Τάσος Ιορδανίδης: Δίνει ερμηνεία ψυχής στον “Πατέρα”, υποκλίνεται στις γυναίκες και ξορκίζει τον παρτακισμό
Ο ταλαντούχος ηθοποιός μιλά στο News 24/7 για τον ρόλο του "Πατέρα" σήμερα, τον Στρίντμπεργκ και τον Μπισμπίκη, την κρίση και την ελληνική οικογένεια, την έμφυλη βία, τον παρτακισμό αλλά και τον νόμο κατά της βλασφυμίας.
- 17 Νοεμβρίου 2019 08:39
Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου- Watkinson
Είναι από τους ηθοποιούς εκείνους που καταφέρνουν να σε αιφνιδιάσουν επί και εκτός σκηνής. Επί σκηνής γιατί τα τελευταία χρόνια επιλέγει ιδιαίτερα δύσκολους και περίπλοκους ρόλους (από τον μέγα τραγικό Άμλετ και τον εμβληματικό Ρασκόλνικοφ μέχρι τον αθεράπευτα ρομαντικό Τζόνι που διεκδικεί τη Φράνκι του αλλά και τον φυλακισμένο στο σώμα του Τζόνι του Τράμπο) και καταφέρνει πάντα να κερδίσει το “στοίχημα” και να καθηλώσει με το εύρος και το συναίσθημά του.
Εκτός σκηνής γιατί αν τον συναντήσεις, διαπιστώνεις εύκολα πόσο απλός και ανεπιτήδευτος είναι, με τα πόδια του στη γη και τον κόσμο του όλο να περιστρέφεται γύρω από τις δύο οικογένειές του: αυτή που έχει με τη σύζυγό του αλλά και τη θεατρική του οικογένεια, τους συνεργάτες του ή όπως την ονόμασε τους “ανθρώπους” του.
Ο Τάσος Ιορδανίδης πρωταγωνιστεί στον “Πατέρα” που διασκεύασε από το ομότιτλο έργο του Στίνμπεργκ και σκηνοθέτησε ο Βασίλης Μπισμπίκης. Άλλος ένας ρόλος – πρόκληση και άλλη μια εντυπωσιακή νίκη.
Η παράσταση ήδη έχει κάνει… ντόρο στο θεατρικό κοινό με αφορμή τις έντονες σκηνές βίας που περιλαμβάνει αλλά κυρίως γιατί οι θεατές βλέπουν μέσα από την κλειδαρότρυπα ενός αθηναϊκού σπιτιού μια αλήθεια που ως έναν βαθμό έχουμε βιώσει όλοι: Την επίδραση που είχε η οικονομική κρίση στις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Το πρίσμα του σαφώς και δείχνει την πιο ακραία ίσως μορφή της επίδρασης αυτής, με την κατάσταση να βγαίνει εκτός ελέγχου. Από την άλλη όμως οι ήρωες αυτοί υπάρχουν ανάμεσά μας, αγαπιούνται ανάμεσά μας, σπαράζουν και χάνονται ανάμεσά μας.
Ο Ιορδανίδης είναι η καλύτερη επιλογή και το ιδανικό εκφραστικό “μέσο” για να παρουσιάσει αυτήν τη σκληρή αλήθεια. Ξεκινώντας από την ηρεμία του χαρακτήρα του, έναν Τάσο που τρώγοντας φουντούνια, μηχανεύεται λύσεις για να μείνει στον αφρό, κλιμακώνει χωρίς στο πάθος, τον πόνο και την τρέλα του, καταθέτοντας μια ερμηνεία ψυχής.
Κάθισα μαζί του στο επιβλητικό σκηνικό του θεάτρου “Αποθήκη” και τον ρώτησα για το ρόλο του “Πατέρα” σήμερα, τον Στρίντμπεργκ και τον Μπισμπίκη, την κρίση και την ελληνική οικογένεια, την έμφυλη βία, τον παρτακισμό αλλά και τον νόμο κατά της βλασφυμίας…
Γιατί οι ήρωες του έργου έχουν τα ονόματα των ηθοποιών;
«Για να μπορέσουμε να είμαστε όσο το δυνατό πιο οικείοι στις καταστάσεις και τις ψυχολογικές συνθήκες, τις οποίες βιώνουμε στο έργο και για να είμαστε περισσότερο ταυτισμένοι. Και γιατί όχι στο κάτω κάτω να έχουν οι ρόλοι εξ αρχής τα ονόματα των ηθοποιών; Η επιλογή αυτή έγινε από τον Βασίλη (Μπισμπίκη), τον σκηνοθέτη μας.»
Η συνεργασία σας με τον κ. Μπισμπίκη; Όταν αποδεχθήκατε την πρόταση είχατε ψιλιαστεί την ένταση που απαιτούσε το έργο;
«Το είχα ψιλιαστεί ναι. Όλοι οι ηθοποιοί ξέρουμε λίγο έως πολύ τον τρόπο με τον οποίο λειτούργησε ο Βασίλης στην προηγούμενη παράστασή του “Άνθρωποι και Ποντίκια”. Η συνεργασία ήταν πάρα πολύ εποικοδομητική και σε συναδελφικό επίπεδο και σε επίπεδο καθοδήγησης. Είναι από τους ανθρώπους που έχουν ήδη αφήσει το στίγμα τους σκηνοθετικά στη θεατρική Αθήνα και ο τρόπος του εμένα προσωπικά μου πάει πολύ.»
Ποιος είναι ο τρόπος αυτός;
«Ακολουθεί μια ολόκληρη μέθοδο. Το σίγουρο είναι ότι είναι ένας άνθρωπος και ένας καλλιτέχνης, ο οποίος αγαπάει πάρα πολύ τους ηθοποιούς επειδή είναι και ο ίδιος συνάδελφος, Είναι ένας πάρα πολύ εμμονικός όσον αφορά στη δουλειά του άνθρωπος – νομίζω η αναγωγή στο σήμερα που έχει κάνει στον Στρίντμπεργκ είναι υποδειγματική. Το κείμενό του βασίστηκε πραγματικά πολύ πάνω στο έργο του Σουηδού θεατρικού συγγραφέα για να φέρει την ουσία του και τους ήρωες του 1886 στην Αθήνα του 2019. Ως προς τον τρόπο του, αυτό που μπορούμε να κρατήσουμε ως κορωνίδα είναι ότι χρησιμοποιεί πάρα πολύ τα εκφραστικά και συναισθηματικά μέσα των ηθοποιών που έχει απέναντί του. Προσπαθεί να τα ταιριάξει και να δημιουργήσει ένα ομαδικό πνεύμα και κλίμα καθώς κι έναν κοινό λόγο.»
Το έργο του Στρίντμπεργκ κατήγγειλε την εποχή του την ανισότητα που υπάρχει ανάμεσα στα δύο φύλα, ακόμα και μέσα στον θεσμό του γάμου. Ο κ. Μπισμπίκης το έφερε στην Ελλάδα του σήμερα, με φόντο την οικονομική κρίση. Έχουν αλλάξει οι ισορροπίες;
«Σίγουρα έχουν αλλάξει οι ισορροπίες γιατί οι γυναίκες ανέκαθεν υπήρξαν, θεωρώ, πολύ πιο δυνατά και ανώτερα όντα από τους άντρες. Παρόλ’ αυτά σίγουρα στο παρελθόν δεν είχαν τα ίδια δικαιώματα, τα οποία έχουν σήμερα. Ο Βασίλης προσπάθησε να εστιάσει όπως ανέφερα πριν στις αναγωγές. Την εποχή που έγραφε ο Στρίντμπεργκ τον “Πατέρα”, η γυναίκα δεν είχε καμία εξουσία, κανένα δικαίωμα πάνω στο παιδί της. Και αυτό ήταν ουσιαστικά που “άναψε το σπίρτο” στο έργο του. Κάτι τέτοιο δεν υφίσταται το 2019 και για αυτό ο Βασίλης προσπάθησε αυτό το “σπίρτο” να είναι η κοινωνικοοικονομική κατάσταση των ημερών μας, όσα δηλαδή βιώσαμε οι Έλληνες τα τελευταία χρόνια σε οικονομικό, κοινωνικό, πολιτικό και πολιτιστικό επίπεδο.»
Αν το πρωταγωνιστικό δίδυμο, η Μαρίνα και ο Τάσος, ζούσαν τη δεκαετία του ’90, πώς θα ήταν, ένα “golden ζευγάρι” της εποχής; Μας εξαγρίωσε η κρίση.
«Πιστεύω πως ναι, το πιθανότερο είναι ότι θα ήταν ένα golden ζευγάρι με τα δάνεια, τα αυτοκίνητα, τις διακοπές, τα διακοποδάνεια. Ένα τέτοιου τύπου ζευγάρι, το οποίο θα ζούσε την εποχή των ψευδών παχιών αγελάδων.»
Οι πρόβες πώς ήταν; Υπήρξαν σκηνές που κόπηκαν;
«Υπήρξαν σκηνές που κόπηκαν αλλά όχι λόγω ωμότητας, βιαιότητας. Νομίζω ότι η παράστασή μας είναι και ωμή και σκληρή, αισθητά βίαιη. Κόπηκαν γιατί δουλέψαμε κάποια πράγματα, τα οποία ο σκηνοθέτης -επειδή έψαχνε ακριβώς τις καλύτερες τομές και τους πιο χρήσιμους κοινούς τόπους – αφαιρέθηκαν, ενώ προστέθηκαν κάποια άλλα, προς το τέλος μάλιστα της διαδικασίας των προβών.
Οι πρόβες ήταν πάρα πολύ εποικοδομητικές γιατί υπήρξε ένα απολύτως ομαδικό πνεύμα – και για αυτό το μεγαλύτερο μερίδιο “ευθύνης” έχει πάλι ο Βασίλης- κάτι το οποίο είναι ευλογία όταν το συναντάς. Είμαι 14 χρόνια ηθοποιός και το έχω συναντήσει άλλες τρεις – τέσσερις φορές. Ήταν μια πολύ ευτυχής συγκυρία. Η όλη συνεργασία με τους συναδέλφους ήταν πραγματικά συγκινητική – και με τη Μαρίνα που αφενός είμαστε φίλοι χρόνια. αφετέρου είναι μια ηθοποιός την οποία εκτιμώ πάρα πολύ, και με τον Ιωσήφ που ήμασταν μαζί στη σχολή υποκριτικής, όπως και με τη Γιάννα Σταυράκη και τη Νικολέττα Χαρατζόγλου. Υπάρχει πραγματικά ένα οικογενειακό κλίμα και αυτό δεν είναι σύνηθες.»
Υπάρχει κάποια θεματική που ξεχωρίσατε στο έργο;
«Θεματική ίσως όχι απλώς επειδή μιλάμε για ένα οικογενειακό δράμα, το οποίο περικλείει τόσο τα κωμικά του στοιχεία όσο και τα ιδιαιτέρως τραγικά, αυτό που με κινητοποιεί περισσότερο είναι η σχέση του ήρωά μου με τους υπόλοιπους χαρακτήρες και κυρίως με τη σύζυγό του. Αυτό που βλέπουμε να συμβαίνει στο ζευγάρι, το πώς μπορεί να αλλοτριωθεί μια σχέση μέσα στον χρόνο και μέσα από τις συνθήκες. Και ειδικά από το γ@μ@μενο το χρήμα, το οποίο πραγματικά έχει θεοποιηθεί σε άσχημο βαθμό πλέον στις μέρες μας.
Ένα ακόμη στοιχείο στο οποίο έχω προσωπικά μια ευαισθησία λόγω του ότι είμαι πατέρας στη ζωή είναι αυτό το γονεϊκό αίσθημα και αυτή η γονεϊκή αγωνία που εκφράζεται στο έργο και έχουν όλοι οι άνθρωποι που έχουν γίνει γονείς. Με τον χρόνο, όσο περνούν τα χρόνια, αυτό μεγενθύνεται. Ελπίζω να μη βλέπω το μέλλον μέσα από αυτήν την παράσταση γιατί τα πράγματα είναι λίγο ακραία.»
Πώς μπορέσατε να διαχειριστείτε τη βία που επιτάσσει η παράσταση κάθε βράδυ και μάλιστα σε διπλές παραστάσεις.
«Η δουλειά μας είναι αυτή. Δεν είναι κάτι πάρα πολύ εύκολο η διπλή παράσταση λόγω των απαιτήσεων της συγκεκριμένης δουλειάς, αλλά γυμνάσαμε και το σώμα μας και την ψυχή μας ώστε να είμαστε έτοιμοι να ανταπεξέλθουμε.
Όσον αφορά στη βία, επειδή εγώ δεν είμαι καθόλου βίαιος άνθρωπος, κι επειδή οι βίαιες σκηνές μου δεν είναι με άντρα αλλά με δύο γυναίκες του θιάσου – τη Μαρίνα και τη Νικολέττα, είναι αλήθεια ότι δεν ήταν ό,τι πιο εύκολο. Αισθανόμουν άσχημα και κατά τη διαδικασία των προβών. Αλλά ευτυχώς οι συνάδελφοί μου είναι “αγριμάκια” και οι δύο, δουλέψαμε καλά. Με άλλες συναδέλφους που έχω συνεργαστεί στο παρελθόν σίγουρα θα είχα αντιμετωπίσει πρόβλημα και σίγουρα θα είχε πρόβλημα και ο Βασίλης.»
Φοβόμουν όταν κάθισα στο θέατρο ότι θα πιεστώ πολύ ψυχολογικά. Ωστόσο η βία που υπήρξε δεν με φόβισε τόσο, όσο με προβλημάτισε. Τελικά έχουμε εξοικειωθεί σήμερα με τη βία, με εικόνες βίας.
«Υπάρχει υπερπληροφόρηση στις μέρες μας. Το διαδίκτυο κυριαρχεί. Μπορούμε ανά πάσα ώρα και στιγμή να κάνουμε ένα γκουγκλάρισμα και να δούμε διάφορες εικόνες – και όχι μόνο βίας. Μπορούμε να δούμε κοινωνική βία μέσα σε ένα αστικό περιβάλλον αλλά και σκηνές βιαιότητας από όλες τις πολεμικές συρράξεις ανά τον κόσμο. Οπότε ναι, σίγουρα είμαστε περισσότερο εξοικειωμένοι. Σε αυτό το οποίο δεν είμαστε εξοικειωμένοι – και αυτό δείχνει η παράσταση – είναι να δει ο θεατής σε ένα σπίτι τι πολεμικές ενδεχομένως συνθήκες μπορεί να επικρατούν. Αυτό είναι που σοκάρει κάποιες στιγμές τον θεατή. Και αυτό μας το έχουν πει άνθρωποι που είδαν το έργο. Η “κλειδαρότρυπα” μπορεί να σοκάρει λίγο παραπάνω, ειδικά την ελληνική κοινωνία, η οποία καλώς ή κακώς (μπορεί και καλώς) έχει έναν πουριτανισμό. Τα προβλήματα πολλές φορές δεν τα βγάζουμε και πολύ προς τα έξω, τα βάζουμε κάτω από το χαλί και κυριαρχεί η φράση “τα εν οίκω μη εν δήμω”.
Έμφυλη βία στην Ελλάδα του 2019: Σε ποιο σημείο πιστεύετε ότι βρισκόμαστε και τι πρέπει να γίνει.
«Τελευταία βγαίνουν όλο και περισσότερο ιστορίες προς τα έξω και ευτυχώς που γίνεται αυτό γιατί νομίζω θα πρέπει να μεριμνήσει το κοινωνικό κράτος για όλα αυτά τα φαινόμενα που σημειώνονται, όχι στον βαθμό ενδεχομένως που τα συναντάμε στην παράσταση. Αλλά υπάρχουν ακρότητες που σίγουρα καλό είναι εν έτει 2019 θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με κάποιον τρόπο.»
Τι σημαίνει οικογένεια για εσάς και συγκεκριμένα η ελληνική οικογένεια. Ποιες παθογένειες διακρίνετε και ποια θετικά;
«Η ελληνική οικογένεια πέραν από τις παθογένειες που έχει – τις οποίες λίγο πολύ τις ξέρουμε – νομίζω είναι ένα σχήμα με το οποίο είμαστε όλοι εξοικειωμένοι και έχει και πολλές αρετές: Αυτό το δέσιμο που συναντάμε στην ελληνική οικογένεια δεν νομίζω ότι συναντάται πολύ εύκολα σε άλλους πολιτισμούς. Ίσως στους λαούς της Μεσογείου λίγο περισσότερο. Εγώ προσωπικά – ίσως επειδή έτσι έχω γαλουχηθεί – σοκάρομαι όταν μαθαίνω ότι υπάρχουν γονείς που μπορεί να μη δουν τα παιδιά τους για δύο και να επικοινωνούν μαζί τους μόνο μέσω skype ή facetime.»
Σε πολλούς λαούς τα παιδιά «πρέπει» να φύγουν από το σπίτι μόλις ενηλικιωθούν.
«Αυτό έχει και τα καλά του γιατί το παιδί μαθαίνει να στέκεται στα πόδια του πιο εύκολα, ωριμάζει πιο γρήγορα. Αλλά εντάξει, το να μην μπορείς να νιώσεις κοντά σου το κομμάτι σου, την προέκτασή σου είναι λίγο ακραίο – για μένα τουλάχιστον. Χωρίς βέβαια να πηγαίνουμε στο άλλο άκρο που το παιδί μένει μέχρι τα 40 του μαζί με τους γονείς του.»
Οι δυο ήρωες τσακώνονται με αφορμή και διακύβευμα την ανατροφή του παιδιού. Πιστεύετε το παιδί πρέπει να κάνει αυτή την επιλογή – τι θα γίνει – ή οι γονείς.
«Αυτό ας πούμε είναι ένα από τα κακά που συναντάμε στην ελληνική οικογένεια: Οι γονείς είναι πολύ επεμβατικοί και παρεμβατικοί. Και η νέα γενιά έχει αρχίσει και εξελίσσεται πολύ γρήγορα, με ταχύτερους ρυθμούς. Νομίζω ότι το παιδί έχει τη δυνατότητα και την ικανότητα να πάρει τις δικές του αποφάσεις και να σταθεί μόνο του στα πόδια του, και από κει και πέρα να λάβει υπόψιν αν θέλει τις γονεϊκές συμβουλές, οι οποίες τις περισσότερες φορές δίνονται με ανιδιοτέλεια.»
Το παιδί είναι μεν σημαντικός συνδετικός κρίκος στην οικογένεια αλλά έχει τελικά την ίδια ισχύ η γνώμη του με αυτή των προηγούμενων γενιών, που τα ξέρουν όλα καλύτερα;
«Όχι και νομίζω αυτό είναι επίσης μια παθογένεια. Οι “παλιοί” δεν κάνουν πολύ εύκολα πίσω και δεν ενστερνίζονται εύκολα τις νέες απόψεις. Η ελληνική κοινωνία έχει μια “αποστροφή” προς το νέο, προς τα νιάτα, όχι με την έννοια της σιχασιάς αλλά ότι “δεν ξέρουν (τα νέα παιδιά) και εμείς ξέρουμε καλύτερα”. Ίσως βέβαια να γίνεται αυτό και από μία προστατευτικότητα, μια υπερπροστατευτικότητα που δεν παίρνει εποικοδομητικές διαστάσεις»
Επαναπροσδιορίζεται σήμερα ο ρόλος του άνδρα μέσα στη σχέση του. Εγώ εισέπραξα στο έργο ότι το “θύμα” δεν είναι η Μαρίνα αλλά ο Τάσος.
«Πέραν από τη σύγκρουση που δείχνει ανάμεσα στα δυο φύλα, αυτήν την αρχετυπική σχέση που προσπάθησε ο Βασίλης να φέρει μέχρι τις μέρες μας και η οποία υφίσταται και σήμερα, βλέπουμε το δράμα του Πατέρα. Βλέπουμε αυτό που έκανε ο Στρίντμπεργκ και αυτό που προσπαθεί να κάνει ο σκηνοθέτης από μία κεντρική σκοπία. Ο καθένας είναι ελεύθερος να ταχθεί με τον κάθε ήρωα και να κάνει την προσωπική δική του ταύτιση. Ο θεατής πάντα μπορεί να πάρει ό,τι θέλει από ένα έργο.»
Όροι όπως Pater familias ή βράχος της οικογένειας ή ματσίλα υφίστανται σήμερα. Τι γεύση σας αφήνουν;
«Δεν ξέρω αν υφίστανται οι όροι, σίγουρα όμως υπάρχει ακόμα η αντίληψη ότι ο άντρας είναι εκείνος που βγαίνει λίγο περισσότερο έξω στη “ζούγκλα” και η γυναίκα δίνεις τις συμβουλές της και κάνει τις προτροπές της κι ευελπιστεί ότι θα επιτύχει ο “κυνηγός” εκεί έξω. Εγώ πάλι θεωρώ πρέπει να υπάρχει μια ισότητα και μια συνεργασία των δύο. Για να υπάρχει μια υγιής οικογένεια δεν πρέπει να υπάρχουν αναταγωνισμοί.
Ακόμα και στην προκειμένη περίπτωση, στο θεατρικό εγώ πιστεύω ότι πρόκειται για μια ιστορία αγάπης. Εάν αυτοί οι δύο ήρωες δεν αγαπιόντουσαν, δεν θα καθόντουσαν να τρώγονται, να αλληλοσπαράζονται. Συνήθως οι άνθρωποι που αγαπιούνται πολύ είναι αυτοί που συγκρούονται.»
Πώς καταφέρνετε να διαχειριστείτε τους διαφορετικούς ρόλους της ζωής σας, ηθοποιός, σύζυγος, πατέρας. Είναι μια ερώτηση που συνηθίζεται να γίνεται σε γυναίκες.
«Προσπαθώ να τα προλάβω όλα και είμαι υποχρεωμένος να προσπαθώ να τα προλάβω. Υπάρχουν κάποιες στιγμές, οι οποίες μας γεμίζουν ενοχές όλους τους γονείς, όταν δεν θα προλάβω ας πούμε μια εκδήλωση του γιου μου. Αλλά έχουμε μια πολύ καλή “συνεργασία” όσον αφορά σε αυτό το κομμάτι με τη σύζυγο κι επειδή έχουμε την ευλογία να υπάρχουν άνθρωποι από την οικογένειά μας, οι οποίοι μας στηρίζουν, προσπαθούμε να μη γίνεται αισθητή η απουσία μας σε τέτοιες όμορφες στιγμές.»
Η σύζυγός σας επίσης έχει φορτωμένο επαγγελματικά πρόγραμμα.
«Η Θάλεια ειδικά έχει πολύ βαρύ πρόγραμμα γιατί ταξιδεύει φέτος στην Κύπρο για γυρίσματα. Είναι μια πρωτόγνωρη εμπειρία για εμάς στο σπίτι να λείπει η μαμά για αρκετές μέρες, αλλά κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας και εγώ και οι γιαγιάδες και ο θείος και οι θείες ώστε να απαλύνεται αυτή η απουσία όσο το δυνατόν περισσότερο.»
Σε συνέντευξή του ο κ. Μπισμπίκης αναφέρει ότι μπροστά στη σκέψη του θανάτου, συναντά κανείς τη γαλήνη και χάνει τον εγωισμό του. Συμφωνείτε;
«Παρότι δε με ξέρω πάρα πολύ καλά, το σίγουρο που μπορώ να πω για τον εαυτό μου είναι ότι δεν είμαι εγωιστής. Σε βαθμό που πολλές φορές “ρίχνω” τον εαυτό μου. Αν ήμουν δηλαδή μπασκετμπολίστας, μου αρέσει να δίνω ασίστ. Δεν μου αρέσει τόσο πολύ να βάζω καλάθια. Μου αρέσει να κάνω ευτυχισμένους τους συμπαίκτες μου. Το ίδιο συμβαίνει και στην οικογένειά μου, το ίδιο και στις φιλικές μου σχέσεις. Επομένως δεν μπορεί να μου γίνει εύκολα αντιληπτό, σε προσωπικό επίπεδο εννοώ, αυτό που αναφέρει ο Βασίλης.»
Στον αντίποδα του θανάτου μπαίνει κατά τον σκηνοθέτη ο εγωισμός, ότι αυτός αποτελεί ας πούμε την αιτία του σπαραγμού. Συμφωνείτε;
«Ο θάνατος είναι πάρα πολύ μεγάλο ζήτημα, ένα ζήτημα που δεν έχουμε καταφέρει και δεν θα καταφέρουμε ποτέ να το αποκωδικοποιήσουμε πλήρως. Το θέμα της απώλειας, να ξέρεις ότι έναν άνθρωπο τον οποίο αγαπάς, για τον οποίο τρέφεις συναισθήματα, δεν πρόκειται να τον ξαναδείς. Ποιος εγωισμός μπορεί να παίξει ρόλο μπροστά στον θάνατο. Εκεί, σε κάτι τόσο μεγάλο όπως ο θάνατος, καταρρίπτονται όλα τα “εγώ”.»
Τι μπορεί άρα να μας ταρακουνήσει πριν από τον θάνατο;
«Νομίζω αυτήν την περίοδο μπορούν να μας ταρακουνήσουν οι παραστάσεις του Μπισμπίκη. Ελπίζω να μην ακούγομαι αμετροεπής και υπερφίαλος, το λέω καθαρά από όσα έχω καταλάβει από τις αντιδράσεις του κόσμου και από τη συνθήκη που έχει θέσει ο Βασίλης. Η συγκεκριμένη παράσταση έχει την ικανότητα και τη δυνατότητα να ταρακουνήσει συνειδήσεις.»
Παρακολουθείτε την επικαιρότητα. Μια είδηση που σας προβλημάτισε;
«Αυτό που με ξεπέρασε – αλλά ευτυχώς το απέσυραν – είναι ότι πήγε να περάσει ο νόμος για τη βλασφημία. Ένιωσα ότι σε λίγο θα βγαίνουμε στην πλατεία και θα αρχίσουμε να κυνηγάμε μάγισσες, ότι θα κατηγορούμε γυναίκες ότι κάνουν μαγικά, ενδεχομένως να φτάναμε και στο σημείο αύριο μεθαύριο να τις καίγαμε στην πυρά. Ενώ θέλουμε να ανήκουμε σε έναν δυτικό πολιτισμό, ένιωσα σαν να μας έφεραν κάποια χρόνια πίσω.»
Μετά τον Άμλετ ο Τζόνι και τώρα ο Τάσος. Βουτιές σε βαθιά νερά. Σας αρέσει η πρόκληση ή σας διαλέγει η πρόκληση.
«Μέχρι πρότινος, επειδή έκανα τις δικές μου παραγωγικά δουλειές, τις διάλεγα τις προκλήσεις, αλλά πάντα είχα δεκανίκια. Για να μπω δηλαδή στη διαδικασία της πρόκλησης, είχε επανδρωθεί μια ομάδα στα θέατρα όπου δούλευα, η οποία έχω την ευλογία να με ακολουθεί μέχρι σήμερα. Ήξερα ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι “άνθρωποί μου”, “οικογένειά” μου. Θα μπορούσαν να με στηρίξουν ανά πάσα ώρα και στιγμή σε πολλά επίπεδα. Από ‘κει και πέρα έπαιξε σημαντικό ρόλο το πλαίσιο των συνεργασιών. Όταν αποφάσισα να κάνω τον Άμλετ, ήρθε η απόφαση και με βρήκε. Το είχα σαν όραμα και έγινε πραγματικότητα όταν δέχθηκε η (Ιωάννα) Παππά, ο (Άρης) Λεμπεσόπουλος, η (Πέμυ) Ζούνη και φυσικά επανήλθε ο (Λεβάν) Τσουλάτζε. Ένιωσα ότι είμαι σε ένα πλαίσιο που αξίζει τον κόπο να παρθεί η πρόκληση.
Στο “Έγκλημα και Τιμωρία και τις άλλες παραστάσεις έγινε κάτι αντίστοιχο. Τώρα, αυτήν τη στιγμή, έχω αρχίσει να περιμένω τις προκλήσεις να έρθουν να με βρουν.»
Τι ακολουθεί; Κωμωδία;
«Είναι η πρώτη φορά που δεν ξέρω τι ακολουθεί και μου αρέσει αυτό, και που αποφορτίζομαι. Κωμωδία μετά χαράς και σίγουρα θα γίνει κάποια στιγμή.»
Τι σας τρομάζει σήμερα;
«Η αγνωμοσύνη. Δεν τη χωράει το κεφάλι μου, σηκώνω τα χέρια ψηλά.»
Τι σας ενοχλεί;
«Ο παρτακισμός.»
Τι σας αρέσει;
«Τα παιδιά μου.»
Ο Πατέρας
Ελλάδα 2019. Παραμονή Πρωτοχρονιάς. Κάπου στην Αθήνα, πίσω από τις ερμητικά κλειστές πόρτες ενός μεσοαστικού σπιτιού, δύο σύζυγοι θα συγκρουστούν μεταξύ τους μέχρι τελικής πτώσεως, με λάφυρο την κυριαρχία πάνω στο παιδί τους.
Ποιος από τους δύο θα επικρατήσει τελικά; Πόσο αλώβητοι θα βγουν από τη μάχη; Το παιδί θα πάρει θέση ως προς την έκβαση του ενδοοικογενειακού αυτού πολέμου; Και με ποιο κόστος;
Η μάχη των δύο φύλων, το αρχετυπικό δίπολο ανδρική λογική – γυναικείο ένστικτο, ο αλληλοσπαραγμός μέσα σε μια σχέση με αιώνιο διακύβευμα την απόλυτη επικράτηση του ενός στον άλλο και την αδιαφιλονίκητη διατήρηση της εξουσίας, οι μικροί – ή και μεγαλύτεροι – ψυχολογικοί φόνοι που συντελούνται, ως «αναγκαίο κακό» για «καλό σκοπό», στους κόλπους μιας καθωσπρέπει κατά τα άλλα οικογένειας, ζωντανεύουν στη σκηνή του θεάτρου Αποθήκη.
Πρωταγωνιστούν (αλφαβητικά): Μαρίνα Ασλάνογλου, Τάσος Ιορδανίδης, Ιωσήφ Ιωσηφίδης, Γιάννα Σταυράκη, Νικολέττα Χαρατζόγλου.
Διασκευή – Σκηνοθεσία – Δραματουργική επεξεργασία: Βασίλης Μπισμπίκης
Σκηνικά – Κοστούμια: Μαρία Καραθάνου
Φωτισμοί: Βασίλης Μπισμπίκης
Επιμέλεια Κίνησης: Αγγέλα Πατσέλη
Βοηθός Σκηνοθέτη: Διονύσης Κοκκοτάκης
Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή
Πληροφορίες
Θέατρο Αποθήκη
(Σαρρή 40, Ψυρρή, τηλέφωνο: 2103253153)
Παραστάσεις : Πέμ., Παρ. 9 μ.μ., Σάβ. 6 μ.μ./ 9 μ.μ., Κυρ., Τετ. 8 μ.μ.
Τιμή εισιτηρίων: Από € 15.
Διάρκεια: 90′.