Ναυάγιο στην Πύλο: “Να έρθουν ξανά στο προσκήνιο οι φωνές των ανθρώπων που επέζησαν”
Διαβάζεται σε 11'Η Λυδία Εμμανουηλίδου, μέλος της ομάδας ερευνητών που βραβεύτηκε στην καρδιά της ΕΕ για τις αποκαλύψεις της γύρω από τις ευθύνες στο πολύνεκρο ναυάγιο ανοιχτά της Πύλου, μιλά στο NEWS 24/7.
- 16 Νοεμβρίου 2023 16:58
“Ξέρετε, ένα από τα πιο ανατριχιαστικά πράγματα για μένα ήταν να βλέπω τους ανθρώπους που επέζησαν από το ναυάγιο να έχουν αυτή τη συνειδητοποίηση στα μάτια τους για το τι μπορεί να τους είχε συμβεί, καθώς ένωναν τα κομμάτια του παζλ”.
Το περασμένο καλοκαίρι, μετά από αλλεπάλληλα εμπόδια των ελληνικών αρχών στους δημοσιογράφους ώστε να μην προσεγγίσουν ποτέ τους 104 μετανάστες που διασώθηκαν από το πολύνεκρο ναυάγιο της Πύλου, η Λυδία Εμμανουηλίδου, μέλος της σύμπραξης Ελλήνων, Γερμανών και Βρετανών ερευνητών που αναζητούσαν τι οδήγησε στη βύθιση του αλιευτικού, άκουγε τους διασωθέντες να ανακαλούν στη μνήμη τους και να αφηγούνται όσα έζησαν, στα γραφεία των forensic architecture στην Αθήνα.
Μιλώντας στο NEWS 24/7, περιγράφει πώς είδε να ξετυλίγεται μπροστά της η ιστορία, ξεκινώντας από την συνειδητοποίηση και τον πόνο των ανθρώπων που έχασαν φίλους και συγγενείς μέσα στη θάλασσα, στο πιο πολύνεκρο ναυάγιο σκάφους με μετανάστες στη σύγχρονη ιστορία.
Αφορμή στάθηκε η απονομή του βραβείου της Daphne Caruana Galizia 2023 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που δίνεται για εξαίρετου επιπέδου δημοσιογραφία που προωθεί ή υπερασπίζεται τις βασικές αρχές και αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, η ελευθερία, η δημοκρατία, η ισότητα, το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα, προς τιμήν της Μαλτέζας ερευνήτριας δημοσιογράφου και μπλόγκερ, γνωστής για τον αγώνα της κατά της διαφθοράς, η οποία δολοφονήθηκε σε έκρηξη παγιδευμένου αυτοκινήτου το 2017.
Μια βράβευση που φέτος έλαβε και μια διάσταση όχι και τόσο “τιμητική” για την ΕΕ, καθώς η έρευνα αυτή, μεταξύ άλλων καταδεικνύει την εγκληματική ανεπάρκεια της ευρωπαϊκής και ελληνικής μεταναστευτικής πολιτικής στο να σώζει ζωές.
“Από τη μία υπάρχει ξεκάθαρη ειρωνεία σε όλο αυτό, αλλά αντιμετωπίζουμε την παρουσία μας εδώ ως μια ευκαιρία να αναδείξουμε ξανά το γεγονός, να έρθουν ξανά στο προσκήνιο οι φωνές των ανθρώπων που επέζησαν” αναφέρει στο NEWS 24/7 η Λυδία Εμμανουηλίδου, που συμμετείχε στην έρευνα από την πλευρά της The Guardian. Ήταν εκείνη που πραγματοποίησε τις συνεντεύξεις με τους επιζώντες.
Το Λιμενικό και οι κλειστές κάμερες
Η συνεργατική έρευνα του ελληνικού ερευνητικού ειδησεογραφικού πρακτορείου Solomon σε συνεργασία με την Forensis, τον γερμανικό δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό σταθμό StrgF/ARD, και τη βρετανική εφημερίδα The Guardian έφερε στο φως συγκεκριμένες ευθύνες. Όπως προκύπτει από την έρευνα τους με τίτλο “Μπροστά στις κλειστές κάμερες των Αρχών: Πεθαίνοντας στο βαθύτερο σημείο της Μεσογείου” το σκάφος βυθίστηκε ως αποτέλεσμα των ενεργειών της ελληνικής ακτοφυλακής, υπό ελληνική και ευρωπαϊκή εποπτεία, ενώ ακόμη αποκαλύπτει τις ανακολουθίες στην επίσημη εκδοχή των ελληνικών αρχών όπως επίσης και το ότι το σκάφος ΠΠΛΣ-920 του Λιμενικού Σώματος όφειλε να καταγράφει τις ενέργειές του, ενώ αντίθετα είχε κλειστές κάμερες.
Το Λιμενικό Σώμα, αρνείται μέχρι και σήμερα να διεξάγει εσωτερική πειθαρχική έρευνα για τις εθύνες του στο ναυάγιο της Πύλου, παρά τα αιτήματα του Συνηγόρου του Πολίτη, που ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα πως τελικά θα προχωρήσει σε ανεξάρτητη έρευνα ώστε να υπάρξει “πλήρης διαφάνεια ως προς τη δράση των αρμόδιων στελεχών της Διοίκησης για το πολύνεκρο αυτό ναυάγιο”, κάτι που όπως αναφέρει, αποτελεί “στοιχειώδες δικαιοκρατικό αίτημα”.
Οι copy paste καταθέσεις στο Λιμενικό και το μπλε σχοινί
Τα άτομα που συμμετείχαν στην έρευνα πραγματοποίησαν συνεντεύξεις με επιζώντες, πήραν δικαστικά έγγραφα, μίλησαν με πηγές του Λιμενικού, έκαναν ψηφιακή αναπαράσταση του πλοίου στο οποίο ταξίδευαν οι άνθρωποι αυτοί και κατέληξαν σε πολλά συμπεράσματα.
Στην πορεία της έρευνας, αυτό που διαπίστωσαν, ήταν ότι όλα όσα αφορούσαν το Λιμενικό “ήταν μπερδεμένα”, όπως θυμάται η Λυδία Εμμανουηλίδου. “Χρειάστηκαν πολλές ώρες για την Ελληνική Ακτοφυλακή να φτάσει στο σημείο όπου βρισκόταν αυτή η υπερφορτωμένη αλιευτική μηχανότρατα” σημειώνει, ενώ στη συνέχεια αναφέρεται στον ρόλο της Frontex, λέγοντας ότι αυτό που συμπαίραναν ήταν ότι προσφέρθηκε να συνδράμει τρεις φορές το βράδυ της 13ης Ιουνίου (λίγο πριν τα μεσάνυχτα της 14ης). Πηγή του ευρωπαϊκού οργανισμού, μάλιστα, τους αποκάλυψε πως το Λιμενικό Σώμα δεν απάντησε σε κανένα από τα τρία αιτήματα παροχής συνδρομής.
“Ένα άλλο από τα σημαντικά ευρήματά μας είναι αυτό που βρήκαμε σχετικά με το τι συνέβη κατά τη διάρκεια των τελευταίων ωρών πριν από τη βύθιση του πλοίου, συνδιάζοντας τις συνεντεύξεις με τους επιζώντες και την ψηφιακή αναπαράσταση που κάναμε με βάση τη χαρτογράφηση των forensis” προσθέτει και παραθέτει αυτά που “έδειξε” η έρευνα:
“Αυτό που ήμασταν σε θέση να συμπεράνουμε από την σύνθεση των παραπάνω στοιχείων είναι ότι η ελληνική ακτοφυλακή προσπάθησε να ρυμουλκήσει το σκάφος προς τα ιταλικά ύδατα χρησιμοποιώντας ένα μπλε σχοινί πιθανότατα έτσι ώστε αυτό το σκάφος να μην αποτελεί πλέον πρόβλημα για εκείνους. Κατά τη διαδικασία αυτής της ρυμούλκησης, το σκάφος βυθίστηκε και περίπου 600 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους.
Ένα άλλο σκέλος των ευρυμάτων της έρευνας, αφορά στα στοιχεία που “δείχνουν” πιθανή αλλοίωση στοιχείων. “Εξετάσαμε δικαστικά έγγραφα και μαρτυρίες που έδωσαν οι επιζώντες στην Ελληνική Ακτοφυλακή αμέσως μετά το ναυάγιο και αυτό που βρήκαμε ήταν σχεδόν σαν copy paste, δηλαδή μια κοινή γλώσσα, με πανομοιότυπες εκφράσεις, που χρησιμοποιήθηκε από πολλούς επιζώντες, γεγονός που υποδηλώνει παραποίηση” προσθέτει.
Όπως επισημαίνει, “οι ίδιοι επιζώντες που έδωσαν αυτές τις καταθέσεις σύμφωνα με όσα επικαλείται το Λιμενικό, λίγες μέρες αργότερα κατέθεσαν σε Έλληνες εισαγγελείς και εκεί ανέφεραν τη ρυμούλκηση με ένα μπλε σχοινί, ενώ δεν το είχαν αναφέρει στο Λιμενικό, οπότε αυτό είναι, ξέρετε, που προσπαθούμε να εξετάσουμε, το τι συνέβη, ερευνώντας διαφορετικές στιγμές του ναυαγίου.”
Τα εμπόδια στην έρευνα
“Ήταν πραγματικά πολύ σκληρή δουλειά και ο καθένας από εμάς είχε ένα κομμάτι της έρευνας, έκανε από ένα πράγμα για να συνθέσουμε στο τέλος όλη την ιστορία. Σε ότι με αφορά, ένα μεγάλο μέρος από αυτά που έκανα ήταν να προσπαθήσω να βρω επιζώντες που θα μας μιλήσουν” θυμάται η Λυδία Εμμανουηλίδου.
Μιλώντας για τις δυσκολίες που αντιμετώπισε, είπε ότι μια από αυτές ήταν ο αποκλεισμός των δημοσιογράφων από τους επιζώντες:
“Όταν εμφανίστηκα στη Μαλακάσα λίγες μέρες μετά το ναυάγιο όπου είχαν μεταφερθεί οι επιζώντες υπήρχαν όλων των ειδών οι περιορισμοί.
Υπήρχαν μέτρα ασφαλείας αν προσπαθούσες να μιλήσεις με τους ανθρώπους. Φυσικά ήταν και εκείνοι φοβισμένοι. Ακριβώς έξω από το σημείο όπου τους είχαν μεταφέρει, οι υπάλληλοι του υπουργείου μετανάστευσης και ασύλου τους έλεγαν να μην μιλούν στα μέσα ενημέρωσης. Και υπήρχε ο φόβος πως αν μιλούσαν, κάτι τέτοιο θα μπορούσε να έχει αντίκτυπο στην αίτηση ασύλου τους. Προσπαθούσαν να αποτρέψουν τους ανθρώπους από το να μας εμπιστευτούν και να μιλήσουν.
Ήταν αρκετά δύσκολο να τους πάμε σε ένα μέρος όπου θα ένιωθαν αρκετά ασφαλείς για να μιλήσουν. Έτσι, τους πήγαμε στα γραφεία των forensic architecture στην Αθήνα, περάσαμε κάποιο χρόνο μαζί για να νιώσουν άνετα.
“Ξέρετε, ένα από τα πιο ανατριχιαστικά πράγματα για μένα ήταν να τους βλέπω να συνειδητοποιούν εκείνη τη στιγμή τι μπορεί να τους είχε συμβεί, καθώς ενώνανε τα κομμάτια του παζλ”.
Καθώς οι επιζώντες του ναυαγίου διηγούνταν όσα είδαν και άκουσαν από διαφορετικά σημεία του αλιευτικού, η ομάδα των forensis προχωρούσε στη δημιουργία της αναπαράστασης. Εκεί, οι μετανάστες τοποθέτησαν τον εαυτό τους, υπέδειξαν τη διάταξή τους στο κατάστρωμα, και ανακάλεσαν τα γεγονότα που εκτυλίχθησαν πριν τη βύθιση του Adriana:
“Αυτό που κάναμε μέσα από την αναπαράσταση των forensis ήταν, σύμφωνα με τις μαρτυρίες που περιέγραφαν πώς έγιναν τα γεγονότα, αυτός ήταν εκεί, μετά έγινε αυτό. Μερικοί από αυτούς είδαν με τα μάτια τους το Λιμενικό να ρυμουλκεί το πλοίο, άλλοι το άκουσαν, άλλοι ήταν στο μεσαίο κατάστρωμα του σκάφους ή στη μέση στο εσωτερικό του και έτσι δεν έβλεπαν”.
“Ξέρουμε ότι υπήρχε διαστρωμάτωση, ήταν οι πολλοί Σύριοι στην κορυφή έξω που είχαν ένα άμεση θέα του τι συνέβαινε, μετά στη μέση υπήρχε ένα μεσαίο κατάστρωμα όπου ήταν κάποιοι από τους Πακιστανούς, στο εξωτερικό χώρο και μέσα σε αυτό όπως επίσης και κάποιοι Αιγύπτιοι από ότι καταλάβαμε και μετά ήταν το κάτω κατάστρωμα όπου είπαν ότι ήταν οι γυναίκες και τα παιδιά. Αλλά προφανώς από εκεί δεν υπάρχει καμία πληροφορία καθώς δεν υπήρξαν επιζώντες”.
Ένα από τα πιο δύσκολα στάδια της έρευνας, ήταν να καταφέρουν να ενώσουν όλα αυτά τα κομμάτια μεταξύ τους. “Υπήρχαν συνάδελφοι που είχαν πηγές στο Λιμενικό, τέτοιες πηγές χρειάζεται χρόνια για να δημιουργηθούν και να είναι σε θέση να δώσουν πληροφορίες – που νομίζω ότι έκαναν την διαφορά – σχετικά με το τι θα έπρεπε να είχε συμβεί κατά τη διάρκεια της επιχείρησης, μερικές από τις πληροφορίες για τις κάμερες που ξαφνικά έκλεισαν στη μέση της επιχείρησης διάσωσης, κάμερες οι οποίες θα έπρεπε να είναι ενεργοποιημένες”.
Οι πηγές αυτές ήταν ανώνυμες και off the record. Επίσημα, το γραφείο Τύπου του υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου και του Λιμενικού Σώματος, δεν έδωσαν απαντήσεις. “Τι πιο σύνηθες” σχολιάζει.
Δικαιοσύνη για τους νεκρούς
Λίγο πριν τη βράβευση, μίλησε με έναν από τους επιζώντες του ναυαγίου με τον οποίο έχει κρατήσει επαφή: “Του εξηγούσα ότι θα κάνουμε ομιλία στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο και αν θα ήθελε κάτι να μας μεταφέρει να πούμε”. Αυτό που της απάντησε ήταν το εξής:
“Θέλω απλά οι άνθρωποι να ξέρουν τι συνέβη, θέλω δικαιοσύνη για τους φίλους και την οικογένειά μου που τους είδα να πνίγονται, θέλω να είμαι ελεύθερος να φύγω από αυτό το καμπ, θέλω να δω τη μαμά και τον μπαμπά μου”.
“Είναι ένα παιδί 21 ετών. Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα, για κάποιον που έχει περάσει αυτό το φρικιαστικό γεγονός θα είχε υπάρξει μια λύση για τη ζωή του” λέει στο NEWS 24/7 και συνεχίζει:
“Οπότε αν μπορώ με τον οποιοδήποτε τρόπο να συμβάλω στο να αποδοθεί δικαιοσύνη, είτε στην περίπτωση αυτή είτε σε άλλα push backs ή άλλα βίαια περιστατικά στα σύνορα ή ακόμα και πιο “ήπια” περιστατικά κακής μεταχείρισης στα καμπ να βοηθάμε να ακουστούν. Αυτό κινητοποιεί εμένα και τους συναδέλφους μου. Αυτό που θα ήθελα θα ήταν πρόσβαση σε περισσότερους επιζώντες, αλλά τα εμπόδια ήταν πολλά”.
Για την δικαστική εξέλιξη της υπόθεσης στην Ελλάδα, αναφέρει ότι “δεν έχει πάρα πολλές ελπίδες ότι θα αποδοθεί δικαιοσύνη”, αλλά αυτό που θεωρεί το πιο σημαντικό είναι να ακουστούν οι φωνές τους. “Υπάρχουν οι Αιγύπτιοι που κατηγορήθηκαν ως δουλέμποροι, υπάρχει η έρευνα της Frontex, δεδομένου ότι είχαν προειδοποιήσει τις ελληνικές αρχές και προσέφεραν δύο φορές βοήθεια και η Ελλάδα την αρνήθηκε, επιζώντες έχουν προχωρήσει ήδη σε αγωγή και αυτό που επιδιώκουν είναι να υπάρξουν παρόμοια αποτελέσματα με την υπόθεση του ναυαγίου στο Φαρμακονήσι. Οπότε ακόμα και αν τα ελληνικά δικαστήρια δεν αποδείξουν την ενοχή του Λιμενικού, θα το κάνει το ευρωπαϊκό δικαστήριο” εκτιμά.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της έρευνας, θυμάται τις στιγμές έντονης συναισθηματικής φόρτισης αλλά και φόβου. Άλλωστε, από την εμπειρία της ξέρει πια ότι το ρεπορτάζ γύρω από το μεταναστευτικό στην Ελλάδα έχει έναν μόνιμο φόβο ότι θα προσαχθείς από την αστυνομία Το αντιμετώπισε στον Έβρο και στα νησιά σε προηγούμενα ρεπορτάζ.
Ο φόβος υπάρχει γιατί εδώ όταν σε προσαγάγουν είτε η αστυνομία ή το Λιμενικό δεν ξέρεις τι θα ακολουθήσει. “Εμένα με κινητοποιεί αυτό που βλέπουμε στα μάτια των ανθρώπων αυτών κάθε φορά, τι σημαίνει γι’ αυτούς να προσπαθούμε να βγάλουμε στο φως την ιστορία τους”.
Οι ομάδες που συμμετείχαν στο ρεπορτάζ είναι οι εξής:
Για το Solomon: Σταύρος Μαλιχούδης, Ηλιάνα Παπαγγελή, Κορίνα Πετρίδη
Για την Forensis: Στέφανος Λεβίδης, Χριστίνα Βαρβία, Γεωργία Σκαρτάδου, Ανδρέας Μάκας, Ebrahem Farooqui, Δημήτρα Ανδρίτσου, Peter Polack, Eyal Weizman, Jasper Humpert, Miriam Rainer, Salma Barakat, Ζακ Ιωαννίδης, Elizabeth Breiner
Για την StrgF/ARD: Armin Ghassim, Sulaiman Tadmory, Timo Robben, Sebastian Heidelberger
Για την The Guardian: Γιώργος Χρηστιδης, Katy Fallon, Λυδία Εμμανουηλίδου και Julian Busch