Ένας Έλληνας στη Ρουάντα: Από την Παγκόσμια Τράπεζα στον Λατερίτη της Αφρικής
H ιστορία ενός Έλληνο-Ολλανδού επιχειρηματία, που άφησε τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για να αφιερώσει τη ζωή του στις αδικημένες αγορές της Αφρικής. Τι δηλώνει στο NEWS 247 για την εταιρεία που ίδρυσε στη Ρουάντα
- 15 Μαΐου 2014 09:50
Είκοσι χρόνια μετά τη γενοκτονία στη Ρουάντα, ο Δημήτρης Στούλινγκα μιλά στο News247 για τις άγνωστες πτυχές της αφρικανικής χώρας που πασχίζει να ξεπεράσει το οδυνηρό της παρελθόν. Η εντυπωσιακή ανάκαμψη και οι εκπλήξεις.
Οι κίνδυνοι και οι προκλήσεις. Η ιστορία ενός Ελληνο-Ολλανδού επιχειρηματία που εγκατέλειψε την καριέρα στα διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και προσπαθεί να δημιουργήσει δυνατότητες έρευνας και ανάπτυξης σε «αδικημένες» αγορές της Αφρικής.
Από τον Απρίλιο έως τον Ιούνιο του 1994, σε μία μικροσκοπική χώρα της κεντρικο-ανατολικής Αφρικής γράφτηκε μία από της πιο μελανές σελίδες της παγκόσμιας ιστορίας. Δύο φυλές που συμβιώνουν επί αιώνες στη Ρουάντα, επιδόθηκαν σε ένα άνευ προηγουμένου αιματοκύλισμα.
Οι πολλοί και φτωχοί Χούτου, ποτισμένοι από το μίσος που καλλιέργησαν οι κυβερνώντες, στράφηκαν εναντίον στους λίγους και «προνομιούχους» Τούτσι, στους γείτονες και τους αδελφικούς φίλους. Ποτέ άλλοτε στην ιστορία του ανθρώπινου γένους δεν σκοτώθηκαν τόσοι πολλοί άνθρωποι, τόσο σύντομα, με τέτοια αγριότητα, εξ επαφής, με ματσέτες, τσάπες, σφυριά και ρόπαλα.
Σχεδόν 1.000.000 άνθρωποι σφαγιάστηκαν μέσα σε 100 ημέρες στη Ρουάντα
Η διεθνής κοινότητα έστρεψε αλλού το βλέμμα και απέτυχε να αποτρέψει αυτό που αργότερα χαρακτηρίστηκε ως γενοκτονία, η τελευταία γενοκτονία του 20ου αιώνα.
Ακριβώς 20 χρόνια μετά, η διεθνής κοινότητα απαλύνει τις τύψεις της στρέφοντας το βλέμμα στις εκδηλώσεις μνήμης που πραγματοποιούνται στην πρωτεύουσα Κιγκάλι. Χούτου και Τούτσι, θύτες και θύματα, ζουν ξανά δίπλα – δίπλα, καθώς η χώρα προσπαθεί να αλλάξει σελίδα.
Στο Κιγκάλι, το 2010, ο Δημήτρης Στούλινγκα μαζί με τον Κενυάτη συνεργάτη του, ίδρυσε την πρώτη εταιρία κοινωνικών, οικονομικών και αναπτυξιακών ερευνών στη Ρουάντα με σκοπό -όπως λέει ο ίδιος στο News247- να δημιουργήσει γνώση και χρήσιμα εργαλεία ανάπτυξης για τους φορείς εκείνους που «χαράσσουν» τις πολιτικές
.
