Κυπριακό: Ο Τουρκικός μανδύας του αναθεωρητισμού και η στάση Ελλάδας και Κύπρου
Το νέο ναυάγιο στο Κυπριακό, ο ρόλος της Τουρκίας και η στάση που πρέπει να έχει η Ελλάδα και η Κύπρος. Ο Πρέσβης ε.τ. και πρώην Γ.Γ. ΥΠΕΞ κ. Γεώργιος Σαββαΐδης μιλά στο NEWS 247 αναλύοντας τα έως σήμερα δεδομένα
- 23 Νοεμβρίου 2016 15:41
Λίγες ώρες πριν από το διάγγελμα του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας για το πώς φτάσαμε σε νέο αδιέξοδο, κατά τις συνομιλίες με την Τουρκοκυπριακή πλευρά, στο Μοντ Πελεράν της Ελβετίας, ο Πρέσβης ε.τ. και πρώην Γ.Γ. ΥΠΕΞ κ. Γεώργιος Σαββαΐδης αναλύει στο NEWS 247 όλες τις τελευταίες εξελίξεις σημειώνοντας ότι τίποτα δεν έχει ακόμη κριθεί και πως τουλάχιστον έως σήμερα δεν έχουν πέσει οι τίτλοι τέλους.
Ο κ. Σαββαΐδης με την μακρά του εμπειρία σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, στρέφει το βλέμμα του πίσω από τους πηχυαίους τίτλους και σημειώνει ότι η Τουρκία θεωρεί ότι το Κυπριακό λύθηκε με τα γεγονότα και την εισβολή του 1974 υπογραμμίζοντας: «Ανησυχώ πάντοτε με την εκκρεμότητα του Κυπριακού όχι μόνο γιατί είναι ανοιχτή πληγή για τους αδελφούς μας Ελληνοκύπριους, όχι μόνο για το μέλλον των Ε/Τ σχέσεων, αλλά κυρίως για την περιφερειακή σταθερότητα και την υπονόμευση που δημιουργείται από την συνέχιση του ανεπίλυτού του. Τώρα εάν η Τουρκία προχωρήσει ένα βήμα περαιτέρω με τυχόν προσάρτησή των κατεχόμενων, θα πρόκειται περί εγκληματικής αποφάσεως, με πολλαπλές συνέπειες για ολόκληρη την περιοχή και πέραν αυτής», ενώ τα «όπλα» με τα οποία πρέπει να είναι οπλισμένη η ελληνική και η κυπριακή πλευρά, είναι κατά τον κ. Σαββαΐδη «ο ρεαλισμός, η αντοχή, η συνέπεια και η σοβαρότητα».
Ακολουθεί η συνέντευξη του κ. Γεώργιου Σαββαΐδη
Κύριε Σαββαΐδη, τα ξημερώματα της Τρίτης ο κυβερνητικός εκπρόσωπος της Κύπρου κ. Νίκος Χριστοδουλίδης δήλωσε πως «δεν είναι μια καθόλου καλή μέρα για την πατρίδα μας». Βρισκόμαστε, λοιπόν σύμφωνα με τα λεγόμενά του μπροστά σε ένα νέο αδιέξοδο. Ποια είναι η εικόνα που έχετε και πως φτάσαμε στη νέα κρίση;
«Να υπενθυμίσω πρώτον ότι τα σχετικά ζητήματα, αρχίζοντας από τα πιο απλά, συζητούνται μήνες τώρα μεταξύ των δυο ηγετών και δεύτερον ότι η βασική αρχή της διαπραγμάτευσης, είναι ότι τίποτα δεν θεωρείται συμφωνημένο εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία επί του συνόλου. Επομένως, το γεγονός ότι οι συνομιλίες των τριών τελευταίων ημερών προσέκρουσαν σε σοβαρές δυσκολίες, με επίκεντρο από ότι φαίνεται την εδαφική πτυχή, με το ζήτημα της Μόρφου στην καρδιά των διαφωνιών, συνιστά, και με δεδομένες τις σχετικές τουρκικές διακηρύξεις περί μη επιστροφής της Μόρφου, σταδιακή προσέγγιση των κρίσιμων ορίων της διαπραγμάτευσης, αλλά όχι κατ’ ανάγκην κρίση, διότι απλούστατα θα υπάρξουν πολλές και μεγάλες αναταράξεις στην συνέχεια των διαπραγματεύσεων σε οποιοδήποτε σχήμα και αν συνεχισθούν».
Ουσιαστικό πρόβλημα, σύμφωνα με πληροφορίες, παραμένει η σύγκλιση επί των εδαφικών αναπροσαρμογών και ο αριθμός των προσφύγων. Ποια είναι η εκτίμησή σας;
«Συμφωνώ μαζί σας ότι οι εδαφικές αναπροσαρμογές και όχι η επιστροφή εδαφών, όπως συνηθίσαμε να λέμε μετά το 1974, σε συνδυασμό και με το προσφυγικό, βρίσκονται στην πιο κρίσιμη περιοχή των διαπραγματεύσεων. Είναι το μόνο δέλεαρ για την Ε/Κ πλευρά για τον επιδιωκόμενο πικρό συμβιβασμό, στον οποίο επιμόνως επί 40 χρόνια καλείται να συμβάλει. Το εάν θα το πράξει θα εξαρτηθεί σε ικανό βαθμό από λόγους ουσίας, δηλαδή, τι συγκεκριμένες συμφωνίες μπορεί να επιτύχει επί άλλων κρίσιμων θεμάτων π.χ. στην λειτουργία του κράτους και δη ως μέλους της ΕΕ, την εκλογή προέδρου και αντιπροέδρου, το ζήτημα των εποίκων και φυσικά την πτυχή του ζητήματος (ξένα στρατεύματα και εγγυήσεις)».
Σύμφωνα με την μακρά σας εμπειρία, θα λέγατε τελικά ότι η Τουρκία τορπιλίζει επί της ουσίας την όλη προσπάθεια;
«Δεν χρειάζεται αγαπητέ κ. Σαρρηκώστα επίκληση ειδικής εμπειρίας για να προσεγγίσει κανείς το ρόλο και τις επιδιώξεις της Τουρκίας διαχρονικά. Απαιτείται μόνο η παρατήρηση της συμπεριφοράς της προ και μετά το 1974, το δεδομένο ότι η Τουρκία εκτός από περιφερειακή δύναμη στην περιοχή (Ανατ. Μεσόγειος – Μ. Ανατολή) και τον ρόλο που διεκδικεί από αυτήν την ιδιότητα, ενδύεται, χρόνια τώρα, τον μανδύα του αναθεωρητισμού καθόσον αφορά τις διεθνείς της υποχρεώσεις που εκπηγάζουν από το Δ. Δίκαιο και τις Διεθνείς συνθήκες κτλ.
Στην ουσία, η Τουρκία θεωρεί ότι το Κυπριακό λύθηκε με τα γεγονότα και την εισβολή του 1974 και ότι, χωρίς καμία ουσιαστική αλλαγή στο status quo, θα μπορούσε να συναινέσει, με όχημα την ηγεσία της Τ/Κ κοινότητες, σε ελάχιστα πράγματα τα οποία δεν θα αντιστρατεύονταν τα στρατηγικά της συμφέροντα στην Κύπρο και θα ήσαν επιπλέον επιβοηθητικά στις κυμαινόμενες επιδιώξεις της σε σχέση με την ΕΕ ή τον μουσουλμανικό κόσμο.
Επι πλέον, η κατά καιρούς τουρκική πολιτική σε σχέση με το Κυπριακό, επηρεάσθηκε και συνεχίζει να επηρεάζεται από τις μεταλλάξεις του εσωτερικού της καθεστώτος και τις επιπτώσεις των μεταλλάξεων αυτών στο πεδίο των συμβολισμών, πάντα σε σχέση με το τι βήματα θα ήταν η Τουρκία διατεθειμένη να κάνει για την επίλυση του προβλήματος του Κυπριακού».
Ανησυχείτε μήπως η Τουρκία αποφασίσει να περάσει πλέον στο «σχέδιο Β» μέσω του οποίου απειλεί με προσάρτηση των κατεχομένων;
«Ανησυχώ πάντοτε με την εκκρεμότητα του Κυπριακού όχι μόνο γιατί είναι ανοιχτή πληγή για τους αδελφούς μας Ελληνοκύπριους, όχι μόνο για το μέλλον των Ε/Τ σχέσεων, αλλά κυρίως για την περιφερειακή σταθερότητα και την υπονόμευση που δημιουργείται από την συνέχιση του ανεπίλυτού του. Τώρα εάν η Τουρκία προχωρήσει ένα βήμα περαιτέρω με τυχόν προσάρτησή των κατεχόμενων, θα πρόκειται περί εγκληματικής αποφάσεως, με πολλαπλές συνέπειες για ολόκληρη την περιοχή και πέραν αυτής. Ελπίζω ότι αυτό είναι εφιαλτικό σενάριο και όχι ρεαλιστική προοπτική».
Ποια είναι τα επόμενα βήματα και ποια πρέπει η στάση Ελλάδος και Κύπρου;
«Τα επόμενα βήματα Ελλάδος και Κύπρου, σε περίπτωση μη ευόδωσης και της σημερινής σοβαρής προσπάθειας επίλυσης του προβλήματος, θα πρέπει να είναι πολιτικές υπεύθυνες στο διμερές, περιφερειακό και διεθνές επίπεδο. Εννοώ, διατήρηση του ζητήματος ανοικτού στο διεθνές ενδιαφέρον, περιλαμβανομένου σαφώς του ευρωπαϊκού, ενίσχυση του εσωτερικού μετώπου συνεργασίας των δυο κρατών μας, λελογισμένα βήματα συνεργασίας με τους γείτονες και περιφερειακούς παίκτες και ανάλογες προσπάθειες στο διπλωματικό γίγνεσθαι για την βελτίωση της διεθνούς εικόνας τόσο της Ελλάδος όσο και της Κύπρου ως παραγόντων σταθερότητας και όχι επιβολής πολιτικών μονομέρειας και τετελεσμενών.
Θα μου πείτε έτσι θα λύσουμε το Κυπριακό; Ασφαλώς όσο προανέφερα δεν αρκούν, χρειάζεται όμως ρεαλισμός, αντοχή, συνέπεια και σοβαρότητα. Είναι τα όπλα που διαθέτουμε στην τρέχουσα συγκυρία και θα πρέπει να τα εκμεταλλευτούμε όσο μπορούμε πιο αποτελεσματικά.
Τέλος είναι αυτονόητο ότι η έξοδος της Ελλάδας από την οικονομική κρίση δεν είναι αναγκαία απλώς για λόγους οικονομικούς ή αναπτυξιακούς, αλλά και για σοβαρότατους γεωστρατηγικούς. Σε πλήρη συνάρτηση με τους τελευταίους βρίσκεται και η αδήριτη ανάγκη ενίσχυσης της αποτρεπτικής ικανότητας των ελληνικών Ε.Δ.».