ΤΟ ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ ΜΙΑΣ ΜΑΧΗΣ ΧΟΥΛΙΓΚΑΝ ΣΕ ΖΩΝΤΑΝΗ ΣΥΝΔΕΣΗ
Δικάζονται 36 οπαδοί της ΑΕΚ και του ΠΑΟΚ για τα επεισόδια στον τελικό Κυπέλλου στον Βόλο το 2017.
Ήταν μια διοργάνωση τελικού Κυπέλλου Ελλάδας στο ποδόσφαιρο καταδικασμένη από την αρχή να αποτύχει. Τον Μάιο του 2017 ο ΠΑΟΚ και η ΑΕΚ αγωνίστηκαν στο Πανθεσσαλικό Στάδιο του Βόλου (τελικό σκορ 2-1). Ο αγώνας θα μείνει στην ιστορία για τα σοβαρά επεισόδια μεταξύ χούλιγκαν στην περίφημη αφύλακτη πεζογέφυρα που ενώνει τα δύο πέταλα του γηπέδου.
Οπαδοί των δύο ομάδων συγκρούονταν για ώρα σώμα με σώμα, σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση. Σταματούσαν μόνο όταν κουράζονταν. Κάποιες στιγμές, έκαναν για λίγο ανακωχή, ώστε να απομακρυνθούν οι τραυματίες, κι έπειτα συνέχιζαν με την ίδια ένταση. Τραυματίστηκαν περισσότερα από 50 άτομα, προκλήθηκαν ζημιές δεκάδων χιλιάδων ευρώ και το άθλημα δυσφημίστηκε σε ένα γήπεδο που, όπως αποκαλύπτεται, έως και λίγα 24ωρα πριν τον τελικό δεν είχε την απαιτούμενη άδεια λειτουργίας.
Τις επόμενες μέρες η Αστυνομία ταυτοποίησε 36 οπαδούς και των δύο ομάδων, η δίκη των οποίων πρόκειται να ξεκινήσει την προσεχή εβδομάδα στον Βόλο, έπειτα από παλινωδίες και αναβολές πεντέμιση ετών. Πολλοί από τους κατηγορούμενους είναι σεσημασμένοι χούλιγκαν, ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι βρέθηκαν στο λάθος σημείο τη λάθος ώρα και ότι ταυτοποιήθηκαν στον σωρό.
«Έλαβε χώρα ένας τελικός Κυπέλλου, ο οποίος συνδυάστηκε με άνευ προηγουμένου οργανωτικές ανεπάρκειες και εγκληματικές ελλείψεις των θεσμικών οργάνων, όσον αφορά την κίνηση των οπαδών των δύο ομάδων», είπε σε επικοινωνία με το Magazine ο Κώστας Δημόπουλος, συνήγορος ενός εκ των κατηγορούμενων.
«Αποτέλεσμα των ως άνω ήταν να συλληφθούν αδιακρίτως εκατοντάδες άτομα, κάποιοι εκ των οποίων ήταν απλοί φίλαθλοι, οι οποίοι είτε μετέβαιναν στο γήπεδο για να παρακολουθήσουν το παιχνίδι είτε κινούνταν πέριξ αυτού για να αποφύγουν διαπληκτισμούς. Μεταξύ αυτών ήταν και ο δικός μου εντολέας, ο οποίος δεν είχε ουδεμία συμμετοχή στα επεισόδια. Αναμένουμε η δικαστική κρίση να τοποθετήσει την υπόθεση στην ουσιαστική και νομική βάση που της αρμόζει» πρόσθεσε ο κ. Δημόπουλος.
ΓΗΠΕΔΟ ΧΩΡΙΣ ΑΔΕΙΑ
Την ίδια στιγμή, από τον φάκελο της υπόθεσης προκύπτει ότι ο τότε αστυνομικός διευθυντής Βόλου ενημερώθηκε για τη διεξαγωγή του τελικού στο Πανθεσσαλικό μόλις μία εβδομάδα νωρίτερα, το απόγευμα της 28ης Απριλίου. Την ίδια μέρα, ενημέρωσε γραπτώς την ηγεσία της ΕΛ.ΑΣ. ότι το γήπεδο δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις για την ασφαλή διεξαγωγή του αγώνα, καθώς δεν είχε την απαιτούμενη άδεια λειτουργίας αθλητικής εγκατάστασης.
Αυτό σημαίνει ότι δεν λειτουργούσε κυρίως το σύστημα του ηλεκτρονικού ονομαστικού εισιτηρίου. Στον φάκελο σημειώνεται, επίσης, ότι οι κάμερες ήταν μεν σε λειτουργία, όμως δεν υπήρχε σύστημα καταγραφής δεδομένων ούτε κέντρο επιχειρήσεων στο οποίο να καταλήγει η εικόνα των καμερών.
Τέσσερις μέρες πριν από τον τελικό, ο ίδιος αστυνομικός διευθυντής ενημερώνει γραπτώς την ΕΠΟ και τον τότε Υφυπουργό Αθλητισμού. Επαναλαμβάνει ότι δεν υπάρχει άδεια λειτουργίας του γηπέδου και μεταξύ άλλων παραλείψεων (μη προστατευτικό στη φυσούνα, χαμηλά κιγκλιδώματα κλπ) αναφέρει ως επιχείρημα της επικινδυνότητας τα επεισόδια που είχαν σημειωθεί δύο εβδομάδες νωρίτερα σε αγώνα μεταξύ Ολυμπιακού Βόλου και Νίκης Βόλου.
Η ΕΠΟ, όμως, επιμένει και συγκαλεί σύσκεψη για την επόμενη μέρα, στις 3 Μαΐου, στο Πανθεσσαλικό. «Διευκρίνισα την ακαταλληλότητα της αθλητικής εγκατάστασης, η οποία, τρεις μέρες πριν τον αγώνα, στερούταν άδειας λειτουργίας και επισήμανα ότι έπρεπε να γίνει χρήση ηλεκτρονικού εισιτηρίου, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις», κατέθεσε ο αστυνομικός διευθυντής Βόλου.
Στα πρακτικά της σύσκεψης δεν υπάρχει απάντηση της ΕΠΟ, παρά μόνο η ενημέρωση από τον τότε εκπρόσωπο Ζήση Βρύζα ότι θα εκδοθούν 19.206 εισιτήρια – 8.300 σε κάθε ομάδα και τα υπόλοιπα ελεύθερα στην τοπική κοινωνία. Στο ίδιο έγγραφο γίνεται εξαντλητική περιγραφή του τρόπου μετάβασης των οπαδών στον Βόλο, των ξενοδοχείων που θα καταλύσουν οι αποστολές και των σημείων που θα σταθμεύσουν τα λεωφορεία, όμως τίποτα ουσιαστικό για την ασφάλεια των θεατών.
Οι οπαδοί του ΠΑΟΚ ταξίδεψαν μαζικά με 91 λεωφορεία, τα οποία υποτίθεται ότι ελέχθηκαν στα διόδια των Μαλγάρων κι επίσης έξω από τον Βόλο, στην πλευρά της ΒΙΠΕ. Οι περισσότεροι οπαδοί της ΑΕΚ κινήθηκαν μεμονωμένα, εκτός από 20 λεωφορεία που ξεκίνησαν από την Αθήνα και θεωρητικά ελέγχθηκαν στις Αφίδνες και το λιμάνι του Βόλου.
Οι θύρες του γηπέδου αποφασίστηκε να ανοίξουν στις 16.30. Προσωπικό ασφαλείας της ΕΠΟ είχε συμφωνηθεί ότι θα έλεγχε με σκάνερ τα εισιτήρια και θα κολλούσε πάνω σε αυτά τον αριθμό με τη συγκεκριμένη θέση. Το προσωπικό της ΕΠΟ φέρεται ότι δεν προσήλθε έγκαιρα στο γήπεδο, με αποτέλεσμα να καθυστερήσει μισή ώρα το άνοιγμα των θυρών και να προκληθεί συνωστισμός και μεγάλη ένταση. Επιπλέον, όπως περιγράφεται, τουρνικέ δεν υπήρχαν στις εισόδους, επομένως στην πράξη δεν έγινε κανένας έλεγχος.
«ΕΛΕΓΧΘΗΚΑΝ 7 ΑΠΟ ΤΙΣ 22 ΧΙΛΙΑΔΕΣ»
«Χτυπήθηκαν περί τις 7.000 εισιτήρια και προσκλήσεις από το σύνολο των 22.000», κατέθεσε ο πρώην υπεύθυνος ασφαλείας της ΕΠΟ, ο οποίος είχε την ευθύνη 17 τελικών έως τότε, όχι όμως και αυτού στον Βόλο. Για τον συγκεκριμένο αγώνα ορίστηκε υπεύθυνος σχεδιασμού των μέτρων ασφαλείας ένα τρίτο άτομο, το προσωπικό του οποίου, όπως καταγγέλλεται από τον πρώην υπεύθυνο ασφαλείας της ΕΠΟ, ήταν υπάλληλοι επτά διαφορετικών εταιρειών χωρίς την απαιτούμενη πιστοποίηση, πολλοί εκ των οποίων φέρεται να εργάστηκαν χωρίς ασφάλιση τη συγκεκριμένη μέρα.
Το Πανθεσσαλικό Στάδιο διαχειρίζεται η Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤΑΔ). Ο μηχανικός εγκατάστασης και υπεύθυνος του γηπέδου κατέθεσε ότι ενημερώθηκε από το διαδίκτυο για την απόφαση της ΕΠΟ να γίνει το τελικός στον Βόλο. «Τους ενημέρωσα ότι η εγκατάσταση δεν έχει άδεια λειτουργίας για διεξαγωγή ποδοσφαιρικών αγώνων μεγάλης κατηγορίας διότι τον Νοέμβριο του 2014, η τότε επιτροπή ελέγχου αθλητικών εγκαταστάσεων της Περιφέρειας Θεσσαλίας σε έλεγχο που πραγματοποίησε, έκρινε ότι το στάδιο δεν είναι κατάλληλο για τη διεξαγωγή τέτοιων μεγάλων αγώνων, λαμβάνοντας υπόψη παρατηρήσεις της Αστυνομίας», κατέθεσε.
Παρ’ όλα αυτά, ο ίδιος πήρε αμέσως εντολή να κλείσει το στάδιο, ώστε να γίνουν οι απαραίτητες εργασίες για τον τελικό. Μετά από αυτό, η αποκεντρωμένη διοίκηση Θεσσαλίας εξέδωσε άδεια λειτουργίας και στη συνέχεια η Διεύθυνση Υγείας εξέδωσε την άδεια τέλεσης του αγώνα, όπως σημειώνεται.
Ο υπεύθυνος του γηπέδου περιέγραψε το μένος των χούλιγκαν όταν μπήκαν στις κερκίδες. «Χρησιμοποίησαν αντικείμενα που ξήλωσαν από τα WC, ειδικότερα βρύσες, νιπτήρες, ουρητήρες, κομμάτια καθρέφτη, πυροσβεστικές φωλιές […] Ήταν τέτοια η μανία τους, που έβαλαν φωτιά σε χημικές τουαλέτες. Έγινα δε μάρτυρας- αν μπορεί κάποιος να τους πει ανθρώπους- ενώ διασώστες και αστυνομικοί παρείχαν σε κάποιους πρώτες βοήθειες, αυτοί αντί να τους ευχαριστήσουν, τους έβριζαν».
Πριν την έναρξη του αγώνα, οπαδοί και των δύο ομάδων μπήκαν στον αγωνιστικό χώρο και συγκρούστηκαν με την Αστυνομία, όμως η συνέχεια ήταν πιο δραματική. Όσοι βρίσκονταν στα επάνω διαζώματα, ξήλωσαν τις μεταλλικές κατασκευές ύψους 3 μέτρων –υπήρχαν δύο σε κάθε πέταλο του γηπέδου. Ήταν «συγκολημμένα σίδερα, πακτωμένα στο τσιμέντο και στην κορυφή είχαν ακανθωτό σύρμα», όπως περιγράφεται, παρ’ όλα αυτά υποχώρησαν. Οι χούλιγκαν μπήκαν στην πεζογέφυρα που ενώνει τα δύο πέταλα κι εκεί τελείωσαν όλα.
Η ΕΠΟ είχε δεσμευτεί να τοποθετηθεί κονσερτίνα κατά μήκος όλης της πεζογέφυρας, όμως, άγνωστο γιατί, αυτό δεν συνέβη. Επιπλέον, είχε συμφωνηθεί το προσωπικό ασφαλείας του γηπέδου να κρατά τα κλειδιά από τις μεταλλικά χωρίσματα, ώστε η επέμβαση των ΜΑΤ να ήταν άμεση σε περίπτωση που χρειαζόταν. Το προσωπικό, όμως, όπως περιγράφεται, έφυγε από τις θέσεις του και τα ΜΑΤ έπρεπε να κόψουν αλυσίδες και να σπάσουν κλειδαριές για να φτάσουν στο σημείο των συμπλοκών.
Γιατί άργησε τόσο πολύ η επέμβαση της Αστυνομίας στην πεζογέφυρα; Η υπηρεσιακή απάντηση ήταν ότι οι διμοιρίες «έπρεπε υποχρεωτικά να διέλθουν από την κερκίδα των οργανωμένων οπαδών των ομάδων, οι οποίοι αντιδρούσαν με βιαιότητα στην είσοδό τους». Κι έπειτα, όπως αρμοδίως κατατέθηκε, δεν τοποθετήθηκε εξ αρχής διμοιρία πάνω στη πεζογέφυρα, με το επιχείρημα ότι δεν υπάρχει έξοδος διαφυγής και ότι ήταν ορατό το ενδεχόμενο αστυνομικοί να εγκλωβιστούν σε διασταυρούμενα πυρά.