ΤΟ ΤΡΕΞΙΜΟ ΣΤΑ “ΣΚΑΕΙ” ΟΠΩΣ ΚΑΙ Η ΚΑΝΝΑΒΗ
Δεν είναι οι ενδορφίνες που μας κάνουν να αισθανόμαστε καλύτερα, έπειτα από κάθε σωματική δραστηριότητα. Είναι η κάνναβη που έχει ο οργανισμός μας.
Λίαν προσφάτως η Adele αποκάλυψε πως ένας από τους τρόπους που είχε για να ‘νικήσει’ το άγχος και τις κρίσεις πανικού που είχε, μετά το διαζύγιο της ήταν η γυμναστική. “Συνειδητοποίησα πως όταν γυμναζόμουν, δεν ένιωθα αγχωμένη” είπε χαρακτηριστικά, όπως προστίθετο στις αποδείξεις των ερευνών που εδώ και χρόνια έχουν ενημερώσει ότι ο οργανισμός μας παράγει μια υπέροχη ουσία, όταν γυμναζόμαστε, κάνουμε σεξ και γελάμε: τις ενδορφίνες. Που είναι γνωστές ως φυσικό αντικαταθλιπτικό, ισχυρό παυσίπονο και ορμόνες της ευτυχίας. Όσο πιο έντονα γυμνάζεσαι, τόσο μεγαλύτερη είναι η παραγωγή -και η ηρεμία του μυαλού σου.
Θα σου πρότεινα να κάνεις ένα πείραμα: μια μέρα, που δεν αισθάνεσαι καλά, επιδίωξε να κάνεις οτιδήποτε δεν βαριέσαι σε άσκηση, για τουλάχιστον μισή ώρα. Μετά πες μου αν έχεις διάθεση να πας να πιεις εκείνο το ποτό που είχες προγραμματίσει με φίλους, αλλά ένιωθες να βαριέσαι και στη σκέψη του.
Στην ουσία πρόκειται για μικρές ομάδες πρωτεϊνών που παράγονται στην υπόφυση και τον υποθάλαμο του εγκεφάλου και μέσω του νωτιαίου μυελού διαχέονται στην κυκλοφορία του αίματος. Άπαξ και γίνει αυτό, ηρεμούμε και νιώθουμε ευδαιμονία. Βλέπεις, οι ενδορφίνες ‘ρίχνουν’ την αδρεναλίνη που μας προκαλεί στρες. Επιπροσθέτως, κάνουν πιο ισχυρό το ανοσοποιητικό σύστημα και καθυστερούν την εξέλιξη της γήρανσης. Όλα αυτά έχουν διαπιστωθεί μέσω μελετών -εννοώ δεν στα λέω από το μυαλό μου.
Νέα μελέτη που συνυπογράφει Ελληνίδα επιστήμονας και δημοσιεύτηκε στο Gut Microbes ανατρέπει τα δεδομένα και αποδίδει την εφορία που νιώθουμε μετά την όποια σωματική δραστηριότητα, σε ουσία “cannabis-like”, που έχει ο οργανισμός μας. Πού, πώς, τι, γιατί;
Το Magazine ζήτησε από Αφροδίτη Κουράκη να εξηγήσει τι ακριβώς ανακάλυψαν με τους συνεργάτες της, στο πλαίσιο έρευνας που έκαναν για το Nottingham Biomedical Research Centre (BRC), του University of Νottingham, όπου κάνει το διδακτορικό της και επιστημονικές έρευνες. Σημειωτέον, το ερευνητικό εργαστήριο στο οποίο ανήκει, διακρίνεται για την πρωτοποριακή έρευνα σε συνήθειες ασθένειες -χρόνιου πόνου, άσμα, κατάθλιψη και αρθρίτιδα- που ταλαιπωρούν εκατομμύρια κατοίκους του πλανήτη. Τι ανακάλυψε με τους συναδέλφους της;
“Τα ενδογενή κανναβινοειδή, τα οποία παράγει το σώμα, είναι ενώσεις που μοιάζουν με κάνναβη και παίζουν σημαντικό ρόλο, εκτός των άλλων, στη ρύθμιση του μεταβολισμού, της φλεγμονής και του πόνου. Πρόσφατες μελέτες έδειξαν ότι το αίσθημα ευφορίας και η αγχολυτική επίδραση της άσκησης δεν φαίνεται να οφείλονται τόσο πολύ στις ενδορφίνες, όσο στην αυξημένη παραγωγή ενδοκανναβιδοειδών”.
Σε αντίθεση με τις ενδορφίνες, τα ενδοκανναβινοειδή μπορούν εύκολα να εισέλθουν στον εγκέφαλο, μέσω του κυκλοφοριακού μας συστήματος και να προκαλέσουν αισθήματα ευφορίας και μειωμένου στρες με την άσκηση.
Οι μικροοργανισμοί στο έντερο, γνωστοί συλλογικά ως μικροβίωμα ή μικροχλωρίδα του εντέρου, επικοινωνούν με τον εγκέφαλο, (για παράδειγμα, μέσω του άξονα του εντέρου-εγκεφάλου) και συμβάλλουν στην ρύθμιση του άγχους, του μεταβολισμού και της ομοιόστασης. Επίσης, παράγουν λιπαρά οξέα βραχείας αλυσίδας (Short Chain Fatty Acids, SCFA), κατά τη διάσπαση των διαιτητικών ινών (π.χ., όταν καταναλώνουμε προϊόντα πλούσια σε φυτικές ίνες)”.
Όπως λέει η Ελληνίδα επιστήμονας ήταν ήδη γνωστό ότι τα ενδογενή κανναβινοειδή έχουν αντιφλεγμονώδη αποτελέσματα, όπως και τα λιπαρά οξέα βραχείας αλυσίδας που παράγει η μικροχλωρίδα του εντέρου. “Αυτό που δεν γνωρίζαμε μέχρι τώρα ήταν κατά πόσο σχετίζεται με την παραγωγή ενδοκανναβινοειδών η αντιφλεγμονώδεις δράση των λιπαρών οξέων βραχείας αλυσίδας και πώς οι αντιφλεγμονώδεις δείκτες, τα λιπαρά οξέα βραχείας αλυσίδας και τα ενδοκανναβινοειδή αλληληλοσυσχετίζονται, έπειτα από την παρέμβαση της άσκησης“.
Η μεθοδολογία
Η μελέτη έγινε σε 78 μετέχοντες -όλοι είχαν επώδυνη οστεοαρθρίτιδα στο γόνατο- και ήταν τουλάχιστον 45 χρόνων. Η έρευνα διήρκεσε 6 εβδομάδες και οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν τυχαία σε δύο ομάδες, με την ομάδα 38 ατόμων να κάνουν “15 λεπτά μυικής ενδυνάμωσης κάθε μέρα και την ομάδα 40 ατόμων να μην κάνει τίποτα. Επίσης, με συλλογή δειγμάτων αίματος αξιολογήθηκαν τα επίπεδα των ενδοκανναβινοειδών, των λιπαρών οξέων βραχείας αλυσίδας και των φλεγμονωδών δεικτών, καθώς και δείγματα κοπράνων για την αξιολόγηση της αφθονίας διαφόρων ειδών μικροβίων του εντέρου.
Διαπιστώθηκε πως οι μετέχοντες που ασκούνταν ένιωθαν ανακούφιση από τον πόνο τους. Επίσης, βρέθηκε ότι τα επίπεδα ενδοκανναβινοειδών και λιπαρών οξέων βραχείας αλυσίδας αυξήθηκαν στην ομάδα άσκησης, ενώ δεν παρατηρήθηκαν αλλαγές στην ομάδα που δεν αθλούταν.
Ταυτόχρονα, παρατηρήθηκε μείωση του επιπέδου των φλεγμονωδών κυτοκινών (ελέγχουν την ανοσολογική απόκριση, τη φλεγμονή, την αιμοποίηση, την επούλωση και ρυθμίζουν τη φυσική λειτουργία των κυττάρων) στους συμμετέχοντες στην ομάδα άσκησης.
Βρέθηκε και μια θετική συσχέτιση μεταξύ της αύξησης των ενδοκανναβινοειδών και της αύξησης της αφθονίας των βακτηρίων που παράγουν αντιφλεγμονώδεις ουσίες. Αντιθέτως, η αύξηση των ενδοκανναβινοειδών συσχετίστηκε αρνητικά με την αύξηση στην αφθονία των φλεγμονωδών βακτηρίων και ουσιών. Τέλος, παρατηρήθηκε ότι το 1/3 των αντιφλεγμονωδών επιδράσεων των λιπαρών οξέων βραχείας αλυσίδας που παράγει το μικροβίωμα του εντέρου, συσχετίζεται με υψηλότερα επίπεδα ενδοκανναβιδοειδών”.
Οι επιστήμονες αποκαλούν την ουσία cannabis-like, επειδή συμπεριφέρεται όπως τα κανναβινοειδή που παράγοντα από το φυτό της κάνναβης. Τα ενδοκανναβιδοειδή παράγονται φυσικά, στο σώμα μας και αποτελούν μέρος του συστήματος, που βοηθά στη ρύθμιση του μεταβολισμού, της φλεγμονής, του ελέγχου του πόνου, της μυικής δύναμης, της μνήμης, της διάθεσης και πολλών άλλων.
“Κάτι που μπορεί να έχει θετικό αντίκτυπο σε πολλές καταστάσεις” δήλωσε η επικεφαλής της μελέτης, Dr. Amrita Vijay, προσθέτοντας πως “δεδομένου ότι αυξάνεται το ενδιαφέρον για τα θετικά που μπορεί να προσφέρει το έλαιο κανναβιοδιόλης (CBD) -το οποίο εκτιμάται πως βοηθά στη διαχείριση του άγχους, του πόνου και της κατάθλιψης-, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι με απλές παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής μας, όπως η άσκηση, μπορούν να ρυθμίσουν τα ενδοκανναβιδοειδή”.
Αφού ασχοληθήκαμε με την ανακάλυψη, ήλθε η ώρα να ασχοληθούμε και με την κυρία Κουράκη και το πώς ένα κορίτσι που μεγαλώνει στα Χανιά αποφασίζει πως ενδιαφέρεται να ασχοληθεί με το χρόνιο πόνο -που είναι το αντικείμενο της. Ένα θέμα πολυσύνθετο, που εξερευνά πτυχές για τις οποίες η ανθρωπότητα δεν έχει βρει ακόμα απαντήσεις.
“Είχα μια κλίση προς την επιστημονική έρευνα και για αυτό διάλεξα αυτό τον τομέα. Είμαι τυχερή, γιατί έχω πάντα τη συναισθηματική στήριξη της οικογένειας μου. Παράλληλα, είχα και την τύχη να γνωρίσω αξιόλογους συνεργάτες στην πορεία που με βοήθησαν να προχωρήσω” εξηγεί.
Πώς όμως, ανακαλύψατε την κλίση;
Από το σχολείο είχα μια αγάπη για την βιολογία και την επιστήμη για αυτό αποφάσισα να σπουδάσω βιοϊατρική στο University of Coventry. Εκεί μου κινήθηκε το ενδιαφέρον για τη νευρολογία του εγκεφάλου και έτσι συνέχισα με το μεταπτυχιακό στην κλινική νευροεπιστήμη στο University of Roehampton του Λονδίνου.
Κατά τη διάρκεια της μεταπτυχιακής μου έρευνας, είχα την τύχη να έχω ως επικεφαλής μια πολύ αξιόλογη καθηγήτρια, επιστήμονα αλλά και άνθρωπο, την Prof. Jolanta Opacka-Juffrey. Εκείνη μου εμφύσησε ακόμα περισσότερο την αγάπη μου για την έρευνα και την νευροεπιστήμη και με παρότρυνε να συνεχίσω περαιτέρω. Από τότε είχε αρχίσει να με ιντριγκάρει η έρευνα του χρόνιου πόνου. Κατάφερα να εξασφαλίσω υποτροφία για διδακτορικό στο University of Nottingham και να μελετήσω εκεί το χρόνιο πόνο που σχετίζεται με την οστεοαρθρίτιδα. Εδώ συνεργάζομαι με την Prof. Ana M. Valdes, μια εξαιρετική επιστήμονα και υποστηρικτική μέντορα που συνεχώς με παρακινεί για το καλύτερο”.
Πώς προσδιορίζεται, με απλά λόγια, ο χρόνιος πόνος και ποιος είναι ο αντίκτυπος στην υγεία μας, πέραν του προφανούς;
O πόνος αποτελεί μια σύνθετη βιολογική και συναισθηματική εμπειρία και είναι δύσκολο να προσδιοριστεί με ακρίβεια. Σύμφωνα με τη Διεθνή ένωση μελέτης του πόνου (IASP) ως πόνος ορίζεται ‘η δυσάρεστη αισθητική και συναισθηματική εμπειρία που σχετίζεται με εγκατεστημένη ή πιθανή ιστική βλάβη ή περιγράφεται με αυτούς τους όρους’.
Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του ορισμού αυτού, είναι ότι αναγνωρίζει τον πόνο χωρίς να συνοδεύεται με κάποια εμφανή παθολογία ή βλάβη και έτσι τονίζονται οι πολυσχιδείς διαστάσεις του. Πολλές μυοσκελετικές διαταραχές, όπως η οστεοαρθρίτιδα, δημιουργούν μακροχρόνιο πόνο.
Είναι γνωστό ότι ο συνεχής χρόνιος πόνος που δεν έχει αντιμετωπιστεί ή δεν έχει αντιμετωπιστεί ολοκληρωμένα, μπορεί να έχει σημαντικά σωματικά, ψυχολογικά, και κοινωνικά αρνητικά αποτελέσματα, και μπορεί να μειώσει την ποιότητα της καθημερινής ζωή ενός ατόμου.
Μάλιστα σε άλλη έρευνα μας (under revision) δείξαμε ότι κοινωνικοί παράγοντες (π.χ απουσία κοινωνικής στήριξης και κοινωνικών δραστηριοτήτων κ.α.), πριν ακόμα τη διάγνωση της επίπονης οστεοαρθρίτιδας, σχετίζονται με τη χαμηλή γνωστική λειτουργία (π.χ., μνήμη). Δείξαμε πως αυτά, σε συνδυασμό με αυξημένο πόνο μετά την διάγνωση, συμβάλουν σε μειωμένη ικανότητα του ατόμου να εκτελεί ανεξάρτητα δραστηριότητες της καθημερινότητας, όπως να πηγαίνει για ψώνια ή να κάνει της δουλείες του σπιτιού, χρόνια μετά τη διάγνωση της επίπονης οστεοαρθρίτιδας.
Πώς επηρεαστήκαμε -και σε αυτό το επίπεδο-, μέσα στην πανδημία;
Πέρα από τις ανθρώπινες απώλειες, η μακρά-κόβιντ (long COVID) μπορεί να προκαλέσει σοβαρή ασθένεια ακόμα και σε άτομα που αρχικά νόσησαν με ελαφρά συμπτώματα. Μέσα στην πανδημία, το υγειονομικό προσωπικό έχει φτάσει πολλές φορές στα όρια της εξάντλησης, σωματικής και ψυχολογικής.
Στο γενικότερο πληθυσμό άνω των 50, παρατηρήθηκε αύξηση της κατάθλιψης κατά τη διάρκεια της πανδημίας, συγκριτικά με τα επίπεδα πριν την πανδημία και ιδιαίτερα για τους κοινωνικά απομονωμένους/αποκλεισμένους και τις ευπαθείς ομάδες. Σε ασθενείς με χρόνιο πόνο, δεδομένα από ανάλυση μας δείχνουν παρόμοιες τάσεις για τα αισθήματα άγχους, κατάθλιψης και κοινωνικής απομόνωση”.