Ο Δημήτρης Στούλινγκα (Dimitri Stoelinga) μαζί με το συνέταιρό του Σάτσιν Γκάδανι (Sachin Gathani)
Από το Λεβεντοχώρι στο Χάρβαρντ και από την Παγκόσμια Τράπεζα στη Ρουάντα
Ο 31χρονος επιχειρηματίας γεννήθηκε στην Αθήνα από μητέρα Ελληνίδα και πατέρα Ολλανδό. «Ο μπαμπάς μου είναι διπλωμάτης και μετακινούμασταν συνέχεια. Έχω ζήσει σε περισσότερες από 10 χώρες, όμως από καρδιάς νιώθω Έλληνας. Αν με ρωτήσεις που είναι το σπίτι μου, το μόνο μέρος που μπορώ να πω είναι στο Λεβεντοχώρι στην Ηλεία, εκεί που μεγάλωσα τα καλοκαίρια ουσιαστικά. Αυτό είναι. Δεν έχω άλλο μέρος που επιστρέφω πάντα».
Με πολύ καλές σπουδές Διοίκησης Επιχειρήσεων σε Γαλλία και Ινδία κι ένα βαρβάτο Μάστερ στη Δημόσια Διοίκηση και τη Διεθνή Ανάπτυξη από το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, ο Δημήτρης ξεκίνησε να δουλεύει στην Παγκόσμια Τράπεζα στην Ουάσινγκτον και κατόπιν στην Κένυα.
«Στα Διεθνή Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα συμβαίνουν πολλά πράγματα που δε βγάζουν κανένα απολύτως νόημα, διότι έχουν να κάνουν με πολιτικές και όχι με τις ίδιες τις ανάγκες της χώρας όπου λειτουργούν. Όσο ήμουνα στο Ναϊρόμπι, τρέχαμε ένα πενταετές πρόγραμμα για τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις, συνολικού ύψους 20 εκατομμυρίων δολαρίων, το οποίο ήταν απολύτως αναποτελεσματικό. Στο τέλος της ημέρας όμως, αυτό είναι ένα δάνειο προς το λαό της Κένυας, 20 εκατομμύρια δολάρια που μια μέρα θα πρέπει να ξεπληρώσουν. Εργαζόμουν λοιπόν για ένα πρόγραμμα που δεν είχε κανένα απολύτως όφελος για τους Κενυάτες, παρά μόνο τους φόρτωνε χρέος. Άσε που το μεγάλο μέρος της πίτας πήγαινε στους ‘συνήθεις ύποπτους’, σε πολυεθνικούς κολοσσούς δηλαδή που αναλάμβαναν την υλοποίηση των επιμέρους πρότζεκτ του προγράμματος.
Για παράδειγμα, κάποια στιγμή τρέξαμε έναν διαγωνισμό για νέους Κενυάτες επιχειρηματίες. Ο συνολικός προϋπολογισμός ήταν 1,5 εκατομμύρια δολάρια αλλά το όφελος για τους νέους επιχειρηματίες ήταν το πολύ 100.000 δολάρια. Τα υπόλοιπα 1,4 εκατομμύρια που πήγαν; Στις τσέπες αυτών που ανέλαβαν να υλοποιήσουν το πρότζεκτ. Κι αναρωτιόμουνα, για ποιον δουλεύω τελικά;
Δούλευα για να βάζω χρήματα στις τσέπες των μεγάλων πολυεθνικών. Γι αυτό και έφυγα!
«Δεν μπορούσα να εξοικειωθώ με αυτό το μοντέλο, ως νέος άνθρωπος, ήθελα κάτι διαφορετικό, πιο γνήσιο. Αυτό συζητούσα συνέχεια με τον Σάτσιν, ένα συνάδελφο στην Παγκόσμια Τράπεζα που γίναμε φίλοι και πλέον συνέταιροι. Θέλαμε να φτιάξουμε τη δική μας εταιρία, είχαμε στο μυαλό μας το κόνσεπτ, και το όνομα αυτής, Laterite».
Λατερίτης ονομάζεται το ιζηματογενές πέτρωμα που προκύπτει από το έντονο σάπισμα άλλων πετρωμάτων στα τροπικά κλίματα. Το 80% της Αφρικής καλύπτεται από λατερίτες. Το σκουριασμένο κόκκινο χρώμα τους χαρακτηρίζει ολόκληρη την ήπειρο.
«Η Laterite είναι μια εταιρία έρευνας με κοινωνική εφαρμογή, μας ενδιαφέρει η δουλειά μας να έχει ένα κοινωνικό πρόσημο» συνεχίζει ο Δημήτρης.
«Ένα πράγμα που μας καθορίζει είναι οι χώρες στις οποίες δουλεύουμε, αναπτυσσόμενες αγορές της Αφρικής που όμως υστερούν στην έρευνα που εμείς προσφέρουμε. Ένα δεύτερο πράγμα που μας καθορίζει είναι τα πρότζεκτ που επιλέγουμε. Αυτή την περίοδο κάνουμε έρευνα για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα έφηβα κορίτσια στη Ρουάντα, κάνουμε έρευνα για την εκπαίδευση στη Ρουάντα, που είναι ένα τεράστιο ζήτημα. Άλλα πρότζεκτ είναι πιο οικονομικά, όπως για παράδειγμα ένα “εγχειρίδιο εξαγωγών” που ετοιμάζουμε με σκοπό να βοηθήσουμε τις εταιρίες να εξάγουν τα προϊόντα τους. Δουλέψαμε με την Κυβέρνηση, το υπουργείο Οικονομικών της Ρουάντα, στη διαμόρφωση του οικονομικού προγράμματος της χώρας για τα επόμενα 5 χρόνια και στη συγκρότηση ενός εθνικού αναπτυξιακού σχεδίου, το λεγόμενο EDPRS. Άρα επιλέγουμε πρότζεκτ που πιστεύουμε ότι έχουν κάποια αξία, με την έννοια ότι τα αποτελέσματα της δουλειάς μας μπορούν να επηρεάσουν κρίσιμες πολιτικές και εν τέλει να έχει όφελος η χώρα».
Η «Χώρα των Χιλίων Λόφων», όπως την ονόμασαν οι Βέλγοι αποικιοκράτες
Πως ξεκινάς μια εταιρία στο Κιγκάλι;
«Στη Ρουάντα με έφεραν οι συνθήκες και η τύχη», εξηγεί ο Δημήτρης. «Καταρχήν, με τον Σάτσιν θέλαμε να ξεκινήσουμε σε μια χώρα που δεν υπήρχε καμία αντίστοιχη εταιρία. Επιπλέον, μεγάλο ρόλο έπαιξε η ευκολία της διαδικασίας. Ένας ξένος που θέλει να επενδύσει στη Ρουάντα, μπορεί να ξεκινήσει μια επιχείρηση μέσα σε 25 λεπτά.
Κατόπιν, βγάζεις 2ετή άδεια παραμονής μέσα σε τρεις μέρες, άντε να σου πάρει μία εβδομάδα για να μαζέψεις όλα τα έγγραφα. Αυτό είναι κάτι μοναδικό. Ξεκινάς λοιπόν την επιχείρησή σου, εγγράφεσαι στα μητρώα, παίρνεις έναν αριθμό.
Με τον ίδιο αριθμό μπορείς να πληρώσεις τους φόρους σου, έχεις κοινωνική ασφάλεια κλπ. Με άλλα λόγια δεν χρειάστηκε να ξοδέψουμε πολύ ενέργεια σε γραφειοκρατικές διαδικασίες που δυσκολεύουν τους ανθρώπους όταν ξεκινούν τη δική τους επιχείρηση, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα για παράδειγμα. Σπάσαμε λοιπόν τα συμβόλαιά μας με την Παγκόσμια Τράπεζα και μέσα σε δυο εβδομάδες, βρεθήκαμε από την καρδιά της Κένυα, να ξεκινάμε τη δική μας επιχείρηση σε αυτή τη μικρή χώρα τη Ρουάντα. Σαν να ήταν γραφτό να γίνει».
Είσαι ασφαλής στη Ρουάντα;
«Σε παγκόσμιο επίπεδο, η Ρουάντα είναι ακόμα στιγματισμένη από τη γενοκτονία του 1994. Όταν λέω ότι ζω στη Ρουάντα αυτό είναι το πρώτο πράγμα που με ρωτάνε: “είσαι ασφαλής; δεν είναι επικίνδυνα;”. Ε, λοιπόν η Ρουάντα είναι μια χώρα γεμάτη εκπλήξεις. Η πρωτεύουσα Κιγκάλι είναι ίσως η πιο ασφαλής πόλη στην Αφρική, πιθανότατα πιο ασφαλής και από την Αθήνα.
Είναι μια πάρα πολύ νέα χώρα, υπό την έννοια ότι ο μέσος όρος ηλικίας είναι απίστευτα χαμηλός. Με μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης γύρω στο 8%, είναι μια από τις πιο ταχύτατα αναπτυσσόμενες οικονομίες στον κόσμο την τελευταία δεκαετία. Βέβαια, ήταν τέτοια η καταστροφή το 1994 που είναι λογικό η οικονομία να ανακάμπτει γρήγορα. Πρόκειται όμως και για ουσιαστική ανάπτυξη.
Βλέπεις το Κιγκάλι να αλλάζει. Ξεφυτρώνουν νέες επιχειρήσεις, μεγάλα κτίρια. Όταν πρωτοήρθα δεν υπήρχε ουρανοξύστης, τώρα υπάρχουν τρεις.
Η Ρουάντα έχει μία μικρή και αποτελεσματική Κυβέρνηση χωρίς δαιδαλώδη υπουργεία. Υπάρχουν χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της αποτελεσματικότητας. Το σύστημα υγείας είναι από τα καλύτερα οργανωμένα σε όλη την αφρικανική ήπειρο με υψηλό βαθμό πρόσβασης, οι περισσότεροι Ρουαντιανοί έχουν πρόσβαση στο δημόσιο σύστημα υγείας. Επίσης, δημιούργησαν ένα εθνικό κτηματολόγιο όπου οι άνθρωποι εγγράφονται ηλεκτρονικά, πράγμα που δεν έχουμε ακόμα στην Ελλάδα. Εμείς ακόμα το συζητάμε κι αυτοί μέσα σε τρία χρόνια χαρτογράφησαν εκατομμύρια κομμάτια γης και διευθέτησαν κι εγώ δεν ξέρω πόσους τίτλους ιδιοκτησίας.
Τώρα, δεν ξέρω αν υπάρχει διαφθορά σε ανώτερο επίπεδο, στις υψηλές κλίμακες η διαφθορά είναι ίδια σε όλες τις χώρες του κόσμου νομίζω, όμως στο ορατό επίπεδο της καθημερινής συνδιαλλαγής η Ρουάντα έχει σχεδόν μηδενική διαφθορά. Είναι εξαιρετικά απίθανο ένας αστυνομικός ή άλλος κρατικός λειτουργός να σου ζητήσει χρήματα για να κάνει ή να μην κάνει κάτι. Οι ελάχιστοι κρατικοί υπάλληλοι που αποδείχθηκαν διεφθαρμένοι, στάλθηκαν κατευθείαν στη φυλακή.
» Εν κατακλείδι, η Ρουάντα είναι μια πολύ πειθαρχημένη, μικρή, φιλόδοξη χώρα και έχει πετύχει πολλά αν σκεφτεί κανείς από που έρχεται. Βέβαια, είναι αντιμέτωπη με πάρα πολλές προκλήσεις.
» Ένα τεράστιο πρόβλημα είναι η φτώχεια. Υποτίθεται ότι τα τελευταία πέντε χρόνια παρουσιάζει έναν από τους υψηλότερους ρυθμούς μείωσης φτώχειας στην ιστορία, οι άνθρωποι ωστόσο εξακολουθούν να είναι πάρα πολύ φτωχοί. Και υπάρχει τεράστια διαφορά βιοτικού επιπέδου από την πρωτεύουσα στην επαρχία. Οι άνθρωποι στο Κιγκάλι βιώνουν κάπως την ευημερία των αριθμών, όχι όμως και οι άνθρωποι στις αγροτικές περιοχές. Μιλάμε για μια από τις πιο πυκνοκατοικημένες χώρες της Αφρικής, η γη δεν επαρκεί για να ζήσουν από την αγροτική παραγωγή. Χώρια τα προβλήματα, που δεν έχουν μηχανήματα, δεν έχουν χρήματα να αγοράσουν λιπάσματα, δεν ξέρουν πώς να αυξήσουν τις σοδειές τους. Ο αγροτικός τομέας είναι σημαντικός, είναι μια από τις προτεραιότητες της κυβέρνησης, αλλά δεν είναι το μέλλον της χώρας, γι αυτό και οι άνθρωποι μεταπηδούν σε άλλους τομείς όπως το εμπόριο και αρχίζουν να μετακινούνται στις πόλεις. Η διαδικασία της αστικοποίησης μετά βίας ξεκινά».
Εύθραυστη σταθερότητα
Πίσω στο 1994, Το Πατριωτικό Μέτωπο της Ρουάντα (Rwandan Patriotic Front – RPF), που αποτελείτο από εξόριστους Τούτσι αντάρτες, κατέλαβε την εξουσία κι έβαλε τέλος στη σφαγή των Χούτου. Ο ηγέτης του RPF, Πολ Καγκάμε (Paul Kagame), ανέλαβε την προεδρία της χώρας το 2000, κέρδισε τις εκλογές το 2003 και επανεξελέγη το 2010. Κανένας δεν του αμφισβητεί την οικονομική επιτυχία της χώρας, πολλοί όμως τον κατηγορούν για αυταρχισμό και επικίνδυνα παιχνίδια με τη δημοκρατία. Ότι χρησιμοποιεί τους περίφημους νόμους περί απαγόρευσης του εθνικισμού για να εξουδετερώσει τους πολιτικούς του αντιπάλους. Ορισμένοι τον συνδέουν με πολιτικές δολοφονίες αλλά και υποστήριξη αντάρτικων ομάδων στο γειτονικό Κονγκό.
«Δεν ξέρω ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο, σίγουρα όμως υπάρχει ζήτημα στα σύνορα με το Κονγκό. Αυτό το ζήτημα πρέπει να επιλυθεί και η χώρα πρέπει να έχει μία κάποια πολιτική σταθερότητα για συνεχίσει να προοδεύει και να αναπτύσσεται» επισημαίνει ο Δημήτρης. «Τα επόμενα χρόνια λοιπόν είναι εξαιρετικά κρίσιμα. Το 2017 θα γίνουν εκλογές και ο πρόεδρος Καγκάμε, βάσει του σημερινού συντάγματος, δεν μπορεί να είναι υποψήφιος για τρίτη συνεχόμενη θητεία. Άρα θα έχουμε κρίσιμες πολιτικές εξελίξεις σε μια χώρα που επουλώνει ακόμα τις πληγές της. Η γενοκτονία δεν έγινε τόσο παλιά, έγινε 20 χρόνια πριν. Δεν ξέρω κατά πόσο οι νέοι άνθρωποι υποφέρουν εξ αιτίας όσων συνέβησαν τότε, η νεότερη γενιά προφανώς είναι λιγότερο εκτεθειμένη σε όλο αυτό, αλλά μέσα στην κοινωνία υπάρχουν ρωγμές. Πόσο βαθιές είναι, δεν μπορεί να το καταλάβει ένας ξένος, μιας και η Ρουάντα είναι ένα πολύ μυστικοπαθές μέρος.
Είναι τόσο φρικτή η ιστορία και τόσο μεγάλος ο πόνος, ξέρεις ότι ένας άνθρωπος μπορεί να βλέπει κάθε μέρα τον γείτονά του, ο οποίος σκότωσε κάποιον δικό του. Θύτες και θύματα πρέπει να ζουν μαζί και αυτό προφανώς είναι ένα ζήτημα, δεν το βλέπεις όμως ξεκάθαρα στην καθημερινότητα γιατί η συμφιλίωση είναι πολιτική επιδίωξη. Απαγορεύεται δια νόμου να πεις τις λέξεις Χούτου και Τούτσι. Προωθείται η ιδέα ότι η Ρουάντα είναι μία, δεν υπάρχει διχασμός».
Δύσκολα μαθήματα ιστορίας
Προφανώς δεν ήταν όλοι οι Χούτου αιμοσταγείς δολοφόνοι. Οι Χούτου θρήνησαν θύματα; Κι αν θρήνησαν γιατί κανείς δεν μιλά γι αυτά παρά όλοι μιλούν μόνο για τη γενοκτονία των Τούτσι; Διότι μία Τούτσι Κυβέρνηση έχει επιβάλει μια μονόπλευρη ιστορική ρητορική, λένε ορισμένοι. Μα ήταν τόσο φρικτή η γενοκτονία των Τούτσι από τους Χούτου που η στάση του RPF -τουλάχιστον στο εσωτερικό της χώρας- μόνο ως μετριοπαθής μπορεί να χαρακτηριστεί, λένε κάποιοι άλλοι.
Η Ρουάντα δεν είναι η μοναδική χώρα στον κόσμο που δυσκολεύεται να αναφερθεί στο οδυνηρό της παρελθόν, τόσο σύντομα. Πόσο μάλλον να διδάξει μια βαμμένη με αίμα ιστορία στα παιδιά της.
Οι περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους της χώρας δεν είχαν γεννηθεί το 1994. Στις εκδηλώσεις μνήμης για τα 20 χρόνια από τη γενοκτονία, ολόκληρη η χώρα γέμισε με πλακάτ που έγραφαν τη λέξη kwibuka (θυμήσου). Το 50% των Ρουαντιανών όμως, δεν έχει τίποτα να θυμηθεί, παρά μόνο να μάθει.
Κι αν ακόμα είναι νωρίς για να γραφτεί και να διδαχθεί αντικειμενικά αυτή η δύσκολη ιστορία, ο Δημήτρης περιγράφει μια γενικότερη εικόνα που σοκάρει.
«Η ποιότητα της εκπαίδευσης είναι πολύ κακή διότι η Ρουάντα ήταν γαλλόφωνη χώρα μέχρι που η νέα ηγεσία, προερχόμενη από την αγγλόφωνη Ουγκάντα, άλλαξε την επίσημη γλώσσα της χώρας από Γαλλικά σε Αγγλικά. Αυτό συνέβη λόγω των πολιτικών διαφορών με τη Γαλλία αλλά και γιατί ήθελαν να ‘ευθυγραμμιστούν’ με την Κοινότητα Κρατών της Ανατολικής Αφρικής (East African Community). Τώρα όμως η διδασκαλία γίνεται στα αγγλικά, χωρίς οι δάσκαλοι να μιλάνε αγγλικά! Η συντριπτική πλειοψηφία των δασκάλων δεν μιλούν τη γλώσσα στην οποία διδάσκουν.
Έκαναν μια βασική εκπαίδευση λίγων μηνών, αλλά αυτό δεν επαρκεί για να διδάξεις. Όσο για τους μαθητές, λιγότεροι από τους μισούς συνεχίζουν από το γυμνάσιο στο λύκειο. Η σημερινή γενιά των 18ρηδων, σε ποσοστό 50%, δεν έχει τελειώσει το λύκειο.
» Η αξία της εκπαίδευσης όμως είναι τεράστια, όχι μόνο για τη δυνατότητα που θα τους προσφέρει να βρουν αύριο μια δουλειά, αλλά και για τη δυνατότητα να ενταχθούν στο κοινωνικό σύνολο. Για παράδειγμα, από την έρευνα που κάναμε για τα έφηβα κορίτσια, διαπιστώσαμε ότι ένα κορίτσι που δεν πάει σχολείο είναι πιο πιθανό να σου πει ότι είναι φυσιολογικό ένας άνδρας να δέρνει τη γυναίκα του. Εν αντιθέσει, ένα κορίτσι που πάει σχολείο, δεν αποδέχεται τη βία, έχει μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, νιώθει σιγουριά για τις αποφάσεις που παίρνει, έχει περισσότερους φίλους».
«Το άλλο ζήτημα είναι ότι οι νέοι της Ρουάντα είναι σαν ένα τεράστιο παλιρροιακό κύμα. Όλοι αυτοί οι νέοι άνθρωποι θέλουν να δουλέψουν και πρέπει να δουλέψουν. Πού θα δουλέψουν όταν ο ιδιωτικός τομέας διαθέτει μόλις 200.000 θέσεις εργασίας; Κάθε χρόνο βγαίνουν στην αγορά εργασίας περισσότεροι άνθρωποι από τις θέσεις εργασίας που υπάρχουν συνολικά στη χώρα. Άρα υπάρχουν τεράστια θέματα ως προς την παιδεία και την απασχόληση των νέων ανθρώπων».
Θα ανταποκριθούν στις προκλήσεις;
«Εγώ προσωπικά είμαι πολύ ευτυχής να ζω στη Ρουάντα αλλά πλέον έχω βάλει σκοπό να επεκταθούμε και σε άλλες χώρες. Δοκιμάσαμε το Μαλάουι αλλά δεν πέτυχε, εξετάζουμε περιπτώσεις όπως η Αιθιοπία, το Μαλί, η Σενεγάλη, η Ακτή Ελεφαντοστού και πρόσφατα η Παλαιστίνη.
»Σαν εταιρία θέλουμε να μείνουμε για πολλά ακόμα χρόνια στη Ρουάντα, όμως δεν ξέρουμε πως θα εξελιχθεί η κατάσταση στη χώρα . Αυτό που συνέβη το 1994 δεν μπορεί να συγκριθεί με οτιδήποτε συνέβη σε οποιοδήποτε άλλο μέρος του κόσμου. Οι συνθήκες που οδήγησαν στη γενοκτονία είναι τόσο εξαιρετικές στην παγκόσμια ιστορία, που είναι σχεδόν απίθανο να επαναληφθούν όλες μαζί.
Αλλά ποτέ δεν ξέρεις τι επιφυλάσσει το μέλλον, διότι οι πληγές δεν έχουν ακόμα επουλωθεί.
»Θέλω και εύχομαι οι Ρουαντιανοί να συνεχίσουν όπως τώρα και να ανταποκριθούν σε όλες τις προκλήσεις».
Η επιστροφή στην Ελλάδα
«Θα ήθελα πάρα πολύ να ξεκινήσω κάτι κάποτε στην Ελλάδα, είναι στους στόχους μου. Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορεί να κάνει κανείς στην Ελλάδα, πρέπει όμως να αλλάξει η κατάσταση με τη γραφειοκρατία και να γίνονται οι διαδικασίες πιο εύκολα. Είναι κρίμα όλοι αυτοί οι νέοι με τα φανταστικά πτυχία και τις φανταστικές ιδέες, που τώρα δεν έχουνε δουλειές, να φεύγουνε στο εξωτερικό. Είναι μεγάλο κρίμα. Εγώ λοιπόν κάποια στιγμή θα έρθω στην Ελλάδα. Μία καλή ιδέα χρειάζομαι, μια καλή ιδέα με νέα παιδιά και να μειωθεί λίγο όλη αυτή η γραφειοκρατία».