Ελάχιστοι Έλληνες εμπιστεύονται το ΕΣΥ – Νέα έρευνα του ΟΟΣΑ

Διαβάζεται σε 7'
Διάδρομος στο Νοσοκομείο «Ερυθρός Σταύρος»
Διάδρομος στο Νοσοκομείο «Ερυθρός Σταύρος» NEWS 24/7

Μόνο ένας στους τέσσερις πολίτες στην Ελλάδα που έχουν κάνει χρήση του δημόσιου συστήματος υγεία το εμπιστεύεται. Τι αναφέρει νέα έρευνα του ΟΟΣΑ, ποιες αλλαγές πρέπει να γίνουν στο ΕΣΥ.

Εξαιρετικά χαμηλή είναι η εμπιστοσύνη των Ελλήνων στο Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΕ), καθώς μόνο το 36% των πολιστών δηλώνει ότι είναι αξιόπιστο.

Την ίδια στιγμή, το ποσοστό αυτό μειώνεται κατά 11 ποσοστιαίες μονάδες και πέφτει στο 25% σε άτομα που έχουν κάνει χρήση των υπηρεσιών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας υγείας, κατατάσσοντας τη χώρα μας στην τελευταία θέση, σύμφωνα με τα συμπεράσματα που προκύπτουν από νέα, μεγάλη έρευνα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) που δόθηκε, χθες, Πέμπτη στη δημοσιότητα.

Τελευταία χώρα στην εμπιστοσύνη των πολιτών στο Εθνικό Σύστημα Υγείας η Ελλάδα
Τελευταία χώρα στην εμπιστοσύνη των πολιτών στο Εθνικό Σύστημα Υγείας η Ελλάδα ΟΟΣΑ

Η έρευνα αντηχεί τις φωνές περίπου 107.000 ασθενών σε περισσότερα από 1.800 ιδρύματα υγειονομικής φροντίδας σε 19 χώρες (Αυστραλία, Βέλγιο, Καναδάς, Τσεχία, Γαλλία, Ελλάδα, Ισλανδία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Νορβηγία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Σαουδική Αραβία, Σλοβενία, Ισπανία, Ελβετία, Ουαλία (Ηνωμένο Βασίλειο) και Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής), που αντιπροσωπεύουν σχεδόν 104 εκατομμύρια χρήστες υπηρεσιών υγείας και επικεντρώνεται σε άτομα ηλικίας άνω των 45 ετών, καθώς η εν λόγω ηλικιακή ομάδα έχει τις πιο πολύπλοκες και τις μεγαλύτερες ανάγκες ιατρικής περίθαλψης.

«Το ΕΣΥ αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα τα τελευταία χρόνια, με την εμπιστοσύνη στα ιδρύματα υγειονομικής περίθαλψης να αποτελεί ένα ιδιαίτερα πιεστικό ζήτημα», σχολιάζουν οι ειδικοί στην έκθεση PaRIS (Αποτελέσματα Έρευνας Δεικτών που αναφέρουν οι Ασθενείς) του ΟΟΣΑ.

Όπως εξηγούν, στην Ελλάδα, η δυσπιστία στο ΕΣΥ συνδέεται με διάφορα συστημικά ζητήματα, όπως η υποχρηματοδότηση, η ανεπαρκής πρωτοβάθμια περίθαλψη και οι μεγάλοι χρόνοι αναμονής για εξειδικευμένη θεραπεία.

Η έκθεση υπογραμμίζει ότι ενώ το 78% των Ελλήνων ασθενών εμπιστεύεται τον πιο πρόσφατο επαγγελματία υγείας που έχει επισκεφτεί, η εμπιστοσύνη στο ευρύτερο σύστημα γυείας παραμένει ασθενής.

Αυτό υποδηλώνει ότι ενώ μεμονωμένα κάποιοι γιατροί και νοσηλευτές συχνά θεωρούνται «ικανοί» και «στοργικοί», οι συστημικές ανεπάρκειες του συστήματος υπονομεύουν τη συνολική εμπιστοσύνη στις δομές υγείας της χώρα μας.

Χρόνιες παθήσεις και πρόσβαση στο ΕΣΥ

Η έκθεση PaRIS ρίχνει επίσης φως στον επιπολασμό των χρόνιων ασθενειών στην Ελλάδα και στις προκλήσεις που συνδέονται με τη διαχείρισή τους.

Όπως αναφέρει, ποσοστό μεγαλύτερο του 80% των ατόμων ηλικίας 45 ετών και άνω που είχαν επισκεφτεί πρωτοβάθμιας περίθαλψης τους τελευταίους έξι μήνες, διαγνώστηκε με τουλάχιστον μία χρόνια πάθηση που ήταν μέχρι εκείνη τη στιγμή αδιάγνωστη.

Οι πιο συχνές παθήσεις περιλαμβάνουν την υπέρταση, την αρθρίτιδα, τα καρδιαγγειακά νοσήματα και τον διαβήτη.

Παρά τον υψηλό επιπολασμό αυτών των ασθενειών, «το ΕΣΥ δυσκολεύεται να παράσχει συνεπή και υψηλής ποιότητας φροντίδα για τη διαχείριση των χρόνιων παθήσεων», αναφέρει η έκθεση.

Ένα βασικό ζήτημα είναι η κατακερματισμένη περίθαλψη, καθώς υπάρχει ανεπαρκής επικοινωνία μεταξύ διαφορετικών παρόχων υγείας και έλλειψη ηλεκτρονικού φακέλου υγείας.

Ελλείψεις πρωτοβάθμιας περίθαλψης

Μια σημαντική αδυναμία του ελληνικού ΕΣΥ, σύμφωνα πάντα με την έκθεση του ΟΟΣΑ, είναι «ο υπανάπτυκτος τομέας της πρωτοβάθμιας περίθαλψης».

Σε αντίθεση με χώρες όπως η Ισπανία και η Ολλανδία, όπου η πρωτοβάθμια περίθαλψη διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στη διαχείριση των ασθενών, ιστορικά η Ελλάδα έχει στηριχθεί σε μεγάλο βαθμό στα νοσοκομεία και την εξειδικευμένη περίθαλψη.

Αυτή η υπερβολική εξάρτηση από τα νοσοκομεία οδηγεί σε υπερπλήρη Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ), μεγαλύτερους χρόνους αναμονής και υψηλότερο κόστος για το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης.

Η έκθεση του ΟΟΣΑ υπογραμμίζει τη σημασία ενός ισχυρού δικτύου πρωτοβάθμιας περίθαλψης για τη βελτίωση των αποτελεσμάτων της υγείας του πληθυσμού και την ενίσχυση της εμπιστοσύνης στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, καθώς οι χώρες με καλά εδραιωμένα συστήματα πρωτοβάθμιας περίθαλψης τείνουν να έχουν καλύτερες εμπειρίες ασθενών, χαμηλότερο κόστος υγειονομικής περίθαλψης και υψηλότερα επίπεδα ικανοποίησης του κοινού.

Για την Ελλάδα, η επένδυση σε υποδομές πρωτοβάθμιας περίθαλψης, η αύξηση του αριθμού των γενικών ιατρών και η εφαρμογή ολοκληρωμένων σχεδίων διαχείρισης ασθενών, αποτελούν κρίσιμα βήματα προς τη βελτίωση της συνολικής παροχής υγειονομικής περίθαλψης, σύμφωνα με τους συντάκτες της έρευνας.

Δαπάνες υγειονομικής περίθαλψης και κατανομή πόρων

Οι δαπάνες υγειονομικής περίθαλψης στην Ελλάδα είναι σχετικά χαμηλές σε σύγκριση με άλλες χώρες του ΟΟΣΑ.

Αν και οι υψηλότερες δαπάνες δεν συσχετίζονται πάντα με καλύτερα αποτελέσματα, η έκθεση διαπιστώνει ότι οι χώρες που επενδύουν περισσότερο στην υγειονομική περίθαλψη τείνουν να έχουν υψηλότερα επίπεδα εμπιστοσύνης και καλύτερα αποτελέσματα που αναφέρουν οι ασθενείς.

Η Ελλάδα, η οποία έχει υποστεί επί χρόνια περικοπές στον προϋπολογισμό λόγω των μέτρων λιτότητας της οικονομικής κρίσης, αγωνίζεται με ελλείψεις πόρων στα νοσοκομεία, απαρχαιωμένο ιατρικό εξοπλισμό και υποστελεχωμένες εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης.

Οι επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης, από την πλευρά τους, αντιμετωπίζουν συχνά δύσκολες συνθήκες εργασίας, όπως πολλές ώρες εργασίας, χαμηλούς μισθούς και ανεπαρκή υποστήριξη.

Αυτοί οι παράγοντες συμβάλλουν σε υψηλά επίπεδα επαγγελματικής εξουθένωσης και στη φυγή επαγγελματιών υγείας προς άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Η αντιμετώπιση αυτών των ζητημάτων απαιτεί αυξημένες επενδύσεις σε υποδομές υγειονομικής περίθαλψης, καλύτερες συνθήκες εργασίας για το ιατρικό προσωπικό και πολιτικές που αποσκοπούν στη διατήρηση εξειδικευμένων εργαζομένων στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης.

ΟΟΣΑ: Τι θα πρέπει να κάνει το υπουργείο Υγείας

Παρά τις προκλήσεις που περιγράφονται στην έκθεση, υπάρχουν αρκετά βήματα που μπορεί να κάνει η Ελλάδα, σύμφωνα με τους ειδικούς του ΟΟΣΑ, για να βελτιώσει το ΕΣΥ και να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών. Μερικά από αυτά είναι:

  1. Επένδυση στην πρωτοβάθμια περίθαλψη: Η ενίσχυση του τομέα της πρωτοβάθμιας περίθαλψης με την αύξηση του αριθμού των γενικών ιατρών, την ενίσχυση του συντονισμού της περίθαλψης και τη βελτίωση της πρόσβασης σε προληπτικές εξετάσεις θα συμβάλει στην ανακούφιση της πίεσης στα νοσοκομεία και στη βελτίωση της εμπειρίας των ασθενών. Τα μέτρα αυτά έχουν ήδη δρομολογηθεί φέτος από το υπουργείο Υγείας και αναμένεται να ολοκληρωθούν έως το τέλος του έτους.
  2. Αύξηση της χρηματοδότησης: Η διάθεση περισσότερων πόρων στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης είναι απαραίτητη για την αναβάθμιση των υποδομών, τον εκσυγχρονισμό του ιατρικού εξοπλισμού και τη διασφάλιση της επαρκούς αποζημίωσης και υποστήριξης των επαγγελματιών υγείας.
  3. Επέκταση ψηφιακών υπηρεσιών: Η εφαρμογή ηλεκτρονικών φακέλων υγείας, η προώθηση της τηλεϊατρικής και η βελτίωση του ψηφιακού αλφαβητισμού των ασθενών θα ενισχύσουν την προσβασιμότητα και την αποτελεσματικότητα της υγειονομικής περίθαλψης.
  4. Αντιμετώπιση των ανισοτήτων στον τομέα της υγείας: Οι στοχευμένες πολιτικές για τη βελτίωση της πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη στις αγροτικές περιοχές, η επιδότηση των ιατρικών δαπανών για τους πληθυσμούς με χαμηλό εισόδημα και η επέκταση των κινητών μονάδων υγείας θα συμβάλουν στη μείωση των ανισοτήτων.
  5. Βελτίωση της διαφάνειας και της δέσμευσης των ασθενών: Η αύξηση της διαφάνειας στις πολιτικές υγειονομικής περίθαλψης, η συμμετοχή των ασθενών στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων και η εξασφάλιση σαφούς επικοινωνίας μεταξύ των παρόχων υγειονομικής περίθαλψης και των ασθενών, μπορούν να ενισχύσουν την εμπιστοσύνη ΕΣΥ.

«Καθώς η Ελλάδα κινείται προς τα εμπρός, η ιεράρχηση των μεταρρυθμίσεων που αυξάνουν την ικανοποίηση των ασθενών και ενισχύουν την παροχή υγειονομικής περίθαλψης θα είναι ζωτικής σημασίας για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στο ΕΣΥ», καταλήγουν για τη χώρα μας οι συντάκτες της μελέτης.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα