Στην Κούβα του δρόμου μπάντες και πληρωμένος έρωτας δεν έχουν στέκι
Περιφέρονται και σε παρασέρνουν σε χορούς και δρομάκια σκοτεινά.
- 25 Νοεμβρίου 2017 08:28
Έγινε τυχαία στο Τρινιδάδ.
Η ώρα ήταν εξαιρετικά περασμένη για να είσαι στην Κούβα και να μην έχεις πιει τουλάχιστον ένα κοκτέιλ με ρούμι. Το σούρουπο είχε αρχίσει να μαυρίζει τα χρωματιστά σοκάκια που μυρίζουν αποχέτευση, όταν μπήκαμε στο πρώτο μπαρ που βρέθηκε μπροστά μας. Είχε το πολύ δέκα άτομα, με τα πέντε να δουλεύουν εκεί. Ήταν ήσυχο αλλά γουστόζικο. Παραγγείλαμε μερικές πίνες κολάδες και καθίσαμε στην μπάρα. Μία μπάντα ξεκίνησε το τραγούδι της. Χαλαρά, ήσυχα. Δευτερόλεπτα αργότερα, χορεύαμε με τον τραγουδιστή με τη δυνατή φωνή χωρίς μικρόφωνο (γενικά, στις κουβανέζικες μπάντες σπάνια θα συναντήσεις μικρόφωνο). Στροφές, βήματα, λικνίσματα των γοφών. Και δώστου χορός και δώστου μαράκα να σιγοντάρει στο γλέντι. Όλα αυτά έγιναν ξαφνικά. Από το πουθενά.
(Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson)
Λίγο πριν τα μεσάνυχτα, εγκαταλείψαμε το μαγαζί παρέα με μία γλυκιά μέθη που μας τριβέλιζε τον εγκέφαλο. Στο σκαλοπάτι της εξόδου πετύχαμε τον τραγουδιστή να φιλιέται παθιασμένα με ένα κορίτσι που φορούσε ένα καυτό σορτσάκι και ένα αντίστοιχα κοντό μπλουζάκι. Ήταν βαμμένο έντονα στα μάτια και θα ταν δεν θα ταν 17 χρονών. Μας κοίταξε στιγμιαία και έπειτα επιδόθηκε στις ερωτικές περιπτύξεις με τον γκριζομάλλη τραγουδιστή.
Στην Κούβα όλα γίνονται σε υπερβολή. Ο χορός, ο έρωτας, η μουσική. Όλα σε υπερβολή και όλα αυθόρμητα. Ή μάλλον όχι όλα. Μόνο τα πετυχημένα.
Η Κούβα είναι μία χώρα που όσο και αν το προσπαθεί, όσο και αν το θέλει, δεν μπορεί να είναι στημένη. Απλά, δεν μπορεί. Τι και αν το Tropicana, το μεγαλύτερο και θεωρητικά καλύτερο club της είναι γεμάτο. Τι και αν πληρώνεις 80 ευρώ το άτομο (ναι, το άτομο) για να χορέψεις σάλσα εκεί. Τη σάλσα του δρόμου, τις μπάντες του δρόμου, αυτόν τον ‘από το πουθενά’ χορό δεν θα τον ευχαριστηθείς παρά μόνο στο δρόμο. Εκεί, που πετάς τσάντες και μπλουζάκια και χορεύεις λες και γεννήθηκες εκεί. Λες και δεν έχεις έγνοιες, άγχη, πόδια που πονάνε από το περπάτημα και την εξερεύνηση.
Είναι οι μπάντες. Είναι αυτές οι μπάντες που υπάρχουν παντού. Σε κάθε πιθανό και απίθανο σημείο. Μέχρι σε τουαλέτα μαγαζιού πετύχαμε μπάντα και κόσμο γύρω της να χορεύει. Θυμάμαι τον κόσμο να προσπερνάει τους μουσικούς για να πάει στο μπάνιο χορεύοντας. Κόσμο ντόπιο, κατά βάση και μερικούς τουρίστες να σπάνε λίγο το φόντο με τις κρεμαστές στο λαιμό φωτογραφικές τους μηχανές. Ένα από τα πρώτα πράγματα που μου έκανε εντύπωση στο δρόμο της Κούβας μετά την όχι και τόσο ελκυστική μυρωδιά του είναι όλες αυτές οι μπάντες. Όλοι αυτοί οι φαντομάδες του ρυθμού που έπαιρναν τη διάθεσή σου και τη χόρευαν σε ένα παράλληλο σύμπαν, ελεύθερο από σοβαρότητες και καθωσπρεπισμούς.
Και τον έρωτα, όμως στο δρόμο θα τον συναντήσεις. Όχι αυτόν τον καλοντυμένο με τα δείπνα και τις προσκλήσεις για θέατρο και χορό. Τον άλλον, τον πληρωμένο. Αυτόν που δεν χρειάζεσαι ρομαντισμούς και που στις περισσότερες των περιπτώσεων, δεν χρειάζεσαι ούτε κρεβάτι. Μόνο 10 CUC στην τσέπη.
Υπάρχουν άντρες που θα σε χορέψουν λίγο πιο στενά και πολύ πιο πονηρά για ένα εξεφτελιστικά μικρό αντίτιμο. Γυναίκες που θα κάνουν το ίδιο για τα αντίστοιχα χρήματα. Όχι δεν κάνουν πιάτσα. Όχι δεν είναι απαραιτήτως ντυμένες πρόστυχα. Απλά υπάρχουν και κυκλοφορούν δίπλα σου. Αρκεί ένα σου βλέμμα για να πλησιάσουν και να συμφωνήσετε να αναμίξετε τις κουλτούρες και τους ιδρώτες σας. Για λίγο. Για όσο χρειάζεται ένα πούρο να καεί στη γλώσσα σου.