Φωτιά στο Μάτι: “Αντί για μεγάλους δρόμους, σχολείο και πλατείες, δεκάδες νεκροί…”
Η Μαρία Μήλα μένει στο Μάτι, από όταν θυμάται τον εαυτό της. Μιλά για τα πεύκα που πότιζε, όταν ήταν παιδί, το σχέδιο διαπλάτυνσης των δρόμων που δεν άφησαν να περάσει 10 άνθρωποι, το κατεστραμμένο πυροφυλάκιο που αρνήθηκε να αντικαταστήσει ο Δήμος Μαραθώνα και τι πρέπει να γίνει.
- 30 Ιουλίου 2018 12:33
H Μαρία Μήλα είναι πρόεδρος στον Εξωραϊστικό Σύλλογο Νέου Βουτζά και έχει διατελέσει αρχηγός της πυροπροστασίας, της περιοχής. Η φωτιά κατέστρεψε ολοσχερώς το σπίτι της, παρ’ όλα αυτά τρέχει κάθε μέρα για τους συμπολίτες της. “Μου κάνει καλό να ασχολούμαι με το συλλογικό, αντί με το προσωπικό” εξηγεί.
Τη συναντήσαμε στην είσοδο του Νέου Βουτζά, το πρωί του Σαββάτου (28/7). Λίγο πριν πέσει η πρώτη βροχή, μετά την καταστροφή. Της ζητήσαμε να μας εξηγήσει πώς η περιοχή μπορεί να μη ζήσει ανάλογη τραγωδία. Θέλησε να ξεκινήσει με μια διευκρίνιση, που αφορά τις προτεραιότητες που έχουμε ως έθνος. Ενώ δηλαδή, έχουν χαθεί δεκάδες ζωές, εστιάζουμε στα αυθαίρετα “και λέγονται πράγματα που δεν ισχύουν. Η συντριπτική πλειοψηφία των κτηρίων είναι με άδεια. Υπάρχουν και κάποια αυθαίρετα, αλλά όταν έχεις να κάνεις με τραγωδία δεν κοιτάς τις άδειες. Τις κοιτάς μετά”, αφού δεν τις έχεις κοιτάξει πριν και δεν έχεις κάνει έστω έναν έλεγχο, ποτέ.
Η κ. Μήλα έχει πτυχίο Γεωπόνου και έχει κάνει μεταπτυχιακό πάνω στην περιοχή “για τη δόμηση στις εξωαστικές περιοχές. Πώς μεταφέρθηκε ο κόσμος από την Αθήνα και χρησιμοποίησε για μόνιμη κατοικία, την παραθεριστική”. Βεβαιώνει πως “ο Βουτζάς ειδικά, μπήκε στο σχέδιο το ’69, με Βασιλικό Διάταγμα. Είναι στη ζώνη του Πεντελικού και έχει χαρακτηριστεί περιοχή “ιδιαιτέρου κάλους”. Και για αυτό χτίζουν εδώ περιορισμένα”. Αυτό τι σημαίνει στην πράξη, δεδομένου ότι αν έχουμε καταλάβει κάτι όλες αυτές τις ημέρες είναι πως οι ρυθμίσεις και οι νόμοι άλλαζαν, ανάλογα με τις εποχές και τις ανάγκες σε ψήφους;
Εδώ μια φορά άλλαξαν τα δεδομένα του συντελεστή δόμησης, για να χτίσει κάποιος Υπουργός. Μετά επανήλθε στα προηγούμενα μέτρα
Ξεκαθάρισε και ότι “το Μάτι πουλήθηκε στους Χαλανδριώτες, από τη Μονή Πεντέλης, το ’32, ως αγροτολιβαδική έκταση. Η Μονή πουλούσε κάτω από τη Μαραθώνος, για κατοικίες. Τα έδινε σε συνεταιρισμούς, σε ομάδες ανθρώπων, για οικιστική ανάπτυξη. Πάνω από τη Μαραθώνος τα ενοικίαζε σε ρετσινάδες, για να εκμεταλλεύονται το ρετσίνι. Όταν ήλθαν εδώ οι πρόσφυγες, έψαχναν για περιοχές να μεταφέρουν τις πόλεις στις οποίες διέμεναν στην Τουρκία. Δηλαδή, το Βουτζά να τον κάνουν νέο Βουτζά, τη Σμύρνη, Νέα Σμύρνη και ούτω καθ’ εξής. Έτσι έγινε ό,τι έγινε πάνω από τη Μαραθώνος. Είναι κατ’ εξαίρεση. Δόθηκε στο σύλλογο Μικρασιατών Νέου Βουτζά και αμέσως το έβαλαν στο σχέδιο.
Όσοι έχτισαν, έχτισαν με άδεια ή λυόμενου (που δόθηκε το ’73), σε μικρότερα οικόπεδα ή κανονική, οικοδόμησης κτηρίου. Μετά δασώθηκε, από τους κατοίκους. Οι κάτοικοι ήθελαν τα πεύκα, για τη σκιά. Μάλιστα, το ’40 που υπήρχαν κάποια πεύκα, είχε καεί όλη η περιοχή -Βουτζάς, Μάκρη, τα πάντα. Έλεγαν πως την είχαν κάψει οι Γερμανοί, γιατί κρύβονταν εδώ Αντιστασιακοί”.
Δεν υπήρχαν δέντρα εδώ. Θυμάμαι τη μητέρα μου που πότιζε μικρούλια δέντρα
Θυμάται τον εαυτό της να ποτίζει τα μικρά δεντράκια που είχε τοποθετήσει η οικογένεια της στο οικόπεδο. “Στο Μάτι η οικογένεια μου είναι από το ’55. Το είχε πάρει ο παππούς μου, ως Μικρασιάτης. Οι Μικρασιάτες από την ιδέα της μεγάλης γης, είχαν έλθει εδώ και είχαν πάρει μεγάλες εκτάσεις, το ’55. Από ό,τι μας λένε δεν υπήρχαν δέντρα εδώ. Είμαι γεννημένη το ’65. Θυμάμαι το ’72 που ήταν κάτι μικρούλια δέντρα και τα πότιζε η μητέρα μου, να μεγαλώσουν. Όλοι ήθελαν να ‘χει δροσιά η παραθεριστική τους κατοικία”.
Η Αττική δεν είχε πεύκα. “Είχε δρυς, ελιές, χαρουπιές. Το πεύκο επικράτησε έναντι των άλλων, γιατί είναι πολύ πιο δυνατό, στην αναγέννηση του. Κανονικά το πεύκο είναι υποβάθμιση του δάσους, γιατί δεν αφήνει κανένα άλλο είδος να αναπτυχθεί. Ακόμα και τα αμπέλια που υπήρχαν και εγκατέλειψε ο κόσμος, έγιναν σιγά σιγά πεύκα”.
Η απορία για την αρχή της φωτιάς
Η απορία της κυρίας Μήλα είναι “πώς άφησαν αυτήν τη φωτιά να εξελιχθεί, κατ’ αυτόν το βαθμό, δεδομένου ότι ξεκίνησε από περιοχή με πολύ χαμηλή βλάστηση. Αν πάτε στην Καλλιτεχνούπολη και μέχρι τον περιφερειακό δρόμο, η βλάστηση είναι τίποτα -γιατί είχαν προηγηθεί οι φωτιές που είπαμε. Δεν υπήρχαν όμως, εναέρια μέσα κατάσβεσης. Είχαν πάει όλα στην Κινέτα -είναι και τα διυλιστήρια εκεί. Δεν υπήρχε συντονισμός”.
Διηγείται την προσωπική της ιστορία. “Μόλις είδα τη φωτιά, έδιωξα τα παιδιά μου, με την κατάκοιτη γιαγιά τους και την φροντιστή της. Αντί να τους στείλουν προς Μάκρη, τους έστειλαν προς το λιμάνι, στο Μάτι. Από πίσω τους έτρεχε η φωτιά. Όταν έφτασαν εκεί, έπεφταν οι καύτρες, πήραν τη γιαγιά και την έβαλαν στα βράχια. Οι γιοι μου μου είπαν πως το επόμενο βήμα ήταν να τη βάλουν στη θάλασσα”. Η κ. Μήλα είχε σύστημα πυροπροστασίας για το σπίτι της “αλλά ήταν σαν να… έφτυνε τη φωτιά. Αφήστε που ένα κουκουνάρι να μπει σπίτι, αρκεί να γίνει η ζημιά”.
Οι ασκήσεις πυρασφάλειας που έπαψαν να γίνονται
Δεδομένης της ιδιαιτερότητας της περιοχής, αλλά και των επτά πυρκαγιών από το 1995 μέχρι σήμερα (“του 1998 ήταν πολύ μεγάλη, οι άλλες ήταν περιορισμένες. Συνήθως σταματούσαν πίσω από το Λύρειο”), θα πιστεύατε πως οι κάτοικοι κάνουν τουλάχιστον, ασκήσεις πυρασφάλειας. “Ό,τι κάναμε, το κάναμε οι σύλλογοι της περιοχής. Ο σύλλογος του Βουτζά έχει ένα πυροφυλάκιο. Κάνουμε βάρδιες, ώστε αν γίνει κάτι να ειδοποιήσουμε την πυροσβεστική και τους κατοίκους”.
Γιατί δεν έγινε αυτό τη μαύρη Δευτέρα; “Φέτος το πυροφυλάκιο δεν υπήρχε. Ζητήσαμε επισκευή, γιατί το χειμώνα πηγαίνουν κάποιοι και το καταστρέφουν και τα τζάμια ήταν έτοιμα να φύγουν. Φοβούμενοι μη γίνει το κακό, μην πέσουν τα τζάμια και υπάρχουν άνθρωποι εκεί, δεν βάλαμε κόσμο.
Την Τρίτη, την επομένη του κακού, θα μας έφερναν το καινούργιο πυροφυλάκιο. Όχι ο Δήμος. Ο ΣΠΑΠ, ο Σύνδεσμος Προστασίας και Ανάπτυξης Πεντελικού.
“Παλαιότερα κάναμε βάρδιες και υπήρχε ένα παραπάνω μάτι. Κάποτε είχαμε και ένα κομμάτι πυρόσβεσης. Είδαμε όμως, πόσο δύσκολο είναι να ‘χεις οδηγούς και ξεχωριστό πλήρωμα και για αυτό έγινε ξεχωριστός σύλλογος, που είναι οι Εθελοντές Πυροσβέστες Νέου Βουτζά. Εδράζονται στον Προβάλινθο, στη Νέα Μάκρη”.
Οι υπεύθυνοι ζητούσαν επί ένα χρόνο καύσιμα, γιατί δεν είχαν. Απάντηση δεν πήραν. Πολλώ δε καύσιμα. “Την ώρα της φωτιάς, ο κ. Δαμιανόγλου, υπεύθυνος των Εθελοντών Πυροσβεστών, μου τηλεφώνησε για να με ενημερώσει πως είχε βρει δωρεά καυσίμων στον Βαρνάβα”. Μέχρι να πάει και να γυρίσει, η φωτιά είχε καταστρέψει τα πάντα. “Θέλω να το γράψετε: αυτή η τετραετία του Ψινάκη, είναι η χειρότερη που ‘χει περάσει ποτέ από το Μαραθώνα”.
Πρόσθεσε ότι “και στο Μάτι υπάρχει σύλλογος που προσπαθεί να οργανώσει τους κατοίκους. Ασκήσεις κάναμε στην Πυροσβεστική, επί χρόνια, μέχρι το 2012.
Ξέρετε τι γίνεται; Όσο περνούν τα χρόνια που έχεις υποστεί μια καταστροφή, ο κόσμος ξεχνά και χαλαρώνει. Κάνεις τρομερό αγώνα να τους πείσεις για βασικά πράγματα. Ανακοινώνεις άσκηση πυρασφάλειας και έρχονται τρεις. Μάλλον ο Έλληνας θέλει μεγάλη καταστροφή για να κινητοποιηθεί.
Θέλω να πάτε στο λιμάνι. Είναι 100 παιδιά που καθαρίζουν την περιοχή, δίνουν νερά και φαγητά. Όλο το βράδυ κάνουν περιφρουρήσεις για ενδεχόμενο πλιάτσικο. Εγώ με νέα παιδιά δεν το έχω ξαναδεί αυτό. Θέλουν να προσέξουν την περιοχή. Να τη φροντίσουν, να την αναγεννήσουν”.
Τι μπορεί να γίνει για να αποφευχθεί τυχόν επανάληψη του φαινομένου; “Επειδή ενός κακού μύρια έπονται και όταν πιστεύεις πως ό,τι έγινε έγινε, διαπιστώνεις ότι είσαι στο έλεος άλλων δεινών, το Δασαρχείο θα έπρεπε ήδη να ‘χει στείλει ξυλοκόπους, για να κάνουν τα φράγματα. Αν αύριο βρέξει, οι κορμοί θα ταξιδέψουν στη Μαραθώνος. Θα πλημμυρίσουν τα πάντα. Το ‘χουμε δει αυτό“.
Μετά τη φωτιά του 2005, ο Εξωραϊστικός Σύλλογος Νέου Βουτζά είχε βάλει παντού κορμοφράγματα. “Ο κ. Νίκος Γιαννής που ήταν τότε πρόεδρος, συνελήφθη έπειτα από καταγγελία”, γιατί χρειαζόταν η άδεια του Δασαρχείου.
“Θα ήταν χρήσιμο μαζί με τους εκπροσώπους του ΥΠΕΧΩΔΕ να περνούν από τα σπίτια και εκπρόσωποι του Δήμου και του Δασαρχείου, ώστε να μας δίνουν λίστα με όσα πρέπει να κάνουμε -γιατί τελικά ρωτάμε ο ένας τον άλλον- και να σημειώνουν πόσα δέντρα πρέπει να κόψουμε και ποια. Να προχωρούν πιο γρήγορα οι διαδικασίες”. Τα κατεστραμμένα θα χρειαστούν και δεύτερο έλεγχο.
Εμείς τρέχουμε να ενοχλούμε, μήπως και βγάλουμε άκρη. Έχουν τα κινητά μας. Μπορούν να στείλουν και SMS. Βέβαια, θα μου πείτε δεν έστειλαν για τη φωτιά.
Εξηγεί πως “ως πρόεδρος του συλλόγου, πρέπει να μάθω από επίσημα χείλη τι θα γίνει και να ενημερώσω τους ανθρώπους”. Το έκανε την Κυριακή (29/7).
Ευγνωμονεί τους εθελοντές (“γιατί δεν νομίζω ότι ήταν ο Δήμος αυτός που έστησε τις ομάδες οι οποίες βοηθούν τους πυρόπληκτους”) για όσα έχουν κάνει. “Είναι ένας σταθμός στην Αμερικανική Βάση, ένα στο Μάτι στο ΝΑΟΜΑ (Ναυτικός Αθλητικός Όμιλος Ματιού) και ένα στη Ραφήνα στο Δήμο”. Η ανταπόκριση του κόσμου ήταν επίσης, τεράστια, σε επίπεδο προσφορών. “Δεν θα έπρεπε ο Δήμος τουλάχιστον να συντονίσει όλους τους ανθρώπους που καλή τη θελήσει έσπευσαν να βοηθήσουν, αλλά και στη διαχείριση των προσφορών;”. Ρητορικό το ερώτημα.
Να μην ξαναβγει το πεύκο
Ο κ. Μήλα τονίζει πως “πλέον χρειάζεται να επέμβουμε και στο φυσικό περιβάλλον, αλλά και στο ανθρώπινο. Ως σύλλογος, αυτό που θέλουμε να προτείνουμε είναι ότι δεν θα έπρεπε να ξαναμπούν πεύκα στην περιοχή. Παρ’ όλο που λατρεύω το πεύκο και μέχρι πρότινος, όποιος έκοβε πεύκο τον “σκότωνα”, δεν θα έπρεπε να αφήσουμε να μπουν άλλα. Μπορούμε να επιλέξουμε χαρουπιά, βελανιδιά, ελιά, φραγκοσυκιά, να τα αγοράσουμε ως σύλλογος και να τα μοιράσουμε, προς φύτευση.
Αν με ακούσει ο Δασάρχης, θα μου πει “μην τολμήσεις να μπεις στο ρέμα” και ότι “θα γίνει μόνη της η φυσική αναγέννηση”. Δεν θέλω όμως, σε 20 χρόνια τα παιδιά μου και τα εγγόνια μου να τρέχουν πάλι στο λιμάνι να σωθούν. Θα ήταν χρήσιμο να συνεργαστούμε για το καλό όλων μας. Δεν πρέπει να ξαναβγεί το πεύκο. Και όπου βγει, το Δασαρχείο είναι υποχρεωμένο να το καθαρίζει.
Αν ήταν καθαρισμένα τα πεύκα τώρα -και δεν είχαν τους σορούς με το πούσι- δεν θα γινόταν αυτό. Ξέρετε πως τα κλαδιά δεν τα μαζεύει ο Δήμος; Γιατί; Λέει πως δεν έχει πετρέλαια για τα οχήματα που τα μαζεύουν.
Κάποτε στην Πεντέλη, όταν το δάσος ήταν διαχειρίσιμο -με τους ρετσινάδες και τους μελισσοκόμους- έβαζαν φωτιές, χαμηλά για να καθαρίσουν τη βιομάζα. Δεν έπιανε φωτιά. Γιατί; Ήταν καθαρό, τα κλαδιά ήταν τραβηγμένα επάνω. Το φρόντιζαν. Το δάσος το έχουμε εγκαταλείψει. Και βέβαια, είναι ανάγκη να φυλάσσεται”.
Θα ήταν επίσης, χρήσιμο στους όρους δόμησης να είναι η υποχρεωτική δεξαμενή νερού και σύστημα πυρόσβεσης. “Το είχαμε ζητήσει από Νομάρχη (πριν γίνουν περιφερειάρχες)”. Δεν προχώρησε.
Δεν προχώρησε και η τοποθέτηση ηλεκτρονικού συστήματος πυρανίχνευσης. “Είχαμε συζητήσει, με ένα τεχνικό γραφείο που έκανε προτάσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, νομίζω λεγόταν Life το πρόγραμμα, να μπει σύστημα στην περιοχή και το πυροφυλάκιο. Δεν προχώρησε γιατί ο αριθμός των προγραμμάτων που θα εντάσσονταν ήταν περιορισμένος. Προτιμήθηκε ένα περιβαλλοντικό στην Κρήτη”.
Κάπως έτσι, ποτέ δεν ειδοποιήθηκε κανείς. “Είχαν μεγάλο βαθμό επικινδυνότητας. Όταν είδαν και τους ανέμους, θα έπρεπε να αρχίσουν με τις σειρήνες και τις καμπάνες να ειδοποιούν τον κόσμο -δεν θέτω καν θέμα SMS που ήταν μια λύση. Ας γύριζε κάποιος με ντουντούκα, να διώχνει τον κόσμο στη Μάκρη. Όχι να μη ξέρει ο κόσμος πού να πάει.
Η πρώτη ντουντούκα που ακούσαμε ήταν μετά την καταστροφή, από το Δήμο Ραφήνας που ήλθα να μας δώσει νερό
“Όσα αναφέρω είναι θέματα προς συζήτηση με αρμοδίους, ώστε να καταλήξουμε στις καλύτερες δυνατές λύσεις. Χρήσιμη θα ήταν και μια υδατοδεξαμενή, ψηλά που θα μαζεύει τα νερά της βροχής και θα λειτουργεί με φυσική ροή. Έτσι δεν θα ‘χουμε και διακοπές νερού”.
Υπάρχει φυσική ροή; Γιατί στη Μάνδρα ας πούμε, έχουν μπαζωθεί τα πάντα και το νερό πάει εκεί όπου το στέλνει η φύση, αλλά δεν βρίσκει πουθενά ποτάμι. “Μέσω σωληνώσεων θα γίνει. Είναι τεχνητό έργο, όπως υπάρχει σε κάποια νησιά
Θα σας πω και για εκείνους που μπαζώνουν τα ρέματα. Στην Αργυρά Ακτή υπάρχει κλεισμένο ρέμα. Κάποιοι το έκοψαν οικόπεδα, το 1965. Κάποια μεταπωλήθηκαν το ’90 και το 2000. Μια ταβέρνα έχει κλείσει τον αιγιαλό. Δεν υπάρχει πρόσβαση. Ο σύλλογος στο Μάτι έχει κάνει ουκ ολίγες καταγγελίες. Το μόνο που κατάφερε ήταν να γκρεμιστούν οι τέντες
“Θα σας πω όμως, και τι έγινε στο Μάτι. Αν είχε προχωρήσει το σχέδιο του 2011, δεν θα θρηνούσαμε τόσα θύματα. Τότε είχε γίνει μελέτη, από το γραφείο “Άοκνος” για διαπλάτυνση των δρόμων, την οποία είχε δεχθεί η Τεχνική Υπηρεσία. Είχε εκπονηθεί σχέδιο, είχε προταθεί και είχε αναρτηθεί, χωρίς να περιλαμβάνει το ρέμα, το οποίο είναι αδύνατο να ενταχθεί σε σχέδιο ως οικιστική περιοχή.
Τον Ιούνιο του 2011 είχε γίνει ενημέρωση από τον τότε Δήμαρχο και τους μελετητές και είχαμε πάει όλοι εκεί. Εμφανίστηκε και μια ομάδα δέκα κατοίκων, που φώναζαν να πέσει η ανάρτηση, διότι δεν ήταν μέσα στο σχέδιο το ρέμα -ώστε να νομιμοποιηθεί. Η μελετήτρια, κ. Ιφιγένεια Λολοπούλου-Σκαμνάκη έλεγε πως δεν μπορεί να βάλει το ρέμα στο σχέδιο, για τον ευνόητο λόγο. Εξηγούσε ότι αν προχωρούσε σε αυτό το βήμα, το ΥΠΕΧΩΔΕ θα γύριζε πίσω το φάκελο. Επισημάνθηκε ότι δεν θα γκρεμιστεί κάτι, με την παράκληση να αφήσουν να συνεχιστεί το σχέδιο”. Έδωσε και όνομα συγκεκριμένο, που διατίθεται να δώσει και στις αρχές.
“Δεν φταίει αυτός ο άνθρωπος. Φταίει ο Δήμαρχος”. Τότε ήταν ο Ιορδάνης Λουίζος. Τι δύναμη είχαν αυτοί οι δέκα άνθρωποι; “Πολιτικό κόστος. Συνεργάστηκαν με εκείνους που δεν ήθελαν να δώσουν κομμάτι της γης τους, για να προχωρήσει το σχέδιο πόλης και έγινε ό,τι έγινε. Για να σας δώσω να καταλάβετε, από το δικό μας κτήμα θα έπαιρναν το 30%. Επειδή το σχέδιο ήταν εξαιρετικό, είπαμε αμέσως “πάρτε το”. Δεν το είπαν όλοι”.
Βάσει του σχεδίου, οι συντελεστές θα ήταν μικροί, η αρτιότητα μεγάλη, οι δρόμοι θα “άνοιγαν” 2 με τρία μέτρα και θα γίνονταν σχολείο, πάρκινγκ, πλατεία. Θα άλλαζε όλη η περιοχή. Η Ποσειδώνος θα ήταν πολύ μεγαλύτερη. Όχι ότι δεν θα περνούσε η φωτιά. Αλλά δεν θα εγκλωβίζονταν οι άνθρωποι.
Αυτό το πράγμα στην Ελλάδα που προκειμένου να τακτοποιήσεις την ιδιοκτησία σου, δεν σε ενδιαφέρει τίποτα άλλο, μας “έφαγε. Ώρα να αλλάξουμε κάποια πράγματα”.