TED LASSO, Η ΚΟΡΥΦΑΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ
Το πιο αναπάντεχο χιτ της περσινής χρονιάς είναι πια μία από τις πιο πολυβραβευμένες κωμωδίες. Γιατί πέτυχε τόσο όμως ο “Ted Lasso” και τι μας λέει η επιτυχία του για τη σχέση μας με την κωμωδία στον 21ο αιώνα;
Έχει περάσει ένας χρόνος και ακόμα δε μπορώ να το πιστέψω. Πώς διάολο έγινε το “Ted Lasso” μία πραγματικά καλή σειρά; Βάσει προέλευσης δεν είχε κανένα τέτοιο δικαίωμα.
Ο Ted Lasso, ο κεντρικός χαρακτήρας της ομώνυμης σειράς στην Apple TV+ που έγινε το πιο απρόσμενο χιτ του περσινού καλοκαιριού και πλέον επίσημα ο πιο μεγάλος αντίπαλος σε βραβεία κωμωδίας, υπήρξε για πρώτη φορά το 2013. Τότε το αμερικανικό κανάλι NBC είχε αγοράσει τα δικαιώματα μετάδοσης της Premier League στις Ηνωμένες Πολιτείες και έψαχνε έναν εύπεπτο τρόπο να σερβίρει στους Αμερικανούς τηλεθεατές το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Με τέσσερις-πέντε ιδέες για αυτή την αφορμή, το κανάλι προσέγγισε τον κωμικό Jason Sudeikis για να βοηθήσει με την προώθηση. Ο Sudeikis που είχε μόλις φύγει από το Saturday Night Live, έναν θεσμό πια στην αμερικανική τηλεόραση όπου έκανε συχνά σκετς ως θυμωμένος προπονητής του αμερικανικού ποδοσφαίρου, δεν είχε διάθεση να κάνει μια απ’ τα ίδια.
Αυτό όμως που μπορούσε να σκεφτεί ήταν ο χαρακτήρας ενός προπονητή αμερικανικού ποδοσφαίρου που με πάσα σοβαρότητα θα προσλάμβανε η Premier League για να προπονήσει μία από τις ομάδες της χωρίς καμία εμπειρία στο άθλημα. Έτσι προέκυψε αρχικά ο Ted Lasso. Μονοδιάστατος σε εκείνη τη φάση, λαλίστατος, εμπνευσμένος από έναν προπονητή του ίδιου του Sudeikis στο Λύκειο που μιλούσε με γνωμικά, και επηρεασμένος σε μικρό βαθμό από τον Jurgen Klopp της Liverpool που είχε φανεί συμπαθής στον Sudeikis επειδή είχε βγάλει την ομάδα του έξω για καραόκε.
Το αποτέλεσμα ήταν ένα πετυχημένο πείραμα που το NBC επανέλαβε την αμέσως επόμενη χρονιά.
Κάποιους μήνες λοιπόν μετά τη δεύτερη διαφήμιση, ο Sudeikis είχε βγει για δείπνο με την τότε σύντροφό του και μητέρα των δύο του παιδιών, την ηθοποιό και δημιουργό Olivia Wilde, η οποία τον παρότρυνε να σκεφτεί μεγαλύτερα πλάνα για τον χαρακτήρα. Think big. Κι αν μπορούσε δηλαδή να στηθεί μία ολόκληρη σειρά γύρω του; Τι θα έκανε, ας πούμε, έναν προπονητή αμερικανικού ποδοσφαίρου να αποδεχτεί μία τέτοια παράλογη πρόταση όπως είναι η ευθύνη σε ένα άθλημα για το οποίο δεν είχε ιδέα; Μήπως βιώνει προβλήματα στην προσωπική του ζωή και θέλει να ξεφύγει; Και για ποιο αδιανόητο λόγο θα του ερχόταν καν μία τέτοια πρόταση στα χέρια;
Ο Sudeikis – φανατικός παίκτης του FIFA στο Playstation από το 2001 – άρχισε να σκέφτεται ένα σενάριο. Την άνοιξη του 2015 θα άρχιζε να το δουλεύει με τον φίλο του και κωμικό Brendon Hunt, και τον κοινό τους φίλο και συνεργάτη Joe Kelly. Ο πιλότος και η περίληψη της πρώτης σεζόν του “Ted Lasso” θα έμεναν αδρανείς για δύο χρόνια, μέχρι που ο Sudeikis θα άρχιζε να παίζει μπάσκετ δύο φορές την εβδομάδα με τον Bill Lawrence. Τον δημιουργό πίσω από βραβευμένες κωμωδίες όπως το “Scrubs” και το “Spin City”. Μια μέρα ο ηθοποιός ανέφερε το ενδεχόμενο της σειράς στον φίλο του και από τότε δεν πέρασε πολύς καιρός μέχρι ο Lawrence να του πει ότι πρέπει να τη βάλουν μπροστά στα σοβαρά.
Τον Αύγουστο του 2020 λοιπόν, σ’ έναν πλανήτη πνιγμένο σε πανδημίες και φωτιές, ο Ted Lasso έφτασε για να μας σώσει. Και εμάς και την Apple TV+.
Μέσα σε ένα μήνα η σειρά είχε σπάσει τα ρεκόρ τηλεθέασης που είχε ως τότε η πλατφόρμα – το “Defending Jacob” με τον Chris Evans ήταν το πρώτο πραγματικό χιτ της Apple – προσέλκυσε το 25% των νέων της συνδρομητών, γιγαντώθηκε κατά 600% από την πρεμιέρα της, και εκτός από τις Ηνωμένες Πολιτείες είχε βρεθεί στην κορυφή της Apple TV+ στο Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γερμανία, τη Γαλλία, τον Καναδά, τη Ρωσία και την Ιαπωνία. Πλέον είναι βραβευμένο με 7 τηλεοπτικά βραβεία Emmys, τα πιο πολλά που έχει πάρει ποτέ κωμωδία στην έναρξή της.
Γιατί όμως ο Ted Lasso;
Κυνηγημένος από την πιθανότητα ενός διαζυγίου που μοιάζει ολοένα και πιο χειροπιαστή, ο Ted Lasso αποφασίζει να αποδεχτεί την πρόταση της ομάδας του Richmond για να την προπονήσει. Ποια σοβαρή ιδιοκτησία ομάδας όμως θα προσλάμβανε έναν προπονητή αμερικανικού ποδοσφαίρου για το ευρωπαϊκό;
Ο παραλογισμός εξηγείται όταν μαθαίνουμε πως η Rebecca, η ιδιοκτήτρια της ομάδας που υποδύεται μία εκπληκτική Hannah Waddingham – γνωστή περισσότερο ως Septa Unella στο “Game of Thrones” (“SHAME!”, “SHAAAAME!11!”) – κέρδισε ουσιαστικά την ομάδα στη μάχη διαζυγίου με τον πρώην σύζυγό της και τώρα θέλει να τη βουλιάξει από εκδίκηση. Εκείνος τη ντρόπιασε με τη συμπεριφορά και τις απιστίες του, εκείνη τώρα θα καταποντίσει αυτό που αγαπούσε περισσότερο.
Το μόνο πρόβλημα στο πλάνο της Rebecca; Ο Ted Lasso είναι πρακτικά ο Θανάσης Βέγγος των προπονητών. Ένας αφοπλιστικά καλός άνθρωπος που αδυνατείς να μισήσεις. Αυτό που του λείπει σε ποδοσφαιρική τεχνογνωσία το αναπληρώνει με μία ατόφια αισιοδοξία, μεταδοτική για τους πάντες στον σύλλογο. Εκτός από τον παροπλισμό της ατσάλινης Rebecca – κυρίως μέσω συμπόνοιας και σπιτικών μπισκότων – ο Lasso κερδίζει και στα αποδυτήρια, συμπεριλαμβανομένου του γκρινιάρη θρύλου της ομάδας που βρίσκεται στη δύση της καριέρας του, αλλά και ενός αλαζόνα εκκολαπτόμενου σούπερσταρ της Richmond.
Η στρατηγική του Ted Lasso δεν είναι να στίβει τους παίκτες του, αλλά να τους διδάσκει να πιστεύουν στον εαυτό τους και ο ένας στον άλλον, ακόμα κι όταν χάνουν. Κυρίως τότε. “Το να τα βάζεις με τον εαυτό σου είναι όπως όταν παίζει κλαρίνο ο Woody Allen”, τους λέει. “Δε θέλω να το ακούω”.
Η ικανότητα των προπονητών άλλωστε εξαρτάται συχνά από το πόσο καλά μπορούν να εξισορροπήσουν την τακτική τους με τη διαχείριση των προσωπικοτήτων στις ομάδες τους. Ο Lasso βέβαια ανήκει σε ένα απ’ τα δύο άκρα αυτού του φάσματος. Δεν καταλαβαίνει τον κανόνα του οφσάιντ (ούτε στη 2η σεζόν που προβάλλεται αυτόν τον καιρό!), αλλά καταλαβαίνει τους ανθρώπους. Γι’ αυτό και μέχρι το τέλος του πρώτου κύκλου η Richmond θα πήγαινε σε πόλεμο για πάρτη του αν τους το ζητούσε.
Η πραγματική του δύναμη βρίσκεται στην ευπρέπεια, στην προθυμία του Ted να υποθέτει το καλό για τους ανθρώπους και να τους κάνει να αναρωτιούνται γιατί το καλό δεν το έκαναν κι οι ίδιοι εξαρχής. Η καλοσύνη του όμως αυτή – και αυτό είναι ίσως το πιο έξυπνο όπλο της σειράς – είναι ότι κερδήθηκε. Ο Lasso, με τα μπαμπαδίστικα φούτερ και τις ατέλειωτες αναφορές στην ποπ κολτούρα που σκάνε σα ριπές, έχει υποστεί προσωπικές απώλειες. Αυτή η αισιοδοξία και η γενναιοδωρία του προκύπτουν από τον πόνο που τις έχει κάνει απαραίτητες.
Η συγκεκριμένη οπτική της σειράς προσφέρει έδαφος για twists που δε μπορείς να προβλέψεις, πιο σκοτεινά απ’ ότι υπολόγιζες, συγγενεύοντας ελαφρώς με την καταξιωμένη τηλεόραση που εναντιωνόταν στην κατά περιόδους επίπλαστη αθωότητα του μέσου. Οι “Simpsons” ήταν η απάντηση στις άκακες οικογενειακές κωμωδίες όπου όλα έμοιαζαν αγγελικά πλασμένα. Οι “Sopranos” εναντιώθηκαν στην ιδέα ότι οι άνθρωποι μπορούν να αλλάξουν και ότι το κακό τιμωρείται. Στο καθησυχαστικό “Ted Lasso”, το να είσαι καλός δεν είναι μία αφελής άρνηση του σκοταδιού της ζωής. Είναι μία σαφής προσαρμογή σε αυτό.
Είναι λες και η σειρά, μετά από χρόνια σκληρότητας και λεονταρισμών στον δημόσιο διάλογο, οσμίστηκε την ακριβή ποσόστωση γλυκερότητας και ρεαλισμού που είχε ανάγκη το κοινό. Ένα μη δυσάρεστο όραμα Αμερικανότητας και, κυρίως, ένα παράδειγμα αρρενωπότητας που δε θα ήταν πολεμικό.
Ίσως δεν είναι τυχαίο.
Το “Ted Lasso” και η αφήγηση των ‘00s
Στις αρχές των ‘00s, το ορίτζιναλ “Office” του Ricky Gervais είχε ακολουθήσει το “Seinfeld” και την εποχή Υψηλής Ειρωνείας στην τηλεόραση. Εκείνη η σειρά, όπως και το “Ted Lasso”, αφορούσε τη σημασία της συμπόνοιας. Αλλά επιχειρηματολογούσε μέσα από την ειρωνεία, καλώντας τον θεατή να βγάλει τα δικά του, αρνητικά συμπεράσματα για τον πρωταγωνιστή του, David Brent, μέσα από τις αντιδράσεις των άλλων χαρακτήρων. Όταν έβλεπες το “Arrested Development” το 2003, μπορεί να λάτρευες τους εγωκεντρικούς Bluths αλλά δεν υπέθετες – ή δε θα έπρεπε έστω – ότι η σειρά περίμενε να τους βλέπεις όσο φανταστικά έβλεπαν εκείνοι τον εαυτό τους. Το ίδιο έκαναν και σειρές όπως το “Sopranos” που προαναφέραμε, ή το “Breaking Bad” αργότερα, δείχνοντας εμπιστοσύνη ότι τα κοινά τους θα έβρισκαν συναρπαστικό τον Tony ή τον Walter White χωρίς να επικροτούν τις πράξεις τους. Λάθος! Οι φαν των αντι-ηρώων δεν εντοπίζουν πάντα αυτές τις λεπτές αποχρώσεις, στηρίζοντας συχνά μέχρι θανάτου αυτούς τους χαρακτήρες και μισώντας όποιον άλλον χαρακτήρα υπονοεί ότι θα μπορούσαν να είναι κάτι λιγότερο από φανταστικοί.
Το “Ted Lasso” ανήκει στη στιγμή των Καλών Ανθρώπων που συμβαίνει τώρα στην αμερικανική τηλεόραση. Δίπλα από τους Schitts του “Schitt’s Creek” που το 2005 θα είχαν πιθανώς παρουσιαστεί ως άλλοι Bluths, αλλά τώρα ήταν καλόκαρδοι και πρόθυμοι να αλλάξουν τους εξωπαθείς τρόπους τους. Σε σειρές όπως το “The Good Place” ή το “Upload” που διερευνούν τι σημαίνει να είσαι καλός δημιουργώντας ζωές μετά θάνατον χωρίς να ηθικολογούν. Στην πορεία δημιουργών που μετατοπίστηκαν κι αυτοί μαζί με τους πρωταγωνιστές τους μέσα στις δεκαετίες.
Κάποτε ο Ryan Murphy έκανε μπαμ στην τηλεόραση με το νιχιλιστικό “Nip/Tuck” και τώρα προσανατολίζεται σε ανοιχτόκαρδες παραγωγές όπως το “Pose”. Δες και τους γιατρούς του David Shore. Το 2004 ο πρωταγωνιστής του είναι ο Δρ. House στο “House MD”, στριφνός, μισάνθρωπος και απροσάρμοστος. Στη νέα επιτυχημένη του σειρά, το “The Good Doctor” που το 2017 θεωρήθηκε η εκδίκηση των Καλών Παιδιών στην τηλεόραση, ο Shaun Murphy είναι ένας αυτιστικός νεαρός άνδρας με καλές προθέσεις που δεν ξέρει πάντα πώς να εκφράσει. Οι δυσκολίες του House να συνδεθεί με τους ανθρώπους γύρω του χωρίς να καταστρέφει τις σχέσεις του μαζί τους θα μπορούσαν, γιατί όχι, να αποδοθούν σε ένα σύγχρονο remake κι αυτές στο φάσμα. Σε ένα επεισόδιο του “Good Doctor” μάλιστα, ο Shaun συναντά έναν ηλικιωμένο θαυματουργό γιατρό που αρνείται να πιστέψει ότι η αδυναμία του να συνάψει σχέσεις οφειλόταν στον αδιάγνωστο αυτισμό του. Με τις οδηγίες που του έδωσε ο Shaun για να διαγνωστεί (“ποτέ δεν είναι αργά”), ήταν σαν ο νέος χαρακτήρας του Shore να δίνει μία νέα ευκαιρία στον παλιότερο που ποτέ δεν είχε.
Φαίνεται ότι η ειρωνεία έχει ακόμα χώρο στην αφήγηση – βλέπει τη δίκαιη επιτυχία του “Succession” – απλά μικρότερο. Όχι ότι η χρήση της κάνει πάντοτε ένα έργο νιχιλιστικό. Το ” Sopranos” ήταν πολύ ηθικό ακόμα κι αν ο Tony δεν ήταν. Όμως τα δράματα και οι κωμωδίες των αντι-ηρώων έγιναν τόσο διαδεδομένα που στο τέλος ανέπτυξαν κι αυτά τα δικά τους κλισέ, ακριβώς όπως έκαναν τα παλαιότερα, ηθικολογικά σόου στα οποία αντιδρούσαν. Μάλλον το εκκρεμές ταλαντεύτηκε και οι δημιουργοί βρήκαν το ενδιαφέρον στην πρόκληση της εξερεύνησης του Καλού Ανθρώπου.
Το “Ted Lasso” αναγνωρίζει ότι αυτοί μπορεί όντως να μένουν μερικές φορές τελευταίοι. Απλώς υποστηρίζει πως, ούτως ή άλλως, κάποια πράγματα ήταν πάντα πιο σημαντικά απ’ το να τερματίζουν πρώτοι.