ICEMAN: ΣΤΟ ΜΥΑΛΟ ΕΝΟΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΑ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥ
Ο Richard Kuklinski ήταν ο πιο διαβόητος εκτελεστής της Μαφίας. Αφαιρεσε περισσότερες από 200 ζωές και δεν μετάνιωσε ούτε για μία. Η ζωή του έγινε ντοκιμαντέρ και ταινία. Αυτή είναι η πραγματική του ιστορία
Ο Richard Kuklinski ήταν ο πιο διαβόητος εκτελεστής της Μαφίας. Αφαιρεσε περισσότερες από 200 ζωές και δεν μετάνιωσε ούτε για μία. Η ζωή του έγινε ντοκιμαντέρ και ταινία. Αυτή είναι η πραγματική του ιστορία
Για εκείνον ήταν τόσο απλό να αφαιρεί ζωές, που το έκανε επάγγελμα. Επί 25 χρόνια εκτελούσε συμβόλαια θανάτου. Παράλληλα, ζούσε με την οικογένεια του σε προάστιο του New Jersey, ως ιδανική αμερικανική οικογένεια. Ζούσε τη ζωή που του όρισε η διαταραγμένη του προσωπικότητα.
Δεν ένιωθε (φόβο, συναισθήματα κλπ), γιατί δεν του δόθηκε η ευκαιρία. Το βιβλίο του είχε γραφτεί πριν καν εκείνος μάθει πώς να πιάνει το μολύβι. Δεν διαγνώστηκε εγκαίρως και πήρε στο λαιμό του περισσότερους από 200 ανθρώπους.
«Θα μετακινήσω τη γη και την κόλαση, ό,τι υπάρχει μεταξύ μας, μέχρι να σε πιάσω. Δεν θα νιώθεις ασφαλής πουθενά, αν με εκνευρίσεις. Και αυτά δεν είναι μαλακίες. Είναι η αλήθεια. Μπορείς να τραβήξεις όπλο, αλλά αν είμαι εκνευρισμένος μαζί σου, δεν θα σταματήσω. Θα πρέπει να με πυροβολήσεις για να με σταματήσεις. Αν δεν με σκοτώσεις, είσαι ηλίθιος, γιατί την επόμενη φορά που θα με δεις, θα σε σκοτώσω».
Έτσι ξεκινά η συνέντευξη που είχε δώσει ο Kuklinski στο HBO και την εκπομπή American Undercover Special το 1991. Ήταν η πρώτη μιας σειράς συζητήσεων που έγιναν τρία ντοκιμαντέρ. Το τελευταίο έγινε το 2002 και είχε για πρωταγωνιστή τον Dr. Park Dietz, ο οποίος συζήτησε για 13 ώρες με τον Kuklinski -σε διάστημα τεσσάρων ημερών- μήπως καταφέρει και καταλάβει ποιος ήταν ο λόγος που σκότωνε τους πάντες, χωρίς να νιώθει το παραμικρό. Τι τον οδήγησε στο να γίνει ένας εκ των χειρότερων δολοφόνων επί πληρωμή. Ο τίτλος της σειράς ήταν “The Iceman confesses”. Το Iceman είχε προκύψει από τη συνήθεια που είχε να καταψύχει τα θύματα του, ώστε να μην μπορεί να προσδιοριστεί η ώρα θανάτου. Θα φτάσουμε και εκεί.
Ας ξεκινήσουμε από το 1991 και τη συμφωνία του να μιλήσει στο ΗΒΟ για τη ζωή του. Ήταν ήδη χρόνια στη φυλακή και είχε αποδεχθεί ότι δεν θα έβγαινε ποτέ από εκεί ζωντανός. Δεν είχε λοιπόν, κάτι να χάσει. Για αυτό και αποκάλυψε ανατριχιαστικές λεπτομέρειες των ειδεχθών εγκλημάτων του, γεγονός που είχε ως συνέπεια να διαλευκανθούν πολλές υποθέσεις που ήταν άλυτες για χρόνια και να του επιβληθούν επιπρόσθετες ποινές. Πώς ξεκίνησαν όμως, όλα για τον άνθρωπο που μπορούσε να σκοτώσει κάποιον απλά και μόνο επειδή… δεν τον γούσταρε, γιατί του την έδινε η φάτσα του, χωρίς να νιώσει το όποιο συναίσθημα, γεγονός που τον εξέλιξε σε κορυφαίο επαγγελματία του είδους; Γιατί κατέληξε από πολύ νωρίς στο συμπέρασμα ότι ” είναι καλύτερο να μη νοιάζεσαι για τίποτα, γιατί το να νοιάζεσαι είναι αδυναμία. Είναι σαν να κουβαλάς ένα βάρος και να μην μπορείς να κουνηθείς“;
O Richard Leonard Kuklinski γεννήθηκε στις 11 Απριλίου του 1935, στο New Jersey. Ήταν το δεύτερο από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειας που δημιούργησαν ο Stanley, πρόσφυγας από το Karwacz της Πολωνίας και η Ιρλανδή Anna McNally, κόρη καθολικών που είχαν μετοικίσει από το Δουβλίνο. Ο Stanley δούλευε στο σιδηρόδρομο, ως υπεύθυνος για τη λειτουργία των φρένων. Ήταν και αλκοολικός και καθημερινά ξεσπούσε στα παιδιά και τη γυναίκα του. Η Anna δούλευε σε σφαγείο και ήταν γνωστή για την “τυφλή” πίστη της στο Θεό. Ήταν γνωστή και για τις σκληρές μεθόδους στις οποίες κατέφευγε για να πειθαρχήσει τα παιδιά της -που ήταν υποχρεωμένα να μεγαλώνουν σύμφωνα με τη δική της πίστη και τα είχε κάνει όλα παπαδοπαίδια. Αυτό σήμαινε ότι χρησιμοποιούσε πλήθος οικιακών σκευών για να τα χτυπά… και να τα βάζει στον ίσιο δρόμο, κάθε φορά που έκρινε ότι παρέκκλιναν της πορείας τους.
“Μισούσα τον πατέρα μου. Αν μπορούσα, το πιθανότερο είναι πως θα τον είχα σκοτώσει και αυτόν. Και πιθανόν θα είχα νιώσει και εξαιρετικά. Με χτυπούσε και μόνο… αν τον κοιτούσα“.
Ήταν αυτός που του δίδαξε πόσο αποτελεσματική μπορεί να είναι η βία, για κάποια πράγματα.
” Πάντα με χτυπούσε πολύ άσχημα. Φρόντιζε να αφήνει το σημάδι του πάνω μου και με κατέκρινε για τα πάντα“.
Τα πράγματα ήταν χειρότερα, όταν έπινε;
“Με τον Stanley δεν είχε σημασία αν έπινε ή όχι. Ήταν ένας κακός π… γιος και αυτό εξακολούθησε να είναι έως ότου πέθανε. Μέχρι και εκείνη την ημέρα ήταν κακός π… γιος”.
Πήγε στην κηδεία του;
“Όχι. Δεν τον συμπαθούσα όταν ζούσε. Γιατί να πάω να τον δω στο θάνατο; Ήμουν χαρούμενος που είχε πεθάνει”.
Με τη μητέρα του τι σχέση είχε;
“Με τα χρόνια την αντιπάθησα πάρα πολύ, αλλά τώρα που έχω χρόνο να το σκεφτώ, καταλαβαίνω ότι ήταν θύμα της δικής της ζωής. Ως παιδί, τη μισούσα. Tη σιχαινόμουν. Με χτυπούσε παντού, με ό,τι έβρισκε, συνήθως μια σκούπα, όταν πίστευε πως κάνω κάτι κακό”. Οι γονείς του ήταν εκείνοι που τον έκαναν να αποφασίσει από πολύ μικρός, πως όταν μεγάλωνε δεν θα επέτρεπε σε κανέναν να του φερθεί με ασέβεια. “Αν τα θύματα μου ήταν φωνακλάδες, μου θύμιζαν τον πατέρα μου. Όταν βρισκόταν στο δρόμο μου κάποιος που μου φώναζε, ένιωθα τέλεια! Ήταν η μόνη δικαιολογία που χρειαζόμουν”.
Η πραγματικότητα θέλει τον Kuklinski να είχε επιδείξει προβληματική συμπεριφορά από όταν ήταν παιδί. Πριν “κλείσει” τα 10. Από όταν άρχισε να σκοτώνει ζώα. Γάτες και σκύλους. ” Είχα δέσει δυο γάτες από τις ουρές τους και τις έβλεπα να ξεσκίζουν η μια την άλλη. Δεν έμεινα να δω αν πέθαναν και οι δύο. Αλλά μάλλον αυτό έγινε, γιατί η μια είχε κάνει κομμάτια την άλλη”. Τα σκυλιά τα πετούσε από τις ταράτσες, τα έδενε στο πίσω μέρος των λεωφορείων. Αν ένιωθε κάτι; “Δεν νομίζω. Ίσως λίγο ενθουσιασμό. Μετά ένιωθα αηδία, γιατί δεν είχα κάνει κάτι. Δεν ανταποκρίθηκα σε κάποια πρόκληση. Σκότωνα αθώες ψυχές που δεν μπορούσαν να τα βάλουν μαζί μου“. Και τότε γιατί το έκανε; ” Γιατί βαριόμουν. Δεν είχα κάτι άλλο να κάνω“. Είχε παρατήσει το σχολείο.
Ο μεγαλύτερος αδελφός του, Florian πέθανε από τα τραύματα που του δημιούργησε ο πατέρας του, αλλά ο Stanley τους έπεισε όλους να πουν ψέματα στην αστυνομία. Ότι έπεσε από σκάλες. Στο δημοτικό σχολείο δεν ένιωθε να ταιριάζει με κανέναν. Είχε υπάρξει και θύμα ενδοσχολικής βίας. Δεν ξέχασε ποτέ το πρόσωπο του παιδιού που τον χτυπούσε, που τον κορόιδευε. Το τιμώρησε, όταν πια είχε καταλάβει -όπως λέει- πόσο εύκολο είναι να σκοτώνεις κάποιον.
Την αρχή την έκανε στα 18. Ένας φωνακλάς είχε την ατυχή έμπνευση να τον προσβάλει, ενώπιον κόσμου, ενώ έπινε το ποτό του σε ένα μπαρ. ” Όταν ήλθε η ώρα να γυρίσω σπίτι, τον είδα να κοιμάται στο αυτοκίνητο του. Σκέφτηκα “σε έπιασα, γαμ…. Θα σου βάλω φωτιά”. Αυτό και έκανα. Πήρα ένα μπουκάλι με βενζίνη και το πέταξα μέσα στο αυτοκίνητο. Ούρλιαζε, φώναζε και καιγόταν. Το αυτοκίνητο καιγόταν. Μπορούσα να τον μυρίσω και να τον ακούσω, όπως έστριβα στη γωνία για να πάω στον προορισμό μου. Αυτό ήταν προσωπικό“. Τι του είχε κάνει; ” Με εκνεύρισε“. Μετά, ακολούθησε ο μπούλης των παιδικών του χρόνων. Τον χτύπησε μέχρι θανάτου.
Eν τω μεταξύ, δεν πήγαινε ποτέ απροετοίμαστος. Όποιος έκανε το λάθος να τον εκνευρίσει, γινόταν αντικείμενο παρακολούθησης για ημέρες. Φρόντιζε να μάθει κάθε λεπτομέρεια της καθημερινότητας, πριν καταλήξει πότε θα χτυπήσει -εντός και εκτός εισαγωγικών. Τι σήμαινε το “κάποιος με εκνεύρισε”; “Υπήρχαν διάφορες παράμετροι. Το πόσο ένιωθα ότι με έχει εξευτελίσει, αλλά και τη ψυχική μου κατάσταση τη στιγμή του εξευτελισμού. Αν ήμουν ήδη οργισμένος ή στα κόκκινα, δεν χρειάζονταν πολλά για να επιτεθώ. Αν ήμουν ήρεμος, ίσως και να γλίτωνε. Αλλά κανείς δεν ήξερε τι γινόταν μέσα μου“. Στις πιο προσωπικές δολοφονίες, ήθελε να νιώθει τα θύματα του να ξεψυχούνε. Για αυτό και δεν χρησιμοποιούσε όπλο, αλλά πιο βασανιστικές μεθόδους. Με έναν τύπο, είχε χρησιμοποιήσει το σκοινί που κρεμούσαν τα πλυμένα ρούχα στη γειτονιά. Το τύλιξε στο λαιμό του θύματος, το πέρασε πάνω από τον ώμο, το τέντωσε και δεν σταμάτησα να το τραβά ” μέχρι τη στιγμή που σταμάτησε να με κλωτσά. Ένιωσα να φεύγει η ζωή από μέσα του“.
Μια φορά, καθ’ οδόν για τη Georgia έπεσε πάνω σε κάτι νεαρούς που οδηγούσαν φορτηγάκια και είχαν σκεφτεί πως θα έχει πλάκα να “στριμώξουν” εκείνον τον τύπο στο αυτοκίνητο με πινακίδες από το Νew Jersey. Τον έβγαλαν εκτός πορείας. Ο Kuklinski κατέβηκε, με το όπλο στο χέρι και τους σκότωσε. Όλους. ” Δεν ξέρω πόσοι ήταν ή τι κουβαλούσαν. Δεν γνώριζα αν είχαν όπλα ή οτιδήποτε άλλο. Ήθελαν να παίξουν μαζί μου και εγώ δεν ήθελα. Οπότε… δεν παίξαμε. Δεν τους ήξερα καν. Αλλά είχαν πιστέψει πως μπορούν να… σπάσουν πλάκα εις βάρος μου. Και με εκνεύρισαν“.
Μέχρι τα μέσα τις δεκαετίας του ’50 είχε “φτιάξει” όνομα, ως αυτός που μπορούσε να χτυπήσει, ακόμα και να σκοτώσει όποιον τον ενοχλούσε. ” Η δολοφονία ήταν δευτερευούσης σημασίας. Αυτό που απολάμβανα ήταν το κυνήγι. Η πρόκληση. Η παρακολούθηση, να κάνω σωστά αυτό που πρέπει. Αυτά λάτρευα. Όσο πιο δύσκολη ήταν η δουλειά, τόσο καλύτερα αισθανόμουν“, είχε διευκρινίσει. Στα 25 σκέφτηκε ότι θα ήταν χρήσιμο και να πληρώνεται για αυτό. Είχε ακούσει πως υπήρχαν πολλά λεφτά στις πληρωμένες δολοφονίες. Είχε κουραστεί να δουλεύει στις αποθήκες του New Jersey και έψαχνε έναν πιο προσοδοφόρο τρόπο να ταΐσει την οικογένεια του. Γιατί δεν σου είπα πως έκανε και οικογένεια. Για την ακρίβεια, δυο οικογένειες.
Αφοσιωμένος σύζυγος, στοργικός πατέρας, επαγγελματίας δολοφόνος
Γνώρισε την Barbara στη δουλειά. Εκείνη ήταν γραμματέας της εταιρίας εκφόρτωσης, στην οποία εργαζόταν ο Kuklinski -ο οποίος είχε ήδη δυο παιδιά από τον πρώτο του γάμο. ” Στο πρώτο ραντεβού πήγαμε στον κινηματογράφο και μετά για πίτσα. Το επόμενο πρωί ήταν έξω από το σπίτι μου, με λουλούδια και ένα δώρο“. Την είχε κολακέψει. Μήνα με το μήνα αποκοβόταν από τους φίλους της και είχε μόνο εκείνον στη ζωή της. Κατάλαβε ότι χρειαζόταν χώρο και για άλλους. Θέλησε να του το πει. Διαφώνησαν, ενώ ήταν στο αυτοκίνητο. Εκείνη του είπε πως θέλει να κατέβει. Ξαφνικά, ένιωσε πόνο στον αυχένα της. Ακούμπησε το σημείο και είχε αίμα. Ο άνδρας της, της είπε ” είναι ένα μάθημα: μη με αφήσεις ποτέ. Μου ανήκεις“. Την είχε μαχαιρώσει.
Την επομένη την περίμενε έξω από τη δουλειά, με ένα λούτρινο αρκουδάκι και λουλούδια. Ζήτησε συγγνώμη. Ζήτησε να την παντρευτεί. Υποσχέθηκε πως δεν θα το ξανακάνει. Εκείνη τον πίστεψε. “Δεν θεωρώ ότι ήμουν ηλίθια. Απλά είχα μεγαλώσει σε προστατευμένο περιβάλλον, με καθολικές αρχές. Δεν είχα δει ποτέ την άσχημη πλευρά οποιουδήποτε τομέα της ζωής”. Τους είδε όλους μαζί.
Εκείνος είχε αποφασίσει να μην της πει ποτέ για το χόμπι του. Παντρεύτηκαν το 1961. Έφτιαξαν το σπιτικό τους σε ένα ήρεμο δρόμο του New Jersey και απέκτησαν τρία παιδιά. Κάθε Κυριακή έκαναν barbecues δίπλα στην πισίνα, κάθε χρόνο πήγαιναν στη Disneyworld. Θα σκεφτείς “δεν γίνεται να μην είχε καταλάβει τι ήταν”. Θα σου πει “δεν τον αμφισβήτησα ποτέ. Μου είχε πει “δεν θα μου κάνεις ερωτήσεις” και ότι ήταν επιχειρηματίας. Όταν λοιπόν, τον έβλεπα να σηκώνεται στις 2 τα χαράματα, να ντύνεται και να φεύγει, δεν έλεγα κουβέντα. Από τα λεφτά που έφερνε στο σπίτι, είχα καταλάβει πως κάνει κάτι παράνομο από καιρό εις καιρόν. Δεν εξέφρασα όμως, ποτέ τις ανησυχίες μου. Ήξερα πως δεν είναι τζογαδόρος, ναρκομανής ή γυναικάς“. Τον έχει περιγράψει ως “bad Richie” και “good Richie”.
Ο καλός Richie ήταν ένας σκληρά εργαζόμενος άνδρας που πρόσφερε στην οικογένεια του ό,τι είχε αγάπη. Ένας συναισθηματικός πατέρας που απολάμβανε το χρόνο που περνούσε με την οικογένεια του. Ο κακός Richie έκανε τις εμφανίσεις του, μια στο τόσο. Μπορεί να περνούσαν μήνες, χωρίς εκρήξεις οργής. Στα χρόνια που ήταν μαζί, την είχε χτυπήσει πολλάκις. Την είχε στείλει και στο νοσοκομείο. Είχε προσπαθήσει να την πατήσει με το αυτοκίνητο, να την πνίξει με μαξιλάρι.
” Δεν υπάρχει κάτι που δεν της είχα κάνει και δεν υπήρξε κάτι που να μην αντέξει. Ήταν… πώς το λέτε; Θύμα ενδοοικογενειακής βίας. Δεν είμαι υπερήφανος για αυτό, λυπάμαι, όσες φορές και αν πω συγγνώμη, το βέβαιο είναι πως θα το ξαναέκανα αν είχα τη δυνατότητα, γιατί δεν μπορούσα να το ελέγξω. Την αγαπούσα, αλλά όταν εκνευριζόμουν το ξεχνούσα και την πλήγωνα. Οπότε τι νόημα είχε η αγάπη μου; Είναι η μόνη που εμπιστεύτηκα ποτέ στη ζωή μου“.
Της είχε δώσει την ευκαιρία να τον “τελειώσει”. ” Της είχα δώσει ένα μαχαίρι και της είπα ότι αυτή θα είναι η μόνη ευκαιρία που θα έχει να με ξεφορτωθεί. Το πέταξε στο πάτωμα και έφυγε“. Την εμπιστευόταν, πως δεν θα τον μαχαιρώσει; ” Δεν ξέρω, αλλά θα ήταν πολύ δυνατή στιγμή αν όντως το έκανε. Θα ήταν ενδιαφέρουσα τροπή”.Ειρήσθω εν παρόδω, ο πατέρας του είχε μαχαιρώσει στην πλάτη τη μητέρα του ” για λόγο που δεν θυμάμαι”. Παρ’ όλα αυτά, αναπαρήγαγε την εικόνα, με τη δική του γυναίκα.
Τα παιδιά του εν τω μεταξύ, ήταν θύματα συναισθηματικής βίας. Όπως είχε πει η Barbara ” δεν σήκωσε ποτέ χέρι πάνω τους“. Ο ίδιος πρόσθεσε ότι ” δεν υπάρχει κάτι που δεν θα έκανα για τα παιδιά μου. Θα σκότωνα όσους είναι σε αυτό το δωμάτιο, για αυτά”. Μεταξύ μας, αυτό για εκείνον δεν ήταν κάποια τρομακτική πράξη. “Η ενδοοικογενειακή βία είναι πολύ σοβαρό πράγμα. Μάλλον για αυτό με σιχαίνεται η κόρη μου. Πέρασε πάρα πολλά. Είχε δει τα πάντα. Κατά πάσα πιθανότητα έκανα κακό στη ψυχολογία της”.
Στην πρώτη συνέντευξη στο ΗΒΟ είχε δηλώσει ότι ” ήμασταν ευτυχισμένοι με την Barbara. Δεν της είπα ποτέ ότι σκοτώνω ανθρώπους. Αν της το έλεγα, πιθανότατα θα χεζόταν πάνω της. Ήξερε πως είμαι βίαιος. Δεν πιστεύω όμως, ότι είχε φανταστεί τι έκανα”. Οι περίοδοι που ένιωθε να κυριεύεται από το θυμό του ήταν αυτές των οικογενειακών εορτών. Θυμήθηκε πως ” μια φορά, παραμονή Χριστουγέννων είχα πάει να βρω έναν άνδρα που μου χρωστούσε 1600 δολάρια. Του εξήγησα ότι τα χρειαζόμουν, γιατί ήθελα να αγοράσω δώρα για τα παιδιά μου. Μου είπε μια μαλακία, ένα ψέμα. Έφυγα, αλλά ήμουν λίγο εκνευρισμένος για την ιστορία που είχε βρει να μου πει. Πήρα το λεωφορείο και γύρισα σπίτι. Κάτι όμως, με ενοχλούσε. Ήξερα ότι μου είχε πει μαλακίες”.
Μετά τα μεσάνυχτα και ενώ είχαν κοιμηθεί η γυναίκα του και τα παιδιά του “πήρα το αυτοκίνητο και πήγα στη New York, στο μπαρ του τύπου. Μου είπαν ότι μόλις είχε φύγει και ότι αν βιαζόμουν, θα τον προλάβαινα εκεί που άφηνε το αυτοκίνητο του. Όταν έφτασα κοντά του, χτύπησα το τζάμι του αυτοκινήτου. Το άνοιξε. Με ρώτησε τι ήθελα και του είπα πως χρειαζόμουν τα λεφτά και ότι με είχε κοροϊδέψει. Κάτι που δεν ήταν σωστό. Άρχισε να μιλά ασταμάτητα. Τον πυροβόλησα. Δεν μπορούσα να δω τίποτα από το χιόνι και τα αυτιά μου βούιζαν από το θόρυβο. Πανικοβλήθηκα. Δεν ήξερα τι θα γίνει. Η δεύτερη σφαίρα τον βρήκε κάτω από το σαγόνι. Έψαξα τις τσέπες του. Είχε ένα μάτσο δολάρια. Πήρα 1600 και άφησα τα υπόλοιπα, στην τσέπη του. Βγήκα από το αυτοκίνητο και έφυγα. Όλα αυτά συνέβησαν ανήμερα Χριστουγέννων, στη Νew York“.
Η οικογένεια του ήταν το μόνο για το οποίο νοιαζόταν -δεδομένων των συνθηκών και τηρουμένων των αναλογιών. Μπορείτε να φανταστείτε μέχρι πού ήταν ικανός να φτάσει, αν κάποιος… την έπιανε στο στόμα του. Ο George Maliband έκανε αυτό το “έγκλημα”. ” Τον συμπαθούσα πολύ. Ήταν ένας από τους λίγους που συμπάθησα ποτέ στη ζωή μου. Είχε μια κακή συνήθεια: ήταν τζογαδόρος. Και είχε χρέη. Τον είχα ξελασπώσει πολλές φορές. Μια μέρα αρνήθηκα να το κάνω. Μου είπε πως θα έκανε κακό στην οικογένεια μου, αν δεν πλήρωνα. Με εκνεύρισε, αλλά προσπάθησα να το ελέγξω. Είχα καταλάβει πως έχει μεγάλο πρόβλημα και δεν ξέρει τι λέει“. Δεν μπορούσε όμως, να ξεχάσει την απειλή και τελικά άρχισε να σχεδιάζει τη δολοφονία του.
” Μπήκαμε σε ένα ημιφορτηγό και τον ρώτησα αν εννοούσε την απειλή του, πως θα πειράξει την οικογένεια μου για να με εκδικηθεί. Μου απάντησε πως “αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να κάνεις ό,τι θέλω”. Του εξήγησα ότι υπήρχε και άλλος: να σταματήσω την απειλή. Έβγαλα ένα όπλο και τον πυροβόλησα πέντε φορές”.
Το εκτελεστής ακούγεται εξωτικό. Ήμουν απλά ένας δολοφόνος
Θα επιστρέψεις στη δεκαετία του ’50, για να μάθεις πώς έμπλεξε με τη μαφία. Η φήμη του ήταν τέτοια που είχε φτάσει στα αυτιά των μαφιόζων. Τον κάλεσαν… για δοκιμαστικό. Συνάντησε τον αρχηγό της οικογένειας DeMeo που έκανε κουμάντο. ” Μου είπε “από τη στιγμή που ήλθες κοντά μου, περιμένω από εσένα αν σου πω να “καθαρίσεις” κάποιον, να το κάνεις, χωρίς ερωτήσεις”. Απάντησα “πιθανόν να μπορώ να το κάνω αυτό”, πριν μου ζητήσει να διευκρινίσω αν μπορώ ή αν πιστεύω πως μπορώ. Τον διαβεβαίωσα ότι μπορώ. Μπήκαμε στο αυτοκίνητο του, με πήγε σε ένα σημείο όπου δεν είχα ξαναπάει. Καθίσαμε για λίγο εκεί και έπειτα από ώρα είδαμε έναν τύπο που έκανε βόλτα με το σκύλο του, να πλησιάζει. Μου είπε “σκότωσε αυτόν”. Τον ρώτησα “ποιος είναι ο τύπος;”. Βγήκα από το αυτοκίνητο, πλησίασα αυτόν τον άνδρα, τον προσπέρασα, γύρισα και τον πυροβόλησα. Μπήκα στο αυτοκίνητο και φύγαμε. Έτσι άρχισα τη συνεργασία με τον Roy“.
Έχοντας δείξει τα διαπιστευτήρια του, έγινε ο αγαπημένος εκτελεστής της φαμίλιας. Του έδιναν εντολές και εκείνος τις εκτελούσε. Σκότωνε όποιον του έλεγαν να σκοτώσει. Ακόμα και αν ήταν κάποιος που χρωστούσε λίγα χρήματα. Κάποιοι από τους πελάτες του, του ζητούσαν να κάνει τα θύματα να υποφέρουν. Υπάκουε και σ’ αυτές τις εντολές και μάλιστα κατέγραφε σε video τα βασανιστήρια.
H πρώτη επί πληρωμή δολοφονία ήταν ενός τύπου που είχε δει σε φωτογραφία. Του είχαν πει ότι καπνίζει πούρα. Πήγε στην περιοχή που τον είχαν στείλει με τη μοτοσικλέτα του. Είδε έναν τύπο που έμοιαζε σε εκείνον της φωτογραφίας. Τον πλησίασε και τον ρώτησε αν το πούρο ήταν από την Κούβα. ” Μου απάντησε “άντε γαμ…”, αλλά όπως γύρισε είδα καθαρά το πρόσωπο του. Ήταν ο τύπος στη φωτογραφία. Ήταν αυτός που ήθελαν. Του είπα “άντε γαμ… εσύ”, έβγαλα το όπλο από την εσωτερική τσέπη του μπουφάν και τον πυροβόλησα στο πρόσωπο. Έχετε δει κολοκύθα να εκρήγνυται; Αυτό έγινε με το πρόσωπο του, κάτι που με εξέπληξε. Αλλά δεν ένιωσα κάτι, κάποια ενόχληση στο στομάχι. Δεν ένιωσα άβολα. Ευτυχώς που δεν έκανα εμετό, γιατί θα είχα πρόβλημα από τη στιγμή που ήμουν πάνω σε μοτοσυκλέτα“.
Υπήρχε κάτι που δεν του είχε αρέσει στη διαδικασία; Που να τον ενοχλούσε… κάπως;
” Η μυρωδιά, αλλά είχα μάθει να βάζω λίγη κολόνια στη μύτη μου, για να καλύπτω την μπόχα. Έμαθα και ότι τα deodorant κάνουν τη μυρωδιά χειρότερη, εκτός και αν ήταν τα ακριβά“.
Είχε αγαπημένο μέρος που πυροβολούσε;
“Αν ήταν κοντά μου, τους έριχνα κάτω από το σαγόνι. Μια φορά πυροβόλησα έναν στο μήλο του Αδάμ, γιατί ήθελα να δω πόσο θα του πάρει να πεθάνει”. Πόσο πήρε; “Λίγα λεπτά. Πνίγηκε στο αίμα του. Ήμουν με κάποιον άλλον και είχαμε βάλει 50 δολάρια στοίχημα. Έχασα. Πίστευα πως θα πεθάνει πιο γρήγορα”.
Τι ήταν ικανό να του προκαλέσει έκρηξη αδρεναλίνης;
“Το σεξ. Ήταν το μόνο. Δεν ένιωθα το παραμικρό, όταν σκότωνα. Το μόνο που με ευχαριστούσε ήταν το σεξ”.
Είναι όμως, άλλου είδους απόλαυση.
“Όταν χτυπούσα κάποιον, δεν ένιωθα κάτι. Δεν με ένοιαζε που τους πλήγωνα, που τους σκότωνα. Είχα απογοητευτεί και είχα αρχίσει να σκέφτομαι πως ίσως να είμαι τρελός, γιατί οποιοσδήποτε άλλος στη θέση μου θα ένιωθε κάτι. Οτιδήποτε. Εγώ δεν ένιωθα το παραμικρό”.
Αντιμετώπιζε τον εαυτό του ” ως έναν τύπο, ο οποίος έκανε κάτι, που κάποιος άλλος ήθελε να γίνει, έναντι πολύ καλής αμοιβής“, εξήγησε από τη φυλακή, χρόνια μετά. ” Μπορούσα να σκοτώσω κάποιον, ανά πάσα στιγμή, χωρίς να το μετανιώσω… και να το ξανακάνω άλλες 100 φορές, χωρίς να αισθάνομαι την παραμικρή ενόχληση. Στις πιο προσωπικές υποθέσεις, άπαξ και έβγαζα όπλο, δεν έκανα πίσω. Δεν με ένοιαζε πόσους είχα απέναντι μου, δεν φοβόμουν, γενικά δεν ένιωθα. Όταν έφτανα στο σημείο να βγάλω όπλο ήξερα πως είναι ή αυτοί ή εγώ”.
Θεωρούσε τον εαυτό του εκτελεστή;
” Ακούγεται τόσο εξωτικό“. Γέλασε, ακολούθως σκοτείνιασε το βλέμμα του και εξήγησε πως ” ήμουν απλά ένας δολοφόνος”.
Πόσους είχε σκοτώσει;
“Αν μαντέψω κατά προσέγγιση (παύση) περισσότερους από 100” -ενημερώνει με ύφος του τύπου “πήγα χθες βόλτα στο πάρκο”.
Ήταν σίγουρος ότι δεν είχε σκοτώσει περισσότερους από 200;
“Δεν μπορώ να είμαι βέβαιος για αυτό”.
Μπορούσε να απαντήσει με ένα “ίσως ναι” ή “ίσως όχι;”
“Αν έχω σκοτώσει λιγότερους από 200;”
Αν ήταν περισσότερα από τα 200 τα θύματα του
“Σίγουρα. Ναι. Σκότωσα 100 όταν ήμουν νέος, πριν γνωρίσω κάποιον. Ήταν πολλοί (γελάει). Για ένα μεγάλο διάστημα της ζωής μου σκότωνα χωρίς να υπάρχει λόγος. Όταν ας πούμε, κάποιος με κοιτούσε λάθος. Τον μαχαίρωνα. Τον πυροβολούσα”.
Τι δεν θα έκανε για όλα τα λεφτά του κόσμου;
“Δεν θα σκότωνα παιδί. Και κατά πάσα πιθανότητα, δεν θα σκότωνα γυναίκα”.
Άφησε κάποιον να τη γλιτώσει;
“Ναι. Μετά το σκέφτηκα καλύτερα και τον πυροβόλησα”.
Στα 25 χρόνια που δούλεψε για τη μαφία είχε σκοτώσει με όλους τους πιθανούς τρόπους, πλην ενός: το αλυσοπρίονο. ” Γιατί να λερώσω ένα καλό πουκάμισο με αίματα και κομμάτια κρέας; Αυτή η μέθοδος είναι ακατάστατη. Θα το χρησιμοποιούσα για να κόψω κάποιον από το λαιμό, αλλά γιατί να καταστρέψω τα ρούχα μου; Θα ήταν ηλίθιο. Άσε που θα μύριζα άσχημα“. Χρησιμοποιούσε λοιπόν, όπλο, μαχαίρι, εκρηκτικά, λοστό, φωτιά, δηλητήριο, πνιγμό, ενώ κατά του ιδίου το ρηθέν όταν ήθελε να κάνει σωματική εξάσκηση, χτυπούσε μέχρι θανάτου τα θύματα του.
Είχε καταλήξει στο ότι το κυάνιο είναι το αγαπημένο του μέσο, γιατί σκοτώνει γρήγορα και δεν αφήνει ίχνη. Το είχε σε ενέσιμο, σε σκόνη (για να το βάλει στο φαγητό αυτών που ήθελε να “φάει”), σε σπρέι. Του το είχε συστήσει ο συνάδελφος του, γνωστός ως “Softee”.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 είχε γνωρίσει τον Robert Pronge. Τον φαινομενικά αθώο κυριούλη του video. Ο Pronge ήταν πρώην στρατιωτικός, γνωστός για το βίαιο χαρακτήρα του, στοιχείο που τον έκανε συμπαθητικό στα μάτια του Kuklinski. Ένα άλλο στοιχείο που βοήθησε τον πρωταγωνιστή της ιστορίας μας να έλθει πιο κοντά με έναν άλλο δολοφόνο, ήταν οι γνώσεις του επί της χημείας. Για την ακρίβεια, επί των ουσιών και της χρησιμότητας τους στο πεδίο που δρούσαν. “Μου έμαθε πολλά. Ήταν τελείως τρελός. Είχε διαβάσει όμως, όλα τα βιβλία που αφορούσαν το πώς μπορείς να καταστρέψεις κάποιον. Σκότωνε τους γονείς των παιδιών, στα οποία πουλούσε παγωτά”. Γιατί δεν σου είπα από πού προκύπτει το “Softee”. Η αμερικανική εταιρία “Mister Softee” διαθέτει φορτηγάκια που χρησιμοποιούν οι παγωτατζήδες για να πουλάνε το προϊόν τους στις γειτονιές -κατά τον παλαιό παραδοσιακό τρόπο. Ο Pronge είχε αγοράσει ένα τέτοιο και έκανε τον παγωτατζή.
Στις 9 Αυγούστου του 1984 βρέθηκε νεκρός στο κάθισμα του οδηγού. Είχε δεχθεί πολλές σφαίρες στο κεφάλι. Οι αρχές πίστευαν ότι τον εκτέλεσε ο Kuklinski, γιατί είχε μάθει ό,τι ήταν να μάθει από εκείνον -κάτι που ίσχυε και vice versa και αυτό δεν ήταν καλό. Ήξερε πολλά και έπρεπε να πεθάνει. Μάρτυρες είχαν ενημερώσει πως ο Softee είχε προσφέρει συμβόλαιο θανάτου στον Kuklinski, για να “φάει” τη γυναίκα του και το παιδί του και αυτό του στοίχισε τη ζωή.
Σε κάθε περίπτωση, η μεθοδολογία του Softee είχε βοηθήσει τον Kuklinski να αναλάβει ένα συμβόλαιο που είχαν αρνηθεί όλοι. “Υ πήρχε χρονικός περιορισμός στη δουλειά και έπρεπε να γίνει σε μια γεμάτη disco. Την είχα επισκεφτεί κάποιες φορές και είχα δει πως υπάρχουν πολλοί gays που χόρευαν σαν τρελοί και κανείς δεν τους έδινε σημασία. Μπορούσαν και πήγαιναν όπου ήθελαν, χωρίς να τους κοιτά κανείς. Σκέφτηκα πως αυτή ήταν μια καλή ιδέα. Αγόρασα παπούτσια με τακούνια και ό,τι πιο τρελό είχα πάρει ποτέ, για ρούχα. Τα πιο εξωφρενικά χρώματα και σχέδια. Πήγα στην disco και άρχισα να χορεύω σαν gay. Το φως ήταν από αυτά που μισούσα. Δεν μου επέτρεπε να δω καθαρά. Προσπάθησα λοιπόν, να φτάσω κοντά στο στόχο, χορεύοντας σαν τρελός. Έπεσα πάνω του. Αλλά σε ένα club ο ένας πέφτει πάνω στον άλλον συνέχεια, έτσι; Μόνο που πρόλαβα να τον τρυπήσω με την ένεση που είχα μαζί μου. Πέθανε λίγη ώρα μετά, από ανακοπή καρδιάς“.
Η αχίλλειος πτέρνα
Με έναν επιπρόσθετο τρόπο στο μενού, ο Kuklinski ένιωθε πως δεν υπήρχε κάτι ή κάποιος να τον σταματήσει. Ότι μπορούσε να σκοτώσει όποιον ήθελε, όποτε το επέλεγε. Άρχισε λοιπόν, να γίνεται τσαπατσούλης. Να σου εξηγήσω. Θυμάσαι τον κολλητό του τον George Maliband, που είχε απειλήσει την οικογένεια του; Βρέθηκε στις 5/2 του 1980. Πώς; Δεν χωρούσε σε ένα βαρέλι, γιατί ήταν πολύ ψηλός και εύσωμος. “Είχα μεγάλο πρόβλημα με το ένα πόδι. Τι να σου λέω; Οπότε το έκοψα. Πήρα το βαρέλι με το αυτοκίνητο και το παράτησα στο Jersey City”. Το επόμενο πρωί το είχαν βρει οι αρχές: το βαρέλι είχε πέσει στα πλάγια, είχε φύγει το καπάκι και αποκαλύφτηκε το φρικτό θέαμα.
Ναι, ο προτιμότερος τρόπος για να ξεφορτώνεται τα πτώματα ήταν να τα βάζει σε ένα βαρέλια πετρελαίου. Φυσικά, δεν ήταν ο μόνος. Είχε δουλέψει το διαμελισμό, την καύση, την ταφή, την εγκατάλειψη σε πορτ μπαγκάζ αυτοκινήτων. Όταν τώρα, ήθελε να είναι εξόχως βασανιστικός, συνήθιζε να αφήνει τα θύματα του ζωντανά σε σπηλιές ποντικών, στην Pennsylvania. Τα άλειφε με μέλι και κινηματογραφούσε την εξέλιξη -τον τρόπο και το χρόνο που χρειάζονταν τα τρωκτικά να εξαφανίσουν το θύμα. ” Το έκανα γιατί με έκανε να νιώθω ένα συναίσθημα που ωστόσο δεν κατάφερα ποτέ να αποκωδικοποιήσω. Προσπάθησα, αλλά δεν τα κατάφερα“. Είχε δείξει μια από αυτές τις παραγωγές στον Roy DeMeo -το αφεντικό του- και εκείνος έφυγε τρέχοντας στα πρώτα λεπτά, ενημερώνοντας ότι ” ο Richard δεν έχει ψυχή“.
Ένα από τα πρώτα πειράματα που είχε κάνει, αφορούσαν το πώς μπορούσε να “πειράξει’ την ώρα θανάτου των θυμάτων του. Συνήθιζε λοιπόν, να τα εναποθέτει σε καταψύκτες. Όχι για μια δυο μέρες. Ακόμα και για χρόνια. Πώς ένιωσε όμως, που σκότωσε έναν φίλο; ” Στενοχωρήθηκα. Όχι. Λέω ψέματα. Πιστεύω ότι η ημέρα που πέθανε ήταν… μια καλή ημέρα. Είχε αρχίσει να περπατά σε λάθος δρόμο” προς την αστυνομία, με την οποία συνεργαζόταν. Τα τρία επόμενα χρόνια οι αρχές επικεντρώθηκαν στο να κλείσουν την υπόθεση που αφορούσε τον Iceman. να βρουν τα στοιχεία που θα ήταν ικανά να τον βάλουν πίσω από τα σίδερα της φυλακής. Εκείνος όσο ένιωθε να στενεύει ο κλοιός, αγχώθηκε και σκότωνε όποιον θεωρούσε ότι μπορεί να γίνει απειλή. Ξεκίνησε με τους φίλους του.
Ο ψυχίατρος τον είχε ρωτήσει αν σκότωσε ποτέ, κάποιον που συμπαθούσε. Εκείνος ενημέρωσε ότι “όλοι μου οι φίλοι είναι νεκροί. Και σε κάποια φάση της κοινής μας πορείας, είμαι σίγουρος ότι τους είχα συμπαθήσει. Μπορεί να τους συμπαθούσα, τότε που τους σκότωσα”.
Ξεκαθάρισε πως δεν υπάρχει αυτό που λέγεται ” μεταξύ κατεργαρέων, ειλικρίνεια, γιατί με έβαλε στη φυλακή ένας τύπος που ήξερα για 30 χρόνια και τον συμπαθούσα κι όλας. Ήταν φίλος μου. Τελικά, κατάλαβα πως είχα έναν περισσότερο φίλο από όσους χρειαζόμουν. Είναι ο μόνος που δεν σκότωσα“. Ο ψυχίατρος του ζήτησε να μείνει για λίγο περισσότερο στις δολοφονίες φίλων του. ” Ήθελα να τους πω “αντίο” πριν “φύγουν”. Ήθελα να με κοιτούν στα μάτια“. Τι ήθελε να βλέπουν, ενώ πέθαιναν; ” Το όμορφο πρόσωπο μου. Να είμαι εγώ το τελευταίο πράγμα που ‘χουν δει στη ζωή τους. Να με σκέφτομαι και στην επόμενη ζωή, στην αιωνιότητα. Έβλεπα την έκπληξη τους, το σοκ, το κενό στο βλέμμα. Δεν τους σκότωνα και έφευγα”.
Το πτώμα που είχε πάγο στα σωθικά
Το πρώτο μεγάλο λάθος που έκανε ανακαλύφθηκε στις 27/12 του 1982, όταν βρέθηκε το αποσυνθεμένο σώμα του 37χρονου Gary Smith, σε δωμάτιο ξενοδοχείου στο North Bergen, του New Jersey. Ήταν συνεργάτης του στις κλοπές αυτοκινήτων. Του είχε βάλει κυάνιο στο φαγητό του, αλλά επειδή αργούσε να πεθάνει, αγχώθηκε, τον έπνιξε και τον έβαλε κάτω από το στρώμα του κρεβατιού. Για τους μήνες που ακολούθησαν, διάφοροι είχαν μείνει στο δωμάτιο, όλοι μύριζαν κάτι περίεργο, κανείς όμως δεν κοίταξε κάτω από το κρεβάτι. Όταν συνέβη αυτό, διαπιστώθηκε η δολοφονία. Βρέθηκαν και ίχνη. Ο Kuklinski δεν ήταν μόνος με τον Smith στο δωμάτιο. Εκεί βρισκόταν και ο Daniel Deppner, ένας άλλος συνεργάτης που βρέθηκε νεκρός σε σακούλες σκουπιδιών στις 14/5 του 1983, τρία μίλια μακριά από ένα ράντσο στο οποίο πήγαινε συχνά ο Kuklinski.
Στις 25/9 του ίδιου έτους, ο Louis Masgay εντοπίστηκε νεκρός, με μια σφαίρα στο κεφάλι, στο Orangetown, της New York. Ο Kuklinski είχε προσπαθήσει να μπερδέψει τους ιατροδικαστές, βάζοντας το θύμα σε καταψύκτη. Τον άφησε εκεί μια διετία, αλλά δεν είχε την υπομονή να τον αφήσει να ξεπαγώσει πλήρως, πριν τον πετάξει σε ένα δρόμο. Ο ιατροδικαστής που το εξέτασε, βρήκε κάτι που δεν μπορούσε να εξηγήσει: όταν άνοιξε τον άνδρα, εντόπισε πάγο στα σωθικά του και κατέληξε στο ότι “είναι φύσει αδύνατο να πέθανε πριν 1-2 μέρες”. Η αστυνομία κατάλαβε ότι έχει γίνει κάτι ύποπτο, που ενδεχομένως να επηρεάζει και άλλες υποθέσεις. Αίφνης, έγιναν πέντε οι άλυτες υποθέσεις που είχαν τον Kuklinski ως κοινό παρονομαστή.
Τον συνέλαβαν στις 17 Δεκεμβρίου του 1986, έξω από το σπίτι του. Είχε προηγηθεί η συγκέντρωση πλούσιου υλικού που παρείχε ένας μυστικός πράκτορας, ο Dominick Polifrone, ο οποίος ηχογραφούσε τις συνομιλίες τους. Είχε υποκριθεί πως ήταν ένας ακόμα πελάτης. Ένας ακόμα τύπος που έψαχνε έναν επί πληρωμή δολοφόνο και είχε στραφεί στον καλύτερο. “Ε ίσαι έτοιμος να πάρεις ένα συμβόλαιο;” τον ρώτησε. ” Αν η τιμή είναι η σωστή, θα μιλήσω με τον οποιονδήποτε” απάντησε, ενώ όταν τον ρώτησε πώς θα γίνει η δουλειά, εξήγησε ” πάντα υπάρχει τρόπος. Όταν υπάρχει θέληση, πάντα υπάρχει τρόπος, φίλε μου. Γιατί να γίνω τσαπατσούλης με όπλο, ενώ μπορώ να τα κάνω όλα όμορφα και ήρεμα;” με δηλητήριο.
Για την ιστορία, ο Polifrone είχε προμηθεύσει με κυάνιο τον Kuklinski για να το χρησιμοποιήσει στο συμβόλαιο. Εκείνος το δοκίμασε σε ένα αδέσποτο σκύλο. Είδε πως δεν πέθανε. Αντί να φέρει εις πέρας τη δουλειά του, επέστρεψε στο σπίτι. Λίγες ώρες αργότερα εμφανίστηκαν στο κατώφλι του οι αρχές. Χρειάστηκαν δυο υπηρεσίες καταπολέμησης οργανωμένου εγκλήματος και… πέντε άνδρες για να καταφέρουν να του βάλουν χειροπέδες και να τον οδηγήσουν στη φυλακή -να τακτοποιήσουν τον ύψους 1.95 και βάρους 120 κιλών άνδρα. Στις συνομιλίες με τον μυστικό πράκτορα είχε ομολογήσει δολοφονίες και αυτό το υλικό βοήθησε τους ενόρκους να τον κρίνουν (τον Μάρτιο του 1988) ένοχο δύο δολοφονιών, χωρίς όμως να συμφωνούν πως έχει αποδειχθεί ότι εκείνος ήταν που τράβηξε τη σκανδάλη. Έτσι, γλίτωσε τη θανατική ποινή.
Οι αρχές βρήκαν ότι είχε μεγάλα ποσά σε λογαριασμούς ελβετικών τραπεζών, μαζί και ένα εισιτήριο με προορισμό την Ελβετία. Μετά τη σύλληψη του, όρισαν το ποσό 2 εκατ. δολ. ως εγγύηση και του ζήτησαν να παραδώσει το διαβατήριο του.Τον πήγαν στη φυλακή υψίστης ασφαλείας του New Jersey. Εκεί όπου βρισκόταν και ο μικρότερος αδελφός του, Roy. Στα 25 είχε βιάσει και σκοτώσει ένα 12χρονο. Το έπνιξε, έσυρε το σώμα σε οροφή κτιρίου και μετά το πέταξε στο δρόμο. Το ΗΒΟ τον ρώτησε αν ήθελε να μιλήσει για τον Roy. ” Δεν εχω να πω κάτι. Είναι εδώ 25 χρόνια. Δεν θυμάμαι ακριβώς πόσα. Είχαμε τον ίδιο πατέρα, οπότε...”. Έπεφτε συχνά ο ένας πάνω στον άλλον. ” Τον ρωτώ τι κάνει και τέλος. Και αυτό πολύ είναι. Εκείνος λέει λιγότερα. Κάποιες φορές απαντά, άλλες όχι. Αν με ενοχλεί; Εξαρτάται πώς το βλέπεις“.
Τον ρώτησαν τι θα έκανε αν αποφυλακιζόταν. “Δεν θα επέστρεφα στην ίδια ζωή. Έχουν περάσει χρόνια χωρίς βία. Δεν ανυπομονώ πια για αυτή και δεν είμαι σίγουρος πως μπορώ να παίξω πλέον, αυτό το παιχνίδι. Πιθανότατα την πρώτη φορά που θα δοκιμάσω, θα σκοτωθώ. Θα ήθελα λοιπόν, να πάω κάπου ήρεμα χωρίς κόσμο που να φωνάζει. Να μπορώ να σκεφτώ ήρεμα, όποτε το θελήσω“.
Ο ψυχίατρος που τον εξέτασε είχε καταλήξει στο ότι δεν είναι διπολικός. Αυτό που συνέβη ήταν ότι ο τρόπος που μεγάλωσε ο Kuklinski, η βίαιη συμπεριφορά του πατέρα του που είχε ως βασική προϋπόθεση την έλλειψη συνείδησης και αγάπης, ήταν που έθεσε σε λειτουργία την προδιάθεση για αντικοινωνική συμπεριφορά (την οποία κληρονόμησε από τους γονείς του). Συμπερασματικά, έπασχε από παράνοια που είχε ως συνέπεια να σκοτώνει ανθρώπους επειδή τον κοιτούσαν επίμονα ή του είχαν ασκήσει κριτική -ακόμα και πολλά χρόνια αργότερα.
Έχεις να πεις κάτι καλό για εμένα;
Ο Dr. Park Dietz τον είχε ρωτήσει γιατί δέχθηκε να του μιλήσει. ” Για να μάθω περισσότερα για εμένα, από τη στιγμή που δεν έχω απαντήσεις για πολλά και εσύ είσαι αυτός που μπορείς να μου τις δώσεις. Σκέφτηκα πως είναι μια καλή στιγμή να μιλήσω με κάποιον σαν και εσένα”. Αν άλλαζαν ρόλους; Αν έκανε εκείνος τις ερωτήσεις στον ψυχίατρο; ” Ενδιαφέρον! Θα μπορούσα να το κάνω. Τυχαίνει μάλιστα, να έχω ερωτήσεις για εσένα. Τι πιστεύεις για εμένα; Κάτι καλό; Κάτι διαφορετικό;”. Είχε να του πει κάτι.
” Μπορώ να σου πω κάποια πράγματα, για τη συμπεριφορά σου βάσει των όσων μου έχεις εμπιστευτεί. Το βασικό σου πρόβλημα έχει να κάνει με την προσωπικότητα σου. Υπάρχουν δυο είδη προσωπικότητας στις οποίες εντάσσουμε τους ανθρώπους και εσύ έχεις κάτι και από τα δύο είδη. Υπάρχει η αντικοινωνική συμπεριφορά και αφορά τον άνθρωπο που δεν έχει συνείδηση, δεν νιώθει μετάνοια ή ενοχή για τα περισσότερα κακά που κάνει. Είναι βίαιος. Τα βασικά στοιχεία που συνθέτουν μια τέτοια προσωπικότητα, πριν τα 50, είναι αγριότητα προς τα ζώα, προς τους ανθρώπους και ένα ενδιαφέρον στοιχείο αυτής της κατάστασης είναι ότι έχουμε μικρή γνώση επί του τι τα προκαλεί.
Αυτό έχει ένα καλό νέο και ένα κακό νέο. Το κακό νέο είναι ότι η κληρονομικότητα παίζει ένα ρόλο. Υπάρχει γενετική βάση στο να είσαι ατρόμητος. Οι φυσιολογικοί άνθρωποι διαθέτουν μια λίστα με διάφορα γεγονότα που τους προκαλούν φοβίες, συχνά. Εσύ από τη γέννηση σου δεν το είχες αυτό. Άλλοι με το ίδιο πρόβλημα κάνουν δουλειές που εμπεριέχουν ρίσκο. Η διαφορά μεταξύ εκείνων που εξελίσσουν τη γενετική δυσλειτουργία σε κάτι καλό, κάτι που δεν προκαλεί κακό και αυτών που γίνονται εγκληματίες, είναι ο τρόπος που τους μεγαλώνουν οι γονείς τους. Αν μεγαλώσεις το παιδί σου με αγάπη, καλοσύνη και στοργή τις περισσότερες φορές έχεις καλές ευκαιρίες να μεγαλώσουν και να γίνουν καλοί, συναισθηματικοί άνθρωποι. Αν όμως, μεγαλώσεις το παιδί σου όπως μεγάλωσε εσένα ο Stanley, το μόνο που διδάσκεις είναι μίσος. Και εξαφανίζεις τις πιθανότητες που υπάρχουν να γίνει αυτό το παιδί ένας ενήλικας που νοιάζεται, που νιώθει, που δημιουργεί σχέσεις, που αγαπά. Τα γονίδια του Stanley και ο τρόπος που σε μεγάλωσε, συν ο τρόπος που συμπεριφερόταν η μητέρα σου, σε έκαναν αντικοινωνικό ψυχοπαθή”.
Ο ειδικός διέγνωσε πως είχε και στοιχεία παρανοϊκής προσωπικότητας. ” Αυτά είναι το να μην εμπιστεύεσαι κανέναν, να μην αφήνεις κανέναν να σε πλησιάσει πολύ και να μη συγχωρείς κανέναν που σε αδικεί. Αν κάποιος σε κριτικάρει, αντιδράς αμέσως με θυμό ή βίαιη συμπεριφορά. Αν κάποιος σε εξευτελίσει, πρέπει να εκδικηθείς. Περίπου το 1 με 2% του πληθυσμού έχει αυτή τη διαταραχή. Το ποσοστό εκείνων που έχουν και τις δυο διαταραχές που είχες εσύ, είναι ακόμα μικρότερο. Δεν είχες συνείδηση ή φίλους και έτσι έκανες μεγάλη καριέρα ως πληρωμένος δολοφόνος. Αυτό είναι πολύ ασυνήθιστο. Το να βρίσκεις ένα πεδίο δράσεις που οι διαταραχές είναι προνόμιο για εσένα τον ίδιο και σε κάνουν επιτυχημένο”.
O Kuklinski τον ευχαρίστησε για το χρόνο που του αφιέρωσε, στο να του εξηγήσει όσα εκείνος δεν κατάλαβε ποτέ. Δήλωσε και ευγνώμων. Κατέληξε στο ότι ” ενδεχομένως να είμαι ο πιο μοναχικός άνθρωπος στον κόσμο, γιατί δεν έχω κάτι για το οποίο να νοιάζομαι. ‘Η να χρειάζομαι. Έχασα όσα ήθελα, όσα είχα αγαπήσει. Δεν υπήρχε αγάπη στη ζωή μου και έπρεπε να βρω κάτι να καλύψω το κενό. Βρήκα το μίσος. Με βοήθησε να “βγάζω” την κάθε μέρα. Χωρίς αυτό μάλλον θα είχα αυτοκτονήσει πριν πολλά χρόνια. Ήταν το μόνο που είχα. Το μόνο που εξακολουθώ να έχω. Οπότε ο κύβος ερρίφθη. Ήλθε η ώρα να πεθάνω”.
Το 2001 -στο δεύτερο ντοκιμαντέρ του HBO- δήλωσε ένοχος στη δολοφονία ενός ντετέκτιβ αστυνομικού τμήματος της New York και “έφαγε” άλλα 30 χρόνια. Έως τότε είχε κριθεί ένοχος για πέντε δολοφονίες, του είχαν επιβληθεί πέντε ισόβιες ποινές και του απαγορεύτηκε να ζητήσει την αποφυλάκιση του πριν γίνει 110 χρόνων. Εξήγησε ότι δεν ήξερε πως είναι αστυνομικός, προσθέτοντας ότι ” αλλά και να το ήξερα, πιθανότατα δεν θα άλλαζε κάτι”.
Πέθανε στις 5 Μαρτίου του 2006, στην πτέρυγα ασφαλείας του St. Francis Medical Center, στο Trenton του New Jersey. Τον Φεβρουάριο εκείνου του έτους, είχε διαγνωστεί με σπάνια και ανίατη φλεγμονή στα αιμοφόρα αγγεία. Εισήχθη τον Μάρτιο, με κρίση. Η Barbara πήρε την κόρη της, Merrick (αυτή που δεν έπαψε ποτέ να αγαπά τον πατέρα της -η Christin και ο Dwayne δεν ήθελαν να ξέρουν αν ζει ή αν πέθανε) και πήγαν να τον δουν. Τους είπε πως ήταν θύμα συνωμοσίας δολοφονίας και ότι θα τον σκότωναν πριν προλάβει να καταθέσει σε δίκη άλλου μέλους της μαφίας. Δεν τον πίστεψαν. Ζήτησε να μιλήσει κατ’ ιδίαν στη γυναίκα του. Της είπε ” είσαι καλός άνθρωπος. Πάντα ήσουν“. Εκείνη δεν είπε τίποτα. ” Αυτό είναι κάτι που θα μετανιώνω για όλη μου τη ζωή. Ήθελα να του πω ότι είναι μπάσταρδος και ότι τον μισώ με όλη μου τη ψυχή“.
Τα αίτια θανάτου ορίστηκαν ως “φυσιολογικά”. Η αλήθεια μάλλον ήταν λίγο διαφορετική. Όλο αυτό που μόλις διάβασες, έγινε ταινία το 2013 (με τίτλο The Iceman).