Γιάννης Κουκουράκης: Όταν έχεις αρμέξει κι έχεις σκαλίσει χωράφια, ξέρεις τι γίνεται. Δεν το παίζεις ζαμάν φου
Ο ηθοποιός που ερμηνεύει τον Κωνσταντή στην επιτυχημένη σειρά του ANT1 "Άγριες Μέλισσες" μιλά στο News 24/7 για την πατρίδα του, την Κρήτη, τις "πέτρες" που συνάντησε στην καλλιτεχνική πορεία του, την αγάπη που τρέφει για τα ευτυχή "ατυχήματα" στο θέατρο καθώς και την ανάγκη του μη "μασά" τα λόγια του.
- 27 Οκτωβρίου 2019 09:44
Αν τον γνωρίσει κανείς από κοντά, διαπιστώνει μονομιάς ότι ο “κακός” και “άξεστος” Κωνσταντής από την επιτυχημένη σειρά του ANT1 «Άγριες Μέλισσες» αποτελεί κόντρα ρόλο. Ο Γιάννης Κουκουράκης εκτός από ταλέντο διαθέτει έναν ιδιαίτερα εκλεπτυσμένο χαρακτήρα, ποιότητα και μια ευγένεια που θυμίζει ζεν πρεμιέ άλλων πιο ρομαντικών εποχών.
Το θεατρικό κοινό τον ξεχώρισε στις παραστάσεις “Λωξάντρα” (2018), “Deathtrap” (2017), “Εκκλησιάζουσες” (2018), “Ο Γλάρος’ (2018), “Αγγελική” (2016) και “Λωξάντρα” (2019), ενώ η συμμετοχή του στις Άγριες Μέλισσες τον έκανε γνωστό σχεδόν σε κάθε νοικοκυριό. Εκτός από τις “Άγριες Μέλισσες” εμφανίζεται στο θεατρικό έργο του Γ. Καπουτζίδη “Όποιος θέλει να χωρίσει να σηκώσει τώρα το χέρι του” στο Θέατρο Ήβη.
Το News 24/7 συνάντησε τον Γιάννη Κουκουράκη λίγο πριν ανέβει στη σκηνή. Χαμογελαστός, ευθύς και με μια επιβλητική παρουσία καθώς το ύψος του αγγίζει το 1.92 μας μίλησε για την πατρίδα του, την Κρήτη, τις “πέτρες” που συνάντησε στην καλλιτεχνική πορεία του, την αγάπη που τρέφει για τα ευτυχή “ατυχήματα” και “λάθη” στο θέατρο, την αδυναμία του στο σινεμά καθώς και την ανάγκη του μη “μασά” τα λόγια του…
Γεννηθήκατε και μεγαλώσατε στην Κρήτη, σε διαφορετικούς ρυθμούς από αυτούς της Αθήνας. Πώς βιώσατε τη μετάβαση;
«Τα παιδικά μου χρόνια τα έζησα σε ένα χωριό, στην επαρχία και αυτό μου δίνει μια υγιή γείωση. Δεν ξεχνάω ποτέ από πού ξεκίνησα. Όταν έχεις αρμέξει, μαζέψει ελιές, σκαλίσει χωράφια, ξέρεις τι γίνεται, δεν το παίζεις αφ’ υψηλού και ζαμάν φου. Έχω ζήσει ανθρώπινα, ξέρω από κούραση, έχω φάει τις σφαλιάρες μου, έχω δώσει και τις δικές μου. Είχα μια γειωμένη ζωή στο χωριό και η μετάβαση στην Αθήνα ήρθε ομαλά. Ξεκίνησα με σπουδές στο Πανεπιστήμιο στα Οικονομικά κι όταν μπήκα στο τέταρτο έτος, έδωσα και πέρασα στο Εθνικό Θέατρο. Εκεί ένιωσα ότι κινούμουν σε δύο εντελώς διαφορετικούς κόσμους, δύο παράλληλους κόσμους. Απλά ο δεύτερος κόσμος των τεχνών με απορρόφησε, με κράτησε και είπα ότι δεν μπορώ να ξαναγυρίσω στο “απέναντι στρατόπεδο”. Αποφάσισα ότι αυτό θέλω να κάνω και δεν το εγκατέλειψα ποτέ.»
Νιώθετε πιο δημιουργικός άρα;
«Σίγουρα. Όταν μπήκα στον χώρο, μπήκα τελείως ανίδεος.»
Η εμπειρία του Εθνικού πώς ήταν;
«Πήγα εντελώς τυχαία, σκεπτόμενος ότι δεν πρόκειται να περάσω. Σκέφτηκα να δώσω τις εξετάσεις, να φάω και την “κρυάδα” και μετά σκόπευα να δώσω σε κάποια ιδιωτική σχολή υποκριτικής. Και αν δε μου άρεσε στα τέλη της χρονιάς, είπα θα έφευγα. Με τέτοια αθωότητα – επιπολαιότητα πήγα, αλλά τελικά πέρασα.»
Σας αρέσει η βαβούρα, η ταχύτητα;
«Καθόλου. Αν γινόταν να βλέπω μόνο θάλασσα από το μπαλκόνι μου, αυτό θα έκανα.»
Έχω διαβάσει ότι ανάμεσα σε θέατρο, τηλεόραση και σινεμά θα διαλέγατε το τελευταίο;
«Άμα μπορούσα θα έκανα μόνο σινεμά. Με γοητεύει τόσο πολύ αυτή η Τέχνη. Βλέπω άπειρες ταινίες. Φέτος άρχισα να βλέπω και ξένες σειρές στο Netflix που έχουν ωστόσο μια κινηματογραφική ποιότητα. Αυτή η αισθητική και κυρίως πώς διαμορφώνονται οι άνθρωποι μέσα από αυτό είναι μαγικό και τόσο μοναδικό που μακάρι να έχω την τύχη να κάνω μόνο αυτό.»
Θα γράφατε σενάριο για μια ταινία ή μια σειρά;
«Ναι! Έχω ήδη γράψει τρία θεατρικά και θα ήθελα να γράψω και μια ταινία μεγάλου μήκους που έχω στο μυαλό μου. Αν βρω τον τρόπο και τη μέθοδο, θα το κάνω.»
Η συγγραφή των θεατρικών κειμένων σας δυσκόλεψε ή βγήκε γρήγορα;
«Βγήκε γρήγορα νομίζω, ειδικά το πρώτο κείμενο ειδικά. Είναι τελείως διαφορετικό συναίσθημα το να δημιουργείς κάτι από το μηδέν, να φτιάχνεις έναν δικό σου κόσμο με τους δικούς του χαρακτήρες. Στην πορεία βλέπεις ότι αυτός ο κόσμος έχει τέτοια οντότητα που πάει και χωρίς εσένα και εσύ απλά ακολουθείς αυτό που έχεις δημιουργήσει. Είναι πάρα πολύ παράξενο συναίσθημα.
Στα συγκεκριμένα έργα ήμουν και σκηνοθέτης και δοκίμασα και τις δυνάμεις μου και τη μεταδοτικότητά μου. Και είδα ότι κατά την προσπάθεια να προσπαθείς να εξηγήσεις σε αυτούς που θα ερμηνεύσουν αυτά που έχεις γράψεις εσύ – το τι σκέφτεται ο κάθε ρόλος – ανακαλύπτεις ακόμα περισσότερα επίπεδα από αυτά που είχες στο μυαλό μου όταν έγραφες. Το κάθε κείμενο είναι ένας οργανισμός που τελικά δε σε χρειάζεται. Διαπίστωσα πόσο διαφορετικά βλέπει ο καθένας από εμάς το κάθε πράγμα. Είναι από τις πιο ισχυρές επαγγελματικές μου εμπειρίες.»
Η σχέση με το κοινό, το feedback που παίρνετε; Τρακ πριν ανάψουν τα φώτα της σκηνής έχετε;
«Αυτή η αδρεναλίνη δε νομίζω ότι συνηθίζεται. Κάθε φορά υπάρχει ένα γαργαλητό στα μηνίγγια, στον λαιμό. Έτσι το βιώνω. Είναι μια ωραία ανησυχία, μια αδημονία η αδρεναλίνη της σκηνής. Αυτό δε χάνεται, όσες φορές και να κάνεις κάτι, ακόμα και αν το κάνεις με τον ίδιο τρόπο. Άμα χαθεί σημαίνει ότι τελείωσε το παιχνίδι – θα πρέπει να φύγεις από το έργο, να κάνεις κάτι άλλο. Θα πει ότι δεν έχεις πια αυτή την ανάγκη νομίζω.»
Πιστεύετε σε αυτό που γεννάται επί σκηνής εκτός κειμένου, το “ατύχημα”, τον αυτοσχεδιασμό με τον παρτενέρ;
«Είναι το καλύτερό μου όταν συμβαίνει. Μου αρέσει πάρα πολύ. Είμαι λίγο Βούδας, δεν αγχώνομαι. Εκείνη τη στιγμή παίρνει το μυαλό μου στροφές. Κι είναι ωραίο να συμβαίνει αυτό στο θέατρο, γιατί εκείνες τις στιγμές παίζεις την αλήθεια, είσαι τόσο εκτεθειμένος και ψάχνεις να βρεις τι γίνεται. Στην τηλεόραση αυτό δεν μπορεί να γίνει, υπάρχει το μοντάζ, υπάρχει το “πάμε ξανά”. Το λάθος στο σινεμά και στην τηλεόραση σώζεται. Το λάιβ δεν σώζεται.»
Άγριες Μέλισσες. Είναι η πρώτη τηλεοπτική σας δουλειά;
«Ουσιαστικά είναι η τρίτη. Έχω παίξει και σε κάποιες άλλες σειρές αλλά είναι ο δεύτερος μεγάλος τηλεοπτικός μου ρόλος. Ο πρώτος ήταν στο “Χαρά αγνοείται”. Και ενδιάμεσα είχα μια εμφάνιση στην τέταρτη σεζόν του “Μπρούσκου”.»
Τι σας έχει μείνει από τις ακροάσεις για τη σειρά, τι θυμάστε;
«Τα πάντα θυμάμαι, είναι τόσο πρόσφατο. Οι ακροάσεις κράτησαν τέσσερις μήνες. Με είχαν καλέσει αρκετές φορές αν και από την αρχή υπήρχε η αίσθηση ότι με ήθελαν για τον Κωσταντή.»
Η γνώμη σας για τον Κωσταντή;
«Δεν είναι “καλό παιδί” ούτε εύκολος χαρακτήρας, οπότε για τον καταλάβω, για να κατανοήσω τις επιλογές του και να μπορέσω να κάνω αυτά που κάνει – επειδή είμαστε τελείως κόντρα – έπρεπε να τον στήσω απέναντί μου. Να τον “ρωτήσω” πράγματα και κατέληξα ότι αυτός ο άνθρωπος είναι ένας ευαίσθητος που απλά είναι εγκλωβισμένος. Αυτό εισέπραξα και μετά από συζήτηση με τη Μελίνα Σαμπάνη που έχει γράψει το σενάριο διαπίστωσα ότι είχαμε την ίδια άποψη. Και χαίρομαι γιατί σημαίνει ότι κάτι κατάλαβα καλά και με βάσει αυτό δόμησα τον χαρακτήρα.»
Το μέγεθος της παραγωγής είναι πολύ μεγάλο, τόσο από πλευράς μπάτζετ όσο και απαιτήσεων. Είναι εξουθενωτική εμπειρία τα γυρίσματα;
«Σε τέτοιες παραγωγές και όταν πρέπει να βγάλεις τέσσερα επεισόδια την εβδομάδα, οι ρυθμοί είναι πολύ γρήγοροι. Μακάρι να ήταν πιο χαλαροί αλλά η δουλειά είναι αυτή, δεν υπάρχει άλλη επιλογή.»
Έχουν ήδη γυριστεί αρκετά επεισόδια που δεν έχουν προβληθεί. Τι μπορείτε να μοιραστείτε μαζί μας, τι θα συμβεί;
«Θα γίνει της π@τ@ν@ς. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι έρχονται μεγάλες ανατροπές. Και δεν γίνονται για να μη βαρεθεί ο κόσμος, αλλά γιατί είναι σημαντικό να γίνουν. Μιλάω για ρεαλιστικές ανατροπές που υπηρετούν το σενάριο.»
Είστε από τη νέα γενιά των ηθοποιών που ξεκινήσατε να εργάζεστε μέσα στην κρίση. Παίζει ρόλο τελικά το πείσμα ή και η τύχη;
«Σίγουρα θέλει τρελό πείσμα και στον εαυτό σου και στις δυνάμεις σου και στο θέλω σου γιατί το εύκολο θα ήταν να τα παρατήσεις. Εγώ όλα αυτά τα χρόνια βιοπορίστηκα από αυτό που ήθελα να κάνω. Άλλοτε δύσκολα, άλλοτε πολύ πιο δύσκολα κι άλλοτε οκ. Και δεν νομίζω ότι είναι θέμα τύχης: Είναι θέμα επιλογής.
Εύκολος δρόμος δεν υπήρχε ποτέ, τουλάχιστον στη δική μου περίπτωση αλλά νομίζω και στις περιπτώσεις πολλών άλλων συναδέλφων μου. Και ειδικά όταν δεν κάνεις εκπτώσεις σε αυτά που εσύ θες, αυτό σημαίνει ότι ο δρόμος έχει ακόμα πιο πολλές πέτρες. Δεν μπορείς να περπατήσεις ξυπόλητος, θέλεις καλό παπούτσι. Οπότε θέλει επιμονή, υπομονή και πίστη.
Αυτό που έχω παρατηρήσει είναι ότι η δική μου γενιά των ηθοποιών είναι μια γενιά με πολύ μεγάλη ηθική. Δεν συναντάς άτομα επηρμένα στην ηλικία μου. Η γενιά μου έχει έντονη αίσθηση της ομαδικότητας, κάτι που ίσως έχει και με τον τρόπο εκπαίδευσης. Έχω ακούσει ότι μερικοί παλιοί ηθοποιοί κοιτούσαν μόνο την πάρτη τους επί σκηνής. Δεν το έχω συναντήσει αυτό ευτυχώς. Και διαφωνώ κάθετα με την άποψη ότι τα νέα παιδιά δεν το ‘χουν… Έχουμε πάρα πολύ καλή αντίληψη, είμαστε πολύ ηθικοί στη δουλειά. Πάνω στη σκηνή ο ένας δίνει και παίρνει από τον άλλο. Δεν ξέρω αν είναι θέμα κρίσης αλλά δεν υπάρχουν στη γενιά μου βεντέτες. Δεν υπάρχουν σταριλίκια. Και αν υπάρξουν νομίζω θα καταλήξουν στο trash bin και μετά εξαφανίζονται.»
Μιλήσατε για τραχύ δρόμο. Έχουν υπάρξει επιλογές σας που στοίχισαν, σας πήγαν πίσω;
«Πιο πίσω όχι. Πάντα οι επιλογές που κάνω γίνονται για να με πάνε μπροστά. Είναι πιο δύσκολο να πας μπροστά σε δέκα ημέρες από το να πας μπροστά σε μια. Αν φτάσεις σε ένα σημείο σε μια μέρα, μπορεί να κάτσεις εκεί για πάρα πολύ καιρό. Εγώ ήθελα να έχω συνεχή εξέλιξη, να μαθαίνω συνέχεια και να έχω ένα οπλοστάσιο, το οποίο θα χαρώ όταν κάποια στιγμή στο μέλλον θα μπορέσω να το ανοίξω και θα δω μέσα “μπαζούκας”. Όλες μου οι επιλογές με οδήγησαν εκεί που ήθελα, οπότε νιώθω ότι κέρδισα κάτι, απλά δεν έγινε με ευκολίες.»
Ξεχωρίζετε κάποια άλλη παραγωγή που είδατε τελευταία;
«Έχω τρελαθεί με το Locked Up στο Netflix. Αν ήμουν γυναίκα θα ήθελα να υποδυθώ μία από τις κρατούμενες και αν ήμουν σεναριογράφος θα ήθελα να είμαι σε αυτή τη συγγραφική ομάδα.»
Τι σας αρέσει;
«Να μη μετράω τα λόγια μου. Και το παγωτό!»
Τι σας ενοχλεί;
«Η Φιλολάου όταν έχει κίνηση. Δεν την μπορώ.»