Αλτσχάιμερ: Φάρμακο φέρεται να μειώνει τον κίνδυνο πρόωρης εκδήλωσης της νόσου
Διαβάζεται σε 5'
Φάρμακο κατά του β-αμυλοειδούς ενδέχεται να μπορεί να καθυστερήσει ή ακόμη και να σταματήσει την εξέλιξη των συμπτωμάτων σε άτομα με πρώιμη έναρξη της νόσου Αλτσχάιμερ.
- 21 Μαρτίου 2025 06:44
Τα πρώτα, πρώιμα δεδομένα, μιας κλινικής μελέτης, που δείχνουν ότι φάρμακο κατά της πρωτεΐνης Β-αμυλοειδές είναι δυνατόν να καθυστερήσει την έναρξη των συμπτωμάτων σε άτομα που είναι γενετικά «προγραμματισμένα» να εκδηλώσουν νόσο Αλτσχάιμερ σε νεαρή ηλικία, δημοσιεύτηκαν αυτή την εβδομάδα.
Τα αποτελέσματα της μελέτης είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά, σύμφωνα με τους ειδικούς και δημοσιεύονται στην επιστημονική επιθεώρηση The Lancet Neurology.
Ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον ηγήθηκαν της μελέτης, η οποία είχε ως στόχο να εξετάσει κατά πόσον ένα πειραματικό φάρμακο κατά του β-αμυλοειδούς που ονομάζεται γκαντενερουμάμπη (gantenerumab) θα μπορούσε να βοηθήσει άτομα με μία κληρονομική μορφή της νόσου Αλτσχάιμερ.
Σε ένα υποσύνολο ασθενών που έλαβαν τη μεγαλύτερη διάρκεια θεραπείας, το φάρμακο φάνηκε να μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης συμπτωμάτων κατά 50%.
Όπως εξηγούν οι επιστήμονες, τα ευρήματα της μελέτης απαιτούν μακροχρόνια παρακολούθηση, και οι εξωτερικοί εμπειρογνώμονες δηλώνουν συγκρατημένα αισιόδοξοι για το τι θα μπορούσε να σημαίνει αυτό για το μέλλον της αντιμετώπισης της νόσου Αλτσχάιμερ.
«Τα αποτελέσματα του φαρμάκου καθιστούν σαφές ότι υπάρχει ελπίδα ότι η αντιμετώπιση της παθολογίας της νόσου Αλτσχάιμερ στα προκλινικά στάδιά της μπορεί να είναι αποτελεσματική στην επιβράδυνση ή την πρόληψη εκδήλωσης της νόσου», δήλωσε ο Thomas M. Wisniewski, διευθυντής του Κέντρου Γνωστικής Νευρολογίας στο NYU Langone Health, ο οποίος δεν συμμετέχει στην έρευνα.
Η γκαντενερουμάμπη είναι ένα από τα πολλά παρόμοια φάρμακα που έχουν αναπτύξει οι επιστήμονες και δοκιμάζονται τα τελευταία χρόνια για τη νόσο Αλτσχάιμερ.
Πρόκειται για ένα αντίσωμα που παρασκευάζεται στο εργαστήριο και στοχεύει το β-αμυλοειδές, μία από τις δύο πρωτεΐνες που θεωρείται ότι παίζουν κρίσιμο ρόλο στην πρόκληση της νόσου Αλτσχάιμερ (η άλλη είναι η tau).
Στα άτομα με νόσο Αλτσχάιμερ, μια «κακοδιπλωμένη» εκδοχή του β-αμυλοειδούς συσσωρεύεται στον εγκέφαλο, σχηματίζοντας σκληρές μάζες, γνωστές ως πλάκες, που τελικά κατακλύζουν το όργανο και έτσι το άτομο εκδηλώνει τα συμπτώματα.
Οι επιστήμονες έχουν διατυπώσει τη θεωρία ότι είναι δυνατόν να σταματήσουν ή τουλάχιστον να επιβραδύνουν τη νόσο Αλτσχάιμερ με φάρμακα όπως και η γκαντενερουμάμπη της φαρμακοβιομηχανίας Roche, που διασπούν και εμποδίζουν το σχηματισμό αυτών των πλακών.
Ωστόσο, πολλά υποψήφια φάρμακα κατά του β-αμυλοειδούς έδειξαν υποσχόμενα από νωρίς αποτελέσματα, και ακολούθως απέτυχαν σε μεγαλύτερης κλίμακας κλινικές δοκιμές σε άτομα που είχαν ήδη αρχίσει να εμφανίζουν συμπτώματα της νόσου Αλτσχάιμερ.
Ξεκινώντας το 2012, ερευνητές ξεκίνησαν δοκιμές πρόληψης που δοκίμαζαν αντι-αμυλοειδείς παράγοντες σε άτομα με κυρίαρχα κληρονομούμενη νόσο Αλτσχάιμερ, μια γενετική κατάσταση που σχεδόν «εγγυάται» την ανάπτυξη άνοιας κάποια στιγμή μεταξύ της δεκαετίας των 30 και των 50 ετών του ατόμου. Οι περισσότερες από αυτές τις δοκιμές δεν είχαν επιτυχία, εκτός ενδεχομένως από εκείνη με τη γκαντενερουμάμπη.
Όταν η αρχική μελέτη για τη γκαντενερουμάμπη ολοκληρώθηκε το 2020, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι μείωσε τα επίπεδα αμυλοειδούς σε ανθρώπους.
Αλλά ήταν πολύ νωρίς για να γνωρίζουμε αν θα μπορούσε να καθυστερήσει τα συμπτώματα, δεδομένου ότι οι περισσότεροι ασθενείς κατά την έναρξη της μελέτης δεν αναμενόταν να αρρωστήσουν για τα επόμενα 10 έως 15 χρόνια.
Έτσι, οι ερευνητές αποφάσισαν τότε να παρέχουν ανοιχτά τη γκαντενερουμάμπη στους ασθενείς τους (συμπεριλαμβανομένων εκείνων που έπαιρναν εικονικό φάρμακο ή άλλο φάρμακο) στο πλαίσιο μιας μελέτης επέκτασης.
Πάντως, τα πρόσφατα αποτελέσματα αυτής της μελέτης, έχουν προκαλέσει ενθουσιασμό.
«Όλοι όσοι συμμετείχαν σε αυτή τη μελέτη ήταν προορισμένοι να αναπτύξουν νόσο Αλτσχάιμερ και ορισμένοι από αυτούς δεν έχουν αναπτύξει ακόμη», δήλωσε ο επικεφαλής συγγραφέας Randall J. Bateman, καθηγητής νευρολογίας στο WashU Medicine, σε δήλωση του πανεπιστημίου.
«Δεν ξέρουμε ακόμη πόσο καιρό θα παραμείνουν χωρίς συμπτώματα, ίσως μερικά χρόνια ή ίσως και δεκαετίες».
Ωστόσο, υπάρχουν σημαντικές επιφυλάξεις για τη μελέτη.
Η πρώτη είναι επειδή τα ευρήματα υποδηλώνουν μόνο ένα πιθανό προληπτικό όφελος, σημειώνει ο Wisniewski.
Αν και το φάρμακο μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο γνωσιακής έκπτωσης στη συνολική μεγαλύτερη ομάδα ατόμων χωρίς συμπτώματα, η μείωση αυτή δεν ήταν στατιστικά σημαντική (πιθανώς λόγω του μικρού αριθμού ασθενών της μελέτης, 73 συνολικά, λέει ο Wisniewski).
Στο υποσύνολο των ασυμπτωματικών ασθενών που έλαβαν τη μεγαλύτερη διάρκεια θεραπείας -περίπου οκτώ χρόνια κατά μέσο όρο- το φάρμακο φάνηκε να μειώνει τις αναμενόμενες πιθανότητες γνωσιακής έκπτωσης κατά 50%. Αλλά αυτό το υποσύνολο περιλάμβανε μόνο 22 ασθενείς.
Η δεύτερη είναι ότι η δοκιμή έληξε νωρίτερα από το αναμενόμενο για πολλούς ασθενείς λόγω της εγκατάλειψης του φαρμάκου από τη Roche, ενώ κάποιοι εγκατέλειψαν τη δοκιμή για άλλους λόγους.
Το φάρμακο φάνηκε να είναι γενικά ασφαλές και ανεκτό, αν και περίπου το ένα τρίτο εμφάνισε απεικονιστικές ανωμαλίες που σχετίζονται με το β-αμυλοειδές, οι οποίες είναι δείκτες διόγκωσης ή αιμορραγίας του εγκεφάλου.
Συνολικά, η μελέτη δεν αποτελεί οριστική απόδειξη ότι τα φάρμακα κατά του β-αμυλοειδούς μπορούν να είναι αποτελεσματικά στη νόσο Αλτσχάιμερ τόσο νωρίς.
Δεδομένου όμως ότι αυτή η μορφή είναι ουσιαστικά αναπόφευκτη, τα αποτελέσματα αυτά είναι τα πρώτα από μια κλινική δοκιμή που υποδηλώνουν ότι θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί.
«Είναι νωρίς ακόμα, αλλά ίσως υπάρχει πραγματική ελπίδα για αυτή την ανίατη ασθένεια στον ορίζοντα», καταλήγουν οι ειδικοί.