου επιτρέψει πάλι να τραγουδήσω. Την ευχαρίστησα, τη συγχώρεσα, της ζήτησαν να με συγχωρέσει και εκείνη και την απελευθέρωσα. Και σιγά σιγά μου φεύγει και ο φόβος.
Έχοντας πλέον το βλέμμα στραμμένο αναδρομικά σε όλη τη ζωή σας και στο πώς ξεδιπλώθηκε μέσα από γαλήνια και ταραγμένα νερά ποιο θα λέγατε ότι ήταν τελικά το… νόημα;
Το νόημα της διαδρομής; (παύση) Θα σας παραπέμψω στην “Ιθάκη” το ποίημα του Καβάφη. Σημασία έχει το ταξίδι. Και να είσαι παρών στην κάθε σου στιγμή. Φυσικά, έχουν υπάρξει και στη δική μου ζωή περίοδοι που δεν ήμουν τόσο παρούσα, όσο θα ήθελα.
Υπήρξαν φορές που παραιτήθηκα. Ευτυχώς γρήγορα επανήλθα. Και ξέρετε, πέρα από αυτά που φαίνονται ότι έχουν νόημα, για εμένα νόημα έχει να βγαίνεις έξω κάθε βράδυ πριν κοιμηθείς, να κοιτάς τα άστρα και να λες “τι ομορφιά Θεέ μου”. Εκεί είσαι πιο κοντά στο νόημα της ζωής.
Και το πιο βαθύ ακόμα, και το πιο ουσιαστικό για μένα, είναι να νιώθουμε ότι είμαστε ένα με το σύμπαν. Οτι δεν είμαστε το κέντρο του σύμπαντος, κανείς μας δεν είναι, αλλά είμαστε πολύ όμορφες μονάδες που αποτελούν αυτό το κόσμημα.