Κρίστοφ Έσενμπαχ: “Οι πολιτικοί και οι τρομοκράτες πρέπει να ακούσουν Μπαχ για μια ώρα”
Ο θρυλικός αρχιμουσικός Κριστόφ Έσενμπαχ μιλά στο News 24/7 για τη μυθιστορηματική ζωή του αλλά και τη συναρπαστική πορεία στον χώρο της κλασικής μουσικής.
- 25 Ιανουαρίου 2020 12:00
Κάθε του εμφάνιση ενισχύει τον μύθο που έχει χτίσει. Κοινό και κριτικοί αναγνωρίζουν ότι είναι ένας από τους κορυφαίους (αρχι)μουσικούς της εποχής μας. Απόδειξη οι ύψιστες διακρίσεις που έχει λάβει, ανάμεσά τους ένα βραβείο Grammy. Ο λόγος για τον θρυλικό αρχιμουσικό Κριστόφ Έσενμπαχ, ο οποίος έρχεται την ερχόμενη Τετάρτη 29 Ιανουαρίου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών για μία μοναδική σύμπραξη με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, με έργα Μπαχ και Μάλερ.
Με αφορμή την πολυαναμενόμενη συναυλία του, ο Έσενμπαχ μιλά στο News 24/7 για τη μυθιστορηματική ζωή του αλλά και τη συναρπαστική πορεία του στον χώρο της κλασικής μουσικής:
Τα τραγικά παιδικά βιώματα – Η λύτρωση μέσα από τη μουσική
«Έχασα τους γονείς μου κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Δεν γνώρισα τη μητέρα μου, η οποία πέθανε στη γέννα, ενώ ο πατέρας μου σκοτώθηκε πολεμώντας απέναντι στους Ναζί. Μεγάλωσα αρχικά με τη γιαγιά μου, η οποία έκλεινε το ραδιόφωνο όποτε ακουγόταν μουσική, γιατί είχε χάσει τον γιο της (τον αδελφό της μητέρας μου), που έπαιζε βιολί, όταν εκείνος ήταν 14. Όταν ήμουν 3, καθόμουν στο πιάνο και πατούσα τα πλήκτρα, αλλά με απέτρεπε. Είχε απομονώσει απόλυτα τον εαυτό της από τη μουσική δυστυχώς.
Η γιαγιά μου τελικά πέθανε από τύφο, όταν βρισκόμασταν μαζί σε καραντίνα, σε ένα στρατόπεδο προσφύγων. Ήμουν ο μόνος που επέζησα. Ευτυχώς, η θεία μου με αναζήτησε, παρόλο που όλοι την διαβεβαίωναν ότι δεν υπάρχει κανείς επιζών και δωροδόκησε μάλιστα έναν αγρότη, ώστε να μπει μέσα στην καραντίνα και να με ψάξει. Με βρήκε κρυμμένο μέσα σε ένα κάρο με στάχυα καταφέρνοντας να με βγάλει από το νοσηρό εκείνο μέρος, όπου σίγουρα θα πέθαινα.
Πρώτη φορά άκουσα μουσική, όταν με υιοθέτησε και έμεινα μαζί της. Ήμουν περίπου 6 ετών, αλλά δεν μιλούσα καθόλου, γιατί το σοκ που μου είχαν προκαλέσει όσα είχα ζήσει ήταν πολύ έντονο. Η θεία μου είχε τρομάξει, γιατί με ρωτούσε πράγματα και δεν της απαντούσα ποτέ. Αλλά η μουσική έκανε τη φωνή μου να επιστρέψει, έγινε ουσιαστικά η φωνή που είχα χάσει. Η πρώτη φορά που της μίλησα ήταν ένα μουντό απόγευμα του 1946, όταν με ρώτησε αν θέλω να παίξω πιάνο. “Ναι, θέλω να παίξω πιάνο” απάντησα. Κι έτσι ξεκίνησαν όλα.
Λόγω όλων αυτών, η σχέση μου με τη μουσική είναι πολύ πιο προσωπική. Ίσως γι’ αυτό πολλοί λένε ότι δεν διευθύνω Συμφωνίες Brahms ή Beethoven όπως άλλοι, καθώς ανακαλύπτω και εκφράζω νέα πράγματα κάθε φορά. Κάποιοι κριτικοί δεν το εκτιμούν, αλλά το κοινό πάντα με καταλαβαίνει.»
Η πορεία προς την κορυφή και ο ρόλος του μέντορα
«Όταν για πρώτη φορά άκουσα μια μεγάλη συμφωνική ορχήστρα, ήμουν έντεκα ετών. Ήταν η Φιλαρμονική του Βερολίνου με τον Wilhelm Furtwängler και με μάγεψε τόσο που αμέσως είπα «θέλω να γίνω μαέστρος». Η θετή μου μητέρα μου απάντησε: «Αν το θέλεις πραγματικά, θα πρέπει πρώτα να μάθεις τουλάχιστον ένα μουσικό όργανο. Έτσι, επέλεξα το βιολί, επειδή ο θετός πατέρας μου ήταν ερασιτέχνης βιολονίστας (και βιολίστας) κι ακούγαμε διαρκώς μουσική δωματίου σπίτι μας. Μόλις μια εβδομάδα μετά, ξεκίνησα μαθήματα, τα οποία ήταν καθοριστικά για την πορεία μου. Κατά τη διάρκεια των σπουδών μου στη διεύθυνση ορχήστρας, που ξεκίνησα αμέσως μετά το σχολείο, συνέχισα να μελετώ βιολί, μέχρι που η αποδείχθηκε αδύνατον να συνδυαστούν.
Στη συνέχεια ήρθαν δύο σημαντικά βραβεία (ARD και Clara Haskil-Preis στη Λουκέρνη), τα οποία λειτούργησαν ως καταπέλτης για την πιανιστική μου σταδιοδρομία. Έτσι, μετά τις εξετάσεις αρχιμουσικών, αφιερώθηκα στο πιάνο για επτά χρόνια. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, παρακολουθούσα πολύ στενά τους μαέστρους με τους οποίους συνεργαζόμουν. Έφτανα όπου ήταν να εμφανιστώ πολύ νωρίτερα, συχνά δύο ή τρεις μέρες πριν, ώστε να παρακολουθήσω τις πρόβες. Αυτό υπήρξε από τα σημαντικότερα μαθήματα που «έκανα» ποτέ. Ο George Szell και ο Herbert von Karajan έγιναν μέντορές μου την εποχή εκείνη. Μια μέρα κατέληξα στο συμπέρασμα ότι ήρθε η ώρα να επιστρέψω στο πόντιουμ: μια βαθιά επιθυμία που δεν είχε καταλαγιάσει ποτέ.
Στην πραγματικότητα εκείνη την εποχή δεν ήταν καθόλου σύνηθες να έχει κάποιος έναν μέντορα – πολλώ δε μάλλον να λειτουργεί ένας μαέστρος ως μέντορας. Ειδικά ο George Szell, με τον οποίο ήμουν τυχερός να ερμηνεύσω όλα τα Κοντσέρτα του ρεπερτορίου μου. Μου έδωσε τόσο πολύ χρόνο και έλαβα από αυτόν απίστευτα πολύτιμες συμβουλές. Ήταν πολύ σταθερός και αυστηρός, όχι ως χαρακτήρας, αλλά σε αυτό που ζήτησε από τους μουσικούς. Έτσι ήταν και ο Karajan, με τον δικό του, διαφορετικό τρόπο. Ως εκ τούτου, μέσα από τις εμπειρίες και τα μαθήματα που έχω συλλέξει από την παλαιότερη γενιά μεγάλων καλλιτεχνών, έμαθα ότι αυτός είναι ο τρόπος που πρέπει να λειτουργεί κάποιος. Έμαθα ότι είναι καθήκον το να μεταβιβάζεις τις γνώσεις και την εμπειρία που συσσωρεύτηκε κατά τη διάρκεια μιας ολόκληρης καριέρας και αυτό ακριβώς κάνω.
“Η μουσική άνοιξε τα φράγματα της ψυχής μου”
«Χρωστάω ουσιαστικά τη ζωή μου στη μουσική. Βρισκόμουν σε τραγική κατάσταση. Η μουσική μου επέτρεψε να εκφραστώ. Άνοιξε τα φράγματα της ψυχής μου, τα οποία κρατούσα κλειστά μετά από τις φρικτές εμπειρίες που είχα. Όμως, υπάρχουν ακόμη εκατομμύρια και εκατομμύρια άνθρωποι που υποφέρουν και των οποίων τα βάσανα πρέπει να ανακουφιστούν.
Η μουσική μπορεί να απελευθερώσει κάτι που κρύβεται πολύ βαθιά μέσα στους ανθρώπους. Είναι τόσο λυπηρό που έχουμε τόσους πολέμους σε αυτόν τον κόσμο. Παντού υπάρχει κρίση, κυριαρχούν οι συγκρούσεις και αυτή η κατάσταση διαρκώς επιδεινώνεται. Δεν υπάρχει ελπίδα για ειρήνη στο προσκήνιο, αλλά η μουσική έχει πολλά να προσφέρει σε αυτό το επίπεδο. Πάρτε για παράδειγμα τον Daniel Barenboim, ο οποίος προσπάθησε να γεφυρώσει, να φέρει πιο κοντά τους Παλαιστινίους και τους Ισραηλινούς. Όμως αυτή η προσπάθεια δεν φαίνεται να αποδίδει καρπούς, όπως βλέπουμε εξετάζοντας την πολιτική κατάσταση. Είναι απογοητευτικό το γεγονός ότι η πολιτική απορρίπτει οποιαδήποτε επιρροή από τη μουσική, η οποία θα μπορούσε να είναι ένα ειρηνευτικό μέσο στον κόσμο. Κάθε πολιτικός και κάθε τρομοκράτης πρέπει να ακούσει Μπαχ για μια ώρα – τότε τουλάχιστον θα δει τον κόσμο με άλλα μάτια. Η μουσική προσφέρει τόσες πολλές συγκινήσεις που θα μπορούσαν να επιφέρουν αλλαγές.»
Πληροφορίες
ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ
Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης
Τετάρτη 29 Ιανουαρίου 2020 στις 20.30
Συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών
– ΛΟΥΝΤΒΙΧ ΒΑΝ ΜΠΕΤΟΒΕΝ: Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα αρ. 5
– ΓΚΟΥΣΤΑΒ ΜΑΛΕΡ: Συμφωνία αρ.1
Πιάνο: Βασίλης Βαρβαρέσος
Μουσική διεύθυνση: Κρίστοφ Έσενμπαχ
Όλοι οι συντελεστές της συναυλίας συμμετέχουν αφιλοκερδώς ενώ τα έσοδα θα δοθούν στην Ένωση Μαζί για το Παιδί.