Αλέξανδρος Βέλιος στο NEWS247: Φοβάμαι τον πόνο, όχι το θάνατο

Αλέξανδρος Βέλιος στο NEWS247: Φοβάμαι τον πόνο, όχι το θάνατο

Ο δημοσιογράφος που διεκδικεί το δικαίωμά του στην ευθανασία μας είχε μιλήσει για το πώς είναι να πεθαίνεις...

*Ο δημοσιογράφος είχε παραχωρήσει συνέντευξη στο NEWS 247 τον Ιούλιο

Είναι ντροπή να αργείς, έστω δέκα λεπτά, σε ένα ραντεβού. Αλλά σε ραντεβού με έναν άνθρωπο που έχει ορατή ημερομηνία λήξης, τα δέκα λεπτά καθυστέρησης ισοδυναμούν με διακεκριμένη κλοπή. “Με συγχωρείτε”, του λέω, με κάποια επιπλέον ενοχή γιατί συναντιόμαστε την ημέρα των γενεθλίων μου – αυτός θα προλάβει τα δικά του; Παρόλο που ο χρόνος του μοιάζει τώρα σημαντικότερος από ποτέ, ο Αλέξανδρος Βέλιος παραμένει ευγενής με αυτόν που του τον σπαταλά. Αξιοποίησε το προηγούμενο δεκάλεπτο για να μιλήσει με ένα φίλο και τώρα μου προτείνει ένα πιο ήσυχο τραπέζι στο Φίλιον, για να θίξουμε θέματα ζωής και θανάτου. Ο σερβιτόρος σπεύδει να τον εξυπηρετήσει, με μια προθυμία κάπως υπερβολική. “Πώς είναι οι άνθρωποι μαζί σας, τώρα που…”, αφήνω μετέωρη μιαν άκομψη ερώτηση. Όμως ο συνομιλητής μου είναι απολύτως έτοιμος να απαντήσει σε ερωτήσεις που ίσως όλοι θα θέλαμε να κάνουμε σε κάποιον που βλέπει το θάνατο κατάφατσα. Εκτίθεται στη δημοσιότητα για να διεκδικήσει το δικαίωμά του στην ευθανασία και να πυροδοτήσει ξανά τη συζήτηση γύρω από αυτό το τεράστιο θέμα. Παράλληλα -και μέσω του βιβλίου του “Εγώ κι ο θάνατός μου” που κυκλοφόρησε πρόσφατα- αφηγείται την προσωπική του αναμέτρηση με την ιδέα του επερχόμενου τέλους. Δεν εξιδανικεύει την περίπτωσή του, απλώς την καταθέτει. Δεν δίνει δραματικό τόνο στη μάχη του, απλώς αυτοπαρατηρείται και περιγράφει τα στάδιά της. Είναι ακριβής, “δημοσιογραφικός” και μοιάζει να μη χαρίζεται στο Βέλιο. Δηλώνει ότι όλα αυτά τα χρόνια δεν πρόδωσε τις αρχές του, αλλά παραδέχεται ότι δεν αντιμετώπισε “και τεράστιους πειρασμούς”.

Γιατί νιώσατε την ανάγκη να το γράψετε αυτό;

Είναι από τα χαρακτηριστικά του ληξιπρόθεσμου του βίου. Πάντοτε προσπαθούσα να είμαι ειλικρινής στα όρια της πρόκλησης, ακόμη και με τον εαυτό μου. Τώρα έχω την αίσθηση ότι μπορώ να γίνω ακόμη περισσότερο. Αν ερχόταν κάποιος και μου έλεγε “πάρε δύο εκατομμύρια για να προπαγανδίσεις αυτό το πράγμα που είναι προς συμφέρον μου”, θα αντιστεκόμουν; Δεν ξέρω…

Τι άλλο συμβαίνει στο χαρακτήρα ενός ανθρώπου πριν από ένα σχεδόν βέβαιο τέλος; Αισθάνεται, για παράδειγμα, την παρόρμηση να πει αλήθειες που προηγουμένως ίσως δεν τολμούσε να ξεστομίσει;

Νομίζω ότι αυτός που ετοιμάζεται να πεθάνει δεν αλλάζει πραγματικά. Δύσκολα φαντάζομαι έναν άνθρωπο που δεν εκφραζόταν εν ζωή ή κρατούσε μέσα του πράγματα να το κάνει τώρα. Όλα αυτά τα χρόνια της δημοσιογραφικής μου καριέρας δεν δίστασα να “κακομεταχειριστώ” ανθρώπους με τους οποίους δεν συμφωνούσα πολιτικά ή τους θεωρούσα διεφθαρμένους. Αυτό που είχα να πω το έλεγα. Το ίδιο συνεχίζω να κάνω και τώρα, όχι με περισσότερη ή λιγότερη οξύτητα.

Πριν έλθω εδώ, συνάδελφός μου μου είπε “να δεις που η ματαιοδοξία αυτού του ανθρώπου θα νικήσει ακόμη και το θάνατο”. Και ο ίδιος, όμως, παραδέχεστε ότι καταναλώνετε με “βουλιμική ματαιοδοξία” την έκθεσή σας στη δημοσιότητα τον τελευταίο καιρό. Είναι φάρμακο;

(γελάει) Δεν υπάρχει περίπτωση πολιτικός, ηθοποιός και δημοσιογράφος που κάνει τηλεόραση να μην είναι ματαιόδοξος. Και, ναι, όταν φαίνεται στον ορίζοντα η ημερομηνία λήξης, ό,τι καλό ή κακό έχουμε γίνεται εντονότερο.

Όταν φαίνεται στον ορίζοντα η ημερομηνία λήξης, ό,τι καλό ή κακό έχουμε γίνεται εντονότερο.

Από την άλλη, υπάρχει τέτοια έκφραση αγάπης από τον κόσμο που όλο αυτό λειτουργεί σαν ντοπάρισμα στον οργανισμό. Και βέβαια ισχύει το ο μελλοθάνατος δεδικαίωται. Έχουν μία τάση όλοι να ανακαλύπτουν αρετές μου που δεν αναγνώριζαν ή παραγνώριζαν τόσα χρόνια. Αυτό δεν είναι άσχημο. Είναι μία αναδρομική καταξίωση. Έχω πάρει πολλά δώρα αυτόν τον καιρό, πραγματικά άδολα δώρα. Με βοήθησε αυτό, μου έδωσε και ενέργεια. Παρά την κατάσταση της υγείας μου, τις τελευταίες ημέρες δούλευα 12 με 14 ώρες την ημέρα χωρίς σταματημό. Τώρα αισθάνομαι καταβεβλημένος. Ελπίζω να είναι συσσωρευμένη κούραση και όχι κάποια άσχημη εξέλιξη της ασθένειας.

~

Βρίσκεται σε φάση συμφιλίωσης με το θάνατο; “Όχι… Ελάχιστοι άνθρωποι, ταιριάζουν στο πρότυπο της ‘ετοιμοθανασίας’, που έθεσε ο Ευγένιος Βούλγαρης το 18ο αιώνα και αναφέρεται όχι στον ετοιμοθάνατο, αλλά σε αυτόν που είναι έτοιμος για το τέλος του πάντοτε και για όσο ζει”. Αρχικά ο Αλέξανδρος Βέλιος αισθάνθηκε παγιδευμένος σε ένα σώμα που τον πρόδωσε. Και μετά επιστράτευσε κάθε διαθέσιμη διανοητική και ηθική άμυνα – εξαιρουμένης της θρησκευτικής πίστης. Αναρωτιέμαι αν κάποια στιγμή ένιωσε ότι θα ήταν καλύτερα να ήταν θρησκευόμενος. Απαντά ότι όσο κι αν η πίστη είναι το ισχυρότερο οχυρωματικό έργο απέναντι στο φόβο του θανάτου, ο ίδιος δεν μπορεί να πιστέψει: “Είμαι ένας φυσικός άθεος”. Ένας άθεος που, πάντως, εισέπραξε συγκινητική συμπαράσταση από πιστούς, ακόμη και φανατικούς χριστιανούς, οι οποίοι έφθασαν να αφήνουν ενθαρρυντικά σημειώματα στην πόρτα του σπιτιού του: “Ο Χριστός αγαπάει”. “Έχε πίστη κι ελπίδα”.

Του περιγράφω μια σκηνή, έξω από το ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης όπου είχε γίνει η παρουσίαση βιβλίου του:

“Τι γίνεται εδώ;”, ρωτά μια περαστική κυρία. “Ο Αλέξανδρος Βέλιος παρουσιάζει το βιβλίο του για την ευθανασία”, της απαντώ.

-Ποιος, ο δημοσιογράφος  που βγήκε στην Τατιάνα; Έχει καρκίνο, ε; Πού τον έχει;

-Μάλλον όχι σε ένα σημείο πλέον…

“Χρι-στος κι α-πό-στο-λος!”, σταυροκοπιέται τελετουργικά, στο ρυθμό των συλλαβών που βγαίνουν από το στόμα της.

Η πίστη ξορκίζει το θάνατο, αλλά ο Αλέξανδρος Βέλιος έχει ξεμείνει από φυλαχτά – “δεν τα χρειάζομαι για να διατηρήσω τη γαλήνη και την αξιοπρέπειά μου”. Ομολογεί ότι δειλιάζει, αλλά μόνο απέναντι στον πόνο, όχι μπροστά στο επερχόμενο τέλος. Και τονίζει ότι δεν προτείνει την περίπτωσή του ως παράδειγμα, απλώς διεκδικεί την ελευθερία να επιλέξει. “Πριν από μερικούς μήνες, ο σύντροφος μιας φίλης έμαθε ότι είχε καρκίνο σε προχωρημένο στάδιο. Πριν καν ξεκινήσει οποιαδήποτε προσπάθεια να τον θεραπεύσει, να τον φρενάρει, πήδηξε από τον πέμπτο όροφο του νοσοκομείου. Δεν το καταδικάζω”.

Από την άλλη, ξέρω ανθρώπους που μου έχουν διηγηθεί ότι έχουν πάει στον Άδη τρεις φορές κι επέστρεψαν. Άντεξαν πολύ σκληρές χημειοθεραπείες κι επιβίωσαν. Δεν έχω το θάρρος τους. Το σθένος όμως της ευθανασίας το έχω.

~

Και πόσο διαφέρει η ευθανασία από την αυτοκτονία;

Δεν θα διέφερε αν είχα στην τσέπη μου ένα χαπάκι και μπορούσα να το πάρω ανά πάσα στιγμή. Δεν έχω όμως.

Πρόθεσή σας είναι να πάτε στην κλινική Dignitas της Ζυρίχης, που παρέχει στους πελάτες της τη δυνατότητα να “φύγουν” με τη μέθοδο της υποβοηθούμενης αυτοκτονίας. Πολλοί αναρωτιούνται: “δεν έχει ο Βέλιος κάποιον φίλο γιατρό στην Ελλάδα να τον βοηθήσει σε αυτό;”

Μα ο Βέλιος είναι πιο δύσκολο να κάνει κάτι τέτοιο. Αν ξαφνικά αύριο φύγω με μια μέθοδο ευθανασίας στην Αθήνα, όλοι θα ψάχνουν να βρουν ποιος, πού, πότε και τα λοιπά. Μερικές φορές μπορεί να συμβαίνουν και αυτά, αλλά όπως όλα στην Ελλάδα γίνεται συγκεκαλυμμένα και προσχηματικά. Και βέβαια σε πολύ προχωρημένο στάδιο της αρρώστιας. Αφήνουν τον ασθενή να υποφέρει και κάποια στιγμή τραβούν το καλώδιο από την πρίζα. Δεν έχω πάψει βέβαια να ελπίζω πως θα βρω κάποιον συμπαραστάτη γιατρό με τις δικές μου προδιαγραφές, να με απαλλάξει από τη βάσανο, σωματική και ψυχική, ενός ταξιδιού στην Ελβετία. Και να απαλλάξει από τη δοκιμασία τους δικούς μου ανθρώπους που θα με συνοδεύσουν. Ύστερα, το οικονομικό δεν είναι εύκολη υπόθεση. Το να δώσεις σήμερα 10.000 ευρώ. Εγώ δεν τα έχω. Και αν τα είχα, θα προτιμούσα να τα αφήσω στην οικογένειά μου. Αλλά ευτυχώς σε αυτή μου την επιθυμία θα με συνδράμουν παλαιοί και εύποροι φίλοι μου.

Υποτίθεται ότι η Dignitas προσφέρει ανθρωπιστικό έργο. Δεν είναι όμως φανερό ότι κερδοσκοπεί;

Πιθανόν ναι, αλλά δεν βλέπω να υπάρχει κάποιο άλλο ίδρυμα που να λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο και να παρέχει τις ίδιες υπηρεσίες σε ξένους πολίτες που θέλουν να επωφεληθούν από το νομικό πλαίσιο της Ελβετίας.

Αν η Ελλάδα έκανε πιο ελαστικό το νομοθετικό πλαίσιο που ρυθμίζει αυτά τα ζητήματα, πιστεύετε ότι θα υπήρχε μεγάλη αύξηση των αιτημάτων για ευθανασία;

Προφανώς όχι. Οι περισσότεροι άνθρωποι προτιμούν ένα έτοιμο πλαίσιο ζωής και ιδεών. Η ευθανασία είναι μία πράξη ελευθερίας κι αυτή την ελευθερία οι πιο πολλοί δεν μπορούν να την σηκώσουν.

Η ευθανασία είναι μία πράξη ελευθερίας κι αυτή την ελευθερία οι πιο πολλοί δεν μπορούν να την σηκώσουν.

Ακόμη κι αν επιτρεπόταν άνευ όρων η ευθανασία στην Ελλάδα, χωρίς καμία προϋπόθεση, θα ήταν πολύ λίγοι όσοι θα επέλεγαν αυτόν τον τρόπο εξόδου. Αλλά το πρόβλημα εδώ είναι ότι δεν γίνεται καν κουβέντα. Είναι ταμπού. Ας αρχίσει η συζήτηση, ας τεθούν οι δυσκολίες, ας αναζητηθούν οι προϋποθέσεις και να δούμε που θα πάει.

Έχετε κάνει εικόνα στο μυαλό σας τις στιγμές πριν το τέλος;

Κατά κάποιον τρόπο, ναι…

Να είμαι καθισμένος, ντυμένος κανονικά, τα προηγούμενα 10 λεπτά να συζητώ φυσιολογικά με τους δικούς μου, να γελάω, να τους καθησυχάζω ότι αυτό είναι το καλύτερο για μένα και για εκείνους και μετά, με απόλυτη φυσικότητα σαν να πίνω ένα ποτήρι νερό, να πάρω το σκεύασμα. 

~

 

Ο Αλέξανδρος Βέλιος ξέρει πώς θέλει να πεθάνει. Ξέρει και πώς θέλει να ζήσει: όχι ακουμπώντας περισσότερο στους δικούς του ανθρώπους, αλλά συγκεντρωμένος στον εαυτό του. Απολαμβάνει το διάβασμα και το γράψιμο, τακτοποιεί υποθέσεις και ανεξόφλητους λογαριασμούς. Η ατζέντα του είναι παραγεμισμένη με εγγραφές – τεμαχίζει το χρόνο του σε φέτες, όσο μπορεί πιο λεπτές. Ίσως να νιώθει ότι έτσι τον επιμηκύνει, όπως ο μελλοθάνατος στον Ηλίθιο του Ντοστογιέφσκι που, βαδίζοντας προς την εκτέλεση, μοιράζει τη διαδρομή σε τμήματα: έχει πολλά βήματα να κάνει μέχρι να στρίψει στη γωνία και να δει το ικρίωμα, έχει πολλά σκαλιά να ανέβει ώσπου να φθάσει μπροστά στο δήμιο, έχει πολλές στιγμές να ζήσει πριν βάλει το κεφάλι του στη γκιλοτίνα….

Τεμαχίζει το χρόνο του σε φέτες, όσο μπορεί πιο λεπτές. Ίσως να νιώθει ότι έτσι τον επιμηκύνει, όπως ο μελλοθάνατος στον Ηλίθιο του Ντοστογιέφσκι που, βαδίζοντας προς την εκτέλεση, μοιράζει τη διαδρομή σε τμήματα.

Ο Αλέξανδρος Βέλιος εξακολουθεί να κοιτάζεται στον καθρέφτη πριν φύγει το πρωί από το σπίτι του: “τώρα περισσότερο από ποτέ, φροντίζω να είμαι όσο το δυνατόν πιο άψογος. Αισθάνομαι υγιής κι ας είμαι λίγο πιο κίτρινος από το κανονικό, λόγω του ίκτερου”. Το μόνο που λείπει από την εικόνα του είναι η πίπα – σήμα κατατεθέν του στις τηλεοπτικές εμφανίσεις. Συνεχίζει να γελά με την καρδιά του μαζί με τους φίλους του, εκτός αν κάποιος αρχίσει να λέει ανέκδοτα, τα οποία απεχθάνεται χωρίς εξαιρέσεις. Δεν κλαίει, αλλά συγκινήθηκε πρόσφατα με κάποια τραγούδια που του θύμισαν στιγμές της νιότης του: “ήταν ένα βούρκωμα επιμνημόσυνο, για τα πράγματα που αφήνω οριστικά πίσω μου με την έννοια ότι αφού υπάρχουν μόνο στη δική μου μνήμη θα πάψουν να υπάρχουν. Θυμάμαι ας πούμε ένα τραγούδι του Θεοδωράκη με τη Φαραντούρη, που είχα παρακολουθήσει με την πρώτη μου γυναίκα στο Παρίσι, σε μια συναυλία κατά της δικτατορίας στην οποία συμμετείχε ο Μίκης. Κι έκανα διάφορους συνειρμούς για την εποχή εκείνη. Μου θύμισε την πρώτη νιότη”.

Ο Αλέξανδρος Βέλιος δεν κοντοστέκεται πια στις βιτρίνες των μαγαζιών: “Τώρα που ρωτάς το συνειδητοποιώ κι εγώ. Παρότι τα τελευταία χρόνια δεν κατανάλωνα, χάζευα τις βιτρίνες. Όμως εδώ και 2-3 μήνες έχω πάψει πια να σταματώ”.

Ο Αλέξανδρος Βέλιος δεν μετανιώνει για τα λάθη του:

Είμαστε σε ράγες. Ο χαρακτήρας μας διαγράφει συγκεκριμένες τροχιές. Αν κάτι έμαθα από τα λάθη μου, είναι ότι σε περίπτωση που ξαναζούσα από την αρχή θα έκανα ακριβώς τα ίδια.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα