Κρίση FAANG: Η αμαρτωλή πτώση των τεχνολογικών κολοσσών

Κρίση FAANG: Η αμαρτωλή πτώση των τεχνολογικών κολοσσών
Φωτό αρχείου, η δυσαρέσκεια για τους τεχνολογικούς κολοσσούς EPA

Τεχνολογικοί Kροίσοι σε κρίση - Τα οικονομικά σκάνδαλα, οι “βαριές καμπάνες” ο “εμφύλιος” στην Ε.Ε για τις κυρώσεις και η χαμένη αξιοπιστία των κολοσσών που προσπαθούν να επαναπροσδιορίσουν την ταυτότητα και τη θέση τους.

Το 2018 σηματοδότησε την κρίση των FAANG. Τι εστί FAANG;

Facebook, Apple, Amazon, Netflix και Alphabet, η εταιρεία δηλαδή που διαχειρίζεται την Google, όλες τους σε “απόγνωση” ή για να είμαστε ακριβείς, σε επαναπροσδιορισμό της ύπαρξής τους.

Το σκάνδαλο της Cambridge Analytica που “χτύπησε” τη Facebook αλλά και o GDPR ( Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) έκανε τους κολοσσούς να αρχίσουν να σκέφτονται πως πρέπει να επαναπροσδιορίσουν την ύπαρξη και λειτουργία τους.

Το θέμα του GDPR συζητήθηκε αρκετές φορές κατά την κατάθεση του Διευθύνοντος Συμβούλου του Facebook Μαρκ Ζούκερμπεργκ στο αμερικανικό Κογκρέσο τον Απρίλιο και εκτενώς στις Βρυξέλλες ενώπιον των Ευρωβουλευτών.

Οι διαδικτυακές υπηρεσίες και εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης αναγκάστηκαν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα να επικαιροποιήσουν τις πολιτικές απορρήτου. Το Facebook, το Twitter και το AirBnb μπήκαν στη διαδικασία να συμμορφωθούν προς την ευρωπαϊκή νομοθεσία.

Εν συντομία, οι μεγάλες πλατφόρμες οφείλουν πλέον να βεβαιωθούν ότι έχουν λάβει την “ελεύθερη, συγκεκριμένη, κατόπιν ενημέρωσης και αναμφισβήτητη” συγκατάθεση των χρηστών τους για τα προσωπικά τους δεδομένα.

Το Facebook άρχισε να ζητάει ξανά τη συγκατάθεση από τους Ευρωπαίους χρήστες του για τη διαφημιστική στόχευση και για τη χρήση της βιομετρικής αναγνώρισης. Πράγμα λογικό καθώς η φήμη του έχει ήδη πληγεί από το σκάνδαλο της Cambridge Analytica με τις υποκλοπές δεδομένων χιλιάδων χρηστών.

Ο Μarc Zuckerberg κλήθηκε να καταθέσει στη Γερουσία για τα προσωπικά δεδομένα AP

“Το παραδοσιακό πρωτοσέλιδο είναι πλέον το ψηφιακό και δυναμικό newsfeed”

Μετά από τη σειρά σκανδάλων και τα πρόστιμα που θα κληθούν και έχουν κληθεί να πληρώσουν οι τεχνολογικοί κολοσσοί, αυτό που έχει πληγεί περισσότερο από την κεφαλαιακή τους υπόσταση είναι σε κάθε περίπτωση η αξιοπιστία τους. Πόσο αξιόπιστο θεωρείται πλέον το Facebook την ώρα που αποφάσισε να διαγράψει πάνω από 1,5 δις fake λογαριασμούς οικονομικής κερδοσκοπίας, μέσα σε ένα μόλις εξάμηνο;

Για τα συγκεκριμένα ερωτήματα μιλήσαμε με τους δημιουργούς του εργαλείου ανάλυσης ειδήσεων, fighthoax.com.

-Πώς το σκάνδαλο διαρροών και τα ψευδή προφίλ επηρέασαν την αξιοπιστία της Facebook; Τελικά τα social media έχουν αυτή τη στιγμή την οποιαδήποτε αξιοπιστία στο κομμάτι κοινοποίησης/αναπαραγωγής ειδήσεων ως new media;

“Σε συνδυασμό με την εκθετική αύξηση του όγκου πληροφοριών, ο έλεγχος της είδησης και η διασταύρωση των πληροφοριών, πραγματοποιούνται σε ένα επιφανειακό επίπεδο, για λόγους ταχύτητας και ευελιξίας. Χάρη στην πολυδιάστατη φύση της ψηφιακής ενημέρωσης και των στοιχείων που αλληλεπιδρούν δυναμικά στο υπόβαθρο ενός άρθρου, τα βήματα αυτά δεν είναι πλέον αποτελεσματικά.

Σε πολλές περιπτώσεις τα βήματα αυτά μπορεί να καλύπτουν μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό της είδησης, χωρίς να δίνουν σε χρήστες και αναγνώστες μια ολοκληρωμένη εικόνα.

Για παράδειγμα, οι τίτλοι σε ένα newsfeed όπως στο Facebook ενδεχομένως να παρουσιάζουν μια εικόνα η οποία δεν αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα του άρθρου, πόσο μάλλον της είδησης, αλλά να αποτελούν την μοναδική πηγή ενημέρωσης χρηστών. Άλλα στοιχεία όπως ο/η αρθρογράφος ή και το ιστορικό κάλυψης της πηγής επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο διαβάζεται η είδηση. Αυτά τα χαρακτηριστικά όμως, δεν τα γνωρίζουμε.

Το παραδοσιακό πρωτοσέλιδο είναι πλέον το ψηφιακό και δυναμικό newsfeed.

Λάθη, τα οποία έχουν παρατηρηθεί έντονα μέσα στην προηγούμενη διετία, οφείλονται στην αδυναμία διαχείρισης μιας βασικής αλλαγής: η παραδοσιακή πηγή είναι πλέον η ψηφιακή πηγή μιας άλλης πηγής, μιας τρίτης, εντελώς διαφορετικής πηγής. Δεν υπάρχουν μηχανισμοί οι οποίοι να προσφέρουν το σωστό υπόβαθρο με βάση το περιεχόμενο. Όλες οι διαφορετικές διαστάσεις οι οποίες αλληλεπιδρούν στον ψηφιακό κόσμο της ενημέρωσης είναι δύσκολο να αποτυπωθούν στο υπόβαθρο ενός ειδησεογραφικού άρθρου, πόσο μάλλον σε ένα newsfeed με πληθώρα από διαφορετικές ενότητες αποτυπωμένες σε κάτι περισσότερο από 140 χαρακτήρες.

Το λάθος που θα συνεχίσει να συμβαίνει χάρη στην ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας είναι η πεποίθηση πως κάποια μορφή της θα λύσει τα προβλήματα της ταχύτατης υπερπληροφόρησης μέσα από αυτόματες ετικέτες ­ διατηρώντας ανέπαφη την ελευθερία του λόγου και των διαφορετικών απόψεων.

“Το κόστος της σωστής δημοσιογραφικής έρευνας είναι απαγορευτικό για πολλές πηγές και κανάλια ενημέρωσης, δημιουργώντας έτσι ένα ενημερωτικό υπόβαθρο το οποίο είναι ημιτελές”, παρατηρούν ακόμη οι άνθρωποι του fighthoax.

Κι αν όπως είπαμε παραπάνω το παραδοσιακό πρωτοσέλιδο έχει γίνει ένα new age newsfeed που ορίζεται εν πολλοίς από τον εκάστοτε αλγόριθμο, τα μοναδικά εργαλεία ελέγχου είναι οι νέες τεχνολογικές λύσεις διασταύρωσης πληροφοριών.

Μέχρι πρότινος “οι διαδικασίες και μηχανισμοί των ιστοτόπων, κοινωνικών δικτύων αλλά και μέσων μαζικής ενημέρωσης δεν είχαν την δυνατότητα να αντιμετωπίσουν, τα προβλήματα αυτά καθιστώντας τεχνολογικές λύσεις όπως η ανάλυση ειδήσεων και η δημοσιογραφία δεδομένων τα ιδανικά εργαλεία για την ένταξη τους στην διαδικασία της ενημέρωσης. Ο στόχος της εταιρείας μας είναι να προσφέρουμε σε ΜΜΕ και επιχειρήσεις μια τεχνολογία ανάλυσης ειδήσεων, προσφέροντας τις διαφορετικές διαστάσεις αλλά και τον τεράστιο όγκο των ψηφιακών δεδομένων ταχύτατα και αποτελεσματικά” καταλήγουν οι υπεύθυνοι του fighthoax, δείχνοντας το προς τα πού θα κινηθεί η νέα δημοσιογραφία που ζει και αναπτύσσεται μέσα στον πολυδιασπώμενο και ταχέως αναπτυσσόμενο κόσμο των social media και των μηχανών αναζήτησης.

Cambridge Analytica και “φακελώματα”

Η Facebook ανακοίνωσε ότι “εξορίζει” την Cambridge Analytica από την πλατφόρμα της, απαγορεύοντας την να διαφημίζεται ή να λειτουργεί τις Facebook Pages της, επειδή εκμαίευσε δεδομένα χρηστών με παράνομο τρόπο χωρίς την συγκατάθεση τους. Σύμφωνα με τις αναφορές που δημοσιεύθηκαν, η εταιρεία πήρε στα χέρια της τα δεδομένα περισσότερων από 50 εκατομμυρίων χρηστών για να χτίσει το “ψυχογραφικό προφίλ” τους προς όφελος των διαφημιστικών εκστρατειών του Τραμπ.

Oι αναφορές των The Guardian και The New York Times απέδειξαν ότι η Cambridge Analytica όχι μόνο διατήρησε τα δεδομένα των χρηστών παρά τη δέσμευσή της προς τη Facebook προς διαγραφή τους, αλλά τα χρησιμοποίησε κανονικότατα για την προεκλογική καμπάνια του πλανητάρχη και βοήθησε σημαντικά στην εκλογή του.

Το Facebook τη “γλίτωσε” για την ώρα σε ο,τι αφορά τις οικονομικές κυρώσεις μιας και δεσμεύθηκε πως θα προσαρμοστεί, ωστόσο αυτό δεν ισχύει και για τη Google. Αυτό γιατί η χρονιά κλείνει δυσοίωνα για τον τεχνολογικό κολοσσό μετά από νέες αποκαλύψεις για “φακελώματα” χρηστών.

Ο CEO της Facebook, Mark Zuckerberg στο Κογκρέσο κατά την κατάθεσή του για το σκάνδαλο με την Cambridge Analytica AP

Όπως έγραφε πριν λίγες ημέρες το Verge, η Google ακολουθεί παραπλανητικές πρακτικές σχετικά με τον εντοπισμό θέσης των χρηστών ενώ δεν ενημερώνει τον χρήστη σχετικά με τα δεδομένα που συλλέγει.

Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Καταναλωτών και τις καταγγελίες που έχει αυτός συλλέξει από χρήστες, αν κάποιος απενεργοποιήσει το ιστορικό τοποθεσίας, η Google συνεχίζει να παρακολουθεί την θέση του. Για να απενεργοποιηθεί εντελώς η παρακολούθηση GPS θα πρέπει ο χρήστης να απενεργοποιήσει και την αντίστοιχη ρύθμιση του “Web and App Activity” η οποία είναι ενεργοποιημένη από την προκαθορισμένη ρύθμιση του λειτουργικού. Με άλλα λόγια, ο ενδιαφερόμενος δεν δίνει εξ αρχής τη συγκατάθεσή του.

Σε περίπτωση που οι καταγγέλλοντες δικαιωθούν, τότε η Google θα πρέπει να πληρώσει το 4% των εσόδων της παγκοσμίως κατά το 2017, δηλαδή περίπου 4 δις δολάρια. Το ποσό μπορεί να φαντάζει τεράστιο και πράγματι να είναι, ωστόσο εν προκειμένω αυτό που πλήττεται κυρίως είναι το ίδιο το κύρος της εταιρείας και σε αυτή την περίπτωση.

Σημειώνεται εδώ πως τον Οκτώβρη του 2018, η Google προσέφυγε ενάντια της ΕΕ για το πρόστιμο ύψους 4,34 δισεκ. ευρώ που της επέβαλαν τον Ιούλιο οι ρυθμιστικές αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης για παραβίαση των κανόνων ανταγωνισμού.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση διαπίστωσε ότι η Alphabet Inc, η μητρική εταιρεία της Google, ενίσχυσε παρανόμως την πλεονεκτική της θέση στον τομέα της κινητής τηλεφωνίας από το 2011, αναγκάζοντας τους κατασκευαστές συσκευών Android να προεγκαθιστούν το Google Search και το browser Chrome μαζί με το Google Play app store, πληρώνοντάς τους μόνο για το Google Search και αποκλείοντάς τους από τη χρήση τροποποιημένων μορφών του Android.

Η “ψηφιακή κόντρα” Γερμανίας και Γαλλίας

Να υπενθυμίσουμε σε αυτό το σημείο πως στο στόχαστρο της ΕΕ έχει μπει εκτός από τη Google και η Facebook, και η Apple αλλά και η Amazon σε ό,τι αφορά τη φορολογική διευθέτησή τους.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προτείνει οι εταιρίες με υψηλά ψηφιακά έσοδα στην Ευρώπη να καταβάλουν φόρο 3% επί του τζίρου από τις διαδικτυακές υπηρεσίες στην ΕΕ. Αυτό αναμένεται να εισφέρει περίπου 5 δισ. ευρώ.

Με την πρόταση όμως δεν συμφωνούν όλοι. Από τη μία μεριά, η Γαλλία δηλώνει ότι δεν θα ησυχάσει εάν δεν επιβληθεί ο φόρος μέχρι τα τέλη της χρονιάς, από την άλλη μεριά, χώρες όπως η Γερμανία τονίζουν ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να αναθεωρήσει το σχέδιό της με το όλο debate να συνεχίζεται.

Τα κράτη-μέλη της ΕΕ συζητούν δύο επιλογές που βρίσκονται στο τραπέζι από την Κομισιόν. Το πιο αισιόδοξο σχέδιο θα περιλαμβάνει έναν φόρο επί του τζίρου των ψηφιακών εταιριών που θα επιβάλλεται μονομερώς από την ΕΕ πριν επιτευχθεί μια συμφωνία σε παγκόσμιο επίπεδο. Στην προσέγγιση αυτή αντιτίθενται πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένων μικρών όπως της Ιρλανδίας, όπου πολλές εταιρίες τεχνολογίας εγγράφουν τα κέρδη τους από πωλήσεις σε μεγαλύτερες χώρες της ΕΕ.

Η δεύτερη επιλογή, που δεν φαίνεται να προκρίνεται μέχρι στιγμής, θα αναθεωρεί τους φορολογικούς κανόνες ούτως ώστε να μπορούν να επιβληθούν πρόστιμα σε εταιρίες βάσει της «ψηφιακής τους παρουσίας» σε ένα κράτος. Αυτή η επιλογή θα χρειαστεί περισσότερο χρόνο να τεθεί σε εφαρμογή και θα συμβαδίζει με το έργο που γίνεται σε επίπεδο ΟΟΣΑ.

Ως απάντηση για τα παραπάνω η Google απείλησε στα μέσα του Νοέμβρη πως θα κλείσει την υπηρρεσία Google News σε μία προσπάθεια να ασκήσει πίεση προκειμένου να μην ψηφιστεί ο φόρος (link tax) που προωθεί η Κομισιόν.

Ο εν λόγω φόρος αφορά την αποζημίωση εκδοτών και ιδιοκτητών μέσων ενημέρωσης για το πρωτογενές τους περιεχόμενο, το οποίο φιλοξενείται από μέσα κοινωνικής δικτύωσης και μηχανές αναζήτησης. Η αποζημίωση δεν αναφέρεται μόνο στην περίπτωση αναδημοσίευσης ολόκληρου του δημοσιεύματος, αλλά ακόμα και μερικών λέξεών του.

Σε περίπτωση που κάποιο μέσο κοινωνικής δικτύωσης ή μηχανή αναζήτησης δεν καταβάλλει το αντίτιμο για τα πνευματικά δικαιώματα, θα αντιμετωπίσει τις σχετικές κυρώσεις.

Και αυτό ισχύει και για τη Google, και για τη Facebook αλλά και για όλα τα λοιπά social media.

Αpple και Paradise Papers

Το 2017 ήταν η χρονιά που “σπίλωσε” το όνομα και τη φήμη της Apple μετά την εμπλοκή της στο σκάνδαλο των Paradise Papers το οποίο αναδείχθηκε και μέσα από το News 24/7. Όπως έδειχναν τα αρχεία, για χρόνια, ο κατασκευαστής iPhone κατέγραφε τα δύο τρίτα των κερδών του εκτός των ΗΠΑ, σε πολύ χαμηλότερη φορολογία.

Η Apple φέρεται πως πέτυχε την αποφυγή της φορολόγησης κολοσσιαίων ποσών, της τάξης των 252 δισ. δολαρίων μετακινώντας την έδρα των εκτός ΗΠΑ επιχειρήσεών της στο αγγλονορμανδικό νησί Τζέρσεϊ, στη θάλασσα της Μάγχης, μεταξύ Βρετανίας και Γαλλίας.

Οι δύο θυγατρικές της Apple στην Ιρλανδία, η Apple Operations International και η Apple Sales International διαχειρίζονται το κολοσσιαίο κεφάλαιο του εκτός ΗΠΑ τζίρου των 252 δισ. δολαρίων. Οι εταιρείες αυτές είχαν βρεθεί στο μικροσκόπιο της ΕΕ, καθώς στην πράξη κατέβαλαν έναν εξαιρετικά χαμηλό φόρο στο ιρλανδικό κράτος (της τάξης το 0,005% κατ’ έτος). Τα Paradise Papers έδειχναν ότι οι δύο υπο-εταιρείες της Apple είχαν επί της ουσίας μετεγκατασταθεί στη νήσο Τζέρσεϊ από όπου και διευθύνονταν για μια περίοδο που φαίνεται να αρχίζει το 2015 και τελειώνει τους πρώτους μήνες του 2016.

Εν συνεχεία η επιτροπή της Γερουσίας των ΗΠΑ επιβεβαίωσε ότι η Apple απέδιδε δισεκατομμύρια δολάρια εσόδων κάθε χρόνο σε τρεις Ιρλανδικές υποεταιρείες που δεν δήλωναν “φορολογική κατοικία” πουθενά στον κόσμο. Σύμφωνα με το ιρλανδικό δίκαιο, οι περισσότερες εταιρείες που είναι εγκατεστημένες στην Ιρλανδία υποχρεούνται να καταβάλλουν τοπικά φόρους επί των κερδών τους. Αλλά αν οι διευθυντές είναι σε θέση να πείσουν τις ιρλανδικές φορολογικές αρχές ότι ο έλεγχος και η διαχείριση μιας εταιρείας είναι στο εξωτερικό, τότε μπορεί συχνά να αποφύγει τον φόρο σε όλες τις μη ιρλανδικές δραστηριότητες.

Για πάνω από δύο δεκαετίες, οι διευθυντές των τριών ιρλανδικών εταιρειών της Apple, κατάφερναν κάτι τέτοιο, διευθύνοντας τις υποεταιρείες τους από την Καλιφόρνια και αποφεύγοντας έτσι την ιρλανδική φορολογία. Την εποχή εκείνη, η Apple είχε συσσωρεύσει 111 δισ. δολάρια σε μετρητά, σχεδόν εξ ολοκλήρου στην κατοχή των ιρλανδικών εταιρειών-φαντάσματα.

Η Apple κλήθηκε τελικά να πληρώσει στην Ιρλανδία 14,5 δισεκατομμύρια σε αναδρομικούς φόρους, μετά από απόφαση ευρωπαϊκών ρυθμιστικών αρχών, που έκριναν ότι η Ιρλανδία είχε χορηγήσει αθέμιτα φορολογικά προνόμια εγκρίνοντας τη φορολογική διάρθρωση της εταιρείας. Φυσικά, το παραπάνω “κόλπο” είναι κάτι που κάνουν ουκ ολίγες εταιρείες.

Η κρίση του ’17 δεν “ισοφαρίστηκε” το 2018 παρά το λανσάρισμα των νέων προϊόντων της εταιρείας. Αυτό γιατί αυτή τη φορά επηρεάστηκε από τον πόλεμο των δασμών μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας. Κάπως έτσι εξηγείται το γεγονός ότι στις αρχές του Δεκέμβρη η χρηματιστηριακή αξία της Microsoft ήταν 861 δισ. δολάρια και της Apple 857 δισ. Με άλλα λόγια η Microsoft κατάφερε να πετύχει ένα μεγάλο ντεμαράζ έναντι του μεγάλου αντιπάλου της.

Οι μετοχές της Apple έχουν υποχωρήσει κατά 25% από τον Οκτώβριο ωστόσο η Apple είναι η πρώτη εταιρεία που ξεπέρασε το ένα τρισ. δολάρια σε χρηματιστηριακή αξία. Και μιας και μιλάμε για χρηματιστηριακές αξίες, πάμε να δούμε παρακάτω τι συμβαίνει με τις μετοχές των κολοσσών.

Πελάτης κρατά το νέο iPhone XS Max σε κατάστημα της Apple στη Νέα Υόρκη AP

Το καθεστώς “bear market” και η Netflix

Τα σκάνδαλα που αναλύσαμε παραπάνω οδήγησαν τους κολοσσούς σε “βουτιά” σε επίπεδο μετοχών, και συμπαρασύρθηκε και η Netflix λόγω των “ανοιγμάτων” που είχε κάνει. Ας πάρουμε μια εικόνα του τι συνέβη τον περασμένο μήνα.

Η μετοχή της Apple υποχώρησε κατά 4,8% καταγράφοντας απώλειες 23,7% από τις 3 Οκτωβρίου όταν διαπραγματευόταν στα 232,07 δολάρια και η κεφαλαιοποίησή της είχε ξεπεράσει το 1 τρισ. δολάρια.

Η Alphabet, η μητρική εταιρεία της Google, κατέγραψε απώλειες 20,1% από το ρεκόρ των 1.285 δολαρίων στις 26 Ιουλίου.

Η Amazon μπήκε σε καθεστώς “bear market” στις 29 Οκτωβρίου, με απώλειες 26,7%. Η δε Netflix μπήκε σε bear market στις 24 Οκτωβρίου, ενώ η μετοχή του Facebook προσπαθεί να ακακάμψει από τα τέλη του Ιουλίου χωρίς επιτυχία.

Η Apple έπεσε σε αξία στα 929 δισεκατομμύρια -τουλάχιστον 230 δισεκατομμύρια δολάρια κάτω. Η Amazon έχασε 220 διw, η Google 138, το Facebook 90 δισεκατομμύρια δολάρια και το Netflix γύρω στα 50 δις.

Αυτές οι απώλειες επηρέασαν γενικότερα την αγορά ρίχνοντας τους S&P 500 (1.66%), Dow Jones (1.56%) και Nasdaq (3.26%).

Στις 26 Νοεμβρίου η Wall Street κατέγραψε μια άνοδο της τάξης του 2% με τις μετοχές FAANG να ευνοούνται. Η ανάκαμψη όμως οφείλεται περισσότερο στις επιτυχίες της NASA.

Στιγμιότυπο από το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης AP

“Οι τεχνολογίες ανέκαμψαν λίγο, όμως ακόμα μοιάζει δύσκολη υπόθεση. Οι μετοχές FAANG έχουν φάει γερό σφυροκόπημα”, ανέφερε ο Larry Benedict, ιδρυτής του The Opprtunist Trader. Το τελευταίο διάστημα έχουν παρατηρηθεί έντονες ρευστοποιήσεις στον τεχνολογικό κλάδο, ωστόσο οι επενδυτές φαίνεται να προτιμούν τις τεχνολογικές εταιρείες που προσφέρουν υπηρεσίες προς άλλες εταιρείες και όχι μόνο προς τον μέσο καταναλωτή. Πόσω μάλλον υπό το βάρος των οικονομικών σκανδάλων και αξιοπιστίας.

Παρά τις φήμες που είχαν ακουστεί τον Ιανουάριο ότι η Apple θα προέβαινε σε εξαγορά της Netflix, η δεύτερη δεν έκανε κάτι τέτοιο. Μένει να δούμε αν πλέον θα επανεξετάσει την προοπτική συνεργασίας με έναν κραταιό κολοσσό ο οποίος παρά τις “φουρτούνες” που ανά διαστήματα περνά, βρίσκει τρόπους να μένει στον αφρό, ακόμη κι αν μερικές φορές το κάνει “δια του παραθύρου”.

Και μένει να δούμε αν οι κολοσσοί θα προβούν τελικά σε βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών, για να μπορέσουν να αποκαταστήσουν μια φήμη που μέσα στο 2018 έχει πληγεί περισσότερο από ποτέ.

Το σκάνδαλο στο τέλος του έτους

Λίγο πριν κλείσει μια χρονιά, οι New York Times αποκάλυψαν ότι η εταιρεία του Ζούκερμπεργκ έδωσε πρόσβαση σε μεγάλο όγκλο δεδομένων σε μια σειρά από κολοσσούς όπως η Microsoft, η Amazon, το Netflix και το Spotify.

Σύμφωνα με τις αποκαλύψεις, το Facebook φέρεται να είχε συμφωνίες ανταλλαγής δεδομένων με εταιρείες όπως η Apple, η Amazon, η Microsoft, η Spotify και η Netflix, συνολικά 150 στον αριθμό, ανάμεσα στις οποίες ήταν και τράπεζες.

Οι συμφωνίες αυτές βοηθούσαν το Facebook να κερδίσει περισσότερους χρήστες και τους συνεργάτες του να προσθέσουν νέα χαρακτηριστικά στα προϊόντα τους, αποφεύγοντας αποτελεσματικά τους κανόνες απορρήτου.

Οι συμφωνίες περιελάμβαναν και 60 κατασκευαστές smartphones, συμπεριλαμβανομένης της Apple και της Huawei. H Apple, σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, μπορούσε να “δει” επαφές και καταχωρίσεις χρηστών, ακόμη κι ήταν “ιδιωτικές”. Επίσης, χωρίς να “ζητά” από τον χρήστη δεδομένα, μπορούσε να τα καταγράφει και να τα καταχωρεί.

Ακόμη, το Facebook εμφάνιζε ως “προτεινόμενους φίλους”, χρήστες των οποίων τα στοιχεία είχαν καταχωρηθεί σε άλλους κολοσσούς με τους οποίους “συνεργάστηκε” στο σκάνδαλο που φέρνουν στη δημοσιότητα οι New York Times.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα