ΕΟΔΥ: Η Ιλαρά δεν αφορά μόνο τα παιδιά
Ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσια Υγείας με ανακοίνωσή του προωθεί την ενημέρωση των πολιτών για την Ιλαρά, τονίζοντας ότι δεν αποτελεί μια παιδική -μόνο- ασθένεια.
- 13 Νοεμβρίου 2019 17:48
Κατά τα έτη 2017 και 2018 εκδηλώθηκε και στη χώρα μας όπως και σε πολλές άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, επιδημία Ιλαράς. Συγκεκριμένα, δηλώθηκαν στο Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης του ΕΟΔΥ, 3259 κρούσματα ιλαράς, που αφορούσαν κυρίως μικρά παιδιά από κοινότητες Ρομά, καθώς και νεαρούς ενήλικες (25-44 ετών) από το γενικό πληθυσμό που ήταν επίνοσοι στην ιλαρά, μεταξύ των οποίων και ανεμβολίαστοι ή ατελώς εμβολιασμένοι επαγγελματίες υγείας.
Από την 1η Ιανουαρίου 2019 έως και σήμερα, έχει καταγραφεί περιορισμένος αριθμός κρουσμάτων ιλαράς, κυρίως σε παιδιά από κοινότητες Ρομά αλλοδαπής εθνικότητας, και σε ενήλικα άτομα με πρόσφατο ταξίδι σε ενδημικές χώρες. Καταγράφηκαν επίσης σποραδικά κρούσματα σε ατελώς εμβολιασμένους ενήλικες του γενικού πληθυσμού χωρίς ιστορικό ταξιδιού σε ενδημικές χώρες. Επίσης εντός του 2019 δεν καταγράφηκε κανένας θάνατος από ιλαρά στη χώρα μας.
Κεντρικό σημείο της στρατηγικής πρόληψης της ιλαράς, όπως επισημαίνει ο ΕΟΔΥ είναι ο συστηματικός εμβολιασμός που σε συνδυασμό με την επιδημιολογική επιτήρηση της νόσου αποτελούν τα πλέον ενδεδειγμένα μέτρα για τον έλεγχο της νόσου. Στο πλαίσιο αυτό, είναι αναγκαία η συνεχιζόμενη εγρήγορση των τοπικών και εθνικών αρχών και των επαγγελματιών υγείας, για τη συνέχιση της συστηματικής εφαρμογής του εμβολιασμού έναντι της ιλαράς τόσο στο γενικό πληθυσμό όσο και σε θύλακες του πληθυσμού με χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη.
Σύμφωνα με το Πρόγραμμα Εμβολιασμών Παιδιών & Εφήβων 2019, σχετικά με το Εμβόλιο ιλαράς, παρωτίτιδας, ερυθράς (MMR) αναφέρεται ότι:
Συνιστώνται 2 δόσεις του εμβολίου σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα. Η 2η δόση συστήνεται σε ηλικία 24–47 μηνών, μπορεί όμως να χορηγηθεί και νωρίτερα, αρκεί να έχουν περάσει 4 εβδομάδες μετά την πρώτη. Και οι δύο δόσεις πρέπει να χορηγούνται μετά το 12ο μήνα ζωής.
Παιδιά και έφηβοι που δεν έχουν εμβολιασθεί με 2η δόση πρέπει να αναπληρώσουν το ταχύτερο δυνατόν.
Συνιστάται 1 δόση του εμβολίου MMR σε βρέφη ηλικίας 6 έως 11 μηνών πριν την αναχώρησή τους για χώρες που ενδημούν η ιλαρά, παρωτίτιδα και ερυθρά. Επίσης, σε περιόδους επιδημίας μπορεί να γίνεται εμβολιασμός με MMR από την ηλικία των 6 μηνών. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να επανεμβολάζονται με 2 δόσεις MMR μετά την ηλικία των 12 μηνών σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα.
Επίσης σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών Ενηλίκων 2018 – 2019, αναφέρεται ότι:
Τα άτομα που γεννήθηκαν πριν το 1970 θεωρούνται άνοσα. Όσοι έχουν γεννηθεί μετά το 1970, θα πρέπει να έχουν εμβολιαστεί με δύο (2) δόσεις MMR εκτός αν υπάρχει αντένδειξη ή επιβεβαιωμένη ανοσία. Η κλινική διάγνωση των νοσημάτων έχει αμφίβολη αξιοπιστία.
– Ομάδες πληθυσμού σε ιδιαίτερα αυξημένο κίνδυνο είναι οι παρακάτω:
– Εργαζόμενοι σε μονάδες φροντίδας υγείας
– Φοιτητές, σπουδαστές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης
– Ενήλικες που πρόκειται να ταξιδέψουν στο εξωτερικό
– Μέλη οικογενείας ατόμων με ανοσοκαταστολή
– Ασθενείς με HIV λοίμωξη
Η ανοσία έναντι ερυθράς θα πρέπει να εκτιμάται με μέτρηση αντισωμάτων σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας, ανεξάρτητα από το έτος γέννησής τους.
Αν δεν υπάρχει τεκμηριωμένη ανοσία θα πρέπει οι γυναίκες να εμβολιασθούν πριν την εγκυμοσύνη, ενώ μετά τον εμβολιασμό θα πρέπει να αποφύγουν την εγκυμοσύνη για ένα (1) μήνα.
Έλεγχος για πιθανή εγκυμοσύνη (test κυήσεως) πριν την διενέργεια εμβολιασμού δεν συστήνεται, ενώ επίσης τυχόν εμβολιασμός κατά την διάρκεια εγκυμοσύνης δεν αποτελεί λόγο για διακοπή της κύησης (συστήνεται συζήτηση με ειδικό).
Οι έγκυες γυναίκες που δεν έχουν ανοσία θα πρέπει να εμβολιάζονται με MMR αμέσως μετά την ολοκλήρωση της εγκυμοσύνης ή την διακοπή της κύησης και πριν την έξοδό τους από το μαιευτήριο.