Υποχονδρίαση: Πώς θα καταλάβω ότι είμαι ‘αρρωστοφοβικός’, πώς μπορώ να το αντιμετωπίσω

Υποχονδρίαση: Πώς θα καταλάβω ότι είμαι ‘αρρωστοφοβικός’, πώς μπορώ να το αντιμετωπίσω

Η συνεχής αγωνία για εμφάνιση σοβαρής ασθένειας είναι δυνατό να καταπολεμηθεί και να θεραπευτεί. Ποια είναι τα συμπτώματα της υποχονδρίασης, πού μπορεί να οφείλεται και πώς αντιμετωπίζεται

Από την Εύη Καραγεώργου*

Είναι μάλλον συχνές οι περιπτώσεις ανθρώπων με έντονο το αίσθημα της ανησυχίας για κάθε είδους ασθένεια. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι η Τέχνη και η Ιστορία είναι γεμάτη με τέτοια παραδείγματα.

Το κλασσικό θεατρικό έργο «Ο κατά φαντασίαν ασθενής» του Μολιέρου στηρίζεται στην πεποίθηση του πρωταγωνιστή ότι είναι βαριά άρρωστος, αλλά και στην ταινία «Κι αν σου κάτσει;» (2009) του Γούντι Άλεν, ο βασικός χαρακτήρας αισθάνεται συνεχώς ανήσυχος για τη σωματική του υγεία. Διάσημες προσωπικότητες όπως ο Λέων Τολστόι, ο Φραντς Κάφκα, καθώς και ο Γουίνστον Τσόρτσιλ και ο Αδόλφος Χίτλερ αναφέρονται από τους βιογράφους τους ως υποχονδριακοί, με έντονο άγχος για επικείμενες ασθένειες.

Τα παραδείγματα αυτά υποδηλώνουν ότι στην πραγματικότητα οι άνθρωποι με υποχονδριακά στοιχεία υποφέρουν καθημερινά.

Ο όρος «υποχονδρίαση» αποτελεί τη συνηθέστερη αλλά και παλαιότερη πλέον ονομασία αυτής της αγχώδους κατάστασης. Σύμφωνα με την 5 έκδοση του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου των Ψυχικών Διαταραχών της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας ο όρος που είναι προτιμότερος είναι «διαταραχή άγχους ασθένειας (Illness anxiety disorder)» ή «διαταραχή άγχους για την υγεία» και κατατάσσεται πια στην ομάδα των διαταραχών σωματικών συμπτωμάτων και σχετιζόμενων διαταραχών.

Ποια τα συμπτώματα;

Για να διαγνωσθεί κάποιος με αυτή τη διαταραχή θα πρέπει να ασχολείται επίμονα με την ιδέα ότι έχει ή θα αποκτήσει μια σοβαρή ασθένεια, να παρουσιάζει σωματικά συμπτώματα μικρής έντασης, να υπάρχουν υψηλά επίπεδα άγχους για την υγεία και το άτομο να πανικοβάλλεται εύκολα σχετικά με την κατάσταση της υγείας του, να επιδίδεται σε υπερβολικές συμπεριφορές σχετιζόμενες με την υγεία (πχ. να ελέγχει επανειλημμένα το σώμα του για σημάδια ασθένειας) ή να παρουσιάζει δυσπροσαρμοστικές αποφυγές (πχ να αποφεύγει ραντεβού με γιατρούς και νοσοκομεία) και η ενασχόλησή του με την ιδέα της ασθένειας να είναι παρούσα το λιγότερο για 6 μήνες.

Ο ασθενής, δυστυχώς, δε νιώθει ποτέ ικανοποιημένος και συνεχίζει να ασχολείται με τα συμπτώματά του. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν ο φόβος εμφράγματος (που δημιουργείται από πόνους στο στήθος) ή ο φόβος του καρκίνου (που δημιουργείται από ενοχλήσεις σε κάποιο σημείο του σώματος ή από τον εντοπισμό καλοηθών όγκων).

Με την ύπαρξη του έντονου άγχους για την υγεία, δημιουργείται ψυχολογική πίεση, η οποία εκφράζεται με σωματικά συμπτώματα, όπως πονοκέφαλος, ναυτία, ζάλη, ταχυπαλμία, δύσπνοια, γαστρεντερικά προβλήματα κλπ. Οι σωματικές αυτές ενοχλήσεις προκαλούν πρόσθετο άγχος, με αποτέλεσμα να συντηρείται η ανησυχία και να επιδεινώνονται τα σωματικά συμπτώματα. Όσο κάποιος εμφανίζει σωματικές ενοχλήσεις, τόσο προσφεύγει σε ιατρικές εξετάσεις και σε επισκέψεις σε γιατρούς, για να επιβεβαιώνει συνεχώς ότι δεν έχει κάποια σοβαρή ασθένεια.

Η διαβεβαίωση, όμως, αυτή διαρκεί πολύ λίγο και στη συνέχεια, μέσα από έντονες και αγχώδεις σκέψεις, π.χ. «Δε μπορεί να μην έχω κάτι, αφού πονάω» ή «Έχω καρκίνο και οι γιατροί δε μπορούν να το βρουν», ο ασθενής συνεχίζει να ανησυχεί. Έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος που το άτομο νιώθει ότι δε μπορεί να «σπάσει». Είναι, επίσης, σύνηθες τα άτομα με άγχος για την υγεία να απογοητεύονται ή να θυμώνουν, όταν η διάγνωση των γιατρών είναι καλή.

Όπως είναι, ίσως, αναμενόμενο επηρεάζονται καθοριστικά και οι διαπροσωπικές σχέσεις των ατόμων με το έντονο άγχος υγείας. Ο πάσχων είναι μονίμως απασχολημένος με τη σωματική του κατάσταση, με αποτέλεσμα να μειώνεται η λειτουργικότητά του σε οικογενειακό, εργασιακό και προσωπικό επίπεδο. Θεωρεί συχνά δεδομένο ότι όλοι πρέπει να ασχολούνται μαζί του και αυτό επιφέρει συναισθηματική απόσταση από τους οικείους του, οι οποίοι κουράζονται και απογοητεύονται.

Που μπορεί να οφείλεται;

Η αιτιολογία της διαταραχής συνδέεται με πολλούς παράγοντες. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι στοιχεία προδιάθεσης είναι η ύπαρξη κάποιας σοβαρής ασθένειας στην παιδική ηλικία και οι αντίστοιχες υπερπροστατευτικές συμπεριφορές από τους γονείς, η απώλεια κάποιου αγαπημένου σε μικρή ηλικία, καθώς και η ύπαρξη αντίστοιχου άγχους υγείας στην οικογένεια.

Πολλά άτομα με έντονο φόβο νόσησης αναφέρουν ότι υποδηλώνει αδυναμία το να είσαι άρρωστος ή να νιώθεις πεσμένος ψυχολογικά, συνδέουν την ασθένεια με την έλλειψη δύναμης ή έχουν την πεποίθηση ότι πρέπει να αντιμετωπίζουν όλες τις δυσκολίες που εμφανίζονται.

Δημιουργείται, επομένως, φόβος και αποστροφή για οτιδήποτε αρνητικό παρουσιάζεται και, επομένως, ο πάσχων σωματοποιεί όλα τα δυσάρεστα συναισθήματα που δεν επιτρέπει να εκφραστούν και ασχολείται επίμονα με αυτά. Σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάλυσης, είναι πιθανό τα σωματικά συμπτώματα να ήταν ένα μέσο συναισθηματικής σύνδεσης του παιδιού με τη μητέρα. Με τον ίδιο τρόπο, το άτομο, ως ενήλικας πια, θα επιζητεί την προσοχή από τους οικείους του μέσα από μια ασθένεια και το συνεχή φόβο αυτής.

Το άγχος για θέματα υγείας πολλές φορές υποβόσκει και ξεσπά μετά από κάποιο αιφνίδιο και σοβαρό γεγονός, όπως ο θάνατος ή η αρρώστια ενός αγαπημένου προσώπου, η γέννηση ενός παιδιού, μια καθοριστική αλλαγή της ζωής με νέες ευθύνες ή μετά από περιόδους έντονης συναισθηματικής φόρτισης, π.χ. θλίψης.

Πώς αντιμετωπίζεται;

Η συνεχής αγωνία για εμφάνιση σοβαρής ασθένειας είναι δυνατό να καταπολεμηθεί και να θεραπευτεί. Αξιόλογα πρώτα βήματα για τη μετρίαση του άγχους είναι η αποφυγή της συνεχούς ενασχόλησης με το ίντερνετ και των πληροφοριών που παρέχει, αλλά και η ελάττωση των συχνών αυτό-ελέγχων και των επισκέψεων στους γιατρούς. Αφού αποκλειστεί το ενδεχόμενο οργανικής υπόστασης των συμπτωμάτων, είναι σημαντικό ο ασθενής να αποδεχτεί την ψυχολογική τους υπόσταση και να απευθυνθεί σε έναν ειδικό. Η γνωσιακή- συμπεριφοριστική ψυχοθεραπευτική προσέγγιση (CBT) θεωρείται πολύ αποτελεσματική στην αντιμετώπιση του άγχους υγείας.

Οι στόχοι μας από τις συναντήσεις με τον ειδικό είναι να:

-Αναγνωρίσουμε τις δυσλειτουργικές μας πεποιθήσεις, π.χ. «για να είμαι υγιής, πρέπει να μην έχω καμία σωματική ενόχληση», και τον τρόπο που μας επηρεάζουν

-Μάθουμε εναλλακτικούς τρόπους να αντιμετωπίζουμε τις σωματικές μας αισθήσεις, μέσα από την αλλαγή των αρνητικών σκέψεων

-Εντοπίσουμε και να κατανοήσουμε με ποιον τρόπο επηρεάζει την καθημερινότητά μας η συνεχής ανησυχία

-Βρούμε διαφορετικές και πιο υγιείς ερμηνείες για τα σωματικά συμπτώματα π.χ. η ταχυπαλμία συνδέεται με τη βιολογική λειτουργία του άγχους και όχι αυτόματα με τον κίνδυνο εμφράγματος

-Μειώσουμε τις συμπεριφορές αποφυγής, για να αποτρέψουμε τη διαιώνιση των συμπτωμάτων

-Βελτιώσουμε την καθημερινή μας λειτουργικότητα στο σπίτι, στη δουλειά, αλλά και στις σχέσεις και σε κοινωνικό επίπεδο

*Η  Εύη Καραγεώργου είναι Ψυχολογος MSc – Γνωσιακή Ψυχοθεραπεύτρια

Απόφοιτος Τμήματος Ψυχολογίας Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Μεταπτυχιακή εκπαίδευση στην Κλινική Ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο του Sussex (MSc in Clinical Psychology and Mental Health) και εξειδίκευση στη Γνωσιακή – Συμπεριφοριστική προσέγγιση τόσο στα πλαίσια των μεταπτυχιακών σπουδών, όσο και στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα του Αιγινητείου Νοσοκομείου. Εμπειρία στην ατομική και ομαδική συμβουλευτική ενηλίκων.

Συνεργάτιδα του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου και του Κέντρου Ψυχολογικής Υποστήριξης & Συμβουλευτικής, Ίασμος.

Μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί της στο: [email protected]

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα