Ο Γιώργος Καραμίχος δεν είναι πια “σέρτικος”
Είναι σίγουρα ένας από τους πιο ταλαντούχους ηθοποιούς που έχει να επιδείξει η Ελλάδα σήμερα. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που η δεύτερη έδρα του παραμένει το Λος Άντζελες, όπου δραστηριοποιείται ενεργά στη σκηνοθεσία και την υποκριτική. Ο Γιώργος Καραμίχος μιλά στο News 24/7 για τον "Ήλιο", τα παιδικά χρόνια στον αγρό της Βέροιας, το στίγμα του ηθοποιού, το "Καφέ της Χαράς", το πώς είναι σαν μπαμπάς και τις... ομελέτες που δεν πέτυχαν.
- 24 Ιανουαρίου 2021 08:34
Η αλήθεια είναι ότι πριν τη συνέντευξή μας, είχα την αίσθηση ότι θα με ψαρώσει προτού καν προλάβω να κάνω τη δεύτερη ερώτηση. Ίσως να με είχαν επηρεάσει κάποιοι ρόλοι του (και οι εξαιρετικές ερμηνείες του) που πίστευα ότι “προδίδουν” έναν άνθρωπο εύστροφο, σχεδόν άτρωτο, που δεν χαμπαριάζει, και δε θα κάνει κάτι αν δεν νιώθει καλά με αυτό. Σε όλους όμως τους χαρακτήρες που επιλέγει υπάρχει πάντα και κάτι ευάλωτο, μια αδυναμία ή και θραύσμα, καλά κρυμμένο. Στόχος μου ήταν να ξεδιαλύνω αυτόν τον γρίφο, να βρω πού είναι δυνατός και πού όχι. Ομολογώ ότι “έχασα” από την πρώτη κιόλας του κουβέντα. Και αυτό γιατί αν είναι χαρακτηρίζει κάτι τον Γιώργο Καραμίχο είναι το πόσο ακομπλεξάριστος είναι και πόσο γενναιόδωρος στο να μεταδώσει αυτό που λέμε θετική ενέργεια. Δεν διακρίνεις τίποτα προκάτ πάνω του. Το βλέμμα του μαρτυρά έναν ανθρώπου που γουστάρει να ρουφά τη ζωή με το μεδούλι, άλλωστε όπως μου είπε «αν κάτι με εμπνέει, αυτό είναι το τώρα» γιατί το αύριο είναι ακόμη μακριά.
Του ζήτησα να μου μιλήσει για την “αρχή” του, τα πρώτα χρόνια στη Βέροια, τις σπουδές στην Κέρκυρα και να φτάσουμε σιγά σιγά στην καριέρα του σε Ελλάδα και Αμερική, κάνοντας στάσεις φυσικά στο «Φεύγα», τη «Λένη», το «Καφέ της Χαράς» και τον «Ήλιο», τη νέα τηλεοπτική σειρά του ANT1 όπου πρωταγωνιστεί καθημερινά ως «Δημήτρης Λαϊνάς». Με ευγένεια κι ένα φωτεινό χαμόγελο, δέχτηκε να το πάρει από την αρχή…
Σαν παιδί ήμουν “σέρτικος”
«Σαν παιδί ήμουν “σέρτικος” όπως έλεγε και ο πατέρας μου. Όλο κάπου σκαρφάλωνα, όλο σε κάποιο ποτάμι θα έμπαινα, όλο κάποιο παιχνίδι θα σκάρωνα. Πολύ τρέξιμο και περιπέτειες τόσο στη Βέροια όσο και στο χωριό μου(τους Γεωργιανούς) όπου περνούσα πολλές ώρες στη φύση με όλη την τσακαλοπαρέα τα καλοκαίρια. Είναι η βαθειά μου προίκα όπως είναι για όλους μας τα παιδικά μας χρόνια. Δεν είχαμε τηλεόραση κι έτσι είχαμε χρόνο να παρατηρούμε τα ζώα, τα δέντρα και τους ανθρώπους. Ακούγαμε τις ιστορίες των πιο μεγάλων και φτιάχναμε τις δικές μας. Ακόμη το ίδιο κάνω όσο μπορώ. Ακούω και λέω ιστορίες. Είναι μέρος του χαρακτήρα μου πια.»
«Είχα ανάγκη να εξερευνήσω τον κόσμο και οι σπουδές στην Κέρκυρα ήταν μια καλή αφορμή και δικαιολογία να ξεκινήσω το ταξίδι μου. Έδωσα πανελλήνιες και πέρασα στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο όπου είχα την ευκαιρία να μάθω και να πάθω. Στην Κέρκυρα νιώθω ακόμη σπίτι μου καθώς εκεί έζησα τις πρώτες μου εμπειρίες μακρυά από τους γονείς και το τέλος της εφηβείας μου. Αυτό το πανέμορφο νησί αποτέλεσε το ιδανικό σκηνικό για να ανακαλύψω αυτό που πραγματικά θέλω και να δοκιμάσω τα όρια μου. Δεν ήταν εύκολη η αλλαγή. Ήταν όμως αναγκαία και με πολλές όμορφες στιγμές πλάι σε κάποιες επώδυνες εμπειρίες. Η εφηβεία ούτως ή άλλως είναι δραματική πόσω μάλλον για ένα παιδί από επαρχία που έχει μεγάλα όνειρα αλλά όχι τα απαραίτητα μέσα να τα εκφράσει.»
«Η πρώτη φορά που έπαιξα ήταν στο χωριό όπου η θεία Μαρκέλα Μάνια μας ετοίμαζε διάφορα σκετσάκια. Μετά, στην τρίτη λυκείου είχα την ευκαιρία να παίξω σε μια παράσταση με σκηνοθέτη τον Γιάννη Καισαρίδη που μας έμαθε να αγαπάμε τον θεατρικό λόγο, και το μεγάλο σχολείο ήταν η Κερκυραϊκή Σκηνή της οποίας έγινα μέλος από το πρώτο έτος του πανεπιστημίου. Εκεί επιβεβαιώθηκε ότι το σαράκι μέσα μου έπρεπε να το εκφράσω αλλιώς θα με έτρωγε. Ακόμη εκπλήσσομαι από το πόσα στοιχεία του χαρακτήρα μου ξεκλειδώνουν μέσα από την υποκριτική. Είναι σαν να προσπαθείς να γιατρέψεις όλον τον ανθρώπινο πόνο κατανοώντας τις ανάγκες των ρόλων.»
Έχω σταματήσει εδώ και χρόνια να απολογούμαι για τις επιλογές μου
Τον ρωτώ αν βίωσε το κοινωνικό στίγμα για τον Έλληνα ηθοποιό, αυτήν την άποψη ότι το “ηθοποιηλίκι” δεν είναι δουλειά… «Φυσικά και το βίωσα. Κι ακόμη το βιώνω κάθε τόσο. Πολλοί πιστεύουν ότι είναι ένα χόμπι. Δεν καταλαβαίνουν ότι για να υποστηρίξεις τον ρόλο σου χρειάζεται να δουλεύεις 24 ώρες το 24ωρο. Έχω σταματήσει εδώ και χρόνια να απολογούμαι για τις επιλογές μου. Δεν τις διαφημίζω αλλά και ούτε τις καταπιέζω. Και είναι ευχής έργο όλοι οι άνθρωποι να κάνουν αυτό που αγαπούν ώστε να διοχετεύουν τη δημιουργικότητα τους στον τομέα που τους αρέσει. Ο στόχος όλων μας είναι η ευτυχία. Μόνο κάνοντας αυτό που αγαπάς επιτελείς το έργο για το οποίο γεννήθηκες. Έτσι αποφεύγονται αρρώστιες και σαχλά κουτσομπολιά. Με το να εστιάζεις σε αυτό που σε κάνει δυνητικά ευτυχισμένο.»
«Η υποκριτική είναι βιώσιμο επάγγελμα αν δουλεύεις. Και γι’ αυτό πρέπει να κάνεις τις σωστές επιλογές ώστε να μη σε τρώει η θλίψη όταν δεν έχεις δουλειά. Είναι μέρος του επαγγέλματος. Και καλό είναι να το πάρεις απόφαση εγκαίρως. Για τα προς το ζην μπορεί να χρειαστεί να κάνεις και κάποια άλλη δουλειά κάθε τόσο. Μέρος της εμπειρίας σου είναι και αυτό και θα φανεί στην επόμενη επιλογή σου. Κάθε μέρα ρωτάω τον εαυτό μου αν θέλω και σήμερα να κάνω αυτό που κάνω. Έχω πολλά πράγματα που με κάνουν ευτυχισμένο στη ζωή μου. Η υποκριτική είναι ένα από αυτά. Σαφέστατα μπορώ να ζήσω και χωρίς αυτό, αλλά προς το παρόν ακόμη με κάνει χαρούμενο η εξερεύνηση νέων, μοναδικών ανθρώπινων χαρακτήρων.»
Ως προς το κατά πόσο έχει επηρεαστεί η καθημερινότητά του λόγω της φύσης της δουλειάς και της αναγνωρισιμότητας που επιφέρει, είναι σαφής: «Φυσικά και αλλάζει. Δεν είσαι μόνος σου πια. Έχεις μάτια να σε παρακολουθούν και να εστιάζουν στις λεπτομέρειες της κάθε σου δράσης ή αντίδρασης. Για μένα ο μόνος τρόπος να το διαχειριστείς είναι να είσαι ο εαυτός σου και να μην ταυτίζεσαι με την εικόνα που μπορεί να έχουν οι άλλοι για σένα. Είτε θετική είτε αρνητική. Κάθε πρωί ο ίδιος ήλιος βγαίνει για όλους τους ανθρώπους. Αναγνωρίσιμους και μη. Και κάθε βράδυ η ίδια νύχτα.»
Η βαλίτσα που “έφυγε” μακριά
Η κουβέντα πάει στους ρόλους του και τις σειρές που τον ανέδειξαν και ανέδειξε: «Κόκκινος Κύκλος», «Φεύγα», «Λένη» και μετά φυσικά «Κανείς δε λέει σ’ αγαπώ», «Καφέ της Χαράς», «Επαφή», ο ρόλος του Δημήτρη Χορν στην «Τελευταία παράσταση», «Ματωμένα Χώματα», «Ονειροπαγίδα» και πολλοί άλλοι. Του ζητάω την ιστορία του «Φεύγα» καθώς θεωρώ τη σειρά αυτή σημαντικό σταθμό του: «Με πήγε με το ζόρι ο κολλητός μου στο ραντεβού με τον Λάμπη Ζαρουτιάδη, τη Μανίνα Ζουμπουλάκη και τη Μιρέλα Παπαοικονόμου. Ήμουν έτοιμος να πω όχι (καθώς θεωρούσα ότι μόνο θέατρο και κινηματογράφο θα έκανα στη ζωή μου) αλλά έπρεπε να κάνω μια εγχείρηση στη μέση και κόστιζε πολλά. Έτσι ο κολλητός μου αντί να με πάει στο σπίτι μου μετά το νοσοκομείο με πήγε στο ραντεβού για το Φεύγα. Κι από κει και πέρα “έφυγε” μακρυά η βαλίτσα (γέλια). Ακόμη ευγνωμονώ και τον κολλητό μου και τον Λάμπη και τη Μιρέλα που με εμπιστεύτηκαν και στην επόμενη δουλειά τους, στο “Λένη“.»
Όταν συμφώνησα να κάνω το “Καφέ της Χαράς” δεν είχα δει ούτε ένα επεισόδιο
«Για να πω την αλήθεια, δεν περίμενα την επιτυχία του “Καφέ της Χαράς“. Όταν συμφώνησα να το κάνω δεν είχα δει ούτε ένα επεισόδιο αλλά ο ρόλος και το εξαίσιο δίδυμο Ρώμας-Χατζησοφιά κατάφεραν να με εμπνεύσουν και να με πείσουν ότι ένας αντιήρωας σαν το Άρη οφείλει να έχει λόγο και ύπαρξη.
Θυμάμαι στα γυρίσματα την αγαπημένη μου Ρένια (Λουϊζίδου) να επαναλαμβάνει κάθε τόσο τη φράση “κρεβατάκι… κουβερτούλα και αγκαλίτσα”. Ήταν αυτά που μας έλειπαν πιο πολύ καθώς πηγαίνοντας κάθε πρωί με κρύο στο γύρισμα μας έλειπε η σπιτική θαλπωρή. Για κάποιο λόγο αυτές οι τρεις λεξούλες μου έρχονται κάθε τόσο στο μυαλό σαν μια γλυκιά συνωμοσία. Τελικά το Καφέ της Χαράς μας πρόσφερε -και στους συνεργάτες και στους θεατές- αυτές της όμορφες αισθήσεις που είχαμε σχεδόν ξεχάσει. Αισθήσεις Κυριακάτικου απογεύματος βλέποντας ταινίες καλού ασπρόμαυρου ελληνικού κινηματογράφου με κρεβατάκι… κουβερτούλα.. αγκαλίτσα.»
Θέλω να μάθω τι τον κέρδισε στη νέα του δουλειά, στον «Ήλιο» και στον Δημήτρη Λαΐνα: «Η ιστορία, οι συνεργάτες και η προοπτική μιας νέας πραγματικότητας που είναι αυτή ακριβώς που ζω τώρα. Ο ρόλος του Δημήτρη Λαϊνά είναι μια εξαιρετική πρόκληση. Κάθε μέρα αισθάνομαι ότι ρισκάρω τα πάντα. Ο πόλεμος για τη δικαίωση είναι δύσκολος αλλά με σπάνιους θησαυρούς. Κάθε μέρα με εμπνέει για καινούργια λάθη και περιπέτειες. Ακριβώς όπως και στη ζωή.
Τα γυρίσματα για καθημερινή σειρά είναι εξαντλητική διαδικασία αλλά και με ένα πολύ μεγάλο δώρο: Την άμεση και καθημερινή άσκηση πάνω στον ρόλο σου. Σπάνιο σχολείο. Έχουμε βέβαια ένα πολύ δυνατό σενάριο να υποστηρίξουμε. Φαντάζομαι ότι αν η ιστορία δεν είχε ενδιαφέρον, θα μπορούσε να είναι εφιάλτης.»
Η σειρά έχει αποσπάσει ιδιαίτερα θετικές κριτικές και αυτό μου δίνει την “πάσα” να τον ρωτήσω για το εάν τελικά αλλάζει το τηλεοπτικό τοπίο στην Ελλάδα: «Καιρός ήταν (να ανέβουν τα ποσοστά τηλεθέασης της μυθοπλασίας). Να γίνονται καλές δουλειές και να έχουν και την ανταπόκριση που τους οφείλεται. Ωριμάζει η μυθοπλασία και ωριμάζει και το κοινό της. Δεν υπάρχει παρθενογένεση φυσικά αλλά η πρωτοτυπία έχει να κάνει και με τη διαδικασία. Ο “Ήλιος” είναι βασισμένος πάνω σε γαλλική φόρμα αλλά η σεναριακή ομάδα υπό την επίβλεψη της Μαρίας Γεωργιάδου έχει καταφέρει να τη φέρει στα ελληνικά δεδομένα με μεγάλη επιτυχία. Επίσης αυτό το εγχείρημα υποστηρίζεται και από τους δύο σκηνοθέτες μας (Βίκυ Μανώλη – Λίνος Χριστοδούλου) όπως και από το ίδιο το κανάλι. Ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη. Είναι καλά οργανωμένο το έγκλημα από όλες τις πλευρές. Βλέπω μεγάλη κινητικότητα προς αυτήν την κατεύθυνση. Και έχει μέλλον αυτή η διαδικασία – της πρωτότυπης δημιουργίας- γιατί εμπνέει τόσο τους δημιουργούς όσο και τους θεατές.»
Το σινεμά, η σκηνοθεσία και το LA
Μια στιγμή που ξεχωρίζω στην πορεία του είναι η ταινία «Είναι ο θεός μάγειρας;» του σκηνοθέτη Στέργιου Νιζήρη, όπου υποδύεται έναν ανερχόμενο σεφ που θέτει στόχο ζωής να φτιάξει την πιο τέλεια ομελέτα… Ήταν αδύνατο να μην την αναφέρω: «Έχω όντως πάθος με την μαγειρική και στεναχωριέμαι αν δεν μου πετύχει το φαγητό. Αλλά γενικώς δεν νομίζω ότι έχω τόσο βαθιές εμμονές όσες είχε ο ήρωας στην συγκεκριμένη ταινία η οποία είναι από τις πλέον αγαπημένες μου. Μου αρέσει να γίνονται τα πράγματα καλά. Αλλά εκτιμώ πολύ και την αδιαφορία, ακόμη και την υπονόμευση της τελειότητας που ούτως ή άλλως δεν υπάρχει μέσα σε ένα σύμπαν που ρέει. Την ώρα που επιτυγχάνεται έχει γίνει ήδη παρελθόν.»
Μου αρέσει να γίνονται τα πράγματα καλά, αλλά εκτιμώ πολύ την αδιαφορία
Όσο για τη σχέση του με το σινεμά, είναι σχέση πάθους: «Λατρεύω το σινεμά. Οφείλουμε να παραδεχτούμε ωστόσο ότι τελευταία και οι σειρές – τόσο σε νέες πλατφόρμες όσο και στην τηλεόραση- έχουν να επιδείξουν αριστουργήματα εφάμιλλα των κινηματογραφικών παραγωγών.
Ο Γιώργος Καραμίχος την τελευταία οκταετία δραστηριοποιείται ενεργά στο Λος Άντζελες, μια απόφαση που δεν πήρε βιαστικά αλλά βήμα-βήμα. Το 2012 κέρδισε την υποτροφία Fullbright και πήγε στην σχολή της Στέλλα Άντλερ. Σχεδόν ταυτόχρονα πέρασε σε μια ακρόαση και πήρε ρόλο σε μια θεατρική παράσταση. Αφότου αποφοίτησε κλήθηκε να διδάξει τεχνική στο αρχαίο δράμα και ακολούθησαν σταθερά στρατηγικά βήματα που τον έφεραν και στη σκηνοθεσία θέατρου: «Η ενασχόληση με τη σκηνοθεσία προέκυψε. Και ακόμη τροφοδοτεί η μία ενασχόληση την άλλη. Η σκηνοθεσία την υποκριτική και η υποκριτική τη διδασκαλία και ούτω καθεξής. Μέχρι στιγμής ξεχωρίζω την τελευταία μου σκηνοθεσία στο θέατρο της Στέλλα Άντλερ που ήταν οι “Δούλες” του Ζενέ. Εύχομαι όταν τελειώσει η καραντίνα να ταξιδέψουμε αυτήν την παράσταση και στην Ευρώπη. Επίσης τη συμμετοχή μου στους Durrells γιατί μου άνοιξε έναν καινούργιο δρόμο συνεργασιών και επαφών με πολλές και όμορφες συνευρέσεις γεμάτες δημιουργικότητα και χαρά.»
Δεν μπορείς να είσαι και “μανάβης” και “ζαρζαβατικό” μαζί
Τον ρωτώ πώς έχει βιώσει το “σύστημα” της σόουμπιζ στην Αμερική σε σύγκριση με το ελληνικό: Ο ηθοποιός στην Αμερική είναι απόλυτα προστατευμένος γιατί έχει τη δυνατότητα να ασχοληθεί με τη δουλειά του. Όλα τα άλλα τα αναλαμβάνουν άνθρωποι που ξέρουν να τα κάνουν καλά και πληρώνονται γι αυτό. Στην Ελλάδα είναι ακόμη δύσκολο να πείσεις τους παραγωγούς ότι δεν μπορείς ως ηθοποιός να εκτίθεσαι σε όλους τους τομείς. Δεν μπορείς να είσαι και μανάβης και ζαρζαβατικό μαζί.»
Η σχέση με το τώρα και το αύριο
Στο τελευταίο μέρος της συνέντευξης, ήθελα να κάνω ερωτήσεις τύπου “Amelie” όπως τις αποκαλώ, και αφορούν στις συνήθειες, τα γούστα και τις ενοχικές απολαύσεις μας, αυτά που μας ενοχλούν και μας αρέσουν.
Πώς βίωσε την καραντίνα: «Με πολλή δουλειά και χρόνο για ουσιαστικές οικογενειακές στιγμές. Έκανα μαθήματα διαδικτυακά στη Σχολή της Στέλλα Άντλερ και ιδιαίτερα. Και επιτέλους είχα χρόνο να μιλάω με τους γονείς μου και τα παιδιά μου. Και να ονειρεύομαι. Να διαβάζω να βλέπω και να μαθαίνω. Αποκαθιστώντας τον χαμένο χρόνο.»
Τα σχέδιά του για το μέλλον και αν θα επιστρέψει στις ΗΠΑ: «Δεν έχω ιδέα. Έχω κάνει κάποιες κουβέντες για ταινίες και σειρές και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Τα μόνα όμως που έχω σίγουρα κλεισμένα είναι μία παράσταση βασισμένη στα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη η οποία κάνει πρεμιέρα 7 Νοέμβρη στο Λος Άντζελες και μετά πάμε Βανκούβερ, Αθήνα και όπου μας βγάλει το άστρο του ήρωα του ’21. Και μία σειρά που γράφει η φίλη μου Δωροθέα Πασχαλίδου, στην οποία συνδράμω όπως μπορώ κι ευχόμαστε να γυριστεί μέσα στο 2021 επίσης.»
Πώς είναι σαν μπαμπάς: «Προσπαθώ να ακούω τα παιδιά μου. Και να μαθαίνω από αυτά. Όταν βάζω όρια, προσπαθώ να είμαι συνεπής κι όταν τα χαίρομαι να ανοίγουν τα φτερά τους και να δοκιμάζουν τις δυνάμεις τους, προσπαθώ να τα προστατεύω χωρίς να γίνομαι παρεμβατικός.»
Ένας ρόλος που έχει “απωθημένο” να υποδυθεί: «Τον Γκόγκο, σε ένα πρωτότυπο σενάριο που γράφεται εδώ και 10 χρόνια. Εύχομαι το 2021 να βρει το δρόμο του.»
Τι του αρέσει: «Αν αρχίσω να λέω τι μου αρέσει δεν θα πάω ποτέ στο γύρισμα αύριο. Μου αρέσει όλη η ζωή οπότε μην μπω σε λεπτομέρειες, θα σας ζαλίσω.»
Τι τον ενοχλεί: «Η αγένεια και η αδικαιολόγητη βρωμιά.»
Τι τον εμπνέει: «Το Τώρα.»
Διαβάστε τις Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο, με την αξιοπιστία και την εγκυρότητα του News247.gr.