ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΤΡΑΥΜΑ ΚΟΥΡΑΣΤΗΚΕ ΝΑ ΚΡΥΒΕΙ ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ
Τα "παιδιά στη Νέα Υόρκη", ο Παυλίδης, το νέο άλμπουμ και εκείνη η μέρα στην παιδική χαρά που του πρωτοσύστησε το άγχος. Μια κουβέντα με τον νέο ήρωα της αθηναϊκής εναλλακτικής σκηνής.
Δεν ήξερα ούτε το αληθινό του όνομα ούτε πώς μοιάζει, είχα μόνο μία διεύθυνση και ένα τηλέφωνο που θα χρησιμοποιούσα μόλις θα έφτανα στην είσοδο της πολυκατοικίας του. Δεν λέω ότι είχα φοβηθεί, λέω ότι απλά έκανα μερικές πολύ παράξενες σκέψεις που ταλατεύονταν ανάμεσα σε έναν γελοίο θάνατο και σε ένα “έλα, σοβαρέψου”.
Όλα αυτά τα προκάλεσε η μυστικοπάθεια του ανθρώπου που αυτοαποκαλείται Παιδί Τραύμα, η απροθυμία του να δείξει το πρόσωπό του και να πει το αληθινό του όνομα και ότι η συνέντευξή μας κανονίστηκε μέσω τρίτου -μέχρι τη μέρα που καθίσαμε απέναντι στον καναπέ του, δεν είχαμε επικοινωνήσει απευθείας. Βέβαια, έφταιγαν και οι δικές μου ανασφάλειες, βρήκε έδαφος και πάτησε όλο αυτό, σιγά μην τ’ άφηνε.
Το plot twist το είδες να έρχεται, το ξέρω. Τελικά ο Τάσος είναι ένας καθ’ όλα νορμάλ άνθρωπος, ήρεμος, με τόνους χιούμορ, που έρχεται σε αντίθεση με την περσόνα που έχει χτίσει μέσω των στίχων του -ας τους πούμε σκοτεινούς προς το παρόν.
Με δύο άλμπουμ στο ενεργητικό του, όσες και οι ενθουσιώδεις κριτικές που έχει λάβει, το Παιδί Τραύμα έχει καθιερωθεί ως ένας από τους βασικότερους εκπροσώπους του αθηναϊκού αντεργκράουντ. Με μία μπάντα πλέον που φέρει το όνομά του, κι ένα καλοκαίρι γεμάτο από λάιβ, καθίσαμε για να μιλήσουμε για το νέο άλμπουμ που ετοιμάζει αλλά και για το αμέσως προηγούμενο, το σπουδαίο “Θα Καταστρέψω τον Κόσμο” -και την απειλητική περσόνα που δημιούργησε για χάρη του, τον “Άνθρωπο Κακό”. Και φυσικά για το λάιβ στο Φεστιβάλ Αισχύλεια της Ελευσίνας που ετοιμάζει για τις 12 Σεπτεμβρίου.
Πρώτα από όλα όμως μιλήσαμε για την εμφάνισή του στο Release, μαζί με τον Παύλο Παυλίδη και τον Γιάννη Αγγελάκα.
Πώς ήταν στο Release; Σ’ άρεσε;
Μεγάλωσα με Παυλίδη και Αγγελάκα και τώρα είδα τα παιδικά μου είδωλα να μας προσκαλούν να παίξουμε μαζί τους, οπότε ήταν κάτι σαν όνειρο. Δεν το πίστευα. Είναι προς τιμήν τους που δίνουν ανάσα σε νέα σχήματα, σε νέες μπάντες, και λένε “ελάτε να συνυπάρξουμε”.
Σκέψου ότι η πρώτη φορά που είδα τον Παυλίδη ήταν το ‘98, και την επόμενη ημέρα έδινα πανελλήνιες. Πήγα χωρίς να διαβάσω. Τον είδα στο Κάστρο στην Πάτρα, μαζί με τα Σπαθιά βέβαια τότε. Και τον Αγγελάκα είχα πάει να τον δω το ‘96 σε ένα κάστρο στη Κυλλήνη.
Σκεφτόμουν ότι μέχρι τώρα έκανες λάιβ σε “σκοτεινούς” χώρους, με το πρόσωπό σου να μη φαίνεται καν στην αφίσα κλπ, και ξαφνικά στο Release βρέθηκες κάτω απ’ το φως του ήλιου, σε ένα ανοιχτό μέρος, δείχνοντας ποιος είσαι. Ένιωθες άραγε λίγο εκτεθειμένος, κάπως γυμνός;
Από τη στιγμή που ξεκίνησα να παίζω με την καινούργια μπάντα, άρχισα να δείχνω και περισσότερο το πρόσωπο μου. Το Παιδί Τραύμα είναι μια πορεία απ’ το προσωπικό, το στριφνό, το “δεν δείχνω το πρόσωπο μου” προς το συλλογικό, προς αυτό στο οποίο φαινόμαστε, χαμογελάμε, είμαστε μια ομάδα κτλ. Το βλέπω σαν μια φυσική εξέλιξη, ότι τελικά it’s OK να δείξεις ποιος είσαι.
Ίσως στην αρχή να το ‘παιρνα και λίγο μανιακά το θέμα, ότι δηλαδή μετράει μόνο το περιεχόμενο, “μη σας απασχολεί ποιος είμαι, ακούστε μόνο τα τραγούδια”.
Και όλο αυτό έρχεται και δένει και με το καινούργιο άλμπουμ που φτιάχνουμε, το οποίο θα είναι αρκετά πιο εξωστρεφές.
Δεν θα σκοτώσεις κάποιον σ’ αυτό;
Όχι, ούτε έναν (σ.σ. γελάμε). Θα είναι ένα άλμπουμ πιο μελωδικό και μπορεί πλέον και η πραγματική μου ταυτότητα να πάψει να παραμένει μυστική, να πούμε ότι “ναι, το Παιδί Τραύμα είναι τελικά αυτός ο άνθρωπος”.
Μια μέρα η ψυχοθεραπεύτρια μου μού είπε “το έχεις καταλάβει ότι απ’ τη στιγμή που δημιούργησες αυτήν την καινούργια μπάντα, που το έκανες λίγο πιο ομαδικό, άρχισες να δείχνεις και το πρόσωπό σου;”.
Ίσως τελικά αυτό το πέρασμα από το ατομικό στο συλλογικό να συνδέεται και λίγο με την εξωστρέφεια, με την εμφάνιση της αληθινής μου ταυτότητας. Ίσως τελικά το Παιδί Τραύμα να είναι ένα δράμα που προσπαθεί σιγά σιγά να λυθεί.
Μπορεί δηλαδή και να σταματήσεις να λέγεσαι έτσι; Να λες απλώς “είμαι ο Τάσος”;
Ναι, ίσως και κάποια στιγμή να αρχίσω να υπογράφω και τα κομμάτια με το ονοματεπώνυμο μου.
Ένιωσες μέσα στην ομάδα πιο ασφαλής χωρίς να το καταλάβεις και ανοίχτηκες;
Ακριβώς και είναι πιο ωραία έτσι, γιατί από τη φύση μου είμαι ένας εγωιστικός, ναρκισσιστικός, αλαζονικός τύπος.
Δεν είχαμε καταλάβει τίποτα… (σ.σ. γελάμε). Απλά ξέρεις τώρα που σε βλέπω από κοντά δεν μοιάζεις καθόλου με τον τύπο στο δεύτερο άλμπουμ. Καμία σχέση.
Πώς σου φαινόταν αυτός ο τύπος;
Στην αρχή δεν ήξερα ότι είναι κονσεπτικό το άλμπουμ οπότε άκουγα το “Ακαταλαβίστικο”, τη “Θεραπεία” και αναρωτιόμουν τι περίεργος άνθρωπος είναι αυτός με τόσο σκοτεινούς στίχους, αλλά μετά όταν σε έψαξα περισσότερο, κατάλαβα ότι κάνεις μια περσόνα, ότι έχεις κρυφτεί πίσω απ’ αυτήν.
Ξέρεις τι άλλο μου έκανε εντύπωση; Ότι, όχι μόνο δεν δείχνεις το πρόσωπό σου, αλλά για να κάνεις το δεύτερο άλμπουμ, έβαλες μια μάσκα πάνω σε ένα πρόσωπο που έτσι κι αλλιώς δεν έχεις δείξει ποτέ, και είπα “πόσα layers θα φορέσει για να πει τελικά αυτά που θέλει”.
Η ψυχοθεραπεύτρια μου, το πρώτο πράγμα που μου είπε, ξέρεις ποιο είναι; “Νιώθω ότι είσαι ένα ρομπότ που έχει 15.000 layers, τα οποία πρέπει να ξεπεράσει κάποιος μέχρι να φτάσει στο εσωτερικό σου”.
Παλιότερα πίστευες ότι μπορεί να μη χρειαζόταν ποτέ να δείξεις το πρόσωπό σου; Πίστευες δηλαδή ότι τα τραγούδια σου μπορεί να μείνουν μέσα στο ίντερνετ, σε δέκα φίλους, ότι δεν θα “χρειαστεί” ποτέ να παίξεις σε κάποιο μαγαζί;
Ισχύει αυτό αλλά επειδή θέλω να είμαι και αληθινός με τον εαυτό μου, πρέπει να παραδεχτώ ότι ίσως υποσυνείδητα, η ναρκισσιστική μου πλευρά να πίστευε ότι αυτό το υλικό μπορεί να πάει λίγο παρά πέρα.
Όταν ήμουν πάνω στη σκηνή στο Release και γινόταν από κάτω χαμός, ένιωθα πολύ άνετα και σκέφτηκα ότι ίσως να νιώθω έτσι επειδή κατά βάθος πάντα πίστευα ότι κάποτε θα το έκανα αυτό, ότι είναι μια φυσική εκπλήρωση.
Είχαμε βέβαια κάνει πολλές πρόβες, δεν είχα πιει και σταγόνα -στην αρχή στα λάιβ μου έπινα, τώρα καθόλου γιατί θέλω να είμαι εκεί και να το ζω.
Το έχεις πει αυτό στην ψυχοθεραπεύτρια;
Το έχω πει κι αυτό, ναι. (σ.σ. χαμογελάει). Τώρα στην ερώτηση αυτή καθαυτή… Όταν ξεκίνησα το άλμπουμ ήθελα απλά να βγάλω από μέσα μου δέκα τραγούδια, που είχα γράψει σε μια πολύ συγκεκριμένη περίοδο της ζωής μου όπου ήμουν πάρα πολύ χάλια. Δεν είχα σκεφτεί καν ότι θα κάνω λάιβ, δεν ήξερα καμία μπάντα, κανέναν μουσικό στην Αθήνα -κυριολεκτικά κανένα. Ήμουν ένας άνθρωπος που δούλευε σε μια εταιρεία και που έπαιζε κιθάρα από μικρός, πήρε ένα συνθεσάιζερ, άρχισε να γράφει κομμάτια και κάποια στιγμή δυο φίλοι του τού είπαν “ρε συ βγάλτα, κάνε μια κανονική παραγωγή, μην τα αφήνεις έτσι χύμα”. Και όντως έτσι έγινε. Έκανα απλά αυτό που αισθανόμουν.
Και τότε ήρθε η Veego;
Στην αρχή το ‘βγαλα μόνος μου -YouTube, Spotify, CD κλπ- αλλά σιγά σιγά άρχισε να ακούγεται πολύ, να λένε “το άλμπουμ της χρονιάς” κλπ, και ερχόταν κόσμος και με ρωτούσε πότε θα κάνω λάιβ.
Δεν είχα ιδέα απ’ αυτά. Το πρώτο λάιβ που έκανα στη ζωή μου ήταν στη σχολική γιορτή της 17 Νοέμβρη στην Πάτρα, όπου είχα πάει με έναν φίλο μου, με δυο κιθάρες και είχαμε παίξει ένα τραγούδι που είχα γράψει τότε…
Το ‘χες γράψει εσύ και το έπαιξες λάιβ στους συμμαθητές σου; Πόσο θράσος.
Ναι, ήταν λίγο. Όταν άρχισαν, λοιπόν, να μου ζητάνε να κάνω λάιβ, είπα στη δασκάλα του πιάνου να μου βρει δυο τρεις μουσικούς και βγήκα να παίξω για πρώτη φορά στο Τίκι. Διάλεξα κιόλας ένα μέρος που να έχει έτσι κι αλλιώς και λίγο κόσμο, να μη γίνουμε εντελώς ρόμπα. Και παίζουμε τελικά εκεί και γίνεται της πουτάνας. Bέβαια, έπαιξα χάλια -ήταν το πρώτο μου λάιβ και είχα κάνει μόλις τρεις πρόβες.
Μπορεί να είχα πολύ άγχος, αλλά όλο αυτό μου έδωσε αδρεναλίνη -έτσι συμβαίνει με τα λάιβ, σου δίνουν αδρεναλίνη και θες να τα ξανακάνεις. Και μετά αρχίσαμε να κάνουμε κι άλλα λάιβ, έγραψα και τα κομμάτια του δεύτερου δίσκου, δεθήκαμε με την τωρινή μας μπάντα, και έτσι το εξελίξαμε.
Δεν είχα, λοιπόν, κανένα σχέδιο, το έβγαλα μόνος μου και μετά ήρθε η Veego και ο Ανδρέας Μιτρέλης και μου είπε να το βγάλουμε και σε βινύλιο. Όταν το πρωτοείδα σε βινύλιο, τότε το συνειδητοποίησα κιόλας.
Εν τω μεταξύ ήταν πολύ ταιριαστό να παίξεις πριν τον Παυλίδη. Εσύ βλέπεις κάποιες ομοιότητες μαζί του; Διακρίνεις την επιρροή του στη δική σου δουλειά;
Υπάρχει πάρα πολύς κόσμος που έρχεται και μου λέει ”η χροιά σου μοιάζει με του Παυλίδη ή η μουσική σου κλπ”.
Για παράδειγμα “Το φόρεμα” εμένα μου τον θυμίζει πολύ.
Ναι δεκτό, προφανώς κι έχω επηρεαστεί πάρα πολύ, απλά νομίζω ότι πρέπει να κάνουμε αυτό που στις εταιρείες το λέμε “embrace”, να αγκαλιάσουμε τις επιρροές μας.
Όταν παίζεις μια νότα στο πιάνο, ξέρεις ότι είναι δικιά σου. Όταν βάζεις όμως και μια δεύτερη, ξέρεις ότι το έχει γράψει και κάποιος άλλος, δεν υπάρχει παρθενογένεση στην τέχνη. Οπότε αφενός θέλω να το κάνω embrace όλο αυτό, θέλω να χαρώ τις επιρροές μου -γιατί χαίρομαι που οι επιρροές μου είναι ο Παυλίδης, οι Radiohead, οι Στέρεο Νόβα κλπ. Δεν είναι κάτι το οποίο το δαιμονοποιώ.
Αφετέρου όμως θέλω να πιστεύω ότι προσπαθώ σιγά σιγά να το εξελίξω, και στιχουργικά, και μουσικά. Όπως και ο Παυλίδης και ο Αγγελάκας είχαν τις δικές τους επιρροές, έτσι και εμείς έχουμε τις δικές μας και έτσι και οι επόμενοι θα έχουν τις δικές τους.
Πάντως μπορεί να μοιάζει λίγο ο ήχος ή το ύφος, αλλά κανείς δεν μπορεί να σε “κατηγορήσει” ότι έχεις ένα τραγούδι που να είναι σαν να το έχεις ξεπατικώσει πχ.
Συμφωνώ. Πιστεύω κιόλας, ότι ειδικά στον επόμενο δίσκο θα το πάω ακόμα πιο μπροστά αυτό, θα το μεταμορφώσω. Για μένα αυτό που έκαναν οι Radiohead, όπου μετά το “OK Computer” έβγαλαν το “Kid A” είναι το ιδανικό -όχι ότι φιλοδοξώ ότι θα δημιουργήσω κάτι τόσο μεγαλειώδες όσο εκείνοι. Εννοώ ότι θέλω να αλλάξουμε τον ήχο μας. Να το ακούσει κάποιος και να ξινίσει, να πει “ΟΚ, μοιάζει λίγο με Παιδί Τραύμα, αλλά το άλλαξε. Γιατί;”.
Ήθελα να σε ρωτήσω για το δεύτερο άλμπουμ, αλλά από ό, τι βλέπω εσύ ετοιμάζεις το τρίτο.
Ναι, το οποίο θα είναι αρκετά πιο μελωδικό, θα έχει βέβαια και την ίδια σκοτεινότητα που έχει το κόνσεπτ Παιδί Τραύμα αλλά θα έχει και πράγματα μέσα που θα ‘ναι πιο mainstream. Νομίζω ότι έτσι θα μπορεί να απευθυνθεί σε ένα μεγαλύτερο κοινό, όχι με την έννοια του έντεχνου για να το πω απλά, αλλά με την έννοια του να δώσεις προς τα έξω μια σκοτεινή μελωδία με έναν πιο εξωστρεφή τρόπο, έτσι ώστε να μπορεί να το ακούσει και κάποιος που δεν ακούει μόνο indie ή μόνο αθηναϊκή αντεργκράουντ.
Εν τω μεταξύ το άλμπουμ κατά πάσα πιθανότητα θα λέγεται “Μέινστριμ”. Θα έχει φυσικά και σκοτεινά σημεία μέσα αλλά θέλω να το κάνω αρκετά πιο ποπ, κρατώντας την αντεργκράουντ αισθητική του. Δεν εννοώ να έχει εύκολες, πιασάρικες ή μεγαλεπήβολες μελωδίες.
Στους δυο πρώτους δίσκους ο ήχος ήταν λίγο πιο συγκεκριμένος πιο μεστός. Εδώ θέλω το υλικό να αναπνεύσει, γι’ αυτό και θα έχει έγχορδα, πνευστά, χορωδίες. Ξέρω ότι ακούγεται λίγο φιλόδοξο…
Ξέρεις τι μου έκανε εντύπωση; Είμαστε σε μια εποχή τώρα που πολλοί δεν βγάζουν καν ολόκληρο δίσκο, βγάζουν μόνο tracks, κι εσύ όχι μόνο έβγαλες δίσκο αλλά είχε και κόνσεπτ. Μήπως περιμένεις πολλά από τον κόσμο; Περιμένεις να έχει την όρεξη και τον χρόνο να ασχοληθεί με τη μουσική όπως παλιά; “Υποτίθεται” ότι αυτό έχει σταματήσει να υπάρχει.
Σκεφτόμουν πολλές φορές ότι ένας απ’ τους λόγους που τα τραγούδια μου είναι μικρά είναι ότι ο κόσμος όντως δεν έχει χρόνο.
Εγώ έκατσα κι έγραψα μία ολόκληρη “δικογραφία” και την έβαλα μέσα στον δίσκο, μια μικρή νουβέλα στην ουσία, γνωρίζοντας ότι θα τη διαβάσουν 50 άνθρωποι. Ήξερα ότι ο κόσμος δεν θα ασχοληθεί. Νομίζω ότι κατά βάθος τα κόνσεπτ άλμπουμ τα έφτιαξα επειδή θέλω να εκφράσω εγώ κάτι και όχι επειδή απαραίτητα θα αρέσουν στον κόσμο. Δεν ακούνε τον δεύτερο δίσκο επειδή είναι κόνσεπτ άλμπουμ, δεν τους νοιάζει αυτό. Ο κόσμος θα μπει στο Spotify ή στη καλύτερη θα αγοράσει το βινύλιο, και θα ακούσει ένα τραγούδι και είτε θα του αρέσει είτε δεν θα του αρέσει, that’s it. Το να κάτσει να ασχοληθεί με τον “Άνθρωπο-Κακό” και ποιος ήταν και τι έκανε, είναι άλλο θέμα.
Απλά είναι και σαν να προσπαθώ να δώσω ένα guidance ότι “ξεκολλάτε λίγο απ’ το ακούω μόνο ένα τραγούδι στο YouTube, αφιερώστε 33 λεπτά απ’ τη ζωή σας, χωρίς να κοιτάτε το κινητό σας, να ακούσετε έναν δίσκο από την αρχή μέχρι το τέλος και να διαβάζετε παράλληλα το artwork” -btw εγώ είμαι ο χειρότερος σε αυτό, δεν νομίζω ότι μπορούν να περάσουν τρία λεπτά χωρίς να κοιτάξω το κινητό μου.
Έχω μια εμμονή ότι το κόντεντ πρέπει να περικλείεται από μία ιστορία, από την άλλη όμως δεν θέλω και να εγκλωβιστώ σ’ αυτό, με την έννοια ότι για να ακούσει κάποιος τον δίσκο θα πρέπει να το βάλει απ’ την αρχή μέχρι το τέλος.
Δεν φοβήθηκες ότι κάποιος που δεν θα ακούσει όλο το άλμπουμ, που δεν θα μάθει τι είναι αυτός ο Άνθρωπος Κακό, και ακούσει μόνο το “Ακαταλαβίστικο”, μπορεί να σε παρεξηγήσει; Κάποιοι στίχοι σου είναι πολύ σκληροί, και μη γνωρίζοντας ότι είναι ένα μικρό κομμάτι ενός μεγαλύτερου πρότζεκτ ίσως να αναρωτηθεί πχ “μα τι λέει αυτός για τις γυναίκες; Πώς μιλάει έτσι;”.
Όχι, δεν το φοβήθηκα. Είναι ένα ρίσκο που πρέπει να πάρεις. Από την άλλη, και χωρίς να φανεί και πάλι αλαζονικό, ποτέ δεν έκανα έναν δίσκο έχοντας στο μυαλό μου τι θα πει το κοινό -όχι ότι δεν το σέβομαι. Απλά αυτό είναι ένα τρυπάκι στο οποίο δεν θέλω να μπω.
Κατά τη γνώμη μου αν το πρώτο πράγμα που θα σκεφτεί ένας καλλιτέχνης είναι πως θα αρέσει το έργο του στο κοινό, κάτι δεν πάει καλά. Εάν σκεφτεί πως αυτό θα εκφράζει αυτό που έχει ο ίδιος μέσα του, τότε έχει αυτομάτως περισσότερες πιθανότητες να αρέσει.
Νομίζω ότι για να ταυτιστεί ο άλλος μαζί σου πρέπει να ταυτιστείς και εσύ ο ίδιος με τον εαυτό σου, αλλιώς δεν γίνεται.
Έχεις πει ότι οι στίχοι σου είναι πάντα αυτοβιογραφικοί. Συνεχίζεται αυτό;
Τα πάντα είναι αυτοβιογραφικά.
Επειδή μ’ αρέσουν πολύ οι ιστορίες πίσω απ’ τα τραγούδια θες να μου πεις την ιστορία πίσω από το “Ακαταλαβίστικο”;
Περιγράφει λίγο τη σχέση μου με τον έρωτα. Η πρώτη σχέση μαζί του ξεκινάει από τη σχέση σου με τη μάνα. Όταν γεννιόμαστε, εκείνη είναι η πρώτη μας αγκαλιά, η πρώτη μας ανακούφιση από τον πόνο της γέννας. Το “Ακαταλαβίστικο” ξεκινάει λέγοντας “στην παιδική χαρά χαϊδεύεις τα μαλλιά μου” και περιγράφει μια ιστορία που όντως είχε συμβεί, δηλαδή η μάνα μου με πήγαινε σε μια παιδική χαρά στην Πάτρα και μια φορά προσπάθησε να μου πει μια αρκετά στενάχωρη οικογενειακή ιστορία, λέγοντας μου επί λέξει “να σου πω μια ιστορία;”. Και της είπα “άσε με, όχι, θέλω να παίξω”.
Είναι μια παιδική ιστορία που μου δημιούργησε άγχος και πάντα την ανακαλώ, καθώς είναι η πρώτη φορά που ένιωσα ποτέ αυτό το συναίσθημα. Ήταν ένα γεγονός που εγώ το ζούσα διαφορετικά μέσα στην παιδική μου άγνοια, και ήταν σαν μια αποκάλυψη για μένα όταν έμαθα την αλήθεια, κάτι που μου προκάλεσε φόβο.
Α, το ‘χα καταλάβει εντελώς λάθος.
Δεν είναι λάθος… Εγώ σου λέω πώς ξεκίνησε το τραγούδι, το τι θα το κάνει μετά ο καθένας το είναι δικό του θέμα, όχι δικό μου.
Νόμιζα ότι ήταν ερωτικό.
Περίμενε… Μπορεί και να είναι.
Αλλάζουν τα πρόσωπα μέσα στο τραγούδι; Μιλάς και για μια κοπέλα;
Ακριβώς. Ξεκινάει δείχνοντας την πρώτη φορά που η αλήθεια μου δημιούργησε άγχος -πρέπει να ήμουν νήπιο, πέντε έξι χρονών και τη θυμάμαι γιατί την κατέγραψε σε ημερολόγιο η μάνα μου και, χρόνια αργότερα, όλα αυτά τα διάβασα.
Μετά όμως μεγαλώνοντας έκανα σχέσεις, και σε μια απ’ αυτές είχα πάει στη Νέα Υόρκη με την τότε κοπέλα μου…
Και ποια είναι “τα παιδιά στη Νέα Υόρκη”;
Εννοώ εμάς: εμένα και εκείνη.
Α, νόμιζα ότι είχες γνωρίσει εκεί κάποιους τύπους.
Όχι… Τέλος πάντων, αυτή ήταν μία πολύ δύσκολη και άρρωστη σχέση, στην οποία πάλι άρχισα να μεταχειρίζομαι αυτό που ήξερα καλύτερα: το ψέμα. Και αυτό γιατί η αλήθεια με άγχωνε και αντίστοιχα και η κοπέλα ήταν σε μία τέτοια φάση. Και με τον στίχο “τι σημασία έχει η αλήθεια”, εννοώ ότι “άστο δεν πειράζει, ας λέμε ψέματα ο ένας στον άλλο, αρκεί στο τέλος να ‘μαστε μαζί”.
Αυτό το τραγούδι μιλάει για το πως η σχέση μας με την αλήθεια καμιά φορά μας δημιουργεί άγχος και το πως πρέπει να το αποβάλουμε. Γι’ αυτό έχει και αυτό το ξέσπασμα στο τέλος που λέει “θα γυρίσουμε ξανά στην παιδική χαρά”, δηλαδή θα τα πάρουμε όλα από την αρχή, θα λέμε την αλήθεια, θα ‘μαστε εντάξει, δεν θα ρίχνουμε μπουνιές ο ένας τον άλλον, θα είμαστε υγιείς, θα έχουμε άλλο αίμα στις καρδιές. Στο τέλος είναι σαν να έρχεται η λύτρωση.
Είναι λοιπόν μια πορεία για το πως μπορούν οι ανθρώπινες σχέσεις να γιατρευτούν μέσα από την αλήθεια, μιλώντας με ακαταλαβίστικους βιωματικούς όρους.
Ξέρεις, πρώτη φορά που σε άκουσα ήταν με το “Σαν ιχθύς” και επειδή έχω μια δυσανεξία στα ζώδια, με το που το ακούω λέω “έλα ρε συ τώρα, γιατί να μιλάει για αυτά…” (σ.σ. γέλια)
Παρεμπιπτόντως, στα λάιβ το έχουμε κάνει πανκ αυτό το τραγούδι, γιατί με “κούραζε” πολύ αυτό το μπαλαντοειδές που έχει.
Πιστεύεις στα ζώδια;
Όχι ρε συ, για μένα είναι συμβολικό. Καλό θα ήταν να μην πιστεύουμε γενικά σε οτιδήποτε δεν στηρίζεται σε απτές αποδείξεις -και δεν αναφέρομαι μόνο στα ζώδια, είναι πολλά πράγματα όπως και η θρησκεία, οι ομάδες.
Ωστόσο νομίζω ότι όλα αυτά στο τέλος της ημέρας σου δίνουν μια παρηγοριά και ένα άλλοθι.
Και μια ασφάλεια.
Ναι, ακριβώς, αυτήν την ψευδαίσθηση του ελέγχου, ότι “ΟΚ, είμαι σκορπιός άρα είμαι αλαζόνας και σεξομανής” ή “είμαι ιχθύς άρα είμαι αλλοπρόσαλλος”.
Θα μου πεις λίγο για τη “Θεραπεία”;
Ήμουν στο πατρικό σπίτι μου στην Πάτρα, έκατσα σε αυτό το synth (σ.σ. μου το δείχνει) κι έγραψα αυτήν τη μελωδία, η οποία μου φάνηκε πολύ ωραία και απλή. Έγινε πάλι σε μια άσχημη περίοδο της ζωής μου κατά την οποία η επαφή με τους ανθρώπους με άγχωνε πάρα πολύ.
Στην ουσία αυτό που λέει το τραγούδι είναι πάρα πολύ ναρκισσιστικό. Μπορεί να μοιάζει σαν λυτρωτικό το κομμάτι αλλά η λύτρωση του έγκειται για μένα στο ότι “παραδέχομαι” αυτήν την ναρκισσιστική πλευρά. Γι’ αυτό και λέει “δεν θέλω να ξέρω τι κάνεις, δεν θέλω να ξέρω που είσαι, φαντάζομαι ότι κάνεις αυτό που θέλω εγώ να κάνεις. Φαντάζομαι ότι είσαι αυτό που θέλω εγώ να είσαι. Είναι άρρωστο, αλλά αυτή η μελωδία θα γιατρέψει την αρρώστια”.
Είναι σαν να λέω ότι ίσως με την εξομολόγηση και και την αποδοχή να καταφέρω να το γιατρέψω αυτό μέσα μου.
Και το “Φόρεμα”;
Αυτό είναι ίσως το μόνο κομμάτι που δεν έγραψα στο πιάνο. Παρεμπιπτόντως, για μένα το πιάνο είναι μια σκακιέρα που μπορώ πάνω της να γράφω κομμάτια, παρότι δεν ξέρω να παίζω καλά. Κυρίως κιθάρα παίζω από μικρός.
Σκέψου ότι όταν είχα συνεργαστεί με τον Δεληβοριά, μου είπε “τα κομμάτια τα γράφεις όλα στο πιάνο, ε;”. Φαίνεται ότι τα κομμάτια αυτά δεν είναι κιθαριστικά.
Παραδόξως, λοιπόν, το “Φόρεμα” είναι το μόνο κομμάτι που έγραψα σε κιθάρα, και ταυτόχρονα ίσως να είναι κι ένα απ’ τα τα λιγότερο αυτοβιογραφικά μου. Έπαιζα μια μέρα τα ακόρντα και άρχισα από πάνω να τραγουδάω τον ρυθμό, και δεν θυμάμαι ακριβώς αλλά κάποιος με είχε ρωτήσει αν του πάνε αυτά τα παπούτσια, και του είχα πει σε μια έκρηξη ματαιότητας “τι σημασία έχει τώρα, ο, τι και να βάλεις στο τέλος θα πεθάνουμε”.
Και κάπως έτσι άρχισε να στήνεται. Όταν το βάλαμε στον δίσκο το έκανα λίγο πιο dance, του έβαλα λίγο περισσότερο beat.
Είναι κάπως απειλητικός ο στίχος.
Είναι λίγο αλλά για μένα “το Φόρεμα” στο τέλος της ημέρας περιγράφει την κτητικότητα ως έννοια, δηλαδή ότι “θέλω να ‘σαι δικιά μου και για να ‘σαι δικιά μου θα σκοτώσω όλους τους άλλους”. Καμιά φορά υπερβάλλω λίγο στο πόσο κτητικός και αλαζόνας μπορεί να ναι κάποιος άνθρωπος αλλά το κάνω για να δώσω ένα point, γιατί πιστεύω ότι υπάρχει κόσμος που δεν έχει καταλάβει καν το πόσο κτητικός είναι ο ίδιος, πόσο συγκεντρωτικός και πατριάρχης.
Όχι ότι αυτό με κάνει καλύτερο εμένα επειδή έχω επαφή μ’ αυτό, απλά καμιά φορά υπερβάλλω για να μπει και στο μυαλό του άλλου αυτό που θέλω να πω.
Τι έγινε το ‘89 που το αναφέρεις στο “Ο Παλιός ο Χρόνος”;
Να λέμε ότι γεννήθηκα το ‘89 να φαίνομαι πιο νέος; (σ.σ. έχει γεννηθεί το 1980). Πάλι η αποκάλυψη ενός ψέματος συνέβη, αλλά μη φανταστείς κάτι τραγικό.
Μερικές φορές νιώθω ότι κάποια απ’ τα τραγούδια σου είναι σαν να τα έχεις γράψει σε παιδικό πιάνο, μου μοιάζουν λίγο με νανουρίσματα, με παιδικά τραγούδια… Για παράδειγμα το “Στοπ”. Και ταυτόχρονα είναι λίγο και τρομακτικά. Θυμάσαι τη σκηνή στον Φρέντι Κρούγκερ που έπαιζε ένα παιδικό τραγουδάκι και τα παιδιά έκαναν σχοινάκι; Μου βγάζει κάτι τέτοιο, που βέβαια μπορεί να είμαι τελείως λάθος.
Δεν κάνεις καθόλου λάθος, δεν είναι τυχαίο ότι διάλεξα αυτό το όνομα για την περσόνα, το “Παιδί Τραύμα”. Ασυνείδητα νομίζω ότι η παιδική μας ηλικία μάς καθορίζει χωρίς να το ξέρουμε. Ό,τι κάνουμε, ο τρόπος που αντιδράμε, ο τρόπος που εκφραζόμαστε, είναι λίγο μια έκφανση του πως έχουμε μεγαλώσει, οπότε υπό αυτήν την έννοια προσπαθώ να δώσω μια παιδικότητα στα κομμάτια, προτού τα περάσω στη συνέχεια σε μία απότομη ενηλικίωση -αυτή είναι και που σου καταστρέφει τη ζωή.
Είναι σαν να προσπαθώ να εξηγήσω το ότι τα τραύματα μας, οι χαρές μας, οι αγωνίες μας, τελικά έχουν μεταφερθεί λίγο copy paste στο σήμερα. Μπορεί όταν ήμασταν 5 χρονών να φοβόμασταν επειδή η μητέρα μας έφυγε από το δωμάτιο κι έκλεισε το φως και να βάλαμε τα κλάματα, αλλά και τώρα μπορεί να μεταφέρεται η ίδια κατάσταση στο ότι η κοπέλα μας έφυγε απ’ το δωμάτιο και μας είπε “αρκετά, χωρίζουμε”.
Ο πόνος, το άγχος, οτιδήποτε νιώσαμε τότε, είναι σαν να μεταφέρεται αυτούσιο στο σήμερα. Και γι’ αυτό πολλά απ’ τα κομμάτια ξεκινούν λίγο με μία παιδικότητα. Απ’ την άλλη δεν το κάνω και αυτοσκοπό, μπορεί να ξεκινήσω ένα κομμάτι και με ένταση.
Στον επόμενο δίσκο υπάρχουν αυτά τα “προβλήματα”;
Όχι τόσο.
Τα έχεις λύσει;
Τα έχω καταλάβει θα έλεγα πιο σωστά. Κάποια πράγματα είναι άλυτα χωρίς να σημαίνει αυτό ότι θα σταματήσω να προσπαθώ.
Το νέο άλμπουμ θα είναι αρκετά πιο κοντά στη φάση της ενηλικίωσης, της συνειδητοποίησης, στο “και τελικά τι θέλεις ρε φίλε;”. Έχω ένα κομμάτι που λέγεται “Τρομακτικό” που λέει κυριολεκτικά “τι είναι αυτό που θέλεις, Τάσο;”. Δεν θα είναι τόσο βασισμένο στα παιδικά βιώματα όσο στην ενήλικη ζωή και στο από δω και πέρα τι κάνουμε.
Θέλω να σου κάνω μια ερώτηση ακόμα αλλά είναι λίγο χαζή.
Δεν υπάρχουν χαζές ερωτήσεις, υπάρχουν μόνο χαζές απαντήσεις. Και θα σου δώσω εγώ τώρα μία. (σ.σ. γέλια)
Επειδή “ξεκίνησες” μεγάλος να γράφεις τραγούδια…
Έλα, όπως είσαι. έξω. Έξω.
Είναι λίγο περίεργο και προσπαθώ να σκέφτω ποιοι άλλοι το έχουν κάνει αυτό. (σ.σ. ξεκίνησε στα 35 του)
Δεν νομίζω ότι θα μπορούσα να το κάνω νωρίτερα. Αφενός ξεκίνησα μεγάλος για αντικειμενικούς λόγους γιατί πέρασε μια δεκαετία της ζωής μου που εξαιτίας κάποιων οικογενειακών θεμάτων δεν μπήκα καν στη διαδικασία να γράψω μουσική. Αφετέρου, για να είμαι ειλικρινής, αν και μπορεί να ακουστεί λίγο εγωιστικό τώρα αυτό, δεν νομίζω ότι θα έγραφα αυτά τα τραγούδια αν ήμουν 22 χρονών.
Μπορεί δηλαδή και να ντρεπόσουν αν άκουγες σήμερα τραγούδια που έγραψες στα 22 σου;
Μα θυμάμαι κάποια άλλα που είχα γράψει τότε και όντως ντρέπομαι, είναι ψιλοχάλια. Ίσως ένας από τους λόγους που είχε και λίγο πιο μεγάλη πέραση αυτό το πρότζεκτ να είναι και ότι τα τραγούδια είχαν κουβαλήσει μία χ εμπειρία από πίσω. Από την άλλη παρότι ξεκίνησα μεγάλος, δεν θα το αφήσω, όχι μόνο λόγω της αδρεναλίνης που μου προσφέρει. Θα συνεχίσω να βγάζω δίσκους γιατί γουστάρω.
Και στις 12 Σεπτεμβρίου έχεις το λάιβ στα Αισχύλεια, στο φεστιβάλ της Ελευσίνας. Έχεις δει τον χώρο;
Όχι από κοντά αλλά πρέπει να είναι πάρα πολύ ωραίος, φαίνεται έτσι αμφιθεατρικός, και μας ταιριάζει να παίζουμε σε τέτοια μέρη. Όταν παίξαμε σε ένα αντίστοιχο στην Γκράβα, έγινε χαμός.
Είναι τιμή μας που μας φώναξαν, τιμή μας που θα παίξουμε, και παρότι είναι ένα φεστιβάλ πιο θεατρικό να το πω έτσι, θα προσπαθήσουμε να το κάνουμε όσο πιο χορευτικό γίνεται.
Γενικά στα λάιβ σας ποιο είναι το βάιμπ που επικρατεί, τι γίνεται από κάτω; Κάθονται; Χορεύουν όρθιοι; Σκέφτονται; Τι από όλα;
Γίνεται χαμός… Στην αρχή τα λάιβ ήταν λίγο πιο μυσταγωγικά. Επίσης περάσαμε και μια περίοδο κόβιντ που αναγκαστικά ήταν όλοι καθιστοί. Τώρα πια ο κόσμος που ξέρει τα κομμάτια χτυπιέται, και εγώ αυτό θέλω κυρίως να περάσω, γι’ αυτό και τα κάνω όσο πιο χορευτικά γίνεται.
Παρότι οι στίχοι μιλάνε για σκοτεινά και τραυματικά θέματα, ο κόσμος χορεύει με αυτά και είναι σαν να αγκαλιάζει την αδυναμία του, σαν να χορεύει με τα ελαττώματά του.
Το βλέπεις λίγο σαν εξαγνισμό;
Το βλέπω κάτι σαν διονυσιακή κάθαρση των ελαττωμάτων μας